Η Σουηδία από τη βασιλεία του Γουσταύου Β΄ Αδόλφου (1611-1632) συγκαταλεγόταν στις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ήταν μια χώρα αυστηρώς λουθηρανική και υπερήφανη για τον ρόλο που διαδραμάτισε ως προστάτιδα των προτεσταντών κατά τον τριακονταετή πόλεμο. Οι Γερμανοί προτεστάντες χωρικοί επί δεκαετίες μιλούσαν για τον “λέοντα του βορρά”, τον Γουσταύο Αδόλφο, που πολέμησε και σκοτώθηκε υπέρ των προτεσταντών.
Η Σουηδία ήταν περικυκλωμένη από πανίσχυρους εχθρούς, τη Δανία, τη Νορβηγία, τη Ρωσία και την Πολωνία-Λιθουανία. Κατάφερε όμως, με τη βοήθεια της Γαλλίας, να επιβληθεί και να επεκταθεί εδαφικά στο μεγαλύτερο μέρος της βαλτικής θάλασσας, ακόμη και σε περιοχές της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στη Γερμανία. Το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο σουηδικός επεκτατισμός, εκτός από το γεγονός ότι η χώρα ήταν κυριολεκτικώς περικυκλωμένη από ισχυρούς εχθρούς, ήταν η έλλειψη πόρων και ανδρών. Η Σουηδία είναι μια φτωχή χώρα και οι συνεχείς πόλεμοι δεν επέτρεπαν την αξιοποίηση των νέων εδαφών που είχαν κατακτηθεί. Επίσης, οι λίγοι κάτοικοί της, δεν μπορούσαν να προσφέρουν ένα πολυπληθές στράτευμα όπως αυτό των αντιπάλων της.
Ο βασιλιάς Κάρολος ΙΑ΄ (1660-1697) αναδιοργάνωσε μετά το 1680 απολύτως τον σουηδικό
στρατό. Επειδή κατανοούσε ότι δεν μπορούσε να παρατάξει μεγάλες στρατιές, αποφάσισε να παρατάσσει λίγους αλλά αποτελεσματικούς άνδρες. Κάθε περιοχή της Σουηδίας υποχρεώθηκε να παρέχει συγκεκριμένο αριθμό στρατιωτών ενώ σε κάθε στρατιώτη παραχωρούσε (η εν λόγω περιοχή) ένα μικρό κτήμα με οικία και φρόντιζε για τον εξοπλισμό του. Με αυτό τον τρόπο, δημιουργήθηκε επαγγελματικός στρατός περίπου 35.000 πεζών και 10.000 ιππέων. Οι άνδρες αυτοί ονομάστηκαν Καρόλειοι (Caroleans), επειδή δημιουργήθηκαν από τον βασιλιά Κάρολο ΙΑ΄ αλλά χρησιμοποιήθηκαν από τον διάδοχό του Κάρολο ΙΒ΄.
Αυτό που διαφοροποιούσε τους Καρόλειους από τους υπολοίπους στρατούς ήταν η επιθετική τους τακτική. Εκείνη την εποχή, δεν υπήρχαν επαναληπτικά πυροβόλα όπλα και τα μουσκέτα χρειάζονταν περίπου 1-2 λεπτά για να ξαναγεμίσουν. Όταν οι δύο αντίπαλοι στρατοί πλησίαζαν, πυροβολούσαν για πρώτη φορά όταν βρίσκονταν σε απόσταση περίπου 100 μέτρων. Όμως, για να μπορεί να σκοπεύσει αποτελεσματικά ένας στρατιώτης, έπρεπε να βρίσκεται σε απόσταση περίπου 50 μέτρων από τον αντίπαλο.
Οι Καρόλειοι, αντί να πυροβολήσουν από τα 100 μέτρα, συνέχιζαν να προελαύνουν παρά το εχθρικό πυρ, μέχρι να δουν “το λευκό στα μάτια των εχθρών”, δηλαδή φθάνοντας περίπου στα 50 μέτρα. Συνήθως παρατάσσονταν σε τέσσερις σειρές. Φθάνοντας στα 50 μέτρα, πυροβολούσαν οι δύο τελευταίες σειρές και η βολή αυτή ήταν φονική αφού οι περισσότερες σφαίρες έβρισκαν τον στόχο τους. Μετά συνέχιζαν να προελαύνουν και περίπου στα 20 μέτρα πυροβολούσαν και οι υπόλοιπες δύο σειρές, μια βολή ακόμη περισσότερο φονική, κλονίζοντας κατά κανόνα την εχθρική παράταξη. Έπειτα οι Καρόλειοι δεν ξαναγέμιζαν τα όπλα τους αλλά τραβώντας τα ξίφη (αργότερα και με τις ξιφολόγχες) επιτίθεντο στον αντίπαλο.
Όταν ο εχθρός πυροβολούσε για πρώτη φορά, η απόσταση από τους Καρόλειους ήταν περίπου 100
μέτρα και, όπως σημειώσαμε, χρειαζόταν 1-2 λεπτά προκειμένου να ξαναγεμίσει τα όπλα του. Ένας στρατός μπορεί σε ένα λεπτό να προελάσει περίπου 80 μέτρα και να τρέξει περίπου 150 μέτρα. Επομένως, δεν προλάβαινε ο αντίπαλος να ξαναγεμίσει τα μουσκέτα προκειμένου να βάλλει για δεύτερη φορά. Επίσης, το γεγονός ότι οι Καρόλειοι αψηφούσαν τις σφαίρες που έπεφταν δίπλα τους και πλησίαζαν τον εχθρό αργά και με μεγάλη τάξη, κλόνιζε το ηθικό των αντιπάλων. Δεν ήταν σπάνιο μετά την πρώτη βολή των Καρόλειων ο εχθρός να υποχωρεί.
Είναι προφανής η αυστηρή πειθαρχία των Καρόλειων γιατί κανείς δεν προελαύνει ατάραχος υπό το εχθρικό πυρ. Για να επιτύχουν την πειθαρχία αυτή, οι κανόνες ήταν υπερβολικώς αυστηροί, τόσο που ήλεγχαν ακόμη και την προσωπική ζωή του στρατιώτη. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζε η θρησκεία. Οι ιερείς δίδασκαν για την αρετή του να είναι κάποιος στρατιώτης και να υπηρετεί το στέμμα. Πολλές φορές οι ιερείς πολεμούσαν μαζί με τους άνδρες στη μάχη ενώ πάντα πριν από τη μάχη οι άνδρες κοινωνούσαν. Οι Σουηδοί υπήρξαν οι πρόμαχοι των προτεσταντών κατά τον τριακονταετή πόλεμο και αυτό αύξανε περισσότερο την πίστη των στρατιωτών στη θεϊκή αποστολή τους. Οι άνδρες μάθαιναν ότι η ζωή τους βρισκόταν στα χέρια του Θεού. Αν ο Θεός είχε αποφασίσει να πεθάνουν, θα πέθαιναν είτε αν πυροβολούσαν από τα 100 μέτρα είτε αν προέλαυναν κανονικά. Με τη σκληρή εκπαίδευση και την πίστη στον Θεό, οι Καρόλειοι αναδείχθηκαν στο πιο πειθαρχημένο και φονικό στράτευμα της εποχής του.
Εξ ίσου επιθετικό ήταν και το σουηδικό ιππικό, το οποίο επιτίθετο μόνο με τα σπαθιά του (αν και
κάθε ιππέας είχε μαζί του δυο πιστόλες, κατά κανόνα δεν τις χρησιμοποιούσε στην επίθεση). Εάν το εχθρικό πεζικό ήταν οργανωμένο, εναντίον του επιτίθετο μόνο το σουηδικό πεζικό, με τη συνδρομή του πυροβολικού όταν υπήρχε. Στα άκρα της παράταξης, τοποθετούνταν γρεναδιέροι (πεζοί οπλισμένοι με χειροβομβίδες) προστατεύοντας την παράταξη από πιθανή επέλαση του εχθρικού ιππικού.
Οι Καρόλειοι απέκτησαν τη φήμη τους υπό τη διοίκηση του βασιλιά Καρόλου ΙΒ΄, ο οποίος υπήρξε από τους περισσότερο προικισμένους στρατηγούς της εποχής του. Ο θάνατός του το 1718 κατά τη διάρκεια μιας πολιορκίας, σήμανε όχι μόνον το τέλος των Καρόλειων αλλά και το τέλος της σουηδικής ισχύος.
Η Σουηδία ήταν περικυκλωμένη από πανίσχυρους εχθρούς, τη Δανία, τη Νορβηγία, τη Ρωσία και την Πολωνία-Λιθουανία. Κατάφερε όμως, με τη βοήθεια της Γαλλίας, να επιβληθεί και να επεκταθεί εδαφικά στο μεγαλύτερο μέρος της βαλτικής θάλασσας, ακόμη και σε περιοχές της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στη Γερμανία. Το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε ο σουηδικός επεκτατισμός, εκτός από το γεγονός ότι η χώρα ήταν κυριολεκτικώς περικυκλωμένη από ισχυρούς εχθρούς, ήταν η έλλειψη πόρων και ανδρών. Η Σουηδία είναι μια φτωχή χώρα και οι συνεχείς πόλεμοι δεν επέτρεπαν την αξιοποίηση των νέων εδαφών που είχαν κατακτηθεί. Επίσης, οι λίγοι κάτοικοί της, δεν μπορούσαν να προσφέρουν ένα πολυπληθές στράτευμα όπως αυτό των αντιπάλων της.
Ο βασιλιάς Κάρολος ΙΑ΄ (1660-1697) αναδιοργάνωσε μετά το 1680 απολύτως τον σουηδικό
στρατό. Επειδή κατανοούσε ότι δεν μπορούσε να παρατάξει μεγάλες στρατιές, αποφάσισε να παρατάσσει λίγους αλλά αποτελεσματικούς άνδρες. Κάθε περιοχή της Σουηδίας υποχρεώθηκε να παρέχει συγκεκριμένο αριθμό στρατιωτών ενώ σε κάθε στρατιώτη παραχωρούσε (η εν λόγω περιοχή) ένα μικρό κτήμα με οικία και φρόντιζε για τον εξοπλισμό του. Με αυτό τον τρόπο, δημιουργήθηκε επαγγελματικός στρατός περίπου 35.000 πεζών και 10.000 ιππέων. Οι άνδρες αυτοί ονομάστηκαν Καρόλειοι (Caroleans), επειδή δημιουργήθηκαν από τον βασιλιά Κάρολο ΙΑ΄ αλλά χρησιμοποιήθηκαν από τον διάδοχό του Κάρολο ΙΒ΄.
Αυτό που διαφοροποιούσε τους Καρόλειους από τους υπολοίπους στρατούς ήταν η επιθετική τους τακτική. Εκείνη την εποχή, δεν υπήρχαν επαναληπτικά πυροβόλα όπλα και τα μουσκέτα χρειάζονταν περίπου 1-2 λεπτά για να ξαναγεμίσουν. Όταν οι δύο αντίπαλοι στρατοί πλησίαζαν, πυροβολούσαν για πρώτη φορά όταν βρίσκονταν σε απόσταση περίπου 100 μέτρων. Όμως, για να μπορεί να σκοπεύσει αποτελεσματικά ένας στρατιώτης, έπρεπε να βρίσκεται σε απόσταση περίπου 50 μέτρων από τον αντίπαλο.
Οι Καρόλειοι, αντί να πυροβολήσουν από τα 100 μέτρα, συνέχιζαν να προελαύνουν παρά το εχθρικό πυρ, μέχρι να δουν “το λευκό στα μάτια των εχθρών”, δηλαδή φθάνοντας περίπου στα 50 μέτρα. Συνήθως παρατάσσονταν σε τέσσερις σειρές. Φθάνοντας στα 50 μέτρα, πυροβολούσαν οι δύο τελευταίες σειρές και η βολή αυτή ήταν φονική αφού οι περισσότερες σφαίρες έβρισκαν τον στόχο τους. Μετά συνέχιζαν να προελαύνουν και περίπου στα 20 μέτρα πυροβολούσαν και οι υπόλοιπες δύο σειρές, μια βολή ακόμη περισσότερο φονική, κλονίζοντας κατά κανόνα την εχθρική παράταξη. Έπειτα οι Καρόλειοι δεν ξαναγέμιζαν τα όπλα τους αλλά τραβώντας τα ξίφη (αργότερα και με τις ξιφολόγχες) επιτίθεντο στον αντίπαλο.
Όταν ο εχθρός πυροβολούσε για πρώτη φορά, η απόσταση από τους Καρόλειους ήταν περίπου 100
μέτρα και, όπως σημειώσαμε, χρειαζόταν 1-2 λεπτά προκειμένου να ξαναγεμίσει τα όπλα του. Ένας στρατός μπορεί σε ένα λεπτό να προελάσει περίπου 80 μέτρα και να τρέξει περίπου 150 μέτρα. Επομένως, δεν προλάβαινε ο αντίπαλος να ξαναγεμίσει τα μουσκέτα προκειμένου να βάλλει για δεύτερη φορά. Επίσης, το γεγονός ότι οι Καρόλειοι αψηφούσαν τις σφαίρες που έπεφταν δίπλα τους και πλησίαζαν τον εχθρό αργά και με μεγάλη τάξη, κλόνιζε το ηθικό των αντιπάλων. Δεν ήταν σπάνιο μετά την πρώτη βολή των Καρόλειων ο εχθρός να υποχωρεί.
Είναι προφανής η αυστηρή πειθαρχία των Καρόλειων γιατί κανείς δεν προελαύνει ατάραχος υπό το εχθρικό πυρ. Για να επιτύχουν την πειθαρχία αυτή, οι κανόνες ήταν υπερβολικώς αυστηροί, τόσο που ήλεγχαν ακόμη και την προσωπική ζωή του στρατιώτη. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζε η θρησκεία. Οι ιερείς δίδασκαν για την αρετή του να είναι κάποιος στρατιώτης και να υπηρετεί το στέμμα. Πολλές φορές οι ιερείς πολεμούσαν μαζί με τους άνδρες στη μάχη ενώ πάντα πριν από τη μάχη οι άνδρες κοινωνούσαν. Οι Σουηδοί υπήρξαν οι πρόμαχοι των προτεσταντών κατά τον τριακονταετή πόλεμο και αυτό αύξανε περισσότερο την πίστη των στρατιωτών στη θεϊκή αποστολή τους. Οι άνδρες μάθαιναν ότι η ζωή τους βρισκόταν στα χέρια του Θεού. Αν ο Θεός είχε αποφασίσει να πεθάνουν, θα πέθαιναν είτε αν πυροβολούσαν από τα 100 μέτρα είτε αν προέλαυναν κανονικά. Με τη σκληρή εκπαίδευση και την πίστη στον Θεό, οι Καρόλειοι αναδείχθηκαν στο πιο πειθαρχημένο και φονικό στράτευμα της εποχής του.
Εξ ίσου επιθετικό ήταν και το σουηδικό ιππικό, το οποίο επιτίθετο μόνο με τα σπαθιά του (αν και
κάθε ιππέας είχε μαζί του δυο πιστόλες, κατά κανόνα δεν τις χρησιμοποιούσε στην επίθεση). Εάν το εχθρικό πεζικό ήταν οργανωμένο, εναντίον του επιτίθετο μόνο το σουηδικό πεζικό, με τη συνδρομή του πυροβολικού όταν υπήρχε. Στα άκρα της παράταξης, τοποθετούνταν γρεναδιέροι (πεζοί οπλισμένοι με χειροβομβίδες) προστατεύοντας την παράταξη από πιθανή επέλαση του εχθρικού ιππικού.
Οι Καρόλειοι απέκτησαν τη φήμη τους υπό τη διοίκηση του βασιλιά Καρόλου ΙΒ΄, ο οποίος υπήρξε από τους περισσότερο προικισμένους στρατηγούς της εποχής του. Ο θάνατός του το 1718 κατά τη διάρκεια μιας πολιορκίας, σήμανε όχι μόνον το τέλος των Καρόλειων αλλά και το τέλος της σουηδικής ισχύος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου