Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

Γιατί φοβόμαστε τόσο πολύ τη μοναξιά

Μοναξιά και σχέσεις υποκατάστατα ζωής

Κάθε εποχή και ιστορική περίοδος συνοδεύεται από τα επιτεύγματα αλλά και τα στερεότυπα της, τα ανοίγματα και την εγκατάλειψη κλειστών θέσεων αλλά και τα δικά της θέματα- ταμπού. Στις μέρες μας ίσως το ζήτημα της μοναξιάς να εντάσσεται στα κυριότερα ταμπού- θέματα που αντιμετωπίζουμε, σε μια εποχή που η ελευθερία ατομικής επιλογής έχει επιτραπεί σε όλα τα επίπεδα.

Οι περισσότεροι άνθρωποι τείνουν να αντιδρούν με συστολή και με μεθόδους κάλυψης όταν τίθεται το θέμα της μοναξιάς, δημιουργώντας ακόμη και σχέσεις συντροφικές που συχνά δεν τους εκφράζουν και δεν μπορούν να τις υποστηρίξουν, προκειμένου να «αντιμετωπίσουν» τη μοναξιά που αισθάνονται.

Σχέσεις εξάρτησης με εντάσεις που όμως δεν υποδηλώνουν αντίστοιχα έντονα και βαθιά συναισθήματα, αλλά ανοχή και ρηχότητα, σχέσεις αδιαφορίας με συντρόφους που δεν τους αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερα διαφορετικά από τα διακοσμητικά του σαλονιού μας, σχέσεις παραδομένες στη φθορά, την αποστασιοποίηση και τη.. μοναξιά εξαρχής.

Στερεότυπο, κλείσιμο, θέμα- ταμπού: η δυσκολία μας, το αγκάθι που τείνει να μας ακινητοποιήσει, βάζοντας σε κίνδυνο τα κεκτημένα μας, στη συγκεκριμένη περίπτωση το σημαντικότερο, την ελευθερία επιλογής.

Γιατί φοβόμαστε τόσο πολύ τη μοναξιά; Πόσο λειτουργικό είναι να δημιουργούμε επιφανειακές σχέσεις ή φορτωμένες ρουτίνες προκειμένου να την «διαχειριστούμε»; Τι είναι αυτό που έχουμε τελικά να διαχειριστούμε και πόσο βοηθάει η αναβολή;

Σύμφωνα με τον Irvin Yalom, έχουμε να διαχωρίσουμε ανάμεσα στη μοναξιά- απομόνωση λόγω δυσκολίας σύναψης υγιών διαπροσωπικών σχέσεων ή/και ενδοπροσωπικών δυσκολιών και την υπαρξιακή- δημιουργική μοναξιά.

Στην πρώτη περίπτωση, της διαπροσωπικής απομόνωσης, βρισκόμαστε ή καταλήγουμε μόνοι λόγω προσωπικών θεμάτων που δεν έχουμε ενδεχομένως επεξεργαστεί και τα οποία σε δεύτερο χρόνο μας δημιουργούν προβλήματα στις σχέσεις μας με τους άλλους ή μας ωθούν στη σύναψη δυσλειτουργικών σχέσεων, με αποτέλεσμα να καταλήγουμε μόνοι. Έχουμε συνεπώς να επεξεργαστούμε προσωπικές δυσκολίες, λάθη, απόψεις και νοοτροπίες, δεξιότητες, μοτίβα συμπεριφοράς ενδεχομένως και με τη βοήθεια ενός θεραπευτή, προκειμένου να αποκτήσουμε εσωτερική ισορροπία και λειτουργικότητα στη σχέση με τον εαυτό μας αρχικά και με τους άλλους κατ’ επέκταση.

Η υπαρξιακή μοναξιά από την άλλη αφορά όλους μας δικαιωματικά. Είναι δημιουργική και αξιοποιήσιμη παρότι συχνά μας φοβίζει και μας κάνει να θέλουμε να την κρατήσουμε μακριά. Η υπαρξιακή μοναξιά σχετίζεται με τη μοναδικότητά μας, τη δυνατότητά μας δηλαδή να αποφασίζουμε μόνο εμείς για τα σημαντικά ζητήματα της ζωής μας. Είναι εκείνη που μας δικαιώνει το χώρο και το χρόνο μέσω της προσωρινής αποστασιοποίησης προκειμένου να επεξεργαστούμε, να αφουγκραστούμε και να οργανώσουμε τις επιθυμίες μας. Χωρίς την υπαρξιακή μοναξιά, τη στροφή δηλαδή στον εαυτό μας με διάθεση φροντίδας, εκτίμησης και αυτοπεποίθησης, δεν θα οργανώναμε προσωπικούς στόχους, δεν θα μπορούσαμε να δώσουμε χώρο σε δικές μας επιθυμίες και όνειρα, θα ακολουθούσαμε απλώς κάποιον άλλον «προκειμένου να μην μείνουμε μόνοι», θα ζούσαμε μία ζωή επιβεβλημένη και προκατασκευασμένη ή απλώς αδιάφορη, σκόρπια και τυχαία. Θα καθηλωνόμασταν σε σχέσεις που δεν μας δίνουν χαρά αλλά μας υποτιμούν, σε δουλειές που δεν μας προχωρούν και δεν μας βοηθούν να διοχετεύσουμε τη δημιουργικότητά μας, σε καταστάσεις που δεν μας σέβονται και δεν αφήνουν περιθώριο να υπάρξουμε σαν πρόσωπα πέρα από τη μάζα.

Εάν ισχύουν όλα αυτά τότε γιατί να την βιώνουμε απειλητικά; Γιατί να μοιάζει προτιμότερο να παραμείνουμε για παράδειγμα σε μία σχέση που δεν μας ικανοποιεί πια από το να πάμε παραπέρα; Σύμφωνα με τον Errich Fromm η συνειδητοποίηση της εν γένει μοναξιάς μας είναι πηγή άγχους. Το να αποφασίζουμε μόνοι για τα ζωτικά μας ζητήματα παρότι ενέχει ελευθερία, έχει και ανασφάλεια. Το να αναλάβουμε την ευθύνη μας για τις αποφάσεις μας (το αν θα μείνουμε ή όχι σε μία σχέση στο συγκεκριμένο παράδειγμα) έχει ρίσκο, το ρίσκο του να μας βγει μια επιλογή σωστή ή λάθος. Προκειμένου να αποφύγουμε αυτό το άγχος της απόφασης, της επιλογής, της ευθύνης, συχνά βαλτώνουμε και συμβιβαζόμαστε μένοντας σε καταστάσεις που μας φθείρουν και μας μαραίνουν ψυχικά, άλλοτε αναζητούμε εύκολες συνταγές φίλων ή «ειδικών» εκχωρώντας την ευθύνη της ζωής μας απλά και εύκολα, χωρίς βέβαια να το συνειδητοποιούμε.

Το προσωρινό άγχος της ευθύνης το αντικαθιστά το κακό βόλεμα σε σχέσεις που παρέχουν μεν ανακούφιση από το άγχος, αλλά ταυτόχρονα απονεκρώνουν τη ζωτικότητά μας. Η επιλογή της μίζερης ανακούφισης αποκλείει τη δυνατότητα να αναλάβουμε τους εαυτούς μας, να θέσουμε ερωτήματα όπως «Τι θέλω», «Τι αναζητώ», «Τι με ικανοποιεί», «Τι με εμπλουτίζει», «Τι με κάνει να νιώθω δημιουργικός/ή». Οι έφηβοι περνούν μεγάλα διαστήματα «απομονωμένοι» στα δωμάτιά τους. Είναι εκείνα τα διαστήματα που βιώνουν το άγχος της μοναδικότητάς τους που επιβάλλει μοναξιά και ευθύνη, αλλά και τα διαστήματα που σφυρηλατούν τα όνειρά τους και οικοδομούν την ταυτότητά τους: η μοναξιά είναι εργαστήρι δημιουργίας νέου εαυτού. Στην εφηβεία, περίοδο αλλαγής, δεν κοιτάζουμε ύποπτα αυτές τις στιγμές απομόνωσης των νέων ανθρώπων, γιατί να το κάνουμε σε άλλες φάσεις της ζωής μας στις οποίες βρισκόμαστε σε περίοδο διαπραγμάτευσης με τον εαυτό μας και την πορεία μας, σε περίοδο άλλων δηλαδή αλλαγών;

Κάθε εξέλιξη προϋποθέτει αποχωρισμό από κάτι και προχώρημα προς κάτι άλλο. Όσο θέλουμε να προχωράμε και να αναπτυσσόμαστε, να εξελίσσουμε τη ζωή και τον εαυτό μας κατά βούληση, θα έχουμε να αξιοποιούμε αυτές τις πιο μοναχικές περιόδους για την αυτοσυγκέντρωση και την αυτογνωσία μας. Για ένα κοίταγμα στον καθρέφτη ώστε, όπως πρώτη φορά στη ζωή μας κάναμε στην εφηβεία, έτσι οφείλουμε να ρωτάμε όποτε αυτό είναι αναγκαίο «Ποιος- α είμαι και πού θέλω να πάω;»

Ίσως τελικά η μοναξιά τρομάζει γιατί η γεύση της έχει όντως κάτι απειλητικό, η απειλή όμως αυτή δεν αφορά το μέλλον ούτε την ίδια τη μοναξιά, αλλά το παρόν της ζωής του ανθρώπου που την τρέμει: συχνά δεν φοβίζει η μοναξιά, φοβίζει η εικόνα που έχει πάρει η ζωή μας στον καθρέφτη. Κι όμως… μόνο εκεί είναι που υπάρχει η μοναδική ευκαιρία αλλαγής: αντικρύζοντας την εικόνα έχουμε τη δυνατότητα να την επεξεργαστούμε, να την αξιολογήσουμε βάσει των επιθυμιών μας και είτε να την κρατήσουμε είτε να την αλλάξουμε. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα της εσωτερικής ματιάς, θα είναι μόνο καλό. Η άγνοια του ειδώλου ζωής «γλιτώνει» από τον κίνδυνο της ευθύνης, αλλά όχι, δεν σώζει ούτε ελευθερώνει. Η καταδίκη είναι σε θάνατο της ζωτικότητάς μας, κι ας λείπει η επίγευση της απειλής, σε κοινωνικοιστορικές συνθήκες μάλλον «ελευθερίας».
 
Μοναξιά δεν είναι να μην έχεις ανθρώπους γύρω σου. Είναι να μην είσαι σε θέση να εκφράσεις όσα είναι σημαντικά για σένα. Carl Gustav Jung