Σάββατο 18 Απριλίου 2020

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Από την αρχαία στη νέα μυθολογία - Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;

1. Θρύλοι


Γνωστός είναι και ο θρύλος για τις «αδερφάδες του μεγάλου Αλεξάνδρου», που διασώζεται σε δύο εκδοχές, όπως τις έχει καταγράψει ο Ν. Πολίτης και τις παραδίδει στις Παραδόσεις του (χ.χ.). Στην περίπτωση μάλιστα του συγκεκριμένου θρύλου νομίζουμε ότι μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις ιστορικές-μυθολογικές του απαρχές.

Στην Πέλλα λατρευόταν μια θεά που σε επιγραφή του 206 μ.Χ. αναφέρεται ότι λατρευόταν με τα ονόματα Συρία Θεά Παρθένος Γυρβιάτισσα, θεά των νερών, των λιμνών, της θάλασσας, επομένως θεά της γονιμότητας και συγχρόνως του θανάτου –όπως λ.χ. η Αφροδίτη. Η λατρεία της Συρίας θεάς μεταφέρθηκε από τη Συρία στη Μακεδονία από τον 3ο αι. π.Χ. Η θεά «παριστανόταν ως ωραία γυναίκα, άλλοτε όρθια πάνω σε κήτος, άλλοτε καθιστή σ’ αυτό, άλλοτε ως ψάρι με γυναικείο κεφάλι και άλλοτε με ψαρίσιο το κάτω μέρος του σώματός της» (Χρυσοστόμου, 1995, 128). Εικάζεται, λοιπόν, ότι η γοργόνα αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο ιχθυόμορφος δαίμων στο μυθιστόρημα Αλεξάνδρου, κατάγεται από τη Συρία θεά.

Οι αδερφάδες του μεγάλου Αλεξάνδρου

Όντας ο μέγας Αλέξανδρος εκυρίευσεν ούλον τον κόσμο, επήγε και εκεί που βγαίνει το αθάνατο νερό, και εγιόμισε δυό λαήναις για να λουστή και να γίνη αθάνατος. Όντας τοις ήφερε ’ς το σπίτι, ένας αξιωματικός που του είχε γινάτι, λέει ’ς τις αδερφάδες του το μυστικό και τοις ορμηνεύει να λουστούν και να πιουν εκείναις, και να βάλουν άλλο νερό ’ς τοις λαήναις. Εκείναις αμέσως επήραν το νερό και ήπιαν και ελουστήκανε και εχύσανε τα απολούσματα ’ς το δρόμο. Εκεί έτυχε μία κόττα και ένας μπότσικας και εβραχήκανε με το αθάνατο νερό· και για τούτο η κόττα ξαναμουτεύει κάθε χρόνο και γίνεται πάλι νέα και ο μπότσικας δεν ξεραίνεται, και αν ξεριζωθή και κρεμαστή ’ς τον αγέρα.
Οι αδερφάδες του μεγάλου Αλεξάνδρου άμα ήπιανε ταθάνατο νερό κ’ ελουστήκανε με δαύτο, εσηκωθήκανε ’ς τον αγέρα, ήγουν έγιναν αερικαίς, και από τότε είναι οι Νεράιδες. Εκείναις κάθε χρόνο παίρνουνε από τα χωριά κορίτσια σημειωμένα, δηλαδή καμμιά κουτσή ή καμμιά κουλή, και τοις κάνουνε Νεράιδες να τοις δουλεύουνε, και έτσι έχουνε οι Νεράιδες φουσσάτα μεγάλα· και κάθουνται μέσα ’ς τα λαγκάδια και ’ς τους βράχους.
Οι καθαυτό Νεράιδες, οι αδερφάδες του μεγάλου Αλεξάνδρου, δεν πειράζουν κανένα, αλλά οι σημειωμέναις, οι δούλαις τους, πειράζουν και παίρνουν τους ανθρώπους. Όντας περάση κανένας μεσημέρι ή μεσάνυχτα από το μέρος που βρίσκονται, τον παίρνουνε οι Νεράιδες και τον βαρούνε και τον γκρεμίζουνε και του κάνουνε χίλια κακά. Άμα όμως νοήση και φωνάξη· «Ζη Αλέξανδρος ο βασιλιάς, ζη και βασιλεύει!» τότες αμέσως τρέχουνε οι αδερφάδες του και τον γλυτώνουνε.
Όποιος είναι αλαφροήσκιωτος τοις βλέπει, αλλιώς τον κρούνε χωρίς να βλέπη τίπτας. Πολλές φορές παίρνουν βοσκοπούλαις από τα χωριά, και τοις κρύβουν σε διάφορα μέρη, και τοις κάνουν αόραταις· έτσι αυταίς βλέπουν όσους έρχονται και τοις γυρεύουν, ενώ εκείνοι δεν τοις βλέπουν. Όντας δεν τοις χρειάζουνται πλιο, τοις απολούνε, και κείναις, όντας γυρίζουν, τα μολογάνε ούλα, πως έβλεπαν τους συγγενείς τους που περνούσαν από κοντά τους, και πως το ψωμί που τους έδιναν οι Νεράιδες ήταν ξερό και κατάμαυρο.

Ο βασιλιάς Αλέξανδρος κ’ οι Νεράιδες
(Μακεδονία)

Ο βασιλιάς Αλέξανδρος είχε αγαπητικιά μια Νεράιδα. Την έβλεπε τη νύχτα μόνο, κ’ εμιλούσαν μαζί. Γι’ αυτό τον συμπαθούσαν και οι άλλαις Νεράιδες και έγινε μέγας και τρανός. Αλλά κάποτε τοις θύμωσε, και καταστράφηκε κι’ αυτός και το βασίλειό του.
Οι Νεράιδες όμως ακόμη τον θυμούνται και τον αγαπούν. Και όταν σηκώνεται ανεμοστρόφιλας, οι Νεράιδες που είναι μέσα δεν κάνουν κακό σε κανέναν, μάλιστα πέφτει ο ανεμοστρόφιλας, αν ειπή όποιος βρεθή κοντά τρεις φοραίς· “Μέλι κι γάλα! Κάπ’ απ’ ιδώ πέρασι η βασιλιάς η Αλέξανδρους· ζη κι βασιλεύγει!”.[1]
Και όπως στην αρχαιότητα συνηθισμένη ήταν η λογοτεχνική επεξεργασία του μύθου με τις τραγικές του αποδόσεις, το ίδιο συνέβη και με τον θρύλο για τις αδελφές του μακεδόνα βασιλιά. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας αξιοποίησε λογοτεχνικά τον θρύλο παραδίδοντάς μας ένα θαυμάσιο κείμενο που συνδυάζει στοιχεία του θρύλου με τοπικά στοιχεία.

Ανδρέας Καρκαβίτσας, Η Γοργόνα (απόσπασμα)

Άξαφνα ανατρόμαξα. Κάτω βαθιά, μέσ’ από το μενεξεδένιο σύγνεφο, είδα να προβαίνη ίσκιος πελώριος. Η χοντρή κορμοστασιά, το πυργογύριστο κεφάλι του φάνταζαν Αγιονόρος. Ο ίσκιος πρόβαινε στα νερά με άλματα πύρινα. Κι όσο γρηγορώτερα πρόβαινε, τόσο μίκραινε η κορμοστασιά του. Και άξαφνα ο θεότρομος όγκος χιλιόμορφη κόρη στάθηκε αντίκρυ μου. Διαμαντοστόλιστη κορώνα φορούσε στο κεφάλι και τα πλούσια μαλλιά γαλάζια χήτη άπλωναν στις πλάτες ως κάτω στα κύματα. Το πλατύ μέτωπο, τ’ αμυγδαλωτά μάτια, τα χείλη της τα κοραλλένια, έχυναν γύρα κάποια λάμψη αθανασίας και κάποια περηφάνεια βασιλική. Από τα κρυσταλλένια λαιμοτράχηλα κατέβαινε κ’ έσφιγγε το κορμί ολόχρυσος θώρακας λεπιδωτός και πρόβαλλε στο αριστερό την ασπίδα κ’ έπαιζε στο δεξί τη Μακεδονική σάρισσα.
-Ναύτη· καλεναύτη·ζη ο βασιλιάς Αλέξαντρος;
-Τώρα, Κυρά μου! Απάντησα χωρίς να σκεφτώ. Τώρα βασιλιάς Αλέξαντρος! Ούτε το χώμα του δε βρίσκεται στη γη.
Ωιμέ! Καλό που το ’παθα! Η χιλιόμορφη κόρη έγινε με μιας φοβερό σίχαμα. Κύκλωπας βγήκε από το κύμα κ’ έδειξε λεπιοντυμένο το μισό κορμί. Ζωντανά φίδια τα μεταξόμαλλα σηκώθηκαν περαδώθε, έβγαλαν γλώσσες και κεντριά φαρμακερά κ’ έχυσαν φοβεριστικό ανεμοφύσημα.
-Όχι, Κυρά, ψέματα!…τρανοφώναξα με λυμένα γόνατα.
-Ναύτη· καλεναύτη·ζη ο βασιλιάς Αλέξαντρος;
-Ζη και βασιλεύει· απάντησα ευθύς. Ζη και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει.»
Άκουσε τα λόγια μου καλά. Σα να χύθηκε αθάνατο νερό η φωνή μου στις φλέβες της, άλλαξε αμέσως το τέρας κ’ έλαμψε παρθένα πάλι χιλιόμορφη. Σήκωσε το κρινάτο χέρι της από την κουπαστή, χαμογέλασε ροδόφυλλα σκορπώντας από τα χείλη της. Και άξαφνα στον ολοπόρφυρον αέρα χύθηκε τραγούδι πολεμικό, λες και εγύριζε τώρα ο Μακεδονικός στρατός από τις χώρες του Γάγγη και του Ευφράτη.

2. Το μυθιστόρημα του Μεγάλου Αλεξάνδρου


Η διάδοση του μύθου του Αλεξάνδρου, η παγκοσμιότητά του, οφείλεται στις πολλαπλές μεταφράσεις που γνώρισε η έκδοση του Ψευδοκαλλισθένη. Το πρώτο χειρόγραφο, που αποτελεί την εξέλιξη του μυθικού υλικού γύρω από τον Αλέξανδρο και τη βάση για το Mυθιστόρημα του Μεγάλου Αλεξάνδρου (1993), χρονολογείται από τον 3o αιώνα μ.Χ., εποχή που υπήρχε αυξημένο ενδιαφέρον για τη ζωή των αγίων, των σοφών και των θαυματοποιών. Μεταφράστηκε στα Λατινικά τον 4ο αι. και εκδόθηκε στις εξής γλώσσες: αρμενική, αραβική, αιθιοπική, παλαιοπερσική, βυζαντινή, προβηγκιακή, γαλλική, γερμανική, ισπανική, φλαμανδική, αγγλική, δανική, σουηδική, ισλανδική, σερβική, βουλγαρική, ρουμάνικη, βοημική, πολωνική, ρωσική, νεοπερσική, ανατολουτουρκική, δυτικοτουρκική, ινδική, μαλαίικη και γιαβανέζικη[2], και σκοτική,  ιταλική, τσέχικη, μαγυάρικη, εβραϊκή, ισπανοαραβική[3].

Μέσα από τις πολλαπλές μεταφράσεις και αφηγήσεις του Μυθιστορήματος, οι μύθοι του Αλεξάνδρου ενσωματώθηκαν στους θρύλους της κεντρικής Ασίας, επηρέασε την αραβική λογοτεχνία, τις απεικονίσεις σε στασίδια και οροφές αγγλικών καθεδρικών ναών (Γουέλς και Γκλόστερ), διαδόθηκε στη χριστιανική Αιθιοπία, και περίπου μέχρι τον 16ο αι. έφτασε η δημοτικότητά του σε όλες τις χώρες και τις τάξεις. Γι’ αυτό σώζεται μεγάλος αριθμός πολύτιμων εικονογραφημένων χειρογράφων του μύθου. Ενδεικτικό, επίσης, της τεράστιας δημοτικότητας του Αλέξανδρου αποτελεί το γεγονός ότι, όταν τον 14ο αι. εισάγονται στην Ευρώπη τα τραπουλόχαρτα από την Ανατολή, ο Αλέξανδρος μαζί με τον Δαυίδ, τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Καρλομάγνο έδωσε το όνομά του σε έναν από τους τέσσερις ρηγάδες της τράπουλας, το ρήγα σπαθί[4]. Σε αυτά τα τέσσερα τραπουλόχαρτα, συναντώνται ο ελληνικός και ρωμαϊκός κόσμος, η Ευρώπη που πήγαινε να δημιουργηθεί και το ανατολικό θρησκευτικό της υπόβαθρο.

Η τεράστια διάδοση του Μυθιστορήματος εξηγεί τις παραλλαγές του, που καθορίζονται από τις εθνικές και τις θρησκευτικές παραδόσεις του κάθε λαού, και τις «μεταμορφώσεις» του προσώπου του Αλεξάνδρου, στο πρόσωπο του οποίου συνενώνονται τα χαρακτηριστικά πολλών μυθικών προσώπων, παλαιότερων και νεότερων: «Κάθε εποχή κατασκευάζει τον δικό της Αλέξανδρο: η εβραϊκή παράδοση τον κάνει δάσκαλο και προφήτη, οι μεταγενέστερες ελληνική και συριακή παραλλαγές τονίζουν την όλο πίστη υπακοή του στον Θεό· στον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα αποτελεί υπόδειγμα του γενναίου ιππότη· για τους Πέρσες είναι, κατά μία εκδοχή, ο Σατανάς, επειδή κατέστρεψε τους βωμούς της Ζωροαστρικής θρησκείας, ενώ στους επικούς συγγραφείς είναι ο νόμιμος βασιλιάς της Περσίας, επειδή στην πραγματικότητα είναι γιος του Δαρείου και όχι του Φιλίππου· για τους σύγχρονους Έλληνες είναι ένας από τους σχεδόν μαγικούς εκπροσώπους της Ρωμιοσύνης, άρχοντας των καταιγίδων και των νεράιδων».[5]

«Ο μαθητής του Σταγειρίτη γίνεται σαν ένα είδος μεσαιωνικός μάγος, με υπερφυσικές γνώσεις, που συνδυάζει τη σοφία του Σολομώντα με τη θεόπνευστη αποστολή ενός προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης ή της Αποκαλύψεως».[6]

Ο Αλέξανδρος, διατηρώντας τα κύρια χαρακτηριστικά του βασιλιά μπλεγμένα με φανταστικά, παρουσιάζεται άλλοτε ως όργανο του θυμού του Θεού εναντίον των Περσών (Δανιήλ, Ζ, 6· Η, 3-26· ΙΑ, 3-45)[7] ή ευσεβής χριστιανός που υπηρετεί το κήρυγμα της εκκλησίας, άλλοτε ως φοβερός μουσουλμάνος και άλλοτε ως φράγκος ιππότης του κύκλου του Καρλομάγνου που τροφοδοτεί την πολιτική προπαγάνδα. Πάντα όμως είναι κατακτητής, ταξιδιώτης και θαλασσοπόρος, ενώ οι περιπέτειές του, πραγματικές και φανταστικές, θυμίζουν αυτές του Οδυσσέα και του Ηρακλή. Τέλος, ο πρόωρος θάνατός του τον καθιστούσε και ένα διδακτικό παράδειγμα για το πού οδηγεί η ακόρεστη επιθυμία και πόσο μάταιη είναι η ανθρώπινη φιλοδοξία.

Το Μυθιστόρημα, κράμα ιστορισμού και διδακτισμού, ηθικού και θεολογικού, φαίνεται ότι καταλάμβανε στη Μεσαιωνική Ευρώπη και στην Ασία τη θέση που κατείχαν η Ιλιάδα και η Οδύσσεια στον αρχαίο κόσμο. Και ενώ από τη μια μεριά παρουσιάζει ένα σταθερό πυρήνα (τα κοινά σε όλους τους μύθους χαρακτηριστικά του Αλέξανδρου) από την άλλη έχει ανοιχτή και ελαστική δομή που επιτρέπουν τις «μεταμορφώσεις» του, μέσα από τις οποίες ο κάθε λαός τον ενσωμάτωσε στη δική του θρησκεία και την εθνική του ιστορία, με αποτέλεσμα ο Αλέξανδρος του μύθου μόλις που θυμίζει τον Αλέξανδρο της ιστορίας. Το γεγονός ότι «όλοι όσοι έγραψαν για τον Αλέξανδρο προτιμούσαν το θαυμαστό από το αληθινό» (Στράβων, 2.1.9), καθιστούσε σαθρή την ιστορική πραγματικότητα, επέτρεπε τον «συγκρητισμό» και οι λαοί είχαν την αίσθηση ότι υπήρχε κάτι κοινό μεταξύ τους που όμως ο καθένας το μετέπλασε με βάση το δικό του πολιτισμικό υπόβαθρο. Ενώ δηλαδή ο μύθος γινόταν παγκόσμιος, διατηρούσε πάντα μια εθνική και θρησκευτική ταυτότητα (Αλέξανδρος ο Έλληνας, ο Χριστιανός, ο Εβραίος, ο Πέρσης).[8]

3. Αφηγήσεις - Θέατρο σκιών


Πολλά στοιχεία του μύθου και της ιστορίας διασώζονται σε θρύλους, δημοτικά τραγούδια και στο λαϊκό θέατρο σκιών. Για παράδειγμα, οι σχέσεις της Χαλκιδικής με την Αίγυπτο καταγράφεται σε ένα αργό συρτό τραγούδι της Ιερισσού (Χαλκιδική) με τίτλο Μια κόρη απί την Έλυμπο · σε άλλα δημοτικά τραγούδια ενώνονται μεγάλες ιστορικές περίοδοι και συνευρίσκονται σε κοινά τραπέζια και δράσεις πρόσωπα όπως ο Αλέξανδρος και ο Μικροκωνσταντίνος, ενώ για πολλά αφορμή είναι η σχέση του Αλέξανδρου με τη θάλασσα.

Από τις πιο γλαφυρές αφηγήσεις για τη γέννηση του Αλέξανδρου είναι αυτή που κατέγραψε ο Γιώργης Μελίκης από γέροντες της Κεντρικής Μακεδονίας και που περιλαμβάνεται στο διπλό άλμπουμ Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος; Αφηγήσεις, τραγούδια, σκοποί, νανουρίσματα, γητειές, έκδοση του 1995 (Νομαρχία Θεσσαλονίκης). Σε αυτήν εμπλέκονται πολλά στοιχεία του μύθου, ότι ο Αλέξανδρος είναι γιος του Δία με θνητό πατέρα τον Φίλιππο, και μάλιστα του Άμμωνα Δία, το μαντείο του οποίου ο Αλέξανδρος επισκέφθηκε στην Αίγυπτο, καθώς στην αφήγηση εμπλέκεται ένας αιγύπτιος μάγος. Στο παρακάτω απόσπασμα δίνεται η περιγραφή του θεού με τον οποίο ενώθηκε η Ολυμπιάδα (Λυμπιάδα στην αφήγηση αλλά και Μπέλλα Λυμπία) και που πολύ θυμίζει τον ταυρόκερω θεό των Βακχών, τους συνοδούς του Διόνυσου Σάτυρους και τον τραγοπόδαρο θεό Πάνα:
Ένας θιός σα τραΐ, τρανός μι κάτ’ γυρι’στά κέρατα, μι κάτ’ μάτια κόκκιανα, μι κάτ’ ψ’λά πουδάρια, άλλου σκέδιου θιός. Τουν αρώτ’σα άμα ήθιλιν θυμιάμα κι κιρί κι λάδ’ κι αυτός αγρίιψιν.
«Τι λάδια κι θυμιάματα μι λες Κυρά-Λυμπιάδα, κάνα καλό βαριλίσιου δεν έχ’ς. Φέρι κάνα μπρούσ’κου να του τ’νάξουμι».
Τι νάκαμνα κι γω πήγα στου κιλάρ’ άν’ξα του βαρέλ’  γιόμουσα πέντε ια, έξ κανατούδις δε θυμούμι κι τουν κέρασα, κι τουν φίλιψα. Θιός ήταν αυτός δεν ήταν κάνας παρακατχιανός.
Και βέβαια, η μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου περνά και στο Θέατρο Σκιών τόσο στην πολύ γνωστή ιστορία Ο Μεγάλος Αλέξανδρος και το καταραμένο φίδι, όσο και σε άλλα έργα νεότερων δημιουργών του είδους.
------------------------
[1] Πολίτης (χ.χ. Τόμος Β’, σ. 387-389). Ο θρύλος έχει διαμορφωθεί με βάση μοτίβα και δομές του αρχαίου ελληνικού μύθου. Επισημαίνουμε περιληπτικά δύο σημεία: α) Η προσπάθεια του Μεγάλου Αλεξάνδρου να κερδίσει την αθανασία γίνεται κατά τα πρότυπα της Θέτιδας που εμβαπτίζει τον γιο της, Αχιλλέα, στα νερά της Στύγας, προκειμένου να τον κάνει αθάνατο αφήνοντάς του ένα τρωτό σημείο, εκεί απ’ όπου η μητέρα-θεά κρατούσε τον γιο-θνητό. β) Θεές, όπως ή Ήρα, εμβαπτίζονται σε νερά, προκειμένου να ανακτήσουν και πάλι την παρθενία του. Στην ουσία πρόκειται για τελετουργικό διαρκούς ανανέωσης των δυνάμεων αναπαραγωγής. γ) Η επιλογή των σημαδεμένων κοριτσιών παραπέμπει στην επιλογή του ωραιότερου μέλους της κοινότητας ή του ασχημότερου, αυτού δηλαδή που για τον έναν ή τον άλλον λόγο ξεχώριζε. Αυτό το ξεχωριστό από σωματική άποψη μέλος της κοινότητας έπαιζε τον ρόλο του καθάρματος, αυτού δηλαδή στο οποίο επιρρίπτονταν όλα τα ανομήματα της κοινότητας ή το οποίο θυσιαζόταν, προκειμένου να καθαρθεί η κοινότητα και να απαλλαχτεί από τυχόν μίασμα. δ) Οι Νεράιδες εγκαταβιούν στη φύση όπως στον αρχαίο κόσμο οι Νύμφες. ε) Η αρπαγή των κοριτσιών που τριγυρνούν στις εσχατιές της πόλης, στα όρια δηλαδή του πολιτισμένου κόσμου, όπως οι βοσκοπούλες, διατρέχουν κινδύνους, όπως της αρπαγής.
[2] Ιστορία Αλεξάνδρου του Μακεδόνος (1968, 7-8).
[3] Μέγας Αλέξανδρος (1993, 22-23).
[4] Ιστορία Αλεξάνδρου του Μακεδόνος (1968, 14-15).
[5] Μέγας Αλέξανδρος (1993, 15).
[6] Ιστορία Αλεξάνδρου του Μακεδόνος (1968, 13).
[7] Για την ερμηνεία των χωρίων βλ. Cary (1956, 119-121, 137-139). Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι το πρώτο βιβλίο των Μακκαβαίων (Α, 1-8) ανοίγει με μια σύντομη εισαγωγή για τη στρατιωτική καριέρα του Αλεξάνδρου, την υποταγή των εθνών, τον χωρισμό της Αυτοκρατορίας μετά τον θάνατό του και τη διακυβέρνηση των Ιουδαίων από τον Σελευκίδη Αντίοχο που πολύ νωρίς θεωρήθηκε ως ο συμβατικός τύπος του Αντίχριστου (ό.π., 120-125). Το βιβλίο του G. Cary αναφέρεται γενικά στη μεσαιωνική ιδέα του Αλεξάνδρου, στις δύο παραδόσεις, την ηθική και τη θεολογική, που αναπτύχθηκαν από τον 12ο ώς τον 14ο αιώνα, και την ανεξάρτητη από τις προηγούμενες ανάπτυξη μιας κοσμικής παράδοσης. Κατά τον συγγραφέα, η τελευταία, αν και λαμβάνει υπόψη της το μυθικό υλικό, δεν στηρίζεται σε κάποια συγκεκριμένα κείμενα αλλά στους γενικούς κανόνες της κοσμικής ηθικότητας.
[8] Για τη λογοτεχνική παραγωγή στα χρόνια του Βυζαντίου γύρω από τον Αλέξανδρο και με αφορμή αυτόν βλ. Βασιλικοπούλου (1999, 1303-1315). Για την εικαστική απόδοση του Αλεξάνδρου από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τη σύγχρονη τέχνη βλ. Alexander the Great (1980) και Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Ευρωπαϊκή τέχνη  (1997).

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου