Η μοναδική ΙΣΧΥΡΗ ΧΩΡΑ που δεν είχε εμπλακεί στον Τριακονταετή Πόλεμο ήταν η Αγγλία. Τυχεροί οι Άγγλοι, θα πεις. Και αυτοί όμως πέρασαν τη δική τους ταραγμένη περίοδο, που φυσικά δεν έληξε τόσο τραγικά όσο στη Γερμανία.
Θα θυμάσαι ίσως ότι ο Άγγλος βασιλιάς Ιωάννης αναγκάστηκε να παραχωρήσει στους ευγενείς τη Μάγκνα Κάρτα, να υπογράψει δηλαδή ένα καταστατικό προνομίων με το οποίο δεσμευόταν ότι αυτός και οι διάδοχοί του δε θα ενεργούσαν ποτέ χωρίς προηγουμένως να έχουν εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των βαρόνων και της αριστοκρατίας.
Για περίπου τετρακόσια χρόνια οι Άγγλοι μονάρχες κράτησαν την υπόσχεσή τους. Μετά όμως στο θρόνο ανέβηκε ο Κάρολος Α', ο εγγονός της Μαρίας Στιούαρτ, ο οποίος δεν ήθελε να τηρήσει τη συμφωνία και δεν είχε καμία διάθεση να συμβουλεύεται τους ευγενείς και τα εκλεγμένα μέλη του κοινοβουλίου. Προτιμούσε να κυβερνάει όπως αυτός ήθελε, και κυρίως του άρεσε να ξοδεύει πολλά χρήματα.
Αυτό όμως δεν άρεσε καθόλου στους Άγγλους. Πολλοί απ’ αυτούς ήταν αυστηροί και ένθερμοι προτεστάντες, οι αποκαλούμενοι πουριτανοί, που σημαίνει «αγνοί», οι οποίοι διακατέχονταν από μια βαθιά απέχθεια για κάθε μορφή πολυτέλειας και επίδειξης. 0 γαιοκτήμονας και μέλος του κοινοβουλίου Όλιβερ Κρόμγουελ ήταν ο αρχηγός τους στη διαμάχη που ξέσπασε ανάμεσα στους υποστηρικτές του κοινοβουλίου και σε εκείνους του βασιλιά και η οποία δίχασε τη χώρα. (Οι οπαδοί του Κρόμγουελ ονομάστηκαν Στρογγυλοκέφαλοι γιατί είχαν τα μαλλιά τους κομμένα κοντά, σε αντίθεση με τους βασιλόφρονες,που είχαν μακριά μαλλιά και ήταν γνωστοί ως Ιππότες.) Ο Κρόμγουελ ήταν ένας βαθύτατα θεοσεβουμενος άνθρωπος και ένας γενναίος πολεμιστής με αποφασιστικότητα και πυγμή, αλλά και αδυσώπητος ταυτόχρονα. Οι στρατιώτες του ήταν καλά εκπαιδευμένοι και ένθερμοι πιστοί. Έπειτα από πολλές μάχες ο βασιλιάς φυλακίστηκε και παραπέμφθηκε σε δίκη στο Γουεστμίνστερ, όπου κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία. Αρνήθηκε να αναγνωρίσει το δικαστήριο και δεν έκανε καμία προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του, καθώς πίστευε ότι μόνο ο Θεός μπορεί να είναι ο κριτής του βασιλιά της Αγγλίας.
Καταδικάστηκε σε θάνατο και αποκεφαλίστηκε το 1649 επειδή δεν τήρησε την υπόσχεση που είχε δώσει κάποτε ο Ιωάννης και έκανε κατάχρηση της εξουσίας του. Έτσι στην Αγγλία τη διακυβέρνηση ανέλαβε ο Κρόμγουελ, όχι ως βασιλιάς αλλά ως «λόρδος προστάτης», όπως ονόμαζε ο ίδιος τον εαυτό του. Και δεν ήταν ένας απλός τίτλος, αλλά εξέφραζε αυτό ακριβώς που ήταν ο Κρόμγουελ. Συνεχίζοντας το έργο της Ελισάβετ, έστρεψε την προσοχή του στις αγγλικές αποικίες στην Αμερική, στους εμπορικούς σταθμούς της Ινδίας, στην ισχυροποίηση του στόλου και στην ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου. Αξιοποίησε όλο του το πνεύμα και την αποφασιστικότητα για να κάνει την Αγγλία πανίσχυρη σε αυτούς τους τομείς και να αποδυναμώσει όσο γινόταν περισσότερο τους γείτονές της, τους Ολλανδούς. Ωστόσο μετά το θάνατό του στην εξουσία ξαναήρθαν οι βασιλείς, αλλά η διακυβέρνηση δεν είχε τόσες δυσκολίες πια και με τον καιρό γινόταν όλο και πιο εύκολη. Και από τότε κανένας άλλος Άγγλος μονάρχης δεν τόλμησε να αθετήσει τις υποσχέσεις που όριζε η Μάγκνα Κάρτα.
Για τους Γάλλους βασιλιάδες τα πράγματα ήταν πιο εύκολα. Δεν είχαν κάνει καμία τέτοια συμφωνία. Κι επιπλέον κυβερνούσαν ένα βασίλειο που ευημερούσε και είχε μεγάλο πληθυσμό, το οποίο ούτε οι φοβεροί θρησκευτικοί πόλεμοι δεν κατάφεραν να διαλύσουν. Πάντως την εποχή του Τριακονταετούς Πολέμου πραγματικός ηγέτης της Γαλλίας ήταν ο απίστευτα ικανός καρδινάλιος Ρισελιέ, που έκανε για τη χώρα του τουλάχιστον όσα και ο Κρόμγουελ για την Αγγλία, αν όχι περισσότερα.
0 Ρισελιέ κατόρθωσε να παραμερίσει τους ιππότες και την αριστοκρατία. Με επιδέξιο και πονηρό τρόπο, σαν ένας καλός σκακιστής που ξέρει πώς να εκμεταλλεύεται κάθε κίνηση και να αξιοποιεί στο έπακρο κάθε πλεονέκτημα, τους αποδυνάμωσε σταδιακά και ενίσχυσε τη δική του θέση, αλλά και αυτήν της Γαλλίας στην Ευρώπη, όπως είδες. Κι επειδή συνέβαλε να αποδυναμωθεί ο Γερμανός αυτοκράτορας κατά τη διάρκεια του Τριακονταετούς Πολέμου, και καθώς η Ισπανία ήταν πια μια φτωχή χώρα, η Ιταλία διαμελισμένη και η Αγγλία όχι ακόμα τόσο ισχυρή, η Γαλλία μέχρι το θάνατό του έγινε η κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη. Ένα χρόνο μετά το θάνατο του καρδινάλιου, το 1643, στο θρόνο ανέβηκε ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ'. Τότε ήταν πέντε ετών, και ακόμα και σήμερα κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ της πιο μακροχρόνιας βασιλείας. Κυβέρνησε μέχρι το 1715, δηλαδή 72 χρόνια. Και κυβέρνησε με όλη τη σημασία της λέξης. Όχι βέβαια όσο ήταν ακόμα παιδί, αλλά, με το που πέθανε ο κηδεμόνας του, ο καρδινάλιος Μαζαρίνος, ο διάδοχος του Ρισελιέ, αποφάσισε να αναλάβει μόνος του την εξουσία. Εξέδωσε μια διαταγή σύμφωνα με την οποία δεν μπορούσε να εκδοθεί κανένα διαβατήριο αν προηγουμένως δεν είχε δώσει αυτός ο ίδιος την έγκρισή του. Όλη η Αυλή γέλασε μ’ αυτή την απόφαση, νομίζοντας ότι ήταν τα καμώματα ενός νεαρού ηγεμόνα που σύντομα θα του πέρναγε ο ενθουσιασμός για την εξουσία. Δεν του πέρασε όμως. Η βασιλεία για το Λουδοβίκο δεν ήταν μια σύμπτωση λόγω της καταγωγής του. Ήταν όπως ένας πρωταγωνιστικός ρόλος σε ένα θεατρικό έργο που έπρεπε να παίξει για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Και κανένας άλλος πριν ή έπειτα απ’ αυτόν δε μελέτησε αυτό το ρόλο τόσο διεξοδικά και δεν τον έπαιξε με τόση αξιοπρέπεια και επισημότητα ως το τέλος, χωρίς να κουραστεί.
Όλη τη δύναμη που είχε ο Ρισελιέ και αργότερα ο Μαζαρίνος τώρα την πήρε αυτός στα χέρια του. Και οι αριστοκράτες δεν είχαν κανένα άλλο δικαίωμα από το να μπορούν να τον παρακολουθούν να παίζει το ρόλο του. Η επίσημη αυτή παράσταση, η λεγόμενη lever, η «έγερση», ξεκινούσε νωρίς το πρωί στις οκτώ, αν ευαρεστούνταν να σηκωθεί. Οι πρώτοι που εισέρχονταν στην κρεβατοκάμαρα ήταν οι πρίγκιπες της βασιλικής οικογένειας μαζί με δύο αρχιθαλαμηπόλους και το γιατρό. Του έτειναν με επισημότητα και γονατιστοί δύο μεγάλες περούκες με μπούκλες πουδραρισμένες λευκές, οι οποίες έμοιαζαν με κυματιστή χαίτη. Ανάλογα με τα κέφια του διάλεγε τη μία, φορούσε μετά μια υπέροχη ρομπ ντε σαμπρ και καθόταν δίπλα στο κρεβάτι. Μόνο από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα επιτρεπόταν η είσοδος στην υψηλή αριστοκρατία, στους δούκες, κι όσο ο βασιλιάς ξυριζόταν στην κρεβατοκάμαρα εισέρχονταν οι γραμματείς του, αξιωματούχοι και άλλοι υπάλληλοι. Στη συνέχεια άνοιγαν οι πόρτες και το χώρο κατέκλυζε ένα πλήθος στρατηγών, ανώτατων διοικητών, κληρικών και ευνοούμενων του βασιλιά -όλοι για να παρακολουθήσουν γεμάτοι θαυμασμό την επίσημη τελετουργία που ακολουθούνταν για να ντυθεί η αυτού μεγαλειότητα ο βασιλιάς.
Όλα ήταν κανονισμένα και στην παραμικρή τους λεπτομέρεια. Η ανώτατη τιμή για κάποιον ήταν να του επιτραπεί να προσφέρει στο βασιλιά το ένδυμά του, αφού προηγουμένως το είχαν ζεστάνει με κάθε προσοχή. Η τιμή αυτή ανήκε στον αδελφό του βασιλιά, ή σε περίπτωση απουσίας του στο πρόσωπο που ακολουθούσε στην ιεραρχία. Ο θαλαμηπόλος κρατούσε το ένα μανίκι, ένας δούκας το άλλο, κι έτσι η μεγαλειότητα του γλιστρούσε μέσα στο ρούχο. Η ιεροτελεστία συνεχιζόταν με τον ίδιο τρόπο μέχρι ο βασιλιάς να τελειώσει το ντύσιμό του - με τις πολύχρωμες μεταξωτές κάλτσες του και την κοντή κιλότα του, το ατλαζένιο χιτώνιά του, τη γαλάζια του ζώνη, το ξίφος του και ένα κεντημένο πανωφόρι με δαντελένιο γιακά, τον οποίο του έδινε πάνω σε έναν ασημένιο δίσκο ένας ανώτατος αξιωματούχος που είχε τον τίτλο του «φύλακα του βασιλικού κολάρου». Μετά ο βασιλιάς έβγαινε από την κρεβατοκάμαρά του με ένα καπέλο με λοφίο και το μπαστούνι του, χαμογελαστός και κομψός, για να κάνει την είσοδό του στη μεγάλη αίθουσα, έχοντας για τον καθένα από μια αβρή φιλοφρόνηση, ενώ όλοι τριγύρω τον κοίταζαν με το στόμα ανοιχτό, γεμάτοι δέος. Τον διαβεβαίωναν με λόγια γεμάτα επιτήδευση ότι σήμερα ήταν ακόμα πιο όμορφος και από το θεό του ήλιου Απόλλωνα, και πιο δυνατός κι από τον Ηρακλή - ήταν ο Roi Soleil, ο Βασιλιάς Ήλιος από του οποίου τις αχτίδες και τη λάμψη εξαρτάται η ζωή όλης της πλάσης. Βλέπεις λοιπόν ότι ήταν περίπου σαν το φαραώ, που αποκαλουνταν «γιος του ήλιου». Κι όμως, υπήρχε μια τεράστια διαφορά: Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το πίστευαν πραγματικά αυτό. Αντίθετα, για το βασιλιά Λουδοβίκο ήταν κατά κάποιον τρόπο ένα παιχνίδι, και τόσο ο ίδιος όσο και οι άλλοι ήξεραν πως δεν ήταν παρά μια επίσημη, καλοδουλεμένη και απίστευτα καλοπαιγμένη παράσταση.
Στον προθάλαμο, μετά την πρωινή προσευχή του, ο βασιλιάς ανακοίνωνε το πρόγραμμα της ημέρας. Ακολουθούσαν πραγματικά πολλές ώρες δουλειάς, μιας και ο Λουδοβίκος ήθελε να φροντίζει προσωπικά για όλα τα σημαντικά θέματα. Πέρα απ’ αυτό όμως υπήρχε το κυνήγι, οι χοροί, οι θεατρικές παραστάσεις με έργα μεγάλων ποιητών και με σπουδαίους ηθοποιούς, που η Αυλή του απολάμβανε ιδιαίτερα και παρακολουθούσε και ο ίδιος. Κάθε γεύμα ήταν μια τελετουργία το ίδιο κουραστική και επίσημη όσο και η πρωινή έγερση, και ακόμα και η βραδινή κατάκλιση μετατρεπόταν σε μια περίπλοκη χορογραφία μπαλέτου που είχε και τις κωμικές υπερβολές της - π.χ. έπρεπε όλοι να σκύψουν το κεφάλι μπροστά στο κρεβάτι του βασιλιά, όπως ο πιστός μπροστά στην αγία τράπεζα, ακόμα κι αν εκείνος δεν ήταν στο κρεβάτι. Όταν ο Λουδοβίκος έπαιζε χαρτιά και συζητούσε, γύρω του μαζευόταν ένα σμήνος ανθρώπων, τηρώντας από σεβασμό μια απόσταση, και όλοι κρέμονταν από το στόμα του και άκουγαν με προσοχή τις έξυπνες και πνευματώδεις κουβέντες του σαν να ήταν η Αποκάλυψη.
Στόχος όλων των αντρών της Αυλής ήταν να ντύνονται όπως ο βασιλιάς, να κρατούν το μπαστούνι και να φορούν το καπέλο όπως αυτός, να κάθονται και να βαδίζουν όπως αυτός. Και στόχος των γυναικών ήταν να του είναι αρεστές. Φορούσαν κι αυτές δαντελωτούς γιακάδες, μακριά φορέματα από τα πιο ακριβά υφάσματα που θρόιζαν όταν περπατούσαν και πανάκριβα κοσμήματα. Η ζωή περιστρεφόταν γύρω από την Αυλή, και όλα διαδραματίζονταν στα πιο μεγαλόπρεπα παλάτια που είχαν υπάρξει ποτέ. Γιατί το μεγάλο πάθος του Λουδοβίκου ΙΔ' ήταν τα παλάτια. Γι’ αυτό έχτισε για τον ίδιο έξω από το Παρίσι τις Βερσαλλίες, που ήταν σχεδόν τόσο μεγάλες όσο μια ολόκληρη πόλη, με ατελείωτες αίθουσες όλο χρυσάφι και δαμάσκο, με κρυστάλλινους πολυέλαιους, χιλιάδες καθρέφτες και έπιπλα με επίχρυσες καμπύλες και επένδυση από μετάξι και βελούδο. Στους τοίχους κρέμονταν υπέροχοι πίνακες, πάντα με τη μορφή του Λουδοβίκου με διαφορετική αμφίεση. Σε έναν απ’ αυτούς απεικονίζεται σαν τον Απόλλωνα, ενώ όλοι οι λαοί της Ευρώπης τον προσκυνούν υποταγμένοι. Το πιο μεγαλειώδες όμως δεν ήταν το ίδιο το παλάτι, αλλά το πάρκο. Εκεί όλα ήταν τόσο επιβλητικά και τόσο περίτεχνα και επιτηδευμένα όσο και η ίδια η ζωή τότε. Κανένα δέντρο δεν επιτρεπόταν να μεγαλώσει όπως αυτό ήθελε, κανένας θάμνος δεν μπορούσε να διατηρήσει το φυσικό του σχήμα. Οι πρασινάδες είχαν κοπεί και κουρευτεί έτσι ώστε με το φύλλωμά τους να σχηματίζουν ολόισια τείχη και καμπυλωτούς φράχτες, ενώ απέραντες, ευθείες εκτάσεις με γρασίδι και παρτέρια με φυτά που αναρριχούνταν σε σχήμα έλικα, και δρόμοι ανάμεσα σε δεντροστοιχίες κατέληγαν σε ολοστρόγγυλες πλατείες με αγάλματα, λιμνούλες και σιντριβάνια. Αναγκασμένοι να περνούν εκεί τη ζωή τους, οι κάποτε ισχυροί δούκες περιδιάβαιναν στα χαλικοστρωμένα μονοπάτια του πάρκου με τις κυρίες τους, ανταλλάσσοντας πνευματώδη και καλοδιατυπωμένα σχόλια για τον τρόπο που έκανε πρόσφατα την υπόκλισή του ο Σουηδός πρεσβευτής και για άλλα παρόμοια ζητήματα.
Μπορείς βέβαια να φανταστείς πόσο κόστιζε ένα τέτοιο παλάτι και μια τέτοια ζωή. Μόνο ο βασιλιάς είχε διακόσιους υπηρέτες, και αυτό δεν είναι παρά μόνο ένα δείγμα. Ο Λουδοβίκος όμως είχε έξυπνους υπουργούς, ανθρώπους ταπεινής καταγωγής κυρίως, τους οποίους είχε επιλέξει για τις καταπληκτικές τους ικανότητες. Ειδικότητά τους ήταν να αποσπούν χρήματα από τη χώρα για να του εξασφαλίζουν πόρους. Αυτό το πετύχαιναν κυρίως με τον έλεγχο των εμπορικών συναλλαγών με τυ εξωτερικό, αλλά και ενισχύοντας όσο το δυνατόν περισσότερο την εγχώρια βιοτεχνία και την εργασία των τεχνιτών. Έτσι όμως τα βάρη έπεφταν στους αγρότες, που αποδεκατίστηκαν από τους δυσβάσταχτους φόρους και τις άλλες εισφορές. Κι ενώ στην Αυλή έτρωγαν τα πιο εκλεκτά εδέσματα σε χρυσά και ασημένια σερβίτσια, οι αγρότες φυτοζωούσαν με αποφάγια και χόρτα.
Κι όμως, αυτό που κόστιζε περισσότερο δεν ήταν η αυλική ζωή, αλλά οι πολύ δαπανηροί πόλεμοι που διεξήγε συνεχώς ο Λουδοβίκος ΙΔ' με μοναδικό σκοπό τις περισσότερες φορές να αυξήσει την ισχύ του και να αποδυναμώσει τα γειτονικά κράτη. Με τον τεράστιο και καλά εξοπλισμένο στρατό του εισέβαλε στην Ολλανδία και στη Γερμανία και κατέλαβε π.χ. το Στρασβούργο, που τότε ανήκε στη Γερμανία, χωρίς καν να μπει στον κόπο να εφεύρει μια πρόφαση για την κήρυξη του πολέμου. Θεωρούσε τον εαυτό του κυρίαρχο ολόκληρης της Ευρώπης, και κατά κάποιον τρόπο ήταν κιόλας. Όλοι οι ισχυροί τον μιμούνταν. Πολύ σύντομα κάθε Γερμανός πρίγκιπας -ακόμα κι εκείνοι που η επικράτειά τους δεν ήταν παρά μια πιθαμή τόπος- διέθετε ένα τεράστιο παλάτι στο στιλ αυτού των Βερσαλλιών, με όλο το χρυσάφι και το δαμάσκο, τους κουρεμένους θαμνώδεις φράχτες, τους άντρες με τις μεγάλες περούκες, τις πουδραρισμένες κυρίες με τις μακριές τουαλέτες, με τους κόλακες και τους επιτηδευμένους. Τον μιμούνταν σε όλα. Κι όμως, κάτι τους έλειπε. Στην πραγματικότητα ήταν αυτό που ο Λουδοβίκος υποδυόταν - κωμικές μαριονέτες με πομπώδες ύφος και φανταχτερά βασιλικά ρούχα. Ο Λουδοβίκος όμως ήταν κάτι πολύ παραπάνω.
Και σε περίπτωση που δεν έχεις πειστεί, παραθέτω ένα απόσπασμα από μία επιστολή που έγραψε στον εγγονό του όταν εκείνος ετοιμαζόταν να πάει στην Ισπανία για να στεφθεί βασιλιάς: «Ποτέ μην ευνοείς αυτούς που σε κολακεύουν περισσότερο, αλλά μείνε κοντά σε όσους, φροντίζοντας για το καλό, διακινδυνεύουν να πέσουν σε δυσμένεια. Ποτέ μην παραμελείς τη δουλειά για χάρη της διασκέδασης, αλλά οργάνωνε τη ζωή σου με τέτοιον τρόπο ώστε να υπάρχει καθορισμένος χρόνος για διασκέδαση και χαλάρωση. Στρέψε όλη σου την προσοχή στην τέχνη της διακυβέρνησης. Στην αρχή άκουγε όσο το δυνατόν περισσότερο ό,τι λέγεται πριν πάρεις μιαν απόφαση. Κάνε το παν για να γνωριστείς καλά με εξέχοντες άντρες, έτσι ώστε να μπορείς να τους χρησιμοποιήσεις όταν παραστεί ανάγκη. Να είσαι πάντα φιλικός προς όλους, ποτέ μην προσβάλεις κανέναν». Κι αυτές ήταν όντως οι βασικές αρχές του Λουδοβίκου ΙΔ' της Γαλλίας, αυτού του αλλόκοτου κράματος ματαιοδοξίας, γοητείας, υπερβολής, αξιοπρέπειας, αδιαφορίας, παιχνιδιάρικης διάθεσης και εργατικότητας.
Θα θυμάσαι ίσως ότι ο Άγγλος βασιλιάς Ιωάννης αναγκάστηκε να παραχωρήσει στους ευγενείς τη Μάγκνα Κάρτα, να υπογράψει δηλαδή ένα καταστατικό προνομίων με το οποίο δεσμευόταν ότι αυτός και οι διάδοχοί του δε θα ενεργούσαν ποτέ χωρίς προηγουμένως να έχουν εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των βαρόνων και της αριστοκρατίας.
Για περίπου τετρακόσια χρόνια οι Άγγλοι μονάρχες κράτησαν την υπόσχεσή τους. Μετά όμως στο θρόνο ανέβηκε ο Κάρολος Α', ο εγγονός της Μαρίας Στιούαρτ, ο οποίος δεν ήθελε να τηρήσει τη συμφωνία και δεν είχε καμία διάθεση να συμβουλεύεται τους ευγενείς και τα εκλεγμένα μέλη του κοινοβουλίου. Προτιμούσε να κυβερνάει όπως αυτός ήθελε, και κυρίως του άρεσε να ξοδεύει πολλά χρήματα.
Αυτό όμως δεν άρεσε καθόλου στους Άγγλους. Πολλοί απ’ αυτούς ήταν αυστηροί και ένθερμοι προτεστάντες, οι αποκαλούμενοι πουριτανοί, που σημαίνει «αγνοί», οι οποίοι διακατέχονταν από μια βαθιά απέχθεια για κάθε μορφή πολυτέλειας και επίδειξης. 0 γαιοκτήμονας και μέλος του κοινοβουλίου Όλιβερ Κρόμγουελ ήταν ο αρχηγός τους στη διαμάχη που ξέσπασε ανάμεσα στους υποστηρικτές του κοινοβουλίου και σε εκείνους του βασιλιά και η οποία δίχασε τη χώρα. (Οι οπαδοί του Κρόμγουελ ονομάστηκαν Στρογγυλοκέφαλοι γιατί είχαν τα μαλλιά τους κομμένα κοντά, σε αντίθεση με τους βασιλόφρονες,που είχαν μακριά μαλλιά και ήταν γνωστοί ως Ιππότες.) Ο Κρόμγουελ ήταν ένας βαθύτατα θεοσεβουμενος άνθρωπος και ένας γενναίος πολεμιστής με αποφασιστικότητα και πυγμή, αλλά και αδυσώπητος ταυτόχρονα. Οι στρατιώτες του ήταν καλά εκπαιδευμένοι και ένθερμοι πιστοί. Έπειτα από πολλές μάχες ο βασιλιάς φυλακίστηκε και παραπέμφθηκε σε δίκη στο Γουεστμίνστερ, όπου κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία. Αρνήθηκε να αναγνωρίσει το δικαστήριο και δεν έκανε καμία προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του, καθώς πίστευε ότι μόνο ο Θεός μπορεί να είναι ο κριτής του βασιλιά της Αγγλίας.
Καταδικάστηκε σε θάνατο και αποκεφαλίστηκε το 1649 επειδή δεν τήρησε την υπόσχεση που είχε δώσει κάποτε ο Ιωάννης και έκανε κατάχρηση της εξουσίας του. Έτσι στην Αγγλία τη διακυβέρνηση ανέλαβε ο Κρόμγουελ, όχι ως βασιλιάς αλλά ως «λόρδος προστάτης», όπως ονόμαζε ο ίδιος τον εαυτό του. Και δεν ήταν ένας απλός τίτλος, αλλά εξέφραζε αυτό ακριβώς που ήταν ο Κρόμγουελ. Συνεχίζοντας το έργο της Ελισάβετ, έστρεψε την προσοχή του στις αγγλικές αποικίες στην Αμερική, στους εμπορικούς σταθμούς της Ινδίας, στην ισχυροποίηση του στόλου και στην ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου. Αξιοποίησε όλο του το πνεύμα και την αποφασιστικότητα για να κάνει την Αγγλία πανίσχυρη σε αυτούς τους τομείς και να αποδυναμώσει όσο γινόταν περισσότερο τους γείτονές της, τους Ολλανδούς. Ωστόσο μετά το θάνατό του στην εξουσία ξαναήρθαν οι βασιλείς, αλλά η διακυβέρνηση δεν είχε τόσες δυσκολίες πια και με τον καιρό γινόταν όλο και πιο εύκολη. Και από τότε κανένας άλλος Άγγλος μονάρχης δεν τόλμησε να αθετήσει τις υποσχέσεις που όριζε η Μάγκνα Κάρτα.
Για τους Γάλλους βασιλιάδες τα πράγματα ήταν πιο εύκολα. Δεν είχαν κάνει καμία τέτοια συμφωνία. Κι επιπλέον κυβερνούσαν ένα βασίλειο που ευημερούσε και είχε μεγάλο πληθυσμό, το οποίο ούτε οι φοβεροί θρησκευτικοί πόλεμοι δεν κατάφεραν να διαλύσουν. Πάντως την εποχή του Τριακονταετούς Πολέμου πραγματικός ηγέτης της Γαλλίας ήταν ο απίστευτα ικανός καρδινάλιος Ρισελιέ, που έκανε για τη χώρα του τουλάχιστον όσα και ο Κρόμγουελ για την Αγγλία, αν όχι περισσότερα.
0 Ρισελιέ κατόρθωσε να παραμερίσει τους ιππότες και την αριστοκρατία. Με επιδέξιο και πονηρό τρόπο, σαν ένας καλός σκακιστής που ξέρει πώς να εκμεταλλεύεται κάθε κίνηση και να αξιοποιεί στο έπακρο κάθε πλεονέκτημα, τους αποδυνάμωσε σταδιακά και ενίσχυσε τη δική του θέση, αλλά και αυτήν της Γαλλίας στην Ευρώπη, όπως είδες. Κι επειδή συνέβαλε να αποδυναμωθεί ο Γερμανός αυτοκράτορας κατά τη διάρκεια του Τριακονταετούς Πολέμου, και καθώς η Ισπανία ήταν πια μια φτωχή χώρα, η Ιταλία διαμελισμένη και η Αγγλία όχι ακόμα τόσο ισχυρή, η Γαλλία μέχρι το θάνατό του έγινε η κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη. Ένα χρόνο μετά το θάνατο του καρδινάλιου, το 1643, στο θρόνο ανέβηκε ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ'. Τότε ήταν πέντε ετών, και ακόμα και σήμερα κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ της πιο μακροχρόνιας βασιλείας. Κυβέρνησε μέχρι το 1715, δηλαδή 72 χρόνια. Και κυβέρνησε με όλη τη σημασία της λέξης. Όχι βέβαια όσο ήταν ακόμα παιδί, αλλά, με το που πέθανε ο κηδεμόνας του, ο καρδινάλιος Μαζαρίνος, ο διάδοχος του Ρισελιέ, αποφάσισε να αναλάβει μόνος του την εξουσία. Εξέδωσε μια διαταγή σύμφωνα με την οποία δεν μπορούσε να εκδοθεί κανένα διαβατήριο αν προηγουμένως δεν είχε δώσει αυτός ο ίδιος την έγκρισή του. Όλη η Αυλή γέλασε μ’ αυτή την απόφαση, νομίζοντας ότι ήταν τα καμώματα ενός νεαρού ηγεμόνα που σύντομα θα του πέρναγε ο ενθουσιασμός για την εξουσία. Δεν του πέρασε όμως. Η βασιλεία για το Λουδοβίκο δεν ήταν μια σύμπτωση λόγω της καταγωγής του. Ήταν όπως ένας πρωταγωνιστικός ρόλος σε ένα θεατρικό έργο που έπρεπε να παίξει για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Και κανένας άλλος πριν ή έπειτα απ’ αυτόν δε μελέτησε αυτό το ρόλο τόσο διεξοδικά και δεν τον έπαιξε με τόση αξιοπρέπεια και επισημότητα ως το τέλος, χωρίς να κουραστεί.
Όλη τη δύναμη που είχε ο Ρισελιέ και αργότερα ο Μαζαρίνος τώρα την πήρε αυτός στα χέρια του. Και οι αριστοκράτες δεν είχαν κανένα άλλο δικαίωμα από το να μπορούν να τον παρακολουθούν να παίζει το ρόλο του. Η επίσημη αυτή παράσταση, η λεγόμενη lever, η «έγερση», ξεκινούσε νωρίς το πρωί στις οκτώ, αν ευαρεστούνταν να σηκωθεί. Οι πρώτοι που εισέρχονταν στην κρεβατοκάμαρα ήταν οι πρίγκιπες της βασιλικής οικογένειας μαζί με δύο αρχιθαλαμηπόλους και το γιατρό. Του έτειναν με επισημότητα και γονατιστοί δύο μεγάλες περούκες με μπούκλες πουδραρισμένες λευκές, οι οποίες έμοιαζαν με κυματιστή χαίτη. Ανάλογα με τα κέφια του διάλεγε τη μία, φορούσε μετά μια υπέροχη ρομπ ντε σαμπρ και καθόταν δίπλα στο κρεβάτι. Μόνο από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα επιτρεπόταν η είσοδος στην υψηλή αριστοκρατία, στους δούκες, κι όσο ο βασιλιάς ξυριζόταν στην κρεβατοκάμαρα εισέρχονταν οι γραμματείς του, αξιωματούχοι και άλλοι υπάλληλοι. Στη συνέχεια άνοιγαν οι πόρτες και το χώρο κατέκλυζε ένα πλήθος στρατηγών, ανώτατων διοικητών, κληρικών και ευνοούμενων του βασιλιά -όλοι για να παρακολουθήσουν γεμάτοι θαυμασμό την επίσημη τελετουργία που ακολουθούνταν για να ντυθεί η αυτού μεγαλειότητα ο βασιλιάς.
Όλα ήταν κανονισμένα και στην παραμικρή τους λεπτομέρεια. Η ανώτατη τιμή για κάποιον ήταν να του επιτραπεί να προσφέρει στο βασιλιά το ένδυμά του, αφού προηγουμένως το είχαν ζεστάνει με κάθε προσοχή. Η τιμή αυτή ανήκε στον αδελφό του βασιλιά, ή σε περίπτωση απουσίας του στο πρόσωπο που ακολουθούσε στην ιεραρχία. Ο θαλαμηπόλος κρατούσε το ένα μανίκι, ένας δούκας το άλλο, κι έτσι η μεγαλειότητα του γλιστρούσε μέσα στο ρούχο. Η ιεροτελεστία συνεχιζόταν με τον ίδιο τρόπο μέχρι ο βασιλιάς να τελειώσει το ντύσιμό του - με τις πολύχρωμες μεταξωτές κάλτσες του και την κοντή κιλότα του, το ατλαζένιο χιτώνιά του, τη γαλάζια του ζώνη, το ξίφος του και ένα κεντημένο πανωφόρι με δαντελένιο γιακά, τον οποίο του έδινε πάνω σε έναν ασημένιο δίσκο ένας ανώτατος αξιωματούχος που είχε τον τίτλο του «φύλακα του βασιλικού κολάρου». Μετά ο βασιλιάς έβγαινε από την κρεβατοκάμαρά του με ένα καπέλο με λοφίο και το μπαστούνι του, χαμογελαστός και κομψός, για να κάνει την είσοδό του στη μεγάλη αίθουσα, έχοντας για τον καθένα από μια αβρή φιλοφρόνηση, ενώ όλοι τριγύρω τον κοίταζαν με το στόμα ανοιχτό, γεμάτοι δέος. Τον διαβεβαίωναν με λόγια γεμάτα επιτήδευση ότι σήμερα ήταν ακόμα πιο όμορφος και από το θεό του ήλιου Απόλλωνα, και πιο δυνατός κι από τον Ηρακλή - ήταν ο Roi Soleil, ο Βασιλιάς Ήλιος από του οποίου τις αχτίδες και τη λάμψη εξαρτάται η ζωή όλης της πλάσης. Βλέπεις λοιπόν ότι ήταν περίπου σαν το φαραώ, που αποκαλουνταν «γιος του ήλιου». Κι όμως, υπήρχε μια τεράστια διαφορά: Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το πίστευαν πραγματικά αυτό. Αντίθετα, για το βασιλιά Λουδοβίκο ήταν κατά κάποιον τρόπο ένα παιχνίδι, και τόσο ο ίδιος όσο και οι άλλοι ήξεραν πως δεν ήταν παρά μια επίσημη, καλοδουλεμένη και απίστευτα καλοπαιγμένη παράσταση.
Στον προθάλαμο, μετά την πρωινή προσευχή του, ο βασιλιάς ανακοίνωνε το πρόγραμμα της ημέρας. Ακολουθούσαν πραγματικά πολλές ώρες δουλειάς, μιας και ο Λουδοβίκος ήθελε να φροντίζει προσωπικά για όλα τα σημαντικά θέματα. Πέρα απ’ αυτό όμως υπήρχε το κυνήγι, οι χοροί, οι θεατρικές παραστάσεις με έργα μεγάλων ποιητών και με σπουδαίους ηθοποιούς, που η Αυλή του απολάμβανε ιδιαίτερα και παρακολουθούσε και ο ίδιος. Κάθε γεύμα ήταν μια τελετουργία το ίδιο κουραστική και επίσημη όσο και η πρωινή έγερση, και ακόμα και η βραδινή κατάκλιση μετατρεπόταν σε μια περίπλοκη χορογραφία μπαλέτου που είχε και τις κωμικές υπερβολές της - π.χ. έπρεπε όλοι να σκύψουν το κεφάλι μπροστά στο κρεβάτι του βασιλιά, όπως ο πιστός μπροστά στην αγία τράπεζα, ακόμα κι αν εκείνος δεν ήταν στο κρεβάτι. Όταν ο Λουδοβίκος έπαιζε χαρτιά και συζητούσε, γύρω του μαζευόταν ένα σμήνος ανθρώπων, τηρώντας από σεβασμό μια απόσταση, και όλοι κρέμονταν από το στόμα του και άκουγαν με προσοχή τις έξυπνες και πνευματώδεις κουβέντες του σαν να ήταν η Αποκάλυψη.
Στόχος όλων των αντρών της Αυλής ήταν να ντύνονται όπως ο βασιλιάς, να κρατούν το μπαστούνι και να φορούν το καπέλο όπως αυτός, να κάθονται και να βαδίζουν όπως αυτός. Και στόχος των γυναικών ήταν να του είναι αρεστές. Φορούσαν κι αυτές δαντελωτούς γιακάδες, μακριά φορέματα από τα πιο ακριβά υφάσματα που θρόιζαν όταν περπατούσαν και πανάκριβα κοσμήματα. Η ζωή περιστρεφόταν γύρω από την Αυλή, και όλα διαδραματίζονταν στα πιο μεγαλόπρεπα παλάτια που είχαν υπάρξει ποτέ. Γιατί το μεγάλο πάθος του Λουδοβίκου ΙΔ' ήταν τα παλάτια. Γι’ αυτό έχτισε για τον ίδιο έξω από το Παρίσι τις Βερσαλλίες, που ήταν σχεδόν τόσο μεγάλες όσο μια ολόκληρη πόλη, με ατελείωτες αίθουσες όλο χρυσάφι και δαμάσκο, με κρυστάλλινους πολυέλαιους, χιλιάδες καθρέφτες και έπιπλα με επίχρυσες καμπύλες και επένδυση από μετάξι και βελούδο. Στους τοίχους κρέμονταν υπέροχοι πίνακες, πάντα με τη μορφή του Λουδοβίκου με διαφορετική αμφίεση. Σε έναν απ’ αυτούς απεικονίζεται σαν τον Απόλλωνα, ενώ όλοι οι λαοί της Ευρώπης τον προσκυνούν υποταγμένοι. Το πιο μεγαλειώδες όμως δεν ήταν το ίδιο το παλάτι, αλλά το πάρκο. Εκεί όλα ήταν τόσο επιβλητικά και τόσο περίτεχνα και επιτηδευμένα όσο και η ίδια η ζωή τότε. Κανένα δέντρο δεν επιτρεπόταν να μεγαλώσει όπως αυτό ήθελε, κανένας θάμνος δεν μπορούσε να διατηρήσει το φυσικό του σχήμα. Οι πρασινάδες είχαν κοπεί και κουρευτεί έτσι ώστε με το φύλλωμά τους να σχηματίζουν ολόισια τείχη και καμπυλωτούς φράχτες, ενώ απέραντες, ευθείες εκτάσεις με γρασίδι και παρτέρια με φυτά που αναρριχούνταν σε σχήμα έλικα, και δρόμοι ανάμεσα σε δεντροστοιχίες κατέληγαν σε ολοστρόγγυλες πλατείες με αγάλματα, λιμνούλες και σιντριβάνια. Αναγκασμένοι να περνούν εκεί τη ζωή τους, οι κάποτε ισχυροί δούκες περιδιάβαιναν στα χαλικοστρωμένα μονοπάτια του πάρκου με τις κυρίες τους, ανταλλάσσοντας πνευματώδη και καλοδιατυπωμένα σχόλια για τον τρόπο που έκανε πρόσφατα την υπόκλισή του ο Σουηδός πρεσβευτής και για άλλα παρόμοια ζητήματα.
Μπορείς βέβαια να φανταστείς πόσο κόστιζε ένα τέτοιο παλάτι και μια τέτοια ζωή. Μόνο ο βασιλιάς είχε διακόσιους υπηρέτες, και αυτό δεν είναι παρά μόνο ένα δείγμα. Ο Λουδοβίκος όμως είχε έξυπνους υπουργούς, ανθρώπους ταπεινής καταγωγής κυρίως, τους οποίους είχε επιλέξει για τις καταπληκτικές τους ικανότητες. Ειδικότητά τους ήταν να αποσπούν χρήματα από τη χώρα για να του εξασφαλίζουν πόρους. Αυτό το πετύχαιναν κυρίως με τον έλεγχο των εμπορικών συναλλαγών με τυ εξωτερικό, αλλά και ενισχύοντας όσο το δυνατόν περισσότερο την εγχώρια βιοτεχνία και την εργασία των τεχνιτών. Έτσι όμως τα βάρη έπεφταν στους αγρότες, που αποδεκατίστηκαν από τους δυσβάσταχτους φόρους και τις άλλες εισφορές. Κι ενώ στην Αυλή έτρωγαν τα πιο εκλεκτά εδέσματα σε χρυσά και ασημένια σερβίτσια, οι αγρότες φυτοζωούσαν με αποφάγια και χόρτα.
Κι όμως, αυτό που κόστιζε περισσότερο δεν ήταν η αυλική ζωή, αλλά οι πολύ δαπανηροί πόλεμοι που διεξήγε συνεχώς ο Λουδοβίκος ΙΔ' με μοναδικό σκοπό τις περισσότερες φορές να αυξήσει την ισχύ του και να αποδυναμώσει τα γειτονικά κράτη. Με τον τεράστιο και καλά εξοπλισμένο στρατό του εισέβαλε στην Ολλανδία και στη Γερμανία και κατέλαβε π.χ. το Στρασβούργο, που τότε ανήκε στη Γερμανία, χωρίς καν να μπει στον κόπο να εφεύρει μια πρόφαση για την κήρυξη του πολέμου. Θεωρούσε τον εαυτό του κυρίαρχο ολόκληρης της Ευρώπης, και κατά κάποιον τρόπο ήταν κιόλας. Όλοι οι ισχυροί τον μιμούνταν. Πολύ σύντομα κάθε Γερμανός πρίγκιπας -ακόμα κι εκείνοι που η επικράτειά τους δεν ήταν παρά μια πιθαμή τόπος- διέθετε ένα τεράστιο παλάτι στο στιλ αυτού των Βερσαλλιών, με όλο το χρυσάφι και το δαμάσκο, τους κουρεμένους θαμνώδεις φράχτες, τους άντρες με τις μεγάλες περούκες, τις πουδραρισμένες κυρίες με τις μακριές τουαλέτες, με τους κόλακες και τους επιτηδευμένους. Τον μιμούνταν σε όλα. Κι όμως, κάτι τους έλειπε. Στην πραγματικότητα ήταν αυτό που ο Λουδοβίκος υποδυόταν - κωμικές μαριονέτες με πομπώδες ύφος και φανταχτερά βασιλικά ρούχα. Ο Λουδοβίκος όμως ήταν κάτι πολύ παραπάνω.
Και σε περίπτωση που δεν έχεις πειστεί, παραθέτω ένα απόσπασμα από μία επιστολή που έγραψε στον εγγονό του όταν εκείνος ετοιμαζόταν να πάει στην Ισπανία για να στεφθεί βασιλιάς: «Ποτέ μην ευνοείς αυτούς που σε κολακεύουν περισσότερο, αλλά μείνε κοντά σε όσους, φροντίζοντας για το καλό, διακινδυνεύουν να πέσουν σε δυσμένεια. Ποτέ μην παραμελείς τη δουλειά για χάρη της διασκέδασης, αλλά οργάνωνε τη ζωή σου με τέτοιον τρόπο ώστε να υπάρχει καθορισμένος χρόνος για διασκέδαση και χαλάρωση. Στρέψε όλη σου την προσοχή στην τέχνη της διακυβέρνησης. Στην αρχή άκουγε όσο το δυνατόν περισσότερο ό,τι λέγεται πριν πάρεις μιαν απόφαση. Κάνε το παν για να γνωριστείς καλά με εξέχοντες άντρες, έτσι ώστε να μπορείς να τους χρησιμοποιήσεις όταν παραστεί ανάγκη. Να είσαι πάντα φιλικός προς όλους, ποτέ μην προσβάλεις κανέναν». Κι αυτές ήταν όντως οι βασικές αρχές του Λουδοβίκου ΙΔ' της Γαλλίας, αυτού του αλλόκοτου κράματος ματαιοδοξίας, γοητείας, υπερβολής, αξιοπρέπειας, αδιαφορίας, παιχνιδιάρικης διάθεσης και εργατικότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου