Τέχνη από όλους κι όχι μόνο τέχνη για τις μάζες.
Ας κάνουμε ένα ακόμα μικρό πείραμα, με πειραματόζωα τα παιδιά. Πάρτε ένα παιδί (καλύτερα να είναι το δικό σας, για να μην σας κατηγορήσουν για απαγωγή) και πηγαίνετε σε μια παιδική χαρά. Βάλτε το να σταθεί απ’ έξω και να βλέπει τα άλλα παιδιά που παίζουν. Πείτε του ότι δεν επιτρέπεται να συμμετέχει στο παιχνίδι, ότι πρέπει μόνο να βλέπει. Τι νομίζετε ότι θα πάθει το παιδί;
Σας φαίνεται παράλογο το πείραμα; Και όμως, είναι κάτι που συμβαίνει καθημερινά στην «κοινωνία του θεάματος». Σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι συνωστίζονται στα γήπεδα για να παρακολουθήσουν κάποιους άλλους να παίζουν.
Είτε πρόκειται για αγώνα ποδοσφαίρου είτε για «κλασικό» αθλητισμό η συνθήκη είναι ίδια: αυτοί που παίζουν πληρώνονται για να παίζουν και αυτοί που παρακολουθούν πληρώνουν για να κοιτούν. Αυτό δεν είναι παράλογο; «Όχι, γιατί εγώ δεν μπορώ να παίξω, να τρέξω, να πηδήξω όπως αυτοί», θα πει ένας θεατής. Μέσα στον αγωνιστικό χώρο βρίσκονται οι υπεράνθρωποι, στις κερκίδες κάθεται ο «μέσος άνθρωπος».
Οι υπεράνθρωποι είναι κάποιοι άνθρωποι ταλαντούχοι, οι οποίοι από την παιδική τους ηλικία εκτρέφονται ως μηχανές αθλητισμού. Το αποτέλεσμα της εγγενούς ικανότητας και της επίκτητης εξειδίκευσης (με εξοντωτικά ωράρια προπονήσεων, αναβολικά και αποκλεισμό κάθε άλλης δραστηριότητας) είναι επιδόσεις που ο «μέσος άνθρωπος» ποτέ δεν θα μπορέσει να επιτύχει.
Έτσι το θέαμα λειτουργεί αποτρεπτικά: ο αθλητισμός είναι μόνο για τους πρωταθλητές, για τους επαγγελματίες αθλητές. Οι υπόλοιποι αρκούνται να ζητωκραυγάζουν, να θαυμάζουν και να πίνουν μπύρες, ενώ το έμφραγμα τους πλησιάζει μέρα με την μέρα, χρόνο με το χρόνο, αγώνα με τον αγώνα.
Μπορεί ο επαγγελματικός αθλητισμός να είναι παγίδα κυρίως για τους άντρες, αλλά και οι γυναίκες είναι θύματα της κοινωνίας του θεάματος. Οι μοντέλες, οι ηθοποιές (για να τις διακρίνουμε από τις ηθοποιούς) και οι τηλεπερσόνες, τις οποίες οι γυναίκες θαυμάζουν και ζηλεύουν, είναι κατασκευασμένες από το ίδιο υλικό που φτιάχνονται και οι υπεραθλητές.
Επαγγελματίες «γυναίκες» (όπου γυναίκα είναι μόνο η εικόνα της), που με την βοήθεια του προσωπικού γυμναστή, του διαιτολόγου, του στυλίστα, του μακιγιέρ, του φωτογράφου και του photoshop, εμφανίζονται στα περιοδικά και στις οθόνες λαμπερές και αψεγάδιαστες, πάντα χαμογελαστές και επιτυχημένες (πάντα με εξεζητημένο drama queen: «Μ’ έχει κουράσει η διασημότητα»).
Και η «μέση γυναίκα», που πρέπει να δουλεύει και να φροντίζει τα παιδιά της, που πάντα της περισσεύουν λίγα κιλά και το δέρμα της δεν είναι τόσο λείο όσο του photoshop, η «μέση γυναίκα» με όχι τόσο στητό στήθος και περιφέρεια φαρδύτερη από το «ιδεατό», με φτηνά ρούχα και μικρό σπίτι.
Η «μέση γυναίκα» που δεν μπορεί να πάει διακοπές στις Μαλδίβες και ο άντρας της δεν είναι τόσο γοητευτικός, ρομαντικός και πλούσιος, η «μέση γυναίκα» παθαίνει κατάθλιψη και παίρνει χάπια για να αδυνατίσει, χάπια για να ευθυμήσει. Το θέαμα λειτουργεί αποθαρρυντικά: Η ομορφιά είναι μόνο για τις υπεργυναίκες.
Με τον ίδιο τρόπο, εξαιτίας της εξειδίκευσης, της ηρωοποίησης και της προβολής των «υπέρ-καλλιτεχνών», η τέχνη έχει πλέον υποβιβαστεί από δημιουργική διαδικασία που αφορά τους πάντες, σε προϊόν που καταναλώνουν οι μάζες. Ο μέσος άνθρωπος αποτρέπεται από την τέχνη αφού έχει πειστεί ότι τέχνη είναι το δημιούργημα, και το αποτέλεσμα της δικής του τέχνης δεν τολμάει να το αντιπαραβάλλει με εκείνο των «μεγάλων».
Αυτό που χάσαμε, αυτό που ξεχάσαμε, μπλεγμένοι στα δίχτυα της εξειδίκευσης και του πρωταθλητισμού, είναι ότι η τέχνη δεν έχει ως σκοπό το αριστούργημα. Η τέχνη είναι απόλαυση και επικοινωνία, για όλους. Ίσως θα έπρεπε να παραδειγματιστούμε από τα παιδιά.
Τα παιδιά ζωγραφίζουν για το παιχνίδι, για την απόλαυση της δημιουργίας, χωρίς να αποσκοπούν στην αιώνια φήμη. Όταν τελειώσουν το έργο τους, και αφού το δείξουν στους γονείς τους, το ξεχνάνε. Δεν προσπαθούν να γίνουν καλύτεροι από κάποιον άλλον, αφού το καλύτερο είναι εκείνο που φτιάχνουν την συγκεκριμένη στιγμή.
Νωρίς όμως αλλοτριώνονται στην ανταγωνιστική μαθητεία του εκπαιδευτικού συστήματος. Όπως και στον αθλητισμό, έτσι και στην τέχνη, τα παιδιά εκπαιδεύονται για να γίνουν πρωταθλητές. Δεν μαθαίνουν να απολαμβάνουν την τέχνη, ως μέρος της ζωής τους, αλλά ως σκοπό για να «πετύχουν», να γίνουν πλούσιοι, διάσημοι, αθάνατοι.
Όσοι είναι τυχεροί και έχουν εγγενώς τις ικανότητες, την πειθαρχία και την οικονομική δυνατότητα μπορούν να συνεχίσουν -για να γίνουν μεγάλοι. Οι υπόλοιποι πρέπει να συμβιβαστούν με την κατανάλωση της τέχνης (όσο λαϊκή ή λόγια είναι αυτή).
Η τέχνη είναι ίδιον του ανθρώπου.
Όλοι μπορούν να τραγουδήσουν και να χορέψουν, να ζωγραφίσουν, να κάνουν θέατρο, να γράψουν, να κατασκευάσουν, να κάνουν γλυπτική (πόσες ώρες μπορεί να παίζει ένα παιδί με την πλαστελίνη;) να φωτογραφίσουν, όλοι μπορούν να φανταστούν. Όλοι το κάνουμε από παιδιά, αυθόρμητα, φυλογενετικά, χωρίς να ενδιαφερόμαστε αν το αποτέλεσμα είναι αντάξιο των προγενέστερων.
”Τέχνη είναι η δημιουργική διαδικασία, όχι το αποτέλεσμα, όπως ταξίδι δεν είναι ο προορισμός”. Κρίστοφερ Σμολ
Καθώς όμως μεγαλώνουμε μαθαίνουμε να απορρίπτουμε την απόλαυση του παιχνιδιού προς χάρη του αποτελέσματος. Μαθαίνουμε ότι το παιχνίδι (η τέχνη, ο αθλητισμός, η επιστήμη, η συμμετοχή στα κοινά) δεν έχει αξία αν δεν παράγει αποτέλεσμα. Και το αποτέλεσμα είναι συνυφασμένο με το οικονομικό κέρδος.
Η τέχνη αξιολογείται σε χρήμα (όπως και οτιδήποτε άλλο).
Κάθε καλλιτέχνης θεωρείται χομπίστας (ή ψώνιο) αν δεν βγάζει λεφτά από την προσπάθεια του. Και τόσο μεγαλύτερος ο καλλιτέχνης όσο περισσότερα βγάζει. Ένα ολόκληρο οικονομικό-συστημικό κύκλωμα στηρίζεται στην επιτυχημένη τέχνη των επαγγελματιών καλλιτεχνών.
Ουσιαστικά είναι το κύκλωμα που αποφασίζει ποιος θα είναι επιτυχημένος, δίνοντας “τους χώρο στις γκαλερί, χρόνο στο ραδιόφωνο, χωροχρόνο στις οθόνες και στα θέατρα.
Τέχνη για τις μάζες, φτιαγμένη από τους επίλεκτους.
Ας δούμε την μουσική. Στην αρχική της μορφή όλοι ήταν ικανοί να μετέχουν.
Μέθεξη δεν μπορεί να υπάρχει όσο ο μέσος άνθρωπος απομένει θαυμαστής ενός αριστουργήματος.
Μέθεξη σημαίνει συμμετοχή, επικοινωνία. Έτσι η τέχνη, στα αρχικά της στάδια, ήταν μέθεξη, όπου όλοι είχαν το δικαίωμα να τραγουδήσουν, να χορέψουν, να παίξουν, να απολαύσουν. Όλοι ήταν καλλιτέχνες.
Οι κήνσορες, οι ειδικοί και οι επαΐοντες, ίσως να φέρουν τις αναμενόμενες αντιρρήσεις για την καθολικότητα της ικανότητας. «Πώς μπορεί», θα πουν, «ο μέσος άνθρωπος να παράγει μουσική αντάξια του Μότσαρτ; Ζωγραφική αντάξια του Μικελάντζελο, ποίηση αντάξια του T.S. Elliot;»
Αυτό που φοβούνται οι κήνσορες δεν είναι ο εκχυδαϊσμός της τέχνης, αλλά η επιστροφή της εκεί που ανήκει: Στην ζωή, όχι στην Ιστορία.
Γιατί τότε θα είναι περιττοί.
Ειδικά όσον αφορά την μουσική, την δεκαετία του ’60 φάνηκε ότι μπορούσε να ανατραπεί η λογική των «επίλεκτων». Για μια στιγμή φάνηκε ότι η μουσική μπορούσε να παίζεται από όλους. Όμως το κύκλωμα της κοινωνίας του θεάματος δεν είχε πει την τελευταία του λέξη.
Η μεγάλη ανατροπή δεν ήρθε με την επανάσταση της αγάπης, όπως ήθελαν να πιστεύουν τα «παιδιά των λουλουδιών» που τόσο γρήγορα μαράθηκαν και έγιναν κοκαϊνομανείς γιάπηδες, αλλά με την τεχνολογική επανάσταση: Το διαδίκτυο! Χάρη στο πιο δημοκρατικό μέσο (media) που έχει εμφανιστεί στην ανθρώπινη κοινωνία, όλοι μπορούν να προβάλλουν την τέχνη τους, χωρίς να πάρουν την έγκριση των «ειδικών».
Όλοι μπορούν πλέον να κοινωνούν την τέχνη τους. Και αυτή η επικοινωνία είναι τόσο σημαντική, όσο είναι και η απόλαυση της δημιουργικής διαδικασίας.
Για την κοινωνία του θεάματος είναι επικίνδυνο να κάνουν τέχνη όλοι, όπως επικίνδυνο είναι και να σκέφτονται όλοι.
Προτιμότερο γι’ αυτούς είναι να καταναλώνουμε τις έτοιμες σκέψεις, όπως αυτές πουλιούνται στο σούπερ-μάρκετ των ιδεών.
Προτιμούν να καταναλώνουμε ακόμα και τις μεγάλες σκέψεις των Πλάτωνων, των Λάο-Τσε και των Βιτγκενστάιν, παρά να σκεφτόμαστε μόνοι μας. Ναι, υπάρχουν και υπερήρωες της σκέψης, οι οποίοι μας αποτρέπουν από την δημιουργική διαδικασία της προσωπικής σκέψης, ειδικά όταν προβάλλονται ως αλάθητα ιερά τέρατα.
«Αφού όλα τα σκέφτηκαν οι αρχαίοι Έλληνες και οι επίγονοι τους, τι καινούριο μπορείς να σκεφτείς εσύ, κακόμοιρε ανθρωπάκο;»
Όπως και στην τέχνη, έτσι και στην σκέψη, αυτό που έχει σημασία δεν είναι το αποτέλεσμα, αλλά η δημιουργική διαδικασία. Και μόνο αν αποκαθηλώσουμε τις πνευματικές αυθεντίες του συστημικού κυκλώματος, θα μπορέσουμε να επαναπροσδιοριστούμε ως άνθρωποι.
Αυτή θα ήταν η μόνη επανάσταση που θα είχε αξία. Όταν όλοι θα σκεφτόμαστε, όλοι θα κάνουμε τέχνη, όλοι θα παίζουμε. Όταν δεν θα υπάρχουν υπεράνθρωποι, μέσοι άνθρωποι και υπάνθρωποι, παρά μόνο άνθρωποι. Άνθρωποι που κατανοούν ότι είναι μέρος της Γαίας και απολαμβάνουν την θνητότητα τους, χωρίς να σκοτώνουν, χωρίς να πεθαίνουν για μεγάλες ιδέες.
Υπάρχει νόημα στην τέχνη;
Η Τέχνη και ο Έρωτας είναι ίσως τα τελευταία οχυρά που αντιστέκονται στην εκλογίκευση και την ισοπεδωτική μανία του σύγχρονου πολιτισμού. Η χρησιμότητα της Τέχνης, είναι ότι δεν έχει καμία απολύτως χρησιμότητα! Με την έννοια ότι δεν είναι ένα χρηστικό προϊόν που μας προσφέρει ή εξυπηρετεί μια πρακτική ή υλική ανάγκη. Η Τέχνη εξυπηρετεί την ανάγκη έκφρασης του ανθρώπου.
Σκοπός της τέχνης είναι να αποδώσει την εσωτερική σημασία των πραγμάτων κι όχι την εξωτερική τους εμφάνιση. Ο άνθρωπος προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του και μέσα του μέσω της πνευματικής αναζήτησης και της δημιουργίας, περνώντας μέσα από το φίλτρο της προσωπικής εμπειρίας, αλλά και των συμβάντων της καθημερινής ζωής ή του κόσμου.
Βέβαια σημαντικοί παράγοντες στην καλλιτεχνική δημιουργία είναι οι ιστορικές συνθήκες και το κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο κινείται ένας δημιουργός. Τα αρχέτυπα και τα σύμβολα παίζουν σπουδαίο ρόλο στην έκφραση. Κατά τον Freud ο περιορισμός της libido (της σεξουαλικής ενέργειας) δημιουργεί πολιτισμό. Η Τέχνη εμπεριέχει πάντα τον παρατηρητή και το αντικείμενο. Ο παρατηρητής κρίνει το έργο τέχνης είτε αυτό είναι ένα γλυπτό, είτε κάποιος πίνακας ή οτιδήποτε άλλο. Τέχνη θα μπορούσαμε να περιγράψουμε κάθε δημιουργική προσπάθεια αποτύπωσης του πνευματικού κόσμου στον υλικό.
Πέρα από την αναπαράσταση της πραγματικότητας (αντικειμενικής ή υποκειμενικής), η Τέχνη δεν εκτιμάται μόνο από το περιεχόμενό της αλλά και από την μορφή της, από το αισθητικό του πράγματος. Πολλοί άνθρωποι ταυτίζουν την αισθητική με το όμορφο. Στην πραγματικότητα η αισθητική είναι ένα φιλοσοφικό παρακλάδι που αναζητά το ωραίο αλλά και την αλληλεπίδρασή μας ερχόμενοι σ’ επαφή με τα πράγματα.
Πολλές φορές έχουν γίνει συζητήσεις για το τι καθιστά μια δημιουργία ‘έργο τέχνης’. Υπάρχουν αισθητικές αξίες σε κλίμακα ιεραρχίας ή είναι όλες ισότιμες; Μπορεί κάποιος να μιλήσει αντικειμενικά για το τι είναι έργο τέχνης και γιατί είναι καλύτερο από κάποιο άλλο; Κατά την γνώμη μου η αντικειμενικότητα κι η υποκειμενικότητα είναι ρευστές έννοιες σε αυτό το ζήτημα. Υπάρχουν διαθέσεις κι όχι οδηγός για το τι μας αρέσει ή θα πρέπει να μας αρέσει.
Θεωρώ ότι στην Τέχνη δεν μπορεί να μιλήσει κανείς με επιστημονικά κριτήρια για να δικαιολογήσει τις προτιμήσεις του. Ας πούμε αν βάλουμε σε κάποιον ν’ ακούσει Τσιτσάνη και Μότσαρτ χωρίς να έχει επαφή με κανέναν από τους δύο, ποιον θα θεωρήσει καλλιτέχνη και γιατί; Πέρα όλων αυτών, ας λάβουμε υπόψη πως κάποιοι διαχωρίζουν την Τέχνη σε αυτή του συστήματος και σε αυτήν που κινείται εκτός αυτού και προσπαθεί να επεκτείνει τα όριά της, το λεγόμενο underground.
Τι έχει μεγαλύτερη αξία στην Τέχνη;
Η αισθητική-ορατή-υλική μορφή της ή το συμβολικό-μη υλικό περιεχόμενό της; Στην σύγχρονη εποχή πολλοί μεταμοντέρνοι δημιουργοί προβαίνουν σε στείρες προσπάθειες καταναγκαστικής ‘πρωτοτυπίας’ και με επιχειρήματα προσπαθούν να αναβαθμίσουν κάθε τεχνούργημα τους σε ‘έργο τέχνης’.
Μήπως τελικά όλα είναι Τέχνη; Κι αν όλα είναι Τέχνη, τότε μήπως τίποτα δεν είναι Τέχνη; Ας πούμε μπορεί να θεωρώ έργο τέχνης ένα γκράφιτι, ένα γλυπτό από καθημερινά αντικείμενα, ένα κόμικ ή ένα υπέροχα μαγειρεμένο και στολισμένο γεύμα.
Ίσως γι’ αυτό ξεπήδησε ο ‘ιδιαίτερος’ κι απολύτως άχρηστος κλάδος των ‘κριτικών τέχνης’. Για να μας πει δογματικά τι είναι Τέχνη και τι είναι ωραίο, ίσως ακόμη επειδή οι σύγχρονοι καλλιτέχνες δεν στηρίζουν τις δημιουργίες τους σε κάποιο θεωρητικό υπόβαθρο. Πέρα όλων αυτών, υπάρχουν όρια στην Τέχνη; Στην έκφραση; Κατά την γνώμη μου όχι. Και δεν πρέπει να υπάρχουν. Ακόμη κι όταν ένα έργο είναι ορατό σε μεγάλο κοινό δεν χρειάζεται να έχει όρια.
Η Τέχνη χρειάζεται να υποστηρίζει την ελευθερία στην έκφραση, να μας γλιτώνει από την αλλοτρίωση της καθημερινότητας, να είναι εκείνο το εκστατικό συναίσθημα δημιουργίας, η λύτρωση των συναισθημάτων και η δικαίωση των σκέψεων. Η απόδραση από τους κανόνες της καθημερινής ζωής, το άγγιγμα του άυλου, το χτίσιμο της πραγματικότητας με μη συμβατικούς όρους, μακρυά από την πεζότητα. Αυτό το τελευταίο μοιάζει ως το νόημα της Τέχνης.
Η Τέχνη για την Τέχνη. Η ίδια η ανάγκη του ανθρώπου να ξεπεράσει τον εαυτό του.
Η τέχνη στην υπηρεσία της παγκοσμιοποιημένης απληστίας και ματαιοδοξίας.
Τον Μάιο του 2014 ο οίκος Christie πούλησε στην Νέα Υόρκη έργα μεταπολεμικής και σύγχρονης τέχνης προς 745 εκ. δολάρια. Το υψηλότερο ποσό που έχει ποτέ επιτευχθεί σε έναν και μόνο πλειστηριασμό. Στις υψηλότερες τιμές πωλήθηκαν έργα των Barnett Newman, Francis Bacon, Mark Rothko, και Andy Warhol, καθένα από τα οποία πωλήθηκαν για περισσότερα από 60 εκατομμύρια δολάρια. Σύμφωνα με τους New York Times οι συλλέκτες από την Ασία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην αύξηση των τιμών.
Εκτός των άλλων ένα από τα έργα, το τραινάκι του Jeff Koons, ένα μεταλλικό τραινάκι που γεμίζει με μπέρμπον, πωλήθηκε προς 33 εκ. δολάρια. Ο ίδιος ο Koons δήλωσε πως το εν λόγω τραινάκι αποτελεί ένα αλληγορικό έργο που τονίζει την ταξική ανισότητα από την πολυτέλεια στην παρακμή.
Τον περασμένο μήνα, κάποιος αγόρασε μία από τις παραλλαγές έργων του Barnett Newman (αυτά με τις λεπτές κάθετες λωρίδες, φωτό κάτω) για 84 εκ, δολάρια. Ενώ μια μικρή εικόνα της Marilyn Monroe του Andy Warhol – υπάρχουν πολλές από αυτές – πωλήθηκε προς 41 εκατομμύρια δολάρια. Και η λίστα της παράνοιας συνεχίζεται…
Το τσούρμο με τους συλλέκτες περιλαμβάνει από την μια αυτούς που βλέπουν τις αγορές τους ως επένδυση, όπως τις μετοχές, τα ακίνητα ή τις ράβδους χρυσού. Σε αυτή την περίπτωση, εάν το ποσό που καταβλήθηκε ήταν υπερβολικό ή μη εξαρτάται από το πόσο η αγορά θα είναι πρόθυμη να πληρώσει για το έργο στο μέλλον.
Από την άλλη περιλαμβάνει εκείνους που αυτό-προσδιορίζονται ως λάτρεις της τέχνης. Αυτούς που δεν ξέρουν με λίγα λόγια τι να κάνουν τα χρήματά τους και τρέχουν από πλειστηριασμό σε πλειστηριασμό για να γεμίσουν του άδειους τοίχους τους.
Ακόμη και αν κανείς παραβλέψει την ειρωνεία της δημιουργίας ενός έργου το οποίο έρχεται να συμβολίσει τις ανισότητες ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς και στην συνέχεια πωλείται προς εκατομμύρια δολάρια δεν μπορεί να παραβλέψει την εξοργιστική ύβρη για την ανθρωπότητα αυτής της τεράστιας τεχνητής δημιουργίας υπεραξιών και σπατάλης χρημάτων.
Κανένας από τους συλλέκτες δεν σκέφτηκε ότι σε έναν κόσμο όπου περισσότερα από έξι εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο επειδή δεν έχουν καθαρό πόσιμο νερό ή κουνουπιέρες, ή πρόσβαση σε σχολεία και φαγητό, υπάρχει και καλύτερος τρόπος να κάνουν κάτι τα χρήματά τους.
Δεν θα σταματήσω επομένως να τονίζω πως η κρίση που ζούμε σήμερα είναι μακροχρόνια έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια, είναι βαθιά, είναι αξιακή και είναι αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης. Δεν υπάρχει πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας από την εργασία μέχρι την τέχνη που να μην έχει προσβληθεί από αυτή την παγκόσμια μάστιγα. Έτσι λοιπόν οφείλουμε να δούμε την κρίση σαν μια σοβαρότατη παγκόσμια ασθένεια, να αντισταθούμε αλλάζοντας τους εαυτούς μας και απαιτώντας την ριζική θεραπεία της.
Μπορείς να πεις ότι είμαι ονειροπόλος…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου