Κυριακή 7 Ιουλίου 2024

Ο πόνος του αποχωρισμού και η βαθύτερη έννοια της απουσίας

Στην ζωή όλοι ενίοτε, θα βιώσουμε την απουσία και τον πόνο του αποχωρισμού, για ότι αγαπάμε. Πως μπορεί όμως να υπάρξει όφελος, για κάτι που ευαισθητοποιεί τις χορδές τις καρδιας και προξενεί πόνο;

Συνήθως ο αποχωρισμός αγαπημένων προσώπων, φέρνει πάντα οδύνη και σπαραγμό. Είναι μια εμπειρία που δεν μπορεί να περιγράφει με λόγια, πόσο μάλλον να κατανοηθεί.

Όταν απομακρύνεται η φυσική παρουσία κάποιου αγαπημένου προσώπου, νοιώθουμε πως ενώ μόνο το σώμα του φεύγει, εμείς πορευόμαστε σε ένα κενό. Είναι η επίδραση ενός ελλείματος, που εδραιώνεται σταδιακά στην ψυχή και στην καρδιά μας.

Για πολλούς, όταν ο αποχωρισμός σηματοδοτεί ένα τέλος, είναι σύνηθες και ο πόνος να ελαττώνεται στην πορεία του χρόνου.

Υπάρχουν όμως και φορές, όπου ο φυσικός αποχωρισμός για μερικούς, δεν ξεθωριάζει με τον χρόνο. Αν και η απουσία είναι μακροχρόνια, η ένταση της οδύνης εμμένει ανεπηρέαστη. Κινητοποιεί επίπονα συναισθήματα αποχωρισμού, τα οποία πολλές φορές, είναι ανυπέρβλητα να ξεπεραστούν.

Σε αυτήν την περίπτωση δημιουργούνται ψυχολογικές εμπλοκές, οι οποίες επηρεάζουν την υγεία και ενίοτε εκδηλώνονται υπό μορφή ασθένειας.

Έχει καταγραφεί από έρευνες πως, ένα μεγάλο ποσοστό των προβλημάτων που προκαλούν οι ασθένειες, είναι το τραυματικό βίωμα της απώλειας.

Θρηνούμε την απώλεια της σχέσης που απορρέει από μια ύπαρξη. Θεωρούμε πως ο δεσμός έχει διαρραγεί. Αυτό συμβαίνει κατά βάση, διότι η αίσθηση του ποιοι ήμαστε, καθρεφτίζεται εν πολλοίς, μέσα από τις σχέσεις μας με τους άλλους.

Κάθε στεναγμός, δάκρυ, ή πόνος, ξεκινά από την στέρηση μιας αγκαλιάς, της οποία τόσο έχουμε ανάγκη, ή από την απαγόρευση της έκφρασης ενός συναισθήματος. Όταν αυτά συσσωρεύονται, ο άνθρωπος ενδέχεται να περάσει από διάφορα στάδια, όπως: Άρνησης, θυμού, κατάθλιψης, συμβιβασμού, αποδοχής, όπως τα περιγράφει η kubler-Ross στις έρευνες της. Ίσως τότε, να έχουμε την ανάγκη περισσότερο από ποτέ, να βρεθεί κάποιος δίπλα μας και να μας ακούσει ουσιαστικά.

Η αγωνία της απώλειας είναι μια κατάσταση εκστατική. Αφορά κάτι άγνωστο, το οποίο είναι έξω από τα όρια της σύλληψη της. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να περιγράφει, το βάθος εκτόνωσης που αναζητά. Όταν μέσα στην οδύνη, σκεφτόμαστε τα ισχυρά δεσμά αυτού που αποχωριστήκαμε, βρισκόμαστε σε μια κατάσταση γλυκόπικρης ανάμνησης, όλων όσων θαυμάζαμε μέσω κάποιου που τώρα απουσιάζει. Όταν μάλιστα είμαστε μόνοι, βιώνουμε εντονότερα τον αποχωρισμό και την μοναξιά μιας απουσίας. Μας κάνει να υποφέρουμε από τον πόνο, η διακοπή και ο αποχωρισμός μίας σχέσης που ζήσαμε και τώρα φαίνεται να έχει χαθεί.

Στις εκάστοτε υπάρχουσες συνθήκες, είναι δεδομένη η αλήθεια ότι, κάθε άνθρωπος, αναζητά την ελευθερία του από κάθε είδους δεσμά, μέσα από τις δικές του δυνατότητες. Τότε του δίνεται η ευκαιρία να ανιχνεύσει, αποθέματα δύναμης μέσα του, ώστε να ελευθερωθεί από την εξάρτηση ενός αποχωρισμού. Τότε είναι που προσεγγίζει την αληθινή ουσία του εαυτού του: ως του δικού του Είναι.

Κάθε μορφή ύπαρξης, δεδομένων των εκάστοτε συνθηκών, έχει την τάση ωρίμανσης και αυτονομίας, η οποία οδηγεί στην αυθεντικότητα του εαυτού. Αυτή η σφοδρή λαχτάρα ένωσης με το αληθινό της ύπαρξης μας, έρχεται να υπερκεράσει τον πόνο του αποχωρισμού και της απώλειας, έτσι ώστε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε.

Αν και έχουμε ζήσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής μακριά από τον αληθινό εαυτό, τώρα μετά από κάποιον αποχωρισμό, μας δίνεται η ευκαιρία επανόρθωσης.

Ο αποχωρισμός έχει διττό στόχο:

1 - Να εκφράσουμε αυτά που στερηθήκαμε να ζήσουμε, όταν ήταν ζώσα η παρ-ουσία της σχέση, αλλά και να δηλώσουμε τα σ’ αγαπώ, που λησμονήσαμε να πούμε.

2 - Να τον αναζητήσουμε στα γνώριμα σοκάκια των αναμνήσεων μας, ώστε να εντοπίσουμε την απ-ουσία του ελλείποντος Είναι του. Όταν δε συμβεί η ανεύρεση, να ριχνόμαστε στην νοητική αγκαλιά της Αγάπης του, εκφράζοντας με ευγνωμοσύνη ένα ευχαριστώ διάρκειας.

Τότε η παρ-ουσία και η απ-ουσία θα έχει συναντήσει την ουσίωση μιας συνέχειας: στο κοινό Είναι αμφοτέρων.

Ο Πλάτων έρχεται να μας υπενθυμίσει:
“Έχουμε πράγματι την απόδειξη ότι, αν είναι να γνωρίζουμε ποτέ κάτι ξεκάθαρα, πρέπει να απαλλαγούμε [να απο-δεσμευτούμε] από αυτό και ότι μόνο με την ψυχή πρέπει να ατενίζουμε αυτά τούτα τα πράγματα. Τότε μόνο, καθώς φαίνεται, θα γίνει δικό μας αυτό που επιθυμούμε και λέμε ότι είμαστε εραστές του”, (Πλάτων, Φαίδων, 66e).

Ίσως εν τέλει να χρειάζεται το βίωμα του αποχωρισμού και το κενό που δημιουργεί, για να φανερωθεί ο φωτισμός του Είναι από μέσα. Ο αποχωρισμός υποδηλώνει το σκοτάδι μιας αδιέξοδης εξωτερικής επιλογής, η οποία εστιάζει στις διακυμάνσεις των φαινομένων, παραμελώντας την ουσία του Είναι των πραγμάτων, ως μιας συνέχειας. Έτσι φανερώνεται, η εσωτερική Α-ληθή και αλάνθαστη επιλογή της Ψυχής. Είναι αυτή, που θα μας αποκαλύψει, ως εν-θύμηση, την διέξοδο προς το ξέφωτο του Είναι: εκεί όπου όλα συναντώνται και συνυπάρχουν ως Ένα, στην απόλυτη ελευθέρια τους.

Όταν μαθαίνουμε να ζούμε με την απουσία του άλλου, ως μια ευχάριστη ανάμνηση, τότε μέσα μας βιώνουμε την συνδρομή της παρ-ουσίας του στο παρ-όν.

Είναι οι στιγμές της δίκης μας αισθαντικής μετάλλαξης, όπου τα απόντα βιώνονται ως παρόντα. Λες και ο αποχωρισμός ποτέ δεν υπήρξε στα αλήθεια, αλλά μέσα από την πλάνη των αισθήσεων μας ξεγελούσε. Ώσπου να έρθει ένας αποχωρισμός και να μας φανερώσει την Αλήθεια. Η απουσία και η παρουσία, είναι μια κατάσταση νοητική ως προς τα φαινόμενα και όχι ως προς το συνεχές της ουσία τους: Το κοινό μας Είναι. Στον νου -όταν τα επικαλεστούμε- όλα είναι παρόντα, ως ενιαία ζώσα συνέχεια, εντός του κοινού μας Είναι.

Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να θεραπεύσει το πόνο του αποχωρισμού, πάρα μόνο η κατανόηση της ψευδούς αίσθησης, της απουσίας.

Είναι σύνηθες άλλωστε, να εστιάζουμε σε αυτά που μας λείπουν και να υποβαθμίζουμε αντίστοιχα υποτιμώντας τα, αυτά που ήδη έχουμε. Εντός του Είναι, όλα παρόντα βρίσκουν την δική τους τιμητική θέση, ώστε να συνυπάρχουν αιώνια. Παρόντα και απόντα, όλα κάλεσμα είναι, για μια σχέση αληθούς ελευθερίας. Απαλλαγμένα από διαχωρισμούς εφήμερους και φωτοσκιάσεις. Πως θα μπορούσαμε να ζήσουμε αληθινά, όταν παρεμβάλλεται ως διακοπή, η απουσία αυτών που αγαπήσαμε και συνεχίζουμε να αγαπάμε; Όταν ενώ δεν τους βλέπουμε ούτε τους αγγίζουμε, εν τούτοις συνεχίζουν αν υπάρχουν μέσα μας, στην καρδιά και τον νου μας, ακόμα και μετά τον αποχωρισμό;

Κατά βάσιν, μέσα από τον αποχωρισμό και τον θρήνο του δεσμού που χάσαμε, επέρχεται ο εξαγνισμός. Ένα ξεκαθάρισμα, ως επαναδιατύπωση, μια έξωθεν βιωματικής γνώσης, η οποία κινητοποιείται από την απουσία. Ενώ βρίσκεται έξω από τα όρια της σύλληψης μας, έρχεται εν μέσω του αποχωρισμού, ώστε να διευρύνει βαθύτερα την παρ-ουσία της.

Γνωρίζουμε και αξιολογούμε κάτι αληθινά, μέσα από το βίωμα της απουσίας του.

Όταν βιώνουμε την απουσία ως παρουσία, δεν διαιρούμε αλλά ενώνουμε.
Ισχυροποιούμε δεσμούς άρρηκτους να διαρραγούν: εντός του Είναι.

Όποιος οράται το διαχρονικά αληθές, είναι αυτός που θα το εντοπίσει να κρύβεται συχνά και πίσω από τα φαινόμενα και τους περιορισμούς. Τότε, βιώνει την απελευθέρωση και την αποδέσμευση από τους όποιους περιορισμούς εξαρτήσεων, οι οποίοι εδραιώνονται εκ νέου, ως αναλλοίωτοι δεσμοί συνύπαρξης στο άχρονο.

Έτσι βαθαίνει ο βαθμός σύνδεσης: όταν καθίσταται κάτι, αδιαίρετο ως προς το Είναι του. Ένας δεσμός ενώ ήταν εξαρτώμενος από το εφήμερο, τώρα συνεχίζει να βιώνεται και μέσα από την ψευδή αίσθηση της απουσίας του. Είναι η συνειδητοποίηση πως: Η Αληθινή Σχέση στην αυθεντικότητα της, είναι ανεξάρτητη από τα φαινόμενα και τους χρονικούς περιορισμούς. Αυτό συμβαίνει διότι η ουσία των πάντων, είναι πάντοτε παρ-ούσα. Υπάρχει με άρρηκτα δεσμά εντός του Είναι, που Αυτό δημιούργησε ως παρ-ουσία.

Ο Ηράκλειτος μας θυμίζει: “Η αφανής αρμονία είναι υπέρτερη από την φανερή”, (απ.54).
Και πως πάντοτε, το φαινομενικά “..διαφορετικό συνομιλεί με τον εαυτό του”, (απ.51)

Ο δε Δημόκριτος μας ομολογεί: “Εν βυθό γαρ η αλήθεια“.
Κατά τον Παρμενίδη, όλα είναι εν-νω-μ’-ένα ως Είναι και με αδιάσπαστα δεσμά συνυπάρχουν: “Εν τω παν”.

Όποιοι παρ’ ελπίδα, δεν έχουν βιώσει ακόμα οδυνηρούς αποχωρισμούς, ας φροντίζουν να ενισχύουν τα θεμέλια του οικοδομήματος τους με τους ήδη παρόντες. Αυτό θα το πετύχουν, όταν στις παρευρέσεις τους, όσο πιο συχνά μπορούν, να αποδίδουν με λόγια και ενέργειες αγάπης, την ευγνωμοσύνη τους για την συνοδοιπορία τους. Έτσι στο εκάστοτε παρόν του χρόνου, θα σηματοδοτούν και θα προσομοιάζουν την υπόσχεση του αιώνιου Είναι, εντός του οποίου αληθεύουν οι πορείες όλων: και όμοια-ζουν.

Πάντως, σε οποιαδήποτε περίπτωση -αργά η γρήγορα- η Αλήθεια θα αποκαλύψει τις προθέσεις της, εκ της Αγάπης της προς τους πάντες. Έτσι ώστε, μην και κάποιος δεν βιώσει αποχωρισμούς και χάσει την ευκαιρία ανακάλυψης, της προσωπικής του Αλήθειας: ως οικουμενική διαπίστωση.

Όλα εξαρτώνται από την θέση στην οποία θεωρούμε ότι βρισκόμαστε και την οποία βιώνουμε, όταν ατενίζουμε το απέναντι μας. Είμαστε από την πλευρά του βιώματος της έλλειψης, των αποκλίσεων και του αποχωρισμού, ή από την πλευρά των συγκλήσεων, της πληρότητας και της παρουσίας; Σε όποια θέση και αν βρεθούμε, πάντοτε θα αναζητάμε κάθε κομμάτι που έχει αποσχιστεί, ώστε να το εντάξουμε στην Σφαιρική Αγάπη του Είναι. Στην ολότητα του προσωπικά δικού μας Είναι, το οποίο μας παρέχει την δυνατότητα να βιώνουμε το Άρχειν (Του): χωρίς καμία προϋπόθεση αποκλεισμού.

Κάθε απουσία υποδηλώνεται ως μία απόσχιση, ένας ακρωτηριασμός, και γι’ αυτό μας προκαλεί πόνο: το ψευδές μιας απουσίας, που ποτέ δεν υπήρξε αληθινά, κατ’ την ουσία του. Δεν είναι δυνατόν η Ολότητα (ως Είναι), να αρνείται να εντάξει στους κόλπους της, αυτό που απουσιάζει (=αν και εν τη απουσία του ζει), διότι θα αυτοκαργήτο, καθότι πληροί τα πάντα, ως πληρότητα στην αυτάρκεια Του, που είναι. Ούτε όμως και το αποσχίζων μερικό, δύναται να αρνηθεί την ένταξή του στο Όλον, ενώ παράλληλα επιθυμεί να εκπροσωπήσει την Αλήθεια Του.

Η γκάμα της ψευδούς απουσίας, έχει ευρύ φάσμα. Από την απώλεια υλικών πραγμάτων, ως την απουσία προσώπων. Όλα όμως εντός της αγκαλιάς του Είναι συνυπάρχουν ως Εν-Είναι και ουδέν αποτελεί την εξαίρεση. Αν αφεθούμε με εμπιστοσύνη στα χέρια Του (Είναι), τότε Αυτό θα επιτελέσει το έργο Του στο ακέραιο: να εκπληρώσει το θέλημά της Αγάπη Του προς εμάς.

Παράρτημα

Ο νόστος της επιστροφής, είναι για εκείνον που αναζητά την πατρίδα του. Μόνο που η πατρίδα δεν αφορά «τόπους», αλλά νοητικά διαλεκτικές δυνατότητες υπερβάσεων. Είναι οι πρόδρομοι οδοδείκτες, αυτών που πρόκειται να υλοποιηθούν. Αυτή είναι η οδύσσεια που ο καθένας καλείται να διαβαίνει τους άθλους της. Τελικός στόχος, τα πάτρια εντός του Είναι, όπου πάντοτε θα μας είναι οικεία, άρα και διαθέσιμα, ώστε να ευτυχούμε. Εκεί βρίσκεται ο πρωταρχικός αυθεντικός «τόπος» της Αλήθειας: στην εγγύτητα της σχέσης μας με το Είναι. Είναι το γνώριμο σημείο, όπου όλα είναι παρευρισκόμενα, εντός Του.

Το βίωμα ενός αποχωρισμού, δηλώνει την στέρηση μιας προ υπάρχουσας έν-ωσης. Ως μιας απο-μάκρυνσης και έναν αποπροσανατολισμό από την Αλήθεια. Η απομάκρυνση όμως δεν αφορά αποστάσεις, αλλά είναι κάτι που ήδη έχουμε παραμερίσει στο νου μας. Ο νέος τρόπος σκέψης, είναι εκείνος που αναζητά την ένωση, εκμηδενίζοντας τις αποστάσεις. Όταν μηδενίζω τις αποστάσεις, εκμηδενίζω (=εκ του μηδενός αρχίζω). Τότε προσεγγίζω (=προς-σε-εγγίζω), το βαθύτερο της ύπαρξης μου το Είναι μου, αιτώντας την αποκάλυψη της Αλήθειας Του ως δική μου.

Κάθε συμβαίνον -εκ του Είναι προερχόμενο- απαιτεί το ενιαίο Χώρο και το Χρόνο, εντός του οποίου εκφράζεται και ανήκει. Κάτι γίνεται ορατό, όταν κινεί την προσοχή μας. Οποιοδήποτε κάλεσμα, -είτε αποχωρισμού είτε ένωσης- είναι πρόσκληση σε Σχέση. Όταν μάλιστα ξαφνικά κάτι απουσιάζει από την συντεταγμένη χωροχρονική θέση των κινήσεων του, μας κινητοποιεί (ως μέρος του Είναι) να το αναζητήσουμε. Ο άνθρωπος είναι, το Εδώ-του-Είναι η εκπροσώπηση. Χωρίς αποχωρισμούς, κενές θέσεις και διαχωρισμούς, ανα-καλύπτουμε την αποκάλυψη, ως μια εκ νέου ανακάλυψη συνέχειας του Είναι, μέσω των όντων. Από την χωροχρονική κίνηση μιας παρουσίας, το συσχετιζόμενο και εν τη απ-ουσία-(του)-ζει, με το Είναι της αυθεντικής του ουσίας.

Όταν λοιπόν βρεθούμε κάποιες μοναχικές στιγμές, αγκαλιά με το κενό που ο αποχωρισμός μας έχει προκαλέσει, ας ψάξουμε καλύτερα στα χαλάσματα. Μέσα στο πόνο, την θλίψη, τον οδυρμό ενός βουβού κλάματος τις παύσεις και τις σιωπές, ας αναζητήσουμε την παρουσία της σχέσης που απωλέσαμε. Τότε ενδέχεται να αφουγκραστούμε τα καλέσματα του κατά δικού μας Είναι: Εκεί όπου όλα, στην Αλήθεια ουσιώνονται, ως Εν-Είναι, Συνεχές και Αδιάσπαστο, πέρα από αποχωρισμούς και διαιρέσεις.

Ο Οδυσσέας πάντοτε θα αναζητά την Ιθάκη του. Αυτή δε πάντοτε θα τον περιμένει, διότι, περί αυτού εμμένει. Έτσι και αυτός πάντοτε θα την βρίσκει, όταν την αναζητήσει. Σε αυτής την οικεία αγκαλιά θα επιστρέφει, σαν να μην την αποχωρίστηκε ποτέ. Λες και είναι ο ίδιος, ο ομηρικός ήρωας του Είναι, που καταγράφει την ιστορική Του περιπλάνηση.

ΥΓ: Ερωτευόμαστε εκείνο το πρόσωπο που επιλέγουμε να μοιραστούμε την ζωή μαζί του, για πάντα. Ερωτεύομαι αυτό που είναι περισσότερο ανεκτικό στα αρνητικά συναισθήματα που έχουμε βιώσει στο παρελθόν και μένουν ορφανά και ανολοκλήρωτα, ώστε να τα ολοκληρώσουμε. Έτσι εμπιστευόμαστε τον έρωτα μας για την Ζωή: ως μια ενιαία συμπόρευση. Αιτούν από εμάς να τους αναγνωρίσουμε την πατρότητα. Μια ολοκλήρωση συμβαίνει οταν, μας θυμίζει το τρόπο των υπερβάσεων μας: πως δηλ. αν και δύο να συν-φερόμαστε ως ένα. Κατά τον Παρμενίδη: “Έρως προπάτωρ πάντων”, (απ.13). Η προσομοίωση του ανθρώπινου έρωτα (ως παρουσία ή απουσία, έλλειψη ή πλήρωση), είναι η παντοτινή Αγάπη του Είναι προς τα εαυτού μέρη. Το αιώνιο κάλεσμα επιστροφής στα πάτρια.

- Κατά το Σωκράτη, η Ζωή για τον άνθρωπο είναι: “Άσκηση Αθανασίας”, του Είναι του, ενώ “Μάθηση είναι ή ανάμνηση” Της.

- Γι’ αυτό θα πρέπει να ευχαριστούμε το Είναι μας σε κάθε ευκαιρία: γιατί μεσ’ την ελευθερία που μας παρέχει, επιτρέπει να το αναζητάμε. Μέσα από δεσμούς σχέσεων με τα πάντα, θα είναι η υπόσχεση της οικουμενικής Του Αλήθειας προς εμάς, που Aιώνια θα Αληθεύει.

Ο δε Παρμενίδης μας αποκαλύπτει: “(Κι όπως κάνει η Σελήνη), πάντοτε να στρέφουμε το βλέμμα (μετά προσοχής) προς τις ακτίνες του ήλιου” (απ.15), εντός μας ως Είναι, ώστε να μας φωτίζει με το Φως Του.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου