Τα ΜΜΕ – Το φερέφωνο του φαντάσματος του κομουνισμού.
Το φάντασμα του κομμουνισμού* δεν εξαφανίστηκε με την αποσύνθεση του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ανατολική Ευρώπη, κάθε άλλο.
Η επιρροή των μέσων ενημέρωσης στην σύγχρονη κοινωνία είναι τεράστια και συνεχίζει να αυξάνεται. Εμποτίζει κοινότητες όλων των μεγεθών, από το τοπικό στο παγκόσμιο. Με την άνοδο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της δημιουργίας προσωπικού περιεχομένου, το διαδίκτυο έχει μεγεθύνει σε μεγάλο βαθμό την ταχύτητα και εμβέλεια της επικοινωνίας εικόνας και ήχου.
Οι άνθρωποι στηρίζονται στα μέσα ενημέρωσης για τα τελευταία νέα και αναλύσεις. Σε έναν ωκεανό πληροφοριών, τα μέσα ενημέρωσης – από εφημερίδες και περιοδικά, έως το ραδιόφωνο, κινηματογράφο, και τηλεόραση και ιστοσελίδες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης -επηρεάζουν ποιες πληροφορίες βλέπει ο κόσμος και πως τις ερμηνεύει. Τα μέσα ενημέρωσης είναι σε θέση να επηρεάζουν τις πρώτες εντυπώσεις του κόσμου σε ένα συγκεκριμένο θέμα και έτσι φέρουν σημαντικές δυνάμεις ψυχολογικής προπαρασκευής για την αποδοχή ενός θέματος.
Για τις κοινωνικές ελίτ, ειδικά για πολιτικούς, τα μέσα ενημέρωσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να ορίσουν το που θα εστιαστεί η κοινή γνώμη και μπορούν να λειτουργούν ως οντότητες που επηρεάζουν τι θα υποστηρίξει ο κόσμος. Τα θέματα που τα μέσα ενημέρωσης αναφέρουν γίνονται θέματα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος. Θέματα που δεν λαμβάνουν μεγάλη κάλυψη αγνοούνται και χάνονται από την μνήμη.
Στην Δύση, τα μέσα ενημέρωσης παραδοσιακά θεωρούνται ως φύλακες της αλήθειας και των βασικών αξιών της κοινωνίας. Οι δημοσιογράφοι είναι αποδέκτες σεβασμού λόγω των ειδικών τους γνώσεων και των θυσιών τους. Το καθήκον τους είναι να αναφέρουν την αλήθεια των μεγάλων γεγονότων του κόσμου με δίκαιο, ακριβή, και άμεσο τρόπο.
Θα πρέπει να υποστηρίζουν την δικαιοσύνη και να καταδικάζουν το κακό, ενώ προωθούν καλοσύνη. Η αποστολή τους εκτείνεται πέρα από τα συμφέροντα οποιουδήποτε ατόμου, εταιρείας, ή πολιτικού κόμματος. Ο Τόμας Τζέφερσον, πατέρας της Διακήρυξης Ανεξαρτησίας και τρίτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, είπε κάποτε:
«Αν αφηνόταν σε εμένα να αποφασίσω αν θα έπρεπε να έχουμε μια κυβέρνηση χωρίς εφημερίδες ή εφημερίδες χωρίς κυβέρνηση, δεν θα δίσταζα ούτε στιγμή να προτιμήσω το τελευταίο.»
Ως φωνή μιας κοινωνίας, τα μέσα ενημέρωσης μπορούν να δράσουν για την προάσπιση της ηθικής ή να γίνουν όργανα κακού. Εν μέσω της ηθικής διαφθοράς της ανθρωπότητας, είναι δύσκολο για τα μέσα να προστατεύσουν την αρετή τους και να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους υπό την πίεση της δύναμης και το δέλεαρ των χρημάτων.
Ο εκδότης εφημερίδας Τζόσεφ Πούλιτζερ, από τον οποίον ονομάστηκε το Βραβείο Πούλιτζερ, είπε:
«Η Δημοκρατία μας και ο δημοσιογραφικός τύπος της θα ακμάσουν ή θα παρακμάσουν μαζί. Ένας ικανός, ανεξάρτητος, με πνεύμα υπηρεσίας προς το κοινό τύπος, με εκπαιδευμένη νοημοσύνη ώστε να γνωρίζει το σωστό και με θάρρος να το πράττει, μπορεί να διατηρήσει αυτήν την δημόσια αρετή χωρίς την οποία η λαϊκή κυβέρνηση είναι μια ντροπή και μια κοροϊδία. Ένας κυνικός, μισθοφορικός, δημαγωγικός τύπος θα παραγάγει συν τω χρόνω έναν λαό τόσο ποταπό όσο και ο εαυτός του. Η δύναμη να πλαστεί το μέλλον της Δημοκρατίας θα είναι στα χέρια των δημοσιογράφων των μελλοντικών γενεών.»
Σε κομμουνιστικές χώρες, τα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται από το κράτος. Αυτά τα φερέφωνα του καθεστώτος κάνουν πλύση εγκεφάλου στις μάζες και δρουν ως συνεργοί στις κομμουνιστικές στρατηγικές τρόμου και δολοφονίας. Στις δυτικές κοινωνίες, τα μέσα ενημέρωσης έχουν υποστεί σε μεγάλη έκταση παρείσφρηση από κομμουνιστική σκέψη, γινόμενα οι βασικοί πράκτορες του κομμουνισμού για αντιπαραδοσιακές, αντιηθικές, και δαιμονικές τάσεις. Προωθούν ψέματα και μίσος, ρίχνοντας λάδι στην φωτιά του ηθικού εκφυλισμού. Πολλές δημοσιογραφικές οντότητες έχουν παρατήσει τα καθήκοντά τους για παρουσίαση της αλήθειας και προάσπιση της ηθικής συνείδησης της κοινωνίας. Είναι επιτακτικό για εμάς να αντιληφθούμε την κατάσταση των μέσων ενημέρωσης σήμερα και να φέρουμε και πάλι υπευθυνότητα σε αυτό το πεδίο.
1. Μαζική κατήχηση σε κομμουνιστικές χώρες.
Από την αρχή, οι κομμουνιστές θεωρούσαν τα μέσα ενημέρωσης ως εργαλεία για πλύση εγκεφάλου. Το κείμενο του 1847 «Κανόνες για τον κομμουνιστικό συνασπισμό», για την συγγραφή του οποίου βοήθησαν οι Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, ζήτησε από τα μέλη να έχουν «επαναστατική ενέργεια και ζήλο για προπαγάνδα». Οι Μαρξ και Ένγκελς συχνά χρησιμοποίησαν όρους όπως «κομματικό πεδίο μάχης», «κομματικό φερέφωνο», «πολιτικό κέντρο», ή «εργαλείο για την κοινή γνώμη» στα άρθρα τους για να εκφράσουν τον χαρακτήρα και λειτουργία που επιθυμούσαν για τα μέσα ενημέρωσης.
Ο Βλαντιμίρ Λένιν χρησιμοποίησε τα μέσα ενημέρωσης ως εργαλεία για να προωθήσει, να υποκινήσει, και να οργανώσει την Ρωσική “Επανάσταση”. Βοήθησε στην λειτουργία των επίσημων κομμουνιστικών εφημερίδων Ίσκρα και Πράβντα για να προωθούν επαναστατική προπαγάνδα και ακτιβισμό. Λίγο μετά την υφαρπαγή εξουσίας από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, το κόμμα αυτό χρησιμοποίησε τα μέσα ενημέρωσης για εγχώρια πολιτική κατήχηση και για διάδοση προπαγάνδας στο εξωτερικό ώστε να βελτιώσει την εικόνα του και να εξαγάγει επανάσταση.
Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) επίσης θεωρεί τα μέσα ενημέρωσης ως εργαλεία για έλεγχο της κοινής γνώμης και ως φερέφωνο του Κόμματος. Το ΚΚΚ αντιλαμβάνεται καθαρά το γεγονός πως «τα όπλα και οι πένες είναι αυτό στο οποίο στηρίζεται για να αρπάξει και να παγιώσει εξουσία.» Από την αρχική περίοδο της Γιαν’αν (1935-1947), ο γραμματέας του Μάο Τσεντόνγκ Χου Τσιαομού διατύπωσε την αρχή «η φύση του Κόμματος πρώτη», λέγοντας ότι η κομματική εφημερίδα «πρέπει να φέρει την άποψη και κατανόηση του Κόμματος σε όλα τα άρθρα, σε κάθε κείμενο, σε κάθε δημοσιογραφικό άρθρο, και σε κάθε εφημερίδα.»
Με την καθιέρωση της δικτατορίας του, το ΚΚΚ επέβαλε αυστηρό έλεγχο στα μέσα ενημέρωσης και αργότερα στο διαδίκτυο. Τα χρησιμοποιεί ως εργαλεία για να κατηχήσει τους Κινέζους με κομμουνιστική ιδεολογία, να καταστείλει αντιφρονούντες, να εκφοβίσει το κοινό, και να αποκρύψει ή να στρεβλώσει την αλήθεια. Οι εργαζόμενοι των μέσων είναι ειδικοί στην αυτολογοκρισία, συνεχώς σκεπτόμενοι ότι ένα και μόνο λάθος μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μια πολύ κακή κατάληξη. Η λογοκρισία δεν εμποτίζει μόνο τα επίσημα κανάλια ειδήσεων, αλλά επίσης τα προσωπικά ιστολόγια και τις διαδικτυακές κοινότητες, τα οποία παρακολουθούνται και ελέγχονται από ένα αχανές δίκτυο διαδικτυακής αστυνομίας.
Υπάρχει μια σύγχρονη κοινωνική φράση που περιγράφει ζωντανά τον ρόλο των μέσων ενημέρωσης υπό την εξουσία του ΚΚΚ: «Είμαι ο σκύλος του Κόμματος, που κάθεται δίπλα στην πόρτα του Κόμματος. Θα δαγκώσω οποιονδήποτε μου πει το Κόμμα και όσες φορές μου πει.» Αυτό δεν είναι υπερβολή. Κάθε κομμουνιστικό πολιτικό κίνημα αρχίζει με τον χειρισμό της κοινής γνώμης: Τα μέσα διαδίδουν ψέματα για υποκίνηση μίσους, που κορυφώνεται σε βία και δολοφονίες. Τα μέσα παίζουν έναν κρίσιμο ρόλο σε αυτόν τον θανατηφόρο μηχανισμό.
Κατά την σφαγή στην Πλατεία Τιενανμέν το 1989, το ΚΚΚ ισχυρίστηκε πως οι φοιτητές ήταν βίαιοι αλήτες και έτσι χρησιμοποίησε τον στρατό για να καταστείλει την υποτιθέμενη «εξέγερση». Μετά την σφαγή, ισχυρίστηκε ότι ο στρατός δεν πυροβόλησε κανέναν και ότι δεν υπήρξαν τραυματίες στην πλατεία. Το 2001, στην αρχή της δίωξης κατά του Φάλουν Γκονγκ, το καθεστώς σκηνοθέτησε μια απάτη αυτοπυρπόλησης στην Πλατεία Τιενανμέν για να συκοφαντήσει την πνευματική άσκηση και να ανάψει μίσος κατά των ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ ανά την Κίνα κι ανά τον κόσμο.
Ηγετικά στελέχη σε επιτροπές σε όλα τα επίπεδα του ΚΚΚ έδωσαν μεγάλη σημασία στην δουλειά προπαγάνδας και έβαλαν σημαντικό αριθμό προσωπικού σε αυτόν τον ρόλο. Έως το τέλος του 2010, η Κίνα είχε περισσότερα από 1,3 εκατομμύρια άτομα προσωπικού που δούλευαν στον μηχανισμό εθνικής προπαγάνδας, περιλαμβανομένων περίπου 56.000 σε τμήματα προπαγάνδας στα επαρχιακά και κομητειακά επίπεδα, 1,2 εκατομμύρια σε τμήματα τοπικής προπαγάνδας, και 52.000 άτομα στα κεντρικά τμήματα προπαγάνδας.
Αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό προσωπικού που είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση και χειρισμό της διαδικτυακής γνώμης, όπως την διαδικτυακή αστυνομία, διαχειριστές, κομματικά ελεγχόμενους σχολιαστές, και άλλους που έχουν τοποθετηθεί σε διάφορες μορφές δημοσίων σχέσεων.
Οι χώρες που εξουσιάζονται από κομμουνιστικά κόμματα, χωρίς εξαίρεση, χρησιμοποιούν μεγάλα ποσά πόρων για να χειριστούν τα μέσα ενημέρωσης. Χρόνια λειτουργίας έχουν διαμορφώσει τα κομμουνιστικά κρατικά μέσα ενημέρωσης σε αποδοτικά φερέφωνα για τους απολυταρχικούς αφέντες τους. Χρησιμοποιούν οποιοδήποτε και κάθε μέσο για να εξαπατήσουν και να δηλητηριάσουν το μυαλό των ανθρώπων.
2. Κομμουνιστική παρείσφρηση στα δυτικά μέσα ενημέρωσης και στο Χόλιγουντ.
Ο προηγούμενος αιώνας ήταν μάρτυρας μεγάλων διαμαχών μεταξύ του ελεύθερου κόσμου και του κομμουνιστικού στρατοπέδου. Σ’ όλο αυτό το διάστημα, ο κομμουνισμός έχει επιτυχώς παρεισφρήσει και υπονομεύσει τα μέσα ενημέρωσης στις δυτικές χώρες. Αυτό το κεφάλαιο εστιάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω της μεγαλύτερης επιρροής των αμερικανικών μέσων σε όλον τον κόσμο.
Αφότου το σοβιετικό καθεστώς υφάρπαξε την εξουσία στην Ρωσία, καθιέρωσε έλεγχο επί της δημόσιας συζήτησης στην Δύση, αποστέλλοντας τους πράκτορές του για να παρεισφρήσουν σε δυτικά μέσα και να δελεάσουν τοπικούς φίλα προς τον κομμουνισμό προσκείμενους. Χρησιμοποίησε αυτούς τους ανθρώπους σε μεγάλη έκταση για να λένε καλά λόγια για την Σοβιετική Ένωση και να αποκρύπτουν την βαρβαρότητα της κομμουνιστικής εξουσίας. Οι προσπάθειες σοβιετικής προπαγάνδας επηρέασαν μεγάλους αριθμούς Δυτικών και ακόμα επηρέασαν κυβερνητική πολιτική προς όφελος της Σοβιετικής Ένωσης.
Η σοβιετική KGB χρησιμοποίησε τους πράκτορές της στις Ηνωμένες Πολιτείες έχοντάς τους να δουλεύουν άμεσα με αμερικανικούς οργανισμούς κύρους. Μεταξύ αυτών των πρακτόρων ήταν οι Τζον Σκοτ, Ρίτσαρντ Λάουτερμπαχ και Στήβεν Λαιρντ του περιοδικού Time, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τις θέσεις τους για να κάνουν επαφές με πολιτικούς, διασημότητες, και κεφαλές κρατών. Πέραν του ότι συγκέντρωναν μεγάλα ποσά πληροφοριών, επηρέασαν επίσης αποφάσεις υψηλού επιπέδου σχετικά με θέματα πολιτικής, οικονομίας, διπλωματίας, πολέμου, και άλλα. Ένας άλλος συντάκτης του Time και σοβιετικός κατάσκοπος, ο Γουίτακερ Τσάμπερς, αργότερα αυτομόλησε και έγραψε το βιβλίο «Μάρτυρας» [Witness] στο οποίο περιγράφει την κομμουνιστική υπονόμευση στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Γουόλτερ Ντουράντυ, ανταποκριτής στην Μόσχα για την New York Times, κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1932 για μια σειρά άρθρων για την Σοβιετική Ένωση. Ο πρώην Αμερικανός κομμουνιστής Τζέυ Λόβστοουν και ο γνωστός δημοσιογράφος Τζόσεφ Άλσοπ πίστευαν αμφότεροι ότι ο Ντουράντυ δρούσε ως Σοβιετικός πράκτορας. Κατά τον λιμό του 1932-1933 που ρήμαξε την Ουκρανία και άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, ο Ντουράντυ αρνήθηκε ακόμα και ότι ο λιμός υπήρξε, πόσο μάλλον το ότι εκατομμύρια άνθρωποι λιμοκτονούσαν. Ισχυρίστηκε ότι «κάθε αναφορά για λιμό στην Ρωσία είναι σήμερα μια υπερβολή ή κακοήθης προπαγάνδα.»
Περιγράφοντας τις συνέπειες των λανθασμένων άρθρων του Ντουράντυ, ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ, ένας διάσημος Βρετανός ιστορικός και ειδικός ολκής στην ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, έγραψε στο βιβλίο του «Εσοδεία Λύπης: Η σοβιετική κολεκτιβοποίηση και ο λιμός-τρόμος»:
«Ως ένας από τους γνωστότερους ανταποκριτές στον κόσμο για μια από τις πιο γνωστές εφημερίδες του κόσμου, η άρνηση του κ. Ντουράντυ ότι υπήρχε λιμός έγινε αποδεκτή ως ευαγγέλιο. Συνεπώς ο κ. Ντουράντυ εξαπάτησε όχι μόνο τους αναγνώστες της New York Times αλλά λόγω του κύρους της εφημερίδας, επηρέασε την σκέψη αναρίθμητων χιλιάδων άλλων αναγνωστών σχετικά με τον χαρακτήρα του Τζόσεφ Στάλιν και του σοβιετικού καθεστώτος. Και σίγουρα επηρέασε τον πρόσφατα εκλεγμένο πρόεδρο [Φράνκλιν Ντ.] Ρούσβελτ ώστε να αναγνωρίσει την Σοβιετική Ένωση.»
Την ίδια στιγμή, το Χόλιγουντ δέχτηκε παρείσφρηση από κομμουνιστικές και αριστερές ιδέες. Ο Γουίλι Μίντσενμπεργκ, ένας Γερμανός κομμουνιστής και μέλος της Τρίτης Διεθνούς, ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες και αναγνώρισε ότι η αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ένα εργαλείο για προπαγάνδα, εφαρμόζοντας τις έννοιες του Λένιν για ανάπτυξη και παραγωγή ταινιών. Έστειλε τον έμπιστο βοηθό του Όττο Κατς και τον συνεργάτη του Λουί Γκιμπαρτί να παρεισφρήσουν στην βιομηχανία. Ο Κατς ήταν πολύ επιτυχής στην παρείσφρηση στους κοινωνικούς κύκλους της ελίτ του Χόλιγουντ και σύντομα ίδρυσε έναν οργανισμό παράρτημα του Κομμουνιστικού Κόμματος, την «Αντιναζιστική ένωση Χόλιγουντ».
Βήμα το βήμα, η επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης άρχισε να παγιώνεται. Πολλοί παραγωγοί ταινιών της εποχής ειδωλοποίησαν τους Σοβιετικούς κι αυτά τα αισθήματα γίνονταν μόνο μεγαλύτερα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση συμμάχησαν για μικρό διάστημα κατά της ναζιστικής Γερμανίας. Ένας διάσημος θεατρικός συγγραφέας ισχυρίστηκε ότι η γερμανική εισβολή στην Σοβιετική Ένωση ήταν «μια επίθεση στην πατρίδα μας.» Ένας στίχος από το «Αποστολή στην Μόσχα», μια ταινία του 1943 με πρόθεση να αυξήσει την υποστήριξη προς την Σοβιετική-Αμερικανική συμμαχία, απεικονίζει την Σοβιετική Ένωση ως μια χώρα που ιδρύθηκε στις ίδιες θεμελιώδεις αρχές με αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς έχει επίσης ωφεληθεί σε μεγάλο βαθμό από αριστερά μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους στον ελεύθερο κόσμο. Γνωστότεροι μεταξύ τους ήταν οι αριστερίζοντες Αμερικανοί δημοσιογράφοι Έντγκαρ Σνόου, Άγκνες Σμέντλυ, και Άννα Λουίζ Στρονγκ. Το βιβλίο του Σνόοου «Κόκκινο άστρο πάνω από την Κίνα» κατασκεύασε μια φωτεινή εικόνα του Μάο και άλλων ανώτερων επικεφαλής του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος ενώ έκρυβε τα εγκλήματά τους και την κακή φύση του κομμουνισμού από τους Δυτικούς αναγνώστες. Ο Μάο είπε: «Ο Σνόου είναι ο πρώτος που καθάρισε τον δρόμο για τις φιλικές σχέσεις που χρειάζονταν για την καθιέρωση ενός ενιαίου μετώπου.»
Η Σμέντλυ έγραψε πολλά άρθρα και βιβλία που κολάκευαν το ΚΚΚ και τους επικεφαλής του. Υπάρχουν ισχυρά στοιχεία από αρχεία της Σοβιετικής Ένωσης που δείχνουν ότι ήταν πράκτορας της Κομιντέρν που δούλεψε για να καλλιεργήσει ένοπλη επανάσταση στην Ινδία και συνέλεγε πληροφορίες για τους Σοβιετικούς. Η Στρονγκ ήταν επίσης θαυμάστρια του κινεζικού κομμουνιστικού κινήματος. Το ΚΚΚ αναγνώρισε αυτούς τους τρεις Αμερικανούς εκδίδοντας γραμματόσημα προς τιμήν της «αξιέπαινης υπηρεσίας» τους.
3. Αριστερή μεροληψία στους επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης.
Η πλειοψηφία των Αμερικανών λέει πως τα μέσα έχουν κομματική μεροληψία. Μια δημοσκόπηση του Gallup του 2017 έδειξε ότι 64% των ανθρώπων ήξεραν ότι τα μέσα μεροληπτούν υπέρ των Δημοκρατικών. Σε αντίθεση, 22% πιστεύει ότι τα μέσα μεροληπτούν υπέρ των Ρεπουμπλικανών. Μια ερώτηση τότε ανακύπτει: Με την βιομηχανία των ειδήσεων να είναι τόσο ανταγωνιστική, πως μπορεί να υπάρχει μια τόσο ακραία μεροληψία;
Αν και ρεπόρτερ και αρθρογράφοι έχουν τις δικές τους πολιτικές και κοινωνικές απόψεις, τα άρθρα τους δεν θα πρέπει να χρωματίζονται από προσωπική άποψη -η αντικειμενικότητα και ουδετερότητα είναι βασικές αρχές της δημοσιογραφικής ηθικής. Βάσει κανονικών αρχών της αγοράς, η όποια μεροληψία υπάρχει θα έπρεπε να εξισορροπείται από την εμφάνιση νέων, περισσότερο ουδέτερων ανταγωνιστών.
Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Τιμ Γκρόουσκλοουζ, στο βιβλίο του 2011 «Αριστερή στροφή: Πως η μεροληψία των αριστερών μέσων στρεβλώνει το αμερικανικό μυαλό», χρησιμοποίησε αυστηρές επιστημονικές μεθόδους για να αναλύσει τις πολιτικές προτιμήσεις των μεγάλων αμερικανικών μέσων ενημέρωσης. Τα ευρήματά του αποκάλυψαν ότι οι πολιτικές προτιμήσεις των αμερικανικών μέσων κατά μέσο όρο κλίνουν δραματικά προς τον αριστερισμό και “προοδευτισμό” -πολύ αριστερότερα από τον μέσο ψηφοφόρο.
Τα «καθιερωμένα» μέσα ενημέρωσης βρίσκονται ακόμα πιο αριστερά αυτού του μέσου όρου. Το βιβλίο εξηγεί ότι η πλειοψηφία των επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης, είτε είναι ιδιοκτήτες αυτών των οργανισμών ή οι ρεπόρτερ και σχολιαστές, είναι αριστερίζοντες, που, αντικειμενικά μιλώντας, θέτει πίεση στους υποστηρικτές της παράδοσης στο πεδίο. Ο μικρός αριθμός συντηρητικών που εργάζονται σε αριστερίζουσες δημοσιογραφικές εταιρείες μπορεί να φαίνεται στα μάτια κάποιων ως «ήπια κακός ή υπάνθρωπος», σύμφωνα με τον Γκρόουσκλοουζ.
Ακόμα και αν αυτοί οι δημοσιογράφοι δεν πιέζονται για να αφήσουν τις θέσεις τους, δεν τολμούν να διατυπώσουν τις πολιτικές τους απόψεις δημοσίως, και πολύ λιγότερο να προωθήσουν συντηρητικές απόψεις στον τύπο ή στην τηλεόραση. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση του 2013 των ABC News/Washington Post, περίπου 28% των δημοσιογράφων στις Ηνωμένες Πολιτείες αυτοχαρακτηρίζονται Δημοκρατικοί ενώ μόνο 7,1% αυτοχαρακτηρίζονται Ρεπουμπλικανοί.
Η κοινότητα των επαγγελματιών δημοσιογραφίας αποκλείει απόψεις που δεν συμμορφώνονται με την αριστερίζουσα μεροληψία της και έτσι διαμορφώνει αίθουσες πολιτικής ηχούς. Άτομα σε αυτήν την κοινότητα θεωρούν τον εαυτό τους ως την καλοσυνάτη και ευφυή ελίτ στο μέτωπο της κοινωνικής ανάπτυξης, ενώ κοιτούν μειωτικά τους συνηθισμένους πολίτες ως πεισματάρηδες λαϊκούς. Η αριστερή μεροληψία αποθαρρύνει τους μαθητές με συντηρητικές απόψεις να επιλέξουν την δημοσιογραφία ως βασικό τους πτυχίο ή να αναζητήσουν εργασία στα μέσα ενημέρωσης μετά την αποφοίτηση.
Κατά τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ του 2016, πενήντα επτά των εκατό μεγαλύτερων εφημερίδων της χώρας –με μια συνδυασμένη κυκλοφορία των δεκατριών εκατομμυρίων– υποστήριξαν την Δημοκρατική υποψήφια. Αλλά τα καθιερωμένα μέσα δεν αντιπροσωπεύουν απαραιτήτως την γνώμη της καθιερωμένης κοινωνικής τάσης. Μια δημοσκόπηση του 2016 που διεξήχθη από το Gallup βρήκε ότι 36% των Αμερικανών πολιτών αυτοχαρακτηρίζονταν ως συντηρητικοί, ενώ αριστερίζοντες ήταν το 25%. Αυτό σημαίνει ότι, αν τα μέσα αντανακλούσαν με ακρίβεια τις απόψεις της πλειοψηφίας των πολιτών, τότε τα μέσα ενημέρωσης ως όλον δεν θα έκλιναν αριστερά.
Η αριστερή μεροληψία των μέσων ενημέρωσης όπως φαίνεται δεν είναι αποτέλεσμα της λαϊκής θέλησης. Αντ΄ αυτού, έρχεται από την παρασκηνιακή προώθηση μιας πολιτικής ατζέντας με σκοπό την μετατόπιση ολόκληρης της χώρας προς την πολιτική αριστερά. Το χάσμα μεταξύ συντηρητικών και αριστερίζοντων το 1996 ήταν 22%. Το 2014, ήταν 14% και το 2016, ήταν 11%. Οι αριθμοί των συντηρητικών παρέμειναν σταθεροί, αλλά πολλοί στο ενδιάμεσο πήγαν στην αριστερά. Τα καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης χωρίς αμφιβολία παίζουν έναν ρόλο σε αυτήν την δημαγωγική μεταμόρφωση, η οποία, με την σειρά της, διατηρεί την ιδεολογική μεροληψία των μέσων.
Γιατί τα μέσα ενημέρωσης κλίνουν τόσο πολύ προς την αριστερά; Την δεκαετία του 1960, η χώρα είχε υποστεί πολύ μεγάλης έκτασης παρείσφρηση από κομμουνιστική ιδεολογία, με ακραία αριστερά κοινωνικά κινήματα να καταλαμβάνουν τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ακραίοι φοιτητές αυτής της περιόδου αργότερα εισήλθαν στα μέσα ενημέρωσης, την ακαδημαϊκή κοινότητα, κυβερνητικές υπηρεσίες, και τον κόσμο της τέχνης, όπου παγίωσαν έλεγχο επί του δημοσίου διαλόγου.
Σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία πανεπιστημιακών καθηγητών είναι αριστερή (προσκυνούν την Σχολή της Φραγκφούρτης) και τμήματα δημοσιογραφίας και φιλολογίας έχουν φέρει γενιές αποφοίτων υπό αριστερή επιρροή. Εργαζόμενοι των μέσων ενημέρωσης δεν πληρώνονται υψηλούς μισθούς, και αντ΄ αυτού στηρίζονται στην ιδεαλιστική αίσθηση σκοπού για να επιμείνουν στην εργασία τους στο πεδίο. Αυτός ο ιδεαλισμός έχει γίνει εργαλείο για μεταμόρφωση των μέσων ενημέρωσης σε μια αριστερή βάση επιχειρήσεων.
Μαζί με τα δημοσιογραφικά μέσα, η βιομηχανία κινηματογράφου βρίσκεται επίσης υπό πολιορκία. Το Χόλιγουντ έχει γίνει προμαχώνας αριστερής προπαγάνδας. Χρησιμοποιώντας εξεζητημένες τεχνικές παραγωγής και αφήγησης, αριστερίζοντες παραγωγοί προωθούν αριστερές ιδεολογίες που έχουν φτάσει σε ολόκληρο τον κόσμο. Το κύριο θέμα των ταινιών του Χόλιγουντ συνήθως δυσφημεί τον καπιταλισμό και να δίνει έμφαση σε ταξική διαμάχη, πολιτική ορθότητα, ενώ εξυμνεί την ανήθικη συμπεριφορά ή το αντι-αμερικανικό αίσθημα.
Ο συγγραφέας Μπεν Σαπίρο πήρε συνέντευξη από πρωταγωνιστές ταινιών και παραγωγούς στο Χόλιγουντ για το βιβλίο του «Βραδινή προπαγάνδα: Η αληθινή ιστορία του Χόλιγουντ του πως η αριστερά κατέλαβε την τηλεόρασή σας». Σύμφωνα με τον Σαπίρο, ένας διάσημος παραγωγός είπε ότι στο επάγγελμά του, ο αριστερισμός είναι «100% κυρίαρχος» και ότι «οποιοσδήποτε τον αρνείται αστειεύεται ή δεν λέει την αλήθεια.» Όταν ρωτήθηκε για το αν μια διαφορετική πολιτική άποψη θα μπορούσε να εμποδίσει την ικανότητα κάποιου να εξασφαλίσει μια δουλειά στην βιομηχανία κινηματογράφου, ο παραγωγός απάντησε: «Απολύτως».
Ένας άλλος διάσημος παραγωγός είπε ανοιχτά ότι το Χόλιγουντ πουλάει αριστερές πολιτικές απόψεις μέσω των έργων του [Χόλιγουντ]: «Τώρα, υπάρχει μόνο μία οπτική. Και είναι μια πολύ κομουνιστική οπτική.» Ο παραγωγός μιας τηλεοπτικής αστυνομικής σειράς είπε ότι παρουσιάζει εσκεμμένα περισσότερους λευκούς ως εγκληματίες επειδή δεν «θέλει να συνεισφέρει σε αρνητικά στερεότυπα.»
Ο Σαπίρο θεωρεί πως ο νεποτισμός στο Χόλιγουντ είναι ιδεολογικός κι όχι οικογενειακός: Φίλοι προσλαμβάνουν φίλους με τις ίδιες ιδεολογικές απόψεις. Η άνεση με την οποία το πλήθος του Χόλιγουντ παραδέχεται την αντι-συντηρητική μεροληψία του εντός της βιομηχανίας είναι σοκαριστική. Αυτοί που μιλούν για ανοχή και διαφορετικότητα δεν έχουν καμία ανοχή σε θέματα σεβασμού της διαφορετικότητας στην ιδεολογία. (αναζήτησε τα άρθρα: ‘Top Gun: Maverick’ Μια Στρατιωτική Προπαγάνδα” και “Χόλιγουντ: Κολοσσιαίος Πλασιέ Πολέμου”)
4. Η κατάληψη των μέσων ενημέρωσης από αριστερισμό και προοδευτισμό.
Ο Γουότερ Γουίλιαμς, ιδρυτής της δημοσιογραφικής εκπαίδευσης και της πρώτης σχολής δημοσιογραφίας στο πανεπιστήμιο του Μισούρι, δημιούργησε τον «Κώδικα του δημοσιογράφου» το 1914. Όρισε την δημοσιογραφία ως ανεξάρτητο επάγγελμα που σέβεται τον Θεό και τιμά την ανθρωπότητα. Οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να «μένουν ακλόνητοι από τιμή της γνώμης ή απληστία για δύναμη.» Θα πρέπει να ασκούν αυτοέλεγχο, υπομονή, θάρρος και συνεχή σεβασμό για τους αναγνώστες τους. Μετά την δεκαετία του 1960, ωστόσο, καθώς ο “προοδευτισμός” επικράτησε, ο ακτιβισμός αντικατέστησε την αντικειμενικότητα, και ο κομουνισμός και η δημοκρατία αντικατέστησαν την αμεροληψία.
Στο βιβλίο του 1968 «Η δημοσιογραφική ελίτ», ο συγγραφέας Ρόμπερτ Λίχτερ έγραψε ότι οι δημοσιογράφοι τείνουν να προσθέτουν τις δικές τους γνώμες και εκπαιδευτικό υπόβαθρο στα άρθρα τους για αμφιλεγόμενα θέματα. Επειδή η πλειοψηφία των ανθρώπων σε αίθουσες τύπου είναι αριστερίζοντες, η αναφορά ειδήσεων έχει μετατοπιστεί προς όφελος της αριστερής πολιτικής. Ο Τζιμ Α. Κύπερς, στην έρευνά του για την εξέλιξη της αμερικανικής δημοσιογραφίας τα τελευταία διακόσια χρόνια, κατέληξε στο ότι τα σημερινά καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης είναι αριστερίζοντα τόσο στο προσωπικό τους όσο και στην αρθρογραφία τους.
Ανέφερε έναν φιλοαριστερό αρθρογράφο μιας μεγάλης εφημερίδας που είπε: «Πολύ συχνά, έχουμε τον αριστερισμό σε ετοιμότητα και δεν έχουμε ανοχή για άλλους τρόπους ζωής και απόψεις… Δεν είμαστε πολύ ανεπαίσθητοι για αυτό ως εφημερίδα: Αν θέλετε να εργαστείτε εδώ, θα πρέπει να είστε ένας από εμάς. Θα πρέπει να είστε αριστερός, προοδευτικός, ένας Δημοκρατικός.»
Σε ένα άρθρο σχολιασμού που εκδόθηκε από την Wall Street Journal το 2001, ο πρώην ρεπόρτερ του CBS Μπέρναρντ Γκόλντμπεργκ έγραψε ότι οι παρουσιαστές ειδήσεων των καθιερωμένων μέσων είναι τόσο μεροληπτικοί που «δεν ξέρουν καν τι θα πει αριστερή μεροληψία.»
Παρά τις δημοσκοπήσεις που λένε πως οι Αμερικανοί αντιλαμβάνονται την ύπαρξη κομματικότητας στα μέσα, πολλοί ακόμα θεωρούν δεδομένο ότι τα άρθρα γράφονται αντικειμενικά και πλήρως κι ότι αυτό που αναφέρεται είναι “σοβαρή ανάλυση ειδικών βάσει πληροφοριών από έγκυρες πηγές”. Τα αριστερά μέσα χρησιμοποιούν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών τους για να τους ενσταλάξουν την ιδεολογική τους κοσμοθεώρηση. Επειδή οι ελεύθερες κοινωνίες της Δύσης έχουν παραδοσιακά δώσει έμφαση στην ανάγκη για φιλαλήθη, αντικειμενικά, και δίκαια μέσα ενημέρωσης, τα αριστερά μέσα δεν διαδίδουν πάντα χαλκευμένες ειδήσεις για να εξαπατήσουν το κοινό άμεσα. Οι μέθοδοί τους είναι πιο ήπιες και εξεζητημένες, όπως περιγράφονται παρακάτω.
Επιλεκτική κάλυψη.
Κάθε μέρα, χιλιάδες αξιοσημείωτα γεγονότα συμβαίνουν ανά τον κόσμο. Αλλά το ποια γεγονότα θα λάβουν προσοχή ή θα σβήσουν σιωπηλά, σχεδόν ολοκληρωτικά αποφασίζεται από τι επιλέγουν να αναφέρουν τα αριστερίζοντα μέσα ενημέρωσης.
Η επιλεκτική κάλυψη μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις κατηγορίες. Πρώτον, γεγονότα επιλέγονται μόνο ή κυρίως για την χρησιμότητά τους στο να διευκολύνουν για τους αναγνώστες να δεχθούν την ιδεολογική στάση της αριστεράς. Δεύτερον, αντί για μια πλήρη αναφορά του πλαισίου ενός γεγονότος, τα μέσα αναφέρουν μόνο τις πτυχές που υποστηρίζουν την αριστερή θέση. Τελευταίο, τα μέσα τείνουν να δίνουν μεγαλύτερη φωνή σε αυτούς που κλίνουν προς τα αριστερά ή οι δηλώσεις των οποίων συμφωνούν με την αριστερά, ενώ άλλοι οργανισμοί και άτομα παίρνουν λιγότερη κάλυψη.
Οι Γκρόουσκλόουζ και Τζέφρυ Μίλυο έγραψαν στην έρευνά τους του 2005 «Ένα μέτρο δημοσιογραφικής μεροληψίας» ότι «για κάθε αμαρτία κάλυψης… πιστεύουμε πως υπάρχουν εκατοντάδες και ίσως χιλιάδες, αμαρτίες παράλειψης -περιπτώσεις όπου ένας δημοσιογράφος επιλέγει γεγονότα ή ιστορίες που μόνο μία πλευρά του πολιτικού φάσματος είναι πιθανόν να αναφέρει.»
Ίσως ένα από τα πιο εκπληκτικά παραδείγματα επιλεκτικής κάλυψης είναι η έλλειψη αναφορών για την μεγαλύτερη δίωξη πίστης στην σύγχρονη ιστορία. Στην Κίνα από το 1999, το ΚΚΚ έχει διώξει άτομα που κάνουν την πνευματική άσκηση “Φάλουν Γκονγκ”, η οποία μιλάει για τις οικουμενικές αρχές της αλήθειας, καλοσύνης, και ανεκτικότητας. Αυτή η δίωξη έχει άμεσα επηρεάσει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων στην πιο πολυπληθή χώρα του κόσμου για περισσότερο από δύο δεκαετίες, και διαπράττεται σε έναν βαθμό βαρβαρότητας που είναι δύσκολο να γίνει πιστευτός.
Ωστόσο, η κάλυψή της από τα δυτικά μέσα είναι δυσανάλογα μικρή όταν συγκρίνεται με το μέγεθος και δριμύτητα των πραγματικών γεγονότων που λαμβάνουν χώρα. Τα περισσότερα καθιερωμένα μέσα, επηρεασμένα από την πολιτική δύναμη του ΚΚΚ, έχουν ασκήσει αυτολογοκρισία ή έχουν παραμείνει σιωπηλά κατά την διάρκεια της τερατώδους επίθεσης του ΚΚΚ στην ελευθερία της πίστης και στις θεμελιώδεις αξίες του ανθρώπινου πολιτισμού. Κάποιοι είναι ακόμη και συνένοχοι καθώς βοήθησαν το ΚΚΚ να διαδώσει την εξαπάτησή του.
Την ίδια στιγμή, μια τάση έχει εμφανιστεί που αντιτίθεται στον κομμουνισμό και προωθεί μια επιστροφή στην παράδοση. Έως τον Μάιο 2020, περισσότεροι από 350 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν αποχωρήσει από το ΚΚΚ και τις συγγενικές του οργανώσεις μέσα από το κίνημα Τούιντανγκ («Αποχώρηση από το κόμμα»). Και όμως ένα τόσο μαζικό φαινόμενο, που έχει μεγάλη σημασία για το μέλλον της Κίνας και του κόσμου, σπάνια ή καθόλου δεν αναφέρεται στα δυτικά μέσα.
Δημιουργία ατζέντας
Την δεκαετία του 1960, δημοσιογραφικοί ερευνητές μίλησαν για την θεωρία σημαντικής επιρροής ότι τα μέσα ενημέρωσης προσδιορίζουν ποια θέματα ο κόσμος θεωρεί κατάλληλα για συζήτηση. Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Μπέρναρντ Κόεν το διατύπωσε αυτό καλά όταν είπε ότι ο τύπος «μπορεί να μην έχει επιτυχία συνήθως όταν λέει στους ανθρώπους τι να σκεφτούν, αλλά είναι εκπληκτικά επιτυχής στο να λέει στους αναγνώστες του τι να βάλουν στο μυαλό τους.»
Δηλαδή, ο τύπος μπορεί να προσδιορίσει την σημασία γεγονότων δια μέσου του αριθμού άρθρων και δεύτερων αναφορών που λαμβάνει ένα γεγονός, ενώ ισάξια ή πιο σημαντικά θέματα μπορεί να αντιμετωπιστούν πιο περιληπτικά ή καθόλου. Για παράδειγμα, αν και το θέμα των δικαιωμάτων τρανστζέντερ αφορά μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού, έχει γίνει σημείο εστίασης συζητήσεων και ένα παράδειγμα που τα μέσα έχουν θέσει επιτυχώς μια ατζέντα. Επιπλέον, ένα αφήγημα για την παγκόσμια άνοδο θερμοκρασίας έγινε το κυρίαρχο στην δημόσια συζήτηση ως αποτέλεσμα της μακράς διαρκείας συνωμοσίας μεταξύ μέσων και άλλων πολιτικών δυνάμεων.
Πολλές προοδευτικές ιδέες -όπως η αποκαλούμενη ως δήθεν κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα και φεμινισμός- έχουν γίνει καθιερωμένες, ενώ τα εγκλήματα του κομμουνισμού έχουν αφεθεί. Ο πρώην πρόεδρος της Αμερικανικής Βουλής Νιουτ Γκίνγκριτς είχε γράψει το 2018: «Η ακαδημαϊκή αριστερά και τα μέσα ενημέρωσής της και πιστοί του Χόλιγουντ αρνούνται να αντιμετωπίσουν την τρομακτική ιστορία της ατελείωτης απανθρωπιάς του μαρξισμού.»
Στρέβλωση
Πολλά θέματα είναι πολύ μεγάλα για να αγνοηθούν και σε αυτές τις περιπτώσεις, τα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούν την μέθοδο της στρέβλωσης για να επηρεάσουν το ενημερωτικό περιβάλλον. Το κίνημα σεξουαλικής απελευθέρωσης και τα μέτρα κρατικών επιδομάτων της δεκαετίας του 1960 είχαν αποτέλεσμα την αποσύνθεση της οικογένειας, επιδείνωσαν την φτώχεια, και αύξησαν την εγκληματικότητα. Ωστόσο, αριστεριστές χρησιμοποιούν τα μέσα ενημέρωσης και το Χόλιγουντ για να παρουσιάζουν μια εικόνα μιας δυνατής και ανεξάρτητης ανύπαντρης μητέρας, κρύβοντας τα πραγματικά κοινωνικά προβλήματα πίσω από το φαινόμενο.
Βάζουν ειδικούς να κατηγορούν την συστημική διάκριση για την χαμηλή οικονομική και κοινωνική κατάσταση των ομάδων μειονοτήτων, συνεπώς αποκρύπτουν τους πραγματικούς λόγους – πολλοί εκ των οποίων έχουν τις ρίζες τους στον κομμουνισμό. Η συχνότητα τέτοιων αφηγημάτων είναι κυρίως αποτέλεσμα συνεργίας μεταξύ των μέσων ενημέρωσης και πολιτικών δυνάμεων.
Η μέθοδος της στρέβλωσης φαίνεται κυρίως στο φαινόμενο των αφηγημάτων που προηγούνται των γεγονότων. Στην αντικειμενική δημοσιογραφία, ο δημοσιογράφος δίνει μια περίληψη των γεγονότων για να διαμορφώσει ένα αφήγημα. Αλλά ρεπόρτερ και αρθρογράφοι που έχουν προκατειλημμένες απόψεις για ένα θέμα διαμορφώνουν τα γεγονότα ώστε να ταιριάξουν στο αφήγημα που δίνει δύναμη στις μεροληψίες τους.
Χρήση πολιτικής ορθότητας για επιβολή αυτολογοκρισίας.
Η πολιτική ορθότητα, ένα ισχυρό κομμουνιστικό Woke εργαλείο, εμποτίζει τα μέσα ενημέρωσης. Είτε υπάρχουν γραμμένοι στον οδηγό ύφους, είτε αφημένοι ως υπονοούμενοι, πολλές δημοσιογραφικές εταιρείες έχουν κανονισμούς πολιτικής ορθότητας που επηρεάζουν τι μπορεί ή δεν μπορεί να αναφερθεί και πως πρέπει να παρουσιαστεί. Λόγω της νομοθεσίας των «εγκλημάτων μίσους» σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, πολλά τοπικά μέσα δεν τολμούν να αναφέρουν εγκλήματα που διεπράχθησαν από μετανάστες, παρά το ότι αυτά τα εγκλήματα έχουν γίνει σοβαρότατα κοινωνικά θέματα και απειλούν την εγχώρια ασφάλεια σε αυτές τις χώρες. Αμερικανικοί δημοσιογραφικοί οργανισμοί επίσης αυτολογοκρίνονται σχετικά με την αναφορά εγκλημάτων, συχνά παραλείποντας να αναφέρουν το ότι ο δράστης ήταν μετανάστης.
Τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, μαζί με αριστερές/κομουνιστικές πολιτικές ομάδες και την ακαδημαϊκή κοινότητα, έχουν δημιουργήσει ένα λεξικό πολιτικά ορθής Woke γλώσσας. Έχει εφαρμοστεί τόσο συχνά από τα μέσα ενημέρωσης, που η γλώσσα έχει ριζώσει βαθιά στην δημόσια συνείδηση, επηρεάζοντας το κοινό σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο.
Χαρακτηρισμός των συντηρητικών πηγών για εξουδετέρωση της επιρροής τους.
Για να δημιουργήσουν την εντύπωση της ισορροπημένης δημοσιογραφίας, τα αριστερά μέσα ενημέρωσης δεν έχουν επιλογή από το να αναφέρουν και τις γνώμες των συντηρητικών ή συντηρητικών think tanks. Αλλά τα μέσα ενημέρωσης συνήθως χρησιμοποιούν «ταμπέλες» όπως «πολύ δεξιός», «δεξιός», ή «θρησκευτικός δεξιός» όταν αναφέρουν αυτές τις πηγές, υπονοώντας ότι οι γνώμες τους είναι προκατειλημμένες ή μη αξιόπιστες. Σε αντίθεση, όταν αναφέρουν δηλώσεις αριστερών ή αριστερών think tanks, τα μέσα συνήθως χρησιμοποιούν ουδέτερους τίτλους όπως «ακαδημαϊκός» ή «ειδικός», υπονοώντας ότι αυτές οι απόψεις είναι αμερόληπτες, αντικειμενικές, λογικές, και αξιόπιστες.
Από την στιγμή που τα μέσα υποστηρίζουν μια άποψη της αριστεράς, αυτό θα εκδηλωθεί σε κάθε πτυχή της κοινωνίας. Ένα άρθρο του Οκτωβρίου 2008 από την New York Times με τίτλο «Αριστερές απόψεις κυριαρχούν στο προσκήνιο» δήλωσε: «Κατά την διάρκεια αυτής της εκλογικής περιόδου οι θεατρόφιλοι στην Νέα Υόρκη μπορούν να δουν περίπου δέκα πολιτικά έργα, για το Ιράκ, την διαφθορά στην Ουάσινγκτον, τον φεμινισμό, ή την μετανάστευση. Αυτό που δεν θα δουν είναι έργα με μια συντηρητική οπτική».
Τα πολιτικά χρώματα των μέσων ενημέρωσης αντανακλώνται επίσης στην κάλυψή τους στις δημοκρατικές διαδικασίες. Αριστερίζοντες υποψήφιοι παίρνουν θετικές δημοσιογραφικές αναφορές, ενώ υποψήφιοι που ασπάζονται παραδοσιακές απόψεις λαμβάνουν περισσότερη επίκριση. Τέτοια άρθρα και αναλύσεις «ειδικών» έχουν πολύ μεγάλη επιρροή στον πληθυσμό των ψηφοφόρων.
Ο Γκρόουσκλοουζ ανακάλυψε ότι πάνω από 90% των δημοσιογράφων στην Ουάσινγκτον ψήφισαν τους Δημοκρατικούς/Κομουνιστές. Σύμφωνα με τον υπολογισμό του Γκρόουσκλοουζ, σε τυπικές εκλογές, η μεροληψία των μέσων ενημέρωσης βοηθά τους Δημοκρατικούς υποψηφίους περί το 8 – 10% σε ψήφους. Για παράδειγμα, αν δεν υπήρχε δημοσιογραφική μεροληψία, ο Τζον ΜακΚέιν θα είχε νικήσει τον Μπαράκ Ομπάμα με 56% έναντι 42%, αντί να χάσει με 46% έναντι 53%.
5. Η βιομηχανία θεάματος: Μια εμπροσθοφυλακή κατά της παράδοσης.
Το Χόλιγουντ, ως διεθνές σύμβολο αμερικανικού πολιτισμού, έχει λειτουργήσει ως αναμεταδότης και ενισχυτής των αμερικανικών αξιών παγκοσμίως. Αλλά έχει επίσης γίνει ένα όργανο για παρουσίαση σε όλη την ανθρωπότητα στρεβλωμένων, αντιπαραδοσιακών, αντιεπιβιωτικών αξιών.
Σήμερα είναι δύσκολο για τους περισσότερους Αμερικανούς να φανταστούν ότι οικογένειες τις δεκαετίες 1930 και ’40 δεν χρειαζόταν να ανησυχούν για την αρνητική επιρροή των ταινιών στα παιδιά, καθώς η βιομηχανία θεάματος τότε ακολουθούσε αυστηρούς ηθικούς κανονισμούς. Το 1930, με δυνατή στήριξη από εκκλησίες, η βιομηχανία θεάματος εισήγαγε τον Κώδικα Παραγωγής Κινούμενων Εικόνων (Ταινιών) γνωστό ως Κώδικα Χέυς.
Η πρώτη αρχή του ήταν ότι δεν πρέπει να παραχθεί ταινία που να μειώνει τα ηθικά πρότυπα των θεατών της. Το κοινό δεν θα πρέπει ποτέ να παρακινηθεί να συμπαθήσει το έγκλημα, το κακό, ή την αμαρτία. Η αρχή του Κώδικα Χέυς για το σεξ ήταν να διατηρεί την ιερότητα του γάμου. Οι ταινίες δεν ήταν για να μεταδίδουν το μήνυμα ότι χαμηλές μορφές σεξουαλικών σχέσεων ήταν αποδεκτοί τρόποι. Η μοιχεία, αν και μερικές φορές απαραίτητη ως υλικό πλοκής, δεν θα έπρεπε να δικαιολογείται, ούτε να παρουσιάζεται ελκυστικά ή με έναν εμφανή τρόπο.
Μετά την δεκαετία του 1950, ωστόσο, η σεξουαλική/ελευθεριότητα ως “απελευθέρωση” προκάλεσε πολιτισμικά και ηθικά κύματα σοκ. Η άνοδος της τηλεόρασης στο αμερικανικό νοικοκυριό καλλιέργησε τεράστια πίεση στην αγορά και ανταγωνισμό μεταξύ παραγωγών ταινιών. Το Χόλιγουντ όλο και περισσότερο αγνοούσε τον Κώδικα Χέυς.
Για παράδειγμα, η υποψήφια για Όσκαρ ταινία του 1962 “Λολίτα”, που βασίστηκε στο βιβλίο με το ίδιο όνομα, παρουσίασε μια σχέση μοιχείας και παιδεραστίας μεταξύ ενός άντρα και της ανήλικης θετής κόρης του. Αν και η ταινία έλαβε τόσο αρνητικές όσο και θετικές κριτικές μετά την δημοσίευσή της, σήμερα έχει μια βαθμολογία κοινού 91% στο Rotten Tomatoes, μια ιστοσελίδα συγκέντρωσης αξιολογήσεων για ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Αυτό αντανακλά την τεράστια αλλαγή στην κοινωνική ηθική που έχει συμβεί τις πρόσφατες δεκαετίες.
Τα κινήματα αντιπαράδοσης στο τέλος της δεκαετίας 1960 σήμαναν την κατάρρευση της παραδοσιακής ηθικής και τάξης στις παραγωγές του Χόλιγουντ. Πολλές γνωστές ταινίες που παρουσίαζαν θέματα επανάστασης αντανακλούν την διαφθορά που μεγάλωνε στην αμερικανική βιομηχανία θεάματος. Όπως συζητήθηκε σε προηγούμενα κεφάλαια, μια βασική τακτική του κομμουνισμού είναι να παρουσιάσει την εγκληματική συμπεριφορά υπό ένα ευγενές ή καλό φως.
Η «Μπόνι και Κλάιντ» είναι μια ταινία με παράνομους του 1967 βασισμένη στην πραγματική ιστορία των ληστών της περιόδου Μεγάλης Ύφεσης. Κατά την Μεγάλη Ύφεση, πολλές οικογένειες έχασαν το σπίτι τους αφότου οι τράπεζες κατάσχεσαν τα σπίτια τους. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας παρουσιάζονται ως άτομα που εκφράζουν δίκαιο θυμό για αυτό το φαινόμενο και ως πολέμιοι της αδικίας όταν διαπράττουν ληστεία σε τράπεζα και φόνο. Η ταινία, που παρουσιάζει κάποιες από τις πρώτες αναπαραστάσεις σκληρής βίας του Χόλιγουντ, έχει μια αφήγηση σε ύφος Ρομπέν των Δασών.
Το εγκληματικό ζευγάρι, που υποδύονται δύο όμορφοι ηθοποιοί, παρουσιάζεται ως έχον μια εγγενή αίσθηση και κατανόηση περί δικαιοσύνης. Η αστυνομία, εν τω μεταξύ, παρουσιάζεται ως αποτελούμενη από ανόητα ανδρείκελα αντί για υπερασπιστές του νόμου και τάξης. Οι θάνατοι των Μπόνι και Κλάιντ όταν πιάστηκαν σε μια παγίδα της αστυνομίας στο φινάλε της ταινίας είχαν μια βαθιά επιρροή στα νεαρά μέλη του κοινού. Οι δύο χαρακτήρες έφτασαν να θεωρούνται μάρτυρες, σαν να είχαν θυσιάσει τον εαυτό τους σε έναν ευγενή αγώνα.
Οι σκηνές εγκληματικότητας και βίας στην ταινία σόκαραν τον κύριο κορμό της αμερικανικής κοινωνίας, αλλά βρήκαν πολύ καλή αποδοχή από επαναστατικούς φοιτητές. Οι νέοι άρχισαν να αντιγράφουν τον λόγο των πρωταγωνιστών, τον τρόπο ντυσίματος, και την απέχθεια για την παράδοση και τα έθιμα. Κάποιοι προσπάθησαν ακόμα και να μιμηθούν τον τρόπο καταστροφής του ζευγαριού.
Αν και μια αρχική κριτική της ταινίας στο Time την έκρινε ως άσεμνη και γεμάτη κενά πλοκής, οι δύο πρωταγωνιστές εμφανίστηκαν στο εξώφυλλο του περιοδικού λίγους μήνες μετά, με το κεντρικό άρθρο να αναφέρει: «Η ‘Μπόνι και Κλάιντ’ δεν είναι απλώς η απρόσμενη επιτυχία της δεκαετίας αλλά επίσης, με μια αυξανόμενη συμφωνία κοινού και κριτικών, η καλύτερη ταινία του έτους».
Ένας κριτικός ταινιών για μια αριστερίζουσα έκδοση έγραψε ένα άρθρο που σύγκρινε τους Μπόνι και Κλάιντ με τον Κουβανό επικεφαλής αντάρτη Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα και τον τρομοκράτη Βιετ Κονγκ Νγκγιεν Βαν Τρόι. Μια ακραία ομάδα νέων ισχυρίστηκε: «Δεν είμαστε εν δυνάμει Μπόνι και Κλάιντ, είμαστε Μπόνι και Κλάιντ». Μαζί με την εξύμνηση του εγκλήματος, η Μπόνι και Κλάιντ παρουσίασε ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο σεξουαλικότητας. Ωστόσο, η ταινία έλαβε κριτική αναγνώριση, λαμβάνοντας δέκα υποψηφιότητες για Όσκαρ και κερδίζοντας δύο. Το Χόλιγουντ είχε παρεκκλίνει από τις παραδοσιακές αρχές του.
Ο «Απόφοιτος», ταινία του τέλους του 1967, ανακλούσε την εσωτερική αγωνία και προβλήματα των φοιτητών εκείνη την περίοδο. Αναπαριστά έναν νέο απόφοιτο σε μια διασταύρωση στην ζωή του, και οι παραδοσιακές αξίες της γενιάς του πατέρα του παρουσιάζονται ως βαρετές και υποκριτικές. Αντί να εισέλθει στην καθιερωμένη αμερικανική κοινωνία, ο απόφοιτος δέχεται τις προτροπές μιας μεγαλύτερης παντρεμένης γυναίκας, αλλά στο τέλος ερωτεύεται την κόρη της, που ανακαλύπτει την σχέση. Στο τέλος της ταινίας, ο πρωταγωνιστής ορμά στην εκκλησία όπου η κόρη επρόκειτο να παντρευτεί κάποιον άλλον, και αυτός και η νεαρή γυναίκα φεύγουν τρέχοντας μαζί.
Ο «Απόφοιτος» παρουσιάζει έναν κυκεώνα νεανικής επαναστατικότητας, μη ελεγχόμενης λίμπιντο, και άλλων θεμάτων που αντανακλούν το μπερδεμένο, αντιπαραδοσιακό περιβάλλον των επαναστατικών νέων. Η ταινία ήταν εξαιρετικά επιτυχής, δημιουργώντας μεγάλες πωλήσεις, καθώς και επτά υποψηφιότητες Όσκαρ και μία νίκη.
Ταινίες όπως η «Μπόνι και Κλάιντ» και ο «Απόφοιτος» εκκίνησαν την εποχή του Νέου Χόλιγουντ. Στο τέλος του 1968, ο Κώδικας Χέυς αντικαταστάθηκε με το σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης ταινιών. Αυτό σημαίνει ότι ταινίες με κάθε είδους περιεχόμενο μπορούν να προβληθούν και απλώς θα χαρακτηρίζονται με μια αξιολόγηση. Αυτό χαλάρωσε την ηθική αυτοπειθαρχία της βιομηχανίας θεάματος σημαντικά και θόλωσε τα πρότυπα σωστού και λάθους.
Με τον τρόπο αυτόν, οι άνθρωποι του θεάματος και το προσωπικό των μέσων ενημέρωσης διαχώρισαν την ηθική από τις παραγωγές τους, δίνοντας το ελεύθερο στην παρουσίαση ανήθικου και κακού περιεχομένου. Η διεφθαρμένη διασκέδαση δημιούργησε εθισμό στο κοινό με φθηνό υλικό που προκαλεί έξαψη και έντονο συναίσθημα. Εν τω μεταξύ, οι παραγωγοί ενέδωσαν στην απληστία καθώς συσσώρευαν τεράστια εμπορικά κέρδη.
Οι ταινίες είναι ένα ειδικό μέσο με την δύναμη να απεικονίζουν συναρπαστικές ατμόσφαιρες και ρεαλιστικές προσωπικότητες. Η ικανότητα στην σκηνοθεσία μπορεί να αλλάξει τις απόψεις του κοινού, ειδικά των νέων και ευκολόπιστων, σε πολλά επίπεδα, διαμορφώνοντας τα συναισθήματά τους και τις κοσμοθεωρίες τους. Ένας γνωστός κινηματογραφικός παραγωγός είπε κάποτε: «Τα ντοκιμαντέρ μεταστρέφουν τον ήδη μετεστραμμένο. Οι φανταστικές ταινίες μεταστρέφουν τον μη μετεστραμμένο.»
Με άλλα λόγια, τα ντοκιμαντέρ ενδυναμώνουν τις αξίες που οι θεατές ήδη έχουν, ενώ οι ταινίες που έχουν φανταστική, μη αληθινή, πλοκή χρησιμοποιούν εντυπωσιακές ιστορίες για να δώσουν στο ανυποψίαστο κοινό τους ένα νέο σύνολο αξιών.
Ο παραγωγός και πρωταγωνιστής της «Μπόνι και Κλάιντ» είναι υποστηρικτής του σοσιαλισμού. Το ιστορικό δράμα του «Κόκκινοι» του 1981 κέρδισε βραβεία Όσκαρ και Χρυσής Σφαίρας. Στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, η ταινία άλλαξε το στερεότυπο ενός ακραίου κομμουνιστή σε αυτό ενός ήρεμου και πονόψυχου ιδεαλιστή. Σε μια άλλη από τις ταινίες του με υποψηφιότητα Όσκαρ, την «Μπούλγουορθ», υποδύθηκε έναν αριστερίζοντα υποψήφιο γερουσιαστή που παίρνει ναρκωτικά, γράφει ραπ για την κρατικοποιημένη υγειονομική περίθαλψη και για ταξικές ανισότητες, θυμώνει έντονα κατά των μεγάλων επιχειρήσεων της Αμερικής, και προσλαμβάνει έναν δολοφόνο για να τον σκοτώσει ώστε η κόρη του να μπορέσει να πάρει χρήματα από την ασφάλιση ζωής του. Η ταινία είχε τέτοια επιτυχία που κάποιοι τον προέτρεψαν να βάλει υποψηφιότητα για πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Μετά την εμφάνιση του νέου συστήματος αξιολόγησης ταινιών, το Χόλιγουντ άρχισε να παράγει μαζικά ταινίες που ρίχνουν ένα θετικό φως σε διεφθαρμένες συμπεριφορές όπως σεξουαλική ανηθικότητα, βία, ναρκωτικά, και οργανωμένο έγκλημα. Μια έρευνα βρήκε ότι έως και 58% των ταινιών του Χόλιγουντ που παρήχθησαν μεταξύ 1968 και 2005 ήταν χαρακτηρισμένες R. Μία από τις πρώτες ταινίες με αξιολόγηση R, η «Easy Rider», έγινε αμέσως επιτυχία και συνέβαλε στην δημοτικότητα της χρήσης ναρκωτικών.
Η ταινία δείχνει τις περιπέτειες δύο χίπι εμπόρων κοκαΐνης μοτοσυκλετιστών καθώς ασκούν «ελεύθερο έρωτα» σε μια κομμούνα, επισκέπτονται πορνείο, και αφήνονται σε ναρκωτικά που προκαλούν παραισθήσεις στον δρόμο τους για το Μάρντι Γκρας. Αληθινά ναρκωτικά χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή της ταινίας. Ο τρόπος ζωής των χαρακτήρων αυτός της αντικοινωνικής άφεσης σε επιθυμίες χωρίς συμβατικές αρχές, έγινε το όνειρο πολλών νέων. Ο σκηνοθέτης είχε πει:
«Το πρόβλημα κοκαΐνης στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πραγματικά από εμένα. Δεν υπήρχε κοκαΐνη πριν την Easy Rider στους δρόμους. Μετά την Easy Rider ήταν παντού.»
Ο Αμερικανός ακαδημαϊκός Βίκτορ Μπ. Κλάιν έκανε μια ανάλυση την δεκαετία του 1970 σε τριάντα επτά ταινίες που προβλήθηκαν στην περιοχή Σολτ Λέικ Σίτι. Βρήκε ότι 57% των ταινιών παρουσίαζαν την ανειλικρίνεια ως ηρωική ή δικαιολογημένη από τις περιστάσεις και ότι 38% παρουσίαζαν το έγκλημα ως κάτι που αποδίδει ή ως μια διασκεδαστική δραστηριότητα ελεύθερου χρόνου χωρίς αρνητικές επιπτώσεις.
Στο 59% των ταινιών, οι ήρωες σκότωσαν τουλάχιστον ένα άτομο. Βρήκε επίσης ότι 72% των ηρωίδων παρουσιάζονταν ως ανήθικες σε κάποιον βαθμό και ότι μόνο μία ταινία υπονοούσε στην πλοκή της φυσιολογικές σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ παντρεμένου ζευγαριού. Μόνο 22% των ταινιών παρουσίαζαν κάποιον βασικό χαρακτήρα να έχει υγιή και ικανοποιητικό γάμο.
Ένα σύνηθες επιχείρημα κατά της επίκρισης της βίας και σεξουαλικότητας στις ταινίες είναι ότι τέτοια πράγματα υπάρχουν στην πραγματική ζωή και ότι οι ταινίες απλώς αντανακλούν την φύση της πραγματικότητας, αντί να λέγεται ότι προκαλούν αρνητικές επιπτώσεις. Αλλά από τους παραπάνω αριθμούς και μόνο, αυτό φαίνεται ότι είναι λάθος. Επιπλέον, πολλές ταινίες που παράγουν αριστερίζοντες του Χόλιγουντ αντανακλούν φυσικά τις αξίες τους, και, με την σειρά τους, έχουν αλλάξει τις αξίες της κοινωνίας.
Σύμφωνα με τον κριτικό ταινιών και πρώην δημιουργού ταινιών του Χόλιγουντ Μάικλ Μέντβεντ, οι αριστερίζοντες κοινωνικοί επαναστάτες στο Χόλιγουντ επιτίθενται στις αξίες της κοινωνίας μέσω χτυπημάτων στην αξία της οικογένειας, προώθησης σεξουαλικής διαστροφής, και εξύμνησης του άσχημου. (αναζήτησε το άρθρο: Η Αποδόμηση του Θανατηφόρου Woke)
Άλλοι λένε πως η πλημμυρίδα του ηθικά διεφθαρμένου περιεχομένου στην βιομηχανία του κινηματογράφου είναι απλώς αποτέλεσμα των δυνάμεων της αγοράς. Αλλά ανεξαρτήτως μέσων, διαβολικοί στόχοι επιτυγχάνονται με τρομακτικές επιπτώσεις. Η ταχύτητα και δύναμη με την οποία η βιομηχανία ταινιών έχει χρησιμοποιηθεί για να χαλάσει την δημόσια ηθική είναι συγκλονιστική. Κάποιες ταινίες δοξάζουν κτήνη ή τέρατα. Αυτές που παρουσιάζουν έναν άνθρωπο να μεταμορφώνεται σε τέρας ή ακόμα και να διαπράττει κτηνοβασία γίνονται αποδεκτές και δέχονται επαίνους στην καθιερωμένη τάση του Χόλιγουντ.
Από μια πνευματική άποψη, αυτό μπορεί να κατανοηθεί ως μια εκδήλωση του ελέγχου του φαντάσματος στον κόσμο μας, καθώς η ανθρωπότητα έχει φτάσει να επιθυμεί με άρρωστο τρόπο το δαιμονικό και το τερατώδες.
Αν και αυτές οι αντιπαραδοσιακές ταινίες μιλάνε για κοινωνικά θέματα με έναν εξεζητημένο αέρα, οι επικρίσεις τους για την κοινωνία είναι επιφανειακές στην καλύτερη περίπτωση. Άσχημες πράξεις που η συμβατική κοινωνία δεν αποδέχεται παρουσιάζονται ως κάπως λογικές, τους δίνεται μεταχείριση συμπάθειας, ή ακόμα και τις κάνουν να φαίνονται θετικές.
Το κοινό που εμβυθίζεται σε τέτοιες ταινίες οδηγείται στο να θεωρεί τα ηθικά πρότυπα ως δυνατόν να μεταβάλλονται σε κάποιες περιστάσεις. Το ύστατο μήνυμα, που εμφυτεύεται στο μυαλό του κοινού, είναι ότι δεν υπάρχει καθαρός διαχωρισμός μεταξύ σωστού και λάθους ή καλού και κακού, ότι οι παραδόσεις είναι βαρετές και καταπιεστικές, και ότι η ηθική είναι σχετική.
6. Τηλεόραση: Διαφθορά σε κάθε σπίτι
Η τηλεόραση έχει γίνει ένα μέρος της καθημερινής ζωής με παρουσία παντού, και η συχνή παρακολούθηση μπορεί να αλλάξει την κοσμοθεωρία των ανθρώπων χωρίς να το αντιληφθούν. Έρευνα που διεξήχθη από το Media Research Center έχει βρει πως όσο περισσότερο ο κόσμος βλέπει τηλεόραση, τόσο λιγότερο αφοσιωμένος είναι στις παραδοσιακές αξίες της ειλικρίνειας, υπευθυνότητας, και δικαιοσύνης, και τόσο πιο πιθανό είναι να γίνονται χαλαρές οι συμπεριφορές τους σε θέματα σχετικά με σεξουαλική ηθική, όπως σεξ εκτός γάμου, έκτρωση κι ομοφυλοφιλία.
Η έρευνα σύγκρινε δύο ομάδες ανθρώπων: αυτούς με λίγες ώρες τηλεθέασης που είπαν ότι πίστευαν στον Θεό, και άλλους με πολλές ώρες τηλεθέασης που είπαν ότι πίστευαν στον Θεό. Αν και τα ποσοστά των δύο ομάδων που πίστευαν στον Θεό ήταν σχεδόν τα ίδια (85% και 88%, αντίστοιχα), η έρευνα βρήκε ότι όσο περισσότερο κάποιος παρακολουθούσε τηλεόραση, τόσο λιγότερο πιθανό ήταν για αυτόν να δίνει αξία σε θρησκευτικές αρχές.
Για παράδειγμα, όταν ρωτήθηκαν σε ερωτηματολόγιο να διαλέξουν αν οι άνθρωποι θα πρέπει πάντα να ζουν σύμφωνα με τις διδασκαλίες και αρχές του Θεού ή θα πρέπει να συνδυάζουν το προσωπικό σύνολο ηθών και αξιών τους με τις διδασκαλίες του Θεού, αυτοί που παρακολουθούσαν περισσότερο τηλεόραση έτειναν να διαλέγουν το τελευταίο. Από παρόμοια παραδείγματα, μπορούμε γενικά να καταλήξουμε στο ότι η τηλεόραση δημιουργεί στους ανθρώπους προδιάθεση προς ηθικό σχετικισμό.
Η τηλεόραση υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής από την δεκαετία του 1950. Όχι μόνο οι τηλεοπτικές σειρές και οι ταινίες επιτυγχάνουν ένα παρόμοιο αποτέλεσμα στην διαμόρφωση των αξιών του κόσμου, αλλά οι εκπομπές συζητήσεων, οι σειρές κωμωδίας (sitcoms), και τα ντοκιμαντέρ επίσης ενσταλάζουν ήσυχα στο κοινό τους όλων των ειδών στρεβλές ιδέες.
Ας πάρουμε τις εκπομπές συζητήσεων για παράδειγμα. Τα τηλεοπτικά στούντιο είναι ιδιαιτέρως πρόθυμα να προσκαλούν άτομα με γνώμες ή αξίες που αντιτίθενται στις παραδοσιακές αξίες ή οι ζωές των οποίων είναι γεμάτες διαμάχες, ή να προσκαλούν «ειδικούς» για να συζητούν κάποια αμφιλεγόμενα θέματα ηθικής. Οι προσκεκλημένοι ενθαρρύνονται να αποκαλύπτουν τα «βαθιά» ή «περίπλοκα» προβλήματα στην προσωπική τους ζωή. Ο παρουσιαστής, οι ειδικοί, ή ακόμα και μέλη του κοινού προτείνουν μετά λύσεις στα προβλήματα.
Για την διασφάλιση της δημοτικότητας τέτοιων προγραμμάτων, συνήθως δεν γίνονται ηθικές κρίσεις για τις επιλογές των προσκεκλημένων. Με τον τρόπο αυτό, πολλά προγράμματα γίνονται χώροι παρουσίασης διεφθαρμένων και στρεβλωμένων συμπεριφορών και οπτικών. Ο κόσμος έχει σταδιακά πιστέψει ότι οι αξίες που είχαν παλιότερα δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται υπό κάποιες ιδιαίτερες συνθήκες. Αυτή η οπτική αρνείται την ύπαρξη οικουμενικών αξιών.
Πολλά τηλεοπτικά προγράμματα είναι γεμάτα με άσχημο και αντιαισθητικό περιεχόμενο που δύσκολα βλέπεται. Κάποιοι παρουσιαστές προγραμμάτων χαίρονται να βρίζουν πολύ. Μεγάλος αριθμός προγραμμάτων κατηχούν τους ανθρώπους με αντιαισθητικά πρότυπα και αντιπολιτισμικό ή αντιπαραδοσιακό περιεχόμενο μέσω διασκέδασης -ενώ το κοινό είναι σε μια κατάσταση χαλάρωσης και έτσι πιο ευάλωτο σε αποδοχή απόψεων. Καθώς ο καιρός περνά, ο κόσμος δεν νιώθει καθόλου ότι κάτι πηγαίνει στραβά και ακόμα φτάνει να αποδεχτεί και να εκτιμάει αυτό το υλικό, διαβρώνοντας έτσι την ηθική σκέψη του.
Οι σειρές κωμωδίας, ιδιαίτερα, λειτουργούν για να κανονικοποιούν παρεκκλίνουσες αξίες και συμπεριφορές που σπάνια υπάρχουν στις καθημερινές ζωές του κόσμου, μέσω παρουσίασης τέτοιου περιεχομένου επαναλαμβανόμενα και μέσω ενθάρρυνσης του κοινού να νιώθει διασκέδαση από αυτό. Ο Σαπίρο έδωσε το παράδειγμα μιας σκηνής από το επεισόδιο «Η μία με την γέννηση» από την δημοφιλή αμερικανική κωμική σειρά τύπου sitcom, με όνομα «Τα φιλαράκια».
Η λεσβία πρώην γυναίκα του Ρος, Κάρολ, κυοφορεί ένα μωρό. Ο Ρος νιώθει άσχημα ότι η λεσβία ερωμένη της Κάρολ θα παίξει έναν μεγαλύτερο ρόλο στην ζωή του παιδιού του από ό,τι αυτός. Η Φοίβη τού λέει: «Όταν μεγάλωνα, ξέρεις, ο μπαμπάς μου έφυγε, και η μητέρα μου πέθανε, και ο πατριός μου μπήκε φυλακή, έτσι μετά βίας είχα μερικά κομμάτια γονιών για να φτιάξω έναν ολόκληρο. Και να ένα μικρό μωρό που έχει τρεις ολόκληρους γονείς που νοιάζονται τόσο πολύ για αυτό που μαλώνουν για το ποιος θα το αγαπήσει περισσότερο. Και ούτε έχει γεννηθεί ακόμα. Είναι, είναι απλώς το πιο τυχερό μωρό σε όλο τον κόσμο.» Όπως γράφει ο Σαπίρο, το επεισόδιο παρουσιάζει «έγκυες λεσβίες και οικογένειες τριών γονέων όχι απλώς ως φυσιολογικά, αλλά ως αξιαγάπητα.» (sic)
Η σύγχρονη ιατρική έχει ανακαλύψει ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος βιώνει πέντε διαφορετικούς τύπους ηλεκτρικών «δομών», δηλαδή εγκεφαλικών κυμάτων. Οι δύο συχνότεροι, όταν κάποιος βρίσκεται σε κατάσταση εγρήγορσης και συνειδητότητας, είναι τα κύματα άλφα και βήτα. Όταν οι άνθρωποι είναι απασχολημένοι στην εργασία, τα κυρίαρχα εγκεφαλικά τους κύματα είναι κύματα βήτα. Παρουσιάζουν μια ενισχυμένη ικανότητα ανάλυσης και τείνουν να χρησιμοποιούν λογική σκέψη. Ένας άνθρωπος που έχει μια συζήτηση θα εμφανίσει κυρίως εγκεφαλικά κύματα βήτα. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι σε κατάσταση κυριαρχίας των βήτα κυμάτων είναι πιο συνειδητοί και λιγότερο εύπιστοι.
Όταν κάποιος χαλαρώνει και τα κύματα άλφα κυριαρχούν -όπως γίνεται όταν κάποιος παρακολουθεί τηλεόραση- τα συναισθήματα παίρνουν τον κύριο ρόλο και η ικανότητα ανάλυσής του αποδυναμώνεται. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι άνθρωποι τείνουν να πείθονται υποσυνείδητα από τις απόψεις και εικόνες που παρουσιάζονται στο τηλεοπτικό πρόγραμμα.
Τα τηλεοπτικά προγράμματα αρχίζουν να μολύνουν κόσμο από πολύ μικρές ηλικίες. Έρευνα δείχνει ότι σχεδόν δύο τρίτα των τηλεοπτικών προγραμμάτων, περιλαμβανομένων των παιδικών προγραμμάτων, περιέχουν σκηνές βίας. Περαιτέρω έρευνα δείχνει ότι η θέαση τέτοιου περιεχομένου αναισθητοποιεί τους νέους και αυξάνει τις πιθανότητες διάπραξης βίαιων πράξεων αργότερα στην ζωή τους. Κάποια παιδικά προγράμματα είναι γεμάτα με κρυμμένες θέματα “προοδευτισμού” και αριστερισμού, όπως την διδασκαλία ομοφυλοφιλίας υπό το όνομα της «πολιτισμικής ποικιλότητας». Χρησιμοποιούν ρητά όπως «υπάρχει μόνο ένας άνθρωπος σε όλον αυτόν τον κόσμο όπως εσύ» για να καλλιεργήσουν μη κερδισμένη αυτοπεποίθηση και την έννοια της αποδοχής όλων των ανθρώπων ανεξαρτήτως των ανήθικων συμπεριφορών τους.
Η τηλεόραση και οι ταινίες είχαν μια πολύ αρνητική επίδραση στους νέους, αυξάνοντας την τάση για βία, για ανήλικη σεξουαλική δραστηριότητα, και εφηβική εγκυμοσύνη. Οι νέοι ονομάζουν τα μέσα ενημέρωσης ως την δεύτερη σημαντικότερη πηγή για εκμάθηση για σεξουαλική δραστηριότητα, μετά τα μαθήματα σεξουαλικής εκπαίδευσης. Δύο έρευνες βρήκαν ότι έφηβες που παρακολουθούσαν συχνά προγράμματα που περιείχαν απεικονίσεις σεξουαλικής δραστηριότητας ήταν δύο φορές πιθανότερο να έχουν εγκυμοσύνη εντός τριών χρόνων σε σύγκριση με κορίτσια που έβλεπαν πιο σπάνια τέτοια προγράμματα.
Τέτοια προγράμματα των μέσων ενημέρωσης επίσης αύξησαν τον κίνδυνο σεξουαλικής επίθεσης και εμπλοκής σε επικίνδυνη συμπεριφορά. Όπως ένας ακαδημαϊκός σημείωσε:
«Τα μέσα ενημέρωσης είναι τόσο πειστικά και τόσο γεμάτα σεξ, που είναι δύσκολο για το οποιοδήποτε παιδί, ακόμα και για έναν επικριτή, να αντισταθεί. Θεωρώ τα μέσα ενημέρωσης ως τους πραγματικούς δασκάλους μας στην σεξουαλικότητα.»
Λόγω της επιρροής των μέσων, το σεξ εκτός γάμου, η μοιχεία, και άλλες συμπεριφορές θεωρούνται ως φυσιολογικές επιλογές τρόπου ζωής. Αν αμφότερα τα μέρη το επιθυμούν, ο κόσμος πιστεύει πως τέτοιες συμπεριφορές είναι αποδεκτές.
Στο βιβλίο «Βραδινή προπαγάνδα», ο Σαπίρο εξέτασε σχεδόν εκατό αμερικανικές τηλεοπτικές σειρές με επιρροή. Βρήκε ότι συν τω χρόνω, αυτά τα προγράμματα προωθούσαν όλο και περισσότερο αριστερισμό και αριστερές απόψεις, όπως αθεϊσμό, απέχθεια για την πίστη, απόρριψη της ηθικής, θαυμασμό για την ανηθικότητα, βία, φεμινισμό, ομοφυλοφιλία, και αλλαγή φύλου, και την απόρριψη των παραδοσιακών σχέσεων μεταξύ άντρα και γυναίκας, και γονέα και παιδιού.
Τέτοια προγράμματα επίσης καθιέρωσαν ανηλεείς αντιήρωες, κενούς από συμπάθεια, ως πρωταγωνιστές. Η εξέλιξη αυτού του είδους προγραμμάτων ήταν μια διαδικασία συνεχούς ηθικής διαφθοράς. Η προώθηση αυτών των αντιπαραδοσιακών τρόπων ζωής είχε μια μεγάλη επιρροή στον τρόπο σκέψης του γενικού κοινού, και ειδικά των νέων ανθρώπων. Μια εκπομπή που προβαλλόταν πέντε νύχτες ανά εβδομάδα στο κανάλι ΜΤV στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 2000, για παράδειγμα, προωθούσε ανοιχτά ανώμαλη σεξουαλική συμπεριφορά και περιεχόμενο παρόμοιο με ήπια πορνογραφία σε νεαρό κοινό.
Μετά την εφαρμογή του συστήματος αξιολόγησης ταινιών, πολλές πορνογραφικές ταινίες μπορούσαν να πωλούνται εφόσον ήταν χαρακτηρισμένες με ένα Χ ή με το NC-17. Καθώς η τεχνολογία αναπτυσσόταν, αυτά τα άσεμνα προγράμματα πήγαν από τον υπόκοσμο στην γενική κατανάλωση και μπορούσαν εύκολα να αποκτηθούν σε καταστήματα ενοικίασης ταινιών, μέσω τηλεοπτικών καναλιών επί πληρωμή, και σε ξενοδοχεία. Σίγουρα, λίγοι παραγωγοί του Χόλιγουντ είχαν μια επίσημη ατζέντα να ενσταλάξουν στο κοινό τους διεφθαρμένες ιδεολογίες. Αλλά όταν οι παραγωγοί οι ίδιοι συμφωνούν με τις ιδέες του προοδευτισμού και του αριστερισμού, τότε αυτές οι διεφθαρμένες ιδεολογίες αναπόφευκτα καταλήγουν στην οθόνη. Το πραγματικό σχέδιο είναι ηθική υπονόμευση, και οι παραγωγοί που παρεκκλίνουν πάρα πολύ από το λογικό γίνονται πιόνια του κακού.
7. Τα μέσα ενημέρωσης: Ένα κρίσιμο πεδίο μάχης σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο
Η κομμουνιστική φιλοσοφία πάλης δεν αφήνει κανένα μέσο αχρησιμοποίητο και δεν κανένα ηθικό κάτω όριο στην προσπάθεια επιτυχίας των πολιτικών της στόχων. Στην προεδρική προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ του 2016, ο υποψήφιος Ντόναλντ Τραμπ αντιτάχθηκε στην «πολιτική ορθότητα» και υποστήριξε μέτρα για την απομάκρυνση της Αμερικής από την άκρα αριστερά ώστε να επιστρέψει σε παραδοσιακές αξίες και στο κράτος δικαίου, να ανανεωθεί η πνευματική πίστη του έθνους, να μειώσει φόρους για την αναζωογόνηση της οικονομίας, να ασφαλίσει τα σύνορα, και να διορθώσει την στρεβλωμένη εμπορική σχέση με την κομμουνιστική Κίνα. Η ευθύτητα λόγου του Τραμπ έριξε τους αριστερίζοντες σε συνεχή παροξυσμό. Οπλισμένοι με τα καθιερωμένα μέσα ενημέρωσης, εξαπέλυσαν μια πλήρους κλίμακας επίθεση εναντίον του, αγνοώντας σχεδόν κάθε πρόσχημα ισορροπημένης δημοσιογραφίας. (Μέχρι κόμικ έφτιαξαν για να τον δολοφονούν ως προσωπικότητα)
Κατά την διάρκεια της εκστρατείας, αριστερά μέσα ενημέρωσης χρησιμοποίησαν διάφορες μεθόδους για να δαιμονοποιήσουν εσκεμμένα και να μειώσουν τον Τραμπ ενώ εξοστράκιζαν τους υποστηρικτές του, που τους περιέγραφαν ως ρατσιστές, σεξιστές, ξενοφοβικούς πολέμιους της μετανάστευσης, και αμόρφωτους λευκούς. Δηλαδή, τα μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα των εκλογών μέσω χειρισμού της κοινής γνώμης. Σχεδόν 95% των μέσων ενημέρωσης επαναλαμβανόμενα προέβλεψαν ότι ο Τραμπ θα έχανε τις εκλογές με τεράστια διαφορά. Ενάντια σε όλες τις προβλέψεις, ο Τραμπ εκλέχθηκε.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ασχέτως του πόσο άγρια μπορεί να είναι η ρητορεία σε μια περίοδο προεκλογικής εκστρατείας, τα διάφορα κόμματα και οι υποστηρικτές τους θα πρέπει να επανέρχονται σε φυσιολογικές λειτουργίες μετά το πέρας των εκλογών. Πιο σημαντικά, τα μέσα ενημέρωσης θα πρέπει να προασπίζονται την αρχή της δικαιοσύνης, να βάζουν τα εθνικά συμφέροντα πρώτα, και να διατηρούν ουδετερότητα.
Ωστόσο, μετά τις προεδρικές εκλογές του 2016 στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα μέσα ενημέρωσης συνέχισαν τον τρελό ρυθμό της προεκλογικής περιόδου, ακόμα και διακινδυνεύοντας την δημόσια εικόνα τους. Οι περισσότερες δημοσιογραφικές εταιρείες έχουν από τότε αγνοήσει εσκεμμένα τα επιτεύγματα της διοίκησης Τραμπ, όπως τα πρωτοφανώς χαμηλά επίπεδα ανεργίας, την εκτόξευση του χρηματιστηρίου σε πρωτοφανή ύψη, τις αμερικανικές διπλωματικές επιτυχίες, και την σχεδόν ολοκληρωτική εξάλειψη της τρομοκρατικής ομάδας ISIS.
Το 2017, 90% της κάλυψης για τον Τραμπ ήταν αρνητική, σύμφωνα με έρευνα του Newsbusters, τον κλάδο ανάλυσης του Media Research Center. Στις αρχές του 2018, η αρνητική κάλυψη έφτασε το 91%. Ο Ριτς Νόυς, ανώτερος αρθρογράφος στο Newsbusters, κατέληξε: «Χωρίς αμφιβολία, κανένας Πρόεδρος δεν έλαβε ποτέ τέτοια εχθρική κάλυψη, για μια τέτοια συνεχόμενη χρονική περίοδο, όσο ο Τραμπ.»
Επίσης, τα μέσα ενημέρωσης κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να υπονομεύσουν την διοίκηση Τραμπ μέσω της αναφοράς αβάσιμων κατηγοριών. Για παράδειγμα, τα μέσα ανέφεραν μια θεωρία συνεργίας μεταξύ Τραμπ και Ρωσίας, με δύο μεγάλες εφημερίδες ακόμα και να κερδίζουν το βραβείο Πούλιτζερ για αυτήν την κάλυψη. Σύμφωνα με την έρευνα, η διερεύνηση συνεργίας με την Ρωσία ήταν η εστίαση των απογευματινών δελτίων ειδήσεων που μιλούσαν για τον Τραμπ στα τρία μεγάλα αμερικανικά δίκτυα ειδήσεων τους προηγούμενους δύο μήνες, καταλαμβάνοντας σχεδόν το ένα τέταρτο του σχετικού με τον Τραμπ χρόνου αυτών των δικτύων. Ωστόσο, μια διετής ειδική διερεύνηση δεν βρήκε το οποιοδήποτε στοιχείο προς υποστήριξη των ισχυρισμών.
Τα μέσα ενημέρωσης έγινε γνωστό ότι κατασκεύασαν κάποιες ιστορίες ειδήσεων. Το 2017, ένας γίγαντας τηλεοπτικών ειδήσεων έθεσε σε αναστολή έναν παλιό δημοσιογράφο για τέσσερις εβδομάδες χωρίς αμοιβή και εξέδωσε μια διόρθωση για το άρθρο του επειδή είχε δημιουργήσει ένα ψεύτικο άρθρο ότι ο Τραμπ είχε διατάξει τον Ταξίαρχο Μάικλ Φλυν να έρθει σε επαφή με την Ρωσία όταν ο Τραμπ ήταν προεδρικός υποψήφιος. Ο ρεπόρτερ και ο παραγωγός που είχαν συνεργαστεί με τον δημοσιογράφο κατέληξαν να φύγουν από τον τηλεοπτικό σταθμό. Αυτή η συγκεκριμένη ομάδα είχε παλιότερα επιτύχει εξαιρετικά αποτελέσματα, κερδίζοντας τέσσερα βραβεία Peabody και δεκαεπτά βραβεία Emmy.
Όταν ο Τραμπ καταδίκασε την βίαιη συμμορία MS-13, ειδικά τα μέλη που είχαν διαπράξει βάρβαρους φόνους αφότου εισήλθαν στις Ηνωμένες Πολιτείες παράνομα, είπε: «Δεν είναι άνθρωποι. Είναι ζώα, και θα πρέπει να είμαστε πολύ, πολύ σκληροί.» Ωστόσο, δημοσιογραφικές εταιρείες αμέσως πήραν την δήλωση εκτός συμφραζομένων, ισχυριζόμενες ότι ο Τραμπ είπε ότι οι παράνομοι μετανάστες ήταν ζώα.
Τον Ιούνιο του 2018, μια φωτογραφία ενός κοριτσιού από την Ονδούρα που έκλαιγε κυκλοφόρησε πολύ στα μέσα και στο διαδίκτυο. Αυτό το μικρό κορίτσι και η μητέρα της είχαν σταματηθεί από την Συνοριοφυλακή ενώ προσπαθούσαν να εισέλθουν στα κρυφά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα μέσα ενημέρωσης ισχυρίστηκαν ότι το κορίτσι χωρίστηκε δια της βίας από την μητέρα του και χρησιμοποίησαν αυτήν την ευκαιρία για να επικρίνουν τα συνοριακά μέτρα του Τραμπ και την στάση μηδενικής ανοχής προς την παράνομη μετανάστευση.
Αργότερα, το Time συνδύασε την φωτογραφία του μικρού κοριτσιού με μια φωτογραφία του Τραμπ στο εξώφυλλο του περιοδικού, προσθέτοντας τον υπότιτλο «Καλωσήλθατε στην Αμερική» για να γελοιοποιήσει τον Τραμπ. Ωστόσο, ο πατέρας του κοριτσιού είπε αργότερα στα μέσα ότι οι αστυνομικοί των συνόρων δεν είχαν χωρίσει το κορίτσι από την μητέρα του και ότι η μητέρα είχε πάρει την κόρη του ενάντια στην θέλησή του.
Ευτυχώς, το αμερικανικό κοινό αρχίζει να συνειδητοποιεί καλύτερα τα χαλκευμένα νέα. Από μια δημοσκόπηση που έγινε από το πανεπιστήμιο Μόνμαουθ τον Μάρτιο του 2018, το ποσοστό των Αμερικανών που πίστευαν πως τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης ανέφεραν χαλκευμένες ειδήσεις τουλάχιστον περιστασιακά είχε αυξηθεί από 63% το προηγούμενο έτος σε 77%. Το 2016, μια δημοσκόπηση της Gallup βρήκε ότι η εμπιστοσύνη των Αμερικανών στα μέσα ενημέρωσης είχε βυθιστεί σε νέο κατώτατο, με μόνο 32% των ανθρώπων να έχουν ένα «μεγάλο ποσό» ή «ένα επαρκές ποσό» εμπιστοσύνης στα μέσα ενημέρωσης, κάτω κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες από το προηγούμενο έτος. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι ο ιδιοκτήτης μιας μεγάλης δημοσιογραφικής εταιρείας θρήνησε επειδή οι «χαλκευμένες ειδήσεις είναι ο καρκίνος των καιρών μας.»
Κρίνοντας από τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών, οι μισοί Αμερικανοί υποστηρίζουν τον Τραμπ, αλλά η συμπεριφορά που υιοθετήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης είναι μονόπλευρη. Υπό αυτές τις ανώμαλες συνθήκες, ο Τραμπ δέχεται επιθέσεις και δαιμονοποίηση επειδή τηρεί μια συντηρητική πολιτική στάση και υποστηρίζει τις παραδοσιακές αμερικανικές αξίες, ιδανικά που δεν μπορούν να συνυπάρχουν με την αντιπαραδοσιακή ιδεολογία της αριστεράς. Αν οι επιθέσεις των μέσων ενημέρωσης στον Τραμπ είναι ικανές να προκαλέσουν στο κοινό να χάσει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν, οι επιθέσεις θα επιτύχουν τον στόχο τους: να αποτρέψουν την επιστροφή της κοινωνίας στην παράδοση.
Πιο ανησυχητικό, ωστόσο, είναι ότι πολλές δημοσιογραφικές εταιρείες έχουν γίνει καταλύτες για την μεγέθυνση ακραίας ρητορικής, προκαλώντας διχόνοια και μίσος, και πολώνοντας τον πληθυσμό, συνεπώς ανοίγοντας περαιτέρω τις ρωγμές στην κοινωνία. Βασικά ήθη έχουν απορριφθεί, και οι συνέπειες αγνοούνται στο σημείο που η καταστροφή του εαυτού ώστε να επέλθει η καταστροφή ενός αντιπάλου έχει γίνει αποδεκτή. Η χώρα έχει ωθηθεί σε μια κατάσταση εξαιρετικά μεγάλου χάους και κινδύνου.
8. Ανάκτηση της ακεραιότητας του «Τετάρτου Κλάδου»
Λόγω του ρόλου που έχουν στην διαμόρφωση και καθοδήγηση της κοινής γνώμης, τα μέσα ενημέρωσης συχνά αναφέρονται ως ο «τέταρτος κλάδος» μαζί με τον εκτελεστικό, νομοθετικό, και δικαστικό κλάδο κυβέρνησης. Υπό την επιρροή του κομμουνιστικού φαντάσματος, τα μέσα ενημέρωσης έχουν χρησιμοποιηθείσα αποτελεσματικά για να πιέσουν και να εξαπατήσουν δισεκατομμύρια ανθρώπους, διαφθείροντας παραδόσεις και ηθική.
Σε δυτικές χώρες, πολλοί αριστερίζοντες οργανισμοί μέσων ενημέρωσης έχουν γίνει εργαλεία για απόκρυψη της αλήθειας και εξαπάτηση του κόσμου. Πολλοί έχουν αφήσει τα βασικά επαγγελματικά ήθη και τώρα εμπλέκονται σε κάθε είδους ανήθικων επιθέσεων, κατάχρησης, και συκοφαντίας, ασχέτως της επίδρασης στην φήμη τους ή στην κοινωνία.
Ο κομμουνισμός υπήρξε επιτυχής επειδή έχει εκμεταλλευτεί τις ανθρώπινες αδυναμίες: αναζήτηση φήμης και κέρδους, άγνοια, οκνηρία, εγωισμό, λανθασμένη συμπάθεια, ανταγωνιστικότητα, και παρόμοια.
Κάποιοι δημοσιογράφοι επαναστατούν κατά των παραδοσιακών αξιών υπό ένα προσωπείο γνώσης της αλήθειας. Κάποιοι συμμορφώνονται στην ήδη ηθικά διεφθαρμένη «ζήτηση του κοινού» ώστε να έχουν θεατές. Κάποιοι συμμορφώνονται με τα χαμηλωμένα πρότυπα για όφελος της καριέρας τους. Κάποιοι κατασκευάζουν χαλκευμένες ειδήσεις λόγω φθόνου και εχθρικότητας. Κάποιοι πιστεύουν τις χαλκευμένες ειδήσεις λόγω της άγνοιάς τους και της συμπάθειας σε άλλους κατά την προώθηση κοινωνικής δικαιοσύνης και έτσι μετατοπίζουν ολόκληρη την κοινωνία προς την αριστερά, χρησιμοποιώντας ανήθικες τακτικές για να επιτύχουν τους πολιτικούς και οικονομικούς στόχους τους.
Η αποστολή των μέσων ενημέρωσης υπήρξε ευγενής. Δημιουργήθηκαν για να είναι η γραμμή ζωής μέσω της οποίας ο πολίτης αποκτά πληροφορίες για δημόσια γεγονότα, και είναι επίσης μια σημαντική δύναμη στην διατήρηση της υγιούς ανάπτυξης της κοινωνίας. Η αντικειμενικότητα και αμεροληψία είναι βασικές ηθικές προϋποθέσεις των μέσων ενημέρωσης και είναι κρίσιμες για την εμπιστοσύνη που ο κόσμος τους δίνει. Αλλά στα μέσα ενημέρωσης σήμερα, κυριαρχεί το χάος, επηρεάζοντας βαριά την εμπιστοσύνη που οι άνθρωποι έχουν σε αυτά. Η ανάκτηση της αποστολής των μέσων και η εκ νέου καθιέρωση της αίγλης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος είναι η ευγενής ευθύνη των ανθρώπων που εργάζονται σε αυτό το πεδίο.
Η ανάκτηση της αποστολής των μέσων ενημέρωσης σημαίνει ότι τα μέσα πρέπει να αναζητούν την αλήθεια. Η αναφορά της αλήθειας από τα μέσα πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και να προέρχεται από ειλικρίνεια. Όταν γίνεται αναφορά σε κοινωνικά φαινόμενα, πολλές δημοσιογραφικές εταιρείες παρουσιάζουν μόνο μέρος της πραγματικότητας με τρόπους που συχνά είναι παραπλανητικοί και μπορούν να κάνουν περισσότερη ζημία από τα ωμά ψέματα.
Τα μέσα ενημέρωσης θα γίνουν ωφέλιμα αν μπορούν να βοηθούν την κοινωνία να εκτιμά και να διατηρεί την ηθική, καθώς καλό και κακό είναι αμφότερα παρόντα στην ανθρώπινη κοινωνία. Είναι ευθύνη των μέσων ενημέρωσης να διαδίδουν την αλήθεια, να εξυμνούν την ηθική, και να εκθέτουν και να περιορίζουν το κακό.
Στην επιστροφή σε αυτήν την αποστολή, τα μέσα ενημέρωσης πρέπει να δώσουν περισσότερη προσοχή στα μεγάλα γεγονότα που επηρεάζουν το μέλλον της ανθρωπότητας. Ο τελευταίος αιώνας υπήρξε μάρτυρας πολλών μαχών μεταξύ του ελεύθερου κόσμου και του κομμουνισμού. Ενώ φαίνεται να είναι μια ιδεολογική σύγκρουση, είναι, στην πραγματικότητα, ένας αγώνας ζωής ή θανάτου μεταξύ ορθότητας και κακού, καθώς ο κομμουνισμός καταστρέφει τα ήθη που συντηρούν τον πολιτισμό. Ακόμα και μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη, το φάντασμα του κομμουνισμού εμμένει. (αναζήτησε το άρθρο: Η Μάχη για το Μυαλό μας).
Καθώς ο κόσμος υπόκειται σε μεγάλες αλλαγές, η αλήθεια και οι παραδοσιακές αξίες είναι πιο σημαντικές από ποτέ. Ο κόσμος χρειάζεται μέσα ενημέρωσης που μπορούν να διακρίνουν μεταξύ σωστού και λάθους, να κάνουν καλές πράξεις, και να προβάλλουν/διατηρούν την δημόσια ηθική. Η υπέρβαση των ενδιαφερόντων ατόμων, επιχειρήσεων, και πολιτικών κομμάτων για την παρουσίαση του πραγματικού κόσμου στους ανθρώπους είναι το καθήκον κάθε επαγγελματία των μέσων ενημέρωσης.
Σήμερα, όταν αντιμετωπίζουμε την ηθική παρακμή στο δημοσιογραφικό επάγγελμα, είναι πολύ σημαντικό αναγνώστες και κοινό να κάνουν συνειδητή διάκριση μεταξύ σωστού και λάθους, και να εξετάζουν προσεκτικά την λογική των πληροφοριών που παράγονται από τα μέσα ενημέρωσης. Οι άνθρωποι πρέπει να κρίνουν τα ζητήματα σύμφωνα με την ηθική παράδοση, να αντιλαμβάνονται τα κοινωνικά φαινόμενα μέσω των οικουμενικών αξιών, και, πράττοντας έτσι, να πιέσουν τα μέσα ενημέρωσης να εκπληρώσουν την ιστορική αποστολή τους. Αυτό είναι επίσης κρίσιμο για την ανθρωπότητα ώστε να απομακρύνει την επιρροή του κομμουνιστικού φαντάσματος και να βρει το μονοπάτι για ένα καλύτερο μέλλον.
Χουνγκ Γιου Τσεν, «Ασκούμενη του Ντάφα, που υφίσταται εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων». Ο πίνακας απεικονίζει μια ασκούμενη του Φάλουν Ντάφα, η οποία έχει φυλακιστεί για την πίστη της, την ώρα που την παίρνουν οι γιατροί δια της βίας για να αφαιρέσουν τα ζωτικά της όργανα, ενώ αυτή είναι ακόμα εν ζωή και υγιής. Έπαινος στον Διεθνή Διαγωνισμό Προσωπογραφίας του NTD το 2019. (NTD International Figure Painting Competition / NIFPC)
Η Epoch Times εκδίδει ανά κεφάλαιο μια μετάφραση από τα Κινεζικά του βιβλίου, «Πως το φάντασμα του κομμουνισμού ελέγχει τον κόσμο μας», από την συγγραφική ομάδα των «Εννέα Σχολίων στο Κομμουνιστικό Κόμμα». Η εφημερίδα, που εδρεύει στην πόλη της Νέας Υόρκης, είναι μέρος του Epoch Media Group, που λειτουργεί επίσης την τηλεόραση της Νέας Δυναστείας Τανγκ (NTD). Οι Epoch Times έχουν ιστότοπους σε 35 χώρες, αλλά είναι αποκλεισμένοι στην ηπειρωτική Κίνα. Η διεθνής πολύγλωσση εφημερίδα και μέσων ενημέρωσης είναι φίλα προσκείμενη, αλλά δεν συνδέεται με το θρησκευτικό κίνημα του Φάλουν Γκονγκ, που είναι αντίθετο στο μαρξιστικό Woke κίνημα κι άρα εξοβελιστέο.
Οι Epoch Times αντιτίθενται στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, προωθούν ρεπουμπλικάνους/δεξιούς πολιτικούς στην Ευρώπη, και έχουν υποστηρίξει τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.
Η εξάσκηση του Φάλουν Γκονγκ αποτελείται από δύο χαρακτηριστικά: την εκτέλεση των ασκήσεων και την βελτίωση του σίνσινγκ (ηθικός χαρακτήρας, ιδιοσυγκρασία). Στο κεντρικό κείμενο του Φάλουν Γκονγκ, ο Λι δηλώνει ότι:
«Το σίνσινγκ περιλαμβάνει την αρετή (η οποία είναι ένα είδος ύλης), περιλαμβάνει την ανεκτικότητα, περιλαμβάνει την αφύπνιση για τα πράγματα, περιλαμβάνει την εγκατάλειψη πραγμάτων – την εγκατάλειψη όλων των επιθυμιών και όλων των προσκολλήσεων που βρίσκονται σε έναν συνηθισμένο άνθρωπο και πρέπει επίσης να υπομείνεις κακουχίες, για να αναφέρω μόνο μερικά πράγματα».
Η εξύψωση του ηθικού χαρακτήρα κάποιου επιτυγχάνεται, αφενός, ευθυγραμμίζοντας την ζωή του με την αλήθεια, την συμπόνια και την ανεκτικότητα κι από την άλλη, εγκαταλείποντας τις επιθυμίες και τις αρνητικές σκέψεις και συμπεριφορές, όπως η απληστία, το κέρδος, η λαγνεία, η επιθυμία, ο φόνος, η μάχη, η κλοπή, η ληστεία, η εξαπάτηση, η ζήλια κ.λπ..
Ο Λι Χονγκτζί δίδαξε ότι η ομοφυλοφιλία κάνει κάποιον «ανάξιο να είναι άνθρωπος», δημιουργεί κακό κάρμα και είναι συγκρίσιμη με το οργανωμένο έγκλημα. Δίδαξε επίσης ότι «η αποκρουστική ομοφυλοφιλία δείχνει την βρώμικη ανώμαλη ψυχολογία του γκέι που έχει χάσει την ικανότητα του συλλογισμού». Ο Λι δήλωσε επιπλέον σε μια ομιλία του 1998 στην Ελβετία ότι «ο πρώτος στόχος εξόντωσης των θεών θα ήταν οι ομοφυλόφιλοι». Παρόλο που οι ομοφυλόφιλοι, οι λεσβίες και οι αμφιφυλόφιλοι μπορεί να εξασκούν το Φάλουν Γκονγκ, ο ιδρυτής Λι δήλωσε ότι «πρέπει να παραιτηθούν από την κακή συμπεριφορά κάθε σεξουαλικής δραστηριότητας του ίδιου φύλου».
Η κοσμολογία του Φάλουν Γκονγκ περιλαμβάνει την θέση ότι οι διαφορετικές εθνότητες έχουν η καθεμία μια αντιστοιχία με τους δικούς της ουρανούς και ότι τα άτομα μεικτής φυλής χάνουν κάποια πτυχή αυτής της σύνδεσης.
Το δόγμα του Φάλουν Γκονγκ συμβουλεύει κατά της συμμετοχής σε πολιτικά ή κοινωνικά ζητήματα. Το υπερβολικό ενδιαφέρον για την πολιτική θεωρείται ως προσκόλληση στην κοσμική δύναμη και επιρροή και το Φάλουν Γκονγκ στοχεύει στην υπέρβαση τέτοιων επιδιώξεων. Σύμφωνα με τον Χου Πινγκ, «Το Φάλουν Γκονγκ ασχολείται μόνο με την κάθαρση του ατόμου μέσω της άσκησης και δεν αγγίζει κοινωνικές ή εθνικές ανησυχίες. Δεν έχει προτείνει ούτε καν υποδείξει ένα μοντέλο κοινωνικής αλλαγής. Πολλές θρησκείες επιδιώκουν κοινωνική μεταρρύθμιση σε κάποιο βαθμό αλλά δεν υπάρχει τέτοια τάση εμφανής στο Φάλουν Γκονγκ».
-------------------------
*Η «πολιτική ορθότητα» είναι δημιούργημα των μπολσεβίκων της “Σχολής της Φραγκφούρτης” και που τους περισσότερους τους δολοφόνησε ο Στάλιν, τελετουργικά. Δεν υπάρχει Πανεπιστήμιο ειδικά στην Δύση που να μην λιβανίζει υποτελικά και δουλικά την μιαρή “Σχολή της Φρανκφούρτης”. Το νέο φρούτο αυτής της πολιτικής/μαρξιστικής σέχτας είναι το Woke κίνημα και η Μεγάλη Επανεκκίνηση.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου