ΠΥΘΙΟΝΙΚΑΙΣ IX ΤΕΛΕΣΙΚΡΑΤΕΙ ΚΥΡΗΝΑΙΩΙ ΟΠΛΙΤΟΔΡΟΜΩΙ
Ἐθέλω χαλκάσπιδα Πυθιονίκαν [στρ. α]
σὺν βαθυζώνοισιν ἀγγέλλων
Τελεσικράτη Χαρίτεσσι γεγωνεῖν
ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας·
5 τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων
ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοΐδας
ἅρπασ᾽, ἔνεικέ τε χρυσέῳ παρθένον ἀγροτέραν
6a δίφρῳ, τόθι νιν πολυμήλου
καὶ πολυκαρποτάτας θῆκε δέσποιναν χθονός
ῥίζαν ἀπείρου τρίταν εὐ-
ήρατον θάλλοισαν οἰκεῖν.
ὑπέδεκτο δ᾽ ἀργυρόπεζ᾽ Ἀφροδίτα [αντ. α]
10 Δάλιον ξεῖνον θεοδμάτων
ὀχέων ἐφαπτομένα χερὶ κούφᾳ·
καί σφιν ἐπὶ γλυκεραῖς εὐναῖς ἐρατὰν βάλεν αἰδῶ,
ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον
μιχθέντα κούρᾳ θ᾽ Ὑψέος εὐρυβία
ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς,
14a ἐξ Ὠκεανοῦ γένος ἥρως
15 δεύτερος· ὅν ποτε Πίνδου κλεενναῖς ἐν πτυχαῖς
Ναῒς εὐφρανθεῖσα Πηνει-
οῦ λέχει Κρέοισ᾽ ἔτικτεν,
Γαίας θυγάτηρ. ὁ δὲ τὰν εὐώλενον [επωδ. α]
θρέψατο παῖδα Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ᾽ ἱ-
στῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς,
οὔτε δείπνων †οἰκουριᾶν μεθ᾽ ἑταιρᾶν τέρψιας,
20 ἀλλ᾽ ἀκόντεσσίν τε χαλκέοις
φασγάνῳ τε μαρναμένα κεράϊζεν ἀγρίους
θῆρας, ἦ πολλάν τε καὶ ἡσύχιον
βουσὶν εἰρήναν παρέχοισα πατρῴαις,
τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκύν
παῦρον ἐπὶ γλεφάροις
25 ὕπνον ἀναλίσκοισα ῥέποντα πρὸς ἀῶ.
***
ΕΝΑΤΟΣ ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΕΛΕΣΙΚΡΑΤΗ ΤΟΝ ΚΥΡΗΝΑΙΟ, ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΟΠΛΙΤΟΔΡΟΜΙΑ
Θέλω, με τις βαθύζωστες Χάριτες αντάμα, [στρ. α]την πυθική τη νίκη διαλαλώντας του αθλητή με τη χαλκή ασπίδα,του Τελεσικράτη, του μακάριου άντρα, να βροντοφωνάξωτο τραγούδι για την αρματηλάτισσα Κυρήνη.5Αυτήν ο μακρυμάλλης της Λητώς ο γιος κάποτεαπ᾽ του Πηλίου τις λαγκαδιές τις ανεμόδαρτεςτην πήρε γρήγορα, και πάνω στο χρυσό του άρμαέφερε την παρθένα κυνηγήτρα6ασε χώρα με πολλούς καρπούς και με πολλά κοπάδιακαι θαλερή αρχόντισσα την έκανε,για να κατοικεί στην τρισχαριτωμένη τρίτη ρίζα της στεριάς.
Εκεί η αργυρόποδη Αφροδίτη δέχτηκε [αντ. α]10τον ξένο από τη Δήλοκαι του ᾽δωσε το ανάλαφρό της χέρι,για να κατέβει απ᾽ το θεότευκτο άρμα.Κι άπλωσε στη γλυκιά τους κλίνη την αξιέραστη σεμνότητα,του γάμου τα δεσμά ταιριάζοντας που τον θεό ενώσανμε του παντοδύναμου Υψέα την κόρη,του τότε βασιλιά των Λαπιθών των αλαζόνων,14ατου ήρωα που του Ωκεανού ήταν εγγόνι.15Αυτόν στις ξακουστές της Πίνδου λαγκαδιέςη Κρέουσα η νεράιδα τον εγέννησε,της Γαίας η θυγατέρα,στου Πηνειού το ερωτικό κρεβάτι σαν ευφράνθη.
Κι αυτός ανάθρεψε τη δυνατή Κυρήνη, [επωδ. α]που ούτε της σαΐτας του αργαλειού το πηγαινέλα αγάπησεούτε και τη διασκέδαση των σπιτικών δείπνων με τις φίλες·20με χάλκινα κοντάρια και σπαθί μαχότανεκι άγρια θεριά ξολόθρευε, γαλήνη άφθονη χαρίζονταςκι ειρήνη στα πατρικά κοπάδια,ενώ τον σύντροφο του κρεβατιού, τον ύπνο,που ᾽ναι γλυκός στα βλέφαρα σαν η αυγή ζυγώνει,25λίγο τον εχαιρόταν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου