Οι πρόγονοί μας από πολύ νωρίς, από τα προϊστορικά χρόνια, ανέδειξαν ως ιδεατή και ανθρωπόμορφη θεά την Ανάγκη.
Στην Ορφική θεολογία φέρεται να παραστάθηκε για πρώτη φορά σαν μια βίαιη, αναπόφευκτη θεϊκή δύναμη και ήταν πολλοί εκείνοι (όπως ο Ιερώνυμος), που την ταύτισαν με την Αδράστεια, την προσωποποίηση, δηλαδή, της «αναπόδραστης/αναπόφευκτης ανάγκης».
Οι Ορφικοί, μάλιστα, μας παραδίδουν ότι ο αγήρατος Χρόνος, ο οποίος είναι ο Ηρακλής, μαζί με την Ανάγκη (ή Αδράστεια) απέκτησαν τον Αιθέρα, το Χάος και το Έρεβος.
Επίσης, ο Μακρόβιος, στην Περί Ανάγκης ορφική θεολογία, θεωρεί την Ανάγκη προϊόν αιγυπτιακής θεολογίας, σύμφωνα με την οποία, στη γέννηση κάθε παιδιού παρίστανται τέσσερις θεότητες: ο Δαίμων, η Τύχη, ο Έρως και η Ανάγκη.
Στην Ακροκόρινθο η θεά Ανάγκη τιμόταν ιδιαίτερα και κατά τον Παυσανία υπήρχε κοινό ιερό της Ανάγκης με τη θεά Βία, άβατο για τους απλούς και αμύητους.
Ωστόσο, αυτού του είδους η θεολογία απαντάται και στην αρχαία φιλοσοφία και στην τραγωδία. Σύμφωνα με τους αρχαίους φιλοσόφους, ο μεν Πλάτωνας θεωρεί την θεά Ανάγκη μητέρα των Μοιρών, ο Πλούταρχος υποστηρίζει ότι ήταν μητέρα της Αδράστειας, ο Πρόκλος τη θεωρεί μητέρα της Ειμαρμένης, ο Στοβαίος λέει ότι η Ανάγκη είναι κόρη του Κρόνου και αδελφή της Θέμιδας(Δίκης), ενώ ο Ευριπίδης την εξισώνει με την Ερινύα.
Στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, πριν κυριαρχήσει ο Έρωτας, στα θεία δρώμενα βασίλευε μόνον η Ανάγκη και όσα γίνονταν ήταν με τη δική της βούληση, ενώ στο έργο του Πολιτεία την παρουσιάζει να φέρει στα γόνατά της μια αδαμάντινη άτρακτο, μέσα στην οποία περιστρέφεται ολόκληρο το Σύμπαν.
Οι αρχαίοι τραγικοί (Αισχύλος, Ευριπίδης, Καλλίμαχος) την εξισώνουν με βαρύ κι ασήκωτο ζυγό που έχει ακαταμάχητη δύναμη, τόσο για τους αθάνατους θεούς, όσο και για τους θνητούς κι εφήμερους ανθρώπους.
«Ανάγκα ουδέ θεοί μάχονται», φαίνεται να είπε ο Πιττακός ο Μυτιληναίος, όπως μας βεβαιώνει ο Διογένης ο Λαέρτιος.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι μιλούμε για τη Θεά των Θεών, τη γεννήτορα του Σύμπαντος Κόσμου, εκείνη που κανένας αθάνατος δεν μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρχε μια ελάχιστη πιθανότητα να της εναντιωθεί- ούτε καν να συνδιαλλαγεί μαζί της δεν γινόταν.
Δηλαδή, όποιες συμφορές έβρισκαν τους θεούς –και τους ανθρώπους φυσικά- έκρυβαν πίσω τους την έγκριση της Ανάγκης. Το γνωστό «ανάγκα και θεοί πείθονται» είναι ενδεικτικό και κατατοπιστικό.
Η Ανάγκη είναι απρόσωπη. Στην ουσία δεν γνωρίζουμε τίποτε ουσιαστικό για εκείνη, εξον από τη δύναμή της να καθορίζει την τροχιά των άστρων και να φτάνει μέχρι τα αδυτα του Ωκεανού κι αυτού του Άδη ακόμη.
Γνωρίζουμε, όμως, και ότι η παρουσία της αποτελεί εγγύηση ότι τούτος ο κόσμος έχει «ρυθμιστεί» να λειτουργεί, όχι ανάλογα με τις ορέξεις και τις αδυναμίες των θεών, αλλά σύμφωνα με κανόνες επιβεβλημένους από μια απρόσωπη νομοτέλεια.
Για άλλη μια φορά, η ελληνική μυθολογία αποδεικνύεται σοφή.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο, πάντα υπάρχει ένας λόγος - έστω ακτάλληπτος από τον κοινό νου - κι αυτός ο λόγος δεν διέπεται από τις αποφάσεις των ισχυρών (θεών, ηγεμόνων), αλλά ένα άλλο, ανώτερο όλων όν, που επιβλέπει και διαχειρίζεται το Σύμπαν.
Να, άλλη μια απόδειξη, ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι, και μάλιστα από τα προϊστορικά χρόνια, όπως είδαμε, είχαν προϊδει την ύπαρξη ενός ανώτατου και κυρίαρχου όντος, άναρχου και απρόσωπου, δίκαιου και μερόληπτου. Και, όπως ήταν φυσικό για εκείνη την εποχή της μητριαρχίας, τού έδωσαν μια γυναικεία μορφή.
Στην Ορφική θεολογία φέρεται να παραστάθηκε για πρώτη φορά σαν μια βίαιη, αναπόφευκτη θεϊκή δύναμη και ήταν πολλοί εκείνοι (όπως ο Ιερώνυμος), που την ταύτισαν με την Αδράστεια, την προσωποποίηση, δηλαδή, της «αναπόδραστης/αναπόφευκτης ανάγκης».
Οι Ορφικοί, μάλιστα, μας παραδίδουν ότι ο αγήρατος Χρόνος, ο οποίος είναι ο Ηρακλής, μαζί με την Ανάγκη (ή Αδράστεια) απέκτησαν τον Αιθέρα, το Χάος και το Έρεβος.
Επίσης, ο Μακρόβιος, στην Περί Ανάγκης ορφική θεολογία, θεωρεί την Ανάγκη προϊόν αιγυπτιακής θεολογίας, σύμφωνα με την οποία, στη γέννηση κάθε παιδιού παρίστανται τέσσερις θεότητες: ο Δαίμων, η Τύχη, ο Έρως και η Ανάγκη.
Στην Ακροκόρινθο η θεά Ανάγκη τιμόταν ιδιαίτερα και κατά τον Παυσανία υπήρχε κοινό ιερό της Ανάγκης με τη θεά Βία, άβατο για τους απλούς και αμύητους.
Ωστόσο, αυτού του είδους η θεολογία απαντάται και στην αρχαία φιλοσοφία και στην τραγωδία. Σύμφωνα με τους αρχαίους φιλοσόφους, ο μεν Πλάτωνας θεωρεί την θεά Ανάγκη μητέρα των Μοιρών, ο Πλούταρχος υποστηρίζει ότι ήταν μητέρα της Αδράστειας, ο Πρόκλος τη θεωρεί μητέρα της Ειμαρμένης, ο Στοβαίος λέει ότι η Ανάγκη είναι κόρη του Κρόνου και αδελφή της Θέμιδας(Δίκης), ενώ ο Ευριπίδης την εξισώνει με την Ερινύα.
Στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, πριν κυριαρχήσει ο Έρωτας, στα θεία δρώμενα βασίλευε μόνον η Ανάγκη και όσα γίνονταν ήταν με τη δική της βούληση, ενώ στο έργο του Πολιτεία την παρουσιάζει να φέρει στα γόνατά της μια αδαμάντινη άτρακτο, μέσα στην οποία περιστρέφεται ολόκληρο το Σύμπαν.
Οι αρχαίοι τραγικοί (Αισχύλος, Ευριπίδης, Καλλίμαχος) την εξισώνουν με βαρύ κι ασήκωτο ζυγό που έχει ακαταμάχητη δύναμη, τόσο για τους αθάνατους θεούς, όσο και για τους θνητούς κι εφήμερους ανθρώπους.
«Ανάγκα ουδέ θεοί μάχονται», φαίνεται να είπε ο Πιττακός ο Μυτιληναίος, όπως μας βεβαιώνει ο Διογένης ο Λαέρτιος.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι μιλούμε για τη Θεά των Θεών, τη γεννήτορα του Σύμπαντος Κόσμου, εκείνη που κανένας αθάνατος δεν μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρχε μια ελάχιστη πιθανότητα να της εναντιωθεί- ούτε καν να συνδιαλλαγεί μαζί της δεν γινόταν.
Δηλαδή, όποιες συμφορές έβρισκαν τους θεούς –και τους ανθρώπους φυσικά- έκρυβαν πίσω τους την έγκριση της Ανάγκης. Το γνωστό «ανάγκα και θεοί πείθονται» είναι ενδεικτικό και κατατοπιστικό.
Η Ανάγκη είναι απρόσωπη. Στην ουσία δεν γνωρίζουμε τίποτε ουσιαστικό για εκείνη, εξον από τη δύναμή της να καθορίζει την τροχιά των άστρων και να φτάνει μέχρι τα αδυτα του Ωκεανού κι αυτού του Άδη ακόμη.
Γνωρίζουμε, όμως, και ότι η παρουσία της αποτελεί εγγύηση ότι τούτος ο κόσμος έχει «ρυθμιστεί» να λειτουργεί, όχι ανάλογα με τις ορέξεις και τις αδυναμίες των θεών, αλλά σύμφωνα με κανόνες επιβεβλημένους από μια απρόσωπη νομοτέλεια.
Για άλλη μια φορά, η ελληνική μυθολογία αποδεικνύεται σοφή.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο, πάντα υπάρχει ένας λόγος - έστω ακτάλληπτος από τον κοινό νου - κι αυτός ο λόγος δεν διέπεται από τις αποφάσεις των ισχυρών (θεών, ηγεμόνων), αλλά ένα άλλο, ανώτερο όλων όν, που επιβλέπει και διαχειρίζεται το Σύμπαν.
Να, άλλη μια απόδειξη, ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι, και μάλιστα από τα προϊστορικά χρόνια, όπως είδαμε, είχαν προϊδει την ύπαρξη ενός ανώτατου και κυρίαρχου όντος, άναρχου και απρόσωπου, δίκαιου και μερόληπτου. Και, όπως ήταν φυσικό για εκείνη την εποχή της μητριαρχίας, τού έδωσαν μια γυναικεία μορφή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου