ΠΡΟΙΤΙΔΕΣ
(αγελάδες)
Οι Προιτίδες ήταν κόρες του Προίτου και της Σθενέβοιας, του βασιλικού ζεύγους της Τίρυνθας ή του Άργους. Ήταν δύο, η Λυσίππη και η Ιφιάνασσα, ή τρεις, η Ιφινόη -αν και αναφέρονται και άλλες δύο, η Ελέγη και η Κελαινή (Αιλ., Ποικ. Ιστ. 3.42). Αυτές όταν έφτασαν σε ηλικία γάμου, προκάλεσαν την οργή της Ήρας, είτε γιατί ισχυρίζονταν ότι ήταν ωραιότερες από τη θεά είτε γιατί παινεύτηκαν ότι το παλάτι του πατέρα τους ήταν πλουσιότερο από τον ναό της Ήρας είτε γιατί έκλεψαν χρυσάφι από το φόρεμα της θεάς για προσωπική τους χρήση. Η Ήρα τις τιμώρησε παίρνοντάς τους τα λογικά, μεταμορφώθηκαν σε δαμάλες και έτρεχαν στα βουνά δέσμιες της τρέλας τους. Η μανία τους έκανε μερικούς να σκεφτούν ότι η τιμωρία προήλθε από τον Διόνυσο, γιατί τον προσέβαλαν με το να αρνούνται τη λατρεία του, οπότε ο μύθος τους θυμίζει το μύθο των γυναικών της Θήβας που, επίσης, αρνούνταν τον Διόνυσο. Ή για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: επειδή ασπάστηκαν μια νέα λατρεία αρνούμενες αλαζονικά και προσβλητικά την πατροπαράδοτη της Ήρας. Πάντως, η μεταμόρφωση σε δαμάλες ταιριάζει στη θεά, καθώς και άλλες ηρωίδες που εμπλέκονται με τη γυναίκα του Δία μεταμορφώνονται σε αγελάδες (π.χ. Ιώ) ή ιέρειές της την τιμούν φορώντας προσωπεία αγελάδας.
Δύο παραδόσεις υπάρχουν για τον τρόπο ίασης των Προιτίδων. Η μία, η παλαιότερη, του λυρικού ποιητή Βακχυλίδη (5ος αι. π.Χ.), ορίζει ότι η ίαση επήλθε με τη μεσολάβηση του ίδιου του πατέρα τους, του Προίτου· η δεύτερη, η νεότερη, επινοεί την παρέμβαση του μάντη Μελάμποδα. Πιο συγκεκριμένα:
Ο Βακχυλίδης* διηγείται ότι ο Προίτος, στην απελπισία του για την κατάσταση των θυγατέρων του, τράβηξε το σπαθί του για να αυτοκτονήσει· τον απέτρεψαν τα πρωτοπαλίκαρά του με λόγια αλλά και με βία. Τότε ξεκίνησε να κυνηγά τις κόρες του που για δεκατρείς μήνες έτρεχαν στα δάση μέχρι την Αρκαδία. Όταν ο Προίτος έφτασε στον ποταμό Λούσιο της Αρκαδίας, έκανε το τελετουργικό λουτρό του καθαρμού, ώστε να μπορέσει να προσευχηθεί στην Άρτεμη και να την παρακαλέσει να τον βοηθήσει -θα της θυσίαζε τότε είκοσι βόδια. Και η θεά πείστηκε και έπεισε με τη σειρά της την Ήρα να συγχωρέσει τα κορίτσια και να τις απαλλάξει από τη μανία. Εκεί έστησαν οι νέες βωμό προς τιμή της συντρόφου του Δία και όρισαν να γίνεται γιορτή στη μνήμη της με θυσίες ζώων και χορούς γυναικών.
Με ιάσεις και καθαρμούς ήταν συνδεδεμένο και το όνομα του μάντη Μελάμποδα που συνδεόταν με τα βασιλικά γένη του Άργους, όπως ο Τειρεσίας με τα γένη της Θήβας και ο Κάλχας με των Μυκηνών. Σε αυτή την εκδοχή στις αιτίες της μανίας των Προιτίδων προστίθεται και το μίσος του πατέρα τους προς τον αδελφό του Ακρίσιο και την αυθαίρετη ανάληψη της εξουσίας από τον Προίτο. Όπως και να έχει, ο Προίτος κάλεσε τον Μελάμποδα στην Τίρυνθα, για να τις γιατρέψει. Ο Μελάμποδας, που γνώριζε τη λατρεία του Διόνυσου και ήταν ο πρώτος που ανακάτεψε το κρασί με νερό, προσφέρθηκε να τις γιατρέψει με αντάλλαγμα το ένα τρίτο του βασιλείου, όμως ο Προίτος θεώρησε υπερβολική την απαίτηση του μάντη. Τότε το κακό εξαπλώθηκε σε μεγάλο μέρος των Αργείων γυναικών, οι οποίες σκότωναν τα παιδιά τους, εγκατέλειπαν τις εστίες τους και έφευγαν τρελαμένες στα βουνά, όπου διαμέλιζαν ζώα και τα καταβρόχθιζαν ωμά. Μετά από νέα παράκληση του Προίτου ο Μελάμποδας δέχτηκε να διώξει το κακό, αλλά αυτή τη φορά ζήτησε τα δυο τρίτα του βασιλείου, το ένα για τον ίδιο και το άλλο για τον αδελφό του Βίαντα. Ο Προίτος το δέχτηκε, γιατί φοβήθηκε ότι νέα άρνησή του θα τον έκαμνε να χάσει τα πάντα.
Συνοδευόμενος κι από άλλους άνδρες, τους πιο ρωμαλέους, ο Μελάμποδας, με δυνατές κραυγές και βίαιους χορούς, κυνήγησε στη Σικυώνα τις Αργείες γυναίκες που προσπαθούσαν να διαφύγουν. Εκεί η Ιφινόη, η μεγαλύτερη από τις Προιτίδες, εξαντλημένη έχασε τη ζωή της· η καταδίωξη συνεχίστηκε έπειτα προς την οροσειρά των Αροανίων. Εκεί τις βρήκε ο μάντης και τις οδήγησε στην τοποθεσία Λουσοί, όπου με εξαγνισμούς και μυστικές τελετές κατόρθωσε να τις γιατρέψει από την τρέλα. (Παυσ. 8.18.8**) Στον Άνιγρο ποταμό της Πελοποννήσου, ΝΔ της Ολυμπίας, πέταξε ο Μελάμποδας τα αντικείμενα που χρησιμοποίησε για τον εξαγνισμό των θυγατέρων του Προίτου. Από τότε, από τα νερά του ποταμού αναδύεται μια άσχημη μυρωδιά***. Μετά από αυτό, ο Προίτος πάντρεψε την Ιφιάνασσα με τον Μελάμποδα και τη Λυσίππη με τον αδελφό του μάντη, τον Βίαντα. Έτσι ανέβηκαν και οι δυο στους θρόνους που τους είχε υποσχεθεί ο Προίτος. Κι εκείνος έκτισε ναό προς τιμή του Απόλλωνα. (Απολλόδωρος 2.2.2 κ.ε.****)
Άλλη παράδοση τοποθετεί την τρέλα όλων των Αργείων γυναικών, όχι μόνο των Προιτίδων, αργότερα, όταν βασίλευε ο εγγονός ή δισέγγονος του Προίτου και ανεψιός των Προιτίδων Αναξαγόρας -μια μανία έπιασε τις γυναίκες να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και να τρέχουν άσκοπα στα χωράφια (2.18.4). Τότε ήρθε ο Μελάμποδας και η μοιρασιά του βασιλείου έγινε από τον Αναξαγόρα σε τρεις οικογένειες: τους Αναξαγορίδες, τους Μελαμποδίδες, τους Βιαντίδες. Και με τη μία και με την άλλη παράδοση ο μύθος των Προιτίδων αιτιολογεί την τριπλή ηγεμονία στην περιοχή με τρόπο απόλυτα ευλογοφανή -Από όλους τους Έλληνες μόνο τους Αργείους ξέρω κατατετμημένους σε τρία βασίλεια (Παυσ. 2.18.4)-, ενώ στην εκδοχή του Βακχυλίδη αντανακλάται πιο καθαρά η σθεναρή αντίσταση των ιερατείων της Ήρας σε άλλες λατρείες, κυρίως του Διόνυσου.
Ο Παυσανίας μνημονεύει τους θαλάμους των Προιτίδων στην Τίρυνθα (2.25.8), στον δρόμο προς τη θάλασσα, ενώ παραδίδεται και μια γιορτή στο Άργος, τα Αγράνια, στη μνήμη μιας κόρης του Προίτου (Ησύχιος). Με θέμα τον μύθο τους έγραψαν έργα ο κωμικός ποιητής Θεόφιλος (4ος αι. π.Χ.) και ο βουκολικός ποιητής Θεόκριτος (3ος αι. π.Χ.) (Σούδα).
-----------------------------
*Ο καθαρμός των Προιτίδων από τον Προίτο
Είναι η Άρτεμη που κάποτε βωμό
πολυλάτρευτο της είχε στήσει ο Προίτος,
ο γιος του Άβαντα, κι οι κόρες του μαζί,
οι κοπέλες οι ωριοστόλιστες εκείνες.
Παλιότερα, απ' το ωραίο του Προίτου σπίτι
είχε αυτές τις κοπέλες φευγατίσει
η παντοδύναμη Ήρα
σε ζυγό τρέλας σφίγγοντας το νου τους·
γιατί σπρωγμένες
από παρθενική μια ορμή, στ' άγιο άλσος
πήγαν της πορφυρόζωνης της Ήρας
και παινεύτηκαν ότι είχαν πατέρα
πιο πλούσιον κι από την ξανθή
συντρόφισσα του δυνατού
του Δία· εκείνη θύμωσε,
τους πήρε τα συλλοϊκά
και στην καρδιά τους έβαλε τρελή μια ορμή να φύγουν·
και γύριζαν μες στων βουνών τους λόγγους τότε οι κόρες
και ξεφωνίζαν άγρια. Το πατρικό τους σπίτι
στην Τίρυνθα ήταν· κείθε, από τους δρόμους
τους θεόχτιστους έφυγαν και πάνε.
Απ' την Τίρυνθα λοιπόν του Προίτου οι κόρες,
κοπελιές μαυρομαλλούσες, φύγαν πια
κι όλο αλήτευαν αλάργ' απ' την πατρίδα.
Του γονιού την καρδιά σπάραξε η λύπη, [στρ. γ]
παράξενη έγνοια μπήκε μες στο νου
και δίκοπο μαχαίρι
μελέτησε στο στήθος του να μπήξει·
μα οι δορυφόροι
με λόγια μαλακά τον συγκρατούσαν
ή και με το στανιό. Οι τρελές κοπέλες
αλήτευαν σωστούς δεκατρείς μήνες
στο λόγγο το βαθίσκιωτο,
και στην προβατοθρόφα γη
την Αρκαδία τριγύριζαν.
Έφτασε τέλος ο γονιός
κοντά στο Λούσο ποταμό· παίρνει νερό απ' το ρέμα
τ' όμορφο εκείνο, νίβεται, και προς του αρματοδρόμου
ήλιου τη λάμψη υψώνοντας τα χέρια δέηση κάνει·
τη γελαδόματη Άρτεμη ικετεύει,
κόρη κυράς κρεμεζομαντιλούσας,
απ' την καταραμένη αυτή μανία,
που τα μυαλά ταράζει,
τα δύστυχα παιδιά του να λυτρώσει.
«Και είκοσι βόδια
θυσία εγώ, θεά, θα σου προσφέρω,
κοκκίνηδες, και που άζευτα είναι ακόμα.»
Η θυγατέρα του ύψιστου πατέρα,
η αγριμοφόνισσα θεά,
άκουσε αυτή την προσευχή·
κάνει της Ήρας την καρδιά
κι απ' τη μανία την άθεη
τις νέες γιατρεύει· τότε αυτές, οι ανθοστεφανωμένες,
γρήγορα για την Άρτεμη μετόχι ξεχωρίζουν,
στήνουν βωμό, τον βάφουνε με αίμα πολλών προβάτων
και γυναικείους χορούς για κείνη ορίζουν.
(Βακχ., Επίνικοι 11.40-58, 82-112)
**Αροάνια και Λουσοί
Πάνω από τη Νώνακρι [αρκαδική πόλη που την εποχή του Παυσανία ήταν ερειπωμένη] είναι τα λεγόμενα Αροάνια όρη, όπου υπάρχει ένα σπήλαιο. Λένε ότι σ' αυτό το σπήλαιο κατέφυγαν οι θυγατέρες του Προίτου όταν τρελάθηκαν. Ο Μελάμποδας με μυστικές θυσίες και καθαρμούς τις κατέβασε σ' ένα μέρος που ονομάζεται Λουσοί [αρκαδική πόλη με ιερό της Άρτεμης]. Λένε, ότι οι Λουσοί ήταν κάποτε πόλη. Σήμερα όμως δεν σώζονται ούτε τα ερείπια. Τις θυγατέρες λοιπόν του Προίτου τις έφερε κάτω στους Λουσούς ο Μελάμποδας και τις θεράπευσε από την τρέλα τους σε ένα ιερό της Άρτεμης. Και από τότε οι Κλειτόριοι ονομάζουν την Άρτεμη Ἡμερασίαν.
(Παυσ. 8.18.8)
***Παυσανίας και Στράβων για τον ποταμό Άνιγρο
Το ρεύμα αυτού του ποταμού [του Άνιγρου] συχνά το σταματούν ισχυροί άνεμοι, γιατί κουβαλούν την άμμο από την ανοιχτή θάλασσα ενάντια στο ρεύμα του ποταμού και εμποδίζουν το νερό να τρέξει προς τα εμπρός. Όταν, λοιπόν, από τις δύο πλευρές μουσκέψει η άμμος από έξω από τη θάλασσα και από μέσα από το ποτάμι,τότε υπάρχει μεγάλος κίνδυνος και για τα ζώα και για τους ανθρώπους να βουλιάξουν. Ο Άνιγρος πηγάζει από το αρκαδικό βουνό Λάπιθο και ήδη από τις πηγές του το νερό δεν είναι ευώδες αλλά έχει φοβερή δυσοσμία. Και πριν να δεχθεί τα νερά του παραπόταμου Ακίδαντα, είναι φανερό ότι δεν τρέφει καθόλου ψάρια. Μετά τη συμβολή των δύο ποταμών τα ψάρια που με το νερό κατεβαίνουν στον Άνιγρο οι άνθρωποι δεν τα θεωρούν φαγώσιμα, αν όμως πιαστούν στα νερά του Ακίδαντα, θεωρούνται φαγώσιμα. Είμαι πεπεισμένος ότι η παράξενη οσμή του Άνιγρου οφείλεται στη σύσταση του εδάφους μέσα από το οποίο περνάει το νερό, ώσπου να βγει στις πηγές, όπως ακριβώς τα ποτάμια πέρα από την Ιωνία, οι αναθυμιάσεις των οποίων είναι ολέθριες για τους ανθρώπους. Μερικοί Έλληνες λένε ότι ο Χείρωνας ή ένας άλλος Κένταυρος, ο Πυλήνορας, τοξεύτηκε από τον Ηρακλή και πληγωμένος κατέφυγε σε αυτό το ποτάμι, όπου καθάρισε το τραύμα του. Το δηλητήριο της ύδρας έδωσε στον Άνιγρο αυτή την αποκρουστική οσμή. Άλλοι πάλι αποδίδουν αυτή την ιδιότητα του ποταμού στον Μελάμποδα, τον γιο του Αμυθάονα, που έριξε στο νερό τα καθάρσια που χρησιμοποίησε για τον καθαρμό των θυγατέρων του Προίτου. Υπάρχει στο Σαμικό ένα σπήλαιο, όχι μακριά από το ποτάμι, που ονομάζεται το σπήλαιο των Ανιγρίδων νυμφών. Όποιος μπει σε αυτό και υποφέρει από αλφισμό [αλμπινισμός ή λευκπάθεια] ή λεύκη, είθισται καταρχάς να εύχεται στις νύμφες και να υπόσχεται θυσία· μετά σκουπίζει τα άρρωστα μέλη του σώματος. Κολυμπώντας μέσα στο ποτάμι άφηνε την παλιά ακαθαρσία στο νερό και έβγαινε υγιής και χωρίς αποχρωματισμένες κηλίδες.
(Παυσ. 5.5.7-11)
Πρὸς γὰρ δὴ τῷ ἄντρῳ τῶν Ἀνιγριάδων νυμφῶν ἐστι πηγή, ὑφ᾽ ἧς ἕλειον καὶ τιφῶδες τὸ ὑποπῖπτον γίνεται χωρίον· ὑποδέχεται δὲ τὸ πλεῖστον τοῦ ὕδατος ὁ Ἄνιγρος βαθὺς καὶ ὕπτιος ὢν ὥστε λιμνάζειν· θινώδης δ᾽ ὢν ὁ τόπος ἐξ εἴκοσι σταδίων βαρεῖαν ὀσμὴν παρέχει καὶ τοὺς ἰχθῦς ἀβρώτους ποιεῖ. μυθεύουσι δ᾽ οἱ μὲν ἀπὸ τοῦ τῶν τετρωμένων Κενταύρων τινὰς ἐνταῦθ᾽ ἀπονίψασθαι τὸν ἐκ τῆς Ὕδρας ἰόν, οἱ δ᾽ ἀπὸ τοῦ Μελάμποδα τοῖς ὕδασι τούτοις καθαρσίοις χρήσασθαι πρὸς τὸν τῶν Προιτίδων καθαρμόν· ἀλφοὺς δὲ καὶ λεύκας καὶ λειχῆνας ἰᾶται τὸ ἐντεῦθεν λουτρόν.
(Στρ., Γεωγρ. 8.3.19.15-25)
****Μελάμποδας και Προιτίδες
Και απέκτησε ο Ακρίσιος από την Ευρυδίκη, κόρη του Λακεδαίμονα, τη Δανάη, και ο Προίτος από τη Σθενέβοια τη Λυσίππη, την Ιφινόη και την Ιφιάνασσα. Όταν αυτές έφτασαν σε ηλικία γάμου, καταλήφθηκαν από μανία, ή επειδή δεν αποδέχονταν τις ιερουργίες του Διόνυσου, όπως λέει ο Ησίοδος, ή επειδή περιφρόνησαν το άγαλμα της Αθηνάς, όπως ισχυρίζεται ο Ακουσίλαος. Σε κατάσταση μανίας περιπλανιόνταν σε όλη την Αργεία· ύστερα, πέρασαν στην Αρκαδία και διέτρεχαν τις ερημιές κάνοντας κάθε δυνατή αδιαντροπιά. Ο Μελάμποδας, γιος του Αμυθάονα και της Ειδομένης, κόρης του Άβαντα, που ήταν μάντης και πρώτος είχε βρει τη θεραπεία με φάρμακα και καθαρμούς, υποσχέθηκε να θεραπεύσει τις κοπέλες, με τον όρο να πάρει το ένα τρίτο από το βασίλειο. Και καθώς ο Προίτος δεν έδινε την άδεια να τις θεραπεύσει με τόσο μεγάλη ανταμοιβή, τις κοπέλες τις παραπήρε η μανία και επιπλέον μετά από αυτές και τις υπόλοιπες γυναίκες· και αυτές δηλαδή εγκατέλειπαν τα σπίτια τους, σκότωναν τα ίδια τους τα παιδιά και σύχναζαν στις ερημιές. Και καθώς η συμφορά διογκωνόταν όλο και περισσότερο, ο Προίτος δέχτηκε τελικά να δώσει την ανταμοιβή που του είχε ζητηθεί. Αλλά ο Μελάμποδας υποσχόταν να τις θεραπεύσει, με τον όρο να πάρει το άλλο ένα τρίτο της γης ο αδελφός του Βίαντας. Και ο Προίτος, επειδή φοβήθηκε μήπως, όσο καθυστερούσε η θεραπεία, του ζητούσαν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι από την επικράτειά του, του επέτρεψε να τις θεραπεύσει με αυτούς τους όρους. Τότε ο Μελάμποδας πήρε μαζί του τα πιο ρωμαλέα παλικάρια και με αλαλαγμούς και έξαλλους χορούς τις κυνήγησαν διώχνοντάς τες από τα βουνά στη Σικυώνα. Και την ώρα που τις κυνηγούσαν, η μεγαλύτερη κόρη του Προίτου, η Ιφινόη, πέθανε [από εξάντληση] οι άλλες δύο υποβλήθηκαν σε καθαρμούς και ήρθαν στα συγκαλά τους. Αυτές τις πάντρεψε ο Προίτος με τον Μελάμποδα και τον Βία, και λίγο μετά απέκτησε και ένα γιο, τον Μεγαπένθη.
(Απολλόδωρος 2.2.2 κ.ε.)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου