Το να θέλουμε να βοηθήσουμε είναι το πρώτο βήμα, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε αποτελεσματικοί πριν καταλάβουμε πραγματικά πώς προκλήθηκε η διαφωνία και τι ρόλο έπαιξε ο καθένας μας στη δημιουργία της.
Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε «ενσυναίσθηση», δηλαδή την ικανότητα να βάζουμε τον εαυτό μας στη θέση του άλλου και να βλέπουμε την κατάσταση μέσα από τα δικά του μάτια.
Μπορούμε να βοηθήσουμε πραγματικά μόνο αν αφήσουμε στην άκρη αυτή μας την ανάγκη να έχουμε δίκιο με κάθε τίμημα, και αποφεύγουμε να κατακρίνουμε με το παραμικρό το συνάνθρωπό μας. Οι κατηγορίες και οι επιπλήξεις χρησιμεύουν μόνο για να μειώσουν τον άλλο και, αφού σε κανέναν δεν αρέσει να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, ο συνάνθρωπός μας δε θα θελήσει να το δεχτεί και θα προσπαθήσει, προφανώς, να αμυνθεί. Πολύ πιθανόν ακόμα και να προσπαθήσει να ανατρέψει την κατάσταση, κατηγορώντας μας κι εκείνος με τη σειρά του.
Ζούμε σε μια εποχή αποθάρρυνσης, με αποτέλεσμα, αντί απλώς να ασχολούμαστε με τη διευθέτηση της διαφοράς και την αποκατάσταση της ισότητάς μας, να προσπαθούμε να υπερ – αντισταθμίζουμε, να θέλουμε να φανούμε ανώτεροι. Σε μια κατάσταση σύγκρουσης, έχουμε την τάση να αντιδρούμε αποπαίρνοντας τον άλλο, καθώς αισθανόμαστε την ανάγκη να δικαιώσουμε τον εαυτό μας τόσο ώστε να νιώσουμε ανώτεροι από το συνάνθρωπό μας – αλλά αυτό θέτει τον άλλο σε μειονεκτική θέση, ένας φαύλος κύκλος δημιουργείται και η διαμάχη φουντώνει.
Η διαφωνία μάς προκαλεί πόνο, όμως ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον πόνο που νιώθει ο άλλος. Μέσα στον εγωκεντρισμό μας φανταζόμαστε συχνά ότι κουβαλάμε τα βάσανα όλου του κόσμου στις πλάτες μας, και κάνουμε, φυσικά, μεγάλο λάθος. Κι οι άλλοι υποφέρουν επίσης, είτε το ομολογούν ανοιχτά, ή όχι.
Οφείλουμε επίσης να θυμόμαστε το πώς νιώθουμε εμείς απέναντι στους αυτόκλητους συμβουλάτορες και άρα να μη σπεύδουμε στην παραμικρή αφορμή να προσφέρουμε τη συμβουλή μας. Όλοι μας έχουμε περάσει τα νιάτα μας ακολουθούμενοι από αμέτρητες συμβουλές και νουθεσίες από τους γονείς και τους καθηγητές μας και, ενήλικες πια, αγανακτούμε ακούγοντας να μας λένε τι να κάνουμε και τι όχι. Ειδικά σε μια κατάσταση σύγκρουσης δε βοηθάει καθόλου, να πούμε στους άλλους πώς θα έπρεπε να φερθούν, αφού αυτό θα τους ενοχλήσει ακόμα περισσότερο.
Τελικά, θα πρέπει να αποφεύγουμε να εστιάζουμε την προσοχή στα ελαττώματα και τα λάθη του συνανθρώπου μας, γιατί είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να φουντώσει ο καβγάς. Εξάλλου, όσοι γκρινιάζουν ασταμάτητα για λάθη και ελαττώματα προσπαθούν να κερδίσουν μια αίσθηση ανωτερότητας απέναντι στους άλλους. Όλοι μας κάνουμε λάθη. Τα σφάλματα για τους ανθρώπους είναι.
Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε «ενσυναίσθηση», δηλαδή την ικανότητα να βάζουμε τον εαυτό μας στη θέση του άλλου και να βλέπουμε την κατάσταση μέσα από τα δικά του μάτια.
Μπορούμε να βοηθήσουμε πραγματικά μόνο αν αφήσουμε στην άκρη αυτή μας την ανάγκη να έχουμε δίκιο με κάθε τίμημα, και αποφεύγουμε να κατακρίνουμε με το παραμικρό το συνάνθρωπό μας. Οι κατηγορίες και οι επιπλήξεις χρησιμεύουν μόνο για να μειώσουν τον άλλο και, αφού σε κανέναν δεν αρέσει να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, ο συνάνθρωπός μας δε θα θελήσει να το δεχτεί και θα προσπαθήσει, προφανώς, να αμυνθεί. Πολύ πιθανόν ακόμα και να προσπαθήσει να ανατρέψει την κατάσταση, κατηγορώντας μας κι εκείνος με τη σειρά του.
Ζούμε σε μια εποχή αποθάρρυνσης, με αποτέλεσμα, αντί απλώς να ασχολούμαστε με τη διευθέτηση της διαφοράς και την αποκατάσταση της ισότητάς μας, να προσπαθούμε να υπερ – αντισταθμίζουμε, να θέλουμε να φανούμε ανώτεροι. Σε μια κατάσταση σύγκρουσης, έχουμε την τάση να αντιδρούμε αποπαίρνοντας τον άλλο, καθώς αισθανόμαστε την ανάγκη να δικαιώσουμε τον εαυτό μας τόσο ώστε να νιώσουμε ανώτεροι από το συνάνθρωπό μας – αλλά αυτό θέτει τον άλλο σε μειονεκτική θέση, ένας φαύλος κύκλος δημιουργείται και η διαμάχη φουντώνει.
Η διαφωνία μάς προκαλεί πόνο, όμως ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον πόνο που νιώθει ο άλλος. Μέσα στον εγωκεντρισμό μας φανταζόμαστε συχνά ότι κουβαλάμε τα βάσανα όλου του κόσμου στις πλάτες μας, και κάνουμε, φυσικά, μεγάλο λάθος. Κι οι άλλοι υποφέρουν επίσης, είτε το ομολογούν ανοιχτά, ή όχι.
Οφείλουμε επίσης να θυμόμαστε το πώς νιώθουμε εμείς απέναντι στους αυτόκλητους συμβουλάτορες και άρα να μη σπεύδουμε στην παραμικρή αφορμή να προσφέρουμε τη συμβουλή μας. Όλοι μας έχουμε περάσει τα νιάτα μας ακολουθούμενοι από αμέτρητες συμβουλές και νουθεσίες από τους γονείς και τους καθηγητές μας και, ενήλικες πια, αγανακτούμε ακούγοντας να μας λένε τι να κάνουμε και τι όχι. Ειδικά σε μια κατάσταση σύγκρουσης δε βοηθάει καθόλου, να πούμε στους άλλους πώς θα έπρεπε να φερθούν, αφού αυτό θα τους ενοχλήσει ακόμα περισσότερο.
Τελικά, θα πρέπει να αποφεύγουμε να εστιάζουμε την προσοχή στα ελαττώματα και τα λάθη του συνανθρώπου μας, γιατί είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να φουντώσει ο καβγάς. Εξάλλου, όσοι γκρινιάζουν ασταμάτητα για λάθη και ελαττώματα προσπαθούν να κερδίσουν μια αίσθηση ανωτερότητας απέναντι στους άλλους. Όλοι μας κάνουμε λάθη. Τα σφάλματα για τους ανθρώπους είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου