Το ότι μετά τους γνωστούς τρεις μεγάλους τραγικούς [Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης] δεν εμφανίστηκε κάποιος μεγάλος τέταρτος, πέμπτος και έκτος είναι ένα ζήτημα στο οποίο δεν μπορεί να δοθεί εύκολα απάντηση. Μπορεί πάντως να κάνει κάποιος υποθέσεις και να προσπαθήσει να το εξιχνιάσει.
Ο άνθρωπος είναι ένα απλό ον. Και όσο πλούσιος, πολυσχιδής και ανεξιχνίαστος κι αν είναι, ο κύκλος των ενδεχόμενων καταστάσεων στις οποίες μπορεί να βρεθεί εξαντλείται σύντομα. Αν υπήρχαν συνθήκες ανάλογες με αυτές που επικρατούν σε μας τους φτωχούς Γερμανούς, όπου έχουμε γράψει ο Λέσσινγκ δύο ή τρία, εγώ ο ίδιος τρία τέσσερα και ο Σίλλερ πέντε ή έξι υποφερτά θεατρικά έργα, τότε θα υπήρχε και εκεί χώρος για έναν τέταρτο, πέμπτο και έκτο τραγικό ποιητή.
Με την πληθώρα όμως έργων στην Αρχαία Ελλάδα, όπου ο καθένας από τους τρεις μεγάλους τραγωδούς είχε γράψει πάνω από εκατό ή σχεδόν εκατό έργα, όπου τα τραγικά θέματα του Ομήρου και της μυθολογίας είχαν συχνά χρησιμοποιηθεί ως υλικό τρεις και τέσσερις φορές, με μια τέτοια λοιπόν δημιουργική αφθονία μπορεί, νομίζω, να υποθέσει κανείς ότι με τον καιρό είχαν εξαντληθεί τα θέματα και ότι ένας διάδοχος των τριών στην Τραγική Τέχνη έστεκε αμήχανος, μη βλέποντας κάποιο δρόμο να πάρει…
Και στο κάτω κάτω, για ποιο λόγο; Δεν είχαν γραφεί επιτέλους αρκετά για ένα χρονικό διάστημα; Και δεν διέθεταν τα έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη τέτοιον πλούτο και τέτοιο βάθος, που να μπορεί κανείς να τα παρακολουθεί ξανά και ξανά, χωρίς να φθείρονται ούτε κατά το ελάχιστο; Αφού και μόνο τα λίγα αυτά μεγαλειώδη απομεινάρια που έφτασαν ως εμάς διαθέτουν τέτοιο εύρος και τόση ουσία, που εμείς οι φουκαράδες Ευρωπαίοι ασχολούμαστε αιώνες και αιώνες μαζί τους και θα ξημεροβραδιαζόμαστε μ’ αυτά και θα τρεφόμαστε απ’ αυτά για μερικούς ακόμη αιώνες.
Κυριακή 1η Μαΐου 1825
Ο άνθρωπος είναι ένα απλό ον. Και όσο πλούσιος, πολυσχιδής και ανεξιχνίαστος κι αν είναι, ο κύκλος των ενδεχόμενων καταστάσεων στις οποίες μπορεί να βρεθεί εξαντλείται σύντομα. Αν υπήρχαν συνθήκες ανάλογες με αυτές που επικρατούν σε μας τους φτωχούς Γερμανούς, όπου έχουμε γράψει ο Λέσσινγκ δύο ή τρία, εγώ ο ίδιος τρία τέσσερα και ο Σίλλερ πέντε ή έξι υποφερτά θεατρικά έργα, τότε θα υπήρχε και εκεί χώρος για έναν τέταρτο, πέμπτο και έκτο τραγικό ποιητή.
Με την πληθώρα όμως έργων στην Αρχαία Ελλάδα, όπου ο καθένας από τους τρεις μεγάλους τραγωδούς είχε γράψει πάνω από εκατό ή σχεδόν εκατό έργα, όπου τα τραγικά θέματα του Ομήρου και της μυθολογίας είχαν συχνά χρησιμοποιηθεί ως υλικό τρεις και τέσσερις φορές, με μια τέτοια λοιπόν δημιουργική αφθονία μπορεί, νομίζω, να υποθέσει κανείς ότι με τον καιρό είχαν εξαντληθεί τα θέματα και ότι ένας διάδοχος των τριών στην Τραγική Τέχνη έστεκε αμήχανος, μη βλέποντας κάποιο δρόμο να πάρει…
Και στο κάτω κάτω, για ποιο λόγο; Δεν είχαν γραφεί επιτέλους αρκετά για ένα χρονικό διάστημα; Και δεν διέθεταν τα έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη τέτοιον πλούτο και τέτοιο βάθος, που να μπορεί κανείς να τα παρακολουθεί ξανά και ξανά, χωρίς να φθείρονται ούτε κατά το ελάχιστο; Αφού και μόνο τα λίγα αυτά μεγαλειώδη απομεινάρια που έφτασαν ως εμάς διαθέτουν τέτοιο εύρος και τόση ουσία, που εμείς οι φουκαράδες Ευρωπαίοι ασχολούμαστε αιώνες και αιώνες μαζί τους και θα ξημεροβραδιαζόμαστε μ’ αυτά και θα τρεφόμαστε απ’ αυτά για μερικούς ακόμη αιώνες.
Κυριακή 1η Μαΐου 1825
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου