9.1. Η Αρχαιότητα στον Μεσαίωνα
Αρχαία ερείπια, εγκαταλελειμμένοι ναοί, αμφιθέατρα, υδραγωγεία, θριαμβικά τόξα, τάφοι κ.ά. ήταν ορατά σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Η Αρχαιότητα ήταν γνωστή, όμως δεν ενδιέφερε τους καλλιτέχνες, τους δημιουργούς αυτής της περιόδου. Ο έφιππος ανδριάντας του Μάρκου Αυρηλίου διατηρήθηκε, γιατί θεωρούσαν ότι παριστάνει τον Μεγάλο Κωνσταντίνο. Εξαίρεση αποτελούσαν τα νομίσματα, οι πολύτιμοι λίθοι και ιδίως οι μαρμάρινες σαρκοφάγοι, που χρησιμοποιούνταν έως τις αρχές του 16ου αιώνα, γιατί η ταφή σε αυτές ήταν τιμητική για τους ευγενείς. Ήδη το 1076 η σορός της Βεατρίκης της Λοραίνης είχε τοποθετηθεί σε ρωμαϊκή σαρκοφάγο, στη λεγόμενη «σαρκοφάγο της Φαίδρας» στο Καμποσάντο της Πίζας. Τα ρωμαϊκά ανάγλυφα των σαρκοφάγων που διατηρούνταν σε εκκλησίες της Ρώμης, της Φλωρεντίας, της Κορτόνας, της Πίζας κ.α. θα προσφέρουν ένα πλούσιο ρεπερτόριο τύπων στους καλλιτέχνες της Αναγέννησης. Από τις σαρκοφάγους αυτές και ειδικά από αυτή της Φαίδρας θα μάθει ο γλύπτης Νικόλα Πιζάνο (μέσα 13ου αιώνα) να αποδίδει την ανθρώπινη μορφή, θα ανακαλύψει το contrapposto (αντικινήσεις του σώματος) και πώς να αποδώσει ένα χριστιανικό θέμα με αρχαιοπρεπές λεξιλόγιο: ο μαρμάρινος άμβωνάς του στο Βαπτιστήριο της Πίζας το 1260 είναι ίσως το πρώτο γλυπτό με φανερή την επίδραση της ελληνικής Αρχαιότητας.
Στις αρχές του 14ου αιώνα (Trecento) ο Τζιότο (1266-1337), σύγχρονος του Δάντη, ζωγραφίζει επεισόδια από τη ζωή του Χριστού και της Παναγίας στους τοίχους μιας μικρής εκκλησίας στην Πάντοβα, στην Καπέλα Αρένα (1303-1305), όπου δημιουργεί τις πρώτες ρεαλιστικές μορφές (βλ. επίδραση από τη ζωγραφική των Κάτω Χωρών και της Βουργουνδίας) και ανακαλύπτει την ψευδαίσθηση του βάθους, μια νέα αίσθηση του μέτρου στη ζωγραφική. Ο Τζιότο αναγνωρίζει την αξία της μίμησης των αρχαίων προτύπων και χρησιμοποιεί στις τοιχογραφίες του αρχαίες πηγές, τοποθετεί αγάλματα σε κόγχες, δανείζεται μοτίβα από τη σαρκοφάγο του Μελεάγρου στο Καμποσάντο της Πίζας, ενώ στη σκηνή της Εκδίωξης των εμπόρων από τον ναό, ανάμεσα στις γοτθικές νευρώσεις της πρόσοψης του κτηρίου, τοποθετεί δύο από τα τέσσερα περίφημα άλογα του Αγίου Μάρκου της Βενετίας. Τα άλογα αυτά, από επιχρυσωμένο μπρούντζο, ανήκαν σε κάποιο τέθριππο της Αρχαιότητας και μεταφέρθηκαν ως λάφυρα στις αρχές του 13ου αιώνα από την Κωνσταντινούπολη στη Βενετία. Η λάμψη τους δεν άφησε αδιάφορους ούτε τον Τζιότο ούτε τον Νικόλα Πιζάνο, που μπορούσαν να τα παρατηρήσουν επιτόπου, καθώς ήταν τοποθετημένα ψηλά στον πρόναο του Αγίου Μάρκου, σαν ένας σταθερός σύνδεσμος με την τέχνη της Αρχαιότητας.
Άλλα σημαντικά αρχαία γλυπτά ορατά στη Ρώμη ήταν οι γνωστοί Διόσκουροι, έργα της εποχής των Σεβήρων, δύο μαρμάρινα συντάγματα ιπποδαμαστών, που παρίσταναν άνδρες γυμνούς σε διασκελισμό να κρατούν από τα χαλινάρια δύο άλογα που είχαν σηκωθεί στα πίσω τους πόδια. Είχαν στηθεί στην περιοχή των Θερμών του Κωνσταντίνου, στον Κυρινάλιο λόφο, που πήρε από αυτούς το όνομα Montecavallo ("λόφος των αλόγων") και αναφέρονται ήδη στα μέσα του 12ου αιώνα στα Mirabilia Urbis Romae ("αξιοθαύμαστα της πόλης Ρώμης"). Επιγραφές στο βάθρο τους από τις αρχές του 16ου αιώνα τα αποδίδουν στον Φειδία και στον Πραξιτέλη («Opus Phidiae», «Opus Praxitelis»), με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι μεγαλύτεροι γλύπτες της Αρχαιότητας ανταγωνίζονται εδώ σε έναν ιδεατό αγώνα για τα πρωτεία της τέχνης τους. Η τέχνη της Αρχαιότητας, ωστόσο, στον Μεσαίωνα φαίνεται ότι δεν ενδιέφερε ούτε απασχολούσε τους καλλιτέχνες της εποχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου