ΠΛ Γοργ 471d–472d
Ο Σωκράτης επικρίνει τη μέθοδο του Πώλου και του ζητά να χρησιμοποιήσουν τη διαλεκτική
Τη θέση του Γοργία στη διερεύνηση της φύσεως της ρητορικής (βλ. σχετικά ΠΛ Γοργ 456a–457c) πήρε ο μαθητής του Πώλος, ο οποίος επέμεινε ότι η ρητορική είναι σπουδαία και χρήσιμη τέχνη. Ο Σωκράτης αντέτεινε ότι αποτελεί απλώς μια πρακτική δεξιότητα, που εμπνέεται από ταπεινά ελατήρια και επιδιώκει να διεγείρει τα ταπεινά ένστικτα του όχλου. Όταν ο Πώλος υποστήριξε ότι η ρητορική μπορεί να κατορθώσει ό,τι θέλει, ο Σωκράτης δήλωσε ότι ο ρήτορας–πολιτικός έχει συμφέρον να θέλει και να επιδιώκει το δίκαιο και το αγαθό, διότι αλλιώς θα είναι δυστυχής. Τότε ο Πώλος επικαλέστηκε το παράδειγμα του βασιλιά της Μακεδονίας, του Αρχέλαου, ο οποίος, όντας βασιλιάς, δεν θα μπορούσε παρά να είναι ευτυχής, μολονότι κατέκτησε τον θρόνο με παράνομο τρόπο.
ΣΩ. Καὶ κατ’ ἀρχὰς τῶν λόγων, ὦ Πῶλε, ἔγωγέ σε
ἐπῄνεσα ὅτι μοι δοκεῖς εὖ πρὸς τὴν ῥητορικὴν πεπαιδεῦσθαι,
τοῦ δὲ διαλέγεσθαι ἠμεληκέναι· καὶ νῦν ἄλλο τι οὗτός ἐστιν
ὁ λόγος, ᾧ με καὶ ἂν παῖς ἐξελέγξειε, καὶ ἐγὼ ὑπὸ σοῦ νῦν,
ὡς σὺ οἴει, ἐξελήλεγμαι τούτῳ τῷ λόγῳ, φάσκων τὸν ἀδι-
κοῦντα οὐκ εὐδαίμονα εἶναι; πόθεν, ὠγαθέ; καὶ μὴν οὐδέν γέ
σοι τούτων ὁμολογῶ ὧν σὺ φῄς.
[471e] ΠΩΛ. Οὐ γὰρ ἐθέλεις, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω.
ΣΩ. Ὦ μακάριε, ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν,
ὥσπερ οἱ ἐν τοῖς δικαστηρίοις ἡγούμενοι ἐλέγχειν. καὶ γὰρ
ἐκεῖ οἱ ἕτεροι τοὺς ἑτέρους δοκοῦσιν ἐλέγχειν, ἐπειδὰν τῶν
λόγων ὧν ἂν λέγωσι μάρτυρας πολλοὺς παρέχωνται καὶ
εὐδοκίμους, ὁ δὲ τἀναντία λέγων ἕνα τινὰ παρέχηται ἢ
μηδένα. οὗτος δὲ ὁ ἔλεγχος οὐδενὸς ἄξιός ἐστιν πρὸς τὴν
[472a] ἀλήθειαν· ἐνίοτε γὰρ ἂν καὶ καταψευδομαρτυρηθείη τις ὑπὸ
πολλῶν καὶ δοκούντων εἶναί τι. καὶ νῦν περὶ ὧν σὺ λέγεις
ὀλίγου σοι πάντες συμφήσουσιν ταὐτὰ Ἀθηναῖοι καὶ οἱ ξένοι,
ἐὰν βούλῃ κατ’ ἐμοῦ μάρτυρας παρασχέσθαι ὡς οὐκ ἀληθῆ
λέγω· μαρτυρήσουσί σοι, ἐὰν μὲν βούλῃ, Νικίας ὁ Νικη-
ράτου καὶ οἱ ἀδελφοὶ μετ’ αὐτοῦ, ὧν οἱ τρίποδες οἱ ἐφεξῆς
ἑστῶτές εἰσιν ἐν τῷ Διονυσίῳ, ἐὰν δὲ βούλῃ, Ἀριστοκράτης
[472b] ὁ Σκελλίου, οὗ αὖ ἐστιν ἐν Πυθίου τοῦτο τὸ καλὸν ἀνάθημα,
ἐὰν δὲ βούλῃ, ἡ Περικλέους ὅλη οἰκία ἢ ἄλλη συγγένεια
ἥντινα ἂν βούλῃ τῶν ἐνθάδε ἐκλέξασθαι. ἀλλ’ ἐγώ σοι εἷς
ὢν οὐχ ὁμολογῶ· οὐ γάρ με σὺ ἀναγκάζεις, ἀλλὰ ψευδο-
μάρτυρας πολλοὺς κατ’ ἐμοῦ παρασχόμενος ἐπιχειρεῖς ἐκβάλ-
λειν με ἐκ τῆς οὐσίας καὶ τοῦ ἀληθοῦς. ἐγὼ δὲ ἂν μὴ σὲ
αὐτὸν ἕνα ὄντα μάρτυρα παράσχωμαι ὁμολογοῦντα περὶ ὧν
λέγω, οὐδὲν οἶμαι ἄξιον λόγου μοι πεπεράνθαι περὶ ὧν ἂν
[472c] ἡμῖν ὁ λόγος ᾖ· οἶμαι δὲ οὐδὲ σοί, ἐὰν μὴ ἐγώ σοι μαρτυρῶ εἷς
ὢν μόνος, τοὺς δ’ ἄλλους πάντας τούτους χαίρειν ἐᾷς. ἔστιν
μὲν οὖν οὗτός τις τρόπος ἐλέγχου, ὡς σύ τε οἴει καὶ ἄλλοι
πολλοί· ἔστιν δὲ καὶ ἄλλος, ὃν ἐγὼ αὖ οἶμαι. παραβα-
λόντες οὖν παρ’ ἀλλήλους σκεψώμεθα εἴ τι διοίσουσιν ἀλλή-
λων. καὶ γὰρ καὶ τυγχάνει περὶ ὧν ἀμφισβητοῦμεν οὐ πάνυ
σμικρὰ ὄντα, ἀλλὰ σχεδόν τι ταῦτα περὶ ὧν εἰδέναι τε
κάλλιστον μὴ εἰδέναι τε αἴσχιστον· τὸ γὰρ κεφάλαιον αὐτῶν
ἐστιν ἢ γιγνώσκειν ἢ ἀγνοεῖν ὅστις τε εὐδαίμων ἐστὶν καὶ
[472d] ὅστις μή. αὐτίκα πρῶτον, περὶ οὗ νῦν ὁ λόγος ἐστίν, σὺ
ἡγῇ οἷόν τε εἶναι μακάριον ἄνδρα ἀδικοῦντά τε καὶ ἄδικον
ὄντα, εἴπερ Ἀρχέλαον ἄδικον μὲν ἡγῇ εἶναι, εὐδαίμονα δέ.
ἄλλο τι ὡς οὕτω σου νομίζοντος διανοώμεθα;
ΠΩΛ. Πάνυ γε.
***
ΣΩ. Και εν αρχή της συζητήσεως εγώ σε επήνεσα, Πώλε, διότι μου φαίνεσαι ότι είσαι αξιόλογα συγκεκροτημένος ως προς την ρητορικήν, έχεις παραμελήσει όμως την διαλεκτικήν. Και τώρα αυτός είναι ο λόγος, διά του οποίου και εν παιδίον θα ημπορούσε να με ανασκευάση και εγώ ήδη, καθώς νομίζεις, έχω ανασκευασθή από σε διά ταύτης της αποδείξεως, ισχυριζόμενος ότι ο άδικος δεν είναι ευτυχής; Και πώς ανεσκευάσθην, φίλε μου; Παρ' όλα αυτά εγώ δεν συμφωνώ μαζί σου εις όσα λέγεις.
ΠΩΛ. Δεν συμφωνείς διότι δεν θέλεις, διότι κατά βάσιν σκέπτεσαι τα ίδια, όπως εγώ.
ΣΩ. Ευλογημένε μου, επιχειρείς να με ανασκευάζης ρητορικώς, όπως οι δικηγόροι, οι οποίοι νομίζουν ότι ανασκευάζουν εις τα δικαστήρια. Διότι εκεί πράγματι οι ρήτορες νομίζουν ότι αντικρούουν τα επιχειρήματα του αντιπάλου, όταν παρουσιάζουν πολλούς και πολιτικώς επιφανείς μάρτυρας της υποθέσεως, την οποίαν υποστηρίζουν, ενώ ο αντίδικος δεν παρουσιάζει ή ένα μόνον, ή κανένα. Αλλ' είναι φανερόν ότι ο τρόπος ούτος της ανασκευής ουδεμίαν έχει αξίαν ως προς εύρεσιν της αληθείας, διότι ενίοτε είναι δυνατόν να καταδικασθή και ένας αθώος επι ψευδομαρτυρία πολλών, οι οποίοι θεωρούνται αξιόπιστοι. Και τώρα επί της θέσεως, την οποίαν συ υποστηρίζεις, σχεδόν πάντες οι Αθηναίοι και οι ξένοι θα συμφωνήσουν μαζί σου, αν θέλης να τους παρουσιάσης μάρτυρας εναντίον μου, ότι δεν λέγω την αλήθειαν· θα μαρτυρήσουν υπέρ σου, αν το θέλησης, ο Νικίας, ο υιός τουΝικηράτου, και μαζί με αυτόν οι αδελφοί του (ο αριστοκρατικοί), εις ους ανήκουν οι τρίποδες, οι οποίοι έχουν στηθή κατά σειράν εν τω ιερώ του Διονύσου. Επίσης θα μαρτυρήση, αν θέλης, ο Αριστοκράτης, ο υιός του Σκελλίου (ολιγαρχικός), εις τον οποίον πάλιν ανήκει το ωραίον εκείνο αφιέρωμα εν τω ιερώ του Πυθίου Απόλλωνος, ολόκληρος ακόμη, αν θέλης, η οικογένεια του Περικλέους, ή οιαδήποτε άλλη εν Αθήναις οικογένεια, την οποίαν τυχόν θα ήθελες να εκλέξης. Αλλ' εγώ, αν και μόνος, δεν συμφωνώ μαζί σου, διότι συ δεν με αναγκάζεις να συμφωνήσω δι' ορθολογιστικών επιχειρημάτων. Απεναντίας συ παρουσιάζεις σωρείαν ψευδομαρτύρων εναντίον μου και επιζητείς να μου στερήσης το αγαθόν μου, την αλήθειαν. Εγώ όμως, αν και μόνος, αν δεν γίνης μάρτυς των λόγων μου και δεν συμφωνήσης προς όσα εγώ λέγω, νομίζω ότι ουδέν αξιόλογον συνεισέφερα διά την επίλυσιν του προβλήματος, το οποίον μας απασχολεί. Αλλ' ουχ ήττον και συ, νομίζω, εάν εγώ, αν και μόνος, δεν μαρτυρώ υπέρ σου, τους δε άλλους τούτους πάντας αφήσης κατά μέρος. Ιδού λοιπόν τρόπος αποδείξεως, τον οποίον και συ παραδέχεσαι και μαζί σου και άλλοι πολλοί· υπάρχει δε και άλλος, τον οποίον εγώ πάλιν παραδέχομαι (ο διά του ορθολογισμού). Αφού λοιπόν συγκρίνωμεν τούτους μεταξύ των, ας εξετάσωμεν κατά τί διαφέρουν μεταξύ των διότι το αντικείμενον της συζητήσεώς μας δεν είναι πράγμα τι ασήμαντον, αλλ' ίσως τοιούτον, περί του οποίου να γνωρίζη τις είναι ωφελιμώτατον και ν' αγνοή βλαβερώτατον: διότι το ουσιώδες αυτού είναι ή να γνωρίζωμεν ή ν' αγνοώμεν τις είναι ευτυχής ή δυστυχής. Και διά να επανέλθωμεν εις το ακριβές σημείον του θέματος, συ φρονείς ότι είναι δυνατόν να είναι τις πανευδαίμων, ενώ διαπράττει αδικίας και ζη εν αδικία, αν πράγματι συ αναγνωρίζης από μιας πλευράς ότι ο Αρχέλαος είναι άδικος και εν τούτοις τον θεωρής ευτυχή. Αυτό είναι το νόημά σου, ή όχι;
ΠΩΛ. Βεβαίως.
ΣΩ. Και εν αρχή της συζητήσεως εγώ σε επήνεσα, Πώλε, διότι μου φαίνεσαι ότι είσαι αξιόλογα συγκεκροτημένος ως προς την ρητορικήν, έχεις παραμελήσει όμως την διαλεκτικήν. Και τώρα αυτός είναι ο λόγος, διά του οποίου και εν παιδίον θα ημπορούσε να με ανασκευάση και εγώ ήδη, καθώς νομίζεις, έχω ανασκευασθή από σε διά ταύτης της αποδείξεως, ισχυριζόμενος ότι ο άδικος δεν είναι ευτυχής; Και πώς ανεσκευάσθην, φίλε μου; Παρ' όλα αυτά εγώ δεν συμφωνώ μαζί σου εις όσα λέγεις.
ΠΩΛ. Δεν συμφωνείς διότι δεν θέλεις, διότι κατά βάσιν σκέπτεσαι τα ίδια, όπως εγώ.
ΣΩ. Ευλογημένε μου, επιχειρείς να με ανασκευάζης ρητορικώς, όπως οι δικηγόροι, οι οποίοι νομίζουν ότι ανασκευάζουν εις τα δικαστήρια. Διότι εκεί πράγματι οι ρήτορες νομίζουν ότι αντικρούουν τα επιχειρήματα του αντιπάλου, όταν παρουσιάζουν πολλούς και πολιτικώς επιφανείς μάρτυρας της υποθέσεως, την οποίαν υποστηρίζουν, ενώ ο αντίδικος δεν παρουσιάζει ή ένα μόνον, ή κανένα. Αλλ' είναι φανερόν ότι ο τρόπος ούτος της ανασκευής ουδεμίαν έχει αξίαν ως προς εύρεσιν της αληθείας, διότι ενίοτε είναι δυνατόν να καταδικασθή και ένας αθώος επι ψευδομαρτυρία πολλών, οι οποίοι θεωρούνται αξιόπιστοι. Και τώρα επί της θέσεως, την οποίαν συ υποστηρίζεις, σχεδόν πάντες οι Αθηναίοι και οι ξένοι θα συμφωνήσουν μαζί σου, αν θέλης να τους παρουσιάσης μάρτυρας εναντίον μου, ότι δεν λέγω την αλήθειαν· θα μαρτυρήσουν υπέρ σου, αν το θέλησης, ο Νικίας, ο υιός τουΝικηράτου, και μαζί με αυτόν οι αδελφοί του (ο αριστοκρατικοί), εις ους ανήκουν οι τρίποδες, οι οποίοι έχουν στηθή κατά σειράν εν τω ιερώ του Διονύσου. Επίσης θα μαρτυρήση, αν θέλης, ο Αριστοκράτης, ο υιός του Σκελλίου (ολιγαρχικός), εις τον οποίον πάλιν ανήκει το ωραίον εκείνο αφιέρωμα εν τω ιερώ του Πυθίου Απόλλωνος, ολόκληρος ακόμη, αν θέλης, η οικογένεια του Περικλέους, ή οιαδήποτε άλλη εν Αθήναις οικογένεια, την οποίαν τυχόν θα ήθελες να εκλέξης. Αλλ' εγώ, αν και μόνος, δεν συμφωνώ μαζί σου, διότι συ δεν με αναγκάζεις να συμφωνήσω δι' ορθολογιστικών επιχειρημάτων. Απεναντίας συ παρουσιάζεις σωρείαν ψευδομαρτύρων εναντίον μου και επιζητείς να μου στερήσης το αγαθόν μου, την αλήθειαν. Εγώ όμως, αν και μόνος, αν δεν γίνης μάρτυς των λόγων μου και δεν συμφωνήσης προς όσα εγώ λέγω, νομίζω ότι ουδέν αξιόλογον συνεισέφερα διά την επίλυσιν του προβλήματος, το οποίον μας απασχολεί. Αλλ' ουχ ήττον και συ, νομίζω, εάν εγώ, αν και μόνος, δεν μαρτυρώ υπέρ σου, τους δε άλλους τούτους πάντας αφήσης κατά μέρος. Ιδού λοιπόν τρόπος αποδείξεως, τον οποίον και συ παραδέχεσαι και μαζί σου και άλλοι πολλοί· υπάρχει δε και άλλος, τον οποίον εγώ πάλιν παραδέχομαι (ο διά του ορθολογισμού). Αφού λοιπόν συγκρίνωμεν τούτους μεταξύ των, ας εξετάσωμεν κατά τί διαφέρουν μεταξύ των διότι το αντικείμενον της συζητήσεώς μας δεν είναι πράγμα τι ασήμαντον, αλλ' ίσως τοιούτον, περί του οποίου να γνωρίζη τις είναι ωφελιμώτατον και ν' αγνοή βλαβερώτατον: διότι το ουσιώδες αυτού είναι ή να γνωρίζωμεν ή ν' αγνοώμεν τις είναι ευτυχής ή δυστυχής. Και διά να επανέλθωμεν εις το ακριβές σημείον του θέματος, συ φρονείς ότι είναι δυνατόν να είναι τις πανευδαίμων, ενώ διαπράττει αδικίας και ζη εν αδικία, αν πράγματι συ αναγνωρίζης από μιας πλευράς ότι ο Αρχέλαος είναι άδικος και εν τούτοις τον θεωρής ευτυχή. Αυτό είναι το νόημά σου, ή όχι;
ΠΩΛ. Βεβαίως.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου