Θέτοντάς το απλά, πίστη είναι να πιστεύεις τον άλλον, υπό προϋποθέσεις. Όπως, για παράδειγμα, όταν κάποιος δανείζεται χρήματα από την τράπεζα. Είναι αυτονόητο ότι η τράπεζα δε θα σου δανείσει χρήματα χωρίς όρους. Θα σου ζητήσουν κάποιο εχέγγυο, όπως ακίνητη περιουσία ή έναν εγγυητή, και θα σου δώσουν δάνειο που ισοδυναμεί με την αξία του. Και θα σου κοτσάρουν και τον τόκο που αναλογεί. Αυτή είναι μια στάση που δηλώνει ότι «θα σου δανείσουμε τα χρήματα επειδή πιστεύουμε στην αξία της εγγύησης που μας έδωσες», και όχι «θα σου δανείσουμε τα χρήματα επειδή πιστεύουμε σε εσένα». Με άλλα λόγια, δεν πιστεύουν σε «εκείνο το άτομο»· πιστεύουν στις «προϋποθέσεις» που διαμορφώνουν αυτή τη συνθήκη.
Εμπιστοσύνη είναι να ενεργείς χωρίς καμία προϋπόθεση και να πιστεύεις άνευ όρων στους άλλους. Ακόμα κι αν δεν έχεις αρκετούς λόγους για να πιστεύεις, εξακολουθείς να πιστεύεις. Πιστεύεις άνευ όρων και χωρίς να σε ενδιαφέρουν οι εγγυή σεις. Αυτό είναι εμπιστοσύνη. Αντί να πιστεύεις στις «προϋποθέσεις» που δίνουν αξία σε εκείνο το άτομο, πιστεύεις στο ίδιο το άτομο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι επικεντρώνεσαι όχι στην υλική αξία του ατόμου, αλλά στην αξία του ως ανθρώπου.
Αυτού του είδους η σχέση είναι και εμπιστοσύνη στον εαυτό μου που πιστεύει σε εκείνο το άτομο. Γιατί πώς να ζητήσει ποτέ κανείς κάτι ως εγγύηση αν δεν έχει εμπιστοσύνη στην ίδια του την κρίση. Είναι μια εμπιστοσύνη στους άλλους που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτοπεποίθηση.
Τα τρία καθήκοντα ζωής που υποστηρίζει ο Άντλερ –εργασία, φιλία και αγάπη- προσδιορίζονται από την απόσταση και το βάθος των διαπροσωπικών μας σχέσεων.
Ἔστω κι έτσι, ακόμα κι αν κάποιος μπορεί να εκφέρει τις λέξεις «απόσταση» και «βάθος» με ευκολία, είναι δυσνόητες έννοιες. Υπάρχουν τόσες πτυχές που πιθανώς έχεις παρεξηγήσει. Σκέψου το, σε παρακαλώ, με τον εξής απλό τρόπο: Η διαφορά μεταξύ εργασίας και φιλίας είναι κατά πόσο πρόκειται για σχέση πίστης ή σχέση εμπιστοσύνης.
Οι εργασιακές σχέσεις είναι σχέσεις πίστης και οι φιλικές είναι σχέσεις εμπιστοσύνης.
Οι εργασιακές σχέσεις βασίζονται σε προϋποθέσεις που περιλαμβάνουν είτε κάποιο προσωπικό συμφέρον ή εξωγενείς παράγοντες — η συνεργασία, ας πούμε, με ένα άτομο επειδή τυχαίνει να δουλεύετε στην ίδια εταιρεία· ή μπορεί να συνεργάζεσαι με κάποιον τον οποίο ναι μεν δε συμπαθείς, αλλά λόγω της συνεργασίας σας συντηρείς και προωθείς τη μεταξύ σας σχέση. Ωστόσο δεν έχεις καμία επιθυμία να διατηρήσεις τη σχέση αυτή εκτός εργασίας. Εδώ πρόκειται πραγματικά για μια σχέση πίστης, η οποία έχει δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα του προσωπικού συμφέροντος, που είναι η εργασία. Ανεξαρτήτως των προσωπικών σου προτιμήσεων, πρέπει να δημιουργήσεις αυτή τη σχέση.
Στη φιλία, δεν υπάρχει κανένας λόγος να γίνεις φίλος με το άτομο. Δεν υπάρχει προσωπικό συμφέρον, κι ούτε και πρόκειται για σχέση που επιτάσσουν εξωγενείς παράγοντες. Είναι μια σχέση που προκύπτει αμιγώς από τη φυσική παρότρυνση που λέει «συμπαθώ αυτό το άτομο». Κάποιος πιστεύει σε «εκείνο το άτομο», κι όχι στις «προϋποθέσεις» που συνοδεύουν εκείνο το άτομο. Προφανώς, η φιλία είναι μια σχέση εμπιστοσύνης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου