V . -ευ-
§ 301. Μέχρι στιγμής δεν έχει επιτευχθεί ασφαλής ετυμολόγηση του επιθήματος -ευ-. Στα Ελληνικά εμφανίζεται από πολύ παλιά σε μεγάλο αριθμό μετονοματικών σχηματισμών με τη σημασία 'ένα πρόσωπο που ασχολείται (συστηματικά, επαγγελματικά) με αυτό που δηλώνει η βάση': ἱππεύς 'ιππέας' (Όμ.) από το ἵππος· πιο σπάνια ανήκει σε θέματα που δεν λήγουν σε ο: ἀγρεύς 'κυνηγός, ψαράς' (από τον Πίνδαρο και εξής) από το ἄγρα 'κυνήγι, σύλληψη', γραμματεύς 'γραφέας' (κλασ.) από το γράμμα, σκυτεύς 'τσαγκάρης' (κλασ.) από το σκῦτος 'δέρμα'. Παλιότερα πρέπει να εκπροσωπούνταν καλύτερα και οι μεταρηματικοί σχηματισμοί· στους ιστορικούς χρόνους τα λείψανά τους διατήρησαν ασφαλώς στενότερες σχέσεις με τα ονόματα: π.χ. τα φονεύς 'δολοφόνος' και τοκεῖς 'γονείς' συνάπτονται με τα φόνος φονή 'φόνος' και τόκος 'γέννηση' αντί με τις μισοχαμένες ή θολές ρηματικές ρίζες φεν- (ἔ-πε-φν-ε 'σκότωσε' Όμ.) και τεκ- (τεκεῖν).
§ 302. Κατά κανόνα το -εύς στο χώρο της σύνθεσης συνηθίζεται στα προθετικά σύνθετα· λέγεται φόνος - φονεύς, συγγραφή - συγγραφεύς, αλλά ἀνδροφόνος και λογογράφος, επειδή υπάρχει βέβαια το συγγράφειν αλλά όχι το *λογογράφειν (§ 43). Ο λόγος που τα ονόματα σε -εύς δεν συντίθενται συνήθως με ονόματα [1] έγκειται στο ότι ο συνθετικός τύπος ἀνδροφόνος ήταν από πολύ παλιά ισχυρός και είχε ήδη τη σημασία ενός nomen agentis. Όταν αργότερα οι απλές ρίζες επισκιάστηκαν σταδιακά από τον όγκο των ονοματικών και ρηματικών περαιτέρω σχηματισμών και γι' αυτό τα nomina agentis του τύπου τροφός (§ 280) εκτοπίστηκαν από τα πιο εύχρηστα ονόματα σε -εύς (και από τα ρηματικά ουσιαστικά σε -τήρ, -της κτλ.), ο τύπος ἀνδροφόνος είχε ριζώσει τόσο βαθιά και είχε θεωρηθεί τόσο αμετάκλητα nomen agentis, ώστε το -εύς δεν κατόρθωσε να εδραιωθεί.
Συνολικά πρβ. επίσης την πραγμάτευση του -εύειν § 210 κεξξ. Σχετικά με το -εύς στα συντμημένα ονόματα δες § 164.
§ 303. Σχετικά με τη σημασία του -εύς πρέπει ακόμη μόνο να παρατηρηθεί ότι, όπως και άλλα nomina agentis, μπορεί να δηλώνει και το όργανο: στροφεύς 'στροφέας > μεντεσές', πνιγεύς 'αγγείο για σβήσιμο (π.χ. των κάρβουνων)'· επίσης ότι στα εθνικά από ονόματα πόλεων και νησιών ισοπεδώνεται σ' ένα γενικό χαρακτηρισμό ενός αρσενικού ατόμου: Πλαταιαί - Πλαταιεύς, Εὔβοια - Εὐβοεύς, Ἄμφισσα - Ἀμφισσεύς, Μεθύδριον - Μεθυδριεύς. Από το -ειᾰ ήδη στην κλασική-αττική περίοδο το -ειεύς και από αυτό (-εεύς >) το -εύς: Δεκέλεια - Δεκελειεύς - Δεκελεύς· αργότερα σχεδόν αποκλειστικά -εύς: Ἀλεξάνδρεια - Ἀλεξανδρεύς (δίπλα στο σπάνιο Ἀλεξανδρειεύς), Ἀντιόχεια - Ἀντιοχεύς.
------------------------
[1] Οι εξαιρέσεις απαιτούν ιδιαίτερη ερμηνεία· π.χ. το ἡνιοχῆα στον Όμηρο οφείλεται στη μετρική ευκολία λόγω της οποίας οι μεγαλύτερες λέξεις κατά προτίμηση κλίνονται, διατηρώντας την ίδια προσωδία, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιούνται στην ίδια θέση του στίχου, και ιδίως στο τέλος του: ἡνιοχῆα κατά το ἡνιόχοιο· πρβ. § 212 υποσημ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου