Ἡ κατ’ αρχὴν σωστὴ ἀντίληψη ὅτι φύση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ πολιτισμὸς δὲν μπορεῖ νὰ σημαίνει, ὅπως πολλοὶ ἀρέσκονται νὰ ἑρμηνεύουν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς καθορισμοὺς καὶ νὰ διαμορφώνεται κατὰ τὸ δοκοῦν ἢ νὰ σχεδιάζει ἐλεύθερα τὴν ὕπαρξή του στὸν κόσμο ἀποκλειστικὰ σύμφωνα μὲ πολιτιστικὰ κριτήρια. Τέτοιες παραδοχὲς ἢ προσδοκίες τρέφονται σιωπηρὰ ἀπὸ μιὰ ἀστήρικτη ἀντιπαράθεση ἀνάμεσα στὴν τυφλὴ ἀναγκαιότητα τῶν φυσικῶν καθορισμῶν καὶ τὴν ἐλευθερία στὸν πολιτισμό, ἐνῶ ἡ ἐλευθερία πάλι κατὰ λάθος συγχέεται μὲ τὸν πραγματικὰ ἀνοιχτὸ καὶ εὔπλαστο χαρακτήρα τοῦ πολιτισμοῦ ἢ παράγεται ἀπὸ αὐτόν. Ἀλλὰ αὐτὰ εἶναι δύο ἐντελῶς διαφορετικὰ πράγματα.
Στὸ ἀνθρώπινο ἐπίπεδο συντελεῖται μὲ τὴ μεσολάβηση τοῦ «πνεύματος» καὶ τῶν συμβολικῶν μηχανισμῶν του μιὰ μεταμόρφωση τοῦ βιολογικοῦ μεγέθους «αὐτοσυντήρηση» σὲ ἰδεατὰ μεγέθη, ὁπότε τὸ ζήτημα τῆς αὐτοσυντήρησης καὶ τὸ ὑπὸ τὴν εὐρύτερη ἔννοια νοούμενο ζήτημα τῆς ἰσχύος ἢ ἐξουσίας μεταμορφώνεται σὲ ἕνα πρόβλημα ταυτότητας, τὸ ὁποῖο τουλάχιστον στὸν ἕνα πόλο τοῦ φάσματος τῆς κοινωνικῆς σχέσης μπορεῖ νὰ λυθεῖ ἀκόμη καὶ σὲ βάρος τῆς βιολογικῆς αὐτοσυντήρησης. Ὅποιος θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ ἕνα ἄλλο (ἀτομικὸ ἢ συλλογικό) ὑποκείμενο ἢ γιὰ μιὰ «ὑπόθεση» θεωρεῖ τὴν αὐτοσυντήρησηη ὑπό τὴν ἔννοια τῆς διαφύλαξης τῆς ταυτότητάς του (ὅπως τὴν ὁρίζει ὁ ἴδιος) πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ τὴν αὐτοσυντήρηση ὑπὸ τὴ βιολογικὴ ἔννοια.
Ὁ ἀνοιχτὸς καὶ εὔπλαστος χαρακτήρας τοῦ πολιτισμοῦ, ποὺ φαίνεται ἀπὸ τὴν παράλληλη ὕπαρξη ἢ διαδοχὴ περισσότερων πολιτισμῶν, δὲν υφίσταται πέρα ἀπὸ τοὺς αἰτιώδεις καθορισμοὺς στὴ φύση καὶ τὴν ἱστορία, καὶ θὰ ἦταν σκέτος παραλογισμὸς νὰ τὸν ἑρμηνεύσουμε ὡς ὑπέρβασή τους. Ἐξίσου παράλογο θὰ ἦταν νὰ θέλουμε νὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν ἐλευθερία ποὺ δῆθεν χάρισε στὸν ἄνθρωπο ὁ πολιτισμὸς ὡς κάτι ἠθικὸ-κανονιστικό, ἀφοῦ ὅλα ὅσα συνήθως ἀποκαλοῦνται «ἀπάνθρωπα» ἢ ἀποδίδονται στὴν «τυφλὴ» ἢ «κτηνώδη φύση» ἔχουν γίνει στὴ μέχρι τώρα ἱστορία μέσα στὸν πολιτισμὸ καὶ μὲ τὰ μέσα τοῦ πολιτισμοῦ· λόγου χάρη τὰ στρατόπεδα συγκέντρωσης εἶναι καθαρὰ ἔργο τοῦ πολιτισμοῦ, δηλαδὴ κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει κανένα ἀπολύτως παράδειγμα στὴ φύση.
Ὁ πολιτισμὸς μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ κανονιστικὰ φορτισμένη ἔννοια μόνο στὴ γλώσσα τῆς ἠθικῆς, ὄχι σὲ αὐτὴν τὴς κοινωνικῆς ὀντολογίας. Λογικὰ καὶ ἀντικειμενικὰ θὰ μποροῦσε νὰ ἑρμηνευθεῖ ὡς κριτήριο γιὰ τὴν ἠθικὴ καὶ ὀντικὴ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου μόνον ἂν ἤδη ἡ γένεσή του ἀναγόταν σὲ μιὰ ἐλεύθερη ἀπόφαση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ ἂν ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀρχὴ τῆς ἱστορίας του εἶχε σταθεῖ ὅπως ὁ μυθικὸς Ἡρακλῆς σὲ ἕνα σταυροδρόμι καὶ μετὰ ἀπὸ ὥριμη σκέψη εἶχε ἀφήσει κατὰ μέρος ἄλλες δυνατότητες γιὰ νὰ πάρει τὸν δρόμο τοῦ πολιτισμοῦ. Δὲν εἶχε ὅμως ἄλλες δυνατότητες ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴν τῆς ἐξαφάνισης τοῦ εἴδους. Ἡ πρόταση ὅτι φύση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ πολιτισμὸς σημαίνει κατὰ βάθος ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὑπὸ τὴν πίεση τῆς φύσης (του) ἔπρεπε νὰ γίνει πολιτισμένο ὂν καὶ ὅτι ἔτσι ἡ φωνὴ τῆς φύσης (του) μπορεῖ νὰ ἀκούγεται ἀκόμη σὲ ὅλους τοὺς τόνους καὶ τὶς ἀποχρώσεις της. Δὲν ἔχει τὴν ἐλευθερία νὰ μεταχειρίζεται τὸν πολιτισμὸ ἐπιλεκτικά, ὅπως δὲν ἦταν καὶ στοὺς ἀρχέγονους χρόνους ἐλεύθερος νὰ διατηρήσει μιὰ φύση πρὶν ἀπὸ τὸν πολιτισμὸ ἢ ὅπως καὶ τώρα νὰ ἀκυρώσει τὸν πολιτισμό.
Στὸ ἀνθρώπινο ἐπίπεδο συντελεῖται μὲ τὴ μεσολάβηση τοῦ «πνεύματος» καὶ τῶν συμβολικῶν μηχανισμῶν του μιὰ μεταμόρφωση τοῦ βιολογικοῦ μεγέθους «αὐτοσυντήρηση» σὲ ἰδεατὰ μεγέθη, ὁπότε τὸ ζήτημα τῆς αὐτοσυντήρησης καὶ τὸ ὑπὸ τὴν εὐρύτερη ἔννοια νοούμενο ζήτημα τῆς ἰσχύος ἢ ἐξουσίας μεταμορφώνεται σὲ ἕνα πρόβλημα ταυτότητας, τὸ ὁποῖο τουλάχιστον στὸν ἕνα πόλο τοῦ φάσματος τῆς κοινωνικῆς σχέσης μπορεῖ νὰ λυθεῖ ἀκόμη καὶ σὲ βάρος τῆς βιολογικῆς αὐτοσυντήρησης. Ὅποιος θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ ἕνα ἄλλο (ἀτομικὸ ἢ συλλογικό) ὑποκείμενο ἢ γιὰ μιὰ «ὑπόθεση» θεωρεῖ τὴν αὐτοσυντήρησηη ὑπό τὴν ἔννοια τῆς διαφύλαξης τῆς ταυτότητάς του (ὅπως τὴν ὁρίζει ὁ ἴδιος) πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ τὴν αὐτοσυντήρηση ὑπὸ τὴ βιολογικὴ ἔννοια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου