Η φιλοσοφική θεωρία του Ευήμερου, Κυρηναϊκού φιλοσόφου, του Γ΄ αιώνα π.Χ., η οποία αναπτύσσεται στο έργο του «Ιερά αναγραφή». Δι’ αυτής ο φιλόσοφος αποπειράται ορθολογιστική απόδειξη των θεών, ως ανθρώπων διακριθέντων στην ιστορία.
Ο Ευήμερος θεωρεί ότι η πίστη στους θεούς παράγεται από την εγκωμιαστική λατρεία ηρώων της ανθρωπότητας. Πρόκειται περισσότερο για μια φιλοσοφική θεώρηση της θρησκείας παρά για μια ενασχόληση με την ψυχολογία της, όπως υπολογίζει ο Ν. Ι. Λούβαρης – ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ, απ’ όπου και η βιβλιογραφία (για την ακρίβεια αντιγραφή) του παρόντος άρθρου.
Όχι μόνον η θεωρία του Ευήμερου, αλλά και γενικώς κάθε απόπειρα, η οποία βασίζεται σ’ αυτόν τον τρόπο, προς ορθολογιστική απόδειξη των θεών ως ανθρώπων, που διακρίθηκαν στην ιστορία, καλείται ευημερισμός.
Όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα, η φύση της θεωρίας αυτής έγκειται στο ότι διαλύει την παραδοσιακή ιερή ιστορία δια της ιστορικής οδού και θεοποιεί πολιτικά πρόσωπα επί τη βάση των υπηρεσιών, ευεργεσιών και ανακαλύψεών τους. Παρεμβάλει τις μορφές και τις φυσιογνωμίες των θεών ως ιστορία, η οποία θεωρείται ορθολογιστικά.
Έτσι εξηγεί κατά φυσικό τρόπο παν ό,τι φαίνεται υπεράνθρωπο και θαυμαστό. Ταυτοχρόνως δε φέρνει τον κόσμο των θεών σε άμεση σχέση όχι μόνο προς τις παραστάσεις των ανθρώπων, αλλά και προς «τα διαφέροντα αυτών και τα συναισθήματα».
Είχε βεβαίως προηγηθεί η σοφιστική διαφώτιση η οποία δίδαξε ότι ο κόσμος των θεών δεν είναι τίποτε άλλο παρά αντανάκλαση ανθρωπίνων αναγκών, θεσμών και διατάξεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρώτος ήδη ο Πρόδικος επιχείρησε ν’ αποδείξει ότι η λατρεία ορισμένων θεών έπρεπε να ερμηνευτεί εκ των ωφελημάτων τα οποία η λατρεία τους συνεπάγεται.
Η εποχή του Ευήμερου αγαπά την ανάλυση της ιστορίας σε εφευρέτες και σε σειρά ευρημάτων, και θεωρεί τα πράγματα ορθολογιστικά και ωφελιμαρχικά.
Κατά την ορθολογιστική αντίληψη των σοφιστών, η θρησκεία στηρίζεται επί σκοπίμου υπολογισμού, αλλά ο υπολογισμός αυτός είναι ευεργετικός λόγω των συνεπειών που συνεπάγεται προς το καλό των ανθρώπων. Γιατί όμως τους αόρατους θεούς να μη τους αντικαταστήσουμε με ορατούς ανθρώπους; Στην απόπειρα αυτή ωθεί ολόκληρη η εποχή (Αλέξανδρος, αυτοκράτορες).
Πρόδρομοι του Ευήμερου μπορούν να θεωρηθούν: ο Μεγασθένης, ο οποίος τελεί υπό την επίδραση της ορθολογιστικής εκείνης ροπής κατά την πραγματεία της ινδικής θρησκείας, ο Λέων ο εκ Πέλλας ο οποίος μιλά περί της αιγυπτιακής θρησκείας στην επιστολή Αλεξάνδρου προς Ολυμπιάδα. Προ πάντων όμως ο Εκαταίος στα «Αιγυπτιακά» του.
Ο Εκαταίος, σύγχρονος του Πτολεμαίου του Α΄, διακρίνει τους θεούς σε ουράνιους και επίγειους ή θνητούς θεούς. Αυτοί οι τελευταίοι απόκτησαν αθανασία λόγω της νοημοσύνης τους και λόγω αυτών που έπραξαν παραπάνω από τους κοινούς ανθρώπους. Κατ’ αυτόν τέτοιοι είναι εν μέρει οι αρχαιότατοι βασιλείς της Αιγύπτου. Έτσι μεταβάλλει τον μύθο σε ιστορία, όπως πράττει λίγο αργότερα ο Ευήμερος.
Η θεωρία του Ευήμερου – την οποία ακολούθησαν αργότερα οι Διονύσιος Σκυτοβραχίων και Φίλων ο εκ Βίβλου – την οποία εφάρμοσε στην φοινικική θρησκεία, έλαβε ευρεία διάδοση κατά την αρχαιότητα. Αυτό σημαίνει ότι ανταποκρίνονταν στο θρησκευτικό αίσθημα των μορφωμένων τάξεων.
Ο Ευήμερος θεωρεί ότι η πίστη στους θεούς παράγεται από την εγκωμιαστική λατρεία ηρώων της ανθρωπότητας. Πρόκειται περισσότερο για μια φιλοσοφική θεώρηση της θρησκείας παρά για μια ενασχόληση με την ψυχολογία της, όπως υπολογίζει ο Ν. Ι. Λούβαρης – ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ, απ’ όπου και η βιβλιογραφία (για την ακρίβεια αντιγραφή) του παρόντος άρθρου.
Όχι μόνον η θεωρία του Ευήμερου, αλλά και γενικώς κάθε απόπειρα, η οποία βασίζεται σ’ αυτόν τον τρόπο, προς ορθολογιστική απόδειξη των θεών ως ανθρώπων, που διακρίθηκαν στην ιστορία, καλείται ευημερισμός.
Όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα, η φύση της θεωρίας αυτής έγκειται στο ότι διαλύει την παραδοσιακή ιερή ιστορία δια της ιστορικής οδού και θεοποιεί πολιτικά πρόσωπα επί τη βάση των υπηρεσιών, ευεργεσιών και ανακαλύψεών τους. Παρεμβάλει τις μορφές και τις φυσιογνωμίες των θεών ως ιστορία, η οποία θεωρείται ορθολογιστικά.
Έτσι εξηγεί κατά φυσικό τρόπο παν ό,τι φαίνεται υπεράνθρωπο και θαυμαστό. Ταυτοχρόνως δε φέρνει τον κόσμο των θεών σε άμεση σχέση όχι μόνο προς τις παραστάσεις των ανθρώπων, αλλά και προς «τα διαφέροντα αυτών και τα συναισθήματα».
Είχε βεβαίως προηγηθεί η σοφιστική διαφώτιση η οποία δίδαξε ότι ο κόσμος των θεών δεν είναι τίποτε άλλο παρά αντανάκλαση ανθρωπίνων αναγκών, θεσμών και διατάξεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρώτος ήδη ο Πρόδικος επιχείρησε ν’ αποδείξει ότι η λατρεία ορισμένων θεών έπρεπε να ερμηνευτεί εκ των ωφελημάτων τα οποία η λατρεία τους συνεπάγεται.
Η εποχή του Ευήμερου αγαπά την ανάλυση της ιστορίας σε εφευρέτες και σε σειρά ευρημάτων, και θεωρεί τα πράγματα ορθολογιστικά και ωφελιμαρχικά.
Κατά την ορθολογιστική αντίληψη των σοφιστών, η θρησκεία στηρίζεται επί σκοπίμου υπολογισμού, αλλά ο υπολογισμός αυτός είναι ευεργετικός λόγω των συνεπειών που συνεπάγεται προς το καλό των ανθρώπων. Γιατί όμως τους αόρατους θεούς να μη τους αντικαταστήσουμε με ορατούς ανθρώπους; Στην απόπειρα αυτή ωθεί ολόκληρη η εποχή (Αλέξανδρος, αυτοκράτορες).
Πρόδρομοι του Ευήμερου μπορούν να θεωρηθούν: ο Μεγασθένης, ο οποίος τελεί υπό την επίδραση της ορθολογιστικής εκείνης ροπής κατά την πραγματεία της ινδικής θρησκείας, ο Λέων ο εκ Πέλλας ο οποίος μιλά περί της αιγυπτιακής θρησκείας στην επιστολή Αλεξάνδρου προς Ολυμπιάδα. Προ πάντων όμως ο Εκαταίος στα «Αιγυπτιακά» του.
Ο Εκαταίος, σύγχρονος του Πτολεμαίου του Α΄, διακρίνει τους θεούς σε ουράνιους και επίγειους ή θνητούς θεούς. Αυτοί οι τελευταίοι απόκτησαν αθανασία λόγω της νοημοσύνης τους και λόγω αυτών που έπραξαν παραπάνω από τους κοινούς ανθρώπους. Κατ’ αυτόν τέτοιοι είναι εν μέρει οι αρχαιότατοι βασιλείς της Αιγύπτου. Έτσι μεταβάλλει τον μύθο σε ιστορία, όπως πράττει λίγο αργότερα ο Ευήμερος.
Η θεωρία του Ευήμερου – την οποία ακολούθησαν αργότερα οι Διονύσιος Σκυτοβραχίων και Φίλων ο εκ Βίβλου – την οποία εφάρμοσε στην φοινικική θρησκεία, έλαβε ευρεία διάδοση κατά την αρχαιότητα. Αυτό σημαίνει ότι ανταποκρίνονταν στο θρησκευτικό αίσθημα των μορφωμένων τάξεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου