Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΓΟΡΓΙΑΣ

ΠΛ Γοργ 482c–483c

Ο Καλλικλής επικρίνει τον Σωκράτη για τη χρήση δημαγωγικών πρακτικών – Η θέση του: ο νόμος εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολλών και αδύναμων

Ο Σωκράτης ανάγκασε τον Πώλο (βλ. σχετικά ΠΛ Γοργ 471d–472d ) να παραδεχτεί ότι είναι αδύνατο κάποιος που αδικεί ατιμώρητος να είναι ευτυχισμένος, απέδειξε, επομένως, ότι η ρητορική είναι άχρηστη, καθώς δεν έχει νόημα να προσπαθεί κάποιος μέσω αυτής να αποφύγει την απαλλαγή του από το δικαστήριο για τα αδικήματά του. Τότε στη συζήτηση παρεμβαίνει ο Καλλικλής.

ΚΑΛ. Ὦ Σώκρατες, δοκεῖς νεανιεύεσθαι ἐν τοῖς λόγοις
ὡς ἀληθῶς δημηγόρος ὤν· καὶ νῦν ταῦτα δημηγορεῖς ταὐτὸν
παθόντος Πώλου πάθος ὅπερ Γοργίου κατηγόρει πρὸς σὲ
παθεῖν. ἔφη γάρ που Γοργίαν ἐρωτώμενον ὑπὸ σοῦ, ἐὰν
ἀφίκηται παρ’ αὐτὸν μὴ ἐπιστάμενος τὰ δίκαια ὁ τὴν ῥητο-
[482d] ρικὴν βουλόμενος μαθεῖν, εἰ διδάξοι αὐτὸν ὁ Γοργίας,
αἰσχυνθῆναι αὐτὸν καὶ φάναι διδάξειν διὰ τὸ ἔθος τῶν ἀν-
θρώπων, ὅτι ἀγανακτοῖεν ἂν εἴ τις μὴ φαίη ―διὰ δὴ ταύτην
τὴν ὁμολογίαν ἀναγκασθῆναι ἐναντία αὐτὸν αὑτῷ εἰπεῖν,
σὲ δὲ αὐτὸ τοῦτο ἀγαπᾶν― καί σου καταγελᾶν, ὥς γέ μοι
δοκεῖν ὀρθῶς, τότε· νῦν δὲ πάλιν αὐτὸς ταὐτὸν τοῦτο ἔπαθεν.
καὶ ἔγωγε κατ’ αὐτὸ τοῦτο οὐκ ἄγαμαι Πῶλον, ὅτι σοι
συνεχώρησεν τὸ ἀδικεῖν αἴσχιον εἶναι τοῦ ἀδικεῖσθαι· ἐκ
[482e] ταύτης γὰρ αὖ τῆς ὁμολογίας αὐτὸς ὑπὸ σοῦ συμποδισθεὶς
ἐν τοῖς λόγοις ἐπεστομίσθη, αἰσχυνθεὶς ἃ ἐνόει εἰπεῖν. σὺ
γὰρ τῷ ὄντι, ὦ Σώκρατες, εἰς τοιαῦτα ἄγεις φορτικὰ καὶ
δημηγορικά, φάσκων τὴν ἀλήθειαν διώκειν, ἃ φύσει μὲν
οὐκ ἔστιν καλά, νόμῳ δέ. ὡς τὰ πολλὰ δὲ ταῦτα ἐναντί’
ἀλλήλοις ἐστίν, ἥ τε φύσις καὶ ὁ νόμος· ἐὰν οὖν τις αἰσχύ-
[483a] νηται καὶ μὴ τολμᾷ λέγειν ἅπερ νοεῖ, ἀναγκάζεται ἐναντία
λέγειν. ὃ δὴ καὶ σὺ τοῦτο τὸ σοφὸν κατανενοηκὼς κακουρ-
γεῖς ἐν τοῖς λόγοις, ἐὰν μέν τις κατὰ νόμον λέγῃ, κατὰ
φύσιν ὑπερωτῶν, ἐὰν δὲ τὰ τῆς φύσεως, τὰ τοῦ νόμου.
ὥσπερ αὐτίκα ἐν τούτοις, τῷ ἀδικεῖν τε καὶ τῷ ἀδικεῖσθαι,
Πώλου τὸ κατὰ νόμον αἴσχιον λέγοντος, σὺ τὸν λόγον
ἐδιώκαθες κατὰ φύσιν. φύσει μὲν γὰρ πᾶν αἴσχιόν ἐστιν
ὅπερ καὶ κάκιον, τὸ ἀδικεῖσθαι, νόμῳ δὲ τὸ ἀδικεῖν. οὐδὲ
[483b] γὰρ ἀνδρὸς τοῦτό γ’ ἐστὶν τὸ πάθημα, τὸ ἀδικεῖσθαι, ἀλλ’
ἀνδραπόδου τινὸς ᾧ κρεῖττόν ἐστιν τεθνάναι ἢ ζῆν, ὅστις
ἀδικούμενος καὶ προπηλακιζόμενος μὴ οἷός τέ ἐστιν αὐτὸς
αὑτῷ βοηθεῖν μηδὲ ἄλλῳ οὗ ἂν κήδηται. ἀλλ’ οἶμαι οἱ
τιθέμενοι τοὺς νόμους οἱ ἀσθενεῖς ἄνθρωποί εἰσιν καὶ οἱ
πολλοί. πρὸς αὑτοὺς οὖν καὶ τὸ αὑτοῖς συμφέρον τούς τε
νόμους τίθενται καὶ τοὺς ἐπαίνους ἐπαινοῦσιν καὶ τοὺς
[483c] ψόγους ψέγουσιν· ἐκφοβοῦντες τοὺς ἐρρωμενεστέρους τῶν
ἀνθρώπων καὶ δυνατοὺς ὄντας πλέον ἔχειν, ἵνα μὴ αὐτῶν
πλέον ἔχωσιν, λέγουσιν ὡς αἰσχρὸν καὶ ἄδικον τὸ πλεον-
εκτεῖν, καὶ τοῦτό ἐστιν τὸ ἀδικεῖν, τὸ πλέον τῶν ἄλλων
ζητεῖν ἔχειν· ἀγαπῶσι γὰρ οἶμαι αὐτοὶ ἂν τὸ ἴσον ἔχωσιν
φαυλότεροι ὄντες.

***
ΚΑΛ. Σωκράτη, μου φαίνεται ότι κομπάζεις εις τους λόγους σου, ως αληθής ρήτωρ των δημοσίων συναθροίσεων· και τώρα, εξ αιτίας του τρόπου με τον οποίον συζητείς, ο Πώλος έπαθε το ίδιον πάθημα, το οποίον εκείνος κατηγόρει ότι έπαθεν ο Γοργίας προς σε· είπε δηλ., αν δεν απατώμαι, ότι ο Γοργίας εις ερώτησίν σου, εάν τις προσέλθη εις την σχολήν του, ίνα μάθη την ρητορικήν, χωρίς προηγουμένως να γνωρίζη την δικαιοσυνην, ότι και τούτο θα εμάνθανε πλησίον του. Ο Γοργίας από συστολήν δεν είπε ό,τι εφρόνει και είπεν ότι θα διδάξη εκ σεβασμού προς τους ανθρώπους, διότι θα ηγανάκτουν εάν τις ήθελεν αρνηθή. Διά ταύτην λοιπόν την ομολογίαν ηναγκάσθη αυτός να είπη αντίθετα προς τον εαυτόν του και ακριβώς τούτο έλεγε ότι επιζητείς κατά τας συζητήσεις· και σε περιεγέλα διά τα καμώματά σου αυτά, και έχει δίκαιον κατά την γνώμην μου· και τώρα πάλιν αυτός έπαθε το ίδιον και εγώ ως προς τούτο ψέγω τον Πώλον, διότι συνεφώνησε μαζί σου, ότι το αδικείν είναι ασχημότερον του αδικείσθαι· διότι ένεκα ταύτης πάλιν της ομολογίας, περιπλακείς εις τα δίκτυα των λόγων σου κατά την συζήτησιν, απεστομώθη, διότι και αυτός εκ συστολής δεν είπε όσα είχε κατά νουν. Διότι συ πράγματι, Σωκράτη, υπό το πρόσχημα ότι θηρεύεις την αλήθειαν παρασύρεις την συζήτησιν εις τοιαύτα (σοφίσματα) οχληρά και κατάλληλα διά δημοσίας συναθροίσεις, τα οποία είναι μεν κατά φύσιν ωραία αλλ' ουχί κατά νόμον. Διότι ως επί το πολύ τα δυο ταύτα είναι αντίθετα μεταξύ των, η φύσις δηλ. και ο νόμος· αν λοιπόν κανείς εντρέπεται και δεν τολμά να λέγη όσα σκέπτεται, αναγκάζεται να λέγη τα εναντία προς τον εαυτόν του. Και τώρα συ, επειδή ανεκάλυψες αυτό το παιγνίδι, δεν συμπεριφέρεσαι τιμίως κατά την συζήτησιν εις τρόπον ώστε, εάν μεν τις ομιλών εννοή το κατά νόμον, συ ερωτάς αυτόν δολίως (χωρίς να το αντιληφθή) το κατά φύσιν, αν δε το κατά φύσιν, συ ερωτάς το κατά νόμον. Και τούτο ακριβώς συνέβη προ ολίγου με το αδικείν και το αδικείσθαι, ότε ο Πώλος ωμίλει εν σχέσει προς το δίκαιον, ποίον είναι το ασχημότερον κατά νόμον, συ κατάκρινες τον νόμον εν ονόματι της φύσεως. Διότι πράγματι κατά νόμον είναι ασχημότερον το αδικείν, αλλά κατά φύσιν ασχημότερον είναι μόνον εκείνο το οποίον είναι βλαβερώτερον. Κατά συνέπειαν το αδικείσθαι είναι βλαβερώτερον του αδικείν. Και πράγματι το πάθημα τούτο, το αδικείσθαι, δεν αρμόζει εις ελεύθερον άνδρα, αλλ' εις δούλον, εις τον οποίον προτιμότερον είναι ν' αποθάνη ή να ζη, εάν, αδικούμενος και προπηλακιζόμενος, δεν είναι αυτός ικανός να υπερασπίζη τον εαυτόν του και να υπερασπίση άλλον, οιονδήποτε αγαπά. Αλλά νομίζω, όσοι διά των νομοθετών θεσπίζουν τους νόμους είναι οι αδύνατοι άνθρωποι, το μέγα πλήθος.

Προς το ίδιόν των συμφέρον λοιπόν νομοθετούν, ορίζουν το καλόν και το κακόν και απονέμουν τους επαίνους και τους ψόγους. Τοιουτοτρόπως εκφοβίζοντες τους δυνατωτέρους των ανθρώπων και τους έχοντας την ικανότητα να πλεονεκτούν, ίνα μη έχουν περισσότερα αυτών, λέγουν ότι δήθεν είναι άσχημον και άδικον το να έχουν περισσότερα των άλλων και το αδικείν ακριβώς εις τούτο συνίσταται εις το να επιζητή τις να έχη περισσότερα των άλλων· διότι αρκούνται, ως νομίζω, αυτοί, επειδή είναι αδυνατώτεροι, αν έχουν το ίσον.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου