Η ρωμαϊκή πόλη της Ροδιάπολης, που βρίσκεται στην σημερινή Τουρκία έχει μια μακρά και πλούσια ιστορία. Οι ανασκαφές στην περιοχή ξεκίνησαν από τον καθηγητή Nevzat Çevik, επικεφαλής του τμήματος Αρχαιολογίας το 2006 του πανεπιστημίου Akdeniz, μετά την έκθεση του αρχαιολογικού χώρου σε πυρκαγιές το 2000. Οι επιγραφές που έχουν βρεθεί κατά την διάρκεια της ιστορίας αναφέρουν ότι οι πολίτες παραπονιόντουσαν πάντα για την υψηλή φορολογία και κατηγορούσαν την κεντρική κυβέρνηση.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μας έχει τροφοδοτήσει με μια σειρά από επιγραφές που καταγράφουν τα παράπονα των πολιτών, με μια από τις πιο καλοδιατηρημένες και αποκαλυπτικές να ανακαλύπτεται στη ρωμαϊκή πόλη της Ροδιάπολης πριν από 5χρόνια.
Η αρχαία πόλη βρίσκεται κοντά στο χωριό Sarıcasu, στη Ροδιάπολη που έλαβε το όνομά της από τους Ρόδιους, που αποίκισαν την πόλη. Η πιο γνωστή προσωπικότητα της πόλης ήταν ο Οπραμόας, ο οποίος έζησε την περίοδο του Αντωνίνου Πίου (138-161 μ.Χ.). Ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος της Λυκίας,διάσημος για το φιλανθρωπικό του έργο. Ωστόσο, το γνωστότερο έργο του ήταν ο δικός του μνημειώδης τάφος.
Τα περισσότερα από τα ορατά ερείπια της αρχαίας πόλης χρονολογούνται από τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους. Στα υπολείμματα περιλαμβάνονται ένα θέατρο, λουτρά, ένα δημόσιο forum,ναοί, μια εκκλησία, δεξαμενές, ένα κενοτάφιο, μια νεκρόπολη και σπίτια.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα που αφορούν τη φορολόγηση του λαού της Ροδιάπολης, καταγράφηκε σε αρχαία επιγραφή. Η επιγραφή ήταν γραμμένη πάνω σε πέτρα και ανεγέρθηκε ως στήλη στην αγορά της πόλης.Περιγράφει καταγγελίες για υψηλά εισοδήματα και φόρους επί των πωλήσεων από τους πολίτες της πόλης καθώς και μια αναφορά προς τον Αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο για την ανακούφιση από το οικονομικό βάρος που τους επιβάλλεται.
Ο Αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σεβήρος απάντησε στην αναφορά και προς έκπληξη όλων υποσχέθηκε τη μείωση των φόρων. Αυτό ήταν πολύ ασυνήθιστο, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι ο Αυτοκράτορας χρηματοδοτούσε τις στρατιωτικές εκστρατείες του από την φορολογία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Η επιγραφή αναφέρει ότι ο αγγελιοφόρος επιστρέφοντας στην Ροδιάπολη ενημέρωσε τον ηγέτη της πόλης για την απάντηση του Αυτοκράτορα με μεγάλη χαρά. Προς τιμήν του μηνύματος και του αγγελιοφόρου, αναρτήθηκε μια ενεπίγραφη στήλη στην Αγορά.
Η αναταραχή για την φορολογία δεν ήταν ασυνήθιστη στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ωστόσο, κατά τον 3ο αιώνα αποτέλεσε την σημαντική αιτία εμφύλιας διαμάχης,δυσαρέσκειας και σε ορισμένες περιπτώσεις εξέγερσης.
Ο Ζώσιμος, συγγραφέας στα τέλη του 5ου αιώνα μας λέει ότι «ως αποτέλεσμα αυτής της βιαιοπραγίας των φόρων, η πόλη και η ύπαιθρος ήταν γεμάτη από μοιρολόγια και καταγγελίες, και όλα ...ζητούσαν τη βοήθεια των βαρβάρων».
Πολλοί Ρωμαίοι αγρότες πολέμησαν στο πλευρό των εισβολέων, όταν εισέβαλαν στην Αυτοκρατορία τον 3ο και 4ο αιώνα. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση στα Βαλκάνια όταν ανθρακωρύχοι αυτομόλησαν μαζικά στους Βησιγότθους το 378 μ.Χ.. Άλλοι απλά έφυγαν από τα εδάφη της Αυτοκρατορίας προκειμένου να αποφύγουν τους εξοντωτικούς φορολογικούς συντελεστές σε συνδυασμό με την υποτίμηση του ασημένιου νομίσματος,που κατέστρεψαν την οικονομία της Αυτοκρατορίας.
Στην πραγματικότητα, από το τέλος του 3ου αιώνα, η κατάσταση είχε επιδεινωθεί τόσο πολύ ώστε ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός δεν είχε άλλη επιλογή από το να εισαγάγει τεχνικές τιμολόγησης και νέες φορολογικές μεταρρυθμίσεις. Σε αυτές περιλαμβάνονταν το καθολικό πάγωμα των τιμών, η καθιέρωση ανώτατης τιμής, ενώ την ίδια στιγμή επανέφερε το φόρο ακίνητης περιουσίας στους γαιοκτήμονες της Ιταλικής περιφέρειας που είχαν καταργηθεί από το 167 π.Χ. Επιβλήθηκαν επίσης ειδικά διόδια για εμπόρους και εταιρείες ώστε να αυξηθούν οι εισπράξεις των φόρων.
Ωστόσο,οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις ήταν τόσο άκαμπτες και ακλόνητες που οδήγησε πολλούς ανθρώπους στην πείνα και την φτώχεια. Η πολιτεία έφτανε στο σημείο να κυνηγάει τις χήρες και τα παιδιά χωρίς κανέναν περιορισμό για οφειλόμενους φόρους.
Αν κοιτάξουμε τις δαπάνες, βλέπουμε ότι η Αυτοκρατορική κυβέρνηση δαπανά το μεγαλύτερο μέρος των φόρων τόσο για τον στρατό όσο και για την δωρεάν παροχή ψωμιού και ψυχαγωγίας για τους φτωχούς. Σύμφωνα με τον ιστορικό Joseph Tainter, «εκείνοι που ζούσαν από το θησαυροφυλάκιο ήταν περισσότεροι από αυτούς που πλήρωναν σε αυτό».
Σε άρθρο με τίτλο «Το μέγεθος της οικονομίας και η κατανομή του εισοδήματος στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Roman Studies το 2009, οι Walter Scheidel και Steven Friesen εκτιμούν το μέγεθος και την κατανομή της ρωμαϊκής οικονομίας και του φορολογικού συστήματος.
Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο σύνολό της, είχε μια μεσαία τάξη που κυμαινόταν κοντά στο 6 με 12% του πληθυσμού της, που ήλεγχε περίπου το 20% του εισοδήματος που παραγόταν εντός της Αυτοκρατορίας. Ακριβώς πάνω από το 1,5% του πληθυσμού, ήλεγχε το 15-25% των εσόδων της Αυτοκρατορίας. Επιπλέον ένα ποσοστό του 10% που φτάνει στα επίπεδα του 15 με 25%, έπαιρνε το ήμισυ του συνόλου των εσόδων των υπόλοιπων νοικοκυριών.
Ενώ ο συντελεστής φορολόγησης της Αυτοκρατορίας ήταν χαμηλός, γύρω στο 5-7% το μεγάλο ποσό των ανθρώπων που δεν πλήρωναν τους φόρους τους σήμαινε ότι έννομοι φορολογούμενοι της Ροδιάπολης έπρεπε να πληρώσουν περισσότερα.
Αυτό γινόταν πολύ πιο έντονο σε αγροτικές και λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές, όπως της Ροδιάπολης όπου οι πολίτες έπρεπε να καταβάλουν επιπλέον μερίδιο λόγω της αποτυχίας είσπραξης φόρων από άλλους. Αυτό επιβαλλόταν με σθένος από τους μισητούς αυτοκρατορικούς φοροεισπράκτορες και με άλλους μεσάζοντες, οι οποίοι δεν έδειχναν κανέναν οίκτο ή τύψεις προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι φόροι θα εισπραχθούν στο ακέραιο από κάθε περιοχή.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μας έχει τροφοδοτήσει με μια σειρά από επιγραφές που καταγράφουν τα παράπονα των πολιτών, με μια από τις πιο καλοδιατηρημένες και αποκαλυπτικές να ανακαλύπτεται στη ρωμαϊκή πόλη της Ροδιάπολης πριν από 5χρόνια.
Η αρχαία πόλη βρίσκεται κοντά στο χωριό Sarıcasu, στη Ροδιάπολη που έλαβε το όνομά της από τους Ρόδιους, που αποίκισαν την πόλη. Η πιο γνωστή προσωπικότητα της πόλης ήταν ο Οπραμόας, ο οποίος έζησε την περίοδο του Αντωνίνου Πίου (138-161 μ.Χ.). Ήταν ο πλουσιότερος άνθρωπος της Λυκίας,διάσημος για το φιλανθρωπικό του έργο. Ωστόσο, το γνωστότερο έργο του ήταν ο δικός του μνημειώδης τάφος.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα που αφορούν τη φορολόγηση του λαού της Ροδιάπολης, καταγράφηκε σε αρχαία επιγραφή. Η επιγραφή ήταν γραμμένη πάνω σε πέτρα και ανεγέρθηκε ως στήλη στην αγορά της πόλης.Περιγράφει καταγγελίες για υψηλά εισοδήματα και φόρους επί των πωλήσεων από τους πολίτες της πόλης καθώς και μια αναφορά προς τον Αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο για την ανακούφιση από το οικονομικό βάρος που τους επιβάλλεται.
Ο Αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σεβήρος απάντησε στην αναφορά και προς έκπληξη όλων υποσχέθηκε τη μείωση των φόρων. Αυτό ήταν πολύ ασυνήθιστο, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι ο Αυτοκράτορας χρηματοδοτούσε τις στρατιωτικές εκστρατείες του από την φορολογία κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Η επιγραφή αναφέρει ότι ο αγγελιοφόρος επιστρέφοντας στην Ροδιάπολη ενημέρωσε τον ηγέτη της πόλης για την απάντηση του Αυτοκράτορα με μεγάλη χαρά. Προς τιμήν του μηνύματος και του αγγελιοφόρου, αναρτήθηκε μια ενεπίγραφη στήλη στην Αγορά.
Η αναταραχή για την φορολογία δεν ήταν ασυνήθιστη στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ωστόσο, κατά τον 3ο αιώνα αποτέλεσε την σημαντική αιτία εμφύλιας διαμάχης,δυσαρέσκειας και σε ορισμένες περιπτώσεις εξέγερσης.
Ο Ζώσιμος, συγγραφέας στα τέλη του 5ου αιώνα μας λέει ότι «ως αποτέλεσμα αυτής της βιαιοπραγίας των φόρων, η πόλη και η ύπαιθρος ήταν γεμάτη από μοιρολόγια και καταγγελίες, και όλα ...ζητούσαν τη βοήθεια των βαρβάρων».
Πολλοί Ρωμαίοι αγρότες πολέμησαν στο πλευρό των εισβολέων, όταν εισέβαλαν στην Αυτοκρατορία τον 3ο και 4ο αιώνα. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση στα Βαλκάνια όταν ανθρακωρύχοι αυτομόλησαν μαζικά στους Βησιγότθους το 378 μ.Χ.. Άλλοι απλά έφυγαν από τα εδάφη της Αυτοκρατορίας προκειμένου να αποφύγουν τους εξοντωτικούς φορολογικούς συντελεστές σε συνδυασμό με την υποτίμηση του ασημένιου νομίσματος,που κατέστρεψαν την οικονομία της Αυτοκρατορίας.
Στην πραγματικότητα, από το τέλος του 3ου αιώνα, η κατάσταση είχε επιδεινωθεί τόσο πολύ ώστε ο Αυτοκράτορας Διοκλητιανός δεν είχε άλλη επιλογή από το να εισαγάγει τεχνικές τιμολόγησης και νέες φορολογικές μεταρρυθμίσεις. Σε αυτές περιλαμβάνονταν το καθολικό πάγωμα των τιμών, η καθιέρωση ανώτατης τιμής, ενώ την ίδια στιγμή επανέφερε το φόρο ακίνητης περιουσίας στους γαιοκτήμονες της Ιταλικής περιφέρειας που είχαν καταργηθεί από το 167 π.Χ. Επιβλήθηκαν επίσης ειδικά διόδια για εμπόρους και εταιρείες ώστε να αυξηθούν οι εισπράξεις των φόρων.
Ωστόσο,οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις ήταν τόσο άκαμπτες και ακλόνητες που οδήγησε πολλούς ανθρώπους στην πείνα και την φτώχεια. Η πολιτεία έφτανε στο σημείο να κυνηγάει τις χήρες και τα παιδιά χωρίς κανέναν περιορισμό για οφειλόμενους φόρους.
Αν κοιτάξουμε τις δαπάνες, βλέπουμε ότι η Αυτοκρατορική κυβέρνηση δαπανά το μεγαλύτερο μέρος των φόρων τόσο για τον στρατό όσο και για την δωρεάν παροχή ψωμιού και ψυχαγωγίας για τους φτωχούς. Σύμφωνα με τον ιστορικό Joseph Tainter, «εκείνοι που ζούσαν από το θησαυροφυλάκιο ήταν περισσότεροι από αυτούς που πλήρωναν σε αυτό».
Σε άρθρο με τίτλο «Το μέγεθος της οικονομίας και η κατανομή του εισοδήματος στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Roman Studies το 2009, οι Walter Scheidel και Steven Friesen εκτιμούν το μέγεθος και την κατανομή της ρωμαϊκής οικονομίας και του φορολογικού συστήματος.
Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο σύνολό της, είχε μια μεσαία τάξη που κυμαινόταν κοντά στο 6 με 12% του πληθυσμού της, που ήλεγχε περίπου το 20% του εισοδήματος που παραγόταν εντός της Αυτοκρατορίας. Ακριβώς πάνω από το 1,5% του πληθυσμού, ήλεγχε το 15-25% των εσόδων της Αυτοκρατορίας. Επιπλέον ένα ποσοστό του 10% που φτάνει στα επίπεδα του 15 με 25%, έπαιρνε το ήμισυ του συνόλου των εσόδων των υπόλοιπων νοικοκυριών.
Ενώ ο συντελεστής φορολόγησης της Αυτοκρατορίας ήταν χαμηλός, γύρω στο 5-7% το μεγάλο ποσό των ανθρώπων που δεν πλήρωναν τους φόρους τους σήμαινε ότι έννομοι φορολογούμενοι της Ροδιάπολης έπρεπε να πληρώσουν περισσότερα.
Αυτό γινόταν πολύ πιο έντονο σε αγροτικές και λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές, όπως της Ροδιάπολης όπου οι πολίτες έπρεπε να καταβάλουν επιπλέον μερίδιο λόγω της αποτυχίας είσπραξης φόρων από άλλους. Αυτό επιβαλλόταν με σθένος από τους μισητούς αυτοκρατορικούς φοροεισπράκτορες και με άλλους μεσάζοντες, οι οποίοι δεν έδειχναν κανέναν οίκτο ή τύψεις προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι φόροι θα εισπραχθούν στο ακέραιο από κάθε περιοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου