ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ Γ΄
ΔΗΜ 9.47–52
Προς επίρρωση όσων προανέφερε σχετικά με τους πολιτικούς που χρηματίζονταν, για να υποστηρίξουν τα μακεδονικά συμφέροντα (βλ. σχετικά ΔΗΜ 9.36–40) και προκειμένου να αποδείξει την ευαισθησία των παλαιότερων Αθηναίων απέναντι στο αδίκημα της δωροληψίας, ο ρήτορας επικαλέστηκε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Και συνεχίζει:
[47] Ἔστι τοίνυν τις εὐήθης λόγος παρὰ τῶν παραμυθεῖσθαι
βουλομένων τὴν πόλιν, ὡς ἄρ’ οὔπω Φίλιππός ἐστιν οἷοί
ποτ’ ἦσαν Λακεδαιμόνιοι, οἳ θαλάττης μὲν ἦρχον καὶ γῆς
ἁπάσης, βασιλέα δὲ σύμμαχον εἶχον, ὑφίστατο δ’ οὐδὲν
αὐτούς· ἀλλ’ ὅμως ἠμύνατο κἀκείνους ἡ πόλις καὶ οὐκ
ἀνηρπάσθη. ἐγὼ δ’ ἁπάντων ὡς ἔπος εἰπεῖν πολλὴν εἰλη-
φότων ἐπίδοσιν, καὶ οὐδὲν ὁμοίων ὄντων τῶν νῦν τοῖς
πρότερον, οὐδὲν ἡγοῦμαι πλέον ἢ τὰ τοῦ πολέμου κεκινῆσθαι
κἀπιδεδωκέναι. [48] πρῶτον μὲν γὰρ ἀκούω Λακεδαιμονίους
τότε καὶ πάντας τοὺς ἄλλους, τέτταρας μῆνας ἢ πέντε, τὴν
ὡραίαν αὐτήν, ἐμβαλόντας ἂν καὶ κακώσαντας τὴν χώραν
ὁπλίταις καὶ πολιτικοῖς στρατεύμασιν ἀναχωρεῖν ἐπ’ οἴκου
πάλιν· οὕτω δ’ ἀρχαίως εἶχον, μᾶλλον δὲ πολιτικῶς, ὥστ’
οὐδὲ χρημάτων ὠνεῖσθαι παρ’ οὐδενὸς οὐδέν, ἀλλ’ εἶναι
νόμιμόν τινα καὶ προφανῆ τὸν πόλεμον. [49] νυνὶ δ’ ὁρᾶτε μὲν
δήπου τὰ πλεῖστα τοὺς προδότας ἀπολωλεκότας, οὐδὲν δ’ ἐκ
παρατάξεως οὐδὲ μάχης γιγνόμενον· ἀκούετε δὲ Φίλιππον
οὐχὶ τῷ φάλαγγ’ ὁπλιτῶν ἄγειν βαδίζονθ’ ὅποι βούλεται,
ἀλλὰ τῷ ψιλούς, ἱππέας, τοξότας, ξένους, τοιοῦτον ἐξηρτῆ-
σθαι στρατόπεδον. [50] ἐπειδὰν δ’ ἐπὶ τούτοις πρὸς νοσοῦντας
ἐν αὑτοῖς προσπέσῃ καὶ μηδεὶς ὑπὲρ τῆς χώρας δι’ ἀπιστίαν
ἐξίῃ, μηχανήματ’ ἐπιστήσας πολιορκεῖ. καὶ σιωπῶ θέρος
καὶ χειμῶνα, ὡς οὐδὲν διαφέρει, οὐδ’ ἐστὶν ἐξαίρετος ὥρα
τις ἣν διαλείπει. [51] ταῦτα μέντοι πάντας εἰδότας καὶ λογιζο-
μένους οὐ δεῖ προσέσθαι τὸν πόλεμον εἰς τὴν χώραν, οὐδ’
εἰς τὴν εὐήθειαν τὴν τοῦ τότε πρὸς Λακεδαιμονίους πολέμου
βλέποντας ἐκτραχηλισθῆναι, ἀλλ’ ὡς ἐκ πλείστου φυλάτ-
τεσθαι τοῖς πράγμασι καὶ ταῖς παρασκευαῖς, ὅπως οἴκοθεν
μὴ κινήσεται σκοποῦντας, οὐχὶ συμπλακέντας διαγωνίζεσθαι.
[52] πρὸς μὲν γὰρ πόλεμον πολλὰ φύσει πλεονεκτήμαθ’ ἡμῖν
ὑπάρχει, ἄν περ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ποιεῖν ἐθέλωμεν ἃ
δεῖ, ἡ φύσις τῆς ἐκείνου χώρας, ἧς ἄγειν καὶ φέρειν ἔστι
πολλὴν καὶ κακῶς ποιεῖν, ἄλλα μυρία· εἰς δ’ ἀγῶνα ἄμεινον
ἡμῶν ἐκεῖνος ἤσκηται.
[47] Ἔστι τοίνυν τις εὐήθης λόγος παρὰ τῶν παραμυθεῖσθαι
βουλομένων τὴν πόλιν, ὡς ἄρ’ οὔπω Φίλιππός ἐστιν οἷοί
ποτ’ ἦσαν Λακεδαιμόνιοι, οἳ θαλάττης μὲν ἦρχον καὶ γῆς
ἁπάσης, βασιλέα δὲ σύμμαχον εἶχον, ὑφίστατο δ’ οὐδὲν
αὐτούς· ἀλλ’ ὅμως ἠμύνατο κἀκείνους ἡ πόλις καὶ οὐκ
ἀνηρπάσθη. ἐγὼ δ’ ἁπάντων ὡς ἔπος εἰπεῖν πολλὴν εἰλη-
φότων ἐπίδοσιν, καὶ οὐδὲν ὁμοίων ὄντων τῶν νῦν τοῖς
πρότερον, οὐδὲν ἡγοῦμαι πλέον ἢ τὰ τοῦ πολέμου κεκινῆσθαι
κἀπιδεδωκέναι. [48] πρῶτον μὲν γὰρ ἀκούω Λακεδαιμονίους
τότε καὶ πάντας τοὺς ἄλλους, τέτταρας μῆνας ἢ πέντε, τὴν
ὡραίαν αὐτήν, ἐμβαλόντας ἂν καὶ κακώσαντας τὴν χώραν
ὁπλίταις καὶ πολιτικοῖς στρατεύμασιν ἀναχωρεῖν ἐπ’ οἴκου
πάλιν· οὕτω δ’ ἀρχαίως εἶχον, μᾶλλον δὲ πολιτικῶς, ὥστ’
οὐδὲ χρημάτων ὠνεῖσθαι παρ’ οὐδενὸς οὐδέν, ἀλλ’ εἶναι
νόμιμόν τινα καὶ προφανῆ τὸν πόλεμον. [49] νυνὶ δ’ ὁρᾶτε μὲν
δήπου τὰ πλεῖστα τοὺς προδότας ἀπολωλεκότας, οὐδὲν δ’ ἐκ
παρατάξεως οὐδὲ μάχης γιγνόμενον· ἀκούετε δὲ Φίλιππον
οὐχὶ τῷ φάλαγγ’ ὁπλιτῶν ἄγειν βαδίζονθ’ ὅποι βούλεται,
ἀλλὰ τῷ ψιλούς, ἱππέας, τοξότας, ξένους, τοιοῦτον ἐξηρτῆ-
σθαι στρατόπεδον. [50] ἐπειδὰν δ’ ἐπὶ τούτοις πρὸς νοσοῦντας
ἐν αὑτοῖς προσπέσῃ καὶ μηδεὶς ὑπὲρ τῆς χώρας δι’ ἀπιστίαν
ἐξίῃ, μηχανήματ’ ἐπιστήσας πολιορκεῖ. καὶ σιωπῶ θέρος
καὶ χειμῶνα, ὡς οὐδὲν διαφέρει, οὐδ’ ἐστὶν ἐξαίρετος ὥρα
τις ἣν διαλείπει. [51] ταῦτα μέντοι πάντας εἰδότας καὶ λογιζο-
μένους οὐ δεῖ προσέσθαι τὸν πόλεμον εἰς τὴν χώραν, οὐδ’
εἰς τὴν εὐήθειαν τὴν τοῦ τότε πρὸς Λακεδαιμονίους πολέμου
βλέποντας ἐκτραχηλισθῆναι, ἀλλ’ ὡς ἐκ πλείστου φυλάτ-
τεσθαι τοῖς πράγμασι καὶ ταῖς παρασκευαῖς, ὅπως οἴκοθεν
μὴ κινήσεται σκοποῦντας, οὐχὶ συμπλακέντας διαγωνίζεσθαι.
[52] πρὸς μὲν γὰρ πόλεμον πολλὰ φύσει πλεονεκτήμαθ’ ἡμῖν
ὑπάρχει, ἄν περ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ποιεῖν ἐθέλωμεν ἃ
δεῖ, ἡ φύσις τῆς ἐκείνου χώρας, ἧς ἄγειν καὶ φέρειν ἔστι
πολλὴν καὶ κακῶς ποιεῖν, ἄλλα μυρία· εἰς δ’ ἀγῶνα ἄμεινον
ἡμῶν ἐκεῖνος ἤσκηται.
***
[47] Είναι αληθές ότι ακούει τις ένα ανόητον επιχείρημα παρ' εκείνων οίτινες θέλουν να μας καθησυχάσουν: λέγουν ότι ο Φίλιππος δεν είναι ακόμη τόσον δυνατός όσον ήσαν άλλοτε οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι εκυριάρχουν μεν της θαλάσσης και όλης της Ελλάδος, είχον δε σύμμαχον τον Μ. Βασιλέα, και ουδέν ανθίστατο εις αυτούς· και όμως ―λέγουν― η πόλις ημών τους απέκρουσε, και δεν ανηρπάγη υπό της καταιγίδος. Βεβαίως· αλλ' όμως τα πάντα σχεδόν έχουν πολύ έκτοτε προοδεύσει και κατ' ουδέν ομοιάζουν τα παρόντα με τα παρελθόντα, προ παντός δε νομίζω ότι τα πολεμικά είναι εκείνα που έχουν περισσότερον μεταβληθή και προοδεύσει. [48] Πρώτον μεν, καθώς λέγουν, κατά τους χρόνους εκείνους οι Λακεδαιμόνιοι και πάντες οι άλλοι, επί τέσσαρας ή πέντε μήνας, κατά την καλήν εποχήν, εισέβαλλον και εδήουν την εχθρικήν χώραν με οπλίτας και στρατεύματα εκ πολιτών απαρτιζόμενα, μετά ταύτα δε απήρχοντο εις τα ίδια· είχον δε εις τοιούτον βαθμόν το αίσθημα της αρχαιοπρεπείας ή μάλλον το αίσθημα του πολιτικού καθήκοντος, ώστε ουδεμίαν παρ' ουδενός ηγόραζον υπηρεσίαν αλλά διεξήγον πόλεμον νόμιμον και ανοικτόν. [49] Τώρα δε, καθώς βλέπετε, οι προδόται έχουν σχεδόν τα πάντα καταστρέψει· ουδέν εγένετο από παρατεταγμένα στρατεύματα ή από μάχην. Όταν δε πληροφορήσθε ότι ο Φίλιππος βαδίζει οπουδήποτε θέλει, δεν ευρίσκεται επί κεφαλής φάλαγγος οπλιτών, αλλ' ακολουθείται από στρατιάν ψιλών, ιππέων, τοξοτών, μισθοφόρων. [50] Όταν εξ άλλου επιπέση κατά λαού νοσούντος εσωτερικώς και ουδείς εξέλθη, λόγω της αμοιβαίας δυσπιστίας, προς άμυναν της χώρας του, στήνει μηχανάς και πολιορκεί την πόλιν. Παραλείπω ότι ουδεμίαν κάμνει διάκρισιν θέρους και χειμώνος και ότι δεν υπάρχει εποχή κατά την οποίαν να διακόπτη εξαιρετικώς τας επιχειρήσεις.
[51] Ταύτα λοιπόν πρέπει πάντες να γνωρίζωμεν και να λάβωμεν σοβαρώς υπ' όψιν, και να μη αφήσωμεν τον πόλεμον να έλθη εις την χώραν μας· ουδέ πρέπει, αποβλέποντες εις τον απλοϊκόν τρόπον διεξαγωγής του τότε προς τους Λακεδαιμονίους πολέμου, να αφήσωμεν να μας ανατρέψουν· αλλά πρέπει, αντιθέτως, να προλάβωμεν την επίθεσιν κρατούντες αυτόν όσον το δυνατόν μακράν διά της ενεργητικότητος και των παρασκευών μας και να φροντίσωμεν τίνι τρόπω θα μείνη ακίνητος εις την χώραν του και τίνι τρόπω δεν θα αγωνισθώμεν προς αυτόν εκ του συστάδην. [52] Διότι ως προς την διεξαγωγήν του πολέμου, έχομεν πολλά φυσικά πλεονεκτήματα, εάν, ω άνδρες Αθηναίοι, αποφασίσωμεν να πράττωμεν τα δέοντα: και εν πρώτοις την φυσικήν διαμόρφωσιν της χώρας του, της οποίας μέγα μέρος δυνάμεθα να λεηλατήσωμεν και άλλως να βλάψωμεν, αλλά και πολλά άλλα πλεονεκτήματα. Αντιθέτως εις την τακτικήν μάχην είναι εκείνος καλλίτερα από ημάς ησκημένος.
[47] Είναι αληθές ότι ακούει τις ένα ανόητον επιχείρημα παρ' εκείνων οίτινες θέλουν να μας καθησυχάσουν: λέγουν ότι ο Φίλιππος δεν είναι ακόμη τόσον δυνατός όσον ήσαν άλλοτε οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι εκυριάρχουν μεν της θαλάσσης και όλης της Ελλάδος, είχον δε σύμμαχον τον Μ. Βασιλέα, και ουδέν ανθίστατο εις αυτούς· και όμως ―λέγουν― η πόλις ημών τους απέκρουσε, και δεν ανηρπάγη υπό της καταιγίδος. Βεβαίως· αλλ' όμως τα πάντα σχεδόν έχουν πολύ έκτοτε προοδεύσει και κατ' ουδέν ομοιάζουν τα παρόντα με τα παρελθόντα, προ παντός δε νομίζω ότι τα πολεμικά είναι εκείνα που έχουν περισσότερον μεταβληθή και προοδεύσει. [48] Πρώτον μεν, καθώς λέγουν, κατά τους χρόνους εκείνους οι Λακεδαιμόνιοι και πάντες οι άλλοι, επί τέσσαρας ή πέντε μήνας, κατά την καλήν εποχήν, εισέβαλλον και εδήουν την εχθρικήν χώραν με οπλίτας και στρατεύματα εκ πολιτών απαρτιζόμενα, μετά ταύτα δε απήρχοντο εις τα ίδια· είχον δε εις τοιούτον βαθμόν το αίσθημα της αρχαιοπρεπείας ή μάλλον το αίσθημα του πολιτικού καθήκοντος, ώστε ουδεμίαν παρ' ουδενός ηγόραζον υπηρεσίαν αλλά διεξήγον πόλεμον νόμιμον και ανοικτόν. [49] Τώρα δε, καθώς βλέπετε, οι προδόται έχουν σχεδόν τα πάντα καταστρέψει· ουδέν εγένετο από παρατεταγμένα στρατεύματα ή από μάχην. Όταν δε πληροφορήσθε ότι ο Φίλιππος βαδίζει οπουδήποτε θέλει, δεν ευρίσκεται επί κεφαλής φάλαγγος οπλιτών, αλλ' ακολουθείται από στρατιάν ψιλών, ιππέων, τοξοτών, μισθοφόρων. [50] Όταν εξ άλλου επιπέση κατά λαού νοσούντος εσωτερικώς και ουδείς εξέλθη, λόγω της αμοιβαίας δυσπιστίας, προς άμυναν της χώρας του, στήνει μηχανάς και πολιορκεί την πόλιν. Παραλείπω ότι ουδεμίαν κάμνει διάκρισιν θέρους και χειμώνος και ότι δεν υπάρχει εποχή κατά την οποίαν να διακόπτη εξαιρετικώς τας επιχειρήσεις.
[51] Ταύτα λοιπόν πρέπει πάντες να γνωρίζωμεν και να λάβωμεν σοβαρώς υπ' όψιν, και να μη αφήσωμεν τον πόλεμον να έλθη εις την χώραν μας· ουδέ πρέπει, αποβλέποντες εις τον απλοϊκόν τρόπον διεξαγωγής του τότε προς τους Λακεδαιμονίους πολέμου, να αφήσωμεν να μας ανατρέψουν· αλλά πρέπει, αντιθέτως, να προλάβωμεν την επίθεσιν κρατούντες αυτόν όσον το δυνατόν μακράν διά της ενεργητικότητος και των παρασκευών μας και να φροντίσωμεν τίνι τρόπω θα μείνη ακίνητος εις την χώραν του και τίνι τρόπω δεν θα αγωνισθώμεν προς αυτόν εκ του συστάδην. [52] Διότι ως προς την διεξαγωγήν του πολέμου, έχομεν πολλά φυσικά πλεονεκτήματα, εάν, ω άνδρες Αθηναίοι, αποφασίσωμεν να πράττωμεν τα δέοντα: και εν πρώτοις την φυσικήν διαμόρφωσιν της χώρας του, της οποίας μέγα μέρος δυνάμεθα να λεηλατήσωμεν και άλλως να βλάψωμεν, αλλά και πολλά άλλα πλεονεκτήματα. Αντιθέτως εις την τακτικήν μάχην είναι εκείνος καλλίτερα από ημάς ησκημένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου