Οι παράγοντες που οδηγούν στην ευτυχία και στην ευζωία μέσα στο σπίτι είναι αμέτρητοι, οπότε, για να περιγράψουμε μερικά από τα σχετικά ζητήματα και τον βαθμό στον οποίο αυτά σχετί ζονται άμεσα με το εισόδημα ή όχι, εξετάζουμε ορισμένες από τις ενδείξεις που αφορούν τρία ζητήματα, και συγκεκριμένα τη συμβίωση στον έγγαμο βίο, τους απογόνους και την ενδοοικογενειακή βία.
Η ποιότητα του έγγαμου βίου έχει προσδιοριστεί με βάση ορισμένες θετικές και αρνητικές πλευρές, συμπεριλαμβανομένων της ικανοποίησης, της δέσμευσης, της υποστήριξης, της αλληλεπίδρασης, της συγχώρεσης και της έριδας. Οι ψυχολόγοι έχουν σχολιάσει τον τρόπο με τον οποίο η έρευνα έχει επικεντρωθεί στις δυσκολίες και στα προβλήματα (το επονομαζόμενο ελλειμματικό μοντέλο), αν και έχει προταθεί ότι, για τους γάμους στις Ηνωμένες Πολιτείες, περίπου το 80% βρίσκονται είτε μέτρια είτε ψηλά στην κλίμακα της ευτυχίας στον έγγαμο βίο και παραμένουν έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι παράγοντες που συνδέονται με την ομάδα υψηλής ποιότητας έγγαμου βίου είναι πολλοί, μεταξύ των οποίων να έχει κανείς λιγότερα παιδιά και, ίσως, όλως περιέργως, η γυναίκα του να εργάζεται πολλές ώρες. Η συμβίωση ανεβάζει την πιθανότητα να είναι κάποιος στην ομάδα μέ σης ευτυχίας στον έγγαμο βίο, ενώ ο γάμος σε μεγαλύτερη ηλικία συνδέεται με την πιθανότητα να είναι στην ομάδα χαμηλότερης ευτυχίας. Επιπλέον, έχει διαπιστωθεί ότι οι άντρες σύζυγοι που απασχολούνται σε μεγαλύτερο βαθμό με τις δουλειές του σπιτιού ή αναφέρουν ισότητα στη λήψη των αποφάσεων έχουν μεγαλύ τερη πιθανότητα να ανήκουν στην ομάδα υψηλότερης ευτυχίας στον έγγαμο βίο – όπως επίσης και αυτοί που δηλώνουν μεγαλύτερη πίστη σε έναν μακροχρόνιο έγγαμο βίο.
Μια αμερικανική μελέτη παντρεμένων ζευγαριών από τον Πολ Αμάτο και τους συνεργάτες του βρήκε, επιπλέον, ότι ύστερα από κάποια χρόνια, όταν η έκταση των αλληλεπιδράσεων στον έγγαμο βίο είχε μειωθεί, η ικανοποίηση ή η δυσαρέσκεια από τον έγγαμο βίο, όπως δείχνουν οι άμεσες αναφορές ή οι σκέψεις και οι πράξεις που σχετίζονται με το διαζύγιο, παρέμενε σχετικά σταθερή: είναι σαφές ότι οι προσδοκίες για δραστηριότητες και η συνεισφορά τους στην ευζωία μπορούν να αλλάξουν δραματικά ακόμη και κατά τα μέσα του έγγαμου βίου. Βρήκαν, επίσης, ότι οι γάμοι στους οποίους οι σύζυγοι συνέκλιναν όσον αφορά την ηλικία, τη φυλή, τη θρησκεία και τις σεξουαλικές προτιμήσεις συνδέονταν με υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τον έγγαμο βίο και λιγότερα διαζύγια. Και υπάρχουν ενδείξεις για τη σύνδεση ανάμεσα στην ικανοποίηση από τον έγγαμο βίο και στα ανερχόμενα οικογενειακά εισοδήματα, στο υψηλό ποσοστό συμμετοχής του συζύγου στις δουλειές του σπιτιού και στη μείωση της παραδοσιακής σεξιστικής συμπεριφοράς. Έτσι, λοιπόν, και ενώ το χρήμα έχει τη σημασία του, με έναν θετικό τρόπο, όπως θα υποστήριζαν οι περισσότεροι, το ίδιο αποτέλεσμα επιφέρει μια σειρά άλλων παραγόντων, οι οποίοι δεν είναι τόσο προφανείς ή άμεσα συνδεόμενοι.
Σε πολλές χώρες ολοένα και περισσότεροι γάμοι καταλήγουν σε διαζύγιο, το οποίο, όπως υποδεικνύουν τα στοιχεία, έχει ιδιαίτερα αρνητική επίπτωση στην ικανοποίηση από τη ζωή κατά τον πρώτο χρόνο του έγγαμου βίου, με σημαντική ανάκαμψη που επέρχεται ύστερα από τρία τέσσερα χρόνια. Οι πιο συχνά αναφερόμενες αιτίες διαζυγίου περιλαμβάνουν τα προβλήματα επικοινωνίας, την απλή θλίψη, την ασυμφωνία χαρακτήρων, τη συναισθηματική κακοποίηση, τα οικονομικά προβλήματα και τα σεξουαλικά προβλήματα. Επιπλέον, η παραμονή σε έναν χαμηλής ποιότητας γάμο είναι επιβλαβής για διάφορες ψυχολογικές πλευρές της ποιότητας ζωής, ειδικότερα τη συντροφική υποστήριξη, την απουσία νοήματος στους ρόλους, την αυτοεκτίμηση και το άγχος.
Μερικά από αυτά τα ευρήματα μπορεί να αντανακλούν τα πάνω κάτω και τα πλαγιοκοπήματα της ζωής: οι δύο στους τρεις ανθρώπους που ήταν δυστυχισμένοι από τον έγγαμο βίο τους σε κάποιο χρονικό σημείο αναφέρουν ότι είναι ευτυχισμένοι από αυτόν πέντε χρόνια αργότερα. Ωστόσο, για κάποιους από τους λιγότερο ευτυχείς έγγαμους βίους τα πράγματα μπορεί να μη βελτιωθούν. Αυτοί που είναι δυστυχισμένοι από τον έγγαμο βίο τους έχουν υψηλότερο βαθμό άγχους από άλλους. Κατά κανόνα αυτοί που παίρνουν διαζύγιο και παραμένουν ανύπαντροι έχουν υψηλότερο βαθμό ικανοποίησης από τη ζωή, αυτοεκτίμησης και συνολικής υγείας σε σχέση με αυτούς που ζουν σε έναν δυστυχισμένο γάμο.
Το ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας έχει τεθεί εδώ, όπως και σε άλλες πτυχές της έρευνας σχετικά με την ευζωία: τελικά ο γάμος φέρνει ευτυχία ή οι ευτυχισμένοι άνθρωποι επιλέγουν να παντρευτούν; Αναπόφευκτα, το πιθανότερο είναι να υπάρχουν επιρροές και προς τις δύο κατευθύνσεις, αλλά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μια εργασία των Τζόναθαν Ζίμερμαν και Ρίτσαρντ Ίστερλιν υποδεικνύει ότι η σχέση που υπερισχύει είναι αυτή που προκύπτει από τις καταστάσεις ανάμεσα στον γάμο και στο διαζύγιο και στο πώς αισθανόμαστε, ενώ η προσωπικότητα δείχνει να παίζει, επίσης, σημαντικό ρόλο. Έχει αποδειχθεί, παραδείγματος χάρη, ότι η εξωστρέφεια του συζύγου είναι θετικός παράγοντας για τις εμπειρίες και των δύο συντρόφων, ενώ οι νευρώσεις του ενός ή και των δύο συντρόφων συνδέονται αρνητικά με την ευτυχία και των δύο.
Τα παιδιά συμβάλλουν σημαντικά σε διαφορετικές πτυχές της ποιότητας ζωής των γονέων, αν και ορισμένες μελέτες καταδεινύουν μια μικρή αρνητική συσχέτιση με την ικανοποίηση από τη ζωή. Στον βαθμό που η απόκτηση παιδιών είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής, αυτή η διαπίστωση αποτελεί κατά κάποιον τρόπο έκπληξη. Ορισμένα στοιχεία καταδεικνύουν μια μείωση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των συντρόφων και δυσαρέσκεια σχετικά με το εισόδημα, και ίσως αυτά, σε κάποιον βαθμό, να εξηγούν το αίνιγμα. Ωστόσο, όταν οι άνθρωποι ερωτώνται για τις εμπειρίες τους με ερωτήσεις που αφορούν την πληρότητα και το άγχος, η ύπαρξη παιδιών συνδέεται θετικά με το πρώτο και αρνητικά με το δεύτερο. Συνεπώς, διάφορες πτυχές των εμπειριών μπορεί να κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις όσον αφορά ορισμένες σημαντικές επιλογές και δραστηριότητες στη ζωή και το να έχουμε μια πιο εκλεπτυσμένη προσέγγιση στην κατανόηση των εμπειριών μας μπορεί να βοηθήσει στην διασάφηση ορισμένων απρόβλεπτων κατά τα άλλα διαπιστώσεων.
Πέρα από την εκπλήρωση, υπάρχουν ενδείξεις ότι τα παιδιά συμβάλλουν στην ποιότητα ζωής μέσω της επίδρασης που έχουν στα κοινωνικά δίκτυα κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Έχει αποδειχθεί ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν παιδιά έχουν, κατά μέσο όρο, μικρότερο αριθμό φιλικών γειτόνων και έμπιστων ανθρώπων στα κοινωνικά τους δίκτυα, αν και υψηλότερο επίπεδο κοινωνικών συναναστροφών εκτός του νοικοκυριού. Ο γάμος (και ενδεχομένως άλλες μόνιμες σχέσεις) επίσης επιδρά στην κοινωνική δικτύωση της υπόλοιπης ζωής. Οι ανύπαντροι άντρες, όπως και οι ανύπαντρες γυναίκες, είναι πιο απομονωμένοι από τους γείτονες και τους φίλους σε σχέση με τους παντρεμένους, αλλά αυτοί που δεν έχουν παντρευτεί ποτέ έχουν περισσότερους κοινωνικούς δεσμούς με φίλους. Μια σχετική διαφορά μεταξύ των φύλων προκύπτει από τη διαπίστωση ότι οι διαζευγμένοι άντρες και εκείνοι που δεν έχουν παντρευτεί ποτέ είναι πιο απομονωμένοι από την οικογένειά τους από τους άντρες που έχουν χηρέψει τέλος, και αξιοσημείωτο ότι υπάρχει σημαντικά μικρότερη διαφορά στην επαφή με την οικογένεια όταν η σύγκριση αφορά γυναίκες που βιώνουν διαφορετικές, καταστάσεις εντός του έγγαμου βίου. Η συμβίωση πριν από τον γάμο είναι πλέον διαδεδομένη σε πολλές χώρες του κόσμου και τα διάφορα μοντέλα συμβίωσης τονίζουν πόσο βοηθά αυτό τους ανθρώπους στην αναζήτηση κατάλληλου συντρόφου.
PAUL ANAND. Ερμηνεύοντας την ΕΥΤΥΧΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου