Όπως αναφέρει ο κοινωνιολόγος Jeffrey Weeks, τα ανθρώπινα όντα παλεύουμε διαρκώς να «δηλώσουμε ποιοι είμαστε μιλώντας για το φύλο μας».
Πασχίζουμε διαρκώς να παγιώσουμε τη σεξουαλικότητά μας, να τη σταθεροποιήσουμε, να βάλουμε ταμπέλες στον εαυτό μας και στους άλλους και να τους χαρακτηρίσουμε ως ετεροφυλόφιλους, ομοφυλόφιλους, gay, λεσβίες, bi-, trans-, και ένα σωρό άλλες ταυτότητες.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η σεξουαλικότητα καθορίζεται γενετικά ενώ άλλοι θεωρούν ότι διαμορφώνεται από το περιβάλλον ή ότι και οι δύο αυτοί παράγοντες αλληλοεπιδρούν.
Δεν υπάρχει ακόμα σαφές πλαίσιο για να ορίσουμε τις περιβαλλοντικές επιδράσεις που σχετίζονται με τη διαμόρφωση της σεξουαλικής ταυτότητας, αν και υπάρχουν θεωρίες περί ταυτίσεως, π.χ. με τη μητέρα επειδή ο πατέρας ήταν πολύ βίαιος και ο φόβος δεν τους άφησε να τον πλησιάσουν.
Η σεξουαλικότητα κατά τον Λακάν
Ο πατέρας της ψυχανάλυσης, Σίγκμουντ Φρόιντ, πίστευε ότι οι σεξουαλικές κινήσεις είναι ενστικτώδεις. Έδωσε στις σεξουαλικές κινήσεις μια κεντρική θέση στην ανθρώπινη ζωή. Πίστευε ότι η σεξουαλικότητα των ενηλίκων είναι η κατάληξη μιας σύνθετης ατομικής διαδρομής που ξεκινάει από την παιδική ηλικία. Στη διάρκεια αυτής της πορείας σεξουαλικές ενορμήσεις και οι φαντασιώσεις καταλήγουν σε μία εξισορρόπηση. Η οιδιπόδεια πορεία επανερμηνεύεται από τον Γάλλο θεωρητικό της ψυχανάλυσης Jaques Lacan, υπό το πρίσμα της δομιστικής γλωσσολογίας του Ferdinand de Saussure.
Σύμφωνα με τον Lacan, το παιδί βρίσκεται αρχικά σε μία φαντασιακή ενότητα με τη μητέρα, ενώ ο αποχωρισμός από αυτήν, και συνακόλουθα η κοινωνικοποίηση και οριοθέτησή του, επιτελούνται με την εκμάθηση της γλώσσας και την είσοδό του στο λεγόμενο συμβολικό επίπεδο, στο πλαίσιο της οποίας αποκτά την προσδιορισμένη θέση του ως έμφυλο υποκείμενο, άντρας ή γυναίκα.
Το αντρικό και το γυναικείο σώμα και η ανατομία τους, σηματοδοτούνται μέσα σε συγκεκριμένα πολιτισμικά συμφραζόμενα και καταγράφονται ως συμβολικές αναπαραστάσεις στο ασυνείδητο, όπου λειτουργούν ως δομικά στοιχεία του ψυχισμού του κάθε ατόμου.
Ο Άγγλος φιλόσοφος και ιατρός Τζον Λοκ υποστήριξε ότι η σεξουαλικότητα επηρεάζεται από την ανατροφή, διαμορφώνοντας τη θεωρία περί άγραφου πίνακα (tabula rasa) του μυαλού.
Παρόλο, που η ομοφυλοφιλία, εδώ και πολλά χρόνια, δε θεωρείται πλέον νόσος ούτε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ούτε από την ψυχιατρική, το κοινωνικό στίγμα εμμένει, δημιουργώντας αρνητικά στερεότυπα αλλά και ψυχικά προβλήματα στους ομοφυλόφιλους.
Στάδια διαμόρφωσης ομοφυλοφιλικής σεξουαλικής ταυτότητας
Το 1979, η Αμερικανή κλινική ψυχολόγος Vivienne Cass διατύπωσε τη θεωρία της περί των σταδίων διαμόρφωσης της ομοφυλοφιλικής σεξουαλικής ταυτότητας. Στα αρχικά στάδια της διαπίστωσης ότι κάποιος έλκεται από το ίδιο φύλο, το άτομο μπορεί να μην αποδέχεται την ομοφυλοφιλική του ταυτότητα και να βιώνει μία σύγχυση ταυτότητας. Πολλές φορές αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να αναπτύσσονται τόσο έντονο stress όσο και τάσεις απομόνωσης.
Αργότερα συμβαίνει η μετάβαση από την απλή ανοχή της σεξουαλικής ταυτότητας του ατόμου στην αποδοχή. Το άτομο αυξάνει τις κοινωνικές συναναστροφές του, τόσο σε ευρύτερο επίπεδο όσο και επιδιώκοντας τις ομόφυλες ερωτικές επαφές. Παράλληλα προσπαθεί να αντιμετωπίσει την εσωτερική ένταση που απορρέει από τη μη συμμόρφωση με τα «κοινωνικά πρότυπα».
Από το στάδιο αυτό και μετά κυρίως ενδέχεται να προκύψουν τα διάφορα ψυχολογικά προβλήματα, λόγω της κοινωνικής καταπίεσης και της έλλειψης αποδοχής. Το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ομοφυλόφιλοι άνθρωποι στα πλαίσια μιας ετεροσεξουαλικά προσανατολισμένης κοινωνίας, είναι κυρίως θέματα αποδοχής από το κοινωνικό σύνολο, την οικογένειά ή τον ίδιο τους τον εαυτό.
Γνωστοποίηση σεξουαλικότητας στο οικογενειακό περιβάλλον
Οι αντιλήψεις και αντιδράσεις περί ομοφυλοφιλίας των ατόμων μέσα από το περιβάλλον μας, επηρεάζουν συναισθηματικά την αποδοχή και την ελεύθερη εξωτερίκευση του σεξουαλικού προσανατολισμού μας. Αν οι παράγοντες γύρω μας δείχνουν ότι θα είναι αρνητικοί στην αποδοχή της εξωτερίκευσης του σεξουαλικού προσανατολισμού μας, δημιουργείται φόβος, με αποτέλεσμα τα άτομα να παγιδεύονται συχνά σε ένα φαύλο κύκλο σεξουαλικής καταπίεσης.
Οι περισσότεροι ομοφυλόφιλοι μεγαλώνουν σε ετεροφυλόφιλες οικογένειες και πολλές φορές δε λαμβάνουν καμία υποστήριξη όσον αφορά στη σεξουαλικότητά τους.
Η αίσθηση της διαφορετικότητας μέσα στην ίδια την οικογένειά τους, εάν οι γονείς δεν καταφέρουν να επιδείξουν ευαισθησία και θετική προδιάθεση, μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια της βασικής πηγής υποστήριξης.
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα τραυματική εμπειρία, η οποία επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου, ειδικά κατά την εφηβική περίοδο.
Η γνωστοποίηση έτσι της σεξουαλικής ταυτότητας, στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο αλλά κυρίως στην οικογένεια είναι πολλές φορές μία δύσκολη υπόθεση. Πολλοί άνθρωποι βιώνουν συναισθήματα ενοχής, ντροπής ή εσωτερικευμένης ομοφοβίας και δε γνωστοποιούν έτσι τη σεξουαλική τους ταυτότητα.
Συμπτωματολογία καταπίεσης σεξουαλικότητας
Τα Τρία δοκίμια του Φρόυντ πάνω στη θεωρία της σεξουαλικότητας προσφέρουν τα θεμελιώδη στοιχεία της θεωρίας του περί των νευρώσεων με βάση την καταπίεση ή μη της πηγής της συναισθηματικής ενέργειας που ονόμασε λιμπίντο. Η καταστολή της σεξουαλικότητας μπορεί να μας οδηγήσει σε αυξημένο άγχος, έλλειψη σεξουαλικής εμπιστοσύνης, αίσθημα εσωτερικού κενού.
Η συμπτωματολογία εξαιτίας της οποίας προσέρχονται συχνά σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας, άτομα που αναγκάστηκαν ή επέλεξαν να καταπιέσουν ή να αποκρύψουν τη σεξουαλική τους ταυτότητα και επιλογή σχετίζεται τις περισσότερες περιπτώσεις με το αίσθημα ελλιπούς αποδοχής και άρα με μία εσωτερικευμένη πεποίθηση μειονεξίας, ανεπάρκειας και ενοχής.
Στην προσπάθειά τους να κρύψουν από τον περίγυρό τους ένα στοιχείο, τόσο βασικό για τη ζωή και την προσωπικότητα όλων μας, αναπτύσσουν συχνά καταθλιπτικά συμπτώματα αλλά πιο συχνά συμπτώματα από το φάσμα των αγχωδών διαταραχών.
Ψυχοσωματικές εκδηλώσεις, κρίσεις πανικού, γενικευμένο άγχος ή ψυχαναγκασμοί είναι ορισμένες κλινικές εικόνες που συναντάμε πολύ συχνά και σχετίζονται με καταπιεσμένη σεξουαλικότητα.
Πολλά άτομα, σε μία προσπάθεια απλοποίησης και εκλογίκευσης θεωρούν πως η απόκρυψη από τους οικείους τους ορισμένων στοιχείων, όπως το ντύσιμο που θα επέλεγαν, ορισμένες κινήσεις τους ή σε αρκετές περιπτώσεις ο/ η σύντροφός τους, δεν αποτελεί πρόβλημα, εφόσον εξακολουθούν κατά τα άλλα να ζουν τη ζωή που επέλεξαν.
Ψυχοσωματικά συμπτώματα
Το υποσυνείδητο όμως μοιάζει να αποθηκεύει μία σαφή πληροφορία: την ενοχοποίηση της σεξουαλικής επιλογής, το υποχρεωτικό βίωμα ντροπής και την αγάπη από τους οικείους μόνο υπό τον όρο της προσαρμογής στα επιθυμητά πρότυπα.
Η συσσώρευση των ερμηνειών και των συναισθημάτων αυτών ενδέχεται να οδηγήσει σε συσσωρευμένο θυμό αλλά και σε συσσωρευμένο άγχος εξαιτίας εν τέλει της απόρριψης του ίδιου μας του εαυτού, μιας και δε σταθήκαμε σθεναροί υπερασπιστές των επιλογών του.
Οι ανείπωτες επιθυμίες μπορούν να οδηγήσουν σε ψυχοσωματικά συμπτώματα, μέσω μίας προσπάθειας του ψυχισμού να τις απωθήσει περαιτέρω.
Διαταραχή πανικού λόγω καταπίεσης σεξουαλικής ταυτότητας
Μια συνηθισμένη σχετικά κλινική εικόνα είναι αυτή της διαταραχής πανικού. Το αίσθημα απώλειας ελέγχου στη ζωή μετουσιώνεται σε αίσθημα απώλειας ελέγχου του σώματος και του μυαλού και οδηγεί σε κρίσεις πανικού. Σύμφωνα με ένα ψυχοδυναμικό μοντέλο, τα άτομα που αναπτύσσουν κρίσεις πανικού έχουν συχνά στο ιστορικό μα φοβική εξάρτηση από τα πρόσωπα φροντίδας. Τα πρόσωπα από τα οποία εξαρτάται το άτομο βιώνονται ως αναξιόπιστα, ασταθή και απορριπτικά, με αποτέλεσμα το άτομο αντί για ασφάλεια, να νιώθει θυμό.
Ο θυμός που νιώθουν συνειδητά ή έχουν εσωτερικεύσει τα άτομα, εκφράζεται άλλοτε με αυτοκαταστροφικά στοιχεία και άλλοτε με μια γενικευμένη δυσαρέσκεια και υπερένταση. Ο θυμός αυτός θα μπορούσε φαντασιωσικά να αποτελέσει απειλή για το δεσμό με τα πρόσωπα από τα οποία εξαρτάται και αυτός ο κίνδυνος είναι πηγή σημαντικού άγχους.
Στην προσπάθεια να εξισορροπήσουν το «ελάττωμά» τους, ορισμένα άτομα αναπτύσσουν ψυχαναγκαστικά στοιχεία, με στόχο την επίτευξη της ανέφικτης τελειότητας και την κατάκτηση έμμεσα της πολυπόθητης άνευ όρων αγάπης και αποδοχής από τους σημαντικούς άλλους.
Ψυχοθεραπεία και αποδοχή σεξουαλικής ταυτότητας
Η πηγή του άγχους εν τέλει πρέπει να αναζητηθεί σε μία βαθύτερη κρίση εαυτού. Τα συμπτώματα δεν είναι παρά μία προσπάθεια του ψυχισμού, να βγάλει άλυτα και ατακτοποίητα θέματα στην επιφάνεια.
Η αντίσταση που προβάλλεται σχετίζεται με το ότι το άτομο βιώνει απειλητικά την αλλαγή που απαιτείται ώστε να αντιμετωπιστεί η βαθύτερη πηγή του άγχους, και έτσι αποφεύγει να την κοιτάξει κατάματα. Αναδύεται έτσι επιπρόσθετη ένταση και άρνηση.
Η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση έχει σαν στόχο την ανάδειξη των εσωτερικών αυτών διεργασιών. Χρειάζεται να αποχωριστεί κανείς ένα κομμάτι του μέχρι τότε εαυτού του, προκειμένου να γνωρίσει τον εαυτό του διαφορετικά και να βιώσει την αλλαγμένη του προσωπικότητα, εκείνη που δε θα έχει «ανάγκη» το σύμπτωμα.
Απώτερος στόχος είναι το άτομο να αποδεχτεί εις βάθος τη σεξουαλική του ταυτότητα και να τη συγχωνεύσει με άλλες πτυχές του εαυτού του. Έτσι μόνο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός θα θεωρηθεί ένα αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητας του ατόμου αλλά ταυτόχρονα και μόνο ένα μέρος του εαυτού του παρά ολόκληρη η ταυτότητα του.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου