Όταν κάθεσαι στην πολυθρόνα σου, και σου ‘ρχεται μια σκέψη ή μια ιδέα… πώς ξέρεις ότι είναι δική σου;
Αν εκείνη τη στιγμή, με τρόπο τηλεπαθητικό, έχεις δεχθεί την σκέψη ή την ιδέα κάποιου άλλου;
Δεν το προσέχεις, δεν το παρατηρείς, δεν το έχεις διερευνήσει, δεν έχεις αναρωτηθεί, ούτε που το σκέφτηκες καν ποτέ.
Μήπως καθημερινά είσαι τηλεπαθητικός δέκτης αμέτρητων πραγμάτων, και ούτε που το έχεις υποψιαστεί ποτέ;
Όταν είσαι στο σπίτι σου και ψάχνεις για ένα αντικείμενο που θυμάσαι πολύ καλά ότι το έβαλες π.χ. επάνω στο τραπέζι, αλλά αυτό δεν είναι εκεί, κι έπειτα από λίγη ώρα το ανακαλύπτεις κάπου αλλού, ενώ δεν θυμάσαι να το μετακίνησες εκεί, πώς ξέρεις ότι δεν μετακινήθηκε από μόνο του;
Αν το έχεις μετακινήσει εσύ ασυνείδητα με τρόπο τηλεκινητικό;
Δικαιολογείς πρόχειρα αυτήν την απλή καθημερινή φάση και δεν αναρωτιέσαι ιδιαίτερα γι’ αυτήν, κι όμως, άραγε, υπάρχει περίπτωση να το μετακίνησες εσύ με τηλεκίνηση, την οποία δεν συνειδητοποιείς ότι μπορείς με κάποιον τρόπο να την μεταχειριστείς;
Όταν θυμάσαι μια ανάμνηση παλιά, μια παλιά ιστορία από την ζωή σου ή μια ολόκληρη σειρά από μνήμες, για ώρα πολύ, και αφαιρείσαι, και αναπολείς ή ονειροπολείς, και «χάνεσαι» για λίγο…πώς ξέρεις ότι είσαι στ’ αλήθεια στον δικό μας κοινό χρόνο;
Δεν έχεις καθίσει ποτέ να προβληματιστείς, για το πώς κάνει ο χρόνος, αυτό που κάνει, κάθε μέρα στην ζωή σου.
Δεν ξέρεις πώς δουλεύει ο χρόνος, το μόνο που ξέρεις είναι πώς δουλεύει το ρολόι σου.
Υπάρχει περίπτωση, άραγε, τότε να έχεις κάνει ένα μικρό ταξίδι πίσω στον χρόνο αλλά να μην το έχεις συνειδητοποιήσει, να μην το θυμάσαι μετά, να μην αφήνεις τον εαυτό σου να το αντιληφθεί κανονικά; Μήπως μπορείς να είσαι χρονοταξιδιώτης και δεν το ξέρεις;
Όταν, χθες το βράδυ, την ώρα που κοιμόσουν, είδες ένα πάρα πολύ παράξενο όνειρο, πολύ ρεαλιστικό… πώς το ξέρεις ότι ήταν απλά ένα όνειρο;
Μήπως ταξίδεψες κάπου, κάπως, μακριά από το σώμα σου και την συνηθισμένη συνείδησή σου, σε μια άλλη πραγματικότητα;
Γιατί δεν θυμάσαι τίποτε απολύτως το άλλο πρωί;
Στο ένα τρίτο της ζωής μας κοιμόμαστε, και συνήθως ονειρευόμαστε.
Γιατί δεν θυμάσαι τίποτε από το ένα τρίτο της ζωής σου;
Όταν φαντάζεσαι κάτι ή κάποιον, και μετά από λίγο αυτό που φαντάστηκες γίνεται στ’ αλήθεια, ή αυτός που σκέφτηκες εμφανίζεται μπροστά σου ή σου τηλεφωνεί, πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι ήταν απλά μια «σύμπτωση»;
Δεν δίνεις ιδιαίτερη σημασία σε αυτά τα συχνά περιστατικά, πολλές φορές ούτε που τα προσέχεις, ούτε που τα συνειδητοποιείς, κι όμως, μήπως άραγε σημαίνουν ότι έχεις την ικανότητα να προβλέπεις το μέλλον ή να διαισθάνεσαι τις καταστάσεις πριν αυτές συμβούν;
Και, γιατί δεν μπορείς να το κάνεις συνέχεια ή όποτε θέλεις;
Ακόμη και, με ποιον ακριβώς τρόπο μαντεύεις κάτι, όταν απλά μαντεύεις κάτι;
Πώς είσαι τόσο σίγουρος για κάποια πράγματα, ενώ για πολλά άλλα δεν είσαι;
Όταν κάτι μέσα σου, ή κάποιος, σου λέει «να μπεις για λίγο στη θέση του άλλου», και το κάνεις, και όντως καταφέρνεις να καταλάβεις την οπτική του ή τα κίνητρά του, να τον κατανοήσεις, άραγε… πώς ξέρεις ότι δεν μπήκες όντως στη θέση του, ότι δεν άφησες τη δική σου συνείδηση και μπήκες για λίγο μέσα στη δική του;
Όταν, μερικές φορές, ξέρεις με ποιον τρόπο θα λειτουργήσει ο άλλος και τι θα κάνει ή τι θα πει… πώς το ξέρεις;
Όταν φαντάζεσαι κάτι… πώς ξέρεις ότι αυτό που φαντάζεσαι εκείνη τη στιγμή, δεν συμβαίνει κάπου στον κόσμο ή στο Σύμπαν;
Πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι αυτό που φαντάζεσαι δεν είναι αληθινό; Ότι δεν υπάρχει κάπου, κάπως, κάποτε;
Από πού έρχεται η φαντασία σου;
Όταν «τυχαίνει» κάτι, και λες ότι «απλά έτυχε» …μήπως αυτό σημαίνει ότι μπορείς να εξηγήσεις στον εαυτό σου ή στους άλλους τί ακριβώς είναι η τύχη;
Όταν συνήθως λες ότι δεν πιστεύεις σε πράγματα που δεν μπορείς να εξηγήσεις ή που δεν ξέρεις τίποτε απολύτως για αυτά, και σου φαίνονται ως απλές επινοήσεις ή απλές λέξεις, και περνιέσαι για έξυπνος, τότε, άραγε, γιατί πιστεύεις στην ύπαρξη της τύχης;
Το «τυχαίο», είναι στ’ αλήθεια τυχαίο;
Ξέρεις τι σημαίνει το τυχαίο;
Όταν θέλεις πολύ να κάνεις κάτι, και τελικά το καταφέρνεις και το κάνεις, πώς τα κατάφερες;
Γιατί δεν καταφέρνεις να κάνεις ό,τι θέλεις πάντα;
Όταν υπάρχει κάτι που δεν το ξέρεις, πώς ξέρεις ότι δεν υπάρχει;
Όταν είσαι μόνος σου… μήπως δεν είσαι στ’ αλήθεια μόνος σου;
Αν εκείνη τη στιγμή, με τρόπο τηλεπαθητικό, έχεις δεχθεί την σκέψη ή την ιδέα κάποιου άλλου;
Δεν το προσέχεις, δεν το παρατηρείς, δεν το έχεις διερευνήσει, δεν έχεις αναρωτηθεί, ούτε που το σκέφτηκες καν ποτέ.
Μήπως καθημερινά είσαι τηλεπαθητικός δέκτης αμέτρητων πραγμάτων, και ούτε που το έχεις υποψιαστεί ποτέ;
Όταν είσαι στο σπίτι σου και ψάχνεις για ένα αντικείμενο που θυμάσαι πολύ καλά ότι το έβαλες π.χ. επάνω στο τραπέζι, αλλά αυτό δεν είναι εκεί, κι έπειτα από λίγη ώρα το ανακαλύπτεις κάπου αλλού, ενώ δεν θυμάσαι να το μετακίνησες εκεί, πώς ξέρεις ότι δεν μετακινήθηκε από μόνο του;
Αν το έχεις μετακινήσει εσύ ασυνείδητα με τρόπο τηλεκινητικό;
Δικαιολογείς πρόχειρα αυτήν την απλή καθημερινή φάση και δεν αναρωτιέσαι ιδιαίτερα γι’ αυτήν, κι όμως, άραγε, υπάρχει περίπτωση να το μετακίνησες εσύ με τηλεκίνηση, την οποία δεν συνειδητοποιείς ότι μπορείς με κάποιον τρόπο να την μεταχειριστείς;
Όταν θυμάσαι μια ανάμνηση παλιά, μια παλιά ιστορία από την ζωή σου ή μια ολόκληρη σειρά από μνήμες, για ώρα πολύ, και αφαιρείσαι, και αναπολείς ή ονειροπολείς, και «χάνεσαι» για λίγο…πώς ξέρεις ότι είσαι στ’ αλήθεια στον δικό μας κοινό χρόνο;
Δεν έχεις καθίσει ποτέ να προβληματιστείς, για το πώς κάνει ο χρόνος, αυτό που κάνει, κάθε μέρα στην ζωή σου.
Δεν ξέρεις πώς δουλεύει ο χρόνος, το μόνο που ξέρεις είναι πώς δουλεύει το ρολόι σου.
Υπάρχει περίπτωση, άραγε, τότε να έχεις κάνει ένα μικρό ταξίδι πίσω στον χρόνο αλλά να μην το έχεις συνειδητοποιήσει, να μην το θυμάσαι μετά, να μην αφήνεις τον εαυτό σου να το αντιληφθεί κανονικά; Μήπως μπορείς να είσαι χρονοταξιδιώτης και δεν το ξέρεις;
Όταν, χθες το βράδυ, την ώρα που κοιμόσουν, είδες ένα πάρα πολύ παράξενο όνειρο, πολύ ρεαλιστικό… πώς το ξέρεις ότι ήταν απλά ένα όνειρο;
Μήπως ταξίδεψες κάπου, κάπως, μακριά από το σώμα σου και την συνηθισμένη συνείδησή σου, σε μια άλλη πραγματικότητα;
Γιατί δεν θυμάσαι τίποτε απολύτως το άλλο πρωί;
Στο ένα τρίτο της ζωής μας κοιμόμαστε, και συνήθως ονειρευόμαστε.
Γιατί δεν θυμάσαι τίποτε από το ένα τρίτο της ζωής σου;
Όταν φαντάζεσαι κάτι ή κάποιον, και μετά από λίγο αυτό που φαντάστηκες γίνεται στ’ αλήθεια, ή αυτός που σκέφτηκες εμφανίζεται μπροστά σου ή σου τηλεφωνεί, πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι ήταν απλά μια «σύμπτωση»;
Δεν δίνεις ιδιαίτερη σημασία σε αυτά τα συχνά περιστατικά, πολλές φορές ούτε που τα προσέχεις, ούτε που τα συνειδητοποιείς, κι όμως, μήπως άραγε σημαίνουν ότι έχεις την ικανότητα να προβλέπεις το μέλλον ή να διαισθάνεσαι τις καταστάσεις πριν αυτές συμβούν;
Και, γιατί δεν μπορείς να το κάνεις συνέχεια ή όποτε θέλεις;
Ακόμη και, με ποιον ακριβώς τρόπο μαντεύεις κάτι, όταν απλά μαντεύεις κάτι;
Πώς είσαι τόσο σίγουρος για κάποια πράγματα, ενώ για πολλά άλλα δεν είσαι;
Όταν κάτι μέσα σου, ή κάποιος, σου λέει «να μπεις για λίγο στη θέση του άλλου», και το κάνεις, και όντως καταφέρνεις να καταλάβεις την οπτική του ή τα κίνητρά του, να τον κατανοήσεις, άραγε… πώς ξέρεις ότι δεν μπήκες όντως στη θέση του, ότι δεν άφησες τη δική σου συνείδηση και μπήκες για λίγο μέσα στη δική του;
Όταν, μερικές φορές, ξέρεις με ποιον τρόπο θα λειτουργήσει ο άλλος και τι θα κάνει ή τι θα πει… πώς το ξέρεις;
Όταν φαντάζεσαι κάτι… πώς ξέρεις ότι αυτό που φαντάζεσαι εκείνη τη στιγμή, δεν συμβαίνει κάπου στον κόσμο ή στο Σύμπαν;
Πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι αυτό που φαντάζεσαι δεν είναι αληθινό; Ότι δεν υπάρχει κάπου, κάπως, κάποτε;
Από πού έρχεται η φαντασία σου;
Όταν «τυχαίνει» κάτι, και λες ότι «απλά έτυχε» …μήπως αυτό σημαίνει ότι μπορείς να εξηγήσεις στον εαυτό σου ή στους άλλους τί ακριβώς είναι η τύχη;
Όταν συνήθως λες ότι δεν πιστεύεις σε πράγματα που δεν μπορείς να εξηγήσεις ή που δεν ξέρεις τίποτε απολύτως για αυτά, και σου φαίνονται ως απλές επινοήσεις ή απλές λέξεις, και περνιέσαι για έξυπνος, τότε, άραγε, γιατί πιστεύεις στην ύπαρξη της τύχης;
Το «τυχαίο», είναι στ’ αλήθεια τυχαίο;
Ξέρεις τι σημαίνει το τυχαίο;
Όταν θέλεις πολύ να κάνεις κάτι, και τελικά το καταφέρνεις και το κάνεις, πώς τα κατάφερες;
Γιατί δεν καταφέρνεις να κάνεις ό,τι θέλεις πάντα;
Όταν υπάρχει κάτι που δεν το ξέρεις, πώς ξέρεις ότι δεν υπάρχει;
Όταν είσαι μόνος σου… μήπως δεν είσαι στ’ αλήθεια μόνος σου;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου