Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΛΥΣΙΑΣ, ΔΗΜΟΥ ΚΑΤΑΛΥΣΕΩΣ ΑΠΟΛΟΓΙΑ

ΛΥΣ 25.1–6

Προοίμιον: Οι κατήγοροι είναι κοινοί συκοφάντες

Ο ομιλητής προσπαθεί κατά τη δοκιμασίαν του να αποδείξει ότι, μολονότι παρέμεινε στην Αθήνα κατά την περίοδο της διακυβέρνησης των Τριάκοντα, δεν υπήρξε συνεργός ή ομοϊδεάτης τους.


[1] Ὑμῖν μὲν πολλὴν συγγνώμην ἔχω, ὦ ἄνδρες δικασταί,
ἀκούουσι τοιούτων λόγων καὶ ἀναμιμνῃσκομένοις τῶν γε-
γενημένων, ὁμοίως ἅπασιν ὀργίζεσθαι τοῖς ἐν ἄστει μεί-
νασι· τῶν δὲ κατηγόρων θαυμάζω, οἳ ἀμελοῦντες τῶν
οἰκείων τῶν ἀλλοτρίων ἐπιμέλονται, εἰ σαφῶς εἰδότες
τοὺς μηδὲν ἀδικοῦντας καὶ τοὺς πολλὰ ἐξημαρτηκότας ζη-
τοῦσι [κερδαίνειν ἢ] ὑμᾶς πείθειν περὶ ἁπάντων ἡμῶν τὴν
γνώμην ταύτην ἔχειν. [2] εἰ μὲν οὖν οἴονται, ὅσα ὑπὸ τῶν τριά-
κοντα γεγένηται τῇ πόλει, πάντ’ ἐμοῦ κατηγορηκέναι,
ἀδυνάτους αὐτοὺς ἡγοῦμαι λέγειν· οὐδὲ γὰρ πολλοστὸν μέ-
ρος τῶν ἐκείνοις πεπραγμένων εἰρήκασιν· εἰ δὲ ὡς ἐμοί τι
προσῆκον περὶ αὐτῶν ποιοῦνται τοὺς λόγους, ἀποδείξω
τούτους μὲν ἅπαντα ψευδομένους, ἐμαυτὸν δὲ τοιοῦτον ὄντα
οἷόσπερ ἂν τῶν ἐκ Πειραιῶς <ὁ> βέλτιστος ἐν ἄστει μεί-
νας ἐγένετο. [3] δέομαι δ’ ὑμῶν, ὦ ἄνδρες δικασταί, μὴ τὴν
αὐτὴν γνώμην ἔχειν τοῖς συκοφάνταις. τούτων μὲν γὰρ
ἔργον ἐστὶ καὶ τοὺς μηδὲν ἡμαρτηκότας εἰς αἰτίαν καθι-
στάναι (ἐκ τούτων γὰρ ἂν μάλιστα χρηματίζοιντο), ὑμέ-
τερον δὲ τοῖς μηδὲν ἀδικοῦσιν ἐξ ἴσου τῆς πολιτείας με-
ταδιδόναι· οὕτω γὰρ ἂν τοῖς καθεστηκόσι πράγμασι πλεί-
στους συμμάχους ἔχοιτε. [4] ἀξιῶ δέ, ὦ ἄνδρες δικασταί,
ἐάνπερ φανῶ συμφορᾶς μὲν μηδεμιᾶς αἴτιος γεγενημένος,
πολλὰ δὲ κἀγαθὰ εἰργασμένος τὴν πόλιν καὶ τῷ σώματι
καὶ τοῖς χρήμασι, ταῦτα γοῦν μοι παρ’ ὑμῶν ὑπάρχειν,
ὧν οὐ μόνον τοὺς εὖ πεποιηκότας ἀλλὰ καὶ τοὺς μηδὲν
ἀδικοῦντας τυγχάνειν δίκαιόν ἐστι. [5] μέγα μὲν οὖν ἡγοῦμαί
<μοι> τεκμήριον εἶναι, ὅτι, εἴπερ ἐδύναντο οἱ κατήγοροι
ἰδίᾳ με ἀδικοῦντα ἐξελέγξαι, οὐκ ἂν τὰ τῶν τριάκοντα
ἁμαρτήματα ἐμοῦ κατηγόρουν, οὐδ’ ἂν ᾤοντο χρῆναι ὑπὲρ
τῶν ἐκείνοις πεπραγμένων ἑτέρους διαβάλλειν, ἀλλ’ αὐτοὺς
τοὺς ἀδικοῦντας τιμωρεῖσθαι· νῦν δὲ νομίζουσι τὴν πρὸς
ἐκείνους ὀργὴν ἱκανὴν εἶναι καὶ τοὺς μηδὲν κακὸν εἰργασμέ-
νους ἀπολέσαι. [6] ἐγὼ δὲ οὐχ ἡγοῦμαι δίκαιον εἶναι οὔτε εἴ
τινες τῇ πόλει πολλῶν ἀγαθῶν αἴτιοι γεγένηνται, ἄλλους
τινὰς ὑπὲρ τούτων τιμὴν ἢ χάριν κομίσασθαι παρ’ ὑμῶν,
οὔτ’ εἴ τινες πολλὰ κακὰ εἰργασμένοι εἰσίν, εἰκότως ἂν
δι’ ἐκείνους τοὺς μηδὲν ἀδικοῦντας ὀνείδους καὶ διαβολῆς
τυγχάνειν· ἱκανοὶ γὰρ οἱ ὑπάρχοντες ἐχθροὶ τῇ πόλει καὶ
μέγα κέρδος νομίζοντες εἶναι τοὺς ἀδίκως ἐν ταῖς διαβο-
λαῖς καθεστηκότας.

***
Σας συγχωρώ, κύριοι δικασταί, που οργίζεσθε ομοίως εναντίον όλων των παραμεινάντων εις την πόλιν (επί της εποχής των Τριάκοντα), διότι ακούετε τοιούτους λόγους, και αναμιμνήσκεσθε τα τότε συμβάντα· απoρώ δε με τους κατηγόρους οι οποίοι παραμελούντες τας ατομικάς των υποθέσεις ασχολούνται με τας υποθέσεις του κράτους· αν και γνωρίζουν πολύ καλά εκείνους που έπραξαν πολλάς αδικίας, και εκείνους που ουδόλως ηδίκησαν, ζητούν να ωφεληθούν, ειδ' άλλως να σας πείθουν να διάκεισθε εχθρικώς εναντίον πάντων ημών. Εάν μεν λοιπόν νομίζουν ότι έχουν κατηγορήσει εμέ, δι' όσα οι Τριάκοντα έπραξαν εναντίον της πόλεως, νομίζω πως είναι αδύνατον να τα απαριθμήσουν· διότι ουδέ ελάχιστον μέρος εκ των υπό Τριάκοντα πραχθέντων έχουν αναφέρει· εάν δε ομιλούν διά τας πράξεις των Τριάκοντα, διότι νομίζουν ότι κάτι υπό των πραχθέντων υπ' εκείνων αφορά εμέ, θα αποδείξω ότι ούτοι μεν τελείως ψεύδονται, και ότι εγώ είμαι τοιούτος, οποίος ακριβώς θα ήτο οιοσδήποτε άριστος δημοκρατικός, εάν τότε έμενεν εις την πόλιν. Σας ικετεύω δε, κύριοι δικασταί, να μη έχετε την ιδίαν γνώμην με τους συκοφάντας. Διότι τούτων μεν το έργον είναι να κατηγορούν και τους ουδόλως αδικήσαντας (διότι από αυτούς προ πάντων δύνανται να λαμβάνουν χρήματα), ιδικόν σας δε έργον είναι να παρέχετε εις τους μηδέν αδικούντας τα αυτά πολιτικά δικαιώματα, που παρέχετε και εις τους άλλους πολίτας· διότι κατ' αυτόν τον τρόπον θα αποκτήσετε πλείστους βοηθούς του δημοκρατικού πολιτεύματος. Έχω δε την αξίωσιν, κύριοι δικασταί, εάν σας αποδείξω ότι ουδεμιάς μεν συμφοράς εγενόμην αίτιος, ότι ωφέλησα δε πολύ την πόλιν και με τας προσωπικάς μου υπηρεσίας, και με την περιουσίαν μου, αυτά τουλάχιστον να λάβω παρ' υμών, τα οποία δίκαιον είναι να λαμβάνουν όχι μόνον οι ευεργετούντες, αλλά και οι ουδόλως αδικούντες. Νομίζω λοιπόν ότι μεγάλη απόδειξις του ότι εγώ δεν ηδίκησα είναι το εξής, ότι δηλαδή, εάν οι κατήγοροι ηδύναντο να αποδείξουν ότι διέπραξα αδικίας εις τον ιδιωτικόν μου βίον αναφερομένας, δεν θα με κατηγόρουν διά τα εγκλήματα των Τριάκοντα, ουδέ θα ενόμιζον ότι πρέπει να συκοφαντούν άλλους διά τας πράξεις εκείνων, αλλ' ότι πρέπει να τιμωρούν τους ιδίους τους αδικούντας. Τώρα όμως φρονούν ότι η εναντίον των Τριάκοντα οργή είναι ικανή να καταστρέψη και τους ουδέν κακόν διαπράξαντας. Εγώ νομίζω πως δεν είναι δίκαιον ούτε, εάν τινές έχουν γίνει αίτιοι μεγάλων αγαθών εις την πόλιν, άλλοι τινές εξ αιτίας αυτών να λαμβάνουν αξιώματα ή χάριν παρ' υμών, ούτε εάν τινές έχουν πράξει πολλά εγκλήματα (δεν νομίζω ότι πρέπει) εξ αιτίας αυτών να διαβάλλωνται ευλόγως και να ονειδίζωνται οι ουδόλως αδικούντες, διότι είναι αρκετοί οι υπάρχοντες εχθροί της πόλεως και νομίζοντες ότι είναι μέγα κέρδος δι' αυτούς οι αδίκως συκοφαντούμενοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου