ΞΕΝΟΦΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ
ΞΕΝ Οικ 13.6–13.12
Ο Σωκράτης, που θεώρησε ότι άκουσε αρκετά για τον τρόπο με τον οποίο η γυναίκα του Ισχόμαχου διαχειριζόταν το νοικοκυριό της (βλ. σχετικά και ΞΕΝ Οικ 8.1–8.10), ζήτησε από τον συνομιλητή του, που ήταν, άλλωστε, πολύ ευκατάστατος, να μιλήσει για τις δικές του εργασίες. Αυτός, αφού του εξέθεσε το καθημερινό του πρόγραμμα και τις συνηθισμένες του ασχολίες, διαβεβαίωσε τον Σωκράτη ότι δεν βιαζόταν να φύγει από την αγορά, γιατί τις αγροτικές εργασίες του τις επέβλεπαν οι επιστάτες του. Έτσι, θέμα της συζήτησης είναι πλέον ο τρόπος με τον οποίον ο Ισχόμαχος κατορθώνει να τους εκπαιδεύσει και να τους φιλοτιμήσει.
[13.6] Οὐκοῦν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, τὰ μὲν
ἄλλα ζῷα ἐκ δυοῖν τούτοιν τὸ πείθεσθαι μανθάνουσιν, ἔκ τε
τοῦ ὅταν ἀπειθεῖν ἐπιχειρῶσι κολάζεσθαι καὶ ἐκ τοῦ ὅταν
προθύμως ὑπηρετῶσιν εὖ πάσχειν. [13.7] οἵ τε γοῦν πῶλοι
μανθάνουσιν ὑπακούειν τοῖς πωλοδάμναις τῷ ὅταν μὲν πεί-
θωνται τῶν ἡδέων τι αὐτοῖς γίγνεσθαι, ὅταν δὲ ἀπειθῶσι
πράγματα ἔχειν, ἔστ’ ἂν ὑπηρετήσωσι κατὰ γνώμην τῷ
πωλοδάμνῃ· [13.8] καὶ τὰ κυνίδια δὲ πολὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῇ
γνώμῃ καὶ τῇ γλώττῃ ὑποδεέστερα ὄντα ὅμως καὶ περιτρέ-
χειν καὶ κυβιστᾶν καὶ ἄλλα πολλὰ μανθάνει τῷ αὐτῷ τούτῳ
τρόπῳ. ὅταν μὲν γὰρ πείθηται, λαμβάνει τι ὧν δεῖται,
ὅταν δὲ ἀμελῇ, κολάζεται. [13.9] ἀνθρώπους δ’ ἔστι πιθανωτέρους
ποιεῖν καὶ λόγῳ, ἐπιδεικνύοντα ὡς συμφέρει αὐτοῖς πείθε-
σθαι, τοῖς δὲ δούλοις καὶ ἡ δοκοῦσα θηριώδης παιδεία εἶναι
πάνυ ἐστὶν ἐπαγωγὸς πρὸς τὸ πείθεσθαι διδάσκειν· τῇ γὰρ
γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῖς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος ἂν πολλὰ
ἁνύτοις παρ’ αὐτῶν. αἱ δὲ φιλότιμοι τῶν φύσεων καὶ τῷ
ἐπαίνῳ παροξύνονται. πεινῶσι γὰρ τοῦ ἐπαίνου οὐχ ἧττον
ἔνιαι τῶν φύσεων ἢ ἄλλαι τῶν σίτων τε καὶ ποτῶν. [13.10] ταῦτά
τε οὖν, ὅσαπερ αὐτὸς ποιῶν οἶμαι πιθανωτέροις ἀνθρώποις
χρῆσθαι, διδάσκω οὓς ἂν ἐπιτρόπους βούλωμαι καταστῆσαι
καὶ τάδε συλλαμβάνω αὐτοῖς· ἱμάτιά τε γὰρ ἃ δεῖ παρέχειν
ἐμὲ τοῖς ἐργαστῆρσι καὶ ὑποδήματα οὐχ ὅμοια πάντα ποιῶ,
ἀλλὰ τὰ μὲν χείρω, τὰ δὲ βελτίω, ἵνα ᾖ τὸν κρείττω τοῖς
βελτίοσι τιμᾶν, τῷ δὲ χείρονι τὰ ἥττω διδόναι. [13.11] πάνυ γάρ
μοι δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἀθυμία ἐγγίγνεσθαι τοῖς ἀγα-
θοῖς, ὅταν ὁρῶσι τὰ μὲν ἔργα δι’ αὑτῶν καταπραττόμενα,
τῶν δὲ ὁμοίων τυγχάνοντας ἑαυτοῖς τοὺς μήτε πονεῖν μήτε
κινδυνεύειν ἐθέλοντας, ὅταν δέῃ. [13.12] αὐτός τε οὖν οὐδ’ ὁπωσ-
τιοῦν τῶν ἴσων ἀξιῶ τοὺς ἀμείνους τοῖς κακίοσι τυγχάνειν,
τούς τε ἐπιτρόπους, ὅταν μὲν εἰδῶ διαδεδωκότας τοῖς πλεί-
στου ἀξίοις τὰ κράτιστα, ἐπαινῶ, ἂν δὲ ἴδω ἢ κολακεύμασί
τινα προτιμώμενον ἢ καὶ ἄλλῃ τινὶ ἀνωφελεῖ χάριτι, οὐκ
ἀμελῶ, ἀλλ’ ἐπιπλήττω καὶ πειρῶμαι διδάσκειν, ὦ Σώκρατες,
ὅτι οὐδ’ αὑτῷ σύμφορα ταῦτα ποιεῖ.
ΞΕΝ Οικ 13.6–13.12
Τρόπος ανταμοιβής των καλών εργατών
Ο Σωκράτης, που θεώρησε ότι άκουσε αρκετά για τον τρόπο με τον οποίο η γυναίκα του Ισχόμαχου διαχειριζόταν το νοικοκυριό της (βλ. σχετικά και ΞΕΝ Οικ 8.1–8.10), ζήτησε από τον συνομιλητή του, που ήταν, άλλωστε, πολύ ευκατάστατος, να μιλήσει για τις δικές του εργασίες. Αυτός, αφού του εξέθεσε το καθημερινό του πρόγραμμα και τις συνηθισμένες του ασχολίες, διαβεβαίωσε τον Σωκράτη ότι δεν βιαζόταν να φύγει από την αγορά, γιατί τις αγροτικές εργασίες του τις επέβλεπαν οι επιστάτες του. Έτσι, θέμα της συζήτησης είναι πλέον ο τρόπος με τον οποίον ο Ισχόμαχος κατορθώνει να τους εκπαιδεύσει και να τους φιλοτιμήσει.
[13.6] Οὐκοῦν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, τὰ μὲν
ἄλλα ζῷα ἐκ δυοῖν τούτοιν τὸ πείθεσθαι μανθάνουσιν, ἔκ τε
τοῦ ὅταν ἀπειθεῖν ἐπιχειρῶσι κολάζεσθαι καὶ ἐκ τοῦ ὅταν
προθύμως ὑπηρετῶσιν εὖ πάσχειν. [13.7] οἵ τε γοῦν πῶλοι
μανθάνουσιν ὑπακούειν τοῖς πωλοδάμναις τῷ ὅταν μὲν πεί-
θωνται τῶν ἡδέων τι αὐτοῖς γίγνεσθαι, ὅταν δὲ ἀπειθῶσι
πράγματα ἔχειν, ἔστ’ ἂν ὑπηρετήσωσι κατὰ γνώμην τῷ
πωλοδάμνῃ· [13.8] καὶ τὰ κυνίδια δὲ πολὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῇ
γνώμῃ καὶ τῇ γλώττῃ ὑποδεέστερα ὄντα ὅμως καὶ περιτρέ-
χειν καὶ κυβιστᾶν καὶ ἄλλα πολλὰ μανθάνει τῷ αὐτῷ τούτῳ
τρόπῳ. ὅταν μὲν γὰρ πείθηται, λαμβάνει τι ὧν δεῖται,
ὅταν δὲ ἀμελῇ, κολάζεται. [13.9] ἀνθρώπους δ’ ἔστι πιθανωτέρους
ποιεῖν καὶ λόγῳ, ἐπιδεικνύοντα ὡς συμφέρει αὐτοῖς πείθε-
σθαι, τοῖς δὲ δούλοις καὶ ἡ δοκοῦσα θηριώδης παιδεία εἶναι
πάνυ ἐστὶν ἐπαγωγὸς πρὸς τὸ πείθεσθαι διδάσκειν· τῇ γὰρ
γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῖς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος ἂν πολλὰ
ἁνύτοις παρ’ αὐτῶν. αἱ δὲ φιλότιμοι τῶν φύσεων καὶ τῷ
ἐπαίνῳ παροξύνονται. πεινῶσι γὰρ τοῦ ἐπαίνου οὐχ ἧττον
ἔνιαι τῶν φύσεων ἢ ἄλλαι τῶν σίτων τε καὶ ποτῶν. [13.10] ταῦτά
τε οὖν, ὅσαπερ αὐτὸς ποιῶν οἶμαι πιθανωτέροις ἀνθρώποις
χρῆσθαι, διδάσκω οὓς ἂν ἐπιτρόπους βούλωμαι καταστῆσαι
καὶ τάδε συλλαμβάνω αὐτοῖς· ἱμάτιά τε γὰρ ἃ δεῖ παρέχειν
ἐμὲ τοῖς ἐργαστῆρσι καὶ ὑποδήματα οὐχ ὅμοια πάντα ποιῶ,
ἀλλὰ τὰ μὲν χείρω, τὰ δὲ βελτίω, ἵνα ᾖ τὸν κρείττω τοῖς
βελτίοσι τιμᾶν, τῷ δὲ χείρονι τὰ ἥττω διδόναι. [13.11] πάνυ γάρ
μοι δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἀθυμία ἐγγίγνεσθαι τοῖς ἀγα-
θοῖς, ὅταν ὁρῶσι τὰ μὲν ἔργα δι’ αὑτῶν καταπραττόμενα,
τῶν δὲ ὁμοίων τυγχάνοντας ἑαυτοῖς τοὺς μήτε πονεῖν μήτε
κινδυνεύειν ἐθέλοντας, ὅταν δέῃ. [13.12] αὐτός τε οὖν οὐδ’ ὁπωσ-
τιοῦν τῶν ἴσων ἀξιῶ τοὺς ἀμείνους τοῖς κακίοσι τυγχάνειν,
τούς τε ἐπιτρόπους, ὅταν μὲν εἰδῶ διαδεδωκότας τοῖς πλεί-
στου ἀξίοις τὰ κράτιστα, ἐπαινῶ, ἂν δὲ ἴδω ἢ κολακεύμασί
τινα προτιμώμενον ἢ καὶ ἄλλῃ τινὶ ἀνωφελεῖ χάριτι, οὐκ
ἀμελῶ, ἀλλ’ ἐπιπλήττω καὶ πειρῶμαι διδάσκειν, ὦ Σώκρατες,
ὅτι οὐδ’ αὑτῷ σύμφορα ταῦτα ποιεῖ.
***
(Ισχόμ.) Λοιπόν∙τ' άλλα ζώα, Σωκράτη, μαθαίνουν να 'ναι υπάκουα για δυο λόγους· πρώτα γιατί άμα κάνουν πως δεν υπακούνε τιμωρούνται στη στιγμή, και δεύτερο γιατί άμα υπηρετούν πρόθυμα τ' αφεντικό τους αμείβονται.
Να, και τα πουλάρια, μαθαίνουν να υπακούνε στους δαμαστές τους, γιατί άμα υπακούνε τους δίνουν το κριθάρι τους, ενώ άμα δεν υπακούνε τα τιμωρούν ώσπου να συνηθίσουν να υπακούνε, σ' ό,τι διατάσσει ο δαμαστής τους.
Και τα σκυλάκια παρ' όλο που είναι κατώτερα απ' τους ανθρώπους και στο λογικό και στη γλώσσα, όμως μαθαίνουν να γυρίζουν γύρω απ' τον αφέντη τους, και να κάνουν τούμπες χαδιάρικες κι άλλα πολλά, για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Γιατί άμα υπακούνε, έχουν και γλείφουν τα κοκκαλάκια τους, άμα όμως κοπροσκυλίζουν τιμωρούνται.
Τους ανθρώπους όμως είναι δυνατό να τους κάμει κανείς περισσότερο υπάκουους και με τα λόγια μόνο, διαφωτίζοντάς τους, πως είναι συμφέρο τους να 'ναι υπάκουοι. Ο τρόπος που ταιριάζει στα ζώα φαίνεται πως είναι και για μερικούς δούλους κατάλληλος να τους διδάξει την υπακοή. Απ' αυτούς δηλαδή μπορείς να κερδίσεις πολλά, άμα τους κάνεις τις ορέξεις τους στο φαΐ∙ οι φιλότιμοι όμως χαρακτήρες παρακινούνται στη δουλειά μόνο με τον έπαινο. Γιατί οι φιλότιμοι αγαπάνε πιο πολύ τον έπαινο, όπως οι άλλοι αγαπάνε πιο πολύ το φαΐ και το ποτό.
Όσους λοιπόν θέλω να διορίσω επιστάτες στις δουλειές μου τους μαθαίνω όλ' αυτά, που κι εγώ ο ίδιος νομίζω πως εφαρμόζοντάς τα μπορώ να 'χω τους εργάτες μου πιο υπάκουους. Τους κάνω δε και τις εξής βοήθειες: τα ρούχα και τα παπούτσια που πρόκειται να δώσω στους εργάτες δεν τα φτιάνω όλα ίδια, μα άλλα χειρότερα κι άλλα καλύτερα, για να μπορώ να τιμώ τον καλύτερο με τα καλύτερα και για να μπορώ να δίνω στο χειρότερο τα χειρότερα.
Γιατί έχω τη γνώμη, Σωκράτη, είπε ο Ισχόμαχος, πως απογοητεύονται πολύ οι καλοί εργάτες, άμα βλέπουν πως τελειώνουν τις εργασίες τους τέλεια κι όμως παίρνουν τις ίδιες τιμές κι αμοιβές μ' αυτούς που δεν έχουν όρεξη ούτε να κοπιάζουν ούτε να κινδυνεύουν, όταν χρειάζεται.
Κι εγώ λοιπόν δεν βρίσκω καθόλου σωστό, οι καλοί να 'χουν τις ίδιες αμοιβές που έχουν κι οι κακοί. Κατά συνέπεια, άμα δω τους επιστάτες μου να μοιράζουν τα καλύτερα στους ικανώτατους τους παινεύω, άμα όμως δω πως χαρίζεται ο επιστάτης σε κανένα που τον κολάκευε ή που του 'καμε άλλη καμμιά χάρη ανώφελη, δεν παραβλέπω μα τον παρατηρώ, Σωκράτη, αυτόν τον επιστάτη και προσπαθώ να του αποδείξω πως μ' αυτό που κάνει δεν κοιτάζει μήτε το δικό του συμφέρον.
(Ισχόμ.) Λοιπόν∙τ' άλλα ζώα, Σωκράτη, μαθαίνουν να 'ναι υπάκουα για δυο λόγους· πρώτα γιατί άμα κάνουν πως δεν υπακούνε τιμωρούνται στη στιγμή, και δεύτερο γιατί άμα υπηρετούν πρόθυμα τ' αφεντικό τους αμείβονται.
Να, και τα πουλάρια, μαθαίνουν να υπακούνε στους δαμαστές τους, γιατί άμα υπακούνε τους δίνουν το κριθάρι τους, ενώ άμα δεν υπακούνε τα τιμωρούν ώσπου να συνηθίσουν να υπακούνε, σ' ό,τι διατάσσει ο δαμαστής τους.
Και τα σκυλάκια παρ' όλο που είναι κατώτερα απ' τους ανθρώπους και στο λογικό και στη γλώσσα, όμως μαθαίνουν να γυρίζουν γύρω απ' τον αφέντη τους, και να κάνουν τούμπες χαδιάρικες κι άλλα πολλά, για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Γιατί άμα υπακούνε, έχουν και γλείφουν τα κοκκαλάκια τους, άμα όμως κοπροσκυλίζουν τιμωρούνται.
Τους ανθρώπους όμως είναι δυνατό να τους κάμει κανείς περισσότερο υπάκουους και με τα λόγια μόνο, διαφωτίζοντάς τους, πως είναι συμφέρο τους να 'ναι υπάκουοι. Ο τρόπος που ταιριάζει στα ζώα φαίνεται πως είναι και για μερικούς δούλους κατάλληλος να τους διδάξει την υπακοή. Απ' αυτούς δηλαδή μπορείς να κερδίσεις πολλά, άμα τους κάνεις τις ορέξεις τους στο φαΐ∙ οι φιλότιμοι όμως χαρακτήρες παρακινούνται στη δουλειά μόνο με τον έπαινο. Γιατί οι φιλότιμοι αγαπάνε πιο πολύ τον έπαινο, όπως οι άλλοι αγαπάνε πιο πολύ το φαΐ και το ποτό.
Όσους λοιπόν θέλω να διορίσω επιστάτες στις δουλειές μου τους μαθαίνω όλ' αυτά, που κι εγώ ο ίδιος νομίζω πως εφαρμόζοντάς τα μπορώ να 'χω τους εργάτες μου πιο υπάκουους. Τους κάνω δε και τις εξής βοήθειες: τα ρούχα και τα παπούτσια που πρόκειται να δώσω στους εργάτες δεν τα φτιάνω όλα ίδια, μα άλλα χειρότερα κι άλλα καλύτερα, για να μπορώ να τιμώ τον καλύτερο με τα καλύτερα και για να μπορώ να δίνω στο χειρότερο τα χειρότερα.
Γιατί έχω τη γνώμη, Σωκράτη, είπε ο Ισχόμαχος, πως απογοητεύονται πολύ οι καλοί εργάτες, άμα βλέπουν πως τελειώνουν τις εργασίες τους τέλεια κι όμως παίρνουν τις ίδιες τιμές κι αμοιβές μ' αυτούς που δεν έχουν όρεξη ούτε να κοπιάζουν ούτε να κινδυνεύουν, όταν χρειάζεται.
Κι εγώ λοιπόν δεν βρίσκω καθόλου σωστό, οι καλοί να 'χουν τις ίδιες αμοιβές που έχουν κι οι κακοί. Κατά συνέπεια, άμα δω τους επιστάτες μου να μοιράζουν τα καλύτερα στους ικανώτατους τους παινεύω, άμα όμως δω πως χαρίζεται ο επιστάτης σε κανένα που τον κολάκευε ή που του 'καμε άλλη καμμιά χάρη ανώφελη, δεν παραβλέπω μα τον παρατηρώ, Σωκράτη, αυτόν τον επιστάτη και προσπαθώ να του αποδείξω πως μ' αυτό που κάνει δεν κοιτάζει μήτε το δικό του συμφέρον.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου