Ο άνθρωπος κατά τον Σοπενχάουερ είναι και ο ίδιος μια εκδήλωση της βούλησης, όπως και όλα τα άλλα πλάσματα, αναλαμβάνει όμως έναν ιδιαίτερο ρόλο μέσα στη φύση. Στον άνθρωπο, και πιο συγκεκριμένα στην ανθρώπινη λογική, η κατά τα άλλα τυφλή βούληση μετατρέπεται σε αυτογνωσία. Βασιζόμενη στη γνώση αυτή, η βούληση μπορεί να «μεταστραφεί», πράγμα που σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί στη διάρκεια της ζωής του να απελευθερωθεί από τη δεσμευτικότητα των παρορμήσεων και των ενστίκτων του. Ενεργώντας με βάση την ηθική, υπερβαίνει τον εγωισμό του και τις παρορμήσεις του. Αυτό μπορεί να συμβεί με δύο τρόπους: Αφενός όταν ο άνθρωπος δείχνει αλληλεγγύη στα άλλα όντα και τα αντιμετωπίζει με συμπόνια. Είναι κάτι που ισχύει για τη συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι σε όλα τα πλάσματα. Έτσι ο Σοπενχάουερ είναι ένας από τους λίγους φιλοσόφους που -βάσει της θεωρίας του περί ενότητας όλων των έμβιων όντων- απαιτούν από τον άνθρωπο ηθική στάση απέναντι στα ζώα.
Υπάρχει ωστόσο και ένας δεύτερος τρόπος με τον οποίο μπορεί να μεταστραφεί η βούληση, και αυτόν τον τρόπο ο Σοπενχάουερ τον τοποθετεί ακόμη ψηλότερα: η αδρανοποίηση όλων των παρορμήσεων μέσω του ασκητισμού. Στον αυστηρό ασκητισμό πραγματώνεται κατά τον Σοπενχάουερ το ιδεώδες της αγιοσύνης, όπως θεωρεί ότι πραγματώνεται σε ορισμένους εκπροσώπους του χριστιανισμού, κυρίως όμως στους σοφούς της ινδικής φιλοσοφίας. Με τη συμπόνια και τον ασκητισμό επιτυγχάνεται η άρση του «principium individuationis» – ο άνθρωπος με τις πράξεις του απελευθερώνεται από τα δεσμά του χώρου, του χρόνου και της αιτιότητας, εξαλείφοντας έτσι την άσκοπη ενέργεια της βούλησης.
Απορρίπτοντας τη λογική ηθική του Καντ, η οποία σχετίζεται με έναν πολύ αφηρημένο ηθικό νόμο, ο Σοπενχάουερ επανεκτιμά το αρχικό ηθικό αίσθημα του ανθρώπου: το στοιχείο της καλοσύνης ενός χαρακτήρα παίζει στην ηθική του Σοπενχάουερ πολύ σημαντικότερο ρόλο από την τήρηση ενός ηθικού κανόνα.
Η σύνδεση ηθικών και μεταφυσικών ερωτημάτων στο έργο του Σοπενχάουερ γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στην ερμηνεία της «ενοχής»: Ξεκινάει με δεδομένη κάποιου είδους «αρχέγονη ενοχή». Κάθε μορφή ζωής, όπως και η ζωή του ανθρώπου, συνδέεται από τη γένεσή της με την ενοχή, μια σκέψη που, κατά την άποψη του Σοπενχάουερ, εμπεριέχεται και στη χριστιανική διδασκαλία περί προπατορικού αμαρτήματος. Η άποψη ότι η ενοχή αναπαράγεται στην ανθρώπινη ύπαρξη αντιστοιχεί και πάλι στην ανατολική θρησκευτική διδασκαλία περί μετεμψύχωσης. Ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι εκ των προτέρων καθορισμένος, και από αυτόν τον χαρακτήρα ξετυλίγονται στη συνέχεια σαν κουβάρι η ζωή του και οι πράξεις του.
Αυτή η ενοχή μπορεί να εξαλειφθεί μόνο αν σβηστεί μέσα στο Τίποτα. Στο Τίποτα αυτό οδηγεί η μεταστροφή της βούλησης: «Για εκείνους που έχουν μεταστρέψει και αρνηθεί τη βούληση», λέει ο Σοπενχάουερ, «αυτός ο τόσο πραγματικός κόσμος μας, με όλους τους ήλιους και τους γαλαξίες του, δεν είναι Τίποτα». Αυτό το Τίποτα, γραμμένο με κεφαλαίο, που συνδέεται στενά με τη βουδιστική «νιρβάνα», είναι η τελευταία λέξη του έργου Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση – ο επίλογος ενός πεσιμιστή, ο οποίος πιστεύει ότι γι’ αυτόν τον κόσμο, που φέρει το εκ γενετής μειονέκτημα να αποτελεί προϊόν βούλησης, δεν υπάρχει σωτηρία.
Αποκαλούσαν τον Σοπενχάουερ «Βούδα της Φρανκφούρτης», μια φιλοφρόνηση που μάλλον δεν θεωρούσε καθόλου ερασιτεχνική. Διότι με το έργο του Ο Κόσμος ως Βούληση, και ως Παράσταση ήταν σε τελική ανάλυση ο πρώτος σημαντικός Ευρωπαίος φιλόσοφος που εισήγαγε την ινδική φιλοσοφία στον δυτικό τρόπο σκέψης.
Για τον Φρίντριχ Νίτσε το έργο του Σοπενχάουερ αποτέλεσε μάλιστα ένα είδος φιλοσοφικής αφύπνισης. Ακόμη και η φιλοσοφία της ζωής, την οποία ανέπτυξε ο Γάλλος φιλόσοφος Ανρί Μπεργκσόν, θα ήταν αδιανόητη χωρίς τον Σοπενχάουερ. Εντυπωσιακές αναλογίες υπάρχουν και ανάμεσα στον Σοπενχάουερ και στην ψυχανάλυση του Ζίγκμουντ Φρόιντ. Στις αναλογίες αυτές ανήκει και η διαπίστωση του πόσο απατηλή είναι η πίστη μας στη δύναμη της λογικής, καθώς και ο βαθμός στον οποίο οι ουσιαστικές κινητήριες δυνάμεις της ζωής και των πράξεών μας οφείλονται στις σωματικές παρορμήσεις μας. Αλλά και τον, κατά τον Φρόιντ, τόσο σημαντικό ρόλο της σεξουαλικότητας τον βρίσκουμε ήδη στον Σοπενχάουερ: ως μια ιδιαίτερη έκφραση της βούλησης για ζωή.
Ο Σοπενχάουερ άσκησε μεγάλη επιρροή σε πολλούς καλλιτέχνες, όχι μόνο σε συγγραφείς, όπως στον Τόμας Μαν, αλλά και σε μουσικούς, όπως στον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ή σε ζωγράφους, όπως στον Μαξ Μπέκμαν. Δεν είναι καθόλου παράξενο που τον 20ό αιώνα, έναν αιώνα ολοκληρωτικής βαρβαρότητας και πολιτικών καταστροφών, ο πεσιμισμός του Σοπενχάουερ έγινε ιδιαίτερα επίκαιρος.
Μέχρι και σήμερα εκείνοι που κατά κανόνα έλκονται από τον Σοπενχάουερ δεν είναι οι ακαδημαϊκοί και οι άνθρωποι που ασχολούνται επαγγελματικά, αλλά οι λάτρεις της φιλοσοφίας, εκείνοι που ψάχνουν να βρουν κάτι περισσότερο από μια αφετηρία για μια έξυπνη διδακτορική διατριβή. Το έργο Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση κατάφερε όσο κανένα άλλο φιλοσοφικό βιβλίο των τελευταίων διακοσίων ετών να αγγίξει τις εμπειρίες και τη ζωή πολλών ανθρώπων και να εκφράσει την ανάγκη τους για γνώση και φιλοσοφική ηθική στήριξη.
Υπάρχει ωστόσο και ένας δεύτερος τρόπος με τον οποίο μπορεί να μεταστραφεί η βούληση, και αυτόν τον τρόπο ο Σοπενχάουερ τον τοποθετεί ακόμη ψηλότερα: η αδρανοποίηση όλων των παρορμήσεων μέσω του ασκητισμού. Στον αυστηρό ασκητισμό πραγματώνεται κατά τον Σοπενχάουερ το ιδεώδες της αγιοσύνης, όπως θεωρεί ότι πραγματώνεται σε ορισμένους εκπροσώπους του χριστιανισμού, κυρίως όμως στους σοφούς της ινδικής φιλοσοφίας. Με τη συμπόνια και τον ασκητισμό επιτυγχάνεται η άρση του «principium individuationis» – ο άνθρωπος με τις πράξεις του απελευθερώνεται από τα δεσμά του χώρου, του χρόνου και της αιτιότητας, εξαλείφοντας έτσι την άσκοπη ενέργεια της βούλησης.
Απορρίπτοντας τη λογική ηθική του Καντ, η οποία σχετίζεται με έναν πολύ αφηρημένο ηθικό νόμο, ο Σοπενχάουερ επανεκτιμά το αρχικό ηθικό αίσθημα του ανθρώπου: το στοιχείο της καλοσύνης ενός χαρακτήρα παίζει στην ηθική του Σοπενχάουερ πολύ σημαντικότερο ρόλο από την τήρηση ενός ηθικού κανόνα.
Η σύνδεση ηθικών και μεταφυσικών ερωτημάτων στο έργο του Σοπενχάουερ γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στην ερμηνεία της «ενοχής»: Ξεκινάει με δεδομένη κάποιου είδους «αρχέγονη ενοχή». Κάθε μορφή ζωής, όπως και η ζωή του ανθρώπου, συνδέεται από τη γένεσή της με την ενοχή, μια σκέψη που, κατά την άποψη του Σοπενχάουερ, εμπεριέχεται και στη χριστιανική διδασκαλία περί προπατορικού αμαρτήματος. Η άποψη ότι η ενοχή αναπαράγεται στην ανθρώπινη ύπαρξη αντιστοιχεί και πάλι στην ανατολική θρησκευτική διδασκαλία περί μετεμψύχωσης. Ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι εκ των προτέρων καθορισμένος, και από αυτόν τον χαρακτήρα ξετυλίγονται στη συνέχεια σαν κουβάρι η ζωή του και οι πράξεις του.
Αυτή η ενοχή μπορεί να εξαλειφθεί μόνο αν σβηστεί μέσα στο Τίποτα. Στο Τίποτα αυτό οδηγεί η μεταστροφή της βούλησης: «Για εκείνους που έχουν μεταστρέψει και αρνηθεί τη βούληση», λέει ο Σοπενχάουερ, «αυτός ο τόσο πραγματικός κόσμος μας, με όλους τους ήλιους και τους γαλαξίες του, δεν είναι Τίποτα». Αυτό το Τίποτα, γραμμένο με κεφαλαίο, που συνδέεται στενά με τη βουδιστική «νιρβάνα», είναι η τελευταία λέξη του έργου Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση – ο επίλογος ενός πεσιμιστή, ο οποίος πιστεύει ότι γι’ αυτόν τον κόσμο, που φέρει το εκ γενετής μειονέκτημα να αποτελεί προϊόν βούλησης, δεν υπάρχει σωτηρία.
Αποκαλούσαν τον Σοπενχάουερ «Βούδα της Φρανκφούρτης», μια φιλοφρόνηση που μάλλον δεν θεωρούσε καθόλου ερασιτεχνική. Διότι με το έργο του Ο Κόσμος ως Βούληση, και ως Παράσταση ήταν σε τελική ανάλυση ο πρώτος σημαντικός Ευρωπαίος φιλόσοφος που εισήγαγε την ινδική φιλοσοφία στον δυτικό τρόπο σκέψης.
Για τον Φρίντριχ Νίτσε το έργο του Σοπενχάουερ αποτέλεσε μάλιστα ένα είδος φιλοσοφικής αφύπνισης. Ακόμη και η φιλοσοφία της ζωής, την οποία ανέπτυξε ο Γάλλος φιλόσοφος Ανρί Μπεργκσόν, θα ήταν αδιανόητη χωρίς τον Σοπενχάουερ. Εντυπωσιακές αναλογίες υπάρχουν και ανάμεσα στον Σοπενχάουερ και στην ψυχανάλυση του Ζίγκμουντ Φρόιντ. Στις αναλογίες αυτές ανήκει και η διαπίστωση του πόσο απατηλή είναι η πίστη μας στη δύναμη της λογικής, καθώς και ο βαθμός στον οποίο οι ουσιαστικές κινητήριες δυνάμεις της ζωής και των πράξεών μας οφείλονται στις σωματικές παρορμήσεις μας. Αλλά και τον, κατά τον Φρόιντ, τόσο σημαντικό ρόλο της σεξουαλικότητας τον βρίσκουμε ήδη στον Σοπενχάουερ: ως μια ιδιαίτερη έκφραση της βούλησης για ζωή.
Ο Σοπενχάουερ άσκησε μεγάλη επιρροή σε πολλούς καλλιτέχνες, όχι μόνο σε συγγραφείς, όπως στον Τόμας Μαν, αλλά και σε μουσικούς, όπως στον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ή σε ζωγράφους, όπως στον Μαξ Μπέκμαν. Δεν είναι καθόλου παράξενο που τον 20ό αιώνα, έναν αιώνα ολοκληρωτικής βαρβαρότητας και πολιτικών καταστροφών, ο πεσιμισμός του Σοπενχάουερ έγινε ιδιαίτερα επίκαιρος.
Μέχρι και σήμερα εκείνοι που κατά κανόνα έλκονται από τον Σοπενχάουερ δεν είναι οι ακαδημαϊκοί και οι άνθρωποι που ασχολούνται επαγγελματικά, αλλά οι λάτρεις της φιλοσοφίας, εκείνοι που ψάχνουν να βρουν κάτι περισσότερο από μια αφετηρία για μια έξυπνη διδακτορική διατριβή. Το έργο Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση κατάφερε όσο κανένα άλλο φιλοσοφικό βιβλίο των τελευταίων διακοσίων ετών να αγγίξει τις εμπειρίες και τη ζωή πολλών ανθρώπων και να εκφράσει την ανάγκη τους για γνώση και φιλοσοφική ηθική στήριξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου