Από την άποψη της φυσικής πραγματικότητας ζωντανός άνθρωπος σημαίνει ταυτόχρονα και πεθαμένος. Αφού μια μέρα θα πεθάνει, φέρνει από τώρα που ζει δυνάμει μέσα του αυτή την κατάσταση της ανυπαρξίας του.
Η Ελληνική τέχνη είναι το γέννημα του αδυσώπητου αλλά και του εξαίσιου κόπου να μετουσιώσει το βάρος του κόσμου σε ελαφράδα ζωής. Η θλίψη που γέννησε στον Έλληνα η γνωριμία του με το κακό του κόσμου, με το malum physicum καθώς το λεν, παραχώρησε τη θέση της σε μία πικρή αποδοχή, σε μία συναίνεση ανάγκης με τις σκληρές δομές της φύσης. Και το πράγμα έγινε μ’ έναν τρόπο, ώστε την εγγενή συφορά του ανθρώπου να μην τη νοθέψει η δειλία και ο δόλος. Να μην κουκουλωθεί το κακό δηλαδή με την αυταπάτη και το ψέμα.
Η τέχνη των Ελλήνων είναι η αποτύπωση της συμπεριφοράς τους να ξεπεράσουν τον πόνο που τους έδινε η γνώση τους για τον κόσμο και για τη θέση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο. Εάν οι Έλληνες δεν έβρισκαν διέξοδο στην τέχνη τους, θα ̓παιρναν τα βουνά και τα όρη. Κάτω από κάθε δέντρο θα μας άφηναν και από μια αγχόνη.
Με την τέχνη οι Έλληνες το βαθύ τους πόνο και την τιμιότητα να μην τον ψευτίσουν τα έκαμαν τραγούδι. Έτσι γεννήθηκε η ραψωδία του αοιδού, η λύρα και ο χορός του Αλκαίου και του Αλκμάνα, η διδασκαλία στα θέατρα, ο δωρικός κίονας, το αέτωμα του ναού, το άγαλμα του γλύπτη, το επιτύμβιο επίγραμμα, το πλατωνικό φιλοσόφημα.
Γνωρίζουμε πως την τραγωδία των Ελλήνων τη γέννησε το δράμα της ζωής του Διονύσου. Και ο θεός Διόνυσος εικόνιζε μυθικά την πορεία της φύσης από το γέννημό στη χαρά της αύξησης, στην οδύνη του θανάτου, στην ταφή του σπόρου, και στον ξαναγεννημό. Την ώρα που πεθαίνει ο παππούς έχει κιόλας γεννηθεί το εγγόνι του.
Όσο ο άνθρωπος θα ζει σε τούτο το γαλαζοπράσινο πλανήτη, και όσο η πολιτική του συνείδηση θα αναζητεί το τέλειο πολίτευμα για να συμβιώνει ειρηνικά και δίκαια στις κοινωνίες του, πάντα θα σημαδεύει σα στόχο τη δημοκρατία του Σόλωνα. Θα γυρίζει προς το κέντρο της, όπως η πυξίδα γυρίζει προς το βοριά.
Μ’ ενδιαφέρει λιγότερο, δηλαδή, αν ο τάδε πολίτης είναι πιο ακουστός από μένα, απ’ όσο μ’ ενδιαφέρει να με κοιτάξει ευφρόσυνα ένα κορίτσι μέσα στους μπαχτσέδες, ή να κοιτάξω λυπημένα ένα άστρο που βασιλεύει και να συλλογιστώ ότι έτσι ταχιά θα βασιλέψω κι εγώ.
Δίκη θα ειπεί να μη χαρίζεσαι ποτέ στον εαυτό σου μπροστά στο άδικο, στο ψέμα, στην αδυναμία, σ’ αυτό που το νομίζεις συμφέρο σου. Και όλες σου τις επιθυμίες να τις αφήνεις να ευδοκιμήσουν και να αυξηθούν όσο και το μπόι σου. Ούτε χιλιοστό περισσότερο.
Δ. Λιαντίνη, Τα Ελληνικά
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου