Αφορμή γι' αυτό το άρθρο, αποτέλεσε η αύξηση της βίας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια από ανήλικους, διαπιστώνοντας καθημερινά επεισόδια παραβατικής συμπεριφοράς, που δημοσιεύονται στον ημερήσιο τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ελπίδα μας είναι να εντοπίσουμε τις παθογένειες, να ευαισθητοποιήσουμε τις οικογένειες και την κοινωνία, προκειμένου να ανταποκριθούν στο θεσμικό τους ρόλο, στην κατεύθυνση της εξάλειψης ή βελτίωσης του φαινομένου.
Η δράση των ανήλικων δραστών, εστιάζεται στις μικροκλοπές, τις παραβάσεις νομοθεσίας για τα ναρκωτικά (διακίνηση), τις ληστείες με «λεία» το χαρτζιλίκι ενός εφήβου ή το κινητό του τηλέφωνο και φυσικά το bullying. Με τον όρο σχολικός εκφοβισμός (bullying), εννοείται η επαναλαμβανόμενη και εσκεμμένη χρήση βίας μεταξύ μαθητών ή παιδιών παρόμοιας ηλικίας, με σκοπό την πρόκληση πόνου και αναστάτωσης. Αποτελεί μία κατάχρηση εξουσίας και εμπεριέχει ανισότητα στη σωματική δύναμη ή αντιληπτή ικανότητα ενός παιδιού. Ωστόσο, ο σχολικός εκφοβισμός δεν θα πρέπει να συγχέεται με τις περιπτώσεις όπου τα παιδιά κάνουν αστεία μεταξύ τους διασκεδάζοντας και οι δύο αληθινά.
Την ίδια στιγμή που τα αγόρια μπορεί να εκφοβίσουν άλλους χρησιμοποιώντας τη δύναμή τους, τα κορίτσια χρησιμοποιούν πιο περίτεχνες επιθετικές τακτικές, όπως είναι η απομάκρυνση, το κουτσομπολιό, η έμμεση εκδίκηση, για να εκφοβίσουν άλλα κορίτσια μέσα από τον κοινωνικό αποκλεισμό. Το bullying είναι μέρος του σχολείου και του εργασιακού χώρου από παλιά. Τα τελευταία χρόνια η τεχνολογία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δημιούργησαν ένα νέο χώρο για bullying, όπου επεκτάθηκε το εύρος του.
Άλλες επιθέσεις έχουν οπαδικά κίνητρα, κάποιες άλλες για τα «μάτια» μιας κοπέλας και σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις βιασμοί και ανθρωποκτονίες. Από έρευνες διαπιστώνεται ότι, οι έφηβοι που εμφανίζουν παραβατική συμπεριφορά, προέρχονται από ολόκληρο το φάσμα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και όχι μόνο από τις λεγόμενες «προβληματικές ή δυσλειτουργικές» οικογένειες, δηλαδή από παιδιά που ζουν με γονείς που κάνουν χρήση ουσιών ή αλκοόλ ή έχουν απασχολήσει για διάφορα αδικήματα.
Αυτό που μας προβληματίζει περισσότερο, είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της μορφής παραβατικότητας, καθώς, πολλές φορές δίνει την αίσθηση ότι, οι ανήλικοι που εμφανίζουν τέτοιες συμπεριφορές δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς τους, μοιάζει να μην έχουν συναίσθηση των πράξεών τους. Οι ανήλικοι βέβαια, που οδηγούνται στις αστυνομικές υπηρεσίες, μετά από κάποιο περιστατικό, δείχνουν ένα άλλο πρόσωπο. Εκεί πλέον, συνειδητοποιούν τι έχουν κάνει και «σπάνε».
«Μετά τη σύλληψή του δεν έδειξε ούτε ίχνος μεταμέλειας και έδειχνε σαν να μην έχει καμία ενσυναίσθηση για την πράξη του και συμπεριφερόταν σαν το όλο συμβάν να μην έχει σχέση με τον ίδιο», αναφέρει το αστυνομικό ρεπορτάζ. Γειτόνισσα που γνώριζε τον νεαρό από την ημέρα που γεννήθηκε, είπε ότι: «ήταν ένα παιδί σχετικά απρόσιτο από τα άλλα παιδιά».
Κατά την ταπεινή μου άποψη τα περισσότερα προβλήματα σχετίζονται με την οικογένεια. Βέβαια, ο κοινωνικός περίγυρος, το σχολείο και το περιβάλλον των ομιλήκων, θα συμβάλλουν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας ενός παιδιού και σίγουρα έχουν μερίδιο ευθύνης, όμως, όταν το παιδί χτίσει γερά θεμέλια μέσα στην οικογένεια, θα είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγει, κι αν αυτό συμβεί θα μπορέσει να επανέλθει και να επουλώσει τα τραύματα και τις αστοχίες του, μέσα από το προστατευτικό κουκούλι της οικογένειας.
Εκτιμώ ότι, το «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα!», είναι η πεμπτουσία των επί μέρους συνιστωσών, που οδηγούν στην καρδιά του προβλήματος. Αν και το νόημά της σε κοινωνικό και θρησκευτικό επίπεδο αφορά στις «κακές πράξεις» (κλοπή, αδικία, φόνος κλπ.), για μένα αποκτά εντελώς διαφορετική διάσταση και σημαίνει το πέρασμα των δυσλειτουργικών μοτίβων επικοινωνίας και «σχετίζεσθαι» από τους γονείς στα παιδιά. Το θέμα είναι κατά πόσο μας επηρεάζουν τα βιώματα των γονιών μας και πώς εμείς με τη σειρά μας τα περνάμε στις σχέσεις μας, χωρίς φυσικά να το αντιλαμβανόμαστε.
Οι γονείς, με απλές καθημερινές εκφράσεις και ασήμαντες γι’ αυτούς πράξεις, κάνουν τα παιδιά πολλές φορές να νιώθουν άσχημα ή περνούν σ΄ αυτά λάθος στερεότυπα, σεξιστικά ή ρατσιστικά. Όλα αυτά, φυσικά, δε γίνονται συνειδητά ούτε σκόπιμα, αλλά μέσω μικρών κι επαναλαμβανόμενων στάσεών τους, που τα παιδιά παρατηρούν και ενσωματώνουν στη συμπεριφορά τους από την πρώιμη παιδική ηλικία. Επομένως είναι απόλυτα λογικό οι γονείς, να περνάνε ασυνείδητα στα παιδιά τους πράγματα και ψυχικά τραύματα. Είναι τα πρώτα άτομα που τα παιδιά έρχονται σε επαφή από την αρχή της ζωής τους και τα πρώτα άτομα που μιμούνται.
Ο ρόλος του γονιού είναι μοναδικός, ίσως ο πιο σημαντικός ρόλος που αναλαμβάνει κάποιος. Ένας ρόλος ωστόσο με προκλήσεις και απαιτήσεις, καθώς η ανατροφή του παιδιού χρειάζεται εκτός από το ένστικτο και γνώσεις. Σύμφωνα με την UNESCO, οι γονείς είναι παιδαγωγοί αναντικατάστατοι, οι βασικοί υπεύθυνοι για την ανατροφή του παιδιού τους. Την ίδια ώρα όμως, οι γονείς είναι εντελώς απροετοίμαστοι για τον πολύ υπεύθυνο ρόλο τους και μάλιστα στη σημερινή εποχή που βάλλονται από υπερπληροφόρηση και παραπληροφόρηση και από την άλλη, ο θεσμός της οικογένειας αλλάζει και μετασχηματίζεται με γοργούς ρυθμούς. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν υπάρχει manual στο πώς να γίνεις ο τέλειος γονιός ή πώς να συμπεριφερθείς στο παιδί σου.
Λένε ότι, το καλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει ένας πατέρας στο παιδί του, είναι να είναι καλός με τη γυναίκα του. Με τη μητέρα του παιδιού του. Να την αγαπάει και να της το δείχνει. Μέσα από αυτό θα πάρει το καλύτερο και το παιδί. Η συζυγική δυσαρμονία δημιουργεί πολλά προβλήματα στα παιδιά, τόσο στην παιδική και εφηβική ηλικία αλλά και αργότερα, στην ενήλικη ζωή, με καταστροφικές πρακτικές συνέπειες στην ψυχική τους υγεία. Και δυστυχώς το 85% των ζευγαριών βιώνει συζυγική δυσαρμονία. Άρα μιλάμε για κάτι όχι και τόσο εύκολο όσο το διατυπώνω!
Συχνά οι γονείς σαστίζουν μπροστά σε όλον αυτόν τον καταιγισμό των νέων οικογενειακών και κοινωνικών δεδομένων: αύξηση του αριθμού των διαζυγίων, σεξουαλική απελευθέρωση, αύξηση των γεννήσεων από ελεύθερες γυναίκες και μάλιστα εφήβους, νεανική παραβατικότητα, πρόσβαση των γυναικών στην εργασία και αύξηση της οικονομικής ανεξαρτησίας της γυναίκας. Όλα αυτά τα δρώμενα συχνά αποδυναμώνουν τους γονείς στο έργο της ανατροφής των παιδιών τους και τους φέρνουν αντιμέτωπους με αδιέξοδα και δυσεπίλυτα προβλήματα.
Αγάπη, επιβράβευση, κανόνες και επικοινωνία: πάνω σ’ αυτόν τον βατήρα στέκεται το παιδί για να κάνει το άλμα του στη ζωή. Για να βαδίσει, καταρχάς, τον δρόμο της αυτοεξάρτησης και, στη συνέχεια, τον δρόμο της συνάντησης με τους άλλους… Και αυτό ακριβώς είναι η κύρια ευθύνη των γονιών!
Πολλοί γονείς όμως, στο κυνήγι της επιτυχίας και της δικής τους αυτοπραγμάτωσης, δεν ασχολούνται με τα παιδιά τους, με αποτέλεσμα να τα παραμελούν συναισθηματικά, κάτι που θα έχει συνέπειες στην ενήλικη ζωή τους. Αναπληρώνουν την αγάπη τους με υποκατάστατα, όπως είναι τα χρήματα και τα ακριβά δώρα, αλλά φαίνεται ότι δεν καλύπτουν όλη την έκταση της ζημιάς. Για να δώσει όμως ο γονιός αγάπη, πρέπει να είναι και να νιώθει ο ίδιος καλά. Αν δεν είναι μέσα του ο ίδιος καλά, δεν μπορεί να δώσει τίποτα, ούτε καν στο ίδιο του το παιδί.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι γονείς δεν αφιερώνουν προσωπικό χρόνο στα παιδιά τους και δεν τους δίνουν ενθάρρυνση που θα τα κάνει να σταθούν στα πόδια τους, χωρίς να χρειαστούν τα δεκανίκια των ναρκωτικών και των άλλων καταστροφικών συμπεριφορών, για να παλέψουν τη ζωή τους. Η απουσία διαλόγου για ζητήματα που απασχολούν τους νέους είναι επίσης σημαντική παράμετρος, αλλά οι γονείς δυστυχώς, στο πλαίσιο της τυπικής πυρηνικής οικογένειας, δεν έχουν υπομονή να εξηγήσουν στο παιδί και απλά επιβάλλουν, από θέση ισχύος, τη θέλησή τους.
Ένα παιδί που δεν το αποδέχθηκαν, τρέχει για μια ζωή προκειμένου να φτάσει κάπου. Έχει ανάγκη από γονείς που αποδέχονται ότι το παιδί τους δεν είναι τέλειο, ότι δεν είναι ίσως αυτό που ονειρεύτηκαν, ότι δεν είναι αυτό που θα ήθελαν να είναι! Παιδική κακοποίηση δεν είναι μόνο ό,τι αγγίζει τη σφαίρα του ακραίου, αλλά και οι τιμωρίες, οι επικρίσεις, οι υποτιμήσεις, οι ετικέτες, οι συγκρίσεις, οι απαιτήσεις, οι απειλές, η αδιαφορία, η απόρριψη, η απαξίωση, η ειρωνεία, τα λόγια που πονάνε, η αγάπη υπό όρους («Σ’ αγαπώ/ Είσαι καλός/ή, αν κάνεις αυτό που λέω/θέλω εγώ»), η γονεϊκή αποξένωση!
Η αυξημένη βία των ανηλίκων που παρατηρείται στις μέρες μας, έρχεται πάντα να καλύψει παιδικά τραύματα. Για να μην βιωθεί η οδύνη της συναισθηματικής παραμέλησης το παιδί καταφεύγει σε επιθετικότητα. Σε άλλες περιπτώσεις η οργή στρέφεται στον εαυτό τους, γίνεται κατάθλιψη, ή διαφόρων ειδών εθισμοί, όπως είναι το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, ο τζόγος, τα επικίνδυνα σπορ και τελευταία η εξάρτηση από το διαδίκτυο. Όταν σαν παιδί δεν παίρνω αγάπη, όταν δεν σέβονται τις ανάγκες μου και δεν μου επιτρέπουν να είμαι ο εαυτός μου, ψάχνω να βρω γονεϊκά υποκατάστατα για να πάρω πίσω την αγάπη που μου στερούν. Μια ακραία ιδεολογία γίνεται η καταφυγή μου. Μέσα από αυτήν μπορώ να εκδραματίζω όλη την κρυμμένη παιδική οργή μου. Επειδή δεν το συνειδητοποιώ, δεν μπορώ να το αλλάξω. Κάνω συναισθηματικές μεταθέσεις σε αντιπάλους, σε βάρος ομιλήκων, σε συμμαθητές και μετανάστες. Κι όλα αυτά με πολύ μίσος γιατί είναι απωθημένο.
Κάποτε πρέπει να καταλάβουμε, ότι η ανθρώπινη βαναυσότητα δεν είναι έμφυτη αλλά παράγεται και διδάσκεται στην παιδική ηλικία. Η πρώτη εντολή θα έπρεπε να ορίζει: Τίμα τα παιδιά σου ώστε να μη χρειάζεται να κτίσουν μέσα τους τοίχους προστασίας απέναντι στον παιδικό πόνο και να αμύνονται αργότερα απέναντι σε φανταστικούς εχθρούς με φρικτά όπλα που μπορούν να καταστρέψουν τον κόσμο. Οι νέοι που επιτίθενται σε συμμαθητές τους με σωματική βία ή φθάνουν ακόμα και στο φόνο, δεν το κάνουν γιατί κάποτε τους κακόμαθαν από υπερβολική αγάπη, αλλά γιατί μεγάλωσαν σε συνθήκες φυσικής ή συναισθηματικής εγκατάλειψης ή κακοποιήθηκαν χωρίς να έχουν περιθώριο αντίδρασης!
Το κακό που έγινε, είναι πολύ δύσκολο να καλυφθεί. Οι γονείς είναι αυτοί που είναι, δεν συνειδητοποιούν την δυσλειτουργία και είναι πολύ δύσκολο να αλλάξουν. Οι σχολές γονέων που λειτουργούν στην πατρίδα μας, είναι μια κάποια εμβαλωματική λύση, αλλά εκτιμώ, δεν μπορούμε να περιμένουμε και πολλά από γονείς που τρέχουν να προλάβουν. Η Πολιτεία όμως μέσα από το σχολείο έχει την κύρια ευθύνη και οφείλει να επενδύσει στο μέλλον, με το να χτίσει τις νέες γενιές γονέων, δίνοντας στα παιδιά τα κατάλληλα ερεθίσματα. Μπορεί ίσως να προσθέσει, αφαιρώντας λιγότερο χρήσιμα πράγματα, μαθήματα ψυχολογίας και μαθήματα γονέων, που θα τα προσαρμόσει στις ανάγκες των παιδιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου