“Το μέλλον σε λίγο θα γίνει παρελθόν, ενώ το παρελθόν πριν από λίγο ήταν μέλλον. Το παρόν, είναι απλά η ενδιάμεση κατάσταση μηδενικού χρόνου και κίνησης, αποτελώντας για μας τη μοναδική πραγματικότητα.”
Ο άνθρωπος μέσα από τις αισθήσεις του, αντιλαμβάνεται και κατανοεί πλήρως την απόσταση η οποία ξεκινά από το σώμα του και περιλαμβάνει ολόκληρο τον εξωτερικό του χώρο πέρα μακριά από αυτόν έως τα πέρατα του κόσμου, τον ουρανό και το βαθύ διάστημα. Ενώ όμως όταν εξετάζει τον χώρο, αυτός του γίνεται αντιληπτός, την ίδια στιγμή του είναι δύσκολο να τον κατανοήσει ως χρόνο και να τον ταυτίσει χρονικά με κάποια διάρκειά του.
Όμως ο αστρικός χώρος -διότι για αυτόν μιλάμε-, είναι το χωροχρονικό πεδίο εκείνο, όπου ενώ ο χώρος του αποτελεί το αισθητό εξωτερικό μας περιβάλλον του ουρανού και του βαθέως διαστήματος, συγχρόνως ταυτίζεται και με το αισθητό μέρος του χρόνου το οποίο αντιστοιχεί γραμμικά, με το γνωστό σε μας παρελθόν. Αν και ισχυριζόμαστε όμως οι περισσότεροι ότι αντιλαμβανόμαστε το χρόνο, ελάχιστοι είναι ίσως εκείνοι που μπορούν πράγματι να τον προσδιορίσουν στο βάθος του.
Το χρόνο, έχουμε συνηθίσει να τον αντιλαμβανόμαστε στα τρία του μεγέθη τα οποία ορίζουμε ως παρελθόν, παρόν και μέλλον. Αν και αρκετοί ίσως έχουν διαβάσει ή ακούσει, ότι ο χρόνος στην ουσία δεν υπάρχει έτσι όπως τον αντιλαμβανόμαστε εμείς γραμμικά, όπως επίσης ότι είναι διττός, δηλαδή συμπεριφέρεται με μια διπλή μορφή ή έννοια, λίγοι ίσως επίσης μπορούν να το κατανοήσουν όλο αυτό στις λεπτομέρειές του. Όμως θεωρώ, ότι η δυσκολία να κατανοήσουμε το χρόνο σε αυτές τις νέες για εμάς βαθύτερες προσεγγίσεις, βασίζεται στην δυσκολία να αποδεχθούμε ότι το ανθρώπινο σώμα και άρα ο άνθρωπος ως βιολογικό όν, ζει και υπάρχει στην πραγματικότητα του αισθητού κόσμου, μονάχα στο παρόν του ‘τώρα’. Δεν ζει ούτε στο παρελθόν του, αλλά ούτε και στο μέλλον του. Το σώμα μέσα από τη μνήμη θυμάται τις στιγμές που έζησε στο παρελθόν του και υποθέτει αυτές που θα ζήσει στο μέλλον του. Όμως το ίδιο ως υλική βιολογική οντότητα, είναι αδύνατον να εισέλθει ποτέ μέσα σε αυτές τις διαστάσεις του χρόνου. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό στην αρχή να κατανοήσουμε πρώτα από όλα και σε όλο το βάθος και την ουσία του, τι σημαίνει ακριβώς ‘τώρα’.
Χρονικά, το “τώρα” ορίζεται ως ο μηδενικός χρόνος. Αυτό σημαίνει ότι στο ‘τώρα’, δεν υπάρχει χρόνος, δηλαδή η χρονική διάρκεια που υπάρχει το κάθε ‘τώρα’ στο παρόν, είναι μηδενική. Κι αυτό είναι το πρώτο το οποίο θα πρέπει να κατανοήσουμε και να αντιληφθούμε. Αν μπορούσαμε να το φωτογραφίσουμε, αυτό που θα λαμβάνατε θα ήταν μια τρισδιάστατη φωτογραφία του σύμπαντος, η οποία να περιέχει μέσα της τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου και του δικού μας σώματος. Μια τέτοια φωτογραφία αντιστοιχεί σε μια μηδενικής διάρκειας στιγμή, όπου -στην ουσία- τα πάντα εμφανίζονται ακίνητα, στη θέση στην οποία βρίσκονται τη δεδομένη στιγμή που θα τραβήξουμε τη φωτογραφία. Δεν υπάρχει κίνηση δική μας, ούτε των κυμάτων, των φύλλων των δένδρων, των πουλιών, των αυτοκινήτων, των αεροπλάνων, ή του κάθε τι. Η κίνηση στο ‘τώρα’ είναι ανύπαρκτη και απολύτως μηδενική, όπου τα πάντα είναι ακίνητα παντού στο σύμπαν. Κι αυτό είναι το δεύτερο στοιχείο το οποίο θα πρέπει να κατανοήσουμε και να αντιληφθούμε σε σχέση με αυτό που ονομάζουμε ‘τώρα’. Έτσι λοιπόν στο ‘τώρα’, δεν υπάρχει χρόνος και δεν υπάρχει κίνηση.
Όλο αυτό όμως που περιγράψαμε, αποτελεί την ολογραφική απεικόνιση μιας στιγμιαίας αισθητής πραγματικότητας. Η τρισδιάστατη αυτή φωτογραφία ολόκληρου του σύμπαντος μέσα στο οποίο υπάρχουμε κι εμείς ως σώμα, αποτελεί το ολόγραμμα του σύμπαντος μιας αισθητής τέτοιας στιγμής. Αυτό το ακίνητο και μηδενικού χρόνου ολόγραμμα όμως, είναι και η μοναδική πραγματικότητα στην οποία υπάρχουμε κι εμείς ως βιολογικές οντότητες κι αυτή είναι η μοναδική πραγματικότητα στην οποία ζούμε. Τίποτε άλλο. Μονάχα αυτή η κατάσταση γίνεται σε μας αισθητή ως το σύνολο του κόσμου. Και τότε, πώς εμείς αντιλαμβανόμαστε τα πάντα σε κίνηση και σε ροή, να διέπονται από αυτό που ονομάζουμε γραμμικό χρόνο;
Ο χρόνος είναι φαινομενικός και δημιουργείται από την φαινομενική κίνηση των πραγμάτων. Σε κάθε διαφορετικό τέτοιο ολόγραμμα αισθητής εμπράγματης στιγμής , τα πάντα μέσα του βρίσκονται ακίνητα αλλά σε διαφορετική θέση ή κατάσταση. Από το ένα ολόγραμμα στο άλλο, η κορυφή του κύματος της θάλασσας έχει μετατοπιστεί λίγο πιο πέρα, το φύλλο του δέντρου, ο καρπός μαζί με το βραχίονα του χεριού μας ή ο μηρός μας, το πουλί που υπάρχει πάλι αλλά βρίσκεται ελάχιστα χιλιοστά μακρύτερα από ότι προηγουμένως και ούτω καθεξής. Έτσι αν αφαιρέσεις το κάθε αυτόνομο τέτοιο ολόγραμμα εντελώς από εκεί που υπήρχε και στη θέση του βάλεις ένα άλλο ως επόμενο και πάλι το ίδιο, εναλλάσσοντάς τα το ένα μετά το άλλο στη σειρά με πραγματικά αστραπιαία ταχύτητα, οι αισθήσεις του σώματός μας δεν θα μπορέσουν να αντιληφθούν την αλλαγή τους αυτή, αλλά θα θεωρήσουν ότι τα πάντα κινούνται μέσα σε μια γραμμική διάρκεια χρόνου. Δεν θα αντιληφθούν δηλαδή ότι αυτό που αλλάζει είναι ολόκληρο το σύμπαν και το περιεχόμενό του, με κάποιο άλλο σε διαφορετική θέση πραγμάτων, αλλά θα αποδεχθεί ότι τα πάντα κινούνται. Κάτι φυσικά που δεν αντιστοιχεί με την εμπράγματη πραγματικότητα.
Έτσι λοιπόν, εφόσον εμείς ως υλικές βιολογικές υπάρξεις ζούμε μονάχα στο παρόν, κατανοώντας το ως ‘την πραγματικότητά μας’, οι υπόλοιπες γνωστές σε μας διάρκειες του παρελθόντος και του μέλλοντος υπάρχουν στο αθέατο μέρος του κόσμου, σε αυτό που ονομάζουμε ‘αστρικό χώρο’. Το ίδιο το υλικό βιολογικό μας σώμα δηλαδή, παραμένει πάντοτε έξω από τον αστρικό, σε αυτό το ενδιάμεσο σημείο ανάμεσα στο μέλλον και το παρελθόν, το οποίο ως χώρο το ονομάζουμε αισθητή στιγμιαία πραγματικότητα και ως χρόνο το ονομάζουμε παρόν. Έτσι, ως παρελθόν ονομάζουμε ολόκληρο το σύμπαν το οποίο προηγήθηκε του παρόντος ‘τώρα’ και ως μέλλον ολόκληρο το σύμπαν το οποίο πρόκειται να συμβεί.
Παρελθόν δηλαδή θεωρούμε όλες εκείνες τις ολογραφικές στιγμιαίες πραγματικότητες οι οποίες προηγήθηκαν αυτής που ζούμε ακριβώς τώρα, ενώ μέλλον όλες αυτές οι οποίες θα έρθουν μετά από τώρα. Ενώ όμως το παρόν το ζούμε τώρα και το παρελθόν μπορούμε να το ταυτοποιήσουμε με όλο αυτό το εξωτερικό μας περιβάλλον και το βαθύ διάστημα το οποίο έχουμε ήδη ζήσει, το μέλλον ως χώρο και χρόνο είναι δύσκολα να το προσδιορίσουμε. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει αντιληπτό μονάχα φιλοσοφικά, μαθηματικά ή μεταφυσικά, αν εισέλθουμε με κάποιο τρόπο μέσα στον αστρικό χώρο και παραμείνουμε συνειδητοί ακριβώς στο όριό του με το παρόν.
Θα πρέπει δηλαδή εδώ, να προσπαθήσουμε με κάποιο τρόπο να κατανοήσουμε, ότι όλο αυτό το στιγμιαίο παρόν που ζούμε σε κάθε ‘τώρα’, υλοποιείται στιγμιαία και αμέσως μετά εξαφανίζεται για να πάρει τη θέση του το επόμενο, το οποίο περιέχει τα πάντα μέσα -που περιείχε και το προηγούμενο-, σε διαφορετική όμως θέση, έτσι ώστε σε μας η εναλλαγή να φαίνεται ως κίνηση. Όπως ακριβώς οι εικόνες στα frames μιας κινηματογραφικής ταινίας, μόνο που εδώ, αυτά τα frames είναι τρισδιάστατα και μέσα σε αυτά βρισκόμαστε και εμείς ως σώματα. Όλα αυτά όμως τα στιγμιαία ολογράμματα που εμφανίζονται στο παρόν μας ως πραγματικότητα, δεν δημιουργούνται ως δια μαγείας ξαφνικά, αλλά προϋπάρχουν μέσα στο μέλλον από το οποίο αναδύονται συνεχώς, ενώ αφού λάβουν υλική μορφή στο ‘τώρα’, περνούν με την ίδια ταχύτητα στο παρελθόν όπου και απομακρύνονται με την ίδια σειρά. Γραμμικά, όλο αυτό μπορούμε να το περιγράψουμε με ευκολία, ως μια άπειρου σε μήκος σειρά από ολογραφικές στιγμιαίες πραγματικότητες, αναλογικά όπως μια απέραντη σειρά από τα βαγόνια ενός πελώριου σε μήκος τρένου. Κάθε βαγόνι και μια δική μας χρονική τέτοια στιγμή.
Στο συνειδητό διαλογισμό -μια κατάσταση κατά την οποία παραμένουμε συνειδητοί απολύτως στο παρόν-, μπορούμε να στρέψουμε την προσοχή της παρατήρησής μας προς το αόρατο μέρος του κόσμου, πετυχαίνοντας μια στιγμιαία ή διαρκή θέαση εκείνου του χώρου του, ο οποίος αποτελεί το μέλλον και το παρελθόν του. Από το σημείο και την κατάσταση αυτή δηλαδή, μπορούμε να παρατηρούμε τον κόσμο -και τον χρόνο- ως χώρο. Να παρατηρήσουμε -σε γραμμική ή ολογραφική μορφή- τον αόρατο διαστασιακό χώρο να διαχωρίζεται σε μέλλον και παρελθόν, ενώ συγχρόνως και τα δύο να παραμένουν το ένα μέσα και γύρω από το άλλο, αντιλαμβανόμενοι έτσι τη χωρική διττότητα του χρόνου: Το μέλλον σε λίγο θα γίνει παρελθόν ενώ το παρελθόν πριν από λίγο ήταν μέλλον: Η φράση αυτή είναι απολύτως σωστή. Το κάθε παρελθόν προϋπάρχει ως μέλλον και ετοιμάζεται να γίνει παρόν ώστε αμέσως μετά να γίνει το παρελθόν για το οποίο μιλάμε. Εμείς ως υλικό, βιολογικό σώμα, ενώ βρισκόμαστε στο παρόν, μπορούμε να παρατηρήσουμε μέσα στον αστρικό, τον εαυτό -των προηγούμενων στιγμών- μας να οδηγείται προς το παρελθόν του, ενώ την ίδια στιγμή να μας πλησιάζει ο εαυτός μας ο οποίος ακόμη δεν έχει υπάρξει ως χρονική στιγμιαία πραγματικότητα, αλλά πρόκειται να υλοποιηθεί ως παρόν. Να βλέπουμε δηλαδή τη ζωή μας όπως ήταν χτες και την ίδια στιγμή να την παρατηρούμε όπως θα είναι αύριο. Αυτή τη ζωή, του παρόντος σώματος.
Ενώ όμως όλο αυτό το περιγράφουμε γραμμικά, στην πραγματικότητα το παρελθόν, περνά πάλι μέσα και γύρω από το μέλλον, με ένα τρόπο που μοιάζει με αναδίπλωση, όπου οι δύο αυτές διαστάσεις -ενώ κινούνται σε αντίθετη φορά η μία μέσα στην άλλη-, παραμένουν συνεχώς, εντελώς διαχωρισμένες μεταξύ τους. Για αυτό σε μας το παρελθόν συνεχίζει να αποτελεί τον εξωτερικό μας χώρο και το βαθύ διάστημα, ενώ το μέλλον τον εσωτερικό μας. Κι αυτός ο εσωτερικός μελλοντικός κόσμος, προέρχεται, συμβαίνει και υπάρχει έτσι στην κυριολεξία. Ο διαχωρισμός αυτός του μέλλοντος από το παρελθόν, επιτυγχάνεται με την διαφορετική συχνότητα και ενεργειακή ταχύτητα που έχει ο ένας έναντι του άλλου. Οι ολογραφικές μορφές οι οποίες υπάρχουν στο παρελθόν, έχουν απολέσει ένα μεγάλο μέρος της εσωτερικής τους ενέργειας κατά την υλοποίησή τους σε μορφή στο παρόν. Έτσι τα ολογράμματα αυτά κινούνται με πολύ χαμηλότερες εσωτερικές ταχύτητες από εκείνα του μέλλοντος. Με τον τρόπο αυτό, η κάθε ενεργειακή κατάσταση και μορφή, ενώ μπορεί να αλληλεπιδρά με όλες τις άλλες σε μέλλον και παρελθόν, η ίδια είναι αδύνατον να μεταπηδά από τη μια διάσταση στην άλλη. Κάθε χρονική στιγμιαία πραγματικότητα δηλαδή η οποία έχει υλοποιηθεί στο ‘τώρα’ και έχει περάσει στο παρελθόν, ενώ διέρχεται γύρω από το μέλλον και αλληλεπιδρά ενεργειακά μαζί του, είναι αδύνατον να μεταπηδήσει η ίδια ή μέρος της, ώστε να περάσει και να υλοποιηθεί ξανά στο ίδιο παρόν. Παρόλα αυτά, κάποιοι θεωρούν ότι μπορούν να πειραματίζονται για να καταφέρουν να επιτύχουν ακριβώς το αντίθετο.
Ο άνθρωπος μέσα από τις αισθήσεις του, αντιλαμβάνεται και κατανοεί πλήρως την απόσταση η οποία ξεκινά από το σώμα του και περιλαμβάνει ολόκληρο τον εξωτερικό του χώρο πέρα μακριά από αυτόν έως τα πέρατα του κόσμου, τον ουρανό και το βαθύ διάστημα. Ενώ όμως όταν εξετάζει τον χώρο, αυτός του γίνεται αντιληπτός, την ίδια στιγμή του είναι δύσκολο να τον κατανοήσει ως χρόνο και να τον ταυτίσει χρονικά με κάποια διάρκειά του.
Όμως ο αστρικός χώρος -διότι για αυτόν μιλάμε-, είναι το χωροχρονικό πεδίο εκείνο, όπου ενώ ο χώρος του αποτελεί το αισθητό εξωτερικό μας περιβάλλον του ουρανού και του βαθέως διαστήματος, συγχρόνως ταυτίζεται και με το αισθητό μέρος του χρόνου το οποίο αντιστοιχεί γραμμικά, με το γνωστό σε μας παρελθόν. Αν και ισχυριζόμαστε όμως οι περισσότεροι ότι αντιλαμβανόμαστε το χρόνο, ελάχιστοι είναι ίσως εκείνοι που μπορούν πράγματι να τον προσδιορίσουν στο βάθος του.
Το χρόνο, έχουμε συνηθίσει να τον αντιλαμβανόμαστε στα τρία του μεγέθη τα οποία ορίζουμε ως παρελθόν, παρόν και μέλλον. Αν και αρκετοί ίσως έχουν διαβάσει ή ακούσει, ότι ο χρόνος στην ουσία δεν υπάρχει έτσι όπως τον αντιλαμβανόμαστε εμείς γραμμικά, όπως επίσης ότι είναι διττός, δηλαδή συμπεριφέρεται με μια διπλή μορφή ή έννοια, λίγοι ίσως επίσης μπορούν να το κατανοήσουν όλο αυτό στις λεπτομέρειές του. Όμως θεωρώ, ότι η δυσκολία να κατανοήσουμε το χρόνο σε αυτές τις νέες για εμάς βαθύτερες προσεγγίσεις, βασίζεται στην δυσκολία να αποδεχθούμε ότι το ανθρώπινο σώμα και άρα ο άνθρωπος ως βιολογικό όν, ζει και υπάρχει στην πραγματικότητα του αισθητού κόσμου, μονάχα στο παρόν του ‘τώρα’. Δεν ζει ούτε στο παρελθόν του, αλλά ούτε και στο μέλλον του. Το σώμα μέσα από τη μνήμη θυμάται τις στιγμές που έζησε στο παρελθόν του και υποθέτει αυτές που θα ζήσει στο μέλλον του. Όμως το ίδιο ως υλική βιολογική οντότητα, είναι αδύνατον να εισέλθει ποτέ μέσα σε αυτές τις διαστάσεις του χρόνου. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό στην αρχή να κατανοήσουμε πρώτα από όλα και σε όλο το βάθος και την ουσία του, τι σημαίνει ακριβώς ‘τώρα’.
Χρονικά, το “τώρα” ορίζεται ως ο μηδενικός χρόνος. Αυτό σημαίνει ότι στο ‘τώρα’, δεν υπάρχει χρόνος, δηλαδή η χρονική διάρκεια που υπάρχει το κάθε ‘τώρα’ στο παρόν, είναι μηδενική. Κι αυτό είναι το πρώτο το οποίο θα πρέπει να κατανοήσουμε και να αντιληφθούμε. Αν μπορούσαμε να το φωτογραφίσουμε, αυτό που θα λαμβάνατε θα ήταν μια τρισδιάστατη φωτογραφία του σύμπαντος, η οποία να περιέχει μέσα της τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου και του δικού μας σώματος. Μια τέτοια φωτογραφία αντιστοιχεί σε μια μηδενικής διάρκειας στιγμή, όπου -στην ουσία- τα πάντα εμφανίζονται ακίνητα, στη θέση στην οποία βρίσκονται τη δεδομένη στιγμή που θα τραβήξουμε τη φωτογραφία. Δεν υπάρχει κίνηση δική μας, ούτε των κυμάτων, των φύλλων των δένδρων, των πουλιών, των αυτοκινήτων, των αεροπλάνων, ή του κάθε τι. Η κίνηση στο ‘τώρα’ είναι ανύπαρκτη και απολύτως μηδενική, όπου τα πάντα είναι ακίνητα παντού στο σύμπαν. Κι αυτό είναι το δεύτερο στοιχείο το οποίο θα πρέπει να κατανοήσουμε και να αντιληφθούμε σε σχέση με αυτό που ονομάζουμε ‘τώρα’. Έτσι λοιπόν στο ‘τώρα’, δεν υπάρχει χρόνος και δεν υπάρχει κίνηση.
Όλο αυτό όμως που περιγράψαμε, αποτελεί την ολογραφική απεικόνιση μιας στιγμιαίας αισθητής πραγματικότητας. Η τρισδιάστατη αυτή φωτογραφία ολόκληρου του σύμπαντος μέσα στο οποίο υπάρχουμε κι εμείς ως σώμα, αποτελεί το ολόγραμμα του σύμπαντος μιας αισθητής τέτοιας στιγμής. Αυτό το ακίνητο και μηδενικού χρόνου ολόγραμμα όμως, είναι και η μοναδική πραγματικότητα στην οποία υπάρχουμε κι εμείς ως βιολογικές οντότητες κι αυτή είναι η μοναδική πραγματικότητα στην οποία ζούμε. Τίποτε άλλο. Μονάχα αυτή η κατάσταση γίνεται σε μας αισθητή ως το σύνολο του κόσμου. Και τότε, πώς εμείς αντιλαμβανόμαστε τα πάντα σε κίνηση και σε ροή, να διέπονται από αυτό που ονομάζουμε γραμμικό χρόνο;
Ο χρόνος είναι φαινομενικός και δημιουργείται από την φαινομενική κίνηση των πραγμάτων. Σε κάθε διαφορετικό τέτοιο ολόγραμμα αισθητής εμπράγματης στιγμής , τα πάντα μέσα του βρίσκονται ακίνητα αλλά σε διαφορετική θέση ή κατάσταση. Από το ένα ολόγραμμα στο άλλο, η κορυφή του κύματος της θάλασσας έχει μετατοπιστεί λίγο πιο πέρα, το φύλλο του δέντρου, ο καρπός μαζί με το βραχίονα του χεριού μας ή ο μηρός μας, το πουλί που υπάρχει πάλι αλλά βρίσκεται ελάχιστα χιλιοστά μακρύτερα από ότι προηγουμένως και ούτω καθεξής. Έτσι αν αφαιρέσεις το κάθε αυτόνομο τέτοιο ολόγραμμα εντελώς από εκεί που υπήρχε και στη θέση του βάλεις ένα άλλο ως επόμενο και πάλι το ίδιο, εναλλάσσοντάς τα το ένα μετά το άλλο στη σειρά με πραγματικά αστραπιαία ταχύτητα, οι αισθήσεις του σώματός μας δεν θα μπορέσουν να αντιληφθούν την αλλαγή τους αυτή, αλλά θα θεωρήσουν ότι τα πάντα κινούνται μέσα σε μια γραμμική διάρκεια χρόνου. Δεν θα αντιληφθούν δηλαδή ότι αυτό που αλλάζει είναι ολόκληρο το σύμπαν και το περιεχόμενό του, με κάποιο άλλο σε διαφορετική θέση πραγμάτων, αλλά θα αποδεχθεί ότι τα πάντα κινούνται. Κάτι φυσικά που δεν αντιστοιχεί με την εμπράγματη πραγματικότητα.
Έτσι λοιπόν, εφόσον εμείς ως υλικές βιολογικές υπάρξεις ζούμε μονάχα στο παρόν, κατανοώντας το ως ‘την πραγματικότητά μας’, οι υπόλοιπες γνωστές σε μας διάρκειες του παρελθόντος και του μέλλοντος υπάρχουν στο αθέατο μέρος του κόσμου, σε αυτό που ονομάζουμε ‘αστρικό χώρο’. Το ίδιο το υλικό βιολογικό μας σώμα δηλαδή, παραμένει πάντοτε έξω από τον αστρικό, σε αυτό το ενδιάμεσο σημείο ανάμεσα στο μέλλον και το παρελθόν, το οποίο ως χώρο το ονομάζουμε αισθητή στιγμιαία πραγματικότητα και ως χρόνο το ονομάζουμε παρόν. Έτσι, ως παρελθόν ονομάζουμε ολόκληρο το σύμπαν το οποίο προηγήθηκε του παρόντος ‘τώρα’ και ως μέλλον ολόκληρο το σύμπαν το οποίο πρόκειται να συμβεί.
Παρελθόν δηλαδή θεωρούμε όλες εκείνες τις ολογραφικές στιγμιαίες πραγματικότητες οι οποίες προηγήθηκαν αυτής που ζούμε ακριβώς τώρα, ενώ μέλλον όλες αυτές οι οποίες θα έρθουν μετά από τώρα. Ενώ όμως το παρόν το ζούμε τώρα και το παρελθόν μπορούμε να το ταυτοποιήσουμε με όλο αυτό το εξωτερικό μας περιβάλλον και το βαθύ διάστημα το οποίο έχουμε ήδη ζήσει, το μέλλον ως χώρο και χρόνο είναι δύσκολα να το προσδιορίσουμε. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει αντιληπτό μονάχα φιλοσοφικά, μαθηματικά ή μεταφυσικά, αν εισέλθουμε με κάποιο τρόπο μέσα στον αστρικό χώρο και παραμείνουμε συνειδητοί ακριβώς στο όριό του με το παρόν.
Θα πρέπει δηλαδή εδώ, να προσπαθήσουμε με κάποιο τρόπο να κατανοήσουμε, ότι όλο αυτό το στιγμιαίο παρόν που ζούμε σε κάθε ‘τώρα’, υλοποιείται στιγμιαία και αμέσως μετά εξαφανίζεται για να πάρει τη θέση του το επόμενο, το οποίο περιέχει τα πάντα μέσα -που περιείχε και το προηγούμενο-, σε διαφορετική όμως θέση, έτσι ώστε σε μας η εναλλαγή να φαίνεται ως κίνηση. Όπως ακριβώς οι εικόνες στα frames μιας κινηματογραφικής ταινίας, μόνο που εδώ, αυτά τα frames είναι τρισδιάστατα και μέσα σε αυτά βρισκόμαστε και εμείς ως σώματα. Όλα αυτά όμως τα στιγμιαία ολογράμματα που εμφανίζονται στο παρόν μας ως πραγματικότητα, δεν δημιουργούνται ως δια μαγείας ξαφνικά, αλλά προϋπάρχουν μέσα στο μέλλον από το οποίο αναδύονται συνεχώς, ενώ αφού λάβουν υλική μορφή στο ‘τώρα’, περνούν με την ίδια ταχύτητα στο παρελθόν όπου και απομακρύνονται με την ίδια σειρά. Γραμμικά, όλο αυτό μπορούμε να το περιγράψουμε με ευκολία, ως μια άπειρου σε μήκος σειρά από ολογραφικές στιγμιαίες πραγματικότητες, αναλογικά όπως μια απέραντη σειρά από τα βαγόνια ενός πελώριου σε μήκος τρένου. Κάθε βαγόνι και μια δική μας χρονική τέτοια στιγμή.
Στο συνειδητό διαλογισμό -μια κατάσταση κατά την οποία παραμένουμε συνειδητοί απολύτως στο παρόν-, μπορούμε να στρέψουμε την προσοχή της παρατήρησής μας προς το αόρατο μέρος του κόσμου, πετυχαίνοντας μια στιγμιαία ή διαρκή θέαση εκείνου του χώρου του, ο οποίος αποτελεί το μέλλον και το παρελθόν του. Από το σημείο και την κατάσταση αυτή δηλαδή, μπορούμε να παρατηρούμε τον κόσμο -και τον χρόνο- ως χώρο. Να παρατηρήσουμε -σε γραμμική ή ολογραφική μορφή- τον αόρατο διαστασιακό χώρο να διαχωρίζεται σε μέλλον και παρελθόν, ενώ συγχρόνως και τα δύο να παραμένουν το ένα μέσα και γύρω από το άλλο, αντιλαμβανόμενοι έτσι τη χωρική διττότητα του χρόνου: Το μέλλον σε λίγο θα γίνει παρελθόν ενώ το παρελθόν πριν από λίγο ήταν μέλλον: Η φράση αυτή είναι απολύτως σωστή. Το κάθε παρελθόν προϋπάρχει ως μέλλον και ετοιμάζεται να γίνει παρόν ώστε αμέσως μετά να γίνει το παρελθόν για το οποίο μιλάμε. Εμείς ως υλικό, βιολογικό σώμα, ενώ βρισκόμαστε στο παρόν, μπορούμε να παρατηρήσουμε μέσα στον αστρικό, τον εαυτό -των προηγούμενων στιγμών- μας να οδηγείται προς το παρελθόν του, ενώ την ίδια στιγμή να μας πλησιάζει ο εαυτός μας ο οποίος ακόμη δεν έχει υπάρξει ως χρονική στιγμιαία πραγματικότητα, αλλά πρόκειται να υλοποιηθεί ως παρόν. Να βλέπουμε δηλαδή τη ζωή μας όπως ήταν χτες και την ίδια στιγμή να την παρατηρούμε όπως θα είναι αύριο. Αυτή τη ζωή, του παρόντος σώματος.
Ενώ όμως όλο αυτό το περιγράφουμε γραμμικά, στην πραγματικότητα το παρελθόν, περνά πάλι μέσα και γύρω από το μέλλον, με ένα τρόπο που μοιάζει με αναδίπλωση, όπου οι δύο αυτές διαστάσεις -ενώ κινούνται σε αντίθετη φορά η μία μέσα στην άλλη-, παραμένουν συνεχώς, εντελώς διαχωρισμένες μεταξύ τους. Για αυτό σε μας το παρελθόν συνεχίζει να αποτελεί τον εξωτερικό μας χώρο και το βαθύ διάστημα, ενώ το μέλλον τον εσωτερικό μας. Κι αυτός ο εσωτερικός μελλοντικός κόσμος, προέρχεται, συμβαίνει και υπάρχει έτσι στην κυριολεξία. Ο διαχωρισμός αυτός του μέλλοντος από το παρελθόν, επιτυγχάνεται με την διαφορετική συχνότητα και ενεργειακή ταχύτητα που έχει ο ένας έναντι του άλλου. Οι ολογραφικές μορφές οι οποίες υπάρχουν στο παρελθόν, έχουν απολέσει ένα μεγάλο μέρος της εσωτερικής τους ενέργειας κατά την υλοποίησή τους σε μορφή στο παρόν. Έτσι τα ολογράμματα αυτά κινούνται με πολύ χαμηλότερες εσωτερικές ταχύτητες από εκείνα του μέλλοντος. Με τον τρόπο αυτό, η κάθε ενεργειακή κατάσταση και μορφή, ενώ μπορεί να αλληλεπιδρά με όλες τις άλλες σε μέλλον και παρελθόν, η ίδια είναι αδύνατον να μεταπηδά από τη μια διάσταση στην άλλη. Κάθε χρονική στιγμιαία πραγματικότητα δηλαδή η οποία έχει υλοποιηθεί στο ‘τώρα’ και έχει περάσει στο παρελθόν, ενώ διέρχεται γύρω από το μέλλον και αλληλεπιδρά ενεργειακά μαζί του, είναι αδύνατον να μεταπηδήσει η ίδια ή μέρος της, ώστε να περάσει και να υλοποιηθεί ξανά στο ίδιο παρόν. Παρόλα αυτά, κάποιοι θεωρούν ότι μπορούν να πειραματίζονται για να καταφέρουν να επιτύχουν ακριβώς το αντίθετο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου