Είναι στη φύση του ανθρώπου να συγκρίνει πολλές φορές τις ικανότητες, το χαρακτήρα και το επίπεδο διαβίωσης του με αυτό των άλλων συνανθρώπων του και πολλές φορές να δυσαρεστείται όταν διαπιστώνει ότι υστερεί σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Η σύγκριση του εαυτού μας με τους άλλους αναφέρεται και από τους επιστήμονες ως ένα κίνητρο που ώθησε τον άνθρωπο να εξελιχθεί από την πρώτη εμφάνισή του στον κόσμο αυτό όταν παρατηρώντας τις δεξιότητες των άλλων προσπαθούσε να βελτιώσει και τις συνθήκες της ζωής του , ώστε να προστατεύσει την υγεία και την οικογένειά του.
Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι σε ένα βαθμό η επιθυμία να νοιώθουμε επαρκείς και ότι είμαστε ισότιμοι με τους άλλους είναι ψυχική ανάγκη και υπάρχει σε ένα βαθμό μέσα σε όλους μας.
Όμως όταν υπερβεί τα όρια και είναι συνεχής, μας εξουθενώνει ψυχικά και απομακρύνει την ευτυχία από τη ζωή μας.
Και πάνω σε αυτό το αίσθημα δυσαρέσκειας, έρχονται οι προσδοκίες, οι απαιτήσεις αλλά και οι συγκρίσεις που δεχόμαστε από άλλα μέλη της οικογένειας, το σχολείο, την κοινωνία οι οποίες πέφτουν ασφυκτικά επάνω μας και ενισχύουν το αίσθημα της ανεπάρκειας όταν δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε πλήρως.
Η αίσθηση ότι δεν είμαστε αντάξιοι να εκπληρώσουμε τις προσδοκίες των στενών μας προσώπων και μίας κοινωνίας που κρίνει την αξία μας αποκλειστικά και μόνο από τις επιτυχίες μας στη ζωή , μας πληγώνει τόσο την αυτοεκτίμηση όσο και την περηφάνια μας.
Ζώντας στην εποχή που κυριαρχεί η προσκόλληση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η παρακολούθηση της ευτυχισμένης ζωής των άλλων σε αναρτήσεις και φωτογραφίες είναι ένα καθημερινό γεγονός.
Έχει διαπιστωθεί ότι η συνεχής παρακολούθηση της ζωής των άλλων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης , δημιουργεί αισθήματα ανεπάρκειας που αφορούν τη δική μας ζωή και επιτυχίες και που μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε κατάθλιψη.
Η σύγκριση του εαυτού μας με τους άλλους αφορά δύο περιπτώσεις: η πρώτη αφορά τη σύγκριση με άτομα που θεωρούμε ότι υπερτερούν σε σχέση με εμάς και η δεύτερη αφορά τη σύγκριση που κάνουμε με άτομα που θεωρούμε ότι υστερούν σε σχέση με εμάς.
Η δεύτερη περίπτωση αφορά τη δική μας προσπάθεια να ισοσταθμίσουμε τα αισθήματα μειονεξίας που νοιώθουμε με το να διαπιστώνουμε τη χειρότερη κατάσταση στην οποία βρίσκονται άλλοι άνθρωποι συγκριτικά με εμάς.
Όταν συγκρίνουμε υπερβολικά τον εαυτό μας με τους άλλους στην ουσία πέφτουμε στην παγίδα να εξιδανικεύουμε τις ικανότητες και τις συνθήκες ζωής των άλλων ανθρώπων και να υποτιμούμε τα δικά μας χαρίσματα και τις δικές μας ικανότητες.
Είναι σημαντικό για τον κάθε άνθρωπο να αντιληφθεί ότι είναι γεννημένος με χαρίσματα και έχει τις δικές του ικανότητες τις οποίες πρέπει να ανακαλύψει και να εκμεταλλευτεί.
Πρέπει επίσης να γνωρίζει ότι τα φαινόμενα απατούν και ότι η ευτυχία των άλλων που τόσο πολύ ζηλεύει πολλές φορές να είναι και η ίδια ψεύτικη ή ελαφρώς παραποιημένη.
Δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε απόλυτα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ακριβώς επειδή πολλές φορές μεγεθύνουν εσκεμμένα καταστάσεις και προσωπικές στιγμές σε μία προσπάθεια εντυπωσιασμού.
Οπότε, ας μη ζηλεύει κάποιος την ψεύτικη κοινωνικότητα και τα πλαστά χαμόγελα που είναι άφθονα στο διαδικτυακό κόσμο.
Απαραίτητο βήμα για κάθε άνθρωπο είναι η αποδοχή του εαυτού του, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά του, η καλλιέργεια της αγάπης για τον εαυτό και της εσωτερικής πίστης ότι αξίζει την αγάπη, την προσοχή και την εκτίμηση για αυτό που υπάρχει μέσα του και για αυτό που είναι, όχι για αυτό που θα ήθελαν οι άλλοι να είναι.
Όσο μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση αποκτάει ένα άτομο, τόσο λιγότερο θα νοιώθει μειονεκτικά απέναντι στους άλλους και θα μπαίνει σε διαδικασίες σύγκρισης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου