Διηγούνταν για κάποιον αραβικό θάμνο με τ΄ όνομα Μύρρα ή Σμύρνα, που οι λαοί της αρχαιότητας εκτιμούσαν τη λεπτή μυρωδιά του ρετσινιού του. Αυτή η ρητίνη ονομαζόταν Μύρρα ή Σμύρνα.
Η διήγηση λέει πως η Μύρρα - ή Σμύρνα - ήταν κόρη κάποιου βασιλιά του Λιβάνου που τον έλεγαν Θεία, ή του Κινύρα στην Κύπρο, του ιδρυτή της Πάφου. Η Μύρρα ερωτεύτηκε παράφορα τον πατέρα της. Πολλές αιτίες δίνονταν γι΄ αυτό τον έρωτα. Από αυτές μία είναι η οργή του θεού Ήλιου ή της Αφροδίτης, γιατί η Μύρρα θεωρούσε τα μαλλιά της ωραιότερα από τα μαλλιά της θεάς.
Η κόρη πέτυχε να ξεγελάσει τον πατέρα της ή να τον μεθύσει ή κατά μιά άλλη εκδοχή το εκμυστηρεύθηκε στην παραμάνα της την Ιππολύτη. Η ασυνείδητη γριά της υποσχέθηκε πως θα βρει τρόπο να ικανοποιήσει το ακατονόμαστο πάθος της.
Πήγε λοιπόν στο Θείαντα και του είπε πως μια κοπέλα από αρχοντική γενιά ήθελε να βρεθεί μαζί του, χωρίς όμως να του αποκαλυφθεί ποια ήταν. Ο Θείαντας δέχθηκε την πρόταση και για ένα μεγάλο διάστημα δεχόταν στον κοιτώνα του τη Σμύρνα, που την οδηγούσε κοντά του η Ιππολύτη, έχοντάς την κρυμμένη κάτω από το φόρεμά της.
Έτσι πλάγιασε μαζί του σαν να ήταν ένα άγνωστο κορίτσι, περίπου δώδεκα νύχτες. Τελικά ο πατέρας, από το φως κάποιου κρυμμένου λύχνου, ανακάλυψε ποια ήταν η συντρόφισσά του στο κρεβάτι και την καταδίωξε με γυμνό σπαθί. Η Μύρρα είχε κιόλας συλλάβει παιδί από τον απαγορευμένο έρωτά της κι ήταν πολύ ντροπιασμένη. Παρακάλεσε τους θεούς να γινόταν ένα τίποτα ανάμεσα στους ζωντανούς ή τους πεθαμένους. Μια θεότητα την σπλαχνίστηκε - είτε ο Δίας είτε η Αφροδίτη - και την μεταμόρφωσε σε δέντρο, που κλαίει με τ΄ αρωματισμένα δάκρυα - το ρετσίνι - τον καρπό του, τον καρπό από μέσα από το ξύλο: τον Άδωνι. Έτσι, ο μελλοντικός εραστής της Αφροδίτης γεννήθηκε από το κορμί του δέντρου της Μύρρας.
Τέτοιου είδους διηγήσεις ξεκινούν από το γεγονός ότι οι γάμοι ανάμεσα σε συγγενείς πρώτου βαθμού μέσα στις βασιλικές ιδίως οικογένειες, ήταν πραγματικά κάτι το συνηθισμένο. Τα παραδείγματα των Φαραώ και τον Πτολεμαίων δεν είναι μοναδικά. Στα μάτια, όμως, των ανθρώπων του λαού η αιμομιξία ήταν μια περίπτωση μεγάλης συμφοράς και γι΄ αυτό το λογο μονάχα σαν αρρώστια σταλμένη από το θεό μπορούσε να θεωρηθεί.
Οι πηγές, επίσης, δεν συμφωνούν μεταξύ τους και ως προς τον τρόπο που γεννιέται το παιδί της Σμύρνας. Ύστερα από τη μεταμόρφωση της Σμύρνας σε δέντρο, ο Θείας χτυπά με το σπαθί του το φλοιό και το παιδί βγαίνει στο φως (σχόλια στο Βιργίλιο, Αινειάδα), ή είναι ένας αγριόχοιρος που χτυπά με τα δόντια του το δέντρο, ή το δέντρο από μόνο του γεννά το παιδί στον καιρό της καρποφορίας του.
Όπως και να΄χει, ο μύθος του Κινύρα και της Μύρρας, διηγείται τις πιθανές κι αναμενόμενες συνέπειες μιας παρά φύσιν επιλογής. Όπως ο έρωτας μεταξύ θνητών και θεών καταλήγει τραγικά γιατί παραβιάζει την φυσική τάξη, έτσι και ο έρωτας μεταξύ πατέρα και κόρης είναι καταστροφικός, γιατί καταστρέφει τις κοινωνικές δομές μιας πόλης-κράτους. Ο αρχαίος έλληνας πολίτης, αλλά και ο διαχρονικός πολίτης του κόσμου, διαβάζοντας μια τέτοια ιστορία αποτρέπεται από μια ανάλογη πράξη, συνειδητοποιεί όμως επίσης ότι, πίσω από κάθε ανθρώπινο παραλογισμό κρύβεται πάντα η ανεξιχνίαστη βούληση κάποιου θεού:
''Μωραίνει ο κύριος όν βούλεται απωλέσαι''.
Η διήγηση λέει πως η Μύρρα - ή Σμύρνα - ήταν κόρη κάποιου βασιλιά του Λιβάνου που τον έλεγαν Θεία, ή του Κινύρα στην Κύπρο, του ιδρυτή της Πάφου. Η Μύρρα ερωτεύτηκε παράφορα τον πατέρα της. Πολλές αιτίες δίνονταν γι΄ αυτό τον έρωτα. Από αυτές μία είναι η οργή του θεού Ήλιου ή της Αφροδίτης, γιατί η Μύρρα θεωρούσε τα μαλλιά της ωραιότερα από τα μαλλιά της θεάς.
Η κόρη πέτυχε να ξεγελάσει τον πατέρα της ή να τον μεθύσει ή κατά μιά άλλη εκδοχή το εκμυστηρεύθηκε στην παραμάνα της την Ιππολύτη. Η ασυνείδητη γριά της υποσχέθηκε πως θα βρει τρόπο να ικανοποιήσει το ακατονόμαστο πάθος της.
Πήγε λοιπόν στο Θείαντα και του είπε πως μια κοπέλα από αρχοντική γενιά ήθελε να βρεθεί μαζί του, χωρίς όμως να του αποκαλυφθεί ποια ήταν. Ο Θείαντας δέχθηκε την πρόταση και για ένα μεγάλο διάστημα δεχόταν στον κοιτώνα του τη Σμύρνα, που την οδηγούσε κοντά του η Ιππολύτη, έχοντάς την κρυμμένη κάτω από το φόρεμά της.
Έτσι πλάγιασε μαζί του σαν να ήταν ένα άγνωστο κορίτσι, περίπου δώδεκα νύχτες. Τελικά ο πατέρας, από το φως κάποιου κρυμμένου λύχνου, ανακάλυψε ποια ήταν η συντρόφισσά του στο κρεβάτι και την καταδίωξε με γυμνό σπαθί. Η Μύρρα είχε κιόλας συλλάβει παιδί από τον απαγορευμένο έρωτά της κι ήταν πολύ ντροπιασμένη. Παρακάλεσε τους θεούς να γινόταν ένα τίποτα ανάμεσα στους ζωντανούς ή τους πεθαμένους. Μια θεότητα την σπλαχνίστηκε - είτε ο Δίας είτε η Αφροδίτη - και την μεταμόρφωσε σε δέντρο, που κλαίει με τ΄ αρωματισμένα δάκρυα - το ρετσίνι - τον καρπό του, τον καρπό από μέσα από το ξύλο: τον Άδωνι. Έτσι, ο μελλοντικός εραστής της Αφροδίτης γεννήθηκε από το κορμί του δέντρου της Μύρρας.
Τέτοιου είδους διηγήσεις ξεκινούν από το γεγονός ότι οι γάμοι ανάμεσα σε συγγενείς πρώτου βαθμού μέσα στις βασιλικές ιδίως οικογένειες, ήταν πραγματικά κάτι το συνηθισμένο. Τα παραδείγματα των Φαραώ και τον Πτολεμαίων δεν είναι μοναδικά. Στα μάτια, όμως, των ανθρώπων του λαού η αιμομιξία ήταν μια περίπτωση μεγάλης συμφοράς και γι΄ αυτό το λογο μονάχα σαν αρρώστια σταλμένη από το θεό μπορούσε να θεωρηθεί.
Οι πηγές, επίσης, δεν συμφωνούν μεταξύ τους και ως προς τον τρόπο που γεννιέται το παιδί της Σμύρνας. Ύστερα από τη μεταμόρφωση της Σμύρνας σε δέντρο, ο Θείας χτυπά με το σπαθί του το φλοιό και το παιδί βγαίνει στο φως (σχόλια στο Βιργίλιο, Αινειάδα), ή είναι ένας αγριόχοιρος που χτυπά με τα δόντια του το δέντρο, ή το δέντρο από μόνο του γεννά το παιδί στον καιρό της καρποφορίας του.
Όπως και να΄χει, ο μύθος του Κινύρα και της Μύρρας, διηγείται τις πιθανές κι αναμενόμενες συνέπειες μιας παρά φύσιν επιλογής. Όπως ο έρωτας μεταξύ θνητών και θεών καταλήγει τραγικά γιατί παραβιάζει την φυσική τάξη, έτσι και ο έρωτας μεταξύ πατέρα και κόρης είναι καταστροφικός, γιατί καταστρέφει τις κοινωνικές δομές μιας πόλης-κράτους. Ο αρχαίος έλληνας πολίτης, αλλά και ο διαχρονικός πολίτης του κόσμου, διαβάζοντας μια τέτοια ιστορία αποτρέπεται από μια ανάλογη πράξη, συνειδητοποιεί όμως επίσης ότι, πίσω από κάθε ανθρώπινο παραλογισμό κρύβεται πάντα η ανεξιχνίαστη βούληση κάποιου θεού:
''Μωραίνει ο κύριος όν βούλεται απωλέσαι''.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου