Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

ΠΛΑΤΩΝ: Κρίτων (52d-54b)

ΣΩΚΡΑΤΗΣ. «Ἄλλο τι οὖν,» ἂν φαῖεν, «ἢ συνθήκας τὰς πρὸς [52e] ἡμᾶς αὐτοὺς καὶ ὁμολογίας παραβαίνεις, οὐχ ὑπὸ ἀνάγκης ὁμολογήσας οὐδὲ ἀπατηθεὶς οὐδὲ ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ ἀναγκασθεὶς βουλεύσασθαι, ἀλλ᾽ ἐν ἔτεσιν ἑβδομήκοντα, ἐν οἷς ἐξῆν σοι ἀπιέναι, εἰ μὴ ἠρέσκομεν ἡμεῖς μηδὲ δίκαιαι ἐφαίνοντό σοι αἱ ὁμολογίαι εἶναι. σὺ δὲ οὔτε Λακεδαίμονα προῃροῦ οὔτε Κρήτην, ἃς δὴ ἑκάστοτε φῂς εὐνομεῖσθαι, οὔτε ἄλλην [53a] οὐδεμίαν τῶν Ἑλληνίδων πόλεων οὐδὲ τῶν βαρβαρικῶν, ἀλλὰ ἐλάττω ἐξ αὐτῆς ἀπεδήμησας ἢ οἱ χωλοί τε καὶ τυφλοὶ καὶ οἱ ἄλλοι ἀνάπηροι· οὕτω σοι διαφερόντως τῶν ἄλλων Ἀθηναίων ἤρεσκεν ἡ πόλις τε καὶ ἡμεῖς οἱ νόμοι δῆλον ὅτι· τίνι γὰρ ἂν πόλις ἀρέσκοι ἄνευ νόμων; νῦν δὲ δὴ οὐκ ἐμμενεῖς τοῖς ὡμολογημένοις; ἐὰν ἡμῖν γε πείθῃ, ὦ Σώκρατες· καὶ οὐ καταγέλαστός γε ἔσῃ ἐκ τῆς πόλεως ἐξελθών.
Σκόπει γὰρ δή, ταῦτα παραβὰς καὶ ἐξαμαρτάνων τι τούτων τί ἀγαθὸν ἐργάσῃ σαυτὸν ἢ τοὺς ἐπιτηδείους τοὺς [53b] σαυτοῦ. ὅτι μὲν γὰρ κινδυνεύσουσί γέ σου οἱ ἐπιτήδειοι καὶ αὐτοὶ φεύγειν καὶ στερηθῆναι τῆς πόλεως ἢ τὴν οὐσίαν ἀπολέσαι, σχεδόν τι δῆλον· αὐτὸς δὲ πρῶτον μὲν ἐὰν εἰς τῶν ἐγγύτατά τινα πόλεων ἔλθῃς, ἢ Θήβαζε ἢ Μέγαράδε —εὐνομοῦνται γὰρ ἀμφότεραι— πολέμιος ἥξεις, ὦ Σώκρατες, τῇ τούτων πολιτείᾳ, καὶ ὅσοιπερ κήδονται τῶν αὑτῶν πόλεων ὑποβλέψονταί σε διαφθορέα ἡγούμενοι τῶν νόμων, καὶ βεβαιώσεις τοῖς δικασταῖς τὴν δόξαν, ὥστε δοκεῖν ὀρθῶς τὴν [53c] δίκην δικάσαι· ὅστις γὰρ νόμων διαφθορεύς ἐστιν σφόδρα που δόξειεν ἂν νέων γε καὶ ἀνοήτων ἀνθρώπων διαφθορεὺς εἶναι. πότερον οὖν φεύξῃ τάς τε εὐνομουμένας πόλεις καὶ τῶν ἀνδρῶν τοὺς κοσμιωτάτους; καὶ τοῦτο ποιοῦντι ἆρα ἄξιόν σοι ζῆν ἔσται; ἢ πλησιάσεις τούτοις καὶ ἀναισχυντήσεις διαλεγόμενος — τίνας λόγους, ὦ Σώκρατες; ἢ οὕσπερ ἐνθάδε, ὡς ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ δικαιοσύνη πλείστου ἄξιον τοῖς ἀνθρώποις καὶ τὰ νόμιμα καὶ οἱ νόμοι; καὶ οὐκ οἴει ἄσχημον [ἂν] [53d] φανεῖσθαι τὸ τοῦ Σωκράτους πρᾶγμα; οἴεσθαί γε χρή. ἀλλ᾽ ἐκ μὲν τούτων τῶν τόπων ἀπαρεῖς, ἥξεις δὲ εἰς Θετταλίαν παρὰ τοὺς ξένους τοὺς Κρίτωνος; ἐκεῖ γὰρ δὴ πλείστη ἀταξία καὶ ἀκολασία, καὶ ἴσως ἂν ἡδέως σου ἀκούοιεν ὡς γελοίως ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου ἀπεδίδρασκες σκευήν τέ τινα περιθέμενος, ἢ διφθέραν λαβὼν ἢ ἄλλα οἷα δὴ εἰώθασιν ἐνσκευάζεσθαι οἱ ἀποδιδράσκοντες, καὶ τὸ σχῆμα τὸ σαυτοῦ μεταλλάξας· ὅτι δὲ γέρων ἀνήρ, σμικροῦ χρόνου τῷ βίῳ λοιποῦ ὄντος ὡς τὸ [53e] εἰκός, ἐτόλμησας οὕτω γλίσχρως ἐπιθυμεῖν ζῆν, νόμους τοὺς μεγίστους παραβάς, οὐδεὶς ὃς ἐρεῖ; ἴσως, ἂν μή τινα λυπῇς· εἰ δὲ μή, ἀκούσῃ, ὦ Σώκρατες, πολλὰ καὶ ἀνάξια σαυτοῦ. ὑπερχόμενος δὴ βιώσῃ πάντας ἀνθρώπους καὶ δουλεύων — τί ποιῶν ἢ εὐωχούμενος ἐν Θετταλίᾳ, ὥσπερ ἐπὶ δεῖπνον ἀποδεδημηκὼς εἰς Θετταλίαν; λόγοι δὲ ἐκεῖνοι οἱ περὶ [54a] δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς ποῦ ἡμῖν ἔσονται; ἀλλὰ δὴ τῶν παίδων ἕνεκα βούλει ζῆν, ἵνα αὐτοὺς ἐκθρέψῃς καὶ παιδεύσῃς; τί δέ; εἰς Θετταλίαν αὐτοὺς ἀγαγὼν θρέψεις τε καὶ παιδεύσεις, ξένους ποιήσας, ἵνα καὶ τοῦτο ἀπολαύσωσιν; ἢ τοῦτο μὲν οὔ, αὐτοῦ δὲ τρεφόμενοι σοῦ ζῶντος βέλτιον θρέψονται καὶ παιδεύσονται μὴ συνόντος σοῦ αὐτοῖς; οἱ γὰρ ἐπιτήδειοι οἱ σοὶ ἐπιμελήσονται αὐτῶν. πότερον ἐὰν μὲν εἰς Θετταλίαν ἀποδημήσῃς, ἐπιμελήσονται, ἐὰν δὲ εἰς Ἅιδου ἀποδημήσῃς, οὐχὶ ἐπιμελήσονται; εἴπερ γέ τι ὄφελος αὐτῶν [54b] ἐστιν τῶν σοι φασκόντων ἐπιτηδείων εἶναι, οἴεσθαί γε χρή.

***
ΣΩ. Και ακόμη θα λέγαν οι Νόμοι: «Τί άλλο λοιπόν πας να κάνεις παρά να παραβείς τις συμφωνίες [52e] που έκανες με μας τους ίδιους και τις υποσχέσεις που μας έδωσες; Και δεν σ᾽ επίεσε κανείς να τις δεχτείς, ούτε σε απάτησαν ούτε σε ανάγκασαν να αποφασίσεις μέσα σε λίγο καιρό αλλά μέσα σε εβδομήντα ολόκληρα χρόνια· και είχες σ᾽ αυτά τα χρόνια το δικαίωμα να φύγεις αν δεν σου αρέσαμε εμείς κι αν δεν σου φαίνονταν πως ήταν δίκαιες οι συμφωνίες μας. Συ όμως ούτε τη Λακεδαίμονα προτίμησες ούτε την Κρήτη, κι ας λες κάθε φορά πως έχουν καλούς νόμους· ούτε [53a] προτίμησες καμιά άλλη από τις ελληνικές πόλεις ούτε από τις βαρβαρικές, αλλά αποδήμησες από την πόλη μας λιγότερο απ᾽ όσο οι κουτσοί και οι τυφλοί και οι άλλοι ανάπηροι. Τόσο πιο πολύ από κάθε άλλο Αθηναίο σου άρεσαν και η Αθήνα και, φυσικά, εμείς οι Νόμοι της. Γιατί σε ποιόν μπορεί να αρέσει μια Πολιτεία που δεν έχει νόμους; Και τώρα λοιπόν, δεν θέλεις να μείνεις πιστός στις συμφωνίες μας; Θα μείνεις, Σωκράτη, αν βέβαια πεισθείς σε μας. Κι έτσι δεν θα γίνεις γελοίος φεύγοντας από την πατρίδα σου.

ΠΟΙΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΘΑ ΕΙΧΕ Η ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΗ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ

Γιατί πραγματικά, αν παραβείς τις υποχρεώσεις σου αυτές και πέσεις σε κανένα τέτοιο σφάλμα, στοχάσου τί καλό θα κάνεις στον εαυτό σου ή στους φίλους [53b] σου. Ότι φυσικά θα κινδυνέψουν οι φίλοι σου να πάνε κι αυτοί εξορία και να στερηθούν έτσι την πατρίδα τους ή να χάσουν την περιουσία τους είναι σχεδόν φανερό. Πρώτα-πρώτα και συ ο ίδιος, Σωκράτη, αν πας σε καμιά από τις πιο κοντινές Πολιτείες, στη Θήβα ή στα Μέγαρα ―γιατί και οι δύο έχουν καλούς νόμους― θα φτάσεις εκεί ως εχθρός στο πολίτευμά τους· όσοι λοιπόν ενδιαφέρονται για την πατρίδα τους θα σε λοξοκοιτάζουν, γιατί θα σε νομίζουν διαφθορέα των νόμων. Κι έτσι θα ενισχύσεις τη γνώμη των ανθρώπων για τους δικαστές σου, ώστε να πιστεύουν ότι σωστά [53c] έκριναν τη δίκη. Γιατί όποιος είναι διαφθορέας των νόμων πιο πολύ, νομίζω, θα μπορούσε να φανεί ότι είναι διαφθορέας νέων και άμυαλων ακόμη ανθρώπων. Ποιό λοιπόν από τα δύο, θα αποφύγεις και τις Πολιτείες που έχουν καλούς νόμους, και τους πιο χρηστούς ανθρώπους; Κάνοντας όμως αυτό, θα έχει πια για σένα καμιά αξία η ζωή; Ή θα τους πλησιάσεις και χωρίς να ντρέπεσαι θα συζητάς μαζί τους, για να τους λες τί, Σωκράτη; Μήπως τα ίδια λόγια που έλεγες και δω, ότι η αρετή και η δικαιοσύνη και η νομιμότητα και οι νόμοι είναι τα πιο πολύτιμα πράγματα για τον άνθρωπο; Και δεν νομίζεις ότι θα κάνει κακή [53d] εντύπωση μια τέτοια διαγωγή του Σωκράτη; Πρέπει να το περιμένεις, βέβαια.
Όμως κι απ᾽ αυτούς τους τόπους θα σηκωθείς ίσως μια μέρα και θα φύγεις και θα πας στη Θεσσαλία, κοντά στους φίλους του Κρίτωνα. Γιατί εκεί, είναι γνωστό, βασιλεύει πολύ μεγάλη αταξία και ακολασία και ίσως με μεγάλη ευχαρίστηση θα σε άκουγαν να τους λες την ιστορία σου: Με πόσο γελοίο τρόπο δραπέτευσες από τη φυλακή φορώντας κάποια ξένα ρούχα ή κανένα δέρμα ζώου ή οτιδήποτε άλλο, σαν αυτά με τα οποία συνηθίζουν να μεταμφιέζονται όσοι δραπετεύουν, και αλλάζοντας τη δική σου μορφή με τη μορφή κάποιου άλλου. Όμως φαντάζεσαι πως δεν θα βρεθεί κανείς να σου ειπεί ότι συ, γέρος άνθρωπος, ενώ σου μένει λίγος χρόνος από τη ζωή σου, όπως είναι το [53e] φυσικό, τόλμησες να λαχταράς τη ζωή τόσο αισχρά, παραβαίνοντας τους πιο μεγάλους νόμους; Ίσως να μη σου το ειπούν, αν δεν ενοχλείς κανέναν· ειδάλλως, θα ακούσεις, Σωκράτη, πολλά και ανάξια για το πρόσωπό σου.
Θα ζήσεις λοιπόν στη Θεσσαλία κολακεύοντας τον καθένα και δείχνοντας δουλοφροσύνη, δίχως να κάνεις τίποτ᾽ άλλο παρά να γλεντοκοπάς, σαν να είχες πάει στη Θεσσαλία καλεσμένος σε ξεφάντωμα; Και κείνα που λέγαμε για [54a] τη δικαιοσύνη και για κάθε άλλη αρετή, τί θα γίνουν τότε;
Αλλά θέλεις, λες, να ζήσεις για τα παιδιά σου, για να τα αναθρέψεις και να τα μορφώσεις. Μα τί; Θα τα πάρεις κι αυτά μαζί σου στη Θεσσαλία κι εκεί θα τα αναθρέψεις και θα τα μορφώσεις κάνοντάς τα κατοίκους ξένης χώρας, για να απολαύσουν και τούτο το καλό από σένα; Ή δεν θα το κάνεις αυτό, αλλά τα παιδιά σου θα ανατραφούν και θα μορφωθούν καλύτερα μένοντας εδώ στην Αθήνα, φτάνει να ζεις εσύ, κι ας μην είσαι κοντά τους; Γιατί οι φίλοι σου, σκέπτεσαι, θα φροντίσουνε γι᾽ αυτά. Ποιό όμως από τα δύο, αν αποδημήσεις στη Θεσσαλία θα φροντίσουν, κι αν αποδημήσεις στον Άδη δεν θα φροντίσουν; Αν βέβαια μπορείς να περιμένεις κάτι καλό απ᾽ αυτούς [54b] που ισχυρίζονται πως είναι φίλοι σου, πρέπει να πιστεύεις ότι θα φροντίσουν.
Λοιπόν, Σωκράτη, είναι καιρός πια να πεισθείς σε μας που σε αναθρέψαμε και μπροστά στο δίκαιο μήτε παιδιά να προτιμήσεις, μήτε τη ζωή, μήτε τίποτε άλλο, για να μπορείς, όταν θα πας στον Άδη, να προβάλεις όλα αυτά στην απολογία σου στους άρχοντες που είναι εκεί. Γιατί, αν κάνεις αυτά που σκέπτεσαι, είναι φανερό πως ούτε εδώ, στον απάνω κόσμο, θα είναι αυτό καλύτερο ούτε δικαιότερο ούτε οσιότερο για σένα ή για άλλον κανένα από τους δικούς σου, ούτε εκεί, στον κάτω κόσμο, όταν θα φτάσεις θα είναι καλύτερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου