ἢ σ᾽ εἰς τὰ σαυτοῦ μᾶλλον ἐν τῷ νῦν λόγῳ;
ΟΙ. ἐμοὶ μέν ἐσθ᾽ ἥδιστον εἰ σὺ μήτ᾽ ἐμὲ
πείθειν οἷός τ᾽ εἶ μήτε τούσδε τοὺς πέλας.
ΚΡ. ὦ δύσμορ᾽, οὐδὲ τῷ χρόνῳ φύσας φανῇ
805 φρένας ποτ᾽, ἀλλὰ λῦμα τῷ γήρᾳ τρέφῃ;
ΟΙ. γλώσσῃ σὺ δεινός· ἄνδρα δ᾽ οὐδέν᾽ οἶδ᾽ ἐγὼ
δίκαιον ὅστις ἐξ ἅπαντος εὖ λέγει.
ΚΡ. χωρὶς τό τ᾽ εἰπεῖν πολλὰ καὶ τὸ καίρια.
ΟΙ. ὡς δὴ σὺ βραχέα, ταῦτα δ᾽ ἐν καιρῷ λέγεις.
810 ΚΡ. οὐ δῆθ᾽ ὅτῳ γε νοῦς ἴσος καὶ σοὶ πάρα.
ΟΙ. ἄπελθ᾽, ἐρῶ γὰρ καὶ πρὸ τῶνδε, μηδέ με
φύλασσ᾽ ἐφορμῶν ἔνθα χρὴ ναίειν ἐμέ.
ΚΡ. μαρτύρομαι τούσδ᾽, οὐ σέ, πρός γε τοὺς φίλους
οἷ᾽ ἀνταμείβῃ ῥήματ᾽, ἤν σ᾽ ἕλω ποτέ …
815 ΟΙ. τίς δ᾽ ἄν με τῶνδε συμμάχων ἕλοι βίᾳ;
ΚΡ. ἦ μὴν σὺ κἄνευ τοῦδε λυπηθεὶς ἔσῃ.
ΟΙ. ποίῳ σὺν ἔργῳ τοῦτ᾽ ἀπειλήσας ἔχεις;
ΚΡ. παίδοιν δυοῖν σοι τὴν μὲν ἀρτίως ἐγὼ
ξυναρπάσας ἔπεμψα, τὴν δ᾽ ἄξω τάχα.
820 ΟΙ. οἴμοι. ΚΡ. τάχ᾽ ἕξεις μᾶλλον οἰμώζειν τάδε.
ΟΙ. τὴν παῖδ᾽ ἔχεις μου; ΚΡ. τήνδε τ᾽ οὐ μακροῦ χρόνου.
ΟΙ. ἰὼ ξένοι, τί δράσετ᾽; ἦ προδώσετε,
κοὐκ ἐξελᾶτε τὸν ἀσεβῆ τῆσδε χθονός;
ΧΟ. χώρει, ξέν᾽, ἔξω θᾶσσον· οὔτε γὰρ τανῦν
825 δίκαι᾽ ἃ πράσσεις, οὔθ᾽ ἃ πρόσθεν εἴργασαι.
ΚΡ. ὑμῖν ἂν εἴη τήνδε καιρὸς ἐξάγειν
ἄκουσαν, εἰ θέλουσα μὴ πορεύσεται.
ΑΝ. οἴμοι τάλαινα, ποῖ φύγω; ποίαν λάβω
θεῶν ἄρηξιν ἢ βροτῶν; ΧΟ. τί δρᾷς, ξένε;
830 ΚΡ. οὐχ ἅψομαι τοῦδ᾽ ἀνδρός, ἀλλὰ τῆς ἐμῆς.
ΟΙ. ὦ γῆς ἄνακτες. ΧΟ. ὦ ξέν᾽, οὐ δίκαια δρᾷς.
ΚΡ. δίκαια. ΧΟ. πῶς δίκαια; ΚΡ. τοὺς ἐμοὺς ἄγω.
ΟΙ. ἰὼ πόλις. [στρ.]
ΧΟ. τί δρᾷς, ὦ ξέν᾽; οὐκ ἀφήσεις; τάχ᾽ εἰς
835 βάσανον εἶ χερῶν.
ΚΡ. εἴργου. ΧΟ. σοῦ μὲν οὔ, τάδε γε μωμένου.
ΚΡ. πόλει μαχῇ γάρ, εἴ τι πημανεῖς ἐμέ.
ΟΙ. οὐκ ἠγόρευον ταῦτ᾽ ἐγώ; ΧΟ. μέθες χεροῖν
τὴν παῖδα θᾶσσον. ΚΡ. μὴ ᾽πίτασσ᾽ ἃ μὴ κρατεῖς.
840 ΧΟ. χαλᾶν λέγω σοι. ΚΡ. σοὶ δ᾽ ἔγωγ᾽ ὁδοιπορεῖν.
ΧΟ. προβᾶθ᾽ ὧδε, βᾶτε, βᾶτ᾽, ἔντοποι·
πόλις ἐναίρεται, πόλις ἐμά, σθένει·
προβᾶθ᾽ ὧδέ μοι.
***
800 ΚΡ. Και ποιός νομίζεις τώρα πως βγαίνει δυστυχής
σ᾽ αυτή μας τη συζήτηση; εγώ με τα καμώματά σου;
εσύ μ᾽ αυτά που λες και κάνεις;
ΟΙ. Όχι, για μένα η πιο μεγάλη απόλαυση είναι
που δεν μπορείς κανέναν με τα λόγια σου να πείσεις,
σίγουρα όχι εμένα, μήτε κι αυτούς που παραστέκονται.
ΚΡ. Κακόμοιρε, τα χρόνια φαίνεται δεν σου έβαλαν μυαλό
805 και τώρα μαγαρίζεις τα γεράματά σου.
ΟΙ. Κόβει καλά η γλώσσα σου. Όμως κι εγώ τ᾽ ομολογώ
δίκαιο άνθρωπο ποτέ δεν γνώρισα που να τα λέει όλα ωραία.
ΚΡ. Άλλο να λες πολλά, κι άλλο τα καίρια.
ΟΙ. Όπως τώρα κι εσύ, λίγα τα λόγια σου, αλλά στην ώρα τους.
810 ΚΡ. Όχι για κάποιον με λειψό μυαλό, σαν το δικό σου.
ΟΙ. Φύγε επιτέλους. Θα μιλήσω καθαρά, με μάρτυρες αυτούς εδώ:
μη με κατασκοπεύεις, ώστε να δεις πού, από δω και πέρα,
είναι γραφτό να κατοικήσω.
ΚΡ. Τους ίδιους μάρτυρες κι εγώ επικαλούμαι,
πως θα πληρώσεις ακριβά τ᾽ αχάριστά σου λόγια,
αν πέσεις κάποτε στα χέρια μου.
ΟΙ. Ποιός όμως θα μπορούσε να με πάρει μέσα απ᾽ τα χέρια
815 αυτών που τώρα συμμαχούν μαζί μου;
ΚΡ. Αλλά κι αυτό να μη συμβεί, έχεις να λυπηθείς.
ΟΙ. Ποιά πράξη εννοείς μ᾽ αυτή την απειλή σου;
ΚΡ. Από τις δυο σου θυγατέρες, τη μια την έχω
στο χέρι κιόλας, την ξαπόστειλα. Την άλλη
δεν θ᾽ αργήσω να την πάρω.
ΟΙ. Οίμοι.
820 ΚΡ. Γρήγορα θα ᾽χεις κι άλλη αφορμή ν᾽ αναστενάζεις.
ΟΙ. Κατακρατείς αλήθεια τη μια μου θυγατέρα;
ΚΡ. Κι αυτήν εδώ σε λίγο, δεν θ᾽ αργήσω.
ΟΙ. Ξένοι μου, άπρακτοι θα μείνετε; πάτε να με προδώσετε;
δεν θα πετάξετε αυτόν τον ασεβέστατο έξω απ᾽ τη χώρα σας;
ΧΟ. Φύγε από δω, ξένε, και γρήγορα. Γιατί κι αυτά που τώρα
825 πράττεις άδικα είναι, άδικες όμως κι οι τελεσμένες πράξεις σου.
ΚΡ. Ώρα, έστω και με το ζόρι, πάρτε την από δω.
ΑΝ. Οίμοι, τάλαινα. Πού να προσφύγω; ποιόν άνθρωπο
να βρω και ποιόν θεό να με συντρέξει;
ΧΟ. Τί πας να κάνεις ξένε;
830 ΚΡ. Αυτόν δεν τον πειράζω. Παίρνω μονάχα τη δική μου.
ΟΙ. Ω άρχοντες της χώρας.
ΧΟ. Άδικες είναι, ξένε, οι πράξεις σου.
ΚΡ. Δίκαιες, λέω εγώ.
ΧΟ. Πώς δίκαιες;
ΚΡ. Ό,τι μου ανήκει παίρνω.
ΟΙ. Ω πόλη της Αθήνας.
ΧΟ. Τί πας να κάνεις, ξένε, επιτέλους;
Κάτω τα χέρια σου, αλλιώς θα δοκιμάσεις και
835 των δικών μου των χεριών τη δύναμη.
ΚΡ. Τραβήξου πίσω.
ΧΟ. Όχι από σένα που τολμάς ν᾽ ασκήσεις βία.
ΚΡ. Μάχη θ᾽ ανοίξεις με την πόλη μου, αν με βλάψεις.
ΟΙ. Όλα συμβαίνουν, όπως τα φαντάστηκα.
ΧΟ. Άφησε αμέσως την κοπέλα, κάτω τα χέρια σου.
ΚΡ. Διαταγές δεν δέχομαι, δεν είσαι αφεντικό μου.
ΧΟ. Είπα, χαλάρωσε τα χέρια σου.
840 ΚΡ. Κι εγώ σου λέω πάρε δρόμο.
ΧΟ. Εδώ, όλοι εδώ, ελάτε, συμπολίτες,
προστρέξτε, τρέξτε, καταπατείται η πόλη,
η πόλη μας βιάζεται.
800 ΚΡ. Και ποιός νομίζεις τώρα πως βγαίνει δυστυχής
σ᾽ αυτή μας τη συζήτηση; εγώ με τα καμώματά σου;
εσύ μ᾽ αυτά που λες και κάνεις;
ΟΙ. Όχι, για μένα η πιο μεγάλη απόλαυση είναι
που δεν μπορείς κανέναν με τα λόγια σου να πείσεις,
σίγουρα όχι εμένα, μήτε κι αυτούς που παραστέκονται.
ΚΡ. Κακόμοιρε, τα χρόνια φαίνεται δεν σου έβαλαν μυαλό
805 και τώρα μαγαρίζεις τα γεράματά σου.
ΟΙ. Κόβει καλά η γλώσσα σου. Όμως κι εγώ τ᾽ ομολογώ
δίκαιο άνθρωπο ποτέ δεν γνώρισα που να τα λέει όλα ωραία.
ΚΡ. Άλλο να λες πολλά, κι άλλο τα καίρια.
ΟΙ. Όπως τώρα κι εσύ, λίγα τα λόγια σου, αλλά στην ώρα τους.
810 ΚΡ. Όχι για κάποιον με λειψό μυαλό, σαν το δικό σου.
ΟΙ. Φύγε επιτέλους. Θα μιλήσω καθαρά, με μάρτυρες αυτούς εδώ:
μη με κατασκοπεύεις, ώστε να δεις πού, από δω και πέρα,
είναι γραφτό να κατοικήσω.
ΚΡ. Τους ίδιους μάρτυρες κι εγώ επικαλούμαι,
πως θα πληρώσεις ακριβά τ᾽ αχάριστά σου λόγια,
αν πέσεις κάποτε στα χέρια μου.
ΟΙ. Ποιός όμως θα μπορούσε να με πάρει μέσα απ᾽ τα χέρια
815 αυτών που τώρα συμμαχούν μαζί μου;
ΚΡ. Αλλά κι αυτό να μη συμβεί, έχεις να λυπηθείς.
ΟΙ. Ποιά πράξη εννοείς μ᾽ αυτή την απειλή σου;
ΚΡ. Από τις δυο σου θυγατέρες, τη μια την έχω
στο χέρι κιόλας, την ξαπόστειλα. Την άλλη
δεν θ᾽ αργήσω να την πάρω.
ΟΙ. Οίμοι.
820 ΚΡ. Γρήγορα θα ᾽χεις κι άλλη αφορμή ν᾽ αναστενάζεις.
ΟΙ. Κατακρατείς αλήθεια τη μια μου θυγατέρα;
ΚΡ. Κι αυτήν εδώ σε λίγο, δεν θ᾽ αργήσω.
ΟΙ. Ξένοι μου, άπρακτοι θα μείνετε; πάτε να με προδώσετε;
δεν θα πετάξετε αυτόν τον ασεβέστατο έξω απ᾽ τη χώρα σας;
ΧΟ. Φύγε από δω, ξένε, και γρήγορα. Γιατί κι αυτά που τώρα
825 πράττεις άδικα είναι, άδικες όμως κι οι τελεσμένες πράξεις σου.
ΚΡ. Ώρα, έστω και με το ζόρι, πάρτε την από δω.
ΑΝ. Οίμοι, τάλαινα. Πού να προσφύγω; ποιόν άνθρωπο
να βρω και ποιόν θεό να με συντρέξει;
ΧΟ. Τί πας να κάνεις ξένε;
830 ΚΡ. Αυτόν δεν τον πειράζω. Παίρνω μονάχα τη δική μου.
ΟΙ. Ω άρχοντες της χώρας.
ΧΟ. Άδικες είναι, ξένε, οι πράξεις σου.
ΚΡ. Δίκαιες, λέω εγώ.
ΧΟ. Πώς δίκαιες;
ΚΡ. Ό,τι μου ανήκει παίρνω.
ΟΙ. Ω πόλη της Αθήνας.
ΧΟ. Τί πας να κάνεις, ξένε, επιτέλους;
Κάτω τα χέρια σου, αλλιώς θα δοκιμάσεις και
835 των δικών μου των χεριών τη δύναμη.
ΚΡ. Τραβήξου πίσω.
ΧΟ. Όχι από σένα που τολμάς ν᾽ ασκήσεις βία.
ΚΡ. Μάχη θ᾽ ανοίξεις με την πόλη μου, αν με βλάψεις.
ΟΙ. Όλα συμβαίνουν, όπως τα φαντάστηκα.
ΧΟ. Άφησε αμέσως την κοπέλα, κάτω τα χέρια σου.
ΚΡ. Διαταγές δεν δέχομαι, δεν είσαι αφεντικό μου.
ΧΟ. Είπα, χαλάρωσε τα χέρια σου.
840 ΚΡ. Κι εγώ σου λέω πάρε δρόμο.
ΧΟ. Εδώ, όλοι εδώ, ελάτε, συμπολίτες,
προστρέξτε, τρέξτε, καταπατείται η πόλη,
η πόλη μας βιάζεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου