Τετάρτη 9 Αυγούστου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ

ΞΕΝ Οικ 20.1–20.15

Η γη ευεργετεί, αν ευεργετηθεί

Ο Ισχόμαχος υποστήριξε ότι είχε εξασφαλίσει την καλύτερη δυνατή επιμέλεια για τα κτήματά του, αναθέτοντάς την σε ικανούς και καλά εκπαιδευμένους επιστάτες (βλ. και ΞΕΝ Οικ 13.6–13.12). Κατά τον Σωκράτη, όμως, αυτό δεν ήταν αρκετό, καθώς ήταν απαραίτητη και η σαφής γνώση της ίδιας της τέχνης της γεωργίας. Στο συνομιλητή του, που, αναπτύσσοντας το συγκεκριμένο ζήτημα, επιχειρηματολόγησε υπέρ της ευκολίας εκμάθησης της αγροτικής τέχνης, ο φιλόσοφος έθεσε το παρακάτω ερώτημα:

[20.1] Ἐνταῦθα δὴ ἐγὼ εἶπον· Πῶς οὖν, ὦ Ἰσχόμαχε, εἰ οὕτω
γε καὶ ῥᾴδιά ἐστι μαθεῖν τὰ περὶ τὴν γεωργίαν καὶ πάντες
ὁμοίως ἴσασιν ἃ δεῖ ποιεῖν, οὐχὶ καὶ πάντες πράττουσιν
ὁμοίως, ἀλλ’ οἱ μὲν αὐτῶν ἀφθόνως τε ζῶσι καὶ περιττὰ
ἔχουσιν, οἱ δ’ οὐδὲ τὰ ἀναγκαῖα δύνανται πορίζεσθαι, ἀλλὰ
καὶ προσοφείλουσιν; [20.2] Ἐγὼ δή σοι λέξω, ὦ Σώκρατες, ἔφη
ὁ Ἰσχόμαχος. οὐ γὰρ ἡ ἐπιστήμη οὐδ’ ἡ ἀνεπιστημοσύνη
τῶν γεωργῶν ἐστιν ἡ ποιοῦσα τοὺς μὲν εὐπορεῖν, τοὺς δὲ
ἀπόρους εἶναι· [20.3] οὐδ’ ἂν ἀκούσαις, ἔφη, λόγου οὕτω διαθέοντος
ὅτι διέφθαρται ὁ οἶκος, διότι οὐχ ὁμαλῶς ὁ σπορεὺς ἔσπει-
ρεν, οὐδ’ ὅτι οὐκ ὀρθῶς τοὺς ὄρχους ἐφύτευσεν, οὐδ’ ὅτι
ἀγνοήσας τις τὴν [γῆν] φέρουσαν ἀμπέλους ἐν ἀφόρῳ ἐφύ-
τευσεν, οὐδ’ ὅτι ἠγνόησέ τις ὅτι ἀγαθόν ἐστι τῷ σπόρῳ
νεὸν προεργάζεσθαι, οὐδ’ ὅτι ἠγνόησέ τις ὡς ἀγαθόν ἐστι
τῇ γῇ κόπρον μιγνύναι· [20.4] ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἔστιν ἀκοῦσαι,
ἁνὴρ οὐ λαμβάνει σῖτον ἐκ τοῦ ἀγροῦ· οὐ γὰρ ἐπιμελεῖται
ὡς αὐτῷ σπείρηται ἢ ὡς κόπρος γίγνηται. οὐδ’ οἶνον ἔχει
ἁνήρ· οὐ γὰρ ἐπιμελεῖται ὡς φυτεύσῃ ἀμπέλους οὐδὲ αἱ
οὖσαι ὅπως φέρωσιν αὐτῷ. οὐδὲ ἔλαιον οὐδὲ σῦκα ἔχει
ἁνήρ· οὐ γὰρ ἐπιμελεῖται οὐδὲ ποιεῖ ὅπως ταῦτα ἔχῃ.
[20.5] τοιαῦτ’, ἔφη, ἐστίν, ὦ Σώκρατες, ἃ διαφέροντες ἀλλήλων
οἱ γεωργοὶ διαφερόντως καὶ πράττουσι πολὺ μᾶλλον ἢ [οἱ]
δοκοῦντες σοφόν τι ηὑρηκέναι εἰς τὰ ἔργα. [20.6] καὶ οἱ στρατηγοὶ
ἔστιν ἐν οἷς τῶν στρατηγικῶν ἔργων οὐ γνώμῃ διαφέροντες
ἀλλήλων οἱ μὲν βελτίονες οἱ δὲ χείρονές εἰσιν, ἀλλὰ
σαφῶς ἐπιμελείᾳ. ἃ γὰρ καὶ οἱ στρατηγοὶ γιγνώσκουσι
πάντες καὶ τῶν ἰδιωτῶν οἱ πλεῖστοι, ταῦτα οἱ μὲν ποιοῦσι
τῶν ἀρχόντων οἱ δ’ οὔ. [20.7] οἷον καὶ τόδε γιγνώσκουσιν ἅπαντες
ὅτι διὰ πολεμίας πορευομένους βέλτιόν ἐστι τεταγμένους
πορεύεσθαι οὕτως ὡς ἂν ἄριστα μάχοιντο, εἰ δέοι. τοῦτο
τοίνυν γιγνώσκοντες οἱ μὲν ποιοῦσιν οὕτως οἱ δ’ οὐ ποιοῦσι.
[20.8] φυλακὰς ἅπαντες ἴσασιν ὅτι βέλτιόν ἐστι καθιστάναι καὶ
ἡμερινὰς καὶ νυκτερινὰς πρὸ τοῦ στρατοπέδου. ἀλλὰ καὶ
τούτου οἱ μὲν ἐπιμελοῦνται ὡς ἔχῃ οὕτως, οἱ δ’ οὐκ ἐπι-
μελοῦνται. [20.9] ὅταν τε αὖ διὰ στενοπόρων ἴωσιν, οὐ πάνυ
χαλεπὸν εὑρεῖν ὅστις οὐ γιγνώσκει ὅτι προκαταλαμβάνειν
τὰ ἐπίκαιρα κρεῖττον ἢ μή; ἀλλὰ καὶ τούτου οἱ μὲν ἐπι-
μελοῦνται οὕτω ποιεῖν, οἱ δ’ οὔ. [20.10] ἀλλὰ καὶ κόπρον λέγουσι
μὲν πάντες ὅτι ἄριστον εἰς γεωργίαν ἐστὶ καὶ ὁρῶσι δὲ
αὐτομάτην γιγνομένην· ὅμως δὲ καὶ ἀκριβοῦντες ὡς γίγνε-
ται, καὶ ῥᾴδιον ὂν πολλὴν ποιεῖν, οἱ μὲν καὶ τούτου ἐπι-
μελοῦνται ὅπως ἁθροίζηται, οἱ δὲ παραμελοῦσι. [20.11] καίτοι
ὕδωρ μὲν ὁ ἄνω θεὸς παρέχει, τὰ δὲ κοῖλα πάντα τέλ-
ματα γίγνεται, ἡ γῆ δὲ ὕλην παντοίαν παρέχει, καθαίρειν
δὲ δεῖ τὴν γῆν τὸν μέλλοντα σπείρειν· ἃ δ’ ἐκποδὼν
ἀναιρεῖται, ταῦτα εἴ τις ἐμβάλλοι εἰς τὸ ὕδωρ, ὁ χρόνος
ἤδη αὐτὸς ἂν ποιοίη οἷς ἡ γῆ ἥδεται. ποία μὲν γὰρ ὕλη,
ποία δὲ γῆ ἐν ὕδατι στασίμῳ οὐ κόπρος γίγνεται; [20.12] καὶ ὁπόσα
δὲ θεραπείας δεῖται ἡ γῆ, ὑγροτέρα γε οὖσα πρὸς τὸν σπόρον
ἢ ἁλμωδεστέρα πρὸς φυτείαν, καὶ ταῦτα γιγνώσκουσι μὲν
πάντες καὶ ὡς τὸ ὕδωρ ἐξάγεται τάφροις καὶ ὡς ἡ ἅλμη
κολάζεται μιγνυμένη πᾶσι τοῖς ἀνάλμοις, καὶ ὑγροῖς [τε] καὶ
ξηροῖς· ἀλλὰ καὶ τούτων ἐπιμελοῦνται οἱ μὲν οἱ δ’ οὔ.
[20.13] εἰ δέ τις παντάπασιν ἀγνὼς εἴη τί δύναται φέρειν ἡ γῆ,
καὶ μήτε ἰδεῖν ἔχοι καρπὸν μηδὲ φυτὸν αὐτῆς, μήτε ὅτου
ἀκούσαι τὴν ἀλήθειαν περὶ αὐτῆς ἔχοι, οὐ πολὺ μὲν ῥᾷον
γῆς πεῖραν λαμβάνειν παντὶ ἀνθρώπῳ ἢ ἵππου, πολὺ δὲ
ῥᾷον ἢ ἀνθρώπου; οὐ γὰρ ἔστιν ὅ τι ἐπὶ ἀπάτῃ δείκνυσιν,
ἀλλ’ ἁπλῶς ἅ τε δύναται καὶ ἃ μὴ σαφηνίζει τε καὶ
ἀληθεύει. [20.14] δοκεῖ δέ μοι ἡ γῆ καὶ τοὺς κακούς τε καὶ ἀργοὺς
τῷ εὔγνωστα καὶ εὐμαθῆ πάντα παρέχειν ἄριστα ἐξετάζειν.
οὐ γὰρ ὥσπερ τὰς ἄλλας τέχνας τοῖς μὴ ἐργαζομένοις
ἔστι προφασίζεσθαι ὅτι οὐκ ἐπίστανται, γῆν δὲ πάντες οἴ-
δασιν ὅτι εὖ πάσχουσα εὖ ποιεῖ· [20.15] ἀλλ’ ἡ ἐν γῇ ἀργία ἐστὶ
σαφὴς ψυχῆς κατήγορος κακῆς. ὡς μὲν γὰρ ἂν δύναιτο
ἄνθρωπος ζῆν ἄνευ τῶν ἐπιτηδείων, οὐδεὶς τοῦτο αὐτὸς
αὑτὸν πείθει· ὁ δὲ μήτε ἄλλην τέχνην χρηματοποιὸν ἐπι-
στάμενος μήτε γεωργεῖν ἐθέλων φανερὸν ὅτι κλέπτων ἢ
ἁρπάζων ἢ προσαιτῶν διανοεῖται βιοτεύειν, ἢ παντάπασιν
ἀλόγιστός ἐστι.

***
(Σωκρ.) Σ' αυτό τό σημείο, είπα εγώ· πώς λοιπόν συμβαίνει, αφού είναι τόσο εύκολη η εκμάθηση της γεωργικής τέχνης, κι όλοι ξέρουν εξ ίσου όσα πρέπει να κάνουν, πώς συμβαίνει, λέω, Ισχόμαχε, να μη βρίσκουνται όλοι στην ίδια μοίρα, μα, άλλοι να ζουν πλουσιοπάροχα και να 'χουν περισσεύματα, κι άλλοι να μη μπορούν να εξοικονομήσουν μήτε τ' απαραίτητά τους και να χρωστάνε κιόλας;

(Iσχόμ.) Θα σου πω, Σωκράτη, είπε ο Ισχόμαχος. Δεν είναι βέβαια η επιστημοσύνη ή η ανεπιστημοσύνη αιτία που άλλοι γίνονται απ' τη γεωργία πλούσιοι κι άλλοι φτωχοί∙ ούτε θ' ακούσεις καμμιά φορά να λένε τέτοιο πράμα, πως καταστράφηκε παραδείγματος χάρη το σπιτικό του τάδε, γιατί δεν έσπειρε καλά ο ζευγολάτης, ούτε γιατί δεν φύτεψε κανονικά τις σειρές των φυτών, ούτε γιατί φύτεψε αμπέλι σε άγονο έδαφος, αγνοώντας το κατάλληλο γι' αμπέλι, ούτε γιατί δεν ήξερε πως είναι ωφέλιμο να κάμει όργωμα το χωράφι προετοιμάζοντάς το για τη σπορά, ούτε γιατί δεν ήξερε πως είναι ωφέλιμο να ρίξει κοπριά στη γη.

Πιο συνηθισμένα, θ' ακούσεις τούτο· ο τάδε δεν πήρε σιτάρι απ' το χωράφι του, γιατί δεν γνοιάστηκε να το σπείρει ή γιατί δεν γνοιάστηκε να το κοπρίσει· ούτε κρασί έχει ο τάδε· γιατί δεν φρόντισε να φυτέψει αμπέλια και γιατί κείνα που έχει τα παράτησε στο έλεος του θεού. Ούτε λάδι, ούτε σύκα έχει ο τάδε· γιατί ούτε φρόντισε, ούτε φροντίζει να 'χει.

Να, αυτές τις διαφορές έχουν οι γεωργοί, Σωκράτη, κι έχουν και διαφορετική τύχη, κι όχι που λένε πως βρήκαν τάχα καινούργιες σοφίες στη δουλειά τους.

Είναι και στρατηγικά ακόμα έργα, στα οποία, άλλοι στρατηγοί ακολουθάνε καλύτερη τακτική κι άλλοι χειρότερη, όχι γιατί δεν έχουν τις ίδιες γνώσεις, μα γιατί δεν έχουν την ίδια έγνοια κι επιμέλεια. Γιατί εκείνα, που ξέρουν όλοι οι στρατηγοί, τα ξέρουν κι οι περισσότεροι ιδιώτες, μα όμως άλλοι τα εφαρμόζουν κι άλλοι δεν τα εφαρμόζουν.

Παραδείγματος χάρη αυτό, πως πρέπει δηλαδή, όταν βαδίζουν σ' εχθρικό έδαφος, να 'χουν πάρει διατάξεις μάχης, για να μπορούν να πολεμήσουν, αν παρουσιασθεί ανάγκη, όσο το δυνατό, αποτελεσματικώτερα, το ξέρουν όλοι. Όμως παρ' όλο που την ξέρουν όλοι αυτή την τακτική, άλλοι παίρνουν διατάξεις μάχης κι άλλοι όχι.

Άλλο παράδειγμα: όλοι ξέρουν πως είναι καλύτερο να βγάζουν φρουρές μπρος στο στρατόπεδο και τη μέρα και τη νύχτα, όμως άλλοι βγάζουν κι άλλοι δε βγάζουν.

Κι άλλο: όταν βαδίζουν μέσα σε στενοτόπια, σπάνια θα βρεθεί άνθρωπος, που να μη ξέρει πως είναι ωφελιμώτερο να προκαταλαβαίνουν τις επίκαιρες θέσεις. Κι όμως και γι' αυτό, άλλοι φροντίζουν να γίνεται έτσι, να προκαταλαβαίνουν δηλαδή τις επίκαιρες θέσεις, κι άλλοι δεν φροντίζουν.

Έτσι κι οι γεωργοί∙ λένε όλοι πως είναι τέλειο πράμα η κοπριά για τη γεωργία και βλέπουν όλοι πως γίνεται μόνη της· κι όμως παρ' όλο που ξέρουν με λεπτομέρειες πώς γίνεται και παρ' όλο που μπορούν να φτιάνουν μπόλικη, άλλοι φροντίζουν και μαζεύουν κι άλλοι δεν δίνουν πενταράκι.

Και φυσικά ο θεός ρίχνει από πάνω νερό κι όλοι οι λάκκοι γεμίζουν βούρκο, και η γη μάς δίνει ό,τι είδος κοπριά. Μα όμως πρέπει να καθαρίζει τη γη αυτός πού σκοπεύει να την σπείρει. Αυτά που βγάζει απ' τη μέση στο καθάρισμα, άμα τα ρίξει μες το νερό, με τον καιρό, μοναχά τους θα γίνουνε λιπάσματα, που τα θέλει η γη· γιατί ποιο πράμα, ποιο χώμα, βαλμένο μες στο στάσιμο νερό, δεν γίνεται κοπριά;

Επίσης τι καλλιέργεια χρειάζεται η γη, αν είναι πιο βαρική, απ' όσο πρέπει, για τη σπορά, ή αν είναι πιο αλμυρή, απ' όσο πρέπει, για φύτεμα, ολ' αυτά, τα ξέρουν όλοι οι γεωργοί· και πώς βγαίνει το νερό με χαντάκια, και πώς περιορίζεται η αλμύρα, αν ανακατώσουμε τα μη αλμυρά, υγρά και ξερά, μα όμως και γι' αυτά άλλοι φροντίζουν κι άλλοι δεν φροντίζουν.

Κι αν ακόμα αγνοούσε κανείς, τι μπορεί να δώσει η γη, και δεν μπορούσε μήτε να δει τον καρπό της, μήτε το φυτό της, μήτε ν' ακούσει από κανέναν την αλήθεια γι' αυτήν, δε θα 'ταν πολύ πιο εύκολο για τον καθένα να μαθαίνει τις ιδιότητες της γης, απ' το να μαθαίνει τις ιδιότητες ενός αλόγου ή ενός ανθρώπου; Γιατί από μέρους της γης δεν υπάρχει τίποτε το απατηλό, απεναντίας, όλα, τι μπορεί και τι δεν μπορεί να δώσει, το λέει καθαρά και ξάστερα.

Μου φαίνεται ακόμα η γη, πως βοηθάει να ξεχωρίζουμε θαυμάσια τους τεμπέληδες και τους εργατικούς, παρέχοντας όλα ευδιάκριτα κι ευκολομάθητα. Γιατί η γεωργία δεν είναι σαν τις άλλες τέχνες, που επιτρέπουν στους τεμπέληδες να προφασίζουνται πως δεν ξέρουν. Τη γη, την ξέρουν όλοι πως ευεργετεί, αν ευεργετηθεί.

Η αργία στη γεωργία είναι φανερός κατήγορος τεμπέλικης ψυχής∙ γιατί δεν μπορεί ποτέ να πείσει κανείς, μήτε τον εαυτό του, πως μπορεί να ζει χωρίς τα χρειαζούμενα για τη ζωή. Εκείνος, κατά συνέπεια, που δεν ξέρει καμμιά τέχνη προσοδοφόρο, και δε θέλει και να καταπιάνεται με τις γεωργικές, είναι φανερό, ή πως σκέπτεται να περάσει τη ζωή του αρπάζοντας, κλέβοντας και ζητιανεύοντας, ή πως είναι όλως διόλου ακαταλόγιστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου