ΧΟ. δεινόν γε θνητοῖς ὡς ἅπαντα συμπίτνει,
καὶ τὰς ἀνάγκας οἱ νόμοι διώρισαν,
φίλους τιθέντες τούς γε πολεμιωτάτους
ἐχθρούς τε τοὺς πρὶν εὐμενεῖς ποιούμενοι.
850 ΑΓ. ἐγώ σε καὶ σὸν παῖδα καὶ τύχας σέθεν,
Ἑκάβη, δι᾽ οἴκτου χεῖρά θ᾽ ἱκεσίαν ἔχω,
καὶ βούλομαι θεῶν θ᾽ οὕνεκ᾽ ἀνόσιον ξένον
καὶ τοῦ δικαίου τήνδε σοι δοῦναι δίκην,
εἴ πως φανείη γ᾽ ὥστε σοί τ᾽ ἔχειν καλῶς,
855 στρατῷ τε μὴ δόξαιμι Κασάνδρας χάριν
Θρῄκης ἄνακτι τόνδε βουλεῦσαι φόνον.
ἔστιν γὰρ ᾗ ταραγμὸς ἐμπέπτωκέ μοι·
τὸν ἄνδρα τοῦτον φίλιον ἡγεῖται στρατός,
τὸν κατθανόντα δ᾽ ἐχθρόν· εἰ δ᾽ ἐμοὶ φίλος
860 ὅδ᾽ ἐστί, χωρὶς τοῦτο κοὐ κοινὸν στρατῷ.
πρὸς ταῦτα φρόντιζ᾽· ὡς θέλοντα μέν μ᾽ ἔχεις
σοὶ ξυμπονῆσαι καὶ ταχὺν προσαρκέσαι,
βραδὺν δ᾽, Ἀχαιοῖς εἰ διαβληθήσομαι.
ΕΚ. φεῦ.
οὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἔστ᾽ ἐλεύθερος·
865 ἢ χρημάτων γὰρ δοῦλός ἐστιν ἢ τύχης,
ἢ πλῆθος αὐτὸν πόλεος ἢ νόμων γραφαὶ
εἴργουσι χρῆσθαι μὴ κατὰ γνώμην τρόποις.
ἐπεὶ δὲ ταρβεῖς τῷ τ᾽ ὄχλῳ πλέον νέμεις,
ἐγώ σε θήσω τοῦδ᾽ ἐλεύθερον φόβου.
870 σύνισθι μὲν γάρ, ἤν τι βουλεύσω κακὸν
τῷ τόνδ᾽ ἀποκτείναντι, συνδράσῃς δὲ μή.
ἢν δ᾽ ἐξ Ἀχαιῶν θόρυβος ἢ ᾽πικουρία
πάσχοντος ἀνδρὸς Θρῃκὸς οἷα πείσεται
φανῇ τις, εἶργε μὴ δοκῶν ἐμὴν χάριν.
875 τὰ δ᾽ ἄλλα —θάρσει— πάντ᾽ ἐγὼ θήσω καλῶς
***
ΧΟΡΟΣ
Φοβερό, στους θνητούς πώς έρχονται όλα,
κι οι θεϊκές βουλές ορίζουν τις ανάγκες,
έτσι που φίλοι να γίνονται οι πιο μισημένοι
κι εχθροί μας εκείνοι που πριν αγαπούσαμε.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
850 Και σένα, Εκάβη, συμπονώ και το παιδί σου,
και την τύχη σου και το χέρι που απλώνεις
ζητώντας τη βοήθεια μου, και θέλω,
και για το δίκιο και για τους θεούς,
ο άνομος ο φίλος να σου το πληρώσει.
Φτάνει όλα τούτα σε καλό να σου βγούνε,
κι απ᾽ την άλλη μεριά,
να μη φανώ κι εγώ στο στράτευμά μου
ότι για χάρη της Κασάνδρας θέλησα τον φόνο
του βασιλιά της Θράκης. Γιατί, αληθινά,
υπάρχει κάτι που πολύ με τρομάζει·
πως ο στρατός μας λογαριάζει σύμμαχο
αυτό τον άνθρωπο, κι εχθρό τον πεθαμένο.
Κι αν ο νεκρός είναι άνθρωπος δικός μου,
860 για τον στρατό δεν έχει σημασία καμιά.
Πρόσεξέ με, λοιπόν: Πρόθυμος είμαι
και να συμπράξω και γοργά να σε συντρέξω,
όμως δισταχτικός αν η βοήθεια γίνει αιτία
να με κατηγορήσουν οι Αχαιοί.
ΕΚΑΒΗ
Αλίμονο,
κανείς θνητός ελεύθερος δεν είναι·
ή στο χρήμα ή στην τύχη θα υποτάζεται.
Κι είτε οι πολίτες είτε οι ορισμοί
των νόμων θα εμποδίζουν τον καθένα
να πράξει ακολουθώντας τη δική του γνώμη.
Κι αφού δειλιάζεις και σκέφτεσαι το πλήθος
πιο πολύ απ᾽ ό,τι πρέπει,
εγώ θα σε λυτρώσω από τον φόβο.
870 Άκου λοιπόν: αν εγώ μελετήσω
κάποιο κακό για τον φονιά, να μη συμπράξεις.
Αν όμως οι Αχαιοί ξεσηκωθούνε
για να βοηθήσουν τον Θρακιώτη,
σαν θα παθαίνει όσα του μέλλεται να πάθει,
εμπόδιζέ τους, μα χωρίς να δείχνεις
ότι για χάρη μου τους εμποδίζεις. Όλα τ᾽ άλλα,
μη νοιάζεσαι, θα τα βολέψω εγώ.
καὶ τὰς ἀνάγκας οἱ νόμοι διώρισαν,
φίλους τιθέντες τούς γε πολεμιωτάτους
ἐχθρούς τε τοὺς πρὶν εὐμενεῖς ποιούμενοι.
850 ΑΓ. ἐγώ σε καὶ σὸν παῖδα καὶ τύχας σέθεν,
Ἑκάβη, δι᾽ οἴκτου χεῖρά θ᾽ ἱκεσίαν ἔχω,
καὶ βούλομαι θεῶν θ᾽ οὕνεκ᾽ ἀνόσιον ξένον
καὶ τοῦ δικαίου τήνδε σοι δοῦναι δίκην,
εἴ πως φανείη γ᾽ ὥστε σοί τ᾽ ἔχειν καλῶς,
855 στρατῷ τε μὴ δόξαιμι Κασάνδρας χάριν
Θρῄκης ἄνακτι τόνδε βουλεῦσαι φόνον.
ἔστιν γὰρ ᾗ ταραγμὸς ἐμπέπτωκέ μοι·
τὸν ἄνδρα τοῦτον φίλιον ἡγεῖται στρατός,
τὸν κατθανόντα δ᾽ ἐχθρόν· εἰ δ᾽ ἐμοὶ φίλος
860 ὅδ᾽ ἐστί, χωρὶς τοῦτο κοὐ κοινὸν στρατῷ.
πρὸς ταῦτα φρόντιζ᾽· ὡς θέλοντα μέν μ᾽ ἔχεις
σοὶ ξυμπονῆσαι καὶ ταχὺν προσαρκέσαι,
βραδὺν δ᾽, Ἀχαιοῖς εἰ διαβληθήσομαι.
ΕΚ. φεῦ.
οὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἔστ᾽ ἐλεύθερος·
865 ἢ χρημάτων γὰρ δοῦλός ἐστιν ἢ τύχης,
ἢ πλῆθος αὐτὸν πόλεος ἢ νόμων γραφαὶ
εἴργουσι χρῆσθαι μὴ κατὰ γνώμην τρόποις.
ἐπεὶ δὲ ταρβεῖς τῷ τ᾽ ὄχλῳ πλέον νέμεις,
ἐγώ σε θήσω τοῦδ᾽ ἐλεύθερον φόβου.
870 σύνισθι μὲν γάρ, ἤν τι βουλεύσω κακὸν
τῷ τόνδ᾽ ἀποκτείναντι, συνδράσῃς δὲ μή.
ἢν δ᾽ ἐξ Ἀχαιῶν θόρυβος ἢ ᾽πικουρία
πάσχοντος ἀνδρὸς Θρῃκὸς οἷα πείσεται
φανῇ τις, εἶργε μὴ δοκῶν ἐμὴν χάριν.
875 τὰ δ᾽ ἄλλα —θάρσει— πάντ᾽ ἐγὼ θήσω καλῶς
***
ΧΟΡΟΣ
Φοβερό, στους θνητούς πώς έρχονται όλα,
κι οι θεϊκές βουλές ορίζουν τις ανάγκες,
έτσι που φίλοι να γίνονται οι πιο μισημένοι
κι εχθροί μας εκείνοι που πριν αγαπούσαμε.
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
850 Και σένα, Εκάβη, συμπονώ και το παιδί σου,
και την τύχη σου και το χέρι που απλώνεις
ζητώντας τη βοήθεια μου, και θέλω,
και για το δίκιο και για τους θεούς,
ο άνομος ο φίλος να σου το πληρώσει.
Φτάνει όλα τούτα σε καλό να σου βγούνε,
κι απ᾽ την άλλη μεριά,
να μη φανώ κι εγώ στο στράτευμά μου
ότι για χάρη της Κασάνδρας θέλησα τον φόνο
του βασιλιά της Θράκης. Γιατί, αληθινά,
υπάρχει κάτι που πολύ με τρομάζει·
πως ο στρατός μας λογαριάζει σύμμαχο
αυτό τον άνθρωπο, κι εχθρό τον πεθαμένο.
Κι αν ο νεκρός είναι άνθρωπος δικός μου,
860 για τον στρατό δεν έχει σημασία καμιά.
Πρόσεξέ με, λοιπόν: Πρόθυμος είμαι
και να συμπράξω και γοργά να σε συντρέξω,
όμως δισταχτικός αν η βοήθεια γίνει αιτία
να με κατηγορήσουν οι Αχαιοί.
ΕΚΑΒΗ
Αλίμονο,
κανείς θνητός ελεύθερος δεν είναι·
ή στο χρήμα ή στην τύχη θα υποτάζεται.
Κι είτε οι πολίτες είτε οι ορισμοί
των νόμων θα εμποδίζουν τον καθένα
να πράξει ακολουθώντας τη δική του γνώμη.
Κι αφού δειλιάζεις και σκέφτεσαι το πλήθος
πιο πολύ απ᾽ ό,τι πρέπει,
εγώ θα σε λυτρώσω από τον φόβο.
870 Άκου λοιπόν: αν εγώ μελετήσω
κάποιο κακό για τον φονιά, να μη συμπράξεις.
Αν όμως οι Αχαιοί ξεσηκωθούνε
για να βοηθήσουν τον Θρακιώτη,
σαν θα παθαίνει όσα του μέλλεται να πάθει,
εμπόδιζέ τους, μα χωρίς να δείχνεις
ότι για χάρη μου τους εμποδίζεις. Όλα τ᾽ άλλα,
μη νοιάζεσαι, θα τα βολέψω εγώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου