Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

Αρχαϊκή Λυρική Ποίηση: Ο αρχαϊκός λυρισμός ως «προφορική ποίηση»

Αρχή βασικών παρεξηγήσεων γύρω από τον αρχαϊκό λυρισμό υπήρξε η μέχρι πρότινος ελλιπής γνώση μας για τις συνθήκες και τον τρόπο παραγωγής της ποίησης την εποχή αυτή. Γι' αυτό δεν περιττεύει να τονιστεί ότι η ποίηση αυτή αναδύθηκε μέσα από ένα περιβάλλον προφορικής ποίησης: κατά τη σύνθεση δεν χρειαζόταν τη γραφή στο σημειωματάριο της εποχής (ένα κέρινο πινάκιο)· κατά την πρόσληψη δεν απαιτούνταν η κατά μόνας ανάγνωση, ούτε για τη διάδοση -τουλάχιστον όχι πρωτίστως- η ύπαρξη χειρογράφων που να κυκλοφορούν αντιγραφόμενα χέρι με χέρι. Συνετίθετο προφορικά με ελάχιστη και βοηθητική μόνον χρήση της γραφής και το τελικό προϊόν μόνον με το πέρας της εύρεσης και σύνθεσης καταγραφόταν· στη συνέχεια, το έργο εκτελούνταν ενώπιον ακροατηρίου: η ψιλή ανάγνωση ποιητικού κειμένου αποτελούσε εξαίρεση τόσο σπάνια, όσο σπάνια είναι σήμερα η ανάγνωση μιας μουσικής παρτιτούρας ή του λιμπρέτου μιας όπερας από τον φιλόμουσο. Από κει και πέρα η διάδοση γίνεται από στόμα σε στόμα. Όταν, όπως λένε οι πηγές μας, το αρχαϊκό μέλος χρειαζόταν να ξαναεκτελεστεί, λ.χ. σε ένα συμπόσιο, ή να διδαχθεί στο πλαίσιο του σχολείου της εποχής, τότε μπορεί να συμβουλευόταν ο συμπότης ή ο διδάσκαλος το χειρόγραφό του, για να καλύψει τα κενά της μνήμης του.
 
Σε εποχές καθαρά προφορικές, που χάνονται μέσα στη μυκηναϊκή προϊστορία, οι χιλιάδες στίχων των επών όχι μόνον συνετίθεντο προφορικά και εκ του παραχρήμα, αλλά συγκρατούνταν στο σύνολό τους με εκπλήσσουσα πιστότητα στη μνήμη και αναπαράγονταν σε πρώτη ζήτηση από ασκημένους αοιδούς ή ραψωδούς που ανήκαν σε συντεχνίες, χωρίς τη μεσολάβηση ούτε καν αυτής της περιορισμένης χρήσης της γραφής που γινόταν στην αρχαϊκή εποχή.
 
Το τρίπτυχο προφορική σύνθεση, προφορική εκτέλεση και προφορική παράδοση συνθέτει την έννοια της «προφορικής ποίησης», της προ-λογοτεχνικής έκφρασης των λαών που διανύουν το στάδιο που προηγείται της εγγραμματοσύνης (literacy). Αναλογικά στα νεότερα χρόνια, και εκτός, φυσικά, του πλαισίου του αμιγώς δημώδους τραγουδιού: η λοιπή ποίηση αυτοσχεδιαζόταν, εκτελούνταν και διαδιδόταν στα Επτάνησα στα χρόνια του Σολωμού· παράβαλε στην Κύπρο τους «ποιητάρηδες», και τον ανάλογο τρόπο που κυκλοφορούσε ο Ερωτόκριτος στην Κρήτη. Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό· είναι παγκόσμιο, και συστηματικά άρχισε να μελετάται μόλις στο δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα.
 
Εντύπωση προκαλεί στον μελετητή της αρχαϊκής ποίησης το γεγονός ότι σε αυτά τα διακόσια χρόνια της αρχαϊκής εποχής ένας ολόκληρος κόσμος εμπλέκεται καθολικά στη μουσική και την τέχνη σε όλες τις εκφάνσεις τους. Πλάι στις πολυάριθμες τοπικές γιορτές, οι μείζονες αγώνες του ελληνισμού από το 800 ως το 500 π.Χ. στην Πελοπόννησο ήταν εκείνοι της Ολυμπίας, της μεσσηνιακής Ιθώμης, της Σπάρτη, της Σικυώνας· στην Κεντρική Ελλάδα και στην Αττική, των Δελφών, και στην Αθήνα των Παναθηναίων και των Μεγάλων Διονυσίων· από τα νησιά του Αιγαίου μνημονεύουμε τις γιορτές στη Δήλο.
 
Με τον όρο «μουσικοί αγώνες» εννοούνται κυρίως τριών ειδών ποιητικές εκτελέσεις: η ραψωδία, δηλαδή η απόδοση στιχικών συνθέσεων χωρίς όργανο, η κιθαρωδία, solo αοιδή στιχικών ή λυρικών συνθέσεων με τον αοιδό να συνοδεύει τον εαυτό του στην κιθάρα, και ο χορικός λυρισμός, χορευτική εκτέλεση λυρικών ποιημάτων από χορό με συνοδεία μουσικού οργάνου. Η σύγκριση με τους τραγικούς χορούς είναι διαφωτιστική.
 
Αναφορικά με τα λοιπά είδη και υποείδη της λυρικής ποίησης (ελεγειακά, ιαμβικά και μονωδικά), όλες σύντομες συνθέσεις 10 έως 100 στίχων, προορίζονταν για solo εκτέλεση σε μικρά, ιδιωτικά ακροατήρια, κυρίως στα συμπόσια. Τα σωζόμενα δείγματα της πολεμικής ελεγείας, όταν αποκλείσουμε την εκτελεστική τους λειτουργία ως εμβατήρια καθοδόν προς τη μάχη, τότε ως εναλλακτικοί τόποι εκτέλεσής τους εγγράφονται οι πολεμικού χαρακτήρα συναντήσεις ανδρών αλλά και τα κοινά συμπόσια (Λυκούργος, Κατά Λεωκράτους 107).
 
Όσον αφορά τους ποιητές της μονωδίας, αυτοί τραγουδούν αυτοπροσώπως το άσμα, σε μουσική δικής τους σύνθεσης, παίζοντας ταυτόχρονα τη λύρα (ή τη λιγότερο αξιοπρεπή συγγενή της, την βάρβιτον), πάλι στο πλαίσιο του συμποσίου. Τις πληροφορίες αυτές επιβεβαιώνουν παραστάσεις αρχαϊκών και κλασικών αγγείων.
 
Για την ιαμβογραφία δεν υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες. Περιεχόμενο και ύφος των συνθέσεων αυτών συνηγορούν επίσης υπέρ του συμποτικού πλαισίου εκτέλεσής της.
 
Οι πολλαπλές επανεκτελέσεις των παλαιών αριστουργημάτων πάλι με κύριο εκτελεστικό περιβάλλον το συμπόσιο και συνάξεις στη μικροκλίμακα των ωδείων της ελληνιστικής και της μεταγενέστερης εποχής. Επομένως, σχετικά με τον μείζονα ρόλο τους, λίγα και ανεπαρκή είναι όσα έχουν γραφεί για τη σημασία των αρχαίων συμποσίων ως του πλέον πρόσφορου περιβάλλοντος για τη γένεση και διατήρηση της λυρικής ποίησης.
 
Έτσι από στόμα σε στόμα, έζησε και αναπτύχθηκε για τέσσερις αιώνες ο μουσικός θησαυρός του αρχαϊκού και κλασικού λυρισμού, έως ότου περισυνελέγη από τους αλεξανδρινούς και εκδόθηκε ως κείμενα αποψιλωμένα από τη μουσική και τη μετρική τους. Οι ίδιοι οι γραμματικοί σε ξεχωριστές πραγματείες ασχολήθηκαν με τη μετρική φυσιογνωμία των τραγουδιών αυτών.
 
Αρχαία Κείμενα
Λυκούργος, Κατά Λεωκράτους 107

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου