Λ'. ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΕΙΑΣ
[30.1] [Ἡ δὲ αἰσχροκέρδειά ἐστιν περιουσία κέρδους αἰσχροῦ,]
[30.2] ὁ δὲ αἰσχροκερδὴς τοιοῦτός ‹τις›, οἷος ἑστιῶν ἄρτους ἱκανοὺς μὴ παραθεῖναι.
[30.3] καὶ δανείσασθαι παρὰ ξένου παρ᾽ αὑτῷ καταλύοντος.
[30.4] καὶ διανέμων μερίδας φῆσαι δίκαιον εἶναι διμοιρίαν τῷ διανέμοντι δίδοσθαι καὶ εὐθὺς αὑτῷ νεῖμαι.
[30.5] καὶ οἰνοπωλῶν κεκραμένον τὸν οἶνον τῷ φίλῳ ἀποδόσθαι.
[30.6] καὶ ἐπὶ θέαν τηνικαῦτα πορεύεσθαι ἄγων τοὺς ὑούς, ἡνίκα προῖκα ἀφιᾶσιν οἱ θεατρῶναι.
[30.7] καὶ ἀποδημῶν δημοσίᾳ τὸ μὲν ἐκ τῆς πόλεως ἐφόδιον οἴκοι καταλιπεῖν, παρὰ δὲ τῶν συμπρεσβευόντων δανείσασθαι· καὶ τῷ ἀκολούθῳ μεῖζον φορτίον ἐπιθεῖναι ἢ δύναται φέρειν καὶ ἐλάχιστα ἐπιτήδεια τῶν ἄλλων παρέχειν· καὶ ‹τῶν› ξενίων τὸ μέρος τὸ αὑτοῦ ἀπαιτήσας ἀποδόσθαι.
[30.8] καὶ ἀλειφόμενος ἐν τῷ βαλανείῳ [καὶ] εἴπας τῷ παιδαρίῳ «Σαπρόν γε τὸ ἔλαιον ἐπρίω» τῷ ἀλλοτρίῳ ἀλείφεσθαι.
[30.9] καὶ τῶν εὑρισκομένων χαλκῶν ἐν ταῖς ὁδοῖς ὑπὸ τῶν οἰκετῶν δεινὸς ἀπαιτῆσαι τὸ μέρος, κοινὸν εἶναι φήσας τὸν Ἑρμῆν.
[30.10] καὶ θοἰμάτιον ἐκδοῦναι πλῦναι καὶ χρησάμενος παρὰ γνωρίμου ἐφελκύσαι πλείους ἡμέρας, ἕως ἂν ἀπαιτηθῇ.
[30.11] [καὶ τὰ τοιαῦτα·] ‹καὶ› Φειδωνείῳ μέτρῳ τὸν πύνδακα εἰσκεκρουμένῳ μετρεῖν αὐτὸς τοῖς ἔνδον τὰ ἐπιτήδεια σφόδρα ἀποψῶν.
[30.12] ‹καὶ› ὑποπρίασθαί ‹τι παρὰ› φίλου δοκοῦντος πρὸς τρόπου πωλεῖσθαι ‹καὶ› ἐπιλαβὼν ἀποδόσθαι.
[30.13] ἀμέλει δὲ καὶ χρέος ἀποδιδοὺς τριάκοντα μνῶν ἔλαττον τέτταρσι δραχμαῖς ἀποδοῦναι. [30.14] καὶ τῶν ὑῶν δὲ μὴ πορευομένων εἰς τὸ διδασκαλεῖον τὸν μῆνα ὅλον διά τιν᾽ ἀρρωστίαν ἀφαιρεῖν τοῦ μισθοῦ κατὰ λόγον, καὶ τὸν Ἀνθεστηριῶνα μῆνα μὴ πέμπειν αὐτοὺς εἰς τὰ μαθήματα διὰ τὸ θέας εἶναι πολλάς, ἵνα μὴ τὸν μισθὸν ἐκτίνῃ.
[30.15] καὶ παρὰ παιδὸς κομιζόμενος ἀποφορὰν τοῦ χαλκοῦ τὴν ἐπικαταλλαγὴν προσαπαιτεῖν, καὶ λογισμὸν δὲ λαμβάνων παρὰ τοῦ χειρίζοντος.
[30.16] καὶ φράτερας ἑστιῶν αἰτεῖν τοῖς ἑαυτοῦ παισὶν ἐκ τοῦ κοινοῦ ὄψον, τὰ δὲ καταλειπόμενα ἀπὸ τῆς τραπέζης ῥαφανίδων ἡμίσεα ἀπογράφεσθαι, ἵν᾽ οἱ διακονοῦντες παῖδες μὴ λάβωσι.
[30.17] ‹καὶ› συναποδημῶν δὲ μετὰ γνωρίμων χρήσασθαι τοῖς ἐκείνων παισί, τὸν δὲ ἑαυτοῦ ἔξω μισθῶσαι καὶ μὴ ἀναφέρειν εἰς τὸ κοινὸν τὸν μισθόν.
[30.18] ἀμέλει δὲ καὶ συναγόντων παρ᾽ αὐτῷ ὑποθεῖναί ‹τι› τῶν παρ᾽ ἑαυτοῦ διδομένων ξύλων καὶ φακῶν καὶ ὄξους καὶ ἁλῶν καὶ ἐλαίου τοῦ εἰς τὸν λύχνον.
[30.19] καὶ γαμοῦντός τινος τῶν φίλων ἢ ἐκδιδομένου θυγατέρα πρὸ χρόνου τινὸς ἀποδημῆσαι, ἵνα ‹μὴ› πέμψῃ προσφοράν.
[30.20] καὶ παρὰ τῶν γνωρίμων τοιαῦτα κίχρασθαι, ἃ μήτ᾽ ἂν ἀπαιτήσαι μὴτ᾽ ἀπ᾽ ἀποδιδόντων ταχέως ἄν τις κομίσαιτο.
***
30. Ο ΑΙΣΧΡΟΚΕΡΔΗΣ
[30.1] [Η αισχροκέρδεια είναι η περίσσεια αισχρού κέρδους,]
[30.2] ενώ ο αισχροκερδής το είδος του ανθρώπου που, όταν παραθέτει γεύμα, δεν προσφέρει αρκετό ψωμί.
[30.3] Ζητά δανεικά από κάποιον ξένο που καταλύει στο σπίτι του.
[30.4] Όταν διανέμει μερίδες, ισχυρίζεται ότι είναι δίκαιο να πάρει διπλή μερίδα εκείνος, ο οποίος κάνει τη διανομή, κι αμέσως την δίνει στον εαυτό του.
[30.5] Όταν πουλά κρασί, το πουλά νερωμένο ακόμη και στο φίλο του.
[30.6] Πηγαίνει να δει θέατρο, παίρνοντας και τους γιους του, μόνο όταν οι θεατρώνες επιτρέπουν την είσοδο δωρεάν.
[30.7] Όταν ταξιδεύει στο εξωτερικό σε κρατική αποστολή, τα οδοιπορικά που του έδωσε η πόλη τα αφήνει στο σπίτι του και ζητά δανεικά από τους συμπρέσβεις του. Φορτώνει τον ακόλουθό του με φορτίο μεγαλύτερο απ᾽ όσο μπορεί να κουβαλήσει και του παρέχει τα λιγότερα τρόφιμα απ᾽ όλους τους άλλους. Ζητά να του δώσουν το μερίδιό του από τα δώρα που έλαβαν ως φιλοξενούμενοι και το πουλά.
[30.8] Όταν αλείφεται με λάδι στα λουτρά, λέει στο δούλο του «Αγόρασες χαλασμένο λάδι» και αλείφεται με το ξένο λάδι.
[30.9] Όταν οι δούλοι του βρίσκουν χάλκινα νομίσματα στο δρόμο, είναι ικανός να απαιτήσει μερίδιο, λέγοντας ότι ο Ερμής είναι κοινός.
[30.10] Αν έχει δώσει το ρούχο του για πλύσιμο και έχει δανειστεί ένα άλλο από κάποιον γνωστό του, καθυστερεί να το επιστρέψει επιπλέον μέρες, μέχρι να του το ζητήσουν πίσω.
[30.11] [Κάνει και τα εξής:] Μοιράζει ο ίδιος τα τρόφιμα στο προσωπικό του σπιτιού του, χρησιμοποιώντας κύπελλο με φειδώνειο μέτρο χωρητικότητας και με σφυρηλατημένο προς τα μέσα τον πυθμένα του, και καθαρίζει σχολαστικά ό,τι εξέχει (στην επιφάνεια).
[30.12] Αγοράζει κάτι σε τιμή κάτω του κόστους από έναν φίλο, ενώ εκείνος μένει με την εντύπωση ότι το εμπόρευμα πουλήθηκε σε τιμή εμπορίου, και κατόπιν το ξαναπουλά αποκομίζοντας επιπλέον κέρδος.
[30.13] Χωρίς αμφιβολία (είναι ικανός), όταν αποπληρώνει χρέος τριάντα μνων, να το επιστρέψει κατά τέσσερις δραχμές λιγότερες.
[30.14] Αν οι γιοι του τύχει, εξαιτίας κάποιας αρρώστιας, και δεν πάνε στο διδασκαλείο όλες τις μέρες του μήνα, αφαιρεί από τα δίδακτρα το ανάλογο ποσό. Δεν τους στέλνει στα μαθήματα κατά το μήνα Ανθεστηριώνα, για να μην πληρώσει τα δίδακτρα, καθώς αυτός ο μήνας έχει πολλά θεάματα. [30.15] Όταν λαμβάνει από κάποιον δούλο το μερίδιό του στα κέρδη του, απαιτεί επιπλέον και τα έξοδα για τη μετατροπή των χάλκινων νομισμάτων σε αργυρά. Το ίδιο κάνει και όταν ρυθμίζει λογαριασμούς με το διαχειριστή του.
[30.16] Όταν παραθέτει γεύμα στα μέλη της φατρίας του, απαιτεί για τους δούλους του φαγητό πληρωμένο από το κοινό ταμείο, ενώ τα κομμένα στη μέση ρεπανάκια, που απέμειναν από το τραπέζι, κάθεται και τα σημειώνει, για να μην τα πάρει το υπηρετικό προσωπικό.
[30.17] Όταν συνταξιδεύει εκτός πόλεως με γνωστούς του, χρησιμοποιεί τους δούλους τους, ενώ τον δικό του τον δίνει για νοίκιασμα, χωρίς όμως να βάλει στο κοινό ταμείο τα κέρδη του.
[30.18] Είναι ικανός, χωρίς αμφιβολία, όταν γίνει κάποια συγκέντρωση στο σπίτι του, να χρεώσει ένα ποσό για τα ξύλα, τις φακές, το ξίδι, το αλάτι και το λάδι για το λυχνάρι που πρόσφερε ο ίδιος. [30.19] Όταν κάποιος φίλος του παντρεύεται ή παντρεύει τη θυγατέρα του, φεύγει από την πόλη λίγο καιρό νωρίτερα, για να μη στείλει δώρο.
[30.20] Από τους γνωστούς του δανείζεται πράγματα που κανείς δεν θα τα ζητούσε πίσω, ούτε θα έσπευδε να τα πάρει, αν του τα επέστρεφαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου