Παρασκευή 3 Ιουνίου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΚΑΤ' ΑΡΙΣΤΟΓΕΙΤΟΝΟΣ Α΄

ΔΗΜ 25.20–28

(ΔΗΜ 25.15–35: Η στάση του Αριστογείτονα απέναντι στους νόμους της πόλεως) 

Η ανάγκη τήρησης των νόμων – Ο ρόλος των δικαστών – Ευθεία επίθεση στον Αριστογείτονα

[20] Λέξω δ’ οὔτε καινὸν οὔτε περιττὸν οὐδὲν οὔτ’ ἴδιον, ἀλλ’
ὃ πάντες ὑμεῖς ἴσθ’ ὁμοίως ἐμοί. εἰ γάρ τις ὑμῶν ἐξετάσαι
βούλεται τί ποτ’ ἐστὶ τὸ αἴτιον καὶ τὸ ποιοῦν τὴν βουλὴν
συλλέγεσθαι, τὸν δῆμον εἰς τὴν ἐκκλησίαν ἀναβαίνειν, τὰ
δικαστήρια πληροῦσθαι, τὰς ἕνας ἀρχὰς ταῖς νέαις ἑκούσας
ὑπεξιέναι, καὶ πάντα δι’ ὧν ἡ πόλις οἰκεῖται καὶ σῴζεται
γίγνεσθαι, τοὺς νόμους εὑρήσει [τούτων αἰτίους] καὶ τὸ τού-
τοις ἅπαντας πείθεσθαι, ἐπεὶ λυθέντων γε τούτων, καὶ ἑκάστῳ
δοθείσης ἐξουσίας ὅ τι βούλεται ποιεῖν, οὐ μόνον ἡ πολιτεία
οἴχεται, ἀλλ’ οὐδ’ ὁ βίος ἡμῶν τοῦ τῶν θηρίων οὐδὲν ἂν
διενέγκαι. [21] τί γὰρ ἂν τοῦτον αὐτὸν οἴεσθε ποιεῖν λυθέντων
τῶν νόμων, ὃς ὄντων κυρίων τοιοῦτός ἐστιν; ἐπειδὴ τοίνυν
οἱ νόμοι μετὰ τοὺς θεοὺς ὁμολογοῦνται σῴζειν τὴν πόλιν, δεῖ
πάντας ὑμᾶς τὸν αὐτὸν τρόπον ὥσπερ ἂν εἰ καθῆσθ’ ἐράνου
πληρωταί, τὸν μὲν πειθόμενον τούτοις ὡς φέροντα τὴν τῆς
σωτηρίας φορὰν πλήρη τῇ πατρίδι τιμᾶν καὶ ἐπαινεῖν, τὸν
δ’ ἀπειθοῦντα κολάζειν. [22] ἔρανος γάρ ἐστιν πολιτικὸς καὶ
κοινὸς πάνθ’ ὅσα, ταξάντων τῶν νόμων, ἕκαστος ἡμῶν ποιεῖ.
ὃν ὁ λείπων, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πολλὰ καὶ καλὰ καὶ σεμνὰ
καὶ μεγάλ’ ὑμῶν ἀφαιρεῖται καὶ διαφθείρει τὸ καθ’ αὑτόν.
[23] ὧν ἓν ἢ δύ’ ἐρῶ παραδείγματος ἕνεκα, τὰ γνωριμώτατα.
τὸ τὴν βουλὴν τοὺς πεντακοσίους ἀπὸ τῆς [ἀσθενοῦς] τοι-
αυτησὶ κιγκλίδος τῶν ἀπορρήτων κυρίαν εἶναι, καὶ μὴ τοὺς
ἰδιώτας ἐπεισιέναι· τὸ τὴν ἐξ Ἀρείου πάγου βουλήν, ὅταν
ἐν τῇ βασιλείῳ στοᾷ καθεζομένη περισχοινίσηται, κατὰ
πολλὴν ἡσυχίαν ἐφ’ ἑαυτῆς εἶναι, καὶ ἅπαντας ἐκποδὼν
ἀποχωρεῖν· τὸ τὰς ἀρχὰς ἁπάσας, ὅσας οἱ λαχόντες ἄρχουσιν
ὑμῶν, ἅμα τῷ τὸν ὑπηρέτην εἰπεῖν «μετάστητ’ ἔξω» τῶν
νόμων κρατεῖν ἐφ’ οἷς εἰσεπέμφθησαν, καὶ μηδὲ τοὺς ἀσελ-
γεστάτους βιάζεσθαι· [24] ἄλλα μυρία. πάντα γὰρ τὰ σεμνὰ
καὶ καλὰ καὶ δι’ ὧν ἡ πόλις κοσμεῖται καὶ σῴζεται, ἡ
σωφροσύνη, ἡ πρὸς τοὺς γονέας καὶ τοὺς πρεσβυτέρους ὑμῶν
παρὰ τῶν νέων αἰσχύνη, ἡ εὐταξία, τῇ τῶν νόμων προσθήκῃ
τῶν αἰσχρῶν περίεστιν, τῆς ἀναισχυντίας, τῆς θρασύτητος,
τῆς ἀναιδείας. ἰταμὸν γὰρ ἡ πονηρία καὶ τολμηρὸν καὶ
πλεονεκτικόν, καὶ τοὐναντίον ἡ καλοκἀγαθία ἡσύχιον καὶ
ὀκνηρὸν καὶ βραδὺ καὶ δεινὸν ἐλαττωθῆναι. τοὺς νόμους
οὖν δεῖ τηρεῖν καὶ τούτους ἰσχυροὺς ποιεῖν τοὺς ἀεὶ δικά-
ζοντας ὑμῶν· μετὰ γὰρ τούτων οἱ χρηστοὶ τῶν πονηρῶν
περίεισιν. [25] εἰ δὲ μή, λέλυται πάντα, ἀνέῳκται, συγκέχυται,
τῶν πονηροτάτων καὶ ἀναιδεστάτων ἡ πόλις γίγνεται. φέρε
γὰρ πρὸς θεῶν, εἰ ἕκαστος τῶν ἐν τῇ πόλει τὴν Ἀριστο-
γείτονος τόλμαν καὶ ἀναισχυντίαν λαβών, καὶ διαλογισά-
μενος ταῦθ’ ἅπερ οὗτος, ὅτι ἔξεστι καὶ λέγειν καὶ ποιεῖν
μέχρι παντὸς ὅ τι ἂν βούληταί τις ἐν δημοκρατίᾳ, ἄνπερ τοῦ
ποῖός τις εἶναι δόξει [ὁ] ταῦτα ποιῶν ὀλιγωρήσῃ, καὶ οὐδεὶς
ἐπ’ οὐδενὶ τῶν ἀδικημάτων εὐθὺς αὐτὸν ἀποκτενεῖ· [26] εἰ ταῦτα
διανοηθεὶς ὁ μὴ λαχὼν τῷ λαχόντι καὶ ὁ μὴ χειροτονηθεὶς
τῷ χειροτονηθέντι ἐξ ἴσου ζητοίη εἶναι καὶ τῶν αὐτῶν
μετέχειν, καὶ ὅλως μὴ νέος, μὴ πρεσβύτερος τὰ προσήκοντα
πράττοι, ἀλλὰ πᾶν τὸ τεταγμένον ἐξελάσας ἕκαστος ἐκ τοῦ
βίου, τὴν ἑαυτοῦ βούλησιν νόμον, ἀρχήν, πάνθ’ ὑπολαμβάνοι·
εἰ ταῦτα ποιοῖμεν, ἔστι τὴν πόλιν οἰκεῖσθαι; τί δέ; τοὺς
νόμους κυρίους εἶναι; πόσην δ’ ἂν οἴεσθε βίαν καὶ ὕβριν
καὶ παρανομίαν ἐν ἁπάσῃ τῇ πόλει καθ’ ἑκάστην τὴν ἡμέραν
γίγνεσθαι καὶ βλασφημίαν ἀντὶ τῆς νῦν εὐφημίας καὶ τάξεως;
[27] καὶ τί δεῖ λέγειν ὅτι τοῖς νόμοις ἅπαντα κοσμεῖται καὶ τῷ
τούτοις πείθεσθαι; ἀλλ’ ὑμεῖς αὐτοὶ πάντων ἄρτι κληρου-
μένων Ἀθηναίων, καὶ πάντων εὖ οἶδ’ ὅτι βουλομένων εἰς
τοῦτο λαχεῖν τὸ δικαστήριον, μόνοι δικάζεθ’ ἡμῖν. διὰ τί;
ὅτι ἐλάχετε, εἶτ’ ἀπεκληρώθητε· ταῦτα δ’ οἱ νόμοι λέγουσιν.
εἶθ’ ὑμεῖς αὐτοὶ κατὰ τοὺς νόμους εἰσεληλυθότες τὸν παρὰ
τοὺς νόμους λέγειν ἢ πράττειν τι βιαζόμενον λαβόντες ἀφή-
σετε; καὶ οὐδεὶς ὑμῶν χολὴν οὐδ’ ὀργὴν ἔχων φανήσεται
ἐφ’ οἷς ὁ βδελυρὸς καὶ ἀναιδὴς ἄνθρωπος βιάζεται τοὺς
νόμους; [28] ὅς, ὦ μιαρώτατε πάντων τῶν ὄντων ἀνθρώπων,
κεκλειμένης σου τῆς παρρησίας οὐ κιγκλίσιν οὐδὲ θύραις,
ἃ καὶ παρανοίξειεν ἄν τις, ἀλλὰ τοσούτοις καὶ τηλικούτοις
ὀφλήμασιν, καὶ τούτων παρὰ τῇ θεῷ κειμένων, εἰς τὸ ἐντὸς
τούτων βιάζει καὶ προσέρχει πρὸς ταῦτ’ ἀφ’ ὧν ἀπελαύ-
νουσίν σ’ οἱ νόμοι· ἀπεσχοινισμένος πᾶσι τοῖς ἐν τῇ πόλει
δικαίοις, γνώσει δικαστηρίων τριῶν, ἐγγραφῇ θεσμοθετῶν,
ἑτέρᾳ πρακτόρων, τῇ τῆς βουλεύσεως, ἣν αὐτὸς διώκεις,
γραφῇ, μόνον οὐχ ἁλύσει σιδηρᾷ, ὑποδύει παρὰ ταῦτα καὶ
διασπᾷς, καὶ προφάσεις πλάττων καὶ ψευδεῖς αἰτίας συντι-
θεὶς τὰ κοινὰ δίκαι’ ἀνατρέψειν οἴει.

***
[20] Δεν θα ειπώ τίποτε, ούτε νέον, ούτε περιττόν, ούτε προσωπικόν, αλλ' εκείνο το οποίον γνωρίζετε όλοι ομοίως με εμέ. Διότι, εάν κάποιος από σας θέλει να εξετάση ποία είναι η αιτία, η οποία κάμνει την βουλήν να συνέρχεται, ο λαός να αναβαίνη εις την εκκλησίαν, οι αποχωρούντες άρχοντες εκουσίως να παραχωρούν την θέσιν των εις τους νέους και να γίνωνται όλα διά των οποίων διοικείται και σώζεται η πόλις, θα εύρη ότι όλων τούτων αιτία είναι οι νόμοι και το να πείθωνται εις τούτους άπαντες, διότι, αν καταργηθούν οι νόμοι ούτοι και έχη έκαστος την εξουσίαν να πράττη ό,τι θέλει, όχι μόνον η πολιτεία εξαφανίζεται, αλλά και αυτή η ζωή μας δεν θα διέφερε καθόλου των θηρίων. [21] Διότι, τι νομίζετε ότι θα έπραττεν αυτός, αν κατηργούντο οι νόμοι, ενώ εδείχθη τοιούτος, καθ' ον χρόνον ίσχυον οι νόμοι; Αφού λοιπόν είναι παραδεκτόν, ότι οι νόμοι μετά τους θεούς, σώζουν την πόλιν, πρέπει όλοι σεις κατά τον ίδιον τρόπον ακριβώς ωσάν να εκάθησθε διά να δεχθήτε έρανον, να χορηγήτε τιμάς και επαίνους εις εκείνον, ο οποίος υπακούει εις τους νόμους ως εις άνθρωπον, ο οποίος προσφέρει εις την πατρίδα του την οφειλομένην διά την σωτηρίαν του πληρωμήν πλήρη, εις δε τον μη πειθόμενον να επιβάλλετε τιμωρίαν. [22] Διότι έρανος, οφειλόμενος εις την πόλιν και την κοινότητα, είναι παν ό,τι έκαστος εξ ημών πράττει, όταν οι νόμοι τον διατάσσουν, όποιος όμως λιποτακτεί, άνδρες Αθηναίοι, σας αφαιρεί και καταστρέφει, όσον εξαρτάται από αυτόν, πολύ ωραία, σεβαστά και μεγάλα προνόμια. [23] Εκ τούτων εγώ θα σας αναφέρω έν ή δύο χάριν παραδείγματος, τα πλέον γνωστά· η Βουλή των πεντακοσίων, αφού περάση μίαν κιγκλίδα ομοίαν με αυτήν εδώ, έχει απόλυτον εξουσίαν επί των μυστικών του κράτους και οι απλοί πολίται δεν έχουν δικαίωμα να εισέλθουν εις αυτό το μέρος· η βουλή του Αρείου Πάγου, όταν συνεδριάζη, προστατευομένη από ένα σχοινί, εις την Βασιλικήν στοάν, είναι απολύτως ήσυχος και απομονωμένη· όλαι αι αρχαί, όσας άρχουν εκείνοι από σας, τους οποίους ώρισεν ο κλήρος, την στιγμήν που ο κήρυξ θα φωνάξη: «εξέλθετε», εκ του νόμου έχουν δικαίωμα επί των υποθέσεων, διά τας οποίας εστάλησαν εκεί, και οι περισσότερον αυθάδεις και βίαιοι δεν έχουν δικαίωμα να μεταχειρισθούν κατ' αυτών βίαν· [24] και πολλά άλλα παραδείγματα. Διότι παν ό,τι υπάρχει σεβαστόν και καλόν, το οποίον στολίζει και σώζει την πόλιν, η σωφροσύνη, ο σεβασμός των νέων προς τους γονείς των και εκείνους από σας που είσθε μεγαλύτεροι κατά την ηλικίαν, η ευταξία, διά της βοηθείας των νόμων υπερισχύουν των αισχρών, της αναισχυντίας, της θρασύτητος, της αναιδείας. Διότι η κακία είναι κάτι το απότομον και τολμηρόν και υπερήφανον, και αντιθέτως η τιμιότης κάτι το ήσυχον και δειλόν και βραδύ και ικανόν να ελαττώνεται. Πρέπει λοιπόν εκείνοι από σας, που κάθε φοράν ορίζονται ως δικασταί, να τηρούν και καθιστούν ισχυρούς τους νόμους, διότι μετά των νόμων οι χρηστοί υπερτερούν των κακών. [25] Εις την αντίθετον περίπτωσιν, τα πάντα καταργούνται, είναι ανοικτά, ανατρέπονται και η πόλις ανήκει εις τους πονηροτάτους και αναιδεστάτους. Ελάτε, δι' όνομα των θεών, ας υποθέσωμεν ότι έκαστος εις την πόλιν παραδέχεται την τόλμην και αναισχυντίαν του Αριστογείτονος και σκέπτεται ταύτα, τα οποία σκέπτεται ούτος, ότι δηλαδή επιτρέπεται εις την δημοκρατίαν να πράττη και λέγει κανείς ό,τι θέλει, φθάνων μέχρι των άκρων, φθάνει μόνον πράττων τοιουτοτρόπως να μη φροντίση καθόλου διά την γνώμην που θα έχετε σεις, και ότι ουδείς διά κανέν αμάρτημα δεν θα τον φονεύση αμέσως· [26] ας υποθέσωμεν ότι, με τους συλλογισμούς αυτούς, όποιος δεν ωρίσθη υπό του κλήρου ή εκλογής, ζητεί να είναι ίσος προς εκείνον ο οποίος έχει ορισθή διά του κλήρου ή της εκλογής και να έχη τα ίδια δικαιώματα· ότι γενικώς ούτε γέρων ούτε νέος δεν πράττει το καθήκον του· ας υποθέσωμεν ότι έκαστος εκδιώκει εκ της ζωής του πάσαν πειθαρχίαν και θεωρεί την βούλησίν του ως νόμον, εξουσίαν, ως το παν· ας υποθέσωμεν, ότι πράττομεν όλα αυτά· τότε δύναται να υπάρχη πόλις; Οι νόμοι δύνανται να έχουν κύρος; Ποία βιαιότης, κατά την γνώμην σας, ποίαι υπερβολαί, ποίαι παρανομίαι θα συμβούν εκάστην ημέραν εις όλην την πόλιν; Ποία ασεβής γλώσσα αντί της επικρατούσης τώρα συγκρατημένης γλώσσης και τάξεως; [27] Και διατί πρέπει να λέγωμεν όλα κανονίζονται από τους νόμους και την υπακοήν εις αυτούς; Αλλά σεις οι ίδιοι, ενώ προ ολίγου όλοι οι Αθηναίοι ήσαν παρόντες εις την κλήρωσιν και όλοι βεβαίως επεθύμουν να κληρωθούν διά το δικαστήριον τούτο, σεις μόνοι ωρίσθητε να μας δικάσητε. Διατί; Διότι πρώτον ωρίσθητε και έπειτα εξελέγητε διά κλήρου, διότι αυτά ορίζουν οι νόμοι. Εν τοιαύτη περιπτώσει σεις οι ίδιοι, οι οποίοι σύμφωνα προς τους νόμους εισήλθετε εδώ, σεις οι οποίοι έχετε εις τας χείρας σας τον άνθρωπον, ο οποίος επιχειρεί διά της βίας να ομιλή και να ενεργή αντίθετα προς τους νόμους, θα τον αθωώσετε; Και κανείς από σας δεν θα δείξη την αγανάκτησιν και την οργήν δι' όσα ο βδελυρός και αναιδής ούτος πράττων παραβιάζει τους νόμους; [28] Διότι συ, μιαρώτατε από όλους τους ανθρώπους που υπάρχουν, ενώ το στόμα σου είναι κλειστόν, ουχί με κιγκλίδας και θύρας, τας οποίας κάποιος θα ηδύνατο να σου ανοίξη ολίγον, αλλά με πρόστιμα τόσον μεγάλα και σοβαρά και μάλιστα γραμμένα πλησίον της θεάς, παρουσιάζεσαι διά της βίας εις το μέσον των ανθρώπων τούτων και μάλιστα εις μέρος από το οποίον αι πράξεις σου σε αποκλείουν· αποκλεισμένος ωσάν με ένα σχοινί από παν το οποίον είναι νόμιμον εις την πόλιν δι' αποφάσεων τριών δικαστηρίων, διά της εγγραφής που έκαμαν οι θεσμοθέται και δι' άλλης που έκαμαν οι εισπράκτορες, διά της καταγγελίας δι' απατηλάς ενεργείας, εις την οποίαν συ ο ίδιος κατηγορείς τον εαυτόν σου, αποκλεισμένος σχεδόν ωσάν από μίαν σιδηράν άλυσον, παρ' όλα αυτά χώνεσαι μέσα κρυφίως, θραύεις τα εμπόδια και πλάττων προφάσεις και δημιουργών ψευδείς κατηγορίας νομίζεις ότι θα ανατρέψης το δημόσιον δίκαιον.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου