Από την αρχαιότητα ακόμη, το θέμα της γλώσσας του μακεδονικού φύλου προκαλούσε έριδες και διαφωνίες. Δυσνόητη η γλώσσα τους από τους υπόλοιπους Έλληνες έμοιαζε με κάτι παράταιρο μέσα σε κείνον τον κυκεώνα των διαλέκτων των ελληνικών φύλων. Επρόκειτο για μια διάλεκτο της ελληνικής ή για μια εντελώς ξεχωριστή γλώσσα; Και αφού η Μακεδονία κατέκτησε τον μισό γνωστό κόσμο, γιατί τότε η γλώσσα που προωθήθηκε και επιβλήθηκε ως παγκόσμια ήταν η αττική ελληνική και όχι ας πούμε η μακεδονική; Σε ένα προηγούμενο άρθρο προσπαθήσαμε να στηρίξουμε την αιολική καταγωγή των Μακεδόνων και να απορρίψουμε την παγιωμένη και συμβατική άποψη περί δωρικής καταγωγής. Παρόλα αυτά η γλώσσα τους δεν ήταν ούτε μια ξεκάθαρη αιολική διάλεκτος. Ποια ήταν λοιπόν;
Πολλοί Ανωμακεδόνες, όπως λ.χ. οι Ορέστες και οι Τυμφαίοι, ζώντας πολύ κοντά με τους Ηπειρώτες χρησιμοποιούσαν κάποια μορφή της αποκαλούμενης δυτικής ελληνικής γλώσσας. Με την ενοποίηση της Μακεδονίας υπό τον Φίλιππο Β΄ και με τη προώθηση αποίκων από την Κάτω Μακεδονία η μακεδονική γλώσσα κατέκλυσε όλη την επικράτεια της χώρας. Όταν η Μακεδονία συνετρίβη από τη Ρώμη είναι αμφίβολο αν συνέχισε να υπάρχει η μακεδονική γλώσσα ή αν υπήρχε κάποιος να την καταγράψει. Αυτός που μας διέσωσε τις πιο πολλές μακεδονικές λέξεις είναι ο Ησύχιος που το πιο πιθανό να τις πήρε από έργα Μακεδόνων συγγραφέων, όπως ο Μαρσύας ο Μακεδών, εφόσον βέβαια δεν έχουν αλλοιωθεί στην μεταγραφή.
Τα ονόματα των οίκων των ευγενών μέσα στη περιοχή που ονομάζουμε αρχαία Μακεδονία ήταν ασφαλώς ελληνικά. Το ίδιο ισχύει και για τους βασιλικούς οίκους όλων των μικρών τοπικών (Ορεστών, Πελαγόνων, Ελιμιωτών, Λυγκηστών, Τυμφαίων) μακεδονικών βασιλείων, αλλά αυτό δεν αποδεικνύει πως οι ίδιοι οι Μακεδόνες μιλούσαν ελληνικά. Χαρακτηριστικά ονόματα των βασιλικών οίκων της Άνω Μακεδονίας βρίσκονται επίσης στην Ήπειρο, π.χ. Δέρδας, Παυσανίας, Μαχάτας, Αντίοχος, Σιμμίας και Αέροπος. Αυτά τα ονόματα με το πέρασμα των ετών απορροφήθηκαν μέσα στο μακεδονικό κράτος και είχαν σχεδόν κοινή προέλευση. Το μόνο φως που ρίχνουν στη γλώσσα των Μακεδόνων είναι από τύπους διαλέκτων, όπως Ιόλλας αντί Ιόλαος. Επίσης, ο αριθμός των τοπωνυμίων που μπορούμε με σιγουριά να αποδώσουμε στους Μακεδόνες είναι πολύ μικρός.
Ας δούμε τώρα τους λαούς που είχαν κατοικήσει ή κατοικούσαν μέσα στα όρια του αρχαίου μακεδονικού βασιλείου και τις γλώσσες που μιλούσαν, πέραν των Μακεδόνων. Στην άνω Μακεδονία η Ιλλυρική ομιλούνταν από τους Πενέστες, που κατοικούσαν στην δυτικότερη πηγή του Αξιού. Στην πρώιμη εποχή του Σιδήρου, κατακτητές που μιλούσαν την ιλλυρική κατείχαν τμήμα της παραθαλάσσιας πεδιάδας κοντά στη Βεργίνα. Οι Παίονες που κατοικούσαν στη βόρεια Μακεδονία μιλούσαν μια ξεχωριστή γλώσσα, αγνώστου προελεύσεως. Ο Ηρόδοτος θεωρούσε τους Παίονες παρακλάδι των Τεύκρων της Τροίας, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί εκεί πριν από τον Τρωικό πόλεμο.
Άλλοι εισβολείς ήταν ο Μυσοί που γειτόνεψαν με τους Μακεδόνες όπως υποστήριξε ο Ελλάνικος ο Μυτιληναίος. Οι Αγριάνες και οι Λαιαίοι, στον μέσο ρου του Στρυμόνα, αν και μέσα σε Θρακική περιοχή, ήταν Παίονες, όπως τους διαχωρίζει ο αξεπέραστος και αλάνθαστος Θουκυδίδης. Ωστόσο οι Δερρίοπες (στη σημερινή Κορυτσά), οι Πελαγόνες (στο Μοναστήρι ή Μπίτολα), οι Λυγκηστές, οι Ορέστες, οι Ελιμιώτες και οι Τυμφαίοι μιλούσαν ελληνικά. Οι διάλεκτός τους συγγένευε με εκείνην της Ηπείρου, δηλαδή ένας τύπος της δυτικής ελληνικής, απ’ όπου προέρχεται και η δωρική διάλεκτος. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ήταν Ηπειρώτες αντί για Μακεδόνες. Ο Στράβων είχε αυτή την άποψη, ενώ ο Θουκυδίδης τους θεωρούσε όλους Μακεδόνες εκτός των Ορεστών που ωστόσο “εκμακεδονίστηκαν”. Πάντως, ολόκληρη η ορεινή περιοχή που περιλάμβανε την Άνω Μακεδονία δηλαδή τη σημερινή δυτική Μακεδονία, τη Βόρεια Ήπειρο και ένα τμήμα της νότιας Ιλλυρίας, θεωρούνταν από κάποιους συγγραφείς μοναδική πολιτιστική περιοχή με παρόμοια διάλεκτο, κουρά και χλαμύδα, εκτός από το ότι μερικοί ήταν δίγλωσσοι. Αλλά και πάλι αυτά δε μας λένε τίποτα. Ούτε και γω είμαι αμερικάνος επειδή φοράω παντελόνι τζην, ούτε Γιαπωνέζος επειδή οδηγώ γιαπωνέζικο αυτοκίνητο, ούτε και ένας παλιός μου μαθητής που είχε μοϊκάνα ανήκει ασφαλώς στην ινδιάνικη φυλή των Μοϊκανών! Τέλος, οι Εορδοί οι οποίοι, όσοι δε σφάχτηκαν, εκδιώχθηκαν προς τις θρακικές περιοχές, κοντά στο Παγγαίο όρος, μιλούσαν μια προελληνική ή κατά πάσα πιθανότητα τη Φρυγική γλώσσα.
Αν πάμε νότια, οι μεταναστεύσαντες, λόγω θρακικών επιδρομών, από τη νότια Πιερία στη Θεσσαλία Μάγνητες, μιλούσαν ελληνικά και μάλιστα την αιολική διάλεκτο. Έτσι στη Πιερία κατοικούσαν Θράκες και μιλούσαν τη θρακική, η οποία βεβαίως ήταν διαφορετική από την ελληνική γλώσσα. Στον δυτικό Όλυμπο οι Περραιβοί (Ελασσόνα) μιλούσαν τα αχαϊκά ελληνικά. Έτσι, βλέπουμε μια εικόνα όπου γύρω από τη κλασική Μακεδονία στη βόρεια Πιερία και ανατολική Ημαθία οι Μακεδόνες γειτόνευαν σε διάφορες εποχές με λαούς που δε μιλούσαν μόνο αιολικά ελληνικά, αχαϊκά ελληνικά, δωρικά ελληνικά αλλά και τη γλώσσα των Μυσών που ήταν μάλλον φρυγική, παιονικά, θρακικά και ιλλυρικά!
Ανατολικά του Αξιού, στον σημερινό νομό Θεσσαλονίκης και στη Χαλκιδική ομιλούνταν διάλεκτοι της φρυγικής και κυρίως της θρακικής, ενώ τα δυο δυτικά “πόδια” της Χαλκιδικής τα κατείχαν νότιοι Έλληνες που μιλούσαν διάφορες διαλέκτους. Η χερσόνησος του όρους Άθως είχε μικρό πληθυσμό Χαλκιδέων και δίγλωσσους βάρβαρους, όπως μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης, ανάμεσά τους και Προέλληνες Τυρσηνούς συγγενείς με τους Ετρούσκους της Ιταλίας και μιλούσαν τη γλώσσα τους καθώς και θρακικά. Στην κλασική εποχή, όταν οι Μακεδόνες άρχισαν να δυναμώνουν και να διώχνουν τους υπάρχοντες πληθυσμούς από Πιερία, Αλμωπία, Βοττιαία και Εορδαία, έφεραν τη δική τους γλώσσα, όποια και αν ήταν αυτή. Όπως και να έχει, η μακεδονική έγινε γλώσσα της διοίκησης.
Δεν υπάρχει ένδειξη ότι οι Μακεδόνες υιοθέτησαν την ιλλυρική ή την θρακική. Ο Περσέας (ο τελευταίος Μακεδόνας βασιλιάς) έστειλε έναν δίγλωσσο Ιλλυριό για διαπραγματεύσεις με τον Ιλλυριό Γένθιο, προφανώς επειδή τέτοιοι Μακεδόνες δεν υπήρχαν. Ούτε υπαινίχτηκε κανείς ότι μιλούσαν θρακικά, αν και ο Δημοσθένης θα χαιρόταν να το είχαν κάνει! Από την άλλη, η ελληνική εξαπλώθηκε από τις αποικίες της Χαλκιδικής χερσονήσου και από τις νοτιοελληνικές αποικίες στην Πιερία, της Πύδνας και της Μεθώνης.
Στη δυτική πλευρά της Πίνδου, οι περισσότερες επιγραφές που έχουν βρεθεί είναι του τετάρτου π. Χ. αι. και είναι όλες στα ελληνικά. Δείχνουν πως τα μέλη των Θεσπρωτικών και Μολοσσικών φυλών μιλούσαν ελληνικά, είχαν ελληνικά ονόματα και ελληνικούς όρους. Άρα, επειδή μια γλώσσα δεν υιοθετείται εν μία νυκτί, προφανώς και μερικές δεκαετίες πριν, όταν έγραφε ο Θουκυδίδης, μιλούσαν την ίδια γλώσσα. Και όμως ο Θουκυδίδης τους αποκαλούσε “βάρβαρους”, όπως και τους Μακεδόνες που είχαν εκστρατεύσει μαζί με τον βασιλιά Περδίκκα και τον Σπαρτιάτη Βρασίδα εναντίον του Αρραβαίου της Λύγκου. Όμως ο μεγάλος Θουκυδίδης, ο πρώτος πραγματικός ιστορικός του δυτικού πολιτισμού, δεν αναφερόταν στη γλώσσα αλλά στον πολιτισμό! Διότι τα μέλη αυτών των φυλών δε συμμετείχαν στον κόσμο και τις ιδέες της ελληνικής πόλης – κράτους , ήταν επομένως “βάρβαροι” και όλες οι φυλετικές κοινωνίες, όλα τα έθνη, όπως τα αποκαλούσαν ο Θουκυδίδης και ο Αριστοτέλης ήταν “βάρβαροι” εξ ορισμού! Με το ίδιο σκεπτικό ο Δημοσθένης αποκαλούσε τον Φίλιππο “ο βάρβαρος στην Πέλλα”, την ίδια στιγμή που ο Ισοκράτης έκανε έκκληση στον Φίλιππο ως Έλληνα του οποίου η πατρίδα είναι το Άργος. Το ζήτημα της γλώσσας ήταν εντελώς ξεχωριστό.
Ποια γλώσσα λοιπόν μιλούσαν οι Μακεδόνες; Ας εξετάσουμε κάποια χαρακτηριστικά σημεία κομβικής σημασίας. Όταν ο Αλέξανδρος ο Μέγας εκπαίδευσε 30.000 νεαρούς Πέρσες για να ενσωματωθούν στον μακεδονικό στρατό, κανόνισε να μάθουν τα ελληνικά γράμματα και να ανατραφούν σύμφωνα με τα μακεδονικά πολεμικά ήθη. Μετά την επιστροφή του από την Ινδία οργάνωσε κάθε τομέα του πεζικού σε αναλογία σύνθεσης τεσσάρων Μακεδόνων και δώδεκα Περσών. Η κοινή γλώσσα ήταν πρακτική ανάγκη. Εξυπακούεται ότι η γλώσσα των Μακεδόνων στρατιωτών ήταν η ελληνική. Επιπλέον, όταν ο Αλέξανδρος, φοβούμενος απόπειρα εναντίον του μέσα στην αναστάτωση, στην υπόθεση του Κλείτου, φώναξε στους φρουρούς του “στη μακεδονική, καθώς αυτή ήταν το σύνθημα για σοβαρή αναταραχή” (Πλουτ. Αλεξ. 51.1 μακεδονιστί καλών τους υπασπιστάς, τούτο δε ην σύμβολον θορύβου μεγάλου). Αυτή η διαταγή είναι η μοναδική περίπτωση που την χρησιμοποίησε ο Αλέξανδρος Μακεδονιστί. Εάν οι Μακεδόνες του 4ου π.Χ. αι. μιλούσαν την ελληνική ως δική τους γλώσσα, πρέπει να συμπεράνουμε πως τη μιλούσαν και τον 5ο αι. όταν ο Θουκυδίδης τους περιέγραψε ως βαρβάρους. Το νόημα λοιπόν της λέξης Μακεδονιστί γίνεται ξεκάθαρο. Η μακεδονική δεν ήταν μια μη ελληνική γλώσσα, αλλά διάλεκτος της ελληνικής! Σε κάποια μεταγενέστερη φάση, κάπου μια δεκαετία μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, οι Μακεδόνες στρατιώτες έκαναν ειδική υποδοχή στον Ευμένη, χαιρετώντας τον Μακεδονιστί τη φωνή, δηλ. φωνάζοντας στη μακεδονική διάλεκτο (Πλουτ. Ευμ. 14.5). Ήταν ίσως περισσότερο μια φιλοφρόνηση στον Ευμένη (που θα παίξει πολύ σπουδαίο ρόλο στους πολέμους των διαδόχων), επειδή ήταν Έλληνας από την Καρδία, αποικία στη θρακική χερσόνησο, και όχι Μακεδόνας από καταγωγή.
Ας εξετάσουμε και κάποια μυθολογικά στοιχεία. Ο Ησίοδος στο έργο του Ηοίαι γράφει πως ο Μάγνης και ο Μακεδών ήταν γιοι του Δία και της Θυίας, κόρης του Δευκαλίωνα και επομένως εξάδελφοι των γιων του Έλληνα, του Δώρου, του Ξούθου και του Αιόλου. Αυτό σημαίνει πως οι Μακεδόνες θεωρούνταν Έλληνες και όχι, ας πούμε Θράκες ή Ιλλυριοί. Μια άλλη γενεαλογία που διασώθηκε στο αρχείο των ιερειών του Άργους, αναφέρει τον Μακεδόνα ως γιο του Αιόλου. Προκαλεί εντύπωση η επιλογή του Αιόλου, αντί του Ξούθου ή του Δώρου. Αυτό σημαίνει πως κατά πάσα πιθανότητα μιλούσαν κάποια μορφή της αιολικής ελληνικής. Αυτό είναι φυσικό, διότι είχαμε στηρίξει αποτελεσματικά τη θέση περί αιολικής και όχι δωρικής καταγωγής των Μακεδόνων, όταν εξετάσαμε σε παλαιότερη έρευνά μας την καταγωγή των Μακεδόνων.
Ένας μικρός μόνον αριθμός λέξεων μπορεί με σιγουριά να συσχετιστεί με τους Μακεδόνες στην προκλασική περίοδο της ύπαρξής τους. Από αυτές τα ονόματα των φυλών και των ομάδων είναι Μακεδνός, Μακέται, Αργεάδαι, Αέροπες. Τα τοπωνύμια είναι Μακεδνία, Μάκετα, Λεβαία, Βέρης, Αλιάκμων, Πιερία, Ελικών, Όλυμπος, Λείβηθρα, Αιγίδιον. Τα ονόματα των μηνών είναι Απελλαίος, Αρτεμίσιος, Δίος, Πάναμος, Δαίσιος, Λώιος, Δύστρος, Ξανδικός, Περίτιος, Υπερβερεταίος, Αυδναίος, Γορπιαίος. Θρησκευτικά ονόματα είναι Δία, Εταιρίδια, Θαύλος, Ολύμπια, Ψευδάνωρ, Αραντίδες, Δάρρων, Θουρίδες. Όλες οι παραπάνω λέξεις χωρίς εξαίρεση είναι ελληνικές και δεν έχουν καμιά συγγένεια με όσες είναι γνωστές από τα θρακικά ή τα ιλλυρικά.
Οι παραπάνω λέξεις δε βρίσκονται στην Ιωνική – Αττική διάλεκτο, πράγμα που σημαίνει πως δεν επηρεάστηκαν από τις νοτιοελληνικές αποικίες της Χαλκιδικής ούτε εισήχθησαν από έμπορους ή άποικους. Ούτε υπάρχουν ξεκάθαρα δωρικά χαρακτηριστικά. Υπάρχουν όμως χαρακτηριστικά στοιχεία της αιολικής διαλέκτου, δηλ. η χρήση του όμικρον αντί για το άλφα και ο διπλασιασμός κάποιων συμφώνων. Γενικά πρόκειται για ισχυρή διάλεκτο: η χρήση του βήτα αντί για φι, του δέλτα αντί για θήτα, του γάμα αντί του κάπα, του αυ αντί του αο και λέξεις που συγγενεύουν περισσότερο με τους ομηρικούς τύπους παρά με τους κλασικούς. Η μακεδονική διάλεκτος ανήκε στην αιολική ομάδα. Αναπτύχθηκε σε απομόνωση και οι συγγένειές της με τα θεσσαλικά αιολικά και τα ανάμεικτα αιολικά οφείλονταν σε μια κοινή προέλευση παρά σε κοινή ανάπτυξη ή συνεχή επαφή. Κατά τον 4ο π.Χ. αι. όταν άρχισαν να παρακμάζουν οι διάλεκτοι και να επικρατεί μια καθιερωμένη ελληνική γλώσσα γνωστή αργότερα ως κοινή, η Μακεδονία δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Η μακεδονική διάλεκτος επιζούσε ως ένα τοπικό ιδίωμα και οι μελετητές κατέγραφαν λέξεις, όχι συνηθισμένες αλλά σπάνιες ή πολύ διαφορετικές από την ελληνική σε άλλες διαλέκτους. Μπορούμε να εξετάσουμε μερικές λέξεις ιδιαίτερου ενδιαφέροντος.
Σε θρησκευτικά θέματα είμαστε σίγουροι ότι το πρώιμο λεξιλόγιο και η τοπική διάλεκτος διατηρήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο Αμερίας ο Μακεδών κατέγραψε τις λέξεις σαυάδαι, Σαύδοι ως το μακεδονικό όνομα για τους Σιληνούς και σαυτορία για τη σωτηρία. Και οι δυο λέξεις έχουν το αυ το οποίο χρησίμευε στο να εκφράσει τον φθόγγο αου και το ωμέγα στην τοπική προφορά. Οι δυο πρώτες σχετίζονται με τη λατρεία του Σιληνού που πιάστηκε στους κήπους του Μίδα στο Βέρμιο και έχει φρυγική προέλευση.
Η λέξη άλιζα: η λεύκη των δένδρων και η λέξη άδισκον: κυκεώνα (μίγμα αλεύρου/αλφίτων για παραγωγή ποτού για θρησκευτικούς και μαγικούς σκοπούς), όπως μας τις παραδίδει ο Ησύχιος έχουν φρυγική προέλευση. Όπως και η λέξη για τα τριαντάφυλλα, άβαγνα: ρόδα, έχει επίσης φρυγική προέλευση.
Οι λέξεις Κλώδωνες ή Κλώδονες που αργότερα αντικαταστάθηκαν από τη λέξη Μιμαλλόνες, σχετίζονται με τη λατρεία του θρακικού θεού Διόνυσου και πρόκειται για ονόματα γυναικών που λάτρευαν τον θεό. Στην Ελλάδα ονομάζονταν Μαινάδες και στη Θράκη Βασσάρες ή Βασσαρίδες. Ένα άλλο τοπικό όνομα για την Αφροδίτη ήταν το Ζειρήνη, όπως μας παραδίδει ο Ησύχιος. Όλα αυτά τα ονόματα έχουν θρακική προέλευση.
Πολύ χαρακτηριστική είναι η λέξη βέδυ. Αυτή η φρυγική λέξη που σήμαινε το νερό, αποτελούσε τη ρίζα δυο πόλεων που είχαν όνομα Έδεσσα. Η μία ήταν ίσως το προγενέστερο όνομα των Αιγών και η άλλη με βεβαιότητα η σημερινή Έδεσσα. Την χρησιμοποιούσαν στην ορφική λατρεία. Ο Κλήμης Αλεξανδρείας παραδίδει τη λέξη και με τη σημασία του αέρα. Ίσως η χρήση της λέξης περιέγραφε δυο πηγές ζωής, το νερό και τον αέρα.
Ο Μαρσύας ο Μακεδών έχει διασώσει κάποιες λέξεις που έχουν ελληνική προέλευση. Μια είναι η λέξη κοριναίος, ο γιος μιας ανύπαντρης νέας, ενώ ο Φώτιος έδωσε το ίδιο νόημα στη λέξη κύρνος. Επίσης μας παραδίδει τρεις λέξεις που σημαίνουν κοριτσάκι: ακραία, ακρέα, αμαλή και δυο για ένα μεγαλύτερο μέλος μιας οικογένειας: άππα και πέλιος ή πελιγάν. Επίσης αναφέρει τη λέξη τελεσιάς που είναι ένας χορός με μαχαίρια ή σπαθιά των Μακεδόνων, ενώ ένας άλλος πολεμικός χορός ονομαζόταν καρπαία ή καρπέα. Ο Μαρσύας ακόμη αναφέρει ένα ειδικό ποτήρι για τις τελετές τη γυάλα και το όνομα μιας ξύλινης κούπας το κύπελλον. Και οι δυο λέξεις έχουν ξεκάθαρα ελληνική προέλευση. Επιπροσθέτως, ο Ησύχιος αναφέρει τις άξος: ύλη δηλαδή κομμένο ή τεμαχισμένο ξύλο, δάρυλλος: η δρυς, άδδαι: ρυμοί το αποξηραμένο ξύλο και τέλος ίλαξ: η πρίνος η αρία δρυς. Και αυτές οι λέξεις έχουν ελληνική προέλευση.
Μερικές ακόμα λέξεις είναι και οι ακόλουθες. Αβαρκνά: κομά που είναι διαλεκτικός τύπος του αβροκομά: αυτός που έχει μακριά μαλλιά, ένα χαρακτηριστικό χτένισμα για τους Μακεδόνες. Η Σούδα μας παραδίδει τις λέξεις ονόματα δόρατος σιγύνη και σιγύννους. Ήταν ονόματα ιλλυρικών όπλων αν γραφούν με βήτα αντί για γάμα. Προφανώς οι Μακεδόνες υιοθέτησαν το όπλο από τους γείτονές τους Ιλλυριούς. Μια ακόμη λέξη είναι η άργελλα: οίκημα Μακεδονικόν, όπερ θεμαίνοντες λούονται. Αυτό το πήραν οι Μακεδόνες από τους Κιμμέριους που είχαν φτάσει ως επιδρομείς περίπου το 700 – 650 π.Χ. οι οποίοι εκεί στη Νότια Ρωσία απ’ όπου ήρθαν είχαν τέτοια χαρακτηριστικά οικήματα, θα λέγαμε πως ήταν κάτι σαν σάουνα!
Γενικά, εικάζεται πως 153 λέξεις της μακεδονικής διαλέκτου έχουν διασωθεί. Αναφέραμε ήδη αρκετές από αυτές. Μπορούμε να παραλείψουμε κάπου τριάντα στρατιωτικούς όρους, επειδή εφευρέθηκαν από την ελληνική για να περιγράψουν τα καινούργια χαρακτηριστικά του ειδικευμένου στρατού του Φιλίππου, και άλλους έξι όρους οι οποίοι σχετίζονται με τοποθεσίες. Υπάρχουν έξι ονόματα ζώων και πτηνών που προέρχονται από την ελληνική (αιγίποψ, αργίπους, δρήγες, κυνουπεύς, παραός, χάρων). Από τις υπόλοιπες σαράντα λέξεις μερικές είναι διαλεκτικοί τύποι ελληνικών λέξεων (δάνος, δανών, δώραξ, δαίτας, ζέρεθρον, ιδνέα, κεβαλή) και μερικές είναι της καθιερωμένης ελληνικής, ενώ μερικές είναι αλλοιωμένες και άλλες δεν εξηγούνται.
Όταν λοιπόν συλλογιζόμαστε τις μετακινήσεις της φυλετικής ομάδας των Μακεδόνων και τις επαφές που είχαν με τους Μυσούς, τους Φρύγες, τους Θράκες, τους Ιλλυριούς, τους Κιμμέριους και διάφορους ελληνόφωνους λαούς, τα αποσπάσματα της διαλέκτου τους τα οποία έχουν διασωθεί δηλ. οι λέξεις που σώθηκαν προφανώς γιατί ήταν εκκεντρικές και σπάνιες, μας δίνουν την κύρια εντύπωση ότι το κυρίαρχο στοιχείο είναι το ελληνικό. Είναι βέβαιο πως το καθημερινό τους λεξιλόγιο περιείχε και λέξεις από τους γειτονικούς λαούς, λόγω γειτνίασης, λόγω κατοχής εδαφών ή και λόγω απλών πολιτιστικών ανταλλαγών. Εξάλλου και η νεοελληνική γλώσσα βρίθει από λέξεις με ρίζα τουρκική, αλβανική, σλαβική, ιταλική και άλλες. Υπάρχουν επομένως ισχυρές ενδείξεις μιας διαλέκτου που αναπτύχθηκε νωρίς και συγγενεύει περισσότερο με την ομηρική ελληνική παρά με την ελληνική του πέμπτου π.Χ. αι.
Συμπερασματικά, η γλώσσα των Μακεδόνων ήταν μια ξεχωριστή και ιδιαίτερη μορφή της ελληνικής που αντιστάθηκε στις εξωτερικές επιδράσεις και ήταν συντηρητική στην προφορά. Παρέμεινε έτσι μέχρι τον τέταρτο π.Χ. αι., όταν υποτάχτηκε σχεδόν ολοκληρωτικά στην πλημμυρίδα της κοινής ελληνικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου