Ποια η ακριβής θέση της έδρας της επικράτειάς του;
Προσπάθεια προσέγγισης και επίλυσης του θέματος
Αναγκαία προλογική διασάφηση-παραδοχή
Στο περιθώριο της ανά χείρας σύντομης, πλην, περιεκτικής εργασίας, της οποίας σκοπός και επιδίωξη είναι η παύση και διάλυση της αοριστίας και της συγχύσεως εν σχέσει με την περιοχή και την έδρα της επικράτειας του υπάτου των ομηρικών ηρώων και ο εντοπισμός τους κατόπιν συνοπτικής αλλά εμπεριστατωμένης μελέτης ολίγων αποσπασμάτων των ομηρικών, κυρίως, επών, στο περιθώριο, επαναλαμβάνω, της εργασίας αυτής προκύπτει, μεταξύ των άλλων, και τούτο το βασικό στοιχείο: Όντως η Τρωική εκστρατεία την αυγή, την ανατολή του 12ου π.Χ. αιώνος είχε στόχο τη διάνοιξη εμπορικού δρόμου προς την Προποντίδα και τον Εύξεινο πόντο, την οποία παλαιότερα οι Αργοναύτες δεν είχαν κατορθώσει, και φυσικά προς τη δυτική Μικρά Ασία, περιοχή την οποία ήλεγχαν, περιφρουρούσαν και υπερασπίζονταν οι Τρώες.
Ο Αχιλλεύς σε κανένα από τα προσκομιζόμενα και αναλυόμενα αποσπάσματα δεν αναφέρεται στην κλοπή της Ελένης, την απόσπασή της από την Τροία και τη μεταφορά της στη Σπάρτη. Απεναντίας, ομολογεί ότι δε διεκδικεί τίποτε από τον πλούτο των Τρώων, διότι η Φθία είναι αυτάρκης. Συνεπώς τα κίνητρα αναλήψεως της εκστρατείας και διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων ήταν αμιγώς οικονομικά:
Ο Αχιλλεύς σε κανένα από τα προσκομιζόμενα και αναλυόμενα αποσπάσματα δεν αναφέρεται στην κλοπή της Ελένης, την απόσπασή της από την Τροία και τη μεταφορά της στη Σπάρτη. Απεναντίας, ομολογεί ότι δε διεκδικεί τίποτε από τον πλούτο των Τρώων, διότι η Φθία είναι αυτάρκης. Συνεπώς τα κίνητρα αναλήψεως της εκστρατείας και διεξαγωγής πολεμικών επιχειρήσεων ήταν αμιγώς οικονομικά:
Απόσπασμα 1: «Εγώ δεν ήλθα εδώ, για να πολεμήσω τους μαχητές (πολεμιστές) Τρώες, γιατί δε με αδικούν σε τίποτε, αφού ποτέ ως τώρα δεν άρπαξαν τα βόδια μου ούτε τα άλογά μου ούτε κατέστρεψαν ποτέ τον καρπό στη γόνιμη και πολυάνθρωπη Φθία…».
Απόσπασμα 5: «… Έχω εκεί πολλά πλούτη που, για τη δυστυχία μου, άφησα και ήλθα εδώ…». «Ηλίου φαεινότερον» ότι ο λόγος της εκστρατείας ήταν οικονομικός, ότι αυτός ήταν η αιτία του Τρωικού πολέμου.
Η άποψη αυτή, την οποία ενισχύει καταλυτικά ο λόγος του αρχηγού των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων, έχει ήδη επικρατήσει. Άπαντες, Έλληνες και ξένοι ομηριστές, μελετητές του Ομήρου, αποδέχονται ότι τα κίνητρα εκείνων των εχθροπραξιών ήταν οικονομικά και ότι με την πάροδο των αιώνων, από το 1184 έως το 780 περίπου π.Χ., όταν έγραφε ο Όμηρος, -ήδη είχαν μεσολαβήσει τέσσερις αιώνες- «το ηρωικό εκείνο παρελθόν είχε «τυλιχθεί στην ομίχλη» των μύθων, το πραγματικό «μπολιάστηκε» σιγά – σιγά με το φανταστικό». Το σημαντικό είναι ότι οι Έλληνες – καλύτερα: τα τότε Ελληνικά φύλα- έχοντας συνείδηση της κοινής καταγωγής τους και των συνεκτικών δεσμών τους συσπειρώθηκαν ομόθυμα για ένα κοινό σκοπό.
Α. Ποια ήταν η ακριβής περιοχή της επικράτειας του Αχιλλέως, της Φθίας;
1. Η σχετική έρευνα. Το ζήτημα προσδιορισμού της ακριβούς περιοχής της επικράτειας και της έδρας του Αχιλλέως, αρχηγού των Μυρμιδόνων ή Ελλήνων ή Αχαιών, όπως λέγονται στην Ιλιάδα (απόσπασμα 4), είναι παλαιό.
Οι βασικοί λόγοι, κατά τη γνώμη μου, μή επιλύσεως του θέματος αυτού διά της υποδείξεως κοινώς αποδεκτής προτάσεως είναι οι εξής: α)Υποτιμήθηκε και αγνοήθηκε η πρώτη και μοναδική πηγή, ο «θείος» Όμηρος. β) Αξιοποιήθηκε η μεταγενέστερη του Ομήρου, η μεταομηρική Γραμματεία αναμεμειγμένη με μυθολογικά στοιχεία που οδήγησε σε εσφαλμένους εντοπισμούς, γ) Παρερμηνεύθηκαν τα ολίγα μεταομηρικά στοιχεία για λόγους καθαρά τοπικιστικούς. Η παρερμηνεία αυτή είχε βαθύτατες αλλοιωτικές, παραμορφωτικές συνέπειες στο όλο θέμα. δ) Θεωρήθηκε, εσφαλμένα, ότι τα ομηρικά στοιχεία πρός προσδιορισμό της επικράτειας και της έδρας ήταν ανεπαρκή, ε) Αγνοήθηκαν τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης επί της Όθρυος και οι τοποθετήσεις κορυφαίων αρχαιολόγων, σκαπανέων, ανασκαφέων.
Ως εκ τούτου έχουν διατυπωθεί πολλές συγκλίνουσες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες, τόσο στα σχολικά βιβλία όσο και στις εξωσχολικές εκδόσεις, βιβλία ή χάρτες, ορίζεται γενικώς και αορίστως, δηλαδή χωρίς συγκεκριμένους σύγχρονους τοπικούς προσδιορισμούς, περιοχή της Θεσσαλίας
Λόγου χάριν η Φθία, η πατρίδα του Αχιλλέως, την οποία ο ίδιος συχνά μνημονεύει, στο σχολικό βιβλίο της Β΄ Λυκείου «Η Ιλιάδα του Ομήρου», εκλογές, 1979, σελ. 41 σχολιάζεται ως εξής: «Έτσι λέγεται η χώρα και η πόλη των Μυρμιδόνων στη Θεσσαλία, όπου βασίλευε ο πατέρας του Αχιλλέα, Πηλέας» και σε άλλο σχολικό βιβλίο της Β΄ Γυμνασίου «Ομηρικά έπη: Ιλιάδα», 2008, σελ. 26 «Η Φθία μαζί με την Ελλάδα είναι μία περιοχή στη Θεσσαλία...» Αλλά και σε άλλες εκδόσεις παρατηρούμε ανάλογα, πράγμα που σημαίνει ότι ο ένας αντιγράφει αβασάνιστα και ανεξέλεγκτα τον άλλο.
Περισσότερο εύστοχα η Ελένη Κακριδή, γνωστή στους εκπαιδευτικούς κύκλους μελετήτρια του Ομήρου, στο απευθυνόμενο στους διδάσκοντες σχολικό βιβλίο «Η διδασκαλία των ομηρικών επών», 1988, σελ. 86 ορίζει, τοποθετεί τη Φθία Β, ΒΔ, ΒΑ της Λαμίας, πάντως εντός των ορίων της σύγχρονης Φθιώτιδος, ενώ ο καθηγητής Παύλος Καρολίδης, «Ιστορικός Άτλας», 1930, στα σύγχρονα όρια μεταξύ Φθιώτιδος και Θεσσαλίας, όπου το Νέο Μοναστήρι.
Τέλος η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, στον Α΄ τόμο, γράφει: «...του Πηλέως, του οποίου το κράτος είχε ως πυρήνα την Αχαΐα Φθιώτιδα, εκτεινόταν όμως και προς την ανατολική πεδιάδα της Θεσσαλίας και προς την κοιλάδα του Σπερχειού...». (Συμμερίζομαι την άποψη αυτή εν μέρει, επειδή ασαφώς οριοθετείται η Αχαΐα Φθιώτις).
Η διαφορά έγκειται στο σημείο, ότι εκεί τοποθετείται άνευ αποδείξεως, ενώ στην ανά χείρας εργασία αποδεικνύεται επί τη βάσει συγκεκριμένων ομηρικών δεδομένων. Εξ άλλου αυτός είναι ο νεωτερισμός της παρούσης εργασίας, η προσπάθεια εντοπισμού της επικράτειας και της έδρας της επί τη βάσει των υφιστάμενων ομηρικών στοιχείων.
Εν πάση περιπτώσει η Φθία πρέπει να αναζητηθεί στη Φθία, στη Φθιώτιδα. Ούτε στη Θεσσαλία ούτε αλλού. Αυτές οι αυθαίρετες αναζητήσεις ανακαλούν στη μνήμη μου την επιμονή ορισμένων, Ευβοέων κυρίως, ερευνητών, να αναζητούν την αρχαία Κύμη… εκτός της σύγχρονης Κύμης.
Ακολούθως οφείλομε να προσδιορίσομε την έδρα του ηγεμονικού γένους των Μυρμιδόνων/Αχαιών/Ελλήνων με τη μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση και επιτυχία.
2. Η παρούσα προσπάθεια. Στην ανά χείρας συνοπτική εργασία επέλεξα μικρό αριθμό χαρακτηριστικών αποσπασμάτων της Ιλιάδος, οκτώ συνολικά, ικανών όμως να διαφωτίσουν επαρκώς το θέμα εντοπισμού τόσο του χώρου επικράτειας όσο και της έδρας της επικράτειας αυτής του Αχιλλέως, ώστε να παύσει να αναζητείται η Φθία, η Φθιώτιδα... στή Θεσσαλία (!) ή να διεκδικείται ή έδρα της με κριτήρια τοπικιστικά. Και είναι φυσικό κάθε πόλη ή κωμόπολη να θέλει να διεκδικεί την καταγωγή του υπάτου, του κορυφαίου ήρωος της πρώτης επιτυχούς εθνικής επιχειρήσεως διανοίξεως εμπορικού και αποικιακού δρόμου προς τη Μικρά Ασία, τον Ελλήσποντο, την Προποντίδα, τον Εύξεινο Πόντο.
Στη συνοπτική αυτή εργασία εφαρμόστηκαν αυστηρά επιστημονικές μέθοδοι προσδιορισμού της Επικράτειας και της Έδρας της: α) πλήρης, επιμελής και προσεκτική αξιοποίηση του φιλολογικού υλικού, εν προκειμένω των Ομηρικών αποσπασμάτων των σχετικών με τα ζητούμενα, β) αξιοποίηση της αρχαιολογικής σκαπάνης και της απόψεως των ειδικών, γ) αυτοψία, δ) χρήση λογικών μεθόδων, δηλαδή 1.«εικότων» (λογικών, πιθανών), 2. σημείων/ενδείξεων λόγω απουσίας αποδείξεων, 3. τεκμηρίων (συμπερασμάτων, πορισμάτων έρευνας), δηλαδή μεθόδων που πρώτος εφάρμοσε ο κορυφαίος ιστορικός, ο πατέρας της ιστορικής επιστήμης, Θουκυδίδης.
Πάντοτε τη λύση οριστική ή πιθανή την εγγυάται η επιμελής, σχολαστική και προσεκτική ανάλυση του αρχαίου κειμένου, της πηγής ή των πηγών και η αξιοποίηση των αρχαιολογικών ευρημάτων, του μόχθου εμπνευσμένων αρχαιολόγων. Ποτέ η μηχανική αναμάσηση συγκεκριμένης απόψεως ή το πέλαγος της βιβλιογραφίας.
Απόσπασμα 1
Ραψωδία Α, στίχοι 148 και 152-157
Τόν δ’ ἂρ ὑπόδρα ἰδών προσέφη πόδας ὠκύς Ἀχιλλεύς: «...οὐ γάρ ἐγώ Τρώων ἓνεκ’ ἢλυθον αἰχμητάων δεῦρο μαχησόμενος ἐπεί οὒτι μοι αἲτιοί εἰσιν. Οὐ γάρ πώποτ’ ἐμάς βοῦς ἢλασαν, οὐδέ μέν ἳππους, οὑδέ ποτ’ ἐν Φθίῃ ἐριβώλακι, βωτιανείρη, καρπόν ἐδηλήσαντ’ ἐπεί ή μάλα πολλά μεταξύ οὒρεά τε σκιόεντα θάλασσά τε ἠχήεσσα.
Λεξιλογικά σχόλια
Υπόδρα=με λοξό βλέμμα. [Επίρρημα (υπό+δρακ-, δέρκομαι, οξυδερκής, οξυδέρκεια)]
Ωκύς= ταχύς
Μαχησόμενος ένεκα Τρώων= με σκοπό να πολεμήσω τους Τρώες
αιχμητής= πολεμιστής [αιχμή]
ου τι = καθόλου
εισίν αίτιοι εμοί= με αδικούν
ελαύνω= αρπάζω
εριβώλαξ= γη που έχει μεγάλους βώλους από χώμα, γόνιμη [ερι-(επιτατικό μόριο, π.χ, ερίτιμος)+βώλαξ=βόλος, σβούλος]
Απόσπασμα 5: «… Έχω εκεί πολλά πλούτη που, για τη δυστυχία μου, άφησα και ήλθα εδώ…». «Ηλίου φαεινότερον» ότι ο λόγος της εκστρατείας ήταν οικονομικός, ότι αυτός ήταν η αιτία του Τρωικού πολέμου.
Η άποψη αυτή, την οποία ενισχύει καταλυτικά ο λόγος του αρχηγού των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων, έχει ήδη επικρατήσει. Άπαντες, Έλληνες και ξένοι ομηριστές, μελετητές του Ομήρου, αποδέχονται ότι τα κίνητρα εκείνων των εχθροπραξιών ήταν οικονομικά και ότι με την πάροδο των αιώνων, από το 1184 έως το 780 περίπου π.Χ., όταν έγραφε ο Όμηρος, -ήδη είχαν μεσολαβήσει τέσσερις αιώνες- «το ηρωικό εκείνο παρελθόν είχε «τυλιχθεί στην ομίχλη» των μύθων, το πραγματικό «μπολιάστηκε» σιγά – σιγά με το φανταστικό». Το σημαντικό είναι ότι οι Έλληνες – καλύτερα: τα τότε Ελληνικά φύλα- έχοντας συνείδηση της κοινής καταγωγής τους και των συνεκτικών δεσμών τους συσπειρώθηκαν ομόθυμα για ένα κοινό σκοπό.
Α. Ποια ήταν η ακριβής περιοχή της επικράτειας του Αχιλλέως, της Φθίας;
1. Η σχετική έρευνα. Το ζήτημα προσδιορισμού της ακριβούς περιοχής της επικράτειας και της έδρας του Αχιλλέως, αρχηγού των Μυρμιδόνων ή Ελλήνων ή Αχαιών, όπως λέγονται στην Ιλιάδα (απόσπασμα 4), είναι παλαιό.
Οι βασικοί λόγοι, κατά τη γνώμη μου, μή επιλύσεως του θέματος αυτού διά της υποδείξεως κοινώς αποδεκτής προτάσεως είναι οι εξής: α)Υποτιμήθηκε και αγνοήθηκε η πρώτη και μοναδική πηγή, ο «θείος» Όμηρος. β) Αξιοποιήθηκε η μεταγενέστερη του Ομήρου, η μεταομηρική Γραμματεία αναμεμειγμένη με μυθολογικά στοιχεία που οδήγησε σε εσφαλμένους εντοπισμούς, γ) Παρερμηνεύθηκαν τα ολίγα μεταομηρικά στοιχεία για λόγους καθαρά τοπικιστικούς. Η παρερμηνεία αυτή είχε βαθύτατες αλλοιωτικές, παραμορφωτικές συνέπειες στο όλο θέμα. δ) Θεωρήθηκε, εσφαλμένα, ότι τα ομηρικά στοιχεία πρός προσδιορισμό της επικράτειας και της έδρας ήταν ανεπαρκή, ε) Αγνοήθηκαν τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης επί της Όθρυος και οι τοποθετήσεις κορυφαίων αρχαιολόγων, σκαπανέων, ανασκαφέων.
Ως εκ τούτου έχουν διατυπωθεί πολλές συγκλίνουσες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες, τόσο στα σχολικά βιβλία όσο και στις εξωσχολικές εκδόσεις, βιβλία ή χάρτες, ορίζεται γενικώς και αορίστως, δηλαδή χωρίς συγκεκριμένους σύγχρονους τοπικούς προσδιορισμούς, περιοχή της Θεσσαλίας
Λόγου χάριν η Φθία, η πατρίδα του Αχιλλέως, την οποία ο ίδιος συχνά μνημονεύει, στο σχολικό βιβλίο της Β΄ Λυκείου «Η Ιλιάδα του Ομήρου», εκλογές, 1979, σελ. 41 σχολιάζεται ως εξής: «Έτσι λέγεται η χώρα και η πόλη των Μυρμιδόνων στη Θεσσαλία, όπου βασίλευε ο πατέρας του Αχιλλέα, Πηλέας» και σε άλλο σχολικό βιβλίο της Β΄ Γυμνασίου «Ομηρικά έπη: Ιλιάδα», 2008, σελ. 26 «Η Φθία μαζί με την Ελλάδα είναι μία περιοχή στη Θεσσαλία...» Αλλά και σε άλλες εκδόσεις παρατηρούμε ανάλογα, πράγμα που σημαίνει ότι ο ένας αντιγράφει αβασάνιστα και ανεξέλεγκτα τον άλλο.
Περισσότερο εύστοχα η Ελένη Κακριδή, γνωστή στους εκπαιδευτικούς κύκλους μελετήτρια του Ομήρου, στο απευθυνόμενο στους διδάσκοντες σχολικό βιβλίο «Η διδασκαλία των ομηρικών επών», 1988, σελ. 86 ορίζει, τοποθετεί τη Φθία Β, ΒΔ, ΒΑ της Λαμίας, πάντως εντός των ορίων της σύγχρονης Φθιώτιδος, ενώ ο καθηγητής Παύλος Καρολίδης, «Ιστορικός Άτλας», 1930, στα σύγχρονα όρια μεταξύ Φθιώτιδος και Θεσσαλίας, όπου το Νέο Μοναστήρι.
Τέλος η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, στον Α΄ τόμο, γράφει: «...του Πηλέως, του οποίου το κράτος είχε ως πυρήνα την Αχαΐα Φθιώτιδα, εκτεινόταν όμως και προς την ανατολική πεδιάδα της Θεσσαλίας και προς την κοιλάδα του Σπερχειού...». (Συμμερίζομαι την άποψη αυτή εν μέρει, επειδή ασαφώς οριοθετείται η Αχαΐα Φθιώτις).
Η διαφορά έγκειται στο σημείο, ότι εκεί τοποθετείται άνευ αποδείξεως, ενώ στην ανά χείρας εργασία αποδεικνύεται επί τη βάσει συγκεκριμένων ομηρικών δεδομένων. Εξ άλλου αυτός είναι ο νεωτερισμός της παρούσης εργασίας, η προσπάθεια εντοπισμού της επικράτειας και της έδρας της επί τη βάσει των υφιστάμενων ομηρικών στοιχείων.
Εν πάση περιπτώσει η Φθία πρέπει να αναζητηθεί στη Φθία, στη Φθιώτιδα. Ούτε στη Θεσσαλία ούτε αλλού. Αυτές οι αυθαίρετες αναζητήσεις ανακαλούν στη μνήμη μου την επιμονή ορισμένων, Ευβοέων κυρίως, ερευνητών, να αναζητούν την αρχαία Κύμη… εκτός της σύγχρονης Κύμης.
Ακολούθως οφείλομε να προσδιορίσομε την έδρα του ηγεμονικού γένους των Μυρμιδόνων/Αχαιών/Ελλήνων με τη μεγαλύτερη δυνατή προσέγγιση και επιτυχία.
2. Η παρούσα προσπάθεια. Στην ανά χείρας συνοπτική εργασία επέλεξα μικρό αριθμό χαρακτηριστικών αποσπασμάτων της Ιλιάδος, οκτώ συνολικά, ικανών όμως να διαφωτίσουν επαρκώς το θέμα εντοπισμού τόσο του χώρου επικράτειας όσο και της έδρας της επικράτειας αυτής του Αχιλλέως, ώστε να παύσει να αναζητείται η Φθία, η Φθιώτιδα... στή Θεσσαλία (!) ή να διεκδικείται ή έδρα της με κριτήρια τοπικιστικά. Και είναι φυσικό κάθε πόλη ή κωμόπολη να θέλει να διεκδικεί την καταγωγή του υπάτου, του κορυφαίου ήρωος της πρώτης επιτυχούς εθνικής επιχειρήσεως διανοίξεως εμπορικού και αποικιακού δρόμου προς τη Μικρά Ασία, τον Ελλήσποντο, την Προποντίδα, τον Εύξεινο Πόντο.
Στη συνοπτική αυτή εργασία εφαρμόστηκαν αυστηρά επιστημονικές μέθοδοι προσδιορισμού της Επικράτειας και της Έδρας της: α) πλήρης, επιμελής και προσεκτική αξιοποίηση του φιλολογικού υλικού, εν προκειμένω των Ομηρικών αποσπασμάτων των σχετικών με τα ζητούμενα, β) αξιοποίηση της αρχαιολογικής σκαπάνης και της απόψεως των ειδικών, γ) αυτοψία, δ) χρήση λογικών μεθόδων, δηλαδή 1.«εικότων» (λογικών, πιθανών), 2. σημείων/ενδείξεων λόγω απουσίας αποδείξεων, 3. τεκμηρίων (συμπερασμάτων, πορισμάτων έρευνας), δηλαδή μεθόδων που πρώτος εφάρμοσε ο κορυφαίος ιστορικός, ο πατέρας της ιστορικής επιστήμης, Θουκυδίδης.
Πάντοτε τη λύση οριστική ή πιθανή την εγγυάται η επιμελής, σχολαστική και προσεκτική ανάλυση του αρχαίου κειμένου, της πηγής ή των πηγών και η αξιοποίηση των αρχαιολογικών ευρημάτων, του μόχθου εμπνευσμένων αρχαιολόγων. Ποτέ η μηχανική αναμάσηση συγκεκριμένης απόψεως ή το πέλαγος της βιβλιογραφίας.
Απόσπασμα 1
Ραψωδία Α, στίχοι 148 και 152-157
Τόν δ’ ἂρ ὑπόδρα ἰδών προσέφη πόδας ὠκύς Ἀχιλλεύς: «...οὐ γάρ ἐγώ Τρώων ἓνεκ’ ἢλυθον αἰχμητάων δεῦρο μαχησόμενος ἐπεί οὒτι μοι αἲτιοί εἰσιν. Οὐ γάρ πώποτ’ ἐμάς βοῦς ἢλασαν, οὐδέ μέν ἳππους, οὑδέ ποτ’ ἐν Φθίῃ ἐριβώλακι, βωτιανείρη, καρπόν ἐδηλήσαντ’ ἐπεί ή μάλα πολλά μεταξύ οὒρεά τε σκιόεντα θάλασσά τε ἠχήεσσα.
Λεξιλογικά σχόλια
Υπόδρα=με λοξό βλέμμα. [Επίρρημα (υπό+δρακ-, δέρκομαι, οξυδερκής, οξυδέρκεια)]
Ωκύς= ταχύς
Μαχησόμενος ένεκα Τρώων= με σκοπό να πολεμήσω τους Τρώες
αιχμητής= πολεμιστής [αιχμή]
ου τι = καθόλου
εισίν αίτιοι εμοί= με αδικούν
ελαύνω= αρπάζω
εριβώλαξ= γη που έχει μεγάλους βώλους από χώμα, γόνιμη [ερι-(επιτατικό μόριο, π.χ, ερίτιμος)+βώλαξ=βόλος, σβούλος]
βωτιάνειρα= γη που τρέφει ανδρες, ήρωες [βόσκω, βώτωρ+ανήρ, ανδρός ,θεμα: βο-, βω-]
δηλέομαι= βλάπτω [δηλητήριο, λατιν. Deleo, αγγλ. Delete]
επεί ή= γιατί αλήθεια
ούρεα σκιόεντα=όρη, βουνά σκιερά,άγρια
θάλασσα ηχήεσσα=που ηχεί ακατάπαυστα, πολυτάραχη
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
(Τότε), αφού με λοξό άγριο βλέμμα κοίταξε τον (Αγαμέμνονα) ο ταχύς στα πόδια Αχιλλεύς, είπε: ... Εγώ δεν ήλθα εδώ με σκοπό να πολεμήσω τους πολεμιστές Τρώες γιατί δε με αδικούν σε τίποτε, αφού ποτέ ως τώρα δεν άρπαξαν τα βόδια μου ούτε τα άλογά μου ούτε κατέστρεψαν ποτέ τον καρπό στη Φθία τη γόνιμη την τρέφουσα ανθρώπους, γιατί μεταξύ μας υπάρχουν (μεσολαβούν, παρεμβάλλονται) πάρα πολλά σκιερά και άγρια βουνά και πολυτάραχη θαλασσα.
Απόσπασμα 2
Α, στίχοι 169-170
Νῦν δ’ εἶμι Φθίην δ’, ἐπεί ή πολύ φέρτερόν ἐστιν οἲκαδ’ ἲμεν σύν νηυσί κορωνίσιν.
Λεξιλογικά σχόλια
Επεί ή= γιατί αλήθεια
Φέρτερον= καλύτερο
Ίμεν= ιέναι (απαρέμφ. του είμι)= να πάω
Νηυσί= ναυσί (δοτ.πληθ.)
Κορωνίς= πλοίο με τοξωτά άκρα
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Τώρα αναχωρώ (θα πάω) για τη Φθία, γιατί είναι προτιμότερο να πάω στην πατρίδα μου με τα καμπύλα πλοία μου
Απόσπασμα 3
Α, στίχοι 300-301
Τῶν δ’ ἂλλων, ἂ μοί ἐστι θοῆ παρά νηΐ μελαίνῃ, τῶν οὐκ ἂν τι φέροις ἀνελών ἀέκοντος ἐμεῖο.
Λεξιλογικά σχόλια
Μέλας, -αινα, αν= μαύρος (μελάνι, μελάνιασε)
Θοός= ταχύς, ευκίνητος (βοηθέω, -ώ < βοή+θοός)
Νηί (δοτ. ενικ), ναύς=πλοίο
Ανελών (μετοχή αορ. β΄του αναιρώ= αφαιρώ)
Αέκοντος= άκοντος (γεν. Ενικ.). Άκων, -ουσα, -ον= χωρίς τη θέληση. (ακούσια# εκούσια)
Εμείο (γεν. ενικ.)= εμού
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Απ’ όσα όμως έχω στο γοργό μαύρο καράβι, δε θα μου πάρεις τι-ποτε χωρίς τη θέλησή μου.
Απόσπασμα 4
B, στίχοι 683-686
Οἳ τ’ εἶχον Φθίην ἠδ’ Ἑλλάδα καλλιγύναικα. Μυρμιδόνες δέ καλεῦντο καί Ἓλληνες καί Ἀχαιοί τῶν αὖ πεντήκοντα νεῶν ἦν ἀρχός Ἀχιλλεύς. Ἀλλ’ οἳγ’ οὐ πολέμοιο δυσηχέος ἐμνώοντο.
Λεξιλογικά σχόλια
Οί= αυτοί, όσοι
ηδέ= και (αγγλ and)
καλεύντο= εκαλούντο, ονομάζονταν
άρχος= άρχων, αρχηγός
τών= αυτών
αύ= πάλι
νεών= πλοίων (π.χ. νεώριο)
εμνώοντο> μνάομαι, μνώμαι (=έχω κατά νούν), -, μνη-, π.χ. μνήμη
δυσηχής= κακόηχος, απαίσιος (δυς, ήχος)
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
(Συμμετείχαν στην Τρωική εκστρατεία) και όσοι κατείχαν τη Φθία και την Ελλάδα με τις ωραίες γυναίκες. Αυτοί ονομάζονταν Μυρμιδόνες και Έλληνες και Αχαιοί. Αρχηγός τους ήταν ο Αχιλλεύς με 50 πολεμικά πλοία. Αλλά αυτοί δεν είχαν κατά νου (δεν επιθυμούσαν) τον απαίσιο πόλεμο.
Απόσπασμα 5
Ι, στίχοι 356....364
Νῦν δ’ ἐπεί οὐκ ἐθέλω πολεμιζέμεν Ἒκτορι δίῳ, αὒριον ἱρά Διί ῥέξας καί πᾶσι θεοῖσιν, νηήσας εὖ νῆας, ἐπήν ἃλαδε προερύσσω, ὂψεαι, ἢν ἐθέλησθα, καί αἲ κέν τοι τά μεμήλη, ἦρι μάλ’ Ἑλλήσποντον ἐπ’ ἰχθυόεντα πλεούσας νῆας ἐμάς, ἐν δ’ ἂνδρας ἐρεσσέμεναι μεμαῶτας εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ κλυτός Ἐννοσίγαιος, ἢματι κε τριτάτω Φθίην ἐρίβωλον ἱκοίμην. Ἒστι δέ μοι μάλα πολλά, τά κάλλιπον ἐνθάδε ἒῤῥων.
Λεξιλογικά σχόλια
Πολεμιζέμεν=πολεμείν (απαρ)
Ιρά =ιερά
Νηέω=σωρεύω, φορτώνω
Άλαδε=εις άλα=στη θάλασσα
Αι κεν τοι τα μεμήλη= αν αυτό σε ενδιαφέρει
Ήρι (επίρρ)= πρωί
Ερέσσω= κωπηλατώ
Μεμαώτας= που επιθυμούν, πρόθυμους
Ήματι τριτάτω= μετά τρεις ημέρες
Ερίβωλος= εριβώλαξ= γόνιμη
Μεταφορα στη Νέα Ελληνική
Αλλά τώρα, επειδή δε θέλω να πολεμώ, αφού προσφέρω αύριο θυσία στο Δία και σε όλους τους θεούς και φορτώσω καλά τα πλοία και τα οδηγήσω (τα ρίξω) στη θάλασσα, θα δεις, άν θέλεις και σε νοιάζει, τα πλοία μου να πλέουν στόν Ελλήσποντο με τα πολλά ψάρια και τους ναύτες μου να κωπηλατούν. Και, εάν ο κοσμοσείστης μας εξασφαλίσει εύπλοια (καλό ταξίδι), την τρίτη ημέρα θα φθάσω στη γόνιμη Φθία. Έχω εκεί πολλά πλούτη, που για τη δυστυχία μου άφησα και ήλθα εδώ.
Απόσπασμα 6
Ι, στίχοι 393-396
Ἢν γάρ δή με σόωσι θεοί και οίκαδ’ ἳκω-μαι, έπειτα, Πηλεύς θήν μοι ἒπειτα γυναῖκα γαμέσσεται αὐτός. Πολλαί Ἀχαιΐδες εἰσίν ἀν’ Ἑλλάδα τε Φθίην τε, κοῦραι ἀριστήων, οἳτε πτολίεθρα ῥύονται.
Λεξιλογικά σχόλια
σόωσι ( γ΄πληθ.). Σώω= σωζω, διασώζω, διαφυλάσσω, διατηρώ (σω- σώος, σωτήρας, σωτηρία
ικνούμαι= αφικνούμαι= φθάνω (άφιξη)
θην (μόριο)= δη, βεβαίως, δα
γαμέσσεται (μέλλ.). Γαμώ= νυμφεύομαι (γάμος, γαμβρός)
κούρη= κόρη
αριστήων= αρίστων
πτολίεθρον= πόλη (πτόλις, πόλις)
ρύομαι= σώζω, διασώζω, διαφυλάσσω
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Αν με συντρέξουν (βοηθήσουν) οι θεοί και φθάσω στην πατρίδα, έπει-τα ο ίδιος ο Πηλεύς θα μου βρει βέβαια γυναίκα. Πολλές κοπέλες βρίσκονται στη Φθία στην Ελλάδα, κόρες ανθρώπων δυνατών που κυβερνούν τις πόλεις.
Απόσπασμα 7
Ι, στίχοι 478- 480 και 484-485
(Ο γέρος Φοίνιξ, άλλοτε διδάσκαλος του μικρού Αχιλλέως στη ρητορική και πολεμική τέχνη απευθύνεται στον ήρωα):
Φεύγον έπειτα απάνευθε δι’ ευρυχόροιο Ελλάδος, εξικόμην δέ εριβώλακα Φθίην, μητέρα μήλων, ες Πηλήα άνακτα... καί μέ έθηκε αφνειόν, ώπασε δε μοι πολύν λαόν. Ναίον δε εσχατιήν Φθίης, ανάσσων Δολόπεσσιν.
Λεξιλογικά σχόλια
Φεύγον= έφευγον
Απάνευθε= μάκράν, χωριστά (από, άνω, -θεν)
Ευρύχορος= ευρύχωρος, εκτεταμένος//που έχει ευρείς τοπους προς χορό
Μήλον= πρόβατο
Άναξ= βασιλιάς
Αφνειός= πλούσιος
Ώπασε. Οπάζω= παρέχω, προσθέτω
Ναίον= έναιον= κατοικούσα. Ναίω= οικώ, διαμένω (ναός)
Εσχατιή= εσχατιά, το έσχατον μέρος, το όριο, το άκρο (έσχατος)
Ανάσσω= βασιλεύω (άναξ, ανάκτορο, παντάνασσα)
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Έπειτα έφευγα διά μέσου της ευρύχωρης Ελλάδος και έφθασα στη γόνιμη Φθία την εκτρέφουσα μεγάλο αριθμό ποιμνίων στο βασιλιά Πηλέα ... και μ’ έκανε πλούσιο, μου έδωσε πολύ κόσμο. Σε άκρη της Φθίας έμενα, άρχοντας των Δολόπων.
Απόσπασμα 8
Π, στίχοι 167- 176
Πεντήκοντ’ ήσαν νήες θοαί, ήσιν Αχιλλεύς ες Τροίην ηγείτο Διί φίλος. Εν δ’ άρ’ εκάστη πεντήκοντ’ ήσαν ανδρες επί κληίσιν εταίροι. Πέντε δ΄άρ’ ηγεμόνας ποιήσατο τοίς επεποίθει, σημαίνειν. Αυτός δέ μέγα κρατέων ήνασσεν. Της μέν ιής στιχός ήρχε Μενέσθιος αιολοθώρηξ, υιός Σπερχειοίο, Διιπετέος ποταμοίο. Ον τέκε Πηλήος θυγάτηρ, καλή Πολύδώρη, Σπερχειώ ακάμαντι, γυνή θεώ ευνηθείσα...
Λεξιλογικά σχόλια
Νήες= πλοία (π.χ. νεοελλ. νηολόγιο)
Θοός= ταχύς (π.χ. νεοελλ. Βοηθέω,-ώ=τρέχω σε βοή, φωνή
Ήσιν (δοτ. πληθ.)= αίς= με τις οποίες
Διί: δοτ. ενικ. του Ζεύς (π.χ. νεοελλ. Στύλοι ολυμπίου Διός)
Κληίσιν (δοτ. πληθ), κλείς= κλειδί, σύρτης, κουπί
Επεποίθει (υπερσ. του πείθομαι, νεοελλ, πεποίθηση)
Ήνασσεν. Του ανάσσω= βασιλεύω (νεοελλ. ανάκτορο)
Στιχός: γεν. ενικ,. του στιξ= στίχος, σειρά, τάξη
Ιής= μιάς
Αιολοθώρηξ= που έχει θώρακα αίολο, ακτινοβόλο, λαμπρό
Διιπετής (διός, πίπτω)= ουρανόπεμπτος, επίθ. των ποταμών ως παραγομένων από τη βροχή
Τέκε= έτεκε=γέννησε
Πηλήος= Πηλέως
Καλή= ωραία
Ακάμας, -ντος (νεοελλ. ακάματος)=ακούραστος, αεικίνητος
Ευνηθείσα, του ευνάω (νεοελλ. ευνούχος)=«πλαγιάζω»
Απόδοση στη Νέα Ελληνική
Πενήντα ήταν το ταχύπλοα πλοία, με τα οποία ο Αχιλλεύς, ο αγαπητός του Δία, ήλθε στην Τροία. Μέσα στο καθένα έστεκαν (υπήρχαν, υπηρετούσαν) πενήντα άνδρες (κωπηλάτες) σύντροφοι στα κουπιά. Όρισε πέντε αρχηγούς, τους οποίους εμπιστευόταν πλήρως, να δίνουν τις εντολές. Κι αυτός (ο Αχιλλεύς) είχε το γενικό πρόσταγμα. Στον ένα λόχο ήταν αρχηγός ο Μενέσθιος με τον αστραφτερό θώρακα, παιδί του Σπερχειού, του θεϊκού ποταμού. Αυτόν τον γέννησε η ωραία Πολυδώρη, η κόρη του Πηλέως, γυναίκα που συνευρέθηκε με θεό, τον ακούραστο Σπερχειό...
Από την επιμελή μελέτη των αποσπασμάτων προκύπτουν τα εξής:
α) τό μέτρο της ναυτικής ισχύος των Μυρμιδόνων
β) ότι ήταν προηγμένη η ναυπηγική τέχνη,
γ) ότι όντως η Φθία ήταν εκτενής και «βωτιάνειρα», αφού είχαν εκστρατεύσει 50Χ50= 2500 ναύτες
δ) ότι ήλεγχε όλη την Όθρυ προς υλοτομία και κατασκευή πλοίων,
ε) ότι όφειλε να έχει ισχυρό προκεχωρημένο φυλάκιο, παρατηρητήριο προς έλεγχο του μεγάλου, πολυάριθμου στόλου,
ς) ότι όφειλε να διαθέτει μεγάλο φυσικό λιμάνι προς ελλιμενισμό του στολου.
ζ) ότι η αναφορά στο Σπερχειό προδίδει ανεπιφύλακτα ότι η επικράτεια του μεγίστου, του κορυφαίου των ηρώων της Τρωικής εκστρατείας, Αχιλλέως, εκτεινόταν μέχρι τα ΝΔ της Λαμίας. Ο Σπερχειός συνδέεται απ’ ευθείας με το ηγεμονικό γένος του Πηλέως, πατέρα του Αχιλλέως.
3. Ετυμολογία βασικών όρων. Προβαίνω σε σύντομη διερεύνηση της ετυμολογίας των όρων Φθία, Φθιώτις (-ιδα), Αχιλλεύς, Όθρυς.
Φθία, λέξη αγνώστου ετυμολογίας, προφανώς προελληνική. Αδύνατη η συσχέτιση με το ρήμα φθίνω, δεδομένου ότι δεν υφίσταται νοημα-τική συνάφεια. Το παραγόμενο εθνικό ουσιαστικό: ο Φθιώτης, -του. Θηλυκό: η Φθιώτις, της Φθιώτιδος. Τα εθνικά ουσιαστικά είναι κυρίως επίθετα με παράλειψη του ουσιαστικού χώρα, γλώσσα, γυναίκα, ανδρας, κ.λ.π. Εδώ: η Φθιώτις χώρα. Συνεπώς Φθία και Φθιώτις, λογιότερα, ή Φθιώτιδα, λαϊκότερα, συμπίπτουν.
Αχιλλεύς, ομοίως αγνώστου ετυμολογίας. Ασφαλώς έχουν προταθεί ορισμένες ελάχιστες απόψεις, των οποίων κρίνω περιττή την αναφορά.
Όθρυς, λέξη προελληνική, αγνώστου ετύμου και σημασίας, όπως η Ευβοϊκή Δίρφυς, που καταλήγει όμοια, ή τα ονόματα των περισσότερων ελληνικών ορέων: Υμηττός, Πάρνης, Παρνασσός, Πίνδος, Πάρνων, κ.λ.
Ότι είναι προελληνικής καταγωγής, διόλου παράδοξο. Εκατοντά-δες λέξεις της Ελληνικής παρελήφθησαν από τους προέλληνες κατοίκους της Βαλκανικής χερσοννήσου, Κάρες, Λέλεγες, Πελασγούς και περιελήφθησαν στο Ελληνικό λεξιλόγιο, π.χ. Αθήναι, Θήβαι, Αμάρυνθος, Κόρινθος, Κάρυστος, Γαργηττός, Οδυσσεύς, Ιλισός, κ.λ.
Επί του προκειμένου ο σοφός πανεπιστημιακός μου καθηγητής Γ. Κουρμούλης στο βιβλίο του υπό τίτλο «Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσης», σελ. 31 παρατηρεί: «...μαρτυρούν περί της υπάρξεως προελληνικής ενιαίας γλώσσης εν Ελλάδι και μικρά Ασία περισωθείσαι τοπωνυμίαι και κύρια ονόματα, μη ερμηνευόμενα εκ της Ινδοευρωπαϊκής* (στην οποία ανήκει και η Ελληνική) γλωσσικής παραδόσεως.
Όσο για το άλλο θέμα, της απεγνωσμένης προσπάθειας μερικών να συσχετίσουν βιαίως λέξεις αγνώστου ετύμου με άλλες ελληνικές, έτερος καθηγητής μου, ο Κωνσταντίνος Μερεντίτης στο βιβλίο του «Η απλουστάτη πρότασις των κλασσικών γλωσσών», σελ. 124, σημειώνει: «Τοιαύταί τινες (= κάτι τέτοιες) ετυμολογικαί διασαφήσεις των λέξεων ανακαλούν απροαιρέτως (= αυθόρμητα) εις την μνήμην μας την λαϊκήν ετυμολογικήν εξήγησιν του «χαλβά», σύμφωνα με την οποία η λέξις αύτη προήλθε εκ συμφύρσεως της φράσεως «χαλαρώς βαίνω»!
4. Η Σύγχρονη Φθία, Φιώτιδα. Βεβαίως σήμερα για λόγους Διοι-κητικών αναγκών η Φθιώτιδα, ο νομός Φθιώτιδας, καταλαμβάνει πολύ μεγάλη έκταση, άγνωστη στους αρχαίους χρόνους. Εκτείνεται από το Κάστρο της Βοιωτίας, αμέσως μετά την αποξηρανθείσα ήδη από τους μυκηναϊκούς χρόνους Κωπαΐδα, μέχρι τον Άγιο Γεώργιο Τυμφρηστού, ενώ ΒΑ λίγα χιλιόμετρα μετά την Πελασγία. Σην αρχαιότητα στη Δ Φθιώτιδα κατοικούσαν οι Αινιάνες. Εκατέρωθεν της Λαμίας η περιοχή ονομαζόταν Μαλλίς, εξής Μαλιεύς ή Μηλιεύς κόλπος, ο σήμερα Μαλιακός, και η πόλη Μαλία και αργότερα Λαμία με αμοιβαία μετάθεση ερρίνου (μ) και υγρού (λ). Στην περιοχή των Θερμοπυλών κατοικούσαν οι Λοκροί οι Επικνημίδιοι, ενώ της Αταλάντης οι Οπούντιοι. Σήμερα η επαρχία Λοκρίδος με πρωτεύουσα την Αταλάντη.
5. Η (πιθανή) επικράτεια του βασιλικού γένους του Πηλέως, του Αχιλλέως, των προγενεστέρων και μεταγενεστέρων τους.
Στον Όμηρο, τον οποίο η σύγχρονη ιστορική και φιλολογική επιστήμη αναγνωρίζει ως ιστορικό (*), ο Αχιλλεύς, κατά τη γνωστή διαμάχη με τον Αγαμέμνονα, βεβαιώνει ότι αποσύρεται από τις πολεμικές επιχειρήσεις και απειλεί ότι σε τρεις ημέρες μπορεί να φθάσει στην ερίβωλο Φθία (απόσπ. 1 και 5): «Την τρίτη ημέρα θα φθάσω στη γόνιμη Φθία». Είχε στη διάθεσή του 50 πολεμικά πλοία, τριήρεις, μεγάλο αριθμό, τη στιγμή που επτά Ευβοϊκές πόλεις συμμετείχαν με 40. Το γεγονός ότι διέθετε ισχυρή ναυτική δύναμη, ευθύς αμέσως αποκλείει ως τόπο εξορμήσεως την κεντρική Θεσσαλία, αφού, κατά κοινή φιλολογική παραδοχή, από την παραλιακή (Θεσσαλία) απέπλεαν ο Πρωτεσίλαος (περιοχή Αγχιάλου), ο Εύμηλος (περιοχή Βόλου), ο Φιλοκτήτης (περιοχή Πηλίου) και ο Ευρύπυλος (περιοχή Φαρσάλων-Λαρίσης).
Εν ολίγοις, εάν ή επικράτεια του Αχιλλέως ήταν εκεί, μεταξύ κεντρικής και νοτίου Θεσσαλίας, τότε:
ούτε θα αναφερόταν σε «μάλα πολλά ούρεα σκιόεντα», καθ’ ότι ανύπαρκτα στη Θεσσαλική πεδιάδα
ούτε θα είχε πρόσβαση σε επίνειο πρός την πλευρά του Παγασητικού κόλπου λόγω κυριαρχίας των αναφερθέντων προηγουμένως άλλων, στο μεταξύ διάστημα, αυτόνομων Ελληνικών βασιλείων.
Ότι θα επέστρεφε διά θαλάσσης είναι αναντίρρητο, αφού το δηλώνει ρητά (απόσπ. 2): «Είναι προτιμότερο να επιστρέψω στην πατρίδα μου με τα καμπύλα μου πλοία».
Υποθέτω, επαναλαμβάνω, υποθέτω ότι, εφ’ όσον αποκλείσθηκε ο απόπλους από τον Παγασητικό, επίνειο της επικράτειάς του υπήρξε η αρχαία παραλιακή πόλη, (τα) Φάλαρα, σημερινή Στυλίδα ή, εν πάση περιπτώσει, μικρή πόλη κειμένη μεταξύ της Λαμίας και της Στυλίδος.
Αριστερά των Φαλάρων (Στυλίδος), όπου η Αγία Μαρίνα και το Αυλάκι, δεν προσφέρεται προς ναύσταθμο, επειδή κατέρχεται ορμητικός από την Όθρυ ο μεγάλου μήκους ποταμός, το Δριστελόρεμα, που πηγάζει από το Δρίστελο εις ύψος 1300 μ, κινεί το βακούφικο υδρόμυλο εγγύς της ερειπωμένης μονής του Αγίου Δημητρίου και τον υδρόμυλο του Ελασσόνα στο Αυλάκι και καταλήγει στις Χαμόλευκες αριστερά της Αγίας Μαρίνας. Επαναλαμβάνω ότι σε εκβολές χειμάρρων ή ποταμών δε λειτουργούν αγκυροβόλια προς ασφάλεια του στόλου.
Επίσης η ρητή δήλωση του Αχιλλέως: (απόσπ. 1), «(Οι Τρώες) ου πώποτε ήλασαν εμάς βούς ουδέ ίππους ουδέ εδηλήσαντο ποτέ καρπόν εν Φθίη εριβώλακι βωτιανείρα, επεί ή (=υπάρχουν, μεσολαβούν) μεταξύ μάλα πολλά ούρεα σκιόεντα και ηχήεσσα θάλασσα» μαρτυρεί ότι μεταξύ της Φθίας και των Τρώων «μεσολαβούν πάρα πολλά σκιερά και άγρια βουνά και πολυτάραχη θάλασσα». Ασφαλώς το Αιγαίο πέλαγος. Αυτό το σημείο είναι λίαν καθοριστικό για τον προσδιορισμό της επικράτειάς του.
Μολονότι, όπως κατωτέρω θα φανεί, ανήκε στην επικράτεια η μεταξύ Λαμίας και Σπερχειού περιοχή, εν τούτοις
η έδρα δεν είναι δυνατό εκεί να αναζητηθεί, επειδή δε μεσολαβούν «σκιόεντα ούρεα». Εκεί τα όρη είναι ανύπαρκτα.
Εξ άλλου στις εκβολές ποταμών, μικρών ή μεγάλων, όπως εδώ του Σπερχειού, δεν ελλιμενίζονται πλοία. Δε νοούνται λιμενικές εγκαταστάσεις, λιμενικά έργα σε εκβολές ποταμών.
Συνεπώς οφείλομε να κινηθούμε προς Βορράν της γραμμής Λαμίας-Στυλίδος και βασίμως να υποθέσομε ότι η «ερίβωλος Φθία, η μητέρα μήλων (=ή έχουσα πλήθος ποιμνίων), ή έχουσα βους και ίππους, ή βωτιάνειρα (=η ικανή να εξασφαλίζει τροφή και πολυάνθρωπος) και προ πάντων η προφυλασσόμενη από εχθρικές επιδρομές λόγω «τών μάλα πολλών σκιοέντων ουρέων» (των πάρα πολλών σκιερών και άγριων βουνών) είναι η εκτενής και πλουσία και γόνιμη ημιπεδινή περιοχή βορείως της οροσειράς της Όθρυος. Αυτήν την οροσειρά έχει κατά νουν ο Αχιλλεύς, όταν κάνει λόγο για τα σκιερά και άγρια βουνά που πρέπει να διασχίσει, όποιος φιλοδοξήσει να κινηθεί εχθρικά κατά της επικράτειάς του.
Βεβαίως σε βιβλίο του ΟΕΔΒ, «Η Ιλιάδα του Ομήρου», εκλογές, Β΄ Λυκείου, 1979, σελ. 112, ο όρος «ούρεα σκιόεντα» σχολιάζεται ως εξής: «Ψηλά και δύσβατα τα Θρακικά και Μακεδονικά βουνά χωρί-ζουν τη χώρα των Τρώων από τη χώρα του Αχιλλέα». Αυτά όμως τά βουνά δεν αποτελούσαν εμπόδιο για τους Τρώες εν προκειμένω, διότι οι κινήσεις, φιλικές ή επιθετικές, διεξάγονταν διά θαλάσσης (ηχήεσσα θαλασσα). Το σχόλιο αφελές και εσφαλμένο. Επιπλέον: Το βασικότερο εμπόδιο ήταν οι πολεμικοί Θράκες, οι Κίκονες (όπου η Δ. Θράκη) και οι Παίονες (όπου η Θεσσαλονίκη), από τις χώρες των οποίων ήταν υποχρεωμένοι οι Τρώες να διέλθουν από Βορρά.
Συνεπώς διατείνομαι ότι η περιφέρεια των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων είναι η περί την Όθρυν περιοχή και, φυσικά, η ίδια η Όθρυς. Συγκεκριμένα το τετράγωνο που ορίζεται προς Ν από Λαμία έως Πελασγία, πρός Α από Πελασγία έως προ του Αλμυρού, προς Β από το μέσο μεταξύ Αλμυρού και Σούρπης έως Πουρνάρι, Αγραπιδιά και Βαρδαλί, προς Δ από τα χωριά αυτά έως το πολύ στη Λαμία.
Όντως αυτή ήταν η επικράτεια του Πηλέως και των προπατόρων του και, φυσικά, κατά διαδοχή, του γιού του, Αχιλλέως και των επιγόνων του, εάν αποτελεί μύθο ο θάνατός του στην Τροία. [Εξ άλλου ο ιστορικός ποητής Όμηρος δεν αναφέρεται στο θάνατο του Αχιλλέα].
Στα κείμενα που ακολουθούν η περιοχή χαρακτηρίζεται «ερίβωλος, εριβώλαξ», δηλαδή γόνιμη, αποδοτική, όπως βλέπομε στα αποσπάσματα 1 και 5. Είναι το έδαφος, κατά την άροση του οποίου σχηματίζονται πολλά και ογκώδη τμήματα χώματος, «σβώλοι, σβούλια».
Η γονιμότητα της Φθίας, πόλεως και ταυτοχρόνως εκτενούς περι-φερείας, τονίζεται και σε άλλο σημείο του έπους, λ.χ. στο Π της Ιλιάδος, στίχος 596. «Γλαύκος δε πρώτος, αγός ασπιστάων Λυκίων, ετράπετο, έκτεινε δε Βαθυκλήα μεγάθυμον, φίλον υιόν Χάλκωνος, ός ναίων Ελλάδι οικία, μετέπρεπε Μυρμιδόνεσσιν όλβω και πλούτω» (= Αλλά ο Γλαύκος (Τρώας μαχητής), ο αρχηγός των ασπιδοφόρων Λυκίων, εστράφη πρώτος και σκότωσε το μεγαλόψυχο Βαθυκλή, τον αγαπητό γιό του Χάλκωνος που ζούσε στην Ελλάδα (πόλη της επικράτειας του Αχιλλέως) και διέπρεπε (ήταν πρώτος) μεταξύ των Μυρμιδόνων στον πλούτο και την περιουσία).
Η υποστηριζόμενη πρόταση ενισχύεται και από το χαρακτηρισμό «μητέρα μήλων», περιοχή εκτρέφουσα πλήθος ποιμνίων, προβάτων. (Μήλον=πρόβατο. Μηλωτή= προβιά, ένδυμα ή σκέπασμα από δέρμα προβάτου). Τα πρόβατα δέ βόσκουν σε «ούρεα σκιόεντα», σκιερά και άγρια βουνά, αλλά σε πεδινά ή ημιορεινά, λοφώδη και χλοερά εδάφη, όπως η Φθία που εκτείνεται μετά τους πρόποδες της βορινής αλλά ηλιόλουστης Όθρυος.
Είναι τέλος πάντων η περιοχή που εκτείνεται Α του 22ου χιλιομέτρου της παλαιάς εθνικής οδού Λαμίας Δομοκού, όπου τα χωριά Κάτω Παλαμάς, Μακρολίβαδο, Μελιταία, Φυλιαδών, Νεοχώρι, Ανάβρα (τόπος, όπου αναβλύζει πολύ νερό. Αναβρύω> αναβρύζω. Αναβλύω> αναβλύζω. Βρύση, βρύα, Ανάβρυτα, Καλάβρυτα, Ανάβρα. Εκεί είναι οι πηγές του Ενιπέως, παραπόταμου του Πηνειού.), Πολυδένδρι, Μαντασιά, Καρυές, Νέα Μάκριση, Σκοπιά. Εν πάση περιπτώσει η σχεδόν πεδινή έκταση που εκτείνεται ΒΑ της αποξηρανθείσης λίμνης Ξυνιάδος και άπτεται της Θεσσαλικής πεδιάδος με όριο ίσως τα σημερινά χωριά, Βαρδαλί, Πετρωτό, Δενδροχώρι, Νεράιδα. Αριστερά της περιοχής αυτής βρισκόταν η λίμνη Ξυνιάς, αποξηρανθείσα οριστικά τα μέσα του προηγούμενου αιώνος, λίμνη της οποίας το ανατολικό όριο την εποχή εκείνη έφθανε μέχρι τη γραμμή από το 22ο χιλιόμετρο, κόμβο προς Παλαμά, Μελιταία, κ.λ. έως τα Μεταλλεία.
Ασφαλώς και η Ξυνιάς λίμνη περιλαμβανόταν στο βασίλειό του, όπου σήμερα τα παραλίμνια χωριά, Ομβριακή, Παναγιά, Μακρυρράχη, Περιβόλι, Κορομηλιά, Άγ. Στέφανος, Ξυνιάδα, Άγ. Γεώργιος. Ιδού οι ενδείξεις-αποδείξεις: Στο απόσπασμα 7 ο γηραιός Φοίνιξ, διδάσκαλος άλλοτε του Αχιλλέως απευθυνόμενος στον ήρωα αναφέρει ότι ο πατέρας του, ο Πηλεύς του παραχώρησε «την εσχατιήν Φθίην» την εσχάτην Φθίαν, στην άκρη της Φθιώτιδος, για να άρχει ως βασιλεύς των Δολόπων. Ποια είναι η περιοχή αυτή; Την απάντηση θα δώσει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στα «Αργοναυτικά» του (αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, διευθυντής της βιβλιοθήκης Αλεξανδρείας, του 3ου αιώνος π.Χ.): «Ήλυθε δέ αύ Μόψος Τιταρήσιος, όν περί πάντων Λητοϊδης εδίδαξε θεοπροπίας οιωνών ηδέ καί Ευρυδάμας Κτιμένου παίς άγχι δε λίμνης Ξυνιάδος Κτιμένην δολοπίδα ναιατάασκεν» (=Ήλθε και ο Τιταρήσιος ο Μόψος, στον οποίο ο Απόλλωνας δίδαξε όλες τις προφητείες των οιωνών και ο Ευρυδάμας του Κτιμένου που κατοικούσε κοντά στη λίμνη Ξυνιάδα, στην δολοπική Κτιμένη, στην Κτιμένη, έδρα των Δολόπων). H Δολοπία ανήκε στην εξουσία του Πηλέως, την οποία παραχώρησε στο Φοίνικα. Φαίνεται δε ότι ήταν πολυάνθρωπη, αφού είχε «πολύν λαόν». Άρα το έσχατο όριο της Φθίας υπήρξε η Μακρυρράχη Δομοκού.
Να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι ο Απολλώνιος, ως διευθυντής της βιβλιοβριθούς βιβλιοθήκης υπήρξε πακτωλός πολλών αρχαίων γνώσεων, κινητή βιβλιοθήκη, κατά την επιτυχή έκφραση συναδέλφου μου.
Ασφαλώς στην επικράτειά του ανήκε ο μέγας, ο πελώριος ορεινός όγκος της Όθρυος, που επέτρεπε την υλοτομία για την κατασκευή του ισχυρού στόλου των 50 τριήρων, με τις οποίες έπλευσε μέχρι την Τροία, και άλλων πολλών, που ελλιμενίζονταν στο επίνειό του για αμυντικούς ή εμπορικούς και διαμετακομιστικούς λόγους κατά τη μακρά απουσία του.
Η Όθρυς εξ άλλου, η πλούσια σε νερά και χλόη, έτρεφε τα πολλά ποίμνια (μητέρα μήλων), τα βοοειδή και τους ίππους, για τους οποίους καυχάται ο Αχιλλεύς (εμάς βους ουδέ ίππους) (απόσπ.1).
Άφθονα ρέουν τα νερά στην προικισμένη από τη φύση Όθρυ. Έχω υπόψη μου ορισμένα:
Στο 16ο χιλιόμετρο της οδού Λαμίας– Δομοκού η πηγή Αχιλλέως επί της Όθρυος, παμπάλαιο τοπωνύμιο που αποδίδει τη γνώση των ανθρώπων ότι ανήκε στην επικράτειά του.
Τρία χιλιόμετρα Α της σε ευθεία γραμμή, σε ύψος 1000μ αστείρευτη πηγή, όπισθεν της Μονής Γεννήσεως της Θεοτόκου, Αντινίτσης.
Προ του ανακτόρου των Μυρμιδόνων, κατά τη γνώμη μου, της λεγόμενης ακροπόλεως της Μελιταίας, τα πηγαία νερά αφθονούν.
ΝΑ της Ανάβρας (<αναβρύω), σε απόσταση λίγων μέτρων, πηγάζει ποταμός, ο Ενιπεύς.
Στην απόληξη της Όθρυος πρός Μαγνησία το χωριό Βρύναινα (<βρύω, αναβρύω, αναβλύζω) και σε μικρή απόσταση η Άνω και Κάτω Μονή Ξενιάς (Κοιμήσεως της Θεοτόκου και Αγίου Νικολάου αντιστοίχως), όπου τα άφθονα πηγαία νερά ρέουν ακατάπαυστα).
Φρονώ ότι δι’ ολίγων έχει προσδιορισθεί επαρκώς ό χώρος της βασιλείας του.
Β. Ποιά ήταν ή έδρα της επικράτειάς του;
Είμαι πεπεισμένος ότι έδρα της εκτενούς, για τα δεδομένα της εποχής εκείνης, επικρατείας υπήρξε, όπου σήμερα ο ισχυρός, φύσει οχυρός, επιβλητικός και μεγαλειώδης περίβολος νοτίως της Μελιταίας, φερομένης στις αρχαίες πηγές με τα ονόματα Μελίτεια ή Μελίτη, σε απόσταση 3 περίπου χιλιομέτρων, εγγύς της Μονής της Αγίας Τριάδος, εις ύψος 700 μ.
Ότι αυτή είναι η έδρα του βασιλικού εκείνου γένους των Μυρμιδόνων, Αχαιών, Ελλήνων συνηγορούν τα εξής:
1. Βρίσκεται στο τέλος της προς βορειοδυτικά κορυφογραμμής της Όθρυος στο πλησιέστερο σημείο με το πιθανό επίνειό της, τα Φάλαρα, νύν Στυλίδα. Εάν ο μελετητής αυτής της εργασίας δυσπιστεί θεωρώντας ότι η απόσταση είναι μεγάλη μεταξύ έδρας και επινείου, τον καλώ να παρατηρήσει ότι μεταξύ Σπάρτης και του αρχαίου επινείου της, του Γυθείου, η απόσταση είναι σχεδόν διπλάσια.
2. Η θέση παρέχει πλήρη εποπτεία και έλεγχο της «εριβώλου Φθίας, της μητρός μήλων», η οποία κυριολεκτικά εκτείνεται, απλώνεται στα «πόδια» της πανίσχυρης ακροπόλεως.
3. Τα πηγαία νερά είναι πολλά σε απόσταση αναπνοής από τα ανασκαφέντα και ελθόντα εις φως ανάκτορα, αναγκαία για την ύδρευση του βασιλικού γένους και του ανακτορικού προσωπικού, τον ποτισμό των ποιμνίων, των υποζυγίων, των βοοειδών, των μάχιμων και των μεταφορικών ίππων.
4. Μεταξύ της έδρας και του επινείου δεσπόζει το ισχυρό οχυρό, τείχους ύψους 2μ πολυγωνικής και ισοδομικής τειχοποιίας, του αρχαίου Ναρθακίου, νυν Λιμογάρδι, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί προκεχωρημένο φυλάκιο της έδρας προς οπτικό έλεγχο της ναυτικής βάσεως των Φαλάρων. Είναι τόσο ευρύ και επιβλητικό το κάστρο του, ώστε μελετητής έσπευσε, βαθύτατα εντυπωσιασμένος, να δεχθεί ότι αυτή είναι η έδρα του βασιλικού γένους των Μυρμιδόνων. Διαφεύγει όμως στο μελετητή αυτό - τον ενθουσιασμό και την κατάπληξη του οποίου συμμερίζομαι - ότι ο Όμηρος λέγει ρητά και κατηγορηματικά ότι «μάλα πολλά ούρεα σκιόεντα» μεσολαβούν [παρεμβάλλονται] μέχρι «την ερίβωλον Φθίαν, τη μητέρα μήλων»[= τη γόνιμη και αποδοτική Φθία, την εκτρέφουσα πλήθος ποιμνίων]. Ωστόσο η έκτασή του, 46 στρέμματα έναντι 26 των Μυκηνών, αποδεικνύει το μέτρο, το βαθμό, το μέγεθος της ισχύος του βασιλικού γένους του Αχιλλέως. Εξ άλλου η δύναμή του προήρχετο από τη γεωργία (ερίβωλος Φθία) και την κτηνοτροφία (μητέρα μήλων), όχι από θαλάσσιες δραστηριότητες. Πολλά άκρως ενδιαφέροντα για το κάστρο του Ναρθακίου (Λιμογαρδίου) - προκεχωρημένου φυλακίου και παρατηρητηρίου του βασιλικού γένους των Μυρμιδόνων, κατά τη γνώμη μου – μπορεί ο ενδιαφερόμενος να αναγνώσει στην ιστοσελίδα: «Κάστρο Λιμογαρδίου, το αρχαίο Ναρθάκιον, η Φθία και τα ορυχεία χαλκού του Αχιλλέως». Παρακάμπτω τα εκεί παρατιθέμενα πολύτιμα και σημαντικά στοιχεία, επειδή άλλος είναι ο σκοπός της παρούσης εργασίας.
Τήν εκτίμηση, την άποψή μου, ότι η οχύρωση του Ναρθακίου λειτούργησε ως παρατηρητήριο του ναυστάθμου των Μυρμιδόνων/Αχαιών/ Ελλήνων, ενισχύει, πλην των άλλων, και το γεγονός της παρουσίας ιχνών άλλης οχυρώσεως μεταξύ της, κατά την ταπεινή μου γνώμη, έδρας του Αχιλλέως και του Ναρθακίου (νυν Λιμογάρδι). Πρόκειται για την οχύρωση του Ξηροβουνίου εις ύψος 1000 μ. περίπου, στο κέντρο της νοητής ευθείας που συνδέει το Νεοχώρι με τη Δίβρη, νότια της οποίας (οχυρώσεως) διέρχεται η παλαιά, η αρχαία στενωπός (ατραπός, δρομίσκος) που συνδέει τα ανάκτορα του ηγεμονικού γένους των Μυρμιδόνων με το προκεχωρημένο φυλάκιο του Ναρθακίου και το ναύσταθμο των Φαλάρων. Μάλιστα βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο μεταξύ της έδρας και του παρατηρητηρίου. Και γεννάται το ερώτημα: Ποιο σκοπό εξυπηρετούσε το απόμεμακρυσμένο εκείνο οχυρό; Καμία πόλη, κωμόπολη, οικισμός δε γειτνιάζει.
Έχει δε παρατηρηθεί και πιστοποιηθεί ότι οι οχυρώσεις, οι αμυντικές κατασκευές, οι τηλεπικοινωνιακοί πύργοι (φρυκτωρίες) κτίζονταν στο υψηλότερο σημείο των οικισμών ή, εν πάση περιπτώσει, πλησίον, ώστε να είναι δυνατή η άμεση και ταχεία καταφυγή ή ειδοποίηση του κοινού σε περίπτωση εχθρικών επιδρομών. Αυτό συμβαίνει με όλες της οχυρώσεις και τους τηλεπικοινωνιακούς πύργους, πλην του Άθω (επί του Αγίου όρους), ο οποίος όφειλε λόγω θέσεως και ύψους να δέχεται και να εκπέμπει μηνύματα από και προς όλα τα σημεία του ορίζοντος του Ελληνικού χώρου.
Συνεπώς πρόκειται για ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ έδρας και φυλακίου. Όλα αυτά προδίδουν το βαθμό, το μέτρο της ισχύος της επικράτειας των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων, ώστε όχι μόνο «πάγωσε» ο Τρωικός πόλεμος με την αποχή του Αχιλλέως αλλά και, προ παντός, έδωσαν το όνομά τους σε ολόκληρο το έθνος, όπως ρητά τονίζει ο Θουκυδίδης. Η Ελλάς της Φθιώτιδος έγινε η Ελλάς όλων μας εντός και εκτός χώρας, οικούντων και αποδήμων.
5. Σε απόσταση αναπνοής από τα ανάκτορα, στους πρόποδες της Όθρυος υπάρχουν χωριά που φέρουν πανάρχαια ονόματα, ομηρικής υφής, όπως Φυλιαδών, Μελιταία και, ανατολικότερα, Ανάβρα. Παράδειγμα: Ομήρου Οδύσσεια, ε, 476 «δοιούς δ’ άρ υπήλυθε θάμνους, εξ ομόθεν πεφυώτας. Ο μεν φυλίης ο δε ελαίης». (= και κρύφτηκε κάτω από δύο θάμνους που είχαν φυτρώσει στο ίδιο σημείο, αγριλιάς και ελιάς). Φυλλάς: ποιητικός τύπος της δάφνης. Συγγενείς τύποι: φυλλίς, φυλλίτις, φυλία= αγριλιά. Στη Νεοελληνική: φυλλάδα= πικροδάφνη. Φυλιαδών= τόπος, όπου αφθονούν φυλιάδες= αγριλιές ή πικροδάφνες. Ο όρος Χυλιαδού είναι παραφθορά, μετεξέλιξη του Φυλιαδών: Φυλιαδού> Χυλιαδού. Π.χ. φούχτα> χούφτα.
[δοιός-ή-όν= διττός, δύο // φυλίη= αγριλιά]
Φάλαρα (Π, 106): Ομφαλοί ή ασπιδίσκια κοσμούντα το εμπρόσθιο μέρος της περικεφαλαίας, παραγναθίδες (= μεταλλικά ελάσματα καλύπτοντα τις γνάθους, σαγόνια).
Ναρθάκιον < Ναρθήκιον. Υψηλό καλαμώδες φυτό με κοίλο στέλεχος, κοινώς «μαγκούτα», πλήρες εστεριώνης, την οποία και σήμερα χρησιμοποιούν ως ίσκα. Τα στελέχη χρησίμευαν και ως ράβδοι για το σωφρονισμό των παιδιών.
6. Έως εδώ επεχείρησα ασφαλείς, κατά τη γνώμη μου, βηματισμούς και λεπτούς συλλογισμούς στηριζόμενος στα στοιχεία του ιστορικού ποιητή Ομήρου. Καιρός να διερευνηθεί εάν η σκαπάνη των ειδικών, των αρχαιολόγων επιβεβαιώνει ή αίρει (ακυρώνει) την εκφρασθείσα, διατυπωθείσα άποψη.
Οι διενεργηθείσες τον Οκτώβριο του 1971 ανασκαφές από την αρχαιολόγο Αλεξ. Ιωαννίδου - Κουρέτσου έφεραν στο φως μεγάλα τμήματα πολυγωνικού τείχους περιβόλου, πλείστα όσα νομίσματα και Ασκληπιείο. Οι ανασκαφέντες κατώτεροι δόμοι του πανίσχυρου τείχους προδίδουν ότι εκεί υπήρξε η εστία λαμπρού βασιλικού γένους. Εντυπωσιακοί οι δόμοι, επιβλητικοί, μεγαλειώδεις, εφάμιλλοι σε όγκο και μέγεθος με αυτούς του Ναρθακίου. Το ανάκτορο αυτό φαίνεται ότι γνώρισε πολλούς αιώνες ακμής. Πλείστες οι αρχαιότητες, τα εντοιχισμένα αρχιτεκτονικά μέλη στη γειτονικό χωριό, που αποδεικνύουν ότι υπήρξε το ακμαιότερο και πολυπληθέστερο οικιστικό κέντρο των Μυρμιδόνων. Σε εκτενέστατο ανηρτημένο δημοσίευμα (www.kaliterilamia.gr), προϊόν ειδικού επιστήμονος αχαιολόγου, μεταξύ πλείστων άλλων στοιχείων και λεπτομερειών περιέχονται και τα εξής, τα οποία αυτολεξεί μεταφέρω προς επίρρωση (ενίσχυση) της απόψεώς μου.
1. «Η Ανασκαφική έρευνα του 1971 στο χώρο της αρχαίας ακροπόλεως επιβεβαίωσε την ανθρώπινη δραστηριότητα τουλάχιστον από την αρχαϊκή εποχή» (δηλαδή προ του 800 π.Χ.)
2. Οι αρχαιολόγοι, δεινοί μελετητές της περιοχής, Ν. Γιαννόπουλος (1866-1945) και Γ. Μπακαλάκης (δεκαετία 1950) εντόπισαν πλησίον του χώρου – τον οποίο, βασίμως ήδη και κατόπιν επιφοράς (προσκομίσεως) επαρκούς αποδεικτικού υλικού, θεωρώ έδρα της Φθίας – οικισμό της πρώιμης και μέσης εποχής του χαλκού, 2000-1600π.Χ.
Προσθέτω: Στίς 02/12/2018, Κυριακή, η Αικατερίνη Περιστέρη, αρχαιολόγος, υπεύθυνη των ανασκαφών του τύμβου «Καστά» Αμφίπολης, εξέφρασε την άποψη κατά την επίσκεψη στον περί ου ο λόγος χώρο ότι «πρόκειται για μια πολύ σημαντική θέση που χρειάζεται περαιτέρω έρευνα». Προσοχή! Η επώνυμη αρχαιολόγος ομιλεί για θέση, σημείο, τοποθεσία, όχι για αρχαιολογικό χώρο. Θέση σημαίνει σημείο στρατηγικο, ιδιαίτερης βαρύτητος και ενδιαφέροντος.
3. Ανασκάφηκε ενώτιο (σκουλαρίκι) από τον ίδιο χώρο χρονολογούμενο κατά τη Νεολιθική εποχή, 6500-3000 π.Χ περίπου. Ομοίως από τον ευρύτερο χώρο δρεπάνια, αιχμές βελών, διατρητικά και κοπτικά εργαλεία και άλλα.
4. Στις 05/10/1971 βρέθηκε λίθινο ακόνι με οπή αναρτήσεως. Πήλινα και λίθινα ειδώλια της Νεολιθικής εποχής, τουλάχιστον του 3000 π.Χ. στην ευρύτερη περιοχή. Ομοίως χάλκινο περίαπτο σε σχήμα ροδιού από τον ανακτορικό χώρο του 700 π.Χ. (Περίαπτο: κοινώς φυλαχτό. Αντικείμενο που θεωρείται ότι έχει μαγικές και αποτρεπτικές του κακού ιδιότητες).
5. Συνεπώς, είναι δυνατό και αποδεκτό να είναι ανωνύμου ή τυχόντος το κραταιό αυτό ανάκτορο κατασκευής της ύστερης μυκηναϊκής εποχής, 1200-1100 π.Χ;
6. Είναι ήσσονος (κατώτερης, υποδεέστερης) αρχαιολογικής σημασίας η επιβλητική αυτή θέση, από το κέντρο και την περιφέρεια της οποί-ας έχουν έλθει εις φως εκατοντάδες αρχαιολογικά ευρήματα της νεολιθικής εποχής και εντεύθεν;
Σχετικώς προσθέτω εδάφιο που περιέχεται στην ολιγοσέλιδη, πλην σημαντική, εισήγηση του Νικολάου Β. Καραγεώργου, την οποία ευγενώς και προθύμως, μεταξύ των άλλων, μου απέστειλε τον Ιούνιο του 2005 η αρχαιολόγος Μαρία Παπακωνσταντίνου υπηρετούσα στην εδρεύουσα στη Λαμία ΙΔ΄ Εφορεία Προϊστορικών και κλασσικών Αρχαιοτήτων: «Η επιλογή του τόπου των σημαντικών πόλεων τη Μυκηναϊκή εποχή, κατά το Στράβωνα (Ζ, 235, 8, 11) γινόταν με στρατηγικά κριτήρια, σε οχυ-ρωματικές θέσεις, σε υψώματα, κοντά σε παραγωγικές περιοχές, μέ πρόσβαση σε λιμάνια με οπτικόν ορίζοντα και ομορφιά του τοπίου. Και ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά (Τόμος 4, εκδ. Γεωργιάδη, Ζ, σελ. 10,11) λέει ότι οι αρχαίοι Έλληνες τοποθετούσαν τις πόλεις σε θέσεις, ώστε να χρησιμοποιούν τη θάλασσα ως εμπορικό δρόμο διακινήσεως προϊόν-των, όμως να βρίσκονται σε θέση εξασφαλισμένης άμυνας. Η εδαφική περιοχή δε της πόλεως να είναι κατάλληλη για την υγεία των κατοίκων έχοντας ανατολικό προσανατολισμό».
Τι χρείαν έχομεν άλλων μαρτύρων; Η υποστηριζόμενη στην παρούσα εργασία θέση, ως έδρα του Αχιλλέως, καλύπτει και πληροί πλήρως όλες τις προϋποθέσεις που επισημαίνουν οι Αριστοτέλης και Στράβων.
Όσον αφορά την τελευταία προϋπόθεση, σημειώνω ότι η Επιτροπή η συγκροτηθείσα το 1911 περίπου από τον Ελευθέριο Βενιζέλο προς αναζήτηση θέσεως για την ανέγερση Ορεινού Αναρρωτηρίου (σανατορίου), προέκρινε την Όθρυ και συγκεκριμένα ύψωμα παραπλεύρως της Μονής Αντινίτσης εις ύψος 1000 μ. Για την ιστορία σημειώνω ότι το αναρρωτήριο αυτό πυρπόλησαν με τους «εν αυτώ» ασθενείς και κατέστρεψαν ολοσχερώς το 1944 τα βάρβαρα τέρατα της κεντρικής Ευρώπης, οι γερμανοί.
Προφανώς από τα ολίγα αλλά καίρια στοιχεία, με προσοχή, ορθότητα και άνευ προκαταλήψεως επεξειργασμένα, που παρέχει η Ιλιάδα και επιμαρτυρεί η αρχαιολογική σκαπάνη, γίνεται αντιληπτό ότι αυτή ήταν η έδρα του εκάστοτε αρχηγού των Μυρμιδόνων ή Ελλήνων ή Αχαιών.
Προσθέτω: Η ισχύς του βασιλείου αυτού ήταν τόση, ώστε μετέδωσε την ονομασία του στους απανταχού ομοεθνείς. Σχετικά ο μέγιστος των ιστορικών, Θουκυδίδης, όπως και προηγουμένως ανεφέρθη, γράφει ότι από την τοπικά τότε περιορισμένη Ελλάδα του Αχιλλέως προήλθε το εθνικό μας όνομα.
Θουκυδίδης, Ιστοριών, Α, 3
…δοκεῖ δέ μοι, οὐδέ τοὒνομα τοῦτο ξύμπασά πω εἶχεν, ἀλλά τά μέν πρό Ἓλληνος τοῦ Δευκαλίωνος καί πάνυ οὐδέ εἶναι ἡ ἑπίκλησις αὓτη, κατά ἒθνη δέ ἂλλα τε καί τό Πελασγικόν ἐπί πλεῖστον ἀφ’ ἑαυτῶν τήν ἐπωνυμίαν παρέχεσθαι, Ἓλληνος δέ καί τῶν παίδων αὐτοῦ ἐν τῇ Φθιώτιδι, ἰσχυσάντων, καί ἐπαγομένων αὐτούς ἐπ’ ὠφελίᾳ εἰς τάς ἂλλας πόλεις, καθ’ ἑκάστους μέν ἢδη τῇ ὁμιλίᾳ μᾶλλον καλεῖσθαι Ἓλληνας, οὐ μέντοι πολλοῦ γε χρόνου ἐδύνατο καί ἃπασιν ἐκνικῆσαι. Τεκμηριοῖ δέ μάλιστα Ὃμηρος. Πολλῷ γάρ ὓστερον ἒτι καί τῶν Τρωικῶν γενόμενος οὐδαμοῦ τούς ξύμπαντας ὠνόμασεν, οὐδ’ ἂλλους ἢ τούς μετ’ Ἀχιλλέως ἐκ τῆς Φθιώτιδος, ΟΙΠΕΡ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΣΑΝ, Δαναούς δέ ἐν τοῖς ἓπεσι καί Ἀργείους και Ἀχαιούς ἀνακαλεῖ. Οὐ μήν οὐδέ βαρβάρους εἲρηκε διά τό μηδέ Ἓλληνάς πω, ὡς ἐμοί δοκεῖ, ἀντίπαλον ἐς ἓν ὂνομα ἀποκεκρίσθαι.
…φρονώ δέ ότι (ή σημερινή Ελ-λάδα, 410 π.Χ.) δεν είχε ακόμη ούτε το όνομα αυτό (δηλαδή Ελλάδα) ολόκληρη η χώρα, αλλά πριν από τον Έλληνα, το γιο του Δευκαλίωνα, δεν υπήρχε καθόλου η ονομασία αυτή, αλλά κάθε λαός, τόσο οι άλλοι όσο και οι Πελασγοί σε πολύ μεγάλο μέρος της Ελλάδος από το δικό τους όνομα έδιναν την ονομασία. Αλλά, όταν ο Έλληνας και τα παιδιά του έγιναν ισχυροί στη Φθιώτιδα και τους προσκαλούσαν στις άλλες πόλεις για βοήθεια, ένας ένας λαός όλο και περισσότερο άρχισαν να ονομάζονται Έλληνες λόγω της επικοινωνίας (της συναναστροφής), όμως τό όνομα αυτό για πολύ τουλάχιστον διάστημα δεν είχε τη δύναμη να επικρατήσει σε όλους. Αποδεικνύει δε τούτο προ πάντων ο Όμηρος, διότι, αν και υπήρξε πολύ μεταγενέστερος και από τα Τρωικά ακόμη, πουθενά δε μεταχειρίσθηκε το όνομα Έλληνες για όλους, όσοι εκστράτευσαν ούτε για άλλους, παρά μόνο για τους στρατιώτες του Αχιλλέως που ήλθαν από τη Φθιώτιδα, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΒΕΒΑΙΩΣ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ. Αποκαλεί δε στα ποιήματά του τους εκστρατεύσαντες Δαναούς, Αργείους, Αχαιούς. Επίσης δεν έχει κάνει χρήση του όρου «βάρβαροι», διότι, κατά τη γνώμη μου, το όνομα Έλληνες δεν είχε ακόμη χωρισθεί ως μία αντίθετη ονομασία.
Τελικό συναγόμενο συμπέρασμα
Εν πάση περιπτώσει, τόσο η εμπεριστατωμένη μελέτη των ομηρικών αποσπασμάτων όσο και η άποψη κραταιών σκαπανέων, ανασκαφέων, αρχαιολόγων του τόπου προβληματίζουν και τον πλέον δύσπιστο αναγνώστη και πείθουν τον απροκατάληπτο, αντικειμενικό αμερόληπτο μελετητή ότι η υποδεικνυόμενη στην παρούσα εργασία θέση αποτελεί εστία κεφαλαιώδους σημασίας και έδρα, κατ’ εμέ, του ισχυροτάτου ηγεμονικού γένους των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων, εφάμιλλης ισχύος με εκείνου των Ατρειδών στις Μυκήνες.
--------------------------------------------
Ανελών (μετοχή αορ. β΄του αναιρώ= αφαιρώ)
Αέκοντος= άκοντος (γεν. Ενικ.). Άκων, -ουσα, -ον= χωρίς τη θέληση. (ακούσια# εκούσια)
Εμείο (γεν. ενικ.)= εμού
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Απ’ όσα όμως έχω στο γοργό μαύρο καράβι, δε θα μου πάρεις τι-ποτε χωρίς τη θέλησή μου.
Απόσπασμα 4
B, στίχοι 683-686
Οἳ τ’ εἶχον Φθίην ἠδ’ Ἑλλάδα καλλιγύναικα. Μυρμιδόνες δέ καλεῦντο καί Ἓλληνες καί Ἀχαιοί τῶν αὖ πεντήκοντα νεῶν ἦν ἀρχός Ἀχιλλεύς. Ἀλλ’ οἳγ’ οὐ πολέμοιο δυσηχέος ἐμνώοντο.
Λεξιλογικά σχόλια
Οί= αυτοί, όσοι
ηδέ= και (αγγλ and)
καλεύντο= εκαλούντο, ονομάζονταν
άρχος= άρχων, αρχηγός
τών= αυτών
αύ= πάλι
νεών= πλοίων (π.χ. νεώριο)
εμνώοντο> μνάομαι, μνώμαι (=έχω κατά νούν), -, μνη-, π.χ. μνήμη
δυσηχής= κακόηχος, απαίσιος (δυς, ήχος)
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
(Συμμετείχαν στην Τρωική εκστρατεία) και όσοι κατείχαν τη Φθία και την Ελλάδα με τις ωραίες γυναίκες. Αυτοί ονομάζονταν Μυρμιδόνες και Έλληνες και Αχαιοί. Αρχηγός τους ήταν ο Αχιλλεύς με 50 πολεμικά πλοία. Αλλά αυτοί δεν είχαν κατά νου (δεν επιθυμούσαν) τον απαίσιο πόλεμο.
Απόσπασμα 5
Ι, στίχοι 356....364
Νῦν δ’ ἐπεί οὐκ ἐθέλω πολεμιζέμεν Ἒκτορι δίῳ, αὒριον ἱρά Διί ῥέξας καί πᾶσι θεοῖσιν, νηήσας εὖ νῆας, ἐπήν ἃλαδε προερύσσω, ὂψεαι, ἢν ἐθέλησθα, καί αἲ κέν τοι τά μεμήλη, ἦρι μάλ’ Ἑλλήσποντον ἐπ’ ἰχθυόεντα πλεούσας νῆας ἐμάς, ἐν δ’ ἂνδρας ἐρεσσέμεναι μεμαῶτας εἰ δέ κεν εὐπλοίην δώῃ κλυτός Ἐννοσίγαιος, ἢματι κε τριτάτω Φθίην ἐρίβωλον ἱκοίμην. Ἒστι δέ μοι μάλα πολλά, τά κάλλιπον ἐνθάδε ἒῤῥων.
Λεξιλογικά σχόλια
Πολεμιζέμεν=πολεμείν (απαρ)
Ιρά =ιερά
Νηέω=σωρεύω, φορτώνω
Άλαδε=εις άλα=στη θάλασσα
Αι κεν τοι τα μεμήλη= αν αυτό σε ενδιαφέρει
Ήρι (επίρρ)= πρωί
Ερέσσω= κωπηλατώ
Μεμαώτας= που επιθυμούν, πρόθυμους
Ήματι τριτάτω= μετά τρεις ημέρες
Ερίβωλος= εριβώλαξ= γόνιμη
Μεταφορα στη Νέα Ελληνική
Αλλά τώρα, επειδή δε θέλω να πολεμώ, αφού προσφέρω αύριο θυσία στο Δία και σε όλους τους θεούς και φορτώσω καλά τα πλοία και τα οδηγήσω (τα ρίξω) στη θάλασσα, θα δεις, άν θέλεις και σε νοιάζει, τα πλοία μου να πλέουν στόν Ελλήσποντο με τα πολλά ψάρια και τους ναύτες μου να κωπηλατούν. Και, εάν ο κοσμοσείστης μας εξασφαλίσει εύπλοια (καλό ταξίδι), την τρίτη ημέρα θα φθάσω στη γόνιμη Φθία. Έχω εκεί πολλά πλούτη, που για τη δυστυχία μου άφησα και ήλθα εδώ.
Απόσπασμα 6
Ι, στίχοι 393-396
Ἢν γάρ δή με σόωσι θεοί και οίκαδ’ ἳκω-μαι, έπειτα, Πηλεύς θήν μοι ἒπειτα γυναῖκα γαμέσσεται αὐτός. Πολλαί Ἀχαιΐδες εἰσίν ἀν’ Ἑλλάδα τε Φθίην τε, κοῦραι ἀριστήων, οἳτε πτολίεθρα ῥύονται.
Λεξιλογικά σχόλια
σόωσι ( γ΄πληθ.). Σώω= σωζω, διασώζω, διαφυλάσσω, διατηρώ (σω- σώος, σωτήρας, σωτηρία
ικνούμαι= αφικνούμαι= φθάνω (άφιξη)
θην (μόριο)= δη, βεβαίως, δα
γαμέσσεται (μέλλ.). Γαμώ= νυμφεύομαι (γάμος, γαμβρός)
κούρη= κόρη
αριστήων= αρίστων
πτολίεθρον= πόλη (πτόλις, πόλις)
ρύομαι= σώζω, διασώζω, διαφυλάσσω
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Αν με συντρέξουν (βοηθήσουν) οι θεοί και φθάσω στην πατρίδα, έπει-τα ο ίδιος ο Πηλεύς θα μου βρει βέβαια γυναίκα. Πολλές κοπέλες βρίσκονται στη Φθία στην Ελλάδα, κόρες ανθρώπων δυνατών που κυβερνούν τις πόλεις.
Απόσπασμα 7
Ι, στίχοι 478- 480 και 484-485
(Ο γέρος Φοίνιξ, άλλοτε διδάσκαλος του μικρού Αχιλλέως στη ρητορική και πολεμική τέχνη απευθύνεται στον ήρωα):
Φεύγον έπειτα απάνευθε δι’ ευρυχόροιο Ελλάδος, εξικόμην δέ εριβώλακα Φθίην, μητέρα μήλων, ες Πηλήα άνακτα... καί μέ έθηκε αφνειόν, ώπασε δε μοι πολύν λαόν. Ναίον δε εσχατιήν Φθίης, ανάσσων Δολόπεσσιν.
Λεξιλογικά σχόλια
Φεύγον= έφευγον
Απάνευθε= μάκράν, χωριστά (από, άνω, -θεν)
Ευρύχορος= ευρύχωρος, εκτεταμένος//που έχει ευρείς τοπους προς χορό
Μήλον= πρόβατο
Άναξ= βασιλιάς
Αφνειός= πλούσιος
Ώπασε. Οπάζω= παρέχω, προσθέτω
Ναίον= έναιον= κατοικούσα. Ναίω= οικώ, διαμένω (ναός)
Εσχατιή= εσχατιά, το έσχατον μέρος, το όριο, το άκρο (έσχατος)
Ανάσσω= βασιλεύω (άναξ, ανάκτορο, παντάνασσα)
Μεταφορά στη Νέα Ελληνική
Έπειτα έφευγα διά μέσου της ευρύχωρης Ελλάδος και έφθασα στη γόνιμη Φθία την εκτρέφουσα μεγάλο αριθμό ποιμνίων στο βασιλιά Πηλέα ... και μ’ έκανε πλούσιο, μου έδωσε πολύ κόσμο. Σε άκρη της Φθίας έμενα, άρχοντας των Δολόπων.
Απόσπασμα 8
Π, στίχοι 167- 176
Πεντήκοντ’ ήσαν νήες θοαί, ήσιν Αχιλλεύς ες Τροίην ηγείτο Διί φίλος. Εν δ’ άρ’ εκάστη πεντήκοντ’ ήσαν ανδρες επί κληίσιν εταίροι. Πέντε δ΄άρ’ ηγεμόνας ποιήσατο τοίς επεποίθει, σημαίνειν. Αυτός δέ μέγα κρατέων ήνασσεν. Της μέν ιής στιχός ήρχε Μενέσθιος αιολοθώρηξ, υιός Σπερχειοίο, Διιπετέος ποταμοίο. Ον τέκε Πηλήος θυγάτηρ, καλή Πολύδώρη, Σπερχειώ ακάμαντι, γυνή θεώ ευνηθείσα...
Λεξιλογικά σχόλια
Νήες= πλοία (π.χ. νεοελλ. νηολόγιο)
Θοός= ταχύς (π.χ. νεοελλ. Βοηθέω,-ώ=τρέχω σε βοή, φωνή
Ήσιν (δοτ. πληθ.)= αίς= με τις οποίες
Διί: δοτ. ενικ. του Ζεύς (π.χ. νεοελλ. Στύλοι ολυμπίου Διός)
Κληίσιν (δοτ. πληθ), κλείς= κλειδί, σύρτης, κουπί
Επεποίθει (υπερσ. του πείθομαι, νεοελλ, πεποίθηση)
Ήνασσεν. Του ανάσσω= βασιλεύω (νεοελλ. ανάκτορο)
Στιχός: γεν. ενικ,. του στιξ= στίχος, σειρά, τάξη
Ιής= μιάς
Αιολοθώρηξ= που έχει θώρακα αίολο, ακτινοβόλο, λαμπρό
Διιπετής (διός, πίπτω)= ουρανόπεμπτος, επίθ. των ποταμών ως παραγομένων από τη βροχή
Τέκε= έτεκε=γέννησε
Πηλήος= Πηλέως
Καλή= ωραία
Ακάμας, -ντος (νεοελλ. ακάματος)=ακούραστος, αεικίνητος
Ευνηθείσα, του ευνάω (νεοελλ. ευνούχος)=«πλαγιάζω»
Απόδοση στη Νέα Ελληνική
Πενήντα ήταν το ταχύπλοα πλοία, με τα οποία ο Αχιλλεύς, ο αγαπητός του Δία, ήλθε στην Τροία. Μέσα στο καθένα έστεκαν (υπήρχαν, υπηρετούσαν) πενήντα άνδρες (κωπηλάτες) σύντροφοι στα κουπιά. Όρισε πέντε αρχηγούς, τους οποίους εμπιστευόταν πλήρως, να δίνουν τις εντολές. Κι αυτός (ο Αχιλλεύς) είχε το γενικό πρόσταγμα. Στον ένα λόχο ήταν αρχηγός ο Μενέσθιος με τον αστραφτερό θώρακα, παιδί του Σπερχειού, του θεϊκού ποταμού. Αυτόν τον γέννησε η ωραία Πολυδώρη, η κόρη του Πηλέως, γυναίκα που συνευρέθηκε με θεό, τον ακούραστο Σπερχειό...
Από την επιμελή μελέτη των αποσπασμάτων προκύπτουν τα εξής:
α) τό μέτρο της ναυτικής ισχύος των Μυρμιδόνων
β) ότι ήταν προηγμένη η ναυπηγική τέχνη,
γ) ότι όντως η Φθία ήταν εκτενής και «βωτιάνειρα», αφού είχαν εκστρατεύσει 50Χ50= 2500 ναύτες
δ) ότι ήλεγχε όλη την Όθρυ προς υλοτομία και κατασκευή πλοίων,
ε) ότι όφειλε να έχει ισχυρό προκεχωρημένο φυλάκιο, παρατηρητήριο προς έλεγχο του μεγάλου, πολυάριθμου στόλου,
ς) ότι όφειλε να διαθέτει μεγάλο φυσικό λιμάνι προς ελλιμενισμό του στολου.
ζ) ότι η αναφορά στο Σπερχειό προδίδει ανεπιφύλακτα ότι η επικράτεια του μεγίστου, του κορυφαίου των ηρώων της Τρωικής εκστρατείας, Αχιλλέως, εκτεινόταν μέχρι τα ΝΔ της Λαμίας. Ο Σπερχειός συνδέεται απ’ ευθείας με το ηγεμονικό γένος του Πηλέως, πατέρα του Αχιλλέως.
3. Ετυμολογία βασικών όρων. Προβαίνω σε σύντομη διερεύνηση της ετυμολογίας των όρων Φθία, Φθιώτις (-ιδα), Αχιλλεύς, Όθρυς.
Φθία, λέξη αγνώστου ετυμολογίας, προφανώς προελληνική. Αδύνατη η συσχέτιση με το ρήμα φθίνω, δεδομένου ότι δεν υφίσταται νοημα-τική συνάφεια. Το παραγόμενο εθνικό ουσιαστικό: ο Φθιώτης, -του. Θηλυκό: η Φθιώτις, της Φθιώτιδος. Τα εθνικά ουσιαστικά είναι κυρίως επίθετα με παράλειψη του ουσιαστικού χώρα, γλώσσα, γυναίκα, ανδρας, κ.λ.π. Εδώ: η Φθιώτις χώρα. Συνεπώς Φθία και Φθιώτις, λογιότερα, ή Φθιώτιδα, λαϊκότερα, συμπίπτουν.
Αχιλλεύς, ομοίως αγνώστου ετυμολογίας. Ασφαλώς έχουν προταθεί ορισμένες ελάχιστες απόψεις, των οποίων κρίνω περιττή την αναφορά.
Όθρυς, λέξη προελληνική, αγνώστου ετύμου και σημασίας, όπως η Ευβοϊκή Δίρφυς, που καταλήγει όμοια, ή τα ονόματα των περισσότερων ελληνικών ορέων: Υμηττός, Πάρνης, Παρνασσός, Πίνδος, Πάρνων, κ.λ.
Ότι είναι προελληνικής καταγωγής, διόλου παράδοξο. Εκατοντά-δες λέξεις της Ελληνικής παρελήφθησαν από τους προέλληνες κατοίκους της Βαλκανικής χερσοννήσου, Κάρες, Λέλεγες, Πελασγούς και περιελήφθησαν στο Ελληνικό λεξιλόγιο, π.χ. Αθήναι, Θήβαι, Αμάρυνθος, Κόρινθος, Κάρυστος, Γαργηττός, Οδυσσεύς, Ιλισός, κ.λ.
Επί του προκειμένου ο σοφός πανεπιστημιακός μου καθηγητής Γ. Κουρμούλης στο βιβλίο του υπό τίτλο «Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσης», σελ. 31 παρατηρεί: «...μαρτυρούν περί της υπάρξεως προελληνικής ενιαίας γλώσσης εν Ελλάδι και μικρά Ασία περισωθείσαι τοπωνυμίαι και κύρια ονόματα, μη ερμηνευόμενα εκ της Ινδοευρωπαϊκής* (στην οποία ανήκει και η Ελληνική) γλωσσικής παραδόσεως.
Όσο για το άλλο θέμα, της απεγνωσμένης προσπάθειας μερικών να συσχετίσουν βιαίως λέξεις αγνώστου ετύμου με άλλες ελληνικές, έτερος καθηγητής μου, ο Κωνσταντίνος Μερεντίτης στο βιβλίο του «Η απλουστάτη πρότασις των κλασσικών γλωσσών», σελ. 124, σημειώνει: «Τοιαύταί τινες (= κάτι τέτοιες) ετυμολογικαί διασαφήσεις των λέξεων ανακαλούν απροαιρέτως (= αυθόρμητα) εις την μνήμην μας την λαϊκήν ετυμολογικήν εξήγησιν του «χαλβά», σύμφωνα με την οποία η λέξις αύτη προήλθε εκ συμφύρσεως της φράσεως «χαλαρώς βαίνω»!
4. Η Σύγχρονη Φθία, Φιώτιδα. Βεβαίως σήμερα για λόγους Διοι-κητικών αναγκών η Φθιώτιδα, ο νομός Φθιώτιδας, καταλαμβάνει πολύ μεγάλη έκταση, άγνωστη στους αρχαίους χρόνους. Εκτείνεται από το Κάστρο της Βοιωτίας, αμέσως μετά την αποξηρανθείσα ήδη από τους μυκηναϊκούς χρόνους Κωπαΐδα, μέχρι τον Άγιο Γεώργιο Τυμφρηστού, ενώ ΒΑ λίγα χιλιόμετρα μετά την Πελασγία. Σην αρχαιότητα στη Δ Φθιώτιδα κατοικούσαν οι Αινιάνες. Εκατέρωθεν της Λαμίας η περιοχή ονομαζόταν Μαλλίς, εξής Μαλιεύς ή Μηλιεύς κόλπος, ο σήμερα Μαλιακός, και η πόλη Μαλία και αργότερα Λαμία με αμοιβαία μετάθεση ερρίνου (μ) και υγρού (λ). Στην περιοχή των Θερμοπυλών κατοικούσαν οι Λοκροί οι Επικνημίδιοι, ενώ της Αταλάντης οι Οπούντιοι. Σήμερα η επαρχία Λοκρίδος με πρωτεύουσα την Αταλάντη.
5. Η (πιθανή) επικράτεια του βασιλικού γένους του Πηλέως, του Αχιλλέως, των προγενεστέρων και μεταγενεστέρων τους.
Στον Όμηρο, τον οποίο η σύγχρονη ιστορική και φιλολογική επιστήμη αναγνωρίζει ως ιστορικό (*), ο Αχιλλεύς, κατά τη γνωστή διαμάχη με τον Αγαμέμνονα, βεβαιώνει ότι αποσύρεται από τις πολεμικές επιχειρήσεις και απειλεί ότι σε τρεις ημέρες μπορεί να φθάσει στην ερίβωλο Φθία (απόσπ. 1 και 5): «Την τρίτη ημέρα θα φθάσω στη γόνιμη Φθία». Είχε στη διάθεσή του 50 πολεμικά πλοία, τριήρεις, μεγάλο αριθμό, τη στιγμή που επτά Ευβοϊκές πόλεις συμμετείχαν με 40. Το γεγονός ότι διέθετε ισχυρή ναυτική δύναμη, ευθύς αμέσως αποκλείει ως τόπο εξορμήσεως την κεντρική Θεσσαλία, αφού, κατά κοινή φιλολογική παραδοχή, από την παραλιακή (Θεσσαλία) απέπλεαν ο Πρωτεσίλαος (περιοχή Αγχιάλου), ο Εύμηλος (περιοχή Βόλου), ο Φιλοκτήτης (περιοχή Πηλίου) και ο Ευρύπυλος (περιοχή Φαρσάλων-Λαρίσης).
Εν ολίγοις, εάν ή επικράτεια του Αχιλλέως ήταν εκεί, μεταξύ κεντρικής και νοτίου Θεσσαλίας, τότε:
ούτε θα αναφερόταν σε «μάλα πολλά ούρεα σκιόεντα», καθ’ ότι ανύπαρκτα στη Θεσσαλική πεδιάδα
ούτε θα είχε πρόσβαση σε επίνειο πρός την πλευρά του Παγασητικού κόλπου λόγω κυριαρχίας των αναφερθέντων προηγουμένως άλλων, στο μεταξύ διάστημα, αυτόνομων Ελληνικών βασιλείων.
Ότι θα επέστρεφε διά θαλάσσης είναι αναντίρρητο, αφού το δηλώνει ρητά (απόσπ. 2): «Είναι προτιμότερο να επιστρέψω στην πατρίδα μου με τα καμπύλα μου πλοία».
Υποθέτω, επαναλαμβάνω, υποθέτω ότι, εφ’ όσον αποκλείσθηκε ο απόπλους από τον Παγασητικό, επίνειο της επικράτειάς του υπήρξε η αρχαία παραλιακή πόλη, (τα) Φάλαρα, σημερινή Στυλίδα ή, εν πάση περιπτώσει, μικρή πόλη κειμένη μεταξύ της Λαμίας και της Στυλίδος.
Αριστερά των Φαλάρων (Στυλίδος), όπου η Αγία Μαρίνα και το Αυλάκι, δεν προσφέρεται προς ναύσταθμο, επειδή κατέρχεται ορμητικός από την Όθρυ ο μεγάλου μήκους ποταμός, το Δριστελόρεμα, που πηγάζει από το Δρίστελο εις ύψος 1300 μ, κινεί το βακούφικο υδρόμυλο εγγύς της ερειπωμένης μονής του Αγίου Δημητρίου και τον υδρόμυλο του Ελασσόνα στο Αυλάκι και καταλήγει στις Χαμόλευκες αριστερά της Αγίας Μαρίνας. Επαναλαμβάνω ότι σε εκβολές χειμάρρων ή ποταμών δε λειτουργούν αγκυροβόλια προς ασφάλεια του στόλου.
Επίσης η ρητή δήλωση του Αχιλλέως: (απόσπ. 1), «(Οι Τρώες) ου πώποτε ήλασαν εμάς βούς ουδέ ίππους ουδέ εδηλήσαντο ποτέ καρπόν εν Φθίη εριβώλακι βωτιανείρα, επεί ή (=υπάρχουν, μεσολαβούν) μεταξύ μάλα πολλά ούρεα σκιόεντα και ηχήεσσα θάλασσα» μαρτυρεί ότι μεταξύ της Φθίας και των Τρώων «μεσολαβούν πάρα πολλά σκιερά και άγρια βουνά και πολυτάραχη θάλασσα». Ασφαλώς το Αιγαίο πέλαγος. Αυτό το σημείο είναι λίαν καθοριστικό για τον προσδιορισμό της επικράτειάς του.
Μολονότι, όπως κατωτέρω θα φανεί, ανήκε στην επικράτεια η μεταξύ Λαμίας και Σπερχειού περιοχή, εν τούτοις
η έδρα δεν είναι δυνατό εκεί να αναζητηθεί, επειδή δε μεσολαβούν «σκιόεντα ούρεα». Εκεί τα όρη είναι ανύπαρκτα.
Εξ άλλου στις εκβολές ποταμών, μικρών ή μεγάλων, όπως εδώ του Σπερχειού, δεν ελλιμενίζονται πλοία. Δε νοούνται λιμενικές εγκαταστάσεις, λιμενικά έργα σε εκβολές ποταμών.
Συνεπώς οφείλομε να κινηθούμε προς Βορράν της γραμμής Λαμίας-Στυλίδος και βασίμως να υποθέσομε ότι η «ερίβωλος Φθία, η μητέρα μήλων (=ή έχουσα πλήθος ποιμνίων), ή έχουσα βους και ίππους, ή βωτιάνειρα (=η ικανή να εξασφαλίζει τροφή και πολυάνθρωπος) και προ πάντων η προφυλασσόμενη από εχθρικές επιδρομές λόγω «τών μάλα πολλών σκιοέντων ουρέων» (των πάρα πολλών σκιερών και άγριων βουνών) είναι η εκτενής και πλουσία και γόνιμη ημιπεδινή περιοχή βορείως της οροσειράς της Όθρυος. Αυτήν την οροσειρά έχει κατά νουν ο Αχιλλεύς, όταν κάνει λόγο για τα σκιερά και άγρια βουνά που πρέπει να διασχίσει, όποιος φιλοδοξήσει να κινηθεί εχθρικά κατά της επικράτειάς του.
Βεβαίως σε βιβλίο του ΟΕΔΒ, «Η Ιλιάδα του Ομήρου», εκλογές, Β΄ Λυκείου, 1979, σελ. 112, ο όρος «ούρεα σκιόεντα» σχολιάζεται ως εξής: «Ψηλά και δύσβατα τα Θρακικά και Μακεδονικά βουνά χωρί-ζουν τη χώρα των Τρώων από τη χώρα του Αχιλλέα». Αυτά όμως τά βουνά δεν αποτελούσαν εμπόδιο για τους Τρώες εν προκειμένω, διότι οι κινήσεις, φιλικές ή επιθετικές, διεξάγονταν διά θαλάσσης (ηχήεσσα θαλασσα). Το σχόλιο αφελές και εσφαλμένο. Επιπλέον: Το βασικότερο εμπόδιο ήταν οι πολεμικοί Θράκες, οι Κίκονες (όπου η Δ. Θράκη) και οι Παίονες (όπου η Θεσσαλονίκη), από τις χώρες των οποίων ήταν υποχρεωμένοι οι Τρώες να διέλθουν από Βορρά.
Συνεπώς διατείνομαι ότι η περιφέρεια των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων είναι η περί την Όθρυν περιοχή και, φυσικά, η ίδια η Όθρυς. Συγκεκριμένα το τετράγωνο που ορίζεται προς Ν από Λαμία έως Πελασγία, πρός Α από Πελασγία έως προ του Αλμυρού, προς Β από το μέσο μεταξύ Αλμυρού και Σούρπης έως Πουρνάρι, Αγραπιδιά και Βαρδαλί, προς Δ από τα χωριά αυτά έως το πολύ στη Λαμία.
Όντως αυτή ήταν η επικράτεια του Πηλέως και των προπατόρων του και, φυσικά, κατά διαδοχή, του γιού του, Αχιλλέως και των επιγόνων του, εάν αποτελεί μύθο ο θάνατός του στην Τροία. [Εξ άλλου ο ιστορικός ποητής Όμηρος δεν αναφέρεται στο θάνατο του Αχιλλέα].
Στα κείμενα που ακολουθούν η περιοχή χαρακτηρίζεται «ερίβωλος, εριβώλαξ», δηλαδή γόνιμη, αποδοτική, όπως βλέπομε στα αποσπάσματα 1 και 5. Είναι το έδαφος, κατά την άροση του οποίου σχηματίζονται πολλά και ογκώδη τμήματα χώματος, «σβώλοι, σβούλια».
Η γονιμότητα της Φθίας, πόλεως και ταυτοχρόνως εκτενούς περι-φερείας, τονίζεται και σε άλλο σημείο του έπους, λ.χ. στο Π της Ιλιάδος, στίχος 596. «Γλαύκος δε πρώτος, αγός ασπιστάων Λυκίων, ετράπετο, έκτεινε δε Βαθυκλήα μεγάθυμον, φίλον υιόν Χάλκωνος, ός ναίων Ελλάδι οικία, μετέπρεπε Μυρμιδόνεσσιν όλβω και πλούτω» (= Αλλά ο Γλαύκος (Τρώας μαχητής), ο αρχηγός των ασπιδοφόρων Λυκίων, εστράφη πρώτος και σκότωσε το μεγαλόψυχο Βαθυκλή, τον αγαπητό γιό του Χάλκωνος που ζούσε στην Ελλάδα (πόλη της επικράτειας του Αχιλλέως) και διέπρεπε (ήταν πρώτος) μεταξύ των Μυρμιδόνων στον πλούτο και την περιουσία).
Η υποστηριζόμενη πρόταση ενισχύεται και από το χαρακτηρισμό «μητέρα μήλων», περιοχή εκτρέφουσα πλήθος ποιμνίων, προβάτων. (Μήλον=πρόβατο. Μηλωτή= προβιά, ένδυμα ή σκέπασμα από δέρμα προβάτου). Τα πρόβατα δέ βόσκουν σε «ούρεα σκιόεντα», σκιερά και άγρια βουνά, αλλά σε πεδινά ή ημιορεινά, λοφώδη και χλοερά εδάφη, όπως η Φθία που εκτείνεται μετά τους πρόποδες της βορινής αλλά ηλιόλουστης Όθρυος.
Είναι τέλος πάντων η περιοχή που εκτείνεται Α του 22ου χιλιομέτρου της παλαιάς εθνικής οδού Λαμίας Δομοκού, όπου τα χωριά Κάτω Παλαμάς, Μακρολίβαδο, Μελιταία, Φυλιαδών, Νεοχώρι, Ανάβρα (τόπος, όπου αναβλύζει πολύ νερό. Αναβρύω> αναβρύζω. Αναβλύω> αναβλύζω. Βρύση, βρύα, Ανάβρυτα, Καλάβρυτα, Ανάβρα. Εκεί είναι οι πηγές του Ενιπέως, παραπόταμου του Πηνειού.), Πολυδένδρι, Μαντασιά, Καρυές, Νέα Μάκριση, Σκοπιά. Εν πάση περιπτώσει η σχεδόν πεδινή έκταση που εκτείνεται ΒΑ της αποξηρανθείσης λίμνης Ξυνιάδος και άπτεται της Θεσσαλικής πεδιάδος με όριο ίσως τα σημερινά χωριά, Βαρδαλί, Πετρωτό, Δενδροχώρι, Νεράιδα. Αριστερά της περιοχής αυτής βρισκόταν η λίμνη Ξυνιάς, αποξηρανθείσα οριστικά τα μέσα του προηγούμενου αιώνος, λίμνη της οποίας το ανατολικό όριο την εποχή εκείνη έφθανε μέχρι τη γραμμή από το 22ο χιλιόμετρο, κόμβο προς Παλαμά, Μελιταία, κ.λ. έως τα Μεταλλεία.
Ασφαλώς και η Ξυνιάς λίμνη περιλαμβανόταν στο βασίλειό του, όπου σήμερα τα παραλίμνια χωριά, Ομβριακή, Παναγιά, Μακρυρράχη, Περιβόλι, Κορομηλιά, Άγ. Στέφανος, Ξυνιάδα, Άγ. Γεώργιος. Ιδού οι ενδείξεις-αποδείξεις: Στο απόσπασμα 7 ο γηραιός Φοίνιξ, διδάσκαλος άλλοτε του Αχιλλέως απευθυνόμενος στον ήρωα αναφέρει ότι ο πατέρας του, ο Πηλεύς του παραχώρησε «την εσχατιήν Φθίην» την εσχάτην Φθίαν, στην άκρη της Φθιώτιδος, για να άρχει ως βασιλεύς των Δολόπων. Ποια είναι η περιοχή αυτή; Την απάντηση θα δώσει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στα «Αργοναυτικά» του (αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, διευθυντής της βιβλιοθήκης Αλεξανδρείας, του 3ου αιώνος π.Χ.): «Ήλυθε δέ αύ Μόψος Τιταρήσιος, όν περί πάντων Λητοϊδης εδίδαξε θεοπροπίας οιωνών ηδέ καί Ευρυδάμας Κτιμένου παίς άγχι δε λίμνης Ξυνιάδος Κτιμένην δολοπίδα ναιατάασκεν» (=Ήλθε και ο Τιταρήσιος ο Μόψος, στον οποίο ο Απόλλωνας δίδαξε όλες τις προφητείες των οιωνών και ο Ευρυδάμας του Κτιμένου που κατοικούσε κοντά στη λίμνη Ξυνιάδα, στην δολοπική Κτιμένη, στην Κτιμένη, έδρα των Δολόπων). H Δολοπία ανήκε στην εξουσία του Πηλέως, την οποία παραχώρησε στο Φοίνικα. Φαίνεται δε ότι ήταν πολυάνθρωπη, αφού είχε «πολύν λαόν». Άρα το έσχατο όριο της Φθίας υπήρξε η Μακρυρράχη Δομοκού.
Να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι ο Απολλώνιος, ως διευθυντής της βιβλιοβριθούς βιβλιοθήκης υπήρξε πακτωλός πολλών αρχαίων γνώσεων, κινητή βιβλιοθήκη, κατά την επιτυχή έκφραση συναδέλφου μου.
Ασφαλώς στην επικράτειά του ανήκε ο μέγας, ο πελώριος ορεινός όγκος της Όθρυος, που επέτρεπε την υλοτομία για την κατασκευή του ισχυρού στόλου των 50 τριήρων, με τις οποίες έπλευσε μέχρι την Τροία, και άλλων πολλών, που ελλιμενίζονταν στο επίνειό του για αμυντικούς ή εμπορικούς και διαμετακομιστικούς λόγους κατά τη μακρά απουσία του.
Η Όθρυς εξ άλλου, η πλούσια σε νερά και χλόη, έτρεφε τα πολλά ποίμνια (μητέρα μήλων), τα βοοειδή και τους ίππους, για τους οποίους καυχάται ο Αχιλλεύς (εμάς βους ουδέ ίππους) (απόσπ.1).
Άφθονα ρέουν τα νερά στην προικισμένη από τη φύση Όθρυ. Έχω υπόψη μου ορισμένα:
Στο 16ο χιλιόμετρο της οδού Λαμίας– Δομοκού η πηγή Αχιλλέως επί της Όθρυος, παμπάλαιο τοπωνύμιο που αποδίδει τη γνώση των ανθρώπων ότι ανήκε στην επικράτειά του.
Τρία χιλιόμετρα Α της σε ευθεία γραμμή, σε ύψος 1000μ αστείρευτη πηγή, όπισθεν της Μονής Γεννήσεως της Θεοτόκου, Αντινίτσης.
Προ του ανακτόρου των Μυρμιδόνων, κατά τη γνώμη μου, της λεγόμενης ακροπόλεως της Μελιταίας, τα πηγαία νερά αφθονούν.
ΝΑ της Ανάβρας (<αναβρύω), σε απόσταση λίγων μέτρων, πηγάζει ποταμός, ο Ενιπεύς.
Στην απόληξη της Όθρυος πρός Μαγνησία το χωριό Βρύναινα (<βρύω, αναβρύω, αναβλύζω) και σε μικρή απόσταση η Άνω και Κάτω Μονή Ξενιάς (Κοιμήσεως της Θεοτόκου και Αγίου Νικολάου αντιστοίχως), όπου τα άφθονα πηγαία νερά ρέουν ακατάπαυστα).
Φρονώ ότι δι’ ολίγων έχει προσδιορισθεί επαρκώς ό χώρος της βασιλείας του.
Β. Ποιά ήταν ή έδρα της επικράτειάς του;
Είμαι πεπεισμένος ότι έδρα της εκτενούς, για τα δεδομένα της εποχής εκείνης, επικρατείας υπήρξε, όπου σήμερα ο ισχυρός, φύσει οχυρός, επιβλητικός και μεγαλειώδης περίβολος νοτίως της Μελιταίας, φερομένης στις αρχαίες πηγές με τα ονόματα Μελίτεια ή Μελίτη, σε απόσταση 3 περίπου χιλιομέτρων, εγγύς της Μονής της Αγίας Τριάδος, εις ύψος 700 μ.
Ότι αυτή είναι η έδρα του βασιλικού εκείνου γένους των Μυρμιδόνων, Αχαιών, Ελλήνων συνηγορούν τα εξής:
1. Βρίσκεται στο τέλος της προς βορειοδυτικά κορυφογραμμής της Όθρυος στο πλησιέστερο σημείο με το πιθανό επίνειό της, τα Φάλαρα, νύν Στυλίδα. Εάν ο μελετητής αυτής της εργασίας δυσπιστεί θεωρώντας ότι η απόσταση είναι μεγάλη μεταξύ έδρας και επινείου, τον καλώ να παρατηρήσει ότι μεταξύ Σπάρτης και του αρχαίου επινείου της, του Γυθείου, η απόσταση είναι σχεδόν διπλάσια.
2. Η θέση παρέχει πλήρη εποπτεία και έλεγχο της «εριβώλου Φθίας, της μητρός μήλων», η οποία κυριολεκτικά εκτείνεται, απλώνεται στα «πόδια» της πανίσχυρης ακροπόλεως.
3. Τα πηγαία νερά είναι πολλά σε απόσταση αναπνοής από τα ανασκαφέντα και ελθόντα εις φως ανάκτορα, αναγκαία για την ύδρευση του βασιλικού γένους και του ανακτορικού προσωπικού, τον ποτισμό των ποιμνίων, των υποζυγίων, των βοοειδών, των μάχιμων και των μεταφορικών ίππων.
4. Μεταξύ της έδρας και του επινείου δεσπόζει το ισχυρό οχυρό, τείχους ύψους 2μ πολυγωνικής και ισοδομικής τειχοποιίας, του αρχαίου Ναρθακίου, νυν Λιμογάρδι, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί προκεχωρημένο φυλάκιο της έδρας προς οπτικό έλεγχο της ναυτικής βάσεως των Φαλάρων. Είναι τόσο ευρύ και επιβλητικό το κάστρο του, ώστε μελετητής έσπευσε, βαθύτατα εντυπωσιασμένος, να δεχθεί ότι αυτή είναι η έδρα του βασιλικού γένους των Μυρμιδόνων. Διαφεύγει όμως στο μελετητή αυτό - τον ενθουσιασμό και την κατάπληξη του οποίου συμμερίζομαι - ότι ο Όμηρος λέγει ρητά και κατηγορηματικά ότι «μάλα πολλά ούρεα σκιόεντα» μεσολαβούν [παρεμβάλλονται] μέχρι «την ερίβωλον Φθίαν, τη μητέρα μήλων»[= τη γόνιμη και αποδοτική Φθία, την εκτρέφουσα πλήθος ποιμνίων]. Ωστόσο η έκτασή του, 46 στρέμματα έναντι 26 των Μυκηνών, αποδεικνύει το μέτρο, το βαθμό, το μέγεθος της ισχύος του βασιλικού γένους του Αχιλλέως. Εξ άλλου η δύναμή του προήρχετο από τη γεωργία (ερίβωλος Φθία) και την κτηνοτροφία (μητέρα μήλων), όχι από θαλάσσιες δραστηριότητες. Πολλά άκρως ενδιαφέροντα για το κάστρο του Ναρθακίου (Λιμογαρδίου) - προκεχωρημένου φυλακίου και παρατηρητηρίου του βασιλικού γένους των Μυρμιδόνων, κατά τη γνώμη μου – μπορεί ο ενδιαφερόμενος να αναγνώσει στην ιστοσελίδα: «Κάστρο Λιμογαρδίου, το αρχαίο Ναρθάκιον, η Φθία και τα ορυχεία χαλκού του Αχιλλέως». Παρακάμπτω τα εκεί παρατιθέμενα πολύτιμα και σημαντικά στοιχεία, επειδή άλλος είναι ο σκοπός της παρούσης εργασίας.
Τήν εκτίμηση, την άποψή μου, ότι η οχύρωση του Ναρθακίου λειτούργησε ως παρατηρητήριο του ναυστάθμου των Μυρμιδόνων/Αχαιών/ Ελλήνων, ενισχύει, πλην των άλλων, και το γεγονός της παρουσίας ιχνών άλλης οχυρώσεως μεταξύ της, κατά την ταπεινή μου γνώμη, έδρας του Αχιλλέως και του Ναρθακίου (νυν Λιμογάρδι). Πρόκειται για την οχύρωση του Ξηροβουνίου εις ύψος 1000 μ. περίπου, στο κέντρο της νοητής ευθείας που συνδέει το Νεοχώρι με τη Δίβρη, νότια της οποίας (οχυρώσεως) διέρχεται η παλαιά, η αρχαία στενωπός (ατραπός, δρομίσκος) που συνδέει τα ανάκτορα του ηγεμονικού γένους των Μυρμιδόνων με το προκεχωρημένο φυλάκιο του Ναρθακίου και το ναύσταθμο των Φαλάρων. Μάλιστα βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο μεταξύ της έδρας και του παρατηρητηρίου. Και γεννάται το ερώτημα: Ποιο σκοπό εξυπηρετούσε το απόμεμακρυσμένο εκείνο οχυρό; Καμία πόλη, κωμόπολη, οικισμός δε γειτνιάζει.
Έχει δε παρατηρηθεί και πιστοποιηθεί ότι οι οχυρώσεις, οι αμυντικές κατασκευές, οι τηλεπικοινωνιακοί πύργοι (φρυκτωρίες) κτίζονταν στο υψηλότερο σημείο των οικισμών ή, εν πάση περιπτώσει, πλησίον, ώστε να είναι δυνατή η άμεση και ταχεία καταφυγή ή ειδοποίηση του κοινού σε περίπτωση εχθρικών επιδρομών. Αυτό συμβαίνει με όλες της οχυρώσεις και τους τηλεπικοινωνιακούς πύργους, πλην του Άθω (επί του Αγίου όρους), ο οποίος όφειλε λόγω θέσεως και ύψους να δέχεται και να εκπέμπει μηνύματα από και προς όλα τα σημεία του ορίζοντος του Ελληνικού χώρου.
Συνεπώς πρόκειται για ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ έδρας και φυλακίου. Όλα αυτά προδίδουν το βαθμό, το μέτρο της ισχύος της επικράτειας των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων, ώστε όχι μόνο «πάγωσε» ο Τρωικός πόλεμος με την αποχή του Αχιλλέως αλλά και, προ παντός, έδωσαν το όνομά τους σε ολόκληρο το έθνος, όπως ρητά τονίζει ο Θουκυδίδης. Η Ελλάς της Φθιώτιδος έγινε η Ελλάς όλων μας εντός και εκτός χώρας, οικούντων και αποδήμων.
5. Σε απόσταση αναπνοής από τα ανάκτορα, στους πρόποδες της Όθρυος υπάρχουν χωριά που φέρουν πανάρχαια ονόματα, ομηρικής υφής, όπως Φυλιαδών, Μελιταία και, ανατολικότερα, Ανάβρα. Παράδειγμα: Ομήρου Οδύσσεια, ε, 476 «δοιούς δ’ άρ υπήλυθε θάμνους, εξ ομόθεν πεφυώτας. Ο μεν φυλίης ο δε ελαίης». (= και κρύφτηκε κάτω από δύο θάμνους που είχαν φυτρώσει στο ίδιο σημείο, αγριλιάς και ελιάς). Φυλλάς: ποιητικός τύπος της δάφνης. Συγγενείς τύποι: φυλλίς, φυλλίτις, φυλία= αγριλιά. Στη Νεοελληνική: φυλλάδα= πικροδάφνη. Φυλιαδών= τόπος, όπου αφθονούν φυλιάδες= αγριλιές ή πικροδάφνες. Ο όρος Χυλιαδού είναι παραφθορά, μετεξέλιξη του Φυλιαδών: Φυλιαδού> Χυλιαδού. Π.χ. φούχτα> χούφτα.
[δοιός-ή-όν= διττός, δύο // φυλίη= αγριλιά]
Φάλαρα (Π, 106): Ομφαλοί ή ασπιδίσκια κοσμούντα το εμπρόσθιο μέρος της περικεφαλαίας, παραγναθίδες (= μεταλλικά ελάσματα καλύπτοντα τις γνάθους, σαγόνια).
Ναρθάκιον < Ναρθήκιον. Υψηλό καλαμώδες φυτό με κοίλο στέλεχος, κοινώς «μαγκούτα», πλήρες εστεριώνης, την οποία και σήμερα χρησιμοποιούν ως ίσκα. Τα στελέχη χρησίμευαν και ως ράβδοι για το σωφρονισμό των παιδιών.
6. Έως εδώ επεχείρησα ασφαλείς, κατά τη γνώμη μου, βηματισμούς και λεπτούς συλλογισμούς στηριζόμενος στα στοιχεία του ιστορικού ποιητή Ομήρου. Καιρός να διερευνηθεί εάν η σκαπάνη των ειδικών, των αρχαιολόγων επιβεβαιώνει ή αίρει (ακυρώνει) την εκφρασθείσα, διατυπωθείσα άποψη.
Οι διενεργηθείσες τον Οκτώβριο του 1971 ανασκαφές από την αρχαιολόγο Αλεξ. Ιωαννίδου - Κουρέτσου έφεραν στο φως μεγάλα τμήματα πολυγωνικού τείχους περιβόλου, πλείστα όσα νομίσματα και Ασκληπιείο. Οι ανασκαφέντες κατώτεροι δόμοι του πανίσχυρου τείχους προδίδουν ότι εκεί υπήρξε η εστία λαμπρού βασιλικού γένους. Εντυπωσιακοί οι δόμοι, επιβλητικοί, μεγαλειώδεις, εφάμιλλοι σε όγκο και μέγεθος με αυτούς του Ναρθακίου. Το ανάκτορο αυτό φαίνεται ότι γνώρισε πολλούς αιώνες ακμής. Πλείστες οι αρχαιότητες, τα εντοιχισμένα αρχιτεκτονικά μέλη στη γειτονικό χωριό, που αποδεικνύουν ότι υπήρξε το ακμαιότερο και πολυπληθέστερο οικιστικό κέντρο των Μυρμιδόνων. Σε εκτενέστατο ανηρτημένο δημοσίευμα (www.kaliterilamia.gr), προϊόν ειδικού επιστήμονος αχαιολόγου, μεταξύ πλείστων άλλων στοιχείων και λεπτομερειών περιέχονται και τα εξής, τα οποία αυτολεξεί μεταφέρω προς επίρρωση (ενίσχυση) της απόψεώς μου.
1. «Η Ανασκαφική έρευνα του 1971 στο χώρο της αρχαίας ακροπόλεως επιβεβαίωσε την ανθρώπινη δραστηριότητα τουλάχιστον από την αρχαϊκή εποχή» (δηλαδή προ του 800 π.Χ.)
2. Οι αρχαιολόγοι, δεινοί μελετητές της περιοχής, Ν. Γιαννόπουλος (1866-1945) και Γ. Μπακαλάκης (δεκαετία 1950) εντόπισαν πλησίον του χώρου – τον οποίο, βασίμως ήδη και κατόπιν επιφοράς (προσκομίσεως) επαρκούς αποδεικτικού υλικού, θεωρώ έδρα της Φθίας – οικισμό της πρώιμης και μέσης εποχής του χαλκού, 2000-1600π.Χ.
Προσθέτω: Στίς 02/12/2018, Κυριακή, η Αικατερίνη Περιστέρη, αρχαιολόγος, υπεύθυνη των ανασκαφών του τύμβου «Καστά» Αμφίπολης, εξέφρασε την άποψη κατά την επίσκεψη στον περί ου ο λόγος χώρο ότι «πρόκειται για μια πολύ σημαντική θέση που χρειάζεται περαιτέρω έρευνα». Προσοχή! Η επώνυμη αρχαιολόγος ομιλεί για θέση, σημείο, τοποθεσία, όχι για αρχαιολογικό χώρο. Θέση σημαίνει σημείο στρατηγικο, ιδιαίτερης βαρύτητος και ενδιαφέροντος.
3. Ανασκάφηκε ενώτιο (σκουλαρίκι) από τον ίδιο χώρο χρονολογούμενο κατά τη Νεολιθική εποχή, 6500-3000 π.Χ περίπου. Ομοίως από τον ευρύτερο χώρο δρεπάνια, αιχμές βελών, διατρητικά και κοπτικά εργαλεία και άλλα.
4. Στις 05/10/1971 βρέθηκε λίθινο ακόνι με οπή αναρτήσεως. Πήλινα και λίθινα ειδώλια της Νεολιθικής εποχής, τουλάχιστον του 3000 π.Χ. στην ευρύτερη περιοχή. Ομοίως χάλκινο περίαπτο σε σχήμα ροδιού από τον ανακτορικό χώρο του 700 π.Χ. (Περίαπτο: κοινώς φυλαχτό. Αντικείμενο που θεωρείται ότι έχει μαγικές και αποτρεπτικές του κακού ιδιότητες).
5. Συνεπώς, είναι δυνατό και αποδεκτό να είναι ανωνύμου ή τυχόντος το κραταιό αυτό ανάκτορο κατασκευής της ύστερης μυκηναϊκής εποχής, 1200-1100 π.Χ;
6. Είναι ήσσονος (κατώτερης, υποδεέστερης) αρχαιολογικής σημασίας η επιβλητική αυτή θέση, από το κέντρο και την περιφέρεια της οποί-ας έχουν έλθει εις φως εκατοντάδες αρχαιολογικά ευρήματα της νεολιθικής εποχής και εντεύθεν;
Σχετικώς προσθέτω εδάφιο που περιέχεται στην ολιγοσέλιδη, πλην σημαντική, εισήγηση του Νικολάου Β. Καραγεώργου, την οποία ευγενώς και προθύμως, μεταξύ των άλλων, μου απέστειλε τον Ιούνιο του 2005 η αρχαιολόγος Μαρία Παπακωνσταντίνου υπηρετούσα στην εδρεύουσα στη Λαμία ΙΔ΄ Εφορεία Προϊστορικών και κλασσικών Αρχαιοτήτων: «Η επιλογή του τόπου των σημαντικών πόλεων τη Μυκηναϊκή εποχή, κατά το Στράβωνα (Ζ, 235, 8, 11) γινόταν με στρατηγικά κριτήρια, σε οχυ-ρωματικές θέσεις, σε υψώματα, κοντά σε παραγωγικές περιοχές, μέ πρόσβαση σε λιμάνια με οπτικόν ορίζοντα και ομορφιά του τοπίου. Και ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά (Τόμος 4, εκδ. Γεωργιάδη, Ζ, σελ. 10,11) λέει ότι οι αρχαίοι Έλληνες τοποθετούσαν τις πόλεις σε θέσεις, ώστε να χρησιμοποιούν τη θάλασσα ως εμπορικό δρόμο διακινήσεως προϊόν-των, όμως να βρίσκονται σε θέση εξασφαλισμένης άμυνας. Η εδαφική περιοχή δε της πόλεως να είναι κατάλληλη για την υγεία των κατοίκων έχοντας ανατολικό προσανατολισμό».
Τι χρείαν έχομεν άλλων μαρτύρων; Η υποστηριζόμενη στην παρούσα εργασία θέση, ως έδρα του Αχιλλέως, καλύπτει και πληροί πλήρως όλες τις προϋποθέσεις που επισημαίνουν οι Αριστοτέλης και Στράβων.
Όσον αφορά την τελευταία προϋπόθεση, σημειώνω ότι η Επιτροπή η συγκροτηθείσα το 1911 περίπου από τον Ελευθέριο Βενιζέλο προς αναζήτηση θέσεως για την ανέγερση Ορεινού Αναρρωτηρίου (σανατορίου), προέκρινε την Όθρυ και συγκεκριμένα ύψωμα παραπλεύρως της Μονής Αντινίτσης εις ύψος 1000 μ. Για την ιστορία σημειώνω ότι το αναρρωτήριο αυτό πυρπόλησαν με τους «εν αυτώ» ασθενείς και κατέστρεψαν ολοσχερώς το 1944 τα βάρβαρα τέρατα της κεντρικής Ευρώπης, οι γερμανοί.
Προφανώς από τα ολίγα αλλά καίρια στοιχεία, με προσοχή, ορθότητα και άνευ προκαταλήψεως επεξειργασμένα, που παρέχει η Ιλιάδα και επιμαρτυρεί η αρχαιολογική σκαπάνη, γίνεται αντιληπτό ότι αυτή ήταν η έδρα του εκάστοτε αρχηγού των Μυρμιδόνων ή Ελλήνων ή Αχαιών.
Προσθέτω: Η ισχύς του βασιλείου αυτού ήταν τόση, ώστε μετέδωσε την ονομασία του στους απανταχού ομοεθνείς. Σχετικά ο μέγιστος των ιστορικών, Θουκυδίδης, όπως και προηγουμένως ανεφέρθη, γράφει ότι από την τοπικά τότε περιορισμένη Ελλάδα του Αχιλλέως προήλθε το εθνικό μας όνομα.
Θουκυδίδης, Ιστοριών, Α, 3
…δοκεῖ δέ μοι, οὐδέ τοὒνομα τοῦτο ξύμπασά πω εἶχεν, ἀλλά τά μέν πρό Ἓλληνος τοῦ Δευκαλίωνος καί πάνυ οὐδέ εἶναι ἡ ἑπίκλησις αὓτη, κατά ἒθνη δέ ἂλλα τε καί τό Πελασγικόν ἐπί πλεῖστον ἀφ’ ἑαυτῶν τήν ἐπωνυμίαν παρέχεσθαι, Ἓλληνος δέ καί τῶν παίδων αὐτοῦ ἐν τῇ Φθιώτιδι, ἰσχυσάντων, καί ἐπαγομένων αὐτούς ἐπ’ ὠφελίᾳ εἰς τάς ἂλλας πόλεις, καθ’ ἑκάστους μέν ἢδη τῇ ὁμιλίᾳ μᾶλλον καλεῖσθαι Ἓλληνας, οὐ μέντοι πολλοῦ γε χρόνου ἐδύνατο καί ἃπασιν ἐκνικῆσαι. Τεκμηριοῖ δέ μάλιστα Ὃμηρος. Πολλῷ γάρ ὓστερον ἒτι καί τῶν Τρωικῶν γενόμενος οὐδαμοῦ τούς ξύμπαντας ὠνόμασεν, οὐδ’ ἂλλους ἢ τούς μετ’ Ἀχιλλέως ἐκ τῆς Φθιώτιδος, ΟΙΠΕΡ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΣΑΝ, Δαναούς δέ ἐν τοῖς ἓπεσι καί Ἀργείους και Ἀχαιούς ἀνακαλεῖ. Οὐ μήν οὐδέ βαρβάρους εἲρηκε διά τό μηδέ Ἓλληνάς πω, ὡς ἐμοί δοκεῖ, ἀντίπαλον ἐς ἓν ὂνομα ἀποκεκρίσθαι.
…φρονώ δέ ότι (ή σημερινή Ελ-λάδα, 410 π.Χ.) δεν είχε ακόμη ούτε το όνομα αυτό (δηλαδή Ελλάδα) ολόκληρη η χώρα, αλλά πριν από τον Έλληνα, το γιο του Δευκαλίωνα, δεν υπήρχε καθόλου η ονομασία αυτή, αλλά κάθε λαός, τόσο οι άλλοι όσο και οι Πελασγοί σε πολύ μεγάλο μέρος της Ελλάδος από το δικό τους όνομα έδιναν την ονομασία. Αλλά, όταν ο Έλληνας και τα παιδιά του έγιναν ισχυροί στη Φθιώτιδα και τους προσκαλούσαν στις άλλες πόλεις για βοήθεια, ένας ένας λαός όλο και περισσότερο άρχισαν να ονομάζονται Έλληνες λόγω της επικοινωνίας (της συναναστροφής), όμως τό όνομα αυτό για πολύ τουλάχιστον διάστημα δεν είχε τη δύναμη να επικρατήσει σε όλους. Αποδεικνύει δε τούτο προ πάντων ο Όμηρος, διότι, αν και υπήρξε πολύ μεταγενέστερος και από τα Τρωικά ακόμη, πουθενά δε μεταχειρίσθηκε το όνομα Έλληνες για όλους, όσοι εκστράτευσαν ούτε για άλλους, παρά μόνο για τους στρατιώτες του Αχιλλέως που ήλθαν από τη Φθιώτιδα, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΒΕΒΑΙΩΣ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ. Αποκαλεί δε στα ποιήματά του τους εκστρατεύσαντες Δαναούς, Αργείους, Αχαιούς. Επίσης δεν έχει κάνει χρήση του όρου «βάρβαροι», διότι, κατά τη γνώμη μου, το όνομα Έλληνες δεν είχε ακόμη χωρισθεί ως μία αντίθετη ονομασία.
Τελικό συναγόμενο συμπέρασμα
Εν πάση περιπτώσει, τόσο η εμπεριστατωμένη μελέτη των ομηρικών αποσπασμάτων όσο και η άποψη κραταιών σκαπανέων, ανασκαφέων, αρχαιολόγων του τόπου προβληματίζουν και τον πλέον δύσπιστο αναγνώστη και πείθουν τον απροκατάληπτο, αντικειμενικό αμερόληπτο μελετητή ότι η υποδεικνυόμενη στην παρούσα εργασία θέση αποτελεί εστία κεφαλαιώδους σημασίας και έδρα, κατ’ εμέ, του ισχυροτάτου ηγεμονικού γένους των Μυρμιδόνων ή Αχαιών ή Ελλήνων, εφάμιλλης ισχύος με εκείνου των Ατρειδών στις Μυκήνες.
--------------------------------------------
*Το ιστολόγιο δεν υιοθετεί την Ινδοευρωπαϊκή θεωρία απλώς αναφέρει απόψεις.
(*) Ο Όμηρος ως ιστορικός
Κοινή πλέον είναι η πίστη ότι ο Όμηρος «ποιεί ιστορών και ιστορεί ποιών» (γράφει ποιήματα εξιστορώντας και εξιστορεί γράφοντας ποιήματα). Ημεδαποί και αλλοδαποί φιλόλογοι, αρχαιολόγοι, άλλοι λάτρεις του έργου του αναγνωρίζουν την ιστορική βάση και διάσταση της Ιλιάδος και της Οδύσσειας. Ιδού ορισμένες σύντομες αναφορές:
1. Το μέγα ιστορικό έργο του Θουκυδίδη (460-399 π.Χ.). «κτήμα ες αεί» αλλά και του Ηροδότου (480-420 π.Χ.) «Ιστορίης απόδεξις» (=ιστο-ρική έρευνα) «εντάσσονται στην πορεία εξέλιξης που είχε αρχίσει νωρίτε-ρα. Τα πρώτα σπέρματα ιστορικότητος βρίσκονται στον Όμηρο αναμεμειγμένα με τον ποιητικό μύθο. Πέραν του γεγονότος ότι ο ίδιος ο πυρήνας του τρωικού πολέμου είναι ιστορικός, πολλά στοιχεία του έπους, δομής ή περιεχομένου (γενεαλογίες ηρώων, ένταξη των γεγονότων στη χρονική και αιτιώδη διαδοχή τους, κ.λ.) επιτρέπουν να διαγνώσει κανείς την ιστορική συνείδηση του ποιητή της Ιλιάδος και της Οδύσσειας» (Εμμ. Τσαγκαράκης – Εμμ. Φραγκίσκος, Θουκυδίδη Ιστορία, Β Λυκείου, ΟΕΔΒ, ΣΕΛ 8).
2. Ιστορία Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών, τομ. 1, σελ. 282 «Γιά τους Έλληνες των ιστορικών χρόνων η τρωική εκστρατεία ήταν ένα αναμφισβήτητο και ένδοξο γεγονός μεγάλης εθνικής σημασίας» και 284 «Οι αναμνήσεις του Έπους και της Παραδόσεως, τα δεδομένα των ανασκαφών και οι ιστορικές πηγές της εποχής διδάσκουν ότι περί το 1200 π.Χ. οι Αχαιοί επεχείρησαν μεγάλη και μακροχρόνια εκστρατεία με σκοπό να εγκατασταθούν στο τμήμα της μικρασιατικής ακτής...Ένα από τα επεισόδια της εκστρατείας και ίσως το σπουδαιότερο, η πολιορκία και η εκπόρθηση της Τροίας...»
3. Ιωάννης Παπασταύρου, Ευβοεύς, καθηγητής Πανεπιστημίου, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, 1972, σελ.38 «..Τα ερείπια της Τροίας είναι τρανά μαρτύρια της καταστροφής της έπειτα από σκληρές και συνεχείς επι-δρομές των Αχαιών υπό την αρχιστρατηγίαν του Αγαμέμνονος, ιστορικής φυσιογνωμίας, εναντίον των Τρώων...».
4. Γεώργιος Παπαντωνίου, καθηγητής Πανεπιστημίου, Εισαγωγή εις την Αρχαίαν Ιστορίαν, σελ. 93 «Επικρατεί δε η άποψις ότι οι Αχαιοί, πλεύ-σαντες εις τα παράλια της Τρωάδος υπό βασιλέα, τον οποίον όλοι ανεγνώριζον ως αρχιστράτηγον, επολέμησαν εναντίον των Τρώων και των συμμάχων αυτών».
5. Αθηνά Καλογεροπούλου, Ιστορία των Αρχαίων χρόνων, 1976, σελ. 116, «Ο Όμηρος πηγή για το μυκηναϊκό πολιτισμό. Αν έχομε μια ζωντανή ιδέα της εποχής, το οφείλομε στα ομηρικά ποιήματα, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, που δίνουν γενική εικόνα γεγονότων και σπουδαίων προσώπων, στηριγμένη στις αναμνήσεις που οι μεταγενέστεροι Έλληνες είχαν για τη μυκηναϊκή περίοδο».
6. Συγγραφική ομάδα, Η πολιτισμική προσφορά του Ελληνισμού, 1997, σελ. 36, «Οι Έλληνες των ιστορικών χρόνων, έχοντας συνείδηση του ένδοξου παρελθόντος τους, θεωρούσαν την τρωική εκστρατεία γεγονός μεγάλης εθνικής σημασίας «Πρό γάρ τών τρωικών ουδέν φαίνεται πρότε-ρον κοινή εργασαμένη η Ελλάς» ... Πίσω όμως από το μυθικό αυτό περίβλημα, τα πραγματικά κίνητρα ήταν άλλα, προφανώς εμπορικά, οικονομικά: ο στόχος τους να κυριαρχήσουν στη δυτική Μικρά Ασία και να ελέγχουν τα στενά του Ελλησπόντου, όπου μέχρι τότε δέσποζε η Τροία».
7. Ο μέγιστος ιστορικός του 5ου π.Χ αιώνος, ο αποκληθείς πατέρας της ιστορίας και της ιστοριογραφίας, Θουκυδίδης, γράφει: «Προ των τρωικών ουδέν φαίνεται πρότερον κοινή εργασαμένη η Ελλάς» (= πρίν από τον τρωικό πόλεμο φαίνεται ότι η Ελλάδα δεν επετέλεσε (δεν έκανε) τίποτε από κοινού (με κοινή προσπάθεια, όλοι μαζί)). Αυτό σημαίνει ότι η επιχειρήσεις στην τρωάδα είναι μέγα ιστορικό γεγονός. Στην ίδια παράγραφο τονίζει «Τεκμηριοί μάλιστα ο Όμηρος» (= το αποδεικνύει προ πάντων ο Όμηρος). Ο Θουκυδίδης γνωρίζει καλά τον Όμηρο, αφού αποτελούσε βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης των Αθηναίων. Το σημαντικό εδώ είναι ότι αποδέχεται την αξία του ως ιστορικής πηγής και γι' αυτό δε διστάζει να παραπέμπει στα έπη, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου