Η πλειοψηφία των γονιών προσπαθούν να δώσουν στα παιδιά τους τα πάντα και κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και οι γονείς με τις καλύτερες προθέσεις κάνουν λάθη και υιοθετούν συμπεριφορές, όχι και τόσο ωφέλιμες για την ανάπτυξη και την ευημερία των παιδιών τους.
Παρ’ ότι οι περισσότεροι από μας αντιλαμβανόμαστε το «ουδείς τέλειος», προσπαθούμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας έτσι ώστε να γίνουν τέλεια ή τέλος πάντων να πλησιάσουν αυτό που εμείς θεωρούμε τέλειο. Δυστυχώς, αρκετοί γονείς υιοθετούν τοξικές συμπεριφορές που βλάπτουν σοβαρά την ψυχική υγεία των παιδιών τους, υπονομεύοντας τη συναισθηματική τους ανάπτυξη.
Ας μην ξεχνάμε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της γονεϊκής φιγούρας στην ωρίμανση ενός ανθρώπου. Για τους γονείς αυτούς, ο τρόπος να μεγαλώσουν τα «τέλεια» παιδιά είναι μέσω της επίκρισης, επισημαίνοντας συνεχώς τις αποτυχίες και υπογραμμίζοντας τα λάθη τους. Πιστεύουν πως έτσι θα καταστείλουν την «κακή» συμπεριφορά, χωρίς να γνωρίζουν ότι τελικά, αυτό που θα επιτύχουν, είναι να ενισχύσουν το «κακό ελάττωμα» που προσπαθούν να εξαλείψουν και να οδηγήσουν τα παιδιά τους στο αντίθετο άκρο.
Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι να δημιουργήσουν καταπιεσμένους και φοβισμένους ενήλικες που δεν έχουν επαφή με τον πραγματικό τους εαυτό και προσπαθούν σε όλη τους τη ζωή να προσαρμόζονται στις ανάγκες και τα θέλω των γύρω τους, προκειμένου να αγαπηθούν. Ακόμη και όταν υπάρχουν οι καλύτερες προθέσεις, οι συνέπειες της επικριτικής συμπεριφοράς είναι σοβαρές και δυσκολεύουν τους ανθρώπους στη μετέπειτα ζωή τους.
Η γλώσσα έχει τη δύναμη να δημιουργεί ή να καταστρέφει και όταν χρησιμοποιείται μόνο για να επικρίνει και σχεδόν ποτέ για να να ενθαρρύνει την αλλαγή, μπορεί πολύ εύκολα να αφαιρέσει το κίνητρο και τη διάθεση για ζωή και δημιουργία. Επικρίνω σημαίνει δικάζω, σημαίνει λογοκρίνω και καταδικάζω και τα παιδιά αντιδρούν σε αυτό αμυντικά και απαντούν με εχθρότητα και δυσπιστία.
Τα παιδιά που υφίστανται συνεχώς επίκριση για τη συμπεριφορά τους, μαθαίνουν να μπαίνουν στη θέση του «κατηγορούμενου». Η θέση αυτή έχει τεράστιο βάρος που ένα παιδί αδυνατεί να σηκώσει. Έτσι μαθαίνει να μην αναλαμβάνει τις ευθύνες της ζωής, από φόβο μήπως βρεθεί ξανά σε αυτή τη θέση. Ή αντίθετα, παίρνει την απόφαση ότι θα αναλαμβάνει πάντα όλες τις ευθύνες, ακόμα κι αυτές που δεν του αναλογούν, ώστε αν είναι δυνατόν, να μην κατηγορηθεί ποτέ ξανά. Και οι δύο αυτές τακτικές έχουν στην ουσία το ίδιο αποτέλεσμα: Να εμποδίσουν την υγιή ωρίμανση και ομαλή ενηλικίωση.
Τα παιδιά θα αρχίσουν να σκέφτονται ότι είναι πολύ πιο ασφαλές να μην δοκιμάσουν κάτι που πιθανόν να οδηγήσει σε αποτυχία, οπότε λαμβάνοντας την κριτική, θα κάνουν σκέψεις όπως: Δεν θα καταλάβω ποτέ, δεν θα μάθω, δεν θα το επιτύχω, επηρεάζοντας την αυτοεκτίμησή τους. Μακροπρόθεσμα, αυτά τα παιδιά θα μεγαλώσουν και θα καταλήξουν να είναι ενήλικες που πιστεύουν ότι είναι ανίκανοι, οι οποίοι θα έχουν μάλλον κακές σχέσεις με τους γονείς τους αλλά ταυτόχρονα εξαρτημένες σχέσεις επειδή θα επιδιώκουν συνεχώς την έγκριση των άλλων.
Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο θα σχετίζονται, θα είναι πιθανόν μέσω της κριτικής. Εν τέλει, μεγαλώνοντας σε μια επικριτική οικογένεια, δεν επηρεάζεται μόνο ο εσωτερικός μας κόσμος αλλά και οι σχέσεις μας με τους άλλους σε όλα τα επίπεδα και τους τομείς της ζωής.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Παρακάτω παρουσιάζονται κάποιοι τρόποι αντιμετώπισης των επιδράσεων της επίκρισης κατά την παιδική ηλικία. Φυσικά, ο καθένας από μας έχει τη δική του προσωπική ιστορία και αποτελεί μοναδική περίπτωση. Μόνο ο ίδιος μπορεί να κρίνει και να αποφασίσει τι του ταιριάζει στο πλάνο της δικής του θεραπευτικής πορείας.
1. Αναγνώριση
Το πρώτο βήμα είναι πάντα η αναγνώριση. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι όλα όσα πήραμε από τους γονείς μας καθώς μεγαλώναμε, είχαν και εξακολουθούν να έχουν άμεση επίδραση στο ποιοι είμαστε σήμερα. Όταν αναγνωριστούν και επισημανθούν οι τοξικές συμπεριφορές που δεχτήκαμε, θα βιώσουμε παράλληλα αντιφατικά συναισθήματα και εσωτερικές συγκρούσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουμε να αγαπάμε τους γονείς μας. Απλώς ανοίγει ένας νέος δρόμος συνειδητοποίησης. Ότι υπάρχει «κάτι» που κινητοποιεί τις τοξικές σκέψεις και τις μη λειτουργικές συμπεριφορές μας.
2. Δεν είχε να κάνει με μας
Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε και ποτέ δεν ήμασταν εμείς το θέμα. Συνήθως, όταν επικρίνουμε τους άλλους για κάτι, με τρόπο μη εποικοδομητικό και ωφέλιμο προς εκείνους, πρόκειται για μία «προβολή» αυτού που δεν μας αρέσει στους εαυτούς μας. Μιλώντας για προβολή, αναφερόμαστε στον μηχανισμό άμυνας κατά τον οποίο το άτομο αποδίδει σε κάποιο άλλο πρόσωπο, ιδιότητες και χαρακτηριστικά που το ίδιο αγνοεί ή αρνείται ότι διαθέτει. Δηλαδή με λίγα λόγια, κατά πάσα πιθανότητα οι γονείς μας προέβαλαν σε μας, όλα αυτά που αδυνατούσαν να αποδεχτούν στους ίδιους.
Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι που είναι εξαιρετικά επικριτικοί, είναι κατά κύριο λόγο άνθρωποι που τραυματίστηκαν στο παρελθόν τους και δεν πήραν την αποδοχή που τόσο είχαν ανάγκη ως παιδιά. Υιοθετώντας στην πορεία της ζωής τους έναν σκληρό και επικριτικό χαρακτήρα, δημιουργούν απόσταση ασφαλείας και αποφεύγουν να εμπλακούν σε υπερβολικό βαθμό με τους άλλους με τον φόβο μήπως πληγώσουν και πληγωθούν.
3. Κατανόηση & Συμπάθεια
Αυτό που πιθανόν ενοχλούσε τους γονείς μας σε μια δεδομένη στιγμή, δεν ήταν η συμπεριφορά μας, αλλά αυτό που τους θύμιζε αυτή η συμπεριφορά. Την πληγή που οι ίδιοι δεν έχουν θεραπεύσει και που ενδεχομένως θα ήθελαν να θεραπεύσουν μέσω των παιδιών τους. Αν οι γονείς μας ήταν εξαιρετικά επικριτικοί, το πιθανότερο είναι να είχαν δεχτεί επίκριση ως παιδιά και οι ίδιοι από τους γονείς τους. Επαναλαμβάνουν λοιπόν με τη σειρά τους, τις περισσότερες φορές ασυνείδητα, το μοναδικό γονεϊκό μοντέλο που γνωρίζουν. Όταν το κατανοήσουμε αυτό, θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε τις πράξεις τους και τελικά να τους δούμε με μεγαλύτερη συμπάθεια.
4. Επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αισθανθεί θυμό
Το γεγονός ότι αισθανόμαστε συμπάθεια και κατανόηση, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει ή ότι δεν μπορούμε παράλληλα να νιώθουμε θυμό και αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς μας. Αυτό είναι κάτι απόλυτα φυσικό και συμβαίνει όταν αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε τις σοβαρές επιπτώσεις που είχαν στη ζωή μας, αυτές οι συμπεριφορές. Ο θυμός είναι ένα συναίσθημα όπως κάθε άλλο και είναι υγιές να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να το αισθάνεται. Είναι μάλιστα, εξαιρετικά χρήσιμος γιατί είναι αυτός που μας προειδοποιεί ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι «κάτι δεν είναι στη θέση του».
Πολλές φορές, τα αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς μας, μπορεί να μας προκαλέσουν αισθήματα φόβου ή ενοχής. Αυτό συμβαίνει γιατί μάθαμε ότι «πρέπει» να τους αγαπάμε και να τους σεβόμαστε. Ωστόσο όσο ωριμάζουμε και δουλεύουμε με τον εαυτό μας, μαθαίνουμε ότι η ζωή όπως και οι ανθρώπινες σχέσεις, είναι γεμάτες με αντιφάσεις που συνυπάρχουν. Ο θυμός, είναι λοιπόν απόλυτα αποδεκτός και χρήσιμος, απλά πρέπει να μάθουμε να τον διαχειριζόμαστε.
Επιπλέον, οι γονείς μας δεν θα μάθουν ποτέ πώς μας έκαναν να νιώθουμε ή πώς μας κάνουν να νιώθουμε ακόμα και σήμερα, αν δεν τους το εκφράσουμε. Είναι πολύ σημαντικό και θεραπευτικό για τον ενδοψυχικό μας κόσμο, να μάθουμε να επικοινωνούμε στους άλλους, το πώς νιώθουμε με κάθε συμπεριφορά τους. Αν δε, αυτό το καταφέρουμε σε σχέση με τους γονείς μας, τα οφέλη για μας θα είναι τεράστια.
Με αυτόν τον τρόπο θα έχουμε κάνει ένα βήμα προς το να «σπάσουμε» αυτό το μοντέλο επικριτικής συμπεριφοράς, επικοινωνώντας αυθεντικά και όχι επιστρέφοντας την επικριτική συμπεριφορά που μάθαμε ως παιδιά. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, αξίζει να το προσπαθήσουμε. Υπάρχει όμως και μεγάλη πιθανότητα να βοηθήσουμε τους γονείς μας να αναγνωρίσουν κάτι που αγνοούσαν μέχρι σήμερα και να αρχίσουν και οι ίδιοι τη δική τους αλλαγή. Αν αυτό συμβεί, θα είμαστε σε θέση να απολαύσουμε μια πολύ πιο ουσιαστική σχέση μαζί τους.
5. Η εσωτερική κριτική φωνή μας, δεν είναι δική μας φωνή
Όταν έχουμε εισπράξει έντονη γονεϊκή επίκριση, το πιθανότερο είναι να είμαστε οι ίδιοι εξαιρετικά επικριτικοί απέναντι στον εαυτό μας. Είναι σαν μια μικρή φωνή στο κεφάλι μας που αμφισβητεί κάθε μας βήμα. Αν την παρατηρήσουμε προσεκτικά, θα αναγνωρίσουμε πολλές από τις εντολές που δεχτήκαμε από τους γονείς μας.
Άλλες λέγονταν συχνά και άλλες δεν ειπώθηκαν ποτέ αλλά εννοούνταν. Οι δεύτερες ίσως να ήταν και οι πιο καταλυτικές. Κατανοώντας λοιπόν ότι αυτή η φωνή δεν είναι δική μας, αλλά των γονιών μας που έχει εσωτερικευτεί, θα έχουμε κάνει ήδη ένα μεγάλο βήμα. Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να αγνοήσουμε αυτή τη φωνή πλήρως, μπορούμε όμως να δώσουμε χώρο να υπάρξει μέσα μας, η φωνή που έχουμε πραγματικά ανάγκη. Αυτή του φροντιστικού γονιού, του γονιού που θα θέλαμε να είχαμε και που τώρα μπορούμε να γίνουμε εμείς, για τον εαυτό μας.
Η προσπάθεια να θεραπεύσουμε αυτά τα τραύματα είναι μεγάλη πρόκληση αφού τείνουν να είναι πολύ βαθιά ριζωμένα μέσα μας.
Παρ’ ότι οι περισσότεροι από μας αντιλαμβανόμαστε το «ουδείς τέλειος», προσπαθούμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας έτσι ώστε να γίνουν τέλεια ή τέλος πάντων να πλησιάσουν αυτό που εμείς θεωρούμε τέλειο. Δυστυχώς, αρκετοί γονείς υιοθετούν τοξικές συμπεριφορές που βλάπτουν σοβαρά την ψυχική υγεία των παιδιών τους, υπονομεύοντας τη συναισθηματική τους ανάπτυξη.
Ας μην ξεχνάμε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της γονεϊκής φιγούρας στην ωρίμανση ενός ανθρώπου. Για τους γονείς αυτούς, ο τρόπος να μεγαλώσουν τα «τέλεια» παιδιά είναι μέσω της επίκρισης, επισημαίνοντας συνεχώς τις αποτυχίες και υπογραμμίζοντας τα λάθη τους. Πιστεύουν πως έτσι θα καταστείλουν την «κακή» συμπεριφορά, χωρίς να γνωρίζουν ότι τελικά, αυτό που θα επιτύχουν, είναι να ενισχύσουν το «κακό ελάττωμα» που προσπαθούν να εξαλείψουν και να οδηγήσουν τα παιδιά τους στο αντίθετο άκρο.
Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι να δημιουργήσουν καταπιεσμένους και φοβισμένους ενήλικες που δεν έχουν επαφή με τον πραγματικό τους εαυτό και προσπαθούν σε όλη τους τη ζωή να προσαρμόζονται στις ανάγκες και τα θέλω των γύρω τους, προκειμένου να αγαπηθούν. Ακόμη και όταν υπάρχουν οι καλύτερες προθέσεις, οι συνέπειες της επικριτικής συμπεριφοράς είναι σοβαρές και δυσκολεύουν τους ανθρώπους στη μετέπειτα ζωή τους.
Η γλώσσα έχει τη δύναμη να δημιουργεί ή να καταστρέφει και όταν χρησιμοποιείται μόνο για να επικρίνει και σχεδόν ποτέ για να να ενθαρρύνει την αλλαγή, μπορεί πολύ εύκολα να αφαιρέσει το κίνητρο και τη διάθεση για ζωή και δημιουργία. Επικρίνω σημαίνει δικάζω, σημαίνει λογοκρίνω και καταδικάζω και τα παιδιά αντιδρούν σε αυτό αμυντικά και απαντούν με εχθρότητα και δυσπιστία.
Τα παιδιά που υφίστανται συνεχώς επίκριση για τη συμπεριφορά τους, μαθαίνουν να μπαίνουν στη θέση του «κατηγορούμενου». Η θέση αυτή έχει τεράστιο βάρος που ένα παιδί αδυνατεί να σηκώσει. Έτσι μαθαίνει να μην αναλαμβάνει τις ευθύνες της ζωής, από φόβο μήπως βρεθεί ξανά σε αυτή τη θέση. Ή αντίθετα, παίρνει την απόφαση ότι θα αναλαμβάνει πάντα όλες τις ευθύνες, ακόμα κι αυτές που δεν του αναλογούν, ώστε αν είναι δυνατόν, να μην κατηγορηθεί ποτέ ξανά. Και οι δύο αυτές τακτικές έχουν στην ουσία το ίδιο αποτέλεσμα: Να εμποδίσουν την υγιή ωρίμανση και ομαλή ενηλικίωση.
Τα παιδιά θα αρχίσουν να σκέφτονται ότι είναι πολύ πιο ασφαλές να μην δοκιμάσουν κάτι που πιθανόν να οδηγήσει σε αποτυχία, οπότε λαμβάνοντας την κριτική, θα κάνουν σκέψεις όπως: Δεν θα καταλάβω ποτέ, δεν θα μάθω, δεν θα το επιτύχω, επηρεάζοντας την αυτοεκτίμησή τους. Μακροπρόθεσμα, αυτά τα παιδιά θα μεγαλώσουν και θα καταλήξουν να είναι ενήλικες που πιστεύουν ότι είναι ανίκανοι, οι οποίοι θα έχουν μάλλον κακές σχέσεις με τους γονείς τους αλλά ταυτόχρονα εξαρτημένες σχέσεις επειδή θα επιδιώκουν συνεχώς την έγκριση των άλλων.
Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο θα σχετίζονται, θα είναι πιθανόν μέσω της κριτικής. Εν τέλει, μεγαλώνοντας σε μια επικριτική οικογένεια, δεν επηρεάζεται μόνο ο εσωτερικός μας κόσμος αλλά και οι σχέσεις μας με τους άλλους σε όλα τα επίπεδα και τους τομείς της ζωής.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Παρακάτω παρουσιάζονται κάποιοι τρόποι αντιμετώπισης των επιδράσεων της επίκρισης κατά την παιδική ηλικία. Φυσικά, ο καθένας από μας έχει τη δική του προσωπική ιστορία και αποτελεί μοναδική περίπτωση. Μόνο ο ίδιος μπορεί να κρίνει και να αποφασίσει τι του ταιριάζει στο πλάνο της δικής του θεραπευτικής πορείας.
1. Αναγνώριση
Το πρώτο βήμα είναι πάντα η αναγνώριση. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι όλα όσα πήραμε από τους γονείς μας καθώς μεγαλώναμε, είχαν και εξακολουθούν να έχουν άμεση επίδραση στο ποιοι είμαστε σήμερα. Όταν αναγνωριστούν και επισημανθούν οι τοξικές συμπεριφορές που δεχτήκαμε, θα βιώσουμε παράλληλα αντιφατικά συναισθήματα και εσωτερικές συγκρούσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουμε να αγαπάμε τους γονείς μας. Απλώς ανοίγει ένας νέος δρόμος συνειδητοποίησης. Ότι υπάρχει «κάτι» που κινητοποιεί τις τοξικές σκέψεις και τις μη λειτουργικές συμπεριφορές μας.
2. Δεν είχε να κάνει με μας
Πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε και ποτέ δεν ήμασταν εμείς το θέμα. Συνήθως, όταν επικρίνουμε τους άλλους για κάτι, με τρόπο μη εποικοδομητικό και ωφέλιμο προς εκείνους, πρόκειται για μία «προβολή» αυτού που δεν μας αρέσει στους εαυτούς μας. Μιλώντας για προβολή, αναφερόμαστε στον μηχανισμό άμυνας κατά τον οποίο το άτομο αποδίδει σε κάποιο άλλο πρόσωπο, ιδιότητες και χαρακτηριστικά που το ίδιο αγνοεί ή αρνείται ότι διαθέτει. Δηλαδή με λίγα λόγια, κατά πάσα πιθανότητα οι γονείς μας προέβαλαν σε μας, όλα αυτά που αδυνατούσαν να αποδεχτούν στους ίδιους.
Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι που είναι εξαιρετικά επικριτικοί, είναι κατά κύριο λόγο άνθρωποι που τραυματίστηκαν στο παρελθόν τους και δεν πήραν την αποδοχή που τόσο είχαν ανάγκη ως παιδιά. Υιοθετώντας στην πορεία της ζωής τους έναν σκληρό και επικριτικό χαρακτήρα, δημιουργούν απόσταση ασφαλείας και αποφεύγουν να εμπλακούν σε υπερβολικό βαθμό με τους άλλους με τον φόβο μήπως πληγώσουν και πληγωθούν.
3. Κατανόηση & Συμπάθεια
Αυτό που πιθανόν ενοχλούσε τους γονείς μας σε μια δεδομένη στιγμή, δεν ήταν η συμπεριφορά μας, αλλά αυτό που τους θύμιζε αυτή η συμπεριφορά. Την πληγή που οι ίδιοι δεν έχουν θεραπεύσει και που ενδεχομένως θα ήθελαν να θεραπεύσουν μέσω των παιδιών τους. Αν οι γονείς μας ήταν εξαιρετικά επικριτικοί, το πιθανότερο είναι να είχαν δεχτεί επίκριση ως παιδιά και οι ίδιοι από τους γονείς τους. Επαναλαμβάνουν λοιπόν με τη σειρά τους, τις περισσότερες φορές ασυνείδητα, το μοναδικό γονεϊκό μοντέλο που γνωρίζουν. Όταν το κατανοήσουμε αυτό, θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε τις πράξεις τους και τελικά να τους δούμε με μεγαλύτερη συμπάθεια.
4. Επιτρέπουμε στον εαυτό μας να αισθανθεί θυμό
Το γεγονός ότι αισθανόμαστε συμπάθεια και κατανόηση, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει ή ότι δεν μπορούμε παράλληλα να νιώθουμε θυμό και αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς μας. Αυτό είναι κάτι απόλυτα φυσικό και συμβαίνει όταν αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε τις σοβαρές επιπτώσεις που είχαν στη ζωή μας, αυτές οι συμπεριφορές. Ο θυμός είναι ένα συναίσθημα όπως κάθε άλλο και είναι υγιές να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να το αισθάνεται. Είναι μάλιστα, εξαιρετικά χρήσιμος γιατί είναι αυτός που μας προειδοποιεί ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι «κάτι δεν είναι στη θέση του».
Πολλές φορές, τα αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς μας, μπορεί να μας προκαλέσουν αισθήματα φόβου ή ενοχής. Αυτό συμβαίνει γιατί μάθαμε ότι «πρέπει» να τους αγαπάμε και να τους σεβόμαστε. Ωστόσο όσο ωριμάζουμε και δουλεύουμε με τον εαυτό μας, μαθαίνουμε ότι η ζωή όπως και οι ανθρώπινες σχέσεις, είναι γεμάτες με αντιφάσεις που συνυπάρχουν. Ο θυμός, είναι λοιπόν απόλυτα αποδεκτός και χρήσιμος, απλά πρέπει να μάθουμε να τον διαχειριζόμαστε.
Επιπλέον, οι γονείς μας δεν θα μάθουν ποτέ πώς μας έκαναν να νιώθουμε ή πώς μας κάνουν να νιώθουμε ακόμα και σήμερα, αν δεν τους το εκφράσουμε. Είναι πολύ σημαντικό και θεραπευτικό για τον ενδοψυχικό μας κόσμο, να μάθουμε να επικοινωνούμε στους άλλους, το πώς νιώθουμε με κάθε συμπεριφορά τους. Αν δε, αυτό το καταφέρουμε σε σχέση με τους γονείς μας, τα οφέλη για μας θα είναι τεράστια.
Με αυτόν τον τρόπο θα έχουμε κάνει ένα βήμα προς το να «σπάσουμε» αυτό το μοντέλο επικριτικής συμπεριφοράς, επικοινωνώντας αυθεντικά και όχι επιστρέφοντας την επικριτική συμπεριφορά που μάθαμε ως παιδιά. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, αξίζει να το προσπαθήσουμε. Υπάρχει όμως και μεγάλη πιθανότητα να βοηθήσουμε τους γονείς μας να αναγνωρίσουν κάτι που αγνοούσαν μέχρι σήμερα και να αρχίσουν και οι ίδιοι τη δική τους αλλαγή. Αν αυτό συμβεί, θα είμαστε σε θέση να απολαύσουμε μια πολύ πιο ουσιαστική σχέση μαζί τους.
5. Η εσωτερική κριτική φωνή μας, δεν είναι δική μας φωνή
Όταν έχουμε εισπράξει έντονη γονεϊκή επίκριση, το πιθανότερο είναι να είμαστε οι ίδιοι εξαιρετικά επικριτικοί απέναντι στον εαυτό μας. Είναι σαν μια μικρή φωνή στο κεφάλι μας που αμφισβητεί κάθε μας βήμα. Αν την παρατηρήσουμε προσεκτικά, θα αναγνωρίσουμε πολλές από τις εντολές που δεχτήκαμε από τους γονείς μας.
Άλλες λέγονταν συχνά και άλλες δεν ειπώθηκαν ποτέ αλλά εννοούνταν. Οι δεύτερες ίσως να ήταν και οι πιο καταλυτικές. Κατανοώντας λοιπόν ότι αυτή η φωνή δεν είναι δική μας, αλλά των γονιών μας που έχει εσωτερικευτεί, θα έχουμε κάνει ήδη ένα μεγάλο βήμα. Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να αγνοήσουμε αυτή τη φωνή πλήρως, μπορούμε όμως να δώσουμε χώρο να υπάρξει μέσα μας, η φωνή που έχουμε πραγματικά ανάγκη. Αυτή του φροντιστικού γονιού, του γονιού που θα θέλαμε να είχαμε και που τώρα μπορούμε να γίνουμε εμείς, για τον εαυτό μας.
Η προσπάθεια να θεραπεύσουμε αυτά τα τραύματα είναι μεγάλη πρόκληση αφού τείνουν να είναι πολύ βαθιά ριζωμένα μέσα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου