ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
170 τίς ἐν πύλαισι; Κάδμον ἐκκάλει δόμων,
Ἀγήνορος παῖδ᾽, ὃς πόλιν Σιδωνίαν
λιπὼν ἐπύργωσ᾽ ἄστυ Θηβαίων τόδε.
ἴτω τις, εἰσάγγελλε Τειρεσίας ὅτι
ζητεῖ νιν· οἶδε δ᾽ αὐτὸς ὧν ἥκω πέρι
175 ἅ τε ξυνεθέμην πρέσβυς ὢν γεραιτέρωι,
θύρσους ἀνάπτειν καὶ νεβρῶν δορὰς ἔχειν
στεφανοῦν τε κρᾶτα κισσίνοις βλαστήμασιν.
ΚΑΔΜΟΣ
ὦ φίλταθ᾽, ὡς σὴν γῆρυν ἠισθόμην κλυὼν
σοφὴν σοφοῦ παρ᾽ ἀνδρός, ἐν δόμοισιν ὤν.
180 ἥκω δ᾽ ἕτοιμος τήνδ᾽ ἔχων σκευὴν θεοῦ·
δεῖ γάρ νιν ὄντα παῖδα θυγατρὸς ἐξ ἐμῆς
[Διόνυσον ὃς πέφηνεν ἀνθρώποις θεὸς]
ὅσον καθ᾽ ἡμᾶς δυνατὸν αὔξεσθαι μέγαν.
ποῖ δεῖ χορεύειν, ποῖ καθιστάναι πόδα
185 καὶ κρᾶτα σεῖσαι πολιόν; ἐξηγοῦ σύ μοι
γέρων γέροντι, Τειρεσία· σὺ γὰρ σοφός.
ὡς οὐ κάμοιμ᾽ ἂν οὔτε νύκτ᾽ οὔθ᾽ ἡμέραν
θύρσωι κροτῶν γῆν· ἐπιλελήσμεθ᾽ ἡδέως
γέροντες ὄντες. ΤΕ. ταὔτ᾽ ἐμοὶ πάσχεις ἄρα·
190 κἀγὼ γὰρ ἡβῶ κἀπιχειρήσω χοροῖς.
ΚΑ. οὔκουν ὄχοισιν εἰς ὄρος περάσομεν;
ΤΕ. ἀλλ᾽ οὐχ ὁμοίως ἂν ὁ θεὸς τιμὴν ἔχοι.
ΚΑ. γέρων γέροντα παιδαγωγήσω σ᾽ ἐγώ;
ΤΕ. ὁ θεὸς ἀμοχθεὶ κεῖσε νῶιν ἡγήσεται.
195 ΚΑ. μόνοι δὲ πόλεως Βακχίωι χορεύσομεν;
ΤΕ. μόνοι γὰρ εὖ φρονοῦμεν, οἱ δ᾽ ἄλλοι κακῶς.
ΚΑ. μακρὸν τὸ μέλλειν· ἀλλ᾽ ἐμῆς ἔχου χερός.
ΤΕ. ἰδού, ξύναπτε καὶ ξυνωρίζου χέρα.
ΚΑ. οὐ καταφρονῶ ᾽γὼ τῶν θεῶν θνητὸς γεγώς.
200 ΤΕ. οὐδὲν σοφιζόμεσθα τοῖσι δαίμοσιν.
πατρίους παραδοχάς, ἅς θ᾽ ὁμήλικας χρόνωι
κεκτήμεθ᾽, οὐδεὶς αὐτὰ καταβαλεῖ λόγος,
οὐδ᾽ εἰ δι᾽ ἄκρων τὸ σοφὸν ηὕρηται φρενῶν.
ΚΑ. ἐρεῖ τις ὡς τὸ γῆρας οὐκ αἰσχύνομαι,
205 μέλλων χορεύειν κρᾶτα κισσώσας ἐμόν;
ΤΕ. οὐ γὰρ διήιρηχ᾽ ὁ θεὸς οὔτε τὸν νέον
εἰ χρὴ χορεύειν οὔτε τὸν γεραίτερον,
ἀλλ᾽ ἐξ ἁπάντων βούλεται τιμὰς ἔχειν
κοινάς, διαριθμῶν δ᾽ οὐδέν᾽ αὔξεσθαι θέλει.
210 ΚΑ. ἐπεὶ σὺ φέγγος, Τειρεσία, τόδ᾽ οὐχ ὁρᾶις,
ἐγὼ προφήτης σοι λόγων γενήσομαι.
Πενθεὺς πρὸς οἴκους ὅδε διὰ σπουδῆς περᾶι,
Ἐχίονος παῖς, ὧι κράτος δίδωμι γῆς.
ὡς ἐπτόηται· τί ποτ᾽ ἐρεῖ νεώτερον;
***
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
170 Ποιός είναι στην πύλη;
Φώναξέ μου από μέσα τον Κάδμο, τον γιο του Αγήνορος,
που άφησε την πόλη της Σιδώνος
και ύψωσε τα τείχη και τους πύργους της Θήβας.
Ας πάει κάποιος.
Ανάγγειλέ του πως τον ζητάει ο Τειρεσίας.
Ξέρει εκείνος γιατί έρχομαι
και τί συμφώνησα μαζί του,
175 γέρος εγώ με τον υπέργηρο:
να στέψουμε τους θύρσους με κισσό,
να φορέσουμε το δέρμα του ελαφιού
και να στεφανώσουμε το κεφάλι με βλαστάρια κισσού.
ΚΑΔΜΟΣ
Ακριβέ μου φίλε, μέσα στο σπίτι άκουσα τη φωνή σου,
τη σοφή φωνή του σοφού ανδρός·
180 έτοιμος έρχομαι, φορώντας τη στολή του θεού.
181 Γιατί έχουμε χρέος, αφού είναι γιος της κόρης μου,
183 να τον δοξάζουμε όσο μπορούμε,
να γίνει μέγας.
Πού να πάω να χορέψω; Πού να φέρω τα βήματά μου
και να σείσω το λευκό μου κεφάλι;
185 Εξήγησέ μου εσύ, Τειρεσία, ο γέρος στον γέροντα·
γιατί εσύ είσαι σοφός.
Εγώ δεν θα κουραστώ ούτε νύχτα ούτε ημέρα
να χτυπώ με το θύρσο τη γη.
Γλυκά ελησμόνησα ότι είμαι γέροντας.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Φαίνεται πως ζεις κι εσύ ό,τι κι εγώ.
190 Γιατί και εγώ έχω γίνει νέος και θα ριχτώ στους χορούς.
ΚΑΔΜΟΣ
Θα πάμε στο βουνό με άμαξα;
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Η τιμή για τον θεό δεν θα ήταν ίδια.
ΚΑΔΜΟΣ
Να σε οδηγήσω εγώ, σαν ένα παιδί, ο γέρος τον γέροντα;
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Ο θεός θα μας οδηγήσει εκεί, χωρίς να νιώσουμε κόπο.
ΚΑΔΜΟΣ
195 Και μόνοι εμείς από την πόλη θα χορέψουμε για τον Βάκχιο;
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Γιατί μόνοι εμείς σκεφτόμαστε σωστά, ενώ οι άλλοι σφάλλουν.
ΚΑΔΜΟΣ
Χάνουμε χρόνο. Έλα, πιάσε το χέρι μου.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Ιδού! Κρατήσου και πάμε χέρι χέρι.
ΚΑΔΜΟΣ
Δεν περιφρονώ εγώ τους θεούς, ένας θνητός.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
200 Σοφίες με τους θεούς δεν χωράνε.
Όσα μας παρέδωσαν οι πατέρες μας και τα κρατήσαμε,
τόσο παλαιά όσο και ο χρόνος,
καμιά ρητορική δεν θα τα καταβάλει,
ακόμη και αν η σοφία της
είναι καρπός απαράμιλλης οξυδέρκειας.
Ίσως θα πουν ότι δεν ντρέπομαι τα γηρατειά μου
205 που θέλω να χορέψω με το κεφάλι κισσοστόλιστο.
Όμως ο θεός δεν καθόρισε
αν πρέπει να χορεύει ο νέος ή ο γέροντας.
Ζητά να τον τιμούν όλοι εξίσου.
Θέλει να δοξάζεται, και δεν ξεχωρίζει κανέναν.
ΚΑΔΜΟΣ
210 Επειδή εσύ, Τειρεσία, δεν βλέπεις το φως του ήλιου,
θα σου ερμηνεύω εγώ με τα λόγια όσα συμβαίνουν.
Νά ο Πενθέας, ο γιος του Εχίονος,
που του παρέδωσα την εξουσία στη χώρα,
καταφθάνει στο σπίτι βιαστικός.
Πόσο αναστατωμένος είναι!
Άραγε τί νεώτερο θα πει;
170 τίς ἐν πύλαισι; Κάδμον ἐκκάλει δόμων,
Ἀγήνορος παῖδ᾽, ὃς πόλιν Σιδωνίαν
λιπὼν ἐπύργωσ᾽ ἄστυ Θηβαίων τόδε.
ἴτω τις, εἰσάγγελλε Τειρεσίας ὅτι
ζητεῖ νιν· οἶδε δ᾽ αὐτὸς ὧν ἥκω πέρι
175 ἅ τε ξυνεθέμην πρέσβυς ὢν γεραιτέρωι,
θύρσους ἀνάπτειν καὶ νεβρῶν δορὰς ἔχειν
στεφανοῦν τε κρᾶτα κισσίνοις βλαστήμασιν.
ΚΑΔΜΟΣ
ὦ φίλταθ᾽, ὡς σὴν γῆρυν ἠισθόμην κλυὼν
σοφὴν σοφοῦ παρ᾽ ἀνδρός, ἐν δόμοισιν ὤν.
180 ἥκω δ᾽ ἕτοιμος τήνδ᾽ ἔχων σκευὴν θεοῦ·
δεῖ γάρ νιν ὄντα παῖδα θυγατρὸς ἐξ ἐμῆς
[Διόνυσον ὃς πέφηνεν ἀνθρώποις θεὸς]
ὅσον καθ᾽ ἡμᾶς δυνατὸν αὔξεσθαι μέγαν.
ποῖ δεῖ χορεύειν, ποῖ καθιστάναι πόδα
185 καὶ κρᾶτα σεῖσαι πολιόν; ἐξηγοῦ σύ μοι
γέρων γέροντι, Τειρεσία· σὺ γὰρ σοφός.
ὡς οὐ κάμοιμ᾽ ἂν οὔτε νύκτ᾽ οὔθ᾽ ἡμέραν
θύρσωι κροτῶν γῆν· ἐπιλελήσμεθ᾽ ἡδέως
γέροντες ὄντες. ΤΕ. ταὔτ᾽ ἐμοὶ πάσχεις ἄρα·
190 κἀγὼ γὰρ ἡβῶ κἀπιχειρήσω χοροῖς.
ΚΑ. οὔκουν ὄχοισιν εἰς ὄρος περάσομεν;
ΤΕ. ἀλλ᾽ οὐχ ὁμοίως ἂν ὁ θεὸς τιμὴν ἔχοι.
ΚΑ. γέρων γέροντα παιδαγωγήσω σ᾽ ἐγώ;
ΤΕ. ὁ θεὸς ἀμοχθεὶ κεῖσε νῶιν ἡγήσεται.
195 ΚΑ. μόνοι δὲ πόλεως Βακχίωι χορεύσομεν;
ΤΕ. μόνοι γὰρ εὖ φρονοῦμεν, οἱ δ᾽ ἄλλοι κακῶς.
ΚΑ. μακρὸν τὸ μέλλειν· ἀλλ᾽ ἐμῆς ἔχου χερός.
ΤΕ. ἰδού, ξύναπτε καὶ ξυνωρίζου χέρα.
ΚΑ. οὐ καταφρονῶ ᾽γὼ τῶν θεῶν θνητὸς γεγώς.
200 ΤΕ. οὐδὲν σοφιζόμεσθα τοῖσι δαίμοσιν.
πατρίους παραδοχάς, ἅς θ᾽ ὁμήλικας χρόνωι
κεκτήμεθ᾽, οὐδεὶς αὐτὰ καταβαλεῖ λόγος,
οὐδ᾽ εἰ δι᾽ ἄκρων τὸ σοφὸν ηὕρηται φρενῶν.
ΚΑ. ἐρεῖ τις ὡς τὸ γῆρας οὐκ αἰσχύνομαι,
205 μέλλων χορεύειν κρᾶτα κισσώσας ἐμόν;
ΤΕ. οὐ γὰρ διήιρηχ᾽ ὁ θεὸς οὔτε τὸν νέον
εἰ χρὴ χορεύειν οὔτε τὸν γεραίτερον,
ἀλλ᾽ ἐξ ἁπάντων βούλεται τιμὰς ἔχειν
κοινάς, διαριθμῶν δ᾽ οὐδέν᾽ αὔξεσθαι θέλει.
210 ΚΑ. ἐπεὶ σὺ φέγγος, Τειρεσία, τόδ᾽ οὐχ ὁρᾶις,
ἐγὼ προφήτης σοι λόγων γενήσομαι.
Πενθεὺς πρὸς οἴκους ὅδε διὰ σπουδῆς περᾶι,
Ἐχίονος παῖς, ὧι κράτος δίδωμι γῆς.
ὡς ἐπτόηται· τί ποτ᾽ ἐρεῖ νεώτερον;
***
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
170 Ποιός είναι στην πύλη;
Φώναξέ μου από μέσα τον Κάδμο, τον γιο του Αγήνορος,
που άφησε την πόλη της Σιδώνος
και ύψωσε τα τείχη και τους πύργους της Θήβας.
Ας πάει κάποιος.
Ανάγγειλέ του πως τον ζητάει ο Τειρεσίας.
Ξέρει εκείνος γιατί έρχομαι
και τί συμφώνησα μαζί του,
175 γέρος εγώ με τον υπέργηρο:
να στέψουμε τους θύρσους με κισσό,
να φορέσουμε το δέρμα του ελαφιού
και να στεφανώσουμε το κεφάλι με βλαστάρια κισσού.
ΚΑΔΜΟΣ
Ακριβέ μου φίλε, μέσα στο σπίτι άκουσα τη φωνή σου,
τη σοφή φωνή του σοφού ανδρός·
180 έτοιμος έρχομαι, φορώντας τη στολή του θεού.
181 Γιατί έχουμε χρέος, αφού είναι γιος της κόρης μου,
183 να τον δοξάζουμε όσο μπορούμε,
να γίνει μέγας.
Πού να πάω να χορέψω; Πού να φέρω τα βήματά μου
και να σείσω το λευκό μου κεφάλι;
185 Εξήγησέ μου εσύ, Τειρεσία, ο γέρος στον γέροντα·
γιατί εσύ είσαι σοφός.
Εγώ δεν θα κουραστώ ούτε νύχτα ούτε ημέρα
να χτυπώ με το θύρσο τη γη.
Γλυκά ελησμόνησα ότι είμαι γέροντας.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Φαίνεται πως ζεις κι εσύ ό,τι κι εγώ.
190 Γιατί και εγώ έχω γίνει νέος και θα ριχτώ στους χορούς.
ΚΑΔΜΟΣ
Θα πάμε στο βουνό με άμαξα;
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Η τιμή για τον θεό δεν θα ήταν ίδια.
ΚΑΔΜΟΣ
Να σε οδηγήσω εγώ, σαν ένα παιδί, ο γέρος τον γέροντα;
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Ο θεός θα μας οδηγήσει εκεί, χωρίς να νιώσουμε κόπο.
ΚΑΔΜΟΣ
195 Και μόνοι εμείς από την πόλη θα χορέψουμε για τον Βάκχιο;
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Γιατί μόνοι εμείς σκεφτόμαστε σωστά, ενώ οι άλλοι σφάλλουν.
ΚΑΔΜΟΣ
Χάνουμε χρόνο. Έλα, πιάσε το χέρι μου.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Ιδού! Κρατήσου και πάμε χέρι χέρι.
ΚΑΔΜΟΣ
Δεν περιφρονώ εγώ τους θεούς, ένας θνητός.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
200 Σοφίες με τους θεούς δεν χωράνε.
Όσα μας παρέδωσαν οι πατέρες μας και τα κρατήσαμε,
τόσο παλαιά όσο και ο χρόνος,
καμιά ρητορική δεν θα τα καταβάλει,
ακόμη και αν η σοφία της
είναι καρπός απαράμιλλης οξυδέρκειας.
Ίσως θα πουν ότι δεν ντρέπομαι τα γηρατειά μου
205 που θέλω να χορέψω με το κεφάλι κισσοστόλιστο.
Όμως ο θεός δεν καθόρισε
αν πρέπει να χορεύει ο νέος ή ο γέροντας.
Ζητά να τον τιμούν όλοι εξίσου.
Θέλει να δοξάζεται, και δεν ξεχωρίζει κανέναν.
ΚΑΔΜΟΣ
210 Επειδή εσύ, Τειρεσία, δεν βλέπεις το φως του ήλιου,
θα σου ερμηνεύω εγώ με τα λόγια όσα συμβαίνουν.
Νά ο Πενθέας, ο γιος του Εχίονος,
που του παρέδωσα την εξουσία στη χώρα,
καταφθάνει στο σπίτι βιαστικός.
Πόσο αναστατωμένος είναι!
Άραγε τί νεώτερο θα πει;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου