Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020

Στρες και καταχρηστικές συμπεριφορές

Όπως προκύπτει από έρευνες, τα άτομα που εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα αντιλαμβανόμενου στρες, υιοθετούν συγκεκριμένες ανθυγιεινές - καταχρηστικές συμπεριφορές ως μεθόδους διαχείρισης του στρες, οι οποίες όμως έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα και επηρεάζουν αρνητικά την υγεία.

Όταν το άτομο, λοιπόν, εμφορείται από δυσλειτουργικές σκέψεις, κατακλύζεται από δυσάρεστα συναισθήματα που του προκαλούν στρες, με αποτέλεσμα να καταφεύγει σε λανθασμένες συμπεριφορές όπως είναι η κακή διατροφή, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η ποιότητα του ύπνου, η καθιστική ζωή (έλλειψη φυσικής άσκησης) και άλλες καταχρηστικές συμπεριφορές που ευθύνονται για την εξάπλωση των μη μεταδιδόμενων νοσημάτων (όπως είναι ο καρκίνος, τα καρδιαγγειακά, ο διαβήτης, η παχυσαρκία κ.α.).

Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε στον Καναδά, τα ¾ των συμμετεχόντων, ανέφεραν ως μεθόδους αντιμετώπισης του στρες, την παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων, το κάπνισμα, την κατανάλωση αλκοόλ, το γρήγορο και εύκολο φαγητό. Επιπροσθέτως, όσο πιο έντονο ήταν το στρες που βίωναν τόσο περισσότερα τσιγάρα κάπνιζαν και έτρωγαν συχνότερα (3 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα) έτοιμο και γρήγορο φαγητό. Έτσι παρατηρούμε ότι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος μεταξύ στρες, συμπεριφοράς, υγείας και ασθένειας.

Ωστόσο, η πρόληψη των μη μεταδιδόμενων νοσημάτων είναι δυνατή στα πλαίσια τροποποίησης των ανθυγιεινών συμπεριφορών που προκαλούνται από την αδυναμία των ανθρώπων να αντιμετωπίσουν το στρες που δημιουργείται ως αποτέλεσμα των δυσλειτουργικών τους σκέψεων-πεποιθήσεων.

1. Συναισθηματική υπερφαγία


Η συναισθηματική υπερφαγία χαρακτηρίζεται από ανίκητη ανάγκη για φαγητό, συνήθως για τροφές με χαμηλή ποσότητα ιχνοστοιχείων ή βιταμινών αλλά με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπη, άμυλο και ζάχαρη (comfort eating), ως αντίδραση σε δύσκολες ή δυσάρεστες ψυχολογικές καταστάσεις. Η κακή λειτουργία του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων (ΥΥΕ) που προκαλείται από την έκθεση σε χρόνιο στρες έχει συσχετιστεί με κοιλιακή παχυσαρκία και με διατροφικές διαταραχές όπως βουλιμία και ανορεξία.

Η τροφή δεν λαμβάνεται για την ικανοποίηση της φυσιολογικής βιολογικής πείνας αλλά λαμβάνεται για την κάλυψη συναισθηματικών αναγκών που δεν καλύπτονται με καταλληλότερους τρόπους. Κατά τη διάρκεια ενός τυπικού επεισοδίου υπερφαγίας τα άτομα έχουν έντονη την αίσθηση της απώλειας ελέγχου και καταναλώνουν με μεγάλη ταχύτητα μεγάλη ποσότητα παχυντικών τροφίμων.

Σε αντίθεση, όμως με την ψυχογενή βουλιμία, το άτομο το οποίο παρουσιάζει συναισθηματική υπερφαγία δεν προκαλεί εμετούς για την αποβολή της τροφής. Η συστηματική συναισθηματική διατροφή με την υπερκατανάλωση θερμίδων οδηγεί σταδιακά στην απώλεια της καλής φυσικής κατάστασης του ατόμου και στην απόκτηση παραπανίσιων κιλών που μπορεί να καταλήξει και στην παχυσαρκία.

Όπως επιβεβαιώνει και έρευνα που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, το στρες οδηγεί στην έκκριση γλυκοκορτικοειδών, τα οποία αυξάνουν την όρεξη και την παραγωγή της ινσουλίνης που οδηγούν με την σειρά τους αύξηση στην πρόσληψη τροφής και εμφάνιση παχυσαρκίας.

Το παρακάτω σχήμα εξηγεί πως κατά τη διάρκεια μιας στρεσογόνου περιόδου υπάρχει μια αλλαγή στο είδος των τροφίμων που καταναλώνουμε ανεξάρτητα από την ποσότητα της τροφής που καταναλώνουμε. Συγκεκριμένα τείνουμε να καταναλώνουμε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, λίπη και άμυλο. Η διατροφή όμως που έχει υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά προκαλεί τη δημιουργία ελεύθερων ριζών και είναι υπεύθυνη για το οξειδωτικό στρες.

Επομένως, οι τεχνικές διαχείρισης του στρες μπορούν να βοηθήσουν μειώνοντας τα επίπεδα της κορτιζόλης, γεγονός που θα οδηγήσει σε απώλεια βάρους και πιο υγιεινή διατροφή. Σύμφωνα με έρευνα που έγινε στο τμήμα ψυχολογίας του πανεπιστημίου Harvard για το αντιλαμβανόμενο στρες και τις διατροφικές συνήθειες των αμερικανοαφρικανών, διαπιστώθηκε σύνδεση μεταξύ αντιλαμβανόμενου στρες και συναισθηματικής υπερφαγίας.

Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει έρευνα που διεξήχθη σε πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας. Πιο συγκεκριμένα, τα ευρήματα της έρευνας έδειξαν μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ αντιλαμβανόμενου στρες και συναισθηματικής υπερφαγίας καθώς επίσης και ότι αρκετοί έφηβοι που καταφεύγουν στην συναισθηματική υπερφαγία ως μέθοδο αντίδρασης στο αντιλαμβανόμενο στρες, βρίσκονται σε ομάδα  αυξημένου κινδύνου για εμφάνιση παχυσαρκίας και άλλων χρόνιων ασθενειών που σχετίζονται με αυτήν. Όπως απέδειξε μάλιστα πρόσφατη έρευνα, οι διατροφικές διαταραχές που εντοπίζονται  σε εφήβους  συσχετίζονται με στρεσογόνους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες.

Όσο αφορά το φαινόμενο της νευρικής ανορεξίας που συμπεριλαμβάνεται στις διατροφικές διαταραχές υπάρχουν έρευνες που μελέτησαν το φαινόμενο και αποπειράθηκαν να το συσχετίσουν με το στρες. Συγκεκριμένα, αναφέρουμε πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας και απέδειξε τη συσχέτιση μεταξύ νευρικής ανορεξίας και των δυσλειτουργικών σκέψεων που επαναλαμβάνονται και προκαλούν στρες στο άτομο.

2. Υπερκατανάλωση αλκοόλ


Η κατανάλωση αλκοόλ ως μέθοδος αντιμετώπισης του στρες επιβεβαιώνεται μέσα από ένα πλήθος ερευνών. Όπως, μπορούμε να διαπιστώσουμε σε έρευνα που δημοσιεύθηκε το Δεκέμβριο του 2008 στο αμερικάνικο περιοδικό «Pharmaceutical education» και εξέτασε την ποιότητα ζωής και το αντιλαμβανόμενο στρες των φοιτητών, η κατανάλωση αλκοόλ συγκαταλέγεται ανάμεσα στους τρόπους αντιμετώπισης τους στρες.

Δεδομένου ότι η κατάχρηση αλκοόλ σχετίζεται και με αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων αλλά και με συγκεκριμένα νοσήματα, όπως κίρρωση του ήπατος, που ενισχύονται όπως έχει αποδειχθεί από το οξειδωτικό στρες που προκαλείται από την υπερκατανάλωση αλκοόλ, πρέπει να τονιστεί η ανάγκη αποφυγής του ως μέθοδος διαχείρισης του στρες.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα προοπτικής μελέτης που εκπονήθηκε σε Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, το στρες μπορεί να οδηγήσει στην υπερκατανάλωση αλκοόλ. Η διαπίστωση αυτή φαίνεται να συμπορεύεται με το τον ισχυρισμό ότι, τα δυσάρεστα συναισθήματα  που πυροδοτούνται μέσα από μια σωρεία στρεσογόνων καταστάσεων οδηγούν στην πρόωρη έναρξη κατανάλωσης αλκοόλ από την εφηβική ηλικία, όπως αυτός επιβεβαιώθηκε στα πλαίσια σχετικών ερευνών.

3.  Αϋπνια


Αναφορικά με έναν υγιή τρόπο ζωής δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί η αξία του ύπνου και μάλιστα του ποιοτικού ύπνου. Ο επιστήμων Δρ. Στάνλει Κόρεν, εξειδικευμένος στα θέματα του ύπνου πρεσβεύει ότι για κάθε ώρα ύπνου που χάνουμε το βράδυ, χάνουμε και έναν βαθμό από το δείκτη νοημοσύνης για την επόμενη μέρα.

Πλήθος ερευνών έχουν καταδείξει μια ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στην κακή ποιότητα του ύπνου και του αντιλαμβανόμενου στρες που συνδέεται με την ενεργοποίηση του ΥΥΕ (Υποθάλαμος-Υπόφυση-Επινεφρίδια) άξονα και την αύξηση διαφόρων ορμονών του στρες όπως η CRH και η κορτιζόλη καθώς επίσης και την απελευθέρωση ινσουλίνης. Τα υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης που προκαλούνται από τον ανεπαρκή ύπνο αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη και συνεπώς διαταραχών που σχετίζονται με αυτόν. Δεν είναι μάλιστα λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι ο ανεπαρκής ύπνος συσχετίζεται με την παχυσαρκία.

Η αϋπνία επίσης έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο για υπέρταση, γεγονός που καθιστά ακόμα επιτακτικότερη την αντιμετώπιση της. Δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί το γεγονός ότι, άτομα τα οποία υποφέρουν από διαταραχές του ύπνου, υιοθετούν συχνά συμπεριφορές οι οποίες δεν λύνουν πραγματικά το πρόβλημα, αλλά αντιθέτως δημιουργούν νέα προβλήματα. Έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην Αμερική έδειξε ότι τα άτομα για να αντιμετωπίσουν την αϋπνία τους επέλεξαν την χρήση φαρμάκων (όπως είναι τα ηρεμιστικά, τα αγχολυτικά και τα υπνωτικά χάπια) δίχως συνταγή και την χρήση αλκοόλ.

Όπως έχει αποδειχθεί η γνωστική - συναισθηματική υπερδιέγερση και το στρες καθιστούν τα άτομα πιο ευάλωτα στην αυπνία. Έτσι οι παρεμβάσεις που στοχεύουν στην καταπολέμηση των δυσλειτουργικών πεποιθήσεων και στη διαχείριση του στρες είναι πολύτιμες για την πρόληψη και τη θεραπεία της χρόνιας αϋπνίας Στο σημείο αυτό επιβάλλεται να αναφέρουμε ότι το εργασιακό στρες έχει αναδειχθεί ως παράγοντας κινδύνου για εμφάνιση αϋπνίας.

Θα ήταν ενδιαφέρον να αναφέρουμε ότι πρόσφατες μελέτες επιχείρησαν να συσχετίσουν το αντιλαμβανόμενο στρες με τις διαταραχές ύπνου και τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Τα άτομα με υψηλά επίπεδα αντιλαμβανόμενου στρες έδειξαν μεγαλύτερη ημερήσια υπνηλία, μεγαλύτερη κόπωση, φτωχότερη ποιότητα ύπνου, μικρότερη διάρκεια ύπνου και μεγαλύτερο κίνδυνο για αϋπνία σε σύγκριση με τα άτομα που είχαν διαγνωσθεί με χαμηλά επίπεδα αντιλαμβανόμενου στρες.

Το ερευνητικό ενδιαφέρον για την αυπνία δεν σταματά καθώς έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2012 στο περιοδικό «Progress Neuro-Psychopharmacology and Biological Psychiatry» απέδειξε τη συσχέτιση μεταξύ χρόνιας αυπνίας και οξειδωτικού στρες.

Οι δυσλειτουργικές σκέψεις που αναπτύσσει ο άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ζωής του, οδηγούν αναπόφευκτα στο στρες. Το τελευταίο είναι ικανό να οδηγήσει στην πυροδότηση σοβαρών ψυχικών και σωματικών διαταραχών. Το κάπνισμα, η υπερφαγία, η κατανάλωση αλκοόλ και η χρήση διαφόρων βαρβιτουρικών για την αντιμετώπιση της αϋπνίας, αποτελούν συνήθειες που επιτείνουν το στρες. Συγκεκριμένα προσφέρουν την ψευδαίσθηση της προσωρινής ανακούφισης, καθιστώντας τις διεργασίες της άμυνας στο στρες και της επιτυχούς προσαρμογής δυσκολότερες.

Αν και δεν μπορούμε και στην πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να αποφύγουμε το στρες, μπορούμε να μάθουμε να το αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά και να ζούμε με επιτυχία μαζί του αντί να το αφήνουμε να μας κατακλύζει σε βαθμό τέτοιο ώστε να επηρεάζει τόσο την ψυχική όσο και τη σωματική μας υγεία.

Οι τεχνικές χαλάρωσης και η γνωσιακή αναδόμηση για τη διαχείριση του στρες μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στην επίτευξη αυτού του στόχου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου