Ο συγγραφέας Ρόμπερτ Έρβιν Χάουαρντ (Robert Ervin Howard /1906 – 1936) γεννήθηκε στο Peaster του Τέξας στις 22 Ιανουαρίου το 1906 από πατέρα γιατρό κι από μητέρα Ιρλανδικής καταγωγής. Θα’ ναι αυτή που θα τον μυήσει στην επική ποίηση και στους θρύλους της γης των προγόνων της (το δεύτερο όνομα του συγγραφέα Erwin είναι το επίθετο της μητέρας του). Ο Howard έζησε στη μικρή πόλη Cross Plains. Στα δεκαοκτώ του πρωτοεμφανίζεται σαν επαγγελματίας συγγραφέας γράφοντας σε λαϊκά περιοδικά περιπετειώδη διηγήματα, τα λεγόμενα «pulps».
Ευγενικός, φιλόζωος, μελετά και γράφει πολύ. Έφτασε να γράψει σε περίπου 12 χρόνια πάνω από πεντακόσια έργα μαζί μ’ εκείνα που έμειναν ατελείωτα. Ασχολείται όμως και με την πυγμαχία και την ιππασία, ταξιδεύει στις περιοχές των ινδιάνων, έχει συχνή αλληλογραφία με τον Χ. Φ. Λάβκραφτ και επηρεάζεται από τα θέματα των διηγημάτων του. Πέθανε στις 11 Ιουνίου του 1936.
Ψηλός και ογκώδης με αγάπη για την φύση και τα σπόρι πόρρω απείχε η εικόνα του από αυτή που συνήθως σχηματίζουμε στο μυαλό μας όταν ακούμε οτι κάποιος γράφει. Κι όμως αυτός ο γιγαντόσωμος τύπος στα λιγοστά χρόνια της συγγραφικής του πορείας μπόρεσε να παραγάγει τέτοιον όγκο έργου που ανάλογο του πολλοί φτασμένοι συγγραφείς δεν καταφέρνουν να επιδείξουν ούτε μετά από δεκαετίες επιτυχημένης καριέρας.
Το προσωπικό του κίνητρο δεν ήταν το οικονομικό κέρδος. Πουλούσε βέβαια τα διηγήματα του αντί ελάχιστων δολαρίων σε λαϊκά περιοδικά της εποχής μας αλλά ωστόσο δεν τα είδε ποτέ να εκδίδονται να γίνονται βιβλία και να πουλούν εκατομμύρια αντίτυπα όπως θα του άξιζε. Αντίθετα λοιπόν από ότι συμβαίνει σήμερα με κάποιους από τους πιο γνωστούς και πολυγραφότατους συγγραφείς της λογοτεχνίας του φανταστικού, της εποχής μας, αυτό που ενέπνεε τον Χάουαρντ και τον κέντριζε να γράφει δεν ήταν το δέλεαρ των χρημάτων και της προβολής.
Ώστε έτσι γίνεται ακόμα πιο θαυμαστή και αξιοπερίεργη η περίπτωση του καθώς φαίνεται οτι το μοναδικό του ερέθισμα, αυτο που τον κέντριζε να γράφει ήταν η απο μέσα του αναβλύζουσα επιθυμία να διηγηθεί ιστορίες, να πει πράγματα. Σε τελική ανάλυση τούτο οφείλει να είναι το μοναδικό, το υπέρτατο, το αυθεντικό κίνητρο κάθε αληθινού και γνήσιου δημιουργού.
Και ο Χάουαρντ υπήρξε πράγματι ένας αληθινός δημιουργός. Μεγαλωμένος με τους παράξενους θρύλους της Κέλτικης μυθολογίας που απο μικρός είχε συνηθίσει να ακούει από τα χείλη της μητέρας του, αλλά και τις τρομακτικές ιστορίες που οι Ινδιάνοι σαμάνοι ψιθύριζαν τις νύχτες γύρω απο την φωτιά, ήταν επόμενο να σχηματίσει μια εξωπραγματική και σχεδόν απόκοσμα ονειρική αντίληψη για τον κόσμο που μας περιβάλλει.
Το έργο του: «Ο τελευταίος βάρδος» – όπως χαρακτηρίσανε τον Howard – βασικά θεωρείται συγγραφέας αρχέγονων αβυσσαλεοτήτων και μαχών και κυκλικών χρονικά καταστροφών, προγενέστερων της εμφάνισης των «Αρίων Γιων», των λευκών σπορέων του πολιτισμού μας. Κατά τον Howard, υπήρξε ένα μεσοδιάστημα συγκρούσεων ανάμεσα στις σκοτεινές δυνάμεις του κακού και της μαγείας και μια σειρά από βάρβαρους ήρωες που μάχονταν ενάντια στους δαίμονες του χάους.
Ο συγγραφέας διακρίνει επιβιώσαντα στοιχεία του πανθέου του κακού, των «μεγάλων παλαιών» του «Σεθ» και του αρχαίου Όφεως να προεκτείνονται ιστορικά και να συγκρούονται με τα πιστεύω των περισσότερων ηρώων του. Ο ήρωάς του είναι σχεδόν πάντα λευκός, κέλτικης καταγωγής και Άριος στο πνεύμα. Με το Άριος στο πνεύμα, ο Howard εννοεί τον αιώνιο πολεμιστή, την Άρια μυθική θεώρηση του κόσμου και του σύμπαντος και την ιδέα – έννοια του αγώνα και της νίκης.
Η σύντομη ζωή του Howard φαίνεται πυρετώδης, καταδιωκόμενη από το πάθος της μνήμης του αίματος του Κέλτη πολεμιστή, που απλώνεται στη λογοτεχνική του δημιουργία. Η καταγραφή της «φυλετικής μνήμης» του Howard αναπτύσσεται διαμέσου μιας διαδοχής από επιστροφές ενός αρχαϊκού τύπου ηθικά και σωματικά Αρίου, που μάχεται στην αυγή των κόσμων εναντίον προανθρωπίνων και υπανθρωπίνων μορφών ζωής, πρωτόγονων φυλών, συμβόλων υλικής και ζωώδους αγριότητας όπως πιθηκοειδή όντα ή ενσαρκώσεις του Σεθ του Θεού – Όφεως, φανατικά εχθρού του ανθρώπου.
Στην ιεραρχία των σχέσεων ανάμεσα σε φυλετικές μορφές και πνευματικότητα, ο Howard θέτει στην κορυφή τον Άριο ήρωα χαρακτηριζόμενο από υψηλή ηθική καθαρότητα και από αδάμαστη ανδρεία. Στους μελαμψούς σημίτες ο συγγραφέας διακρίνει τον τύπο του ανατολίτη, τον ραδιούργο και προδότη, τον αφιερωμένο σε απαγορευμένες λατρείες. Αντίθετα οι νέγροι για τον Howard είναι υπηρέτες του Σεθ και των «μεγάλων παλαιών» (βλέπε τη μυθολογία του Lovecraft). Αυτοί συνεχίζουν την από μέρους τους λατρεία του Όφεως και της μαύρης μαγείας, ενώ ο αγώνας τους εναντίον των λευκών τείνει στην μεταφυσική παλινόρθωση του κακού.
Στο «Skull face» ένα διαφορετικό διήγημά του, ο Howard διηγείται την προσπάθεια κίτρινων και μαύρων υπό την ηγεσία ενός ιερέα μαύρης μαγείας της Ατλαντίδος, να διαφθείρουν τους λευκούς με την διάδοση των ναρκωτικών (προφητικός ο Howard), νικώντας τους μετά διαμέσου μιας βίαιας εξεγέρσεως των μαύρων. Η προσπάθεια όμως αυτή θα αποτύχει χάρη στον Stephen Costigan αποτοξινωμένο πρώην ναρκομανή, σ’ ένα Λονδίνο που σημαδεύεται από την αλαζονεία των βιομηχανιών και απ’ τους εργατικούς αγώνες.
Το πνεύμα ενάντια στον σύγχρονο κόσμο είναι αυτό που διαπνέει τους άνδρες της φυλής που περιγράφει ο Howard. Αυτός (δηλαδή ο Howard), αρνείται την έννοια της προόδου και δέχεται την ιδέα της ιστορίας σαν κυκλικής διαγραφής του εαυτού της, σε διαδοχικά κύματα τελικών καταστροφών και αρχικών γεννήσεων. Η βαρβαρότητα -ο τρόπος υπάρξεως, η ηθική του βαρβάρου- είναι για τον Howard έκφραση της χρυσής αρχέγονης εποχής της καθαρότητας, της αρχής του κόσμου.
Στην αρχή κάθε ιστορικού κύκλου, είναι οι βάρβαροι κατά τον Howard που δημιουργούν την ιστορία. Ο δε ηρωικός άνθρωπος διαμορφώνεται απ’ τις απλές δυνάμεις που ο βάρβαρος φυλάει στην ψυχή του. Αλλά και στο τέλος του κύκλου του χρόνου, πάλι οι βάρβαροι είναι αυτοί που προκαλούν την αντεξέλιξη και βοηθούν με την «ήττα» της ιστορίας, την επιστροφή στην μυθική εποχή του επόμενου κύκλου.
Όλες οι εποχές διαγράφουν κλείνοντας, τον ζωτικό τους κύκλο. Όπως η εποχή του Κόναν, του γνωστότερου ήρωα που αναδείχθηκε μέσα από τις ιστορίες του, όπως η προηγούμενη της Ατλαντίδος ή η αρχαϊκή της Λεμουρίας. Μόνον η μυθική μορφή του πολεμιστή δεν διαλύεται και ούτε διασπάται.
«Ο τελευταίος βάρδος» -όπως τον χαρακτήρισαν- θεωρείται συγγραφέας αρχέγονων αβυσσαλεοτήτων και μαχών και κυκλικών χρονικά καταστροφών, προγενέστερων της εμφάνισης των «Αρίων Γιων», των λευκών σπορέων του πολιτισμού μας. Κατά τον Howard, υπήρξε ένα μεσοδιάστημα συγκρούσεων ανάμεσα στις σκοτεινές δυνάμεις του κακού και της μαγείας και μια σειρά από βάρβαρους ήρωες που μάχονταν ενάντια στους δαίμονες του χάους.
Ο Χάουαρντ ήταν χαμένος στα όνειρα του και σε τούτο έμοιαζε πολύ του Λάβκραφτ, του άλλου μεγάλου της φανταστικής λογοτεχνίας, του υπερφυσικού τρόμου, με τον οποίο υπήρξαν φίλοι. Μια τέτοια δυσπροσάρμοστη μορφή όπως ο Χάουαρντ δύσκολα μπορούσε να βρει την θέση του μέσα στον σύγχρονο κόσμο ακόμα και αν επρόκειτο για το Τέξας των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα. Έτσι η συγγραφή παράξενων ιστοριών έγινε το καταφύγιο του, το δικό του όχημα απόδρασης από το πνιγηρό σύγχρονο κόσμο που τότε ακόμα μόλις που ανέτειλε δειλά.
Ίσως η δύναμη της πένας του να οφείλεται σε αυτό ακριβώς το βιωματικό στοιχείο. Ο συγγραφέας Χάουαρντ μέσω της καλπάζουσας ζωηρής του φαντασίας ζούσε τις ιστορίες,έμπαινε ο ίδιος στους ονειρικούς κόσμους και στα χαμένα βασίλεια που περιέγραφε και ταυτιζόταν με τους ήρωες που έπλαθε -όπως ακριβώς κι ο Λάβγκραφτ.
Κι αυτό το ζωντανό πνεύμα των ιστοριών του ειναι κάτι που ο αναγνώστης διαπιστώνει αμέσως. Διαβάζοντας μια ιστορία του Κόναν νιώθεις φρέσκος, δυνατός και ακμαίος όπως όταν αναπνέεις τον καθαρό αναζωογονητικό αέρα του βουνού. Η ανάγνωση αυτών των ιστοριών λειτουργεί πραγματικά σαν οξυγόνο για τον καταπιεσμένο, σχεδόν ευνουχισμένο άνθρωπο της πόλης που ζει μέσα σε ένα φυσικά αλλά και ηθικά μολυσμένο περιβάλλον.
Ο άνθρωπος που ‘χει μάθει να αναπνέει την μούχλα και την σκόνη του μικρού του γραφείου και να ζει με τους σύγχρονους ρυθμούς κυνηγώτας την επιτυχία, βουλιάζοντας όμως ταυτόχρονα μέσα στον ηθικό σχετικισμό του, αποτελματωμένος από τον καταιγισμό των πληροφοριών που δεν προλαβαίνουν να μετουσιωθούν σε γνώση, αυτό ο άνθρωπος σοκάρεται θετικά ερχόμενος σε επαφή με έναν κόσμο όπου το καλό και το κακό αενάως, πολεμούν μεταξύ τους λυσσαλέα, όπου μάγοι και μυθικά τέρατα συνυπάρχουν με σκληρούς πολεμιστές και γυναίκες πρόθυμες να υποταχτούν στα δυνατά μπράτσα του νικητή, όπου τελικά η μόνη δικαιοσύνη η υπέρτατη αλήθεια είναι το σπαθί, το ατσάλι.
Αυτός ειναι ο κόσμος του Κόναν, ο κόσμος που έπλασε ο Χάουαρντ με την γοητευτική του πένα. Ενας κόσμος που ξεπροβάλλει μέσα από την αχλή του μύθου θέτοντας σε αμφισβήτηση την γραμμική μας αντίληψη περί χρόνου, ξυπνώντας ίσως μέσα μας αταβιστικές μνήμες απο αλλόκοτες εποχές.Κι αυτός ο κόσμος μπορεί πραγματικά να σοκάρει τον σύγχρονο άνθρωπο – καταναλωτή, τον υπερτεχνολογικό τρωγλοδύτη, τον αρουραίο των μεταμοντέρνων μητροπόλεων. Είναι ένας κόσμος αρχετυπικά αρσενικός, ένας κόσμος όπου λατρεύεται η δύναμη, το σθένος, η αντοχή, η ευθύτητα, η τιμιότητα, η φιλιά, η τόλμη, το θάρρος, οι κατ’ εξοχήν δηλαδή καθολικά συμπαντικές, φιλοεπιβιωτικές, πανανθρώπινες αξίες.
Φαντάζεστε ποιος θα ήταν αντίκτυπος αν στον δικό μας ανάποδο, μαλθακοποιημένο και εκτρωματικά θυληκοποιημένο κόσμο, βάζαμε υποχρεωτικά στα σχολεία την ανάγνωση των ιστοριών του Κόναν. Σαν τσουνάμι θα είχε καταρχάς ξεσηκωθεί το μιαρό και ύπουλο φεμινιστικό κίνημα να καταπιεί τους εμπνευστές αυτής της απόφασης, αλλά όμως κάποια απο τα σημερινά αδύναμα, φιλάσθενα και πνευματικώς απσυντονισμένα σημερινά παιδιά θα έβρισκαν στον Κιμμέριο με τα μακριά μαύρα μαλλιά και τα γαλάζια μάτια που πιστεύει μόνο στο ατσάλι, έναν ήρωα να ταυτιστούν, ένα αθάνατο πρότυπο ηρωικής ζωής.
Εκτός από τον Κόναν ο Χάουαρντ έπλασε κι άλλους ήρωες. Ο Σόλομων Καίην – ο πουριτανός πιονιέρος που γυρνάει τον κόσμο πολεμώντας το κακό -ειναι ο δεύτερος πιο γνωστός ήρωας του. Ο Καίην προϋπήρξε του Κόναν. Ο δημιουργός του έγραψε μόνο έξι ιστορίες με ήρωα τον μαυροντυμένο Άγγλο πουριτανό πριν τον εγκαταλείψει χαμένο κάπου στα βάθη της Αφρικανικής ζούγκλας όπου αιώνια κυνηγάει τις αναρίθμητες μεταμορφώσεις του ίδιου αρχτετυπικού κακού, του διαβόλου. Ο Καίην, σε αντίθεση με τον Κόναν, ειναι πολύπλοκος, ανεξιχνίαστος, μυστηριώδης, εσωστρεφής αλλά και διχασμένος. Η θρησκευτικότητα του έρχεται πάντοτε σε σύγκρουση με τα άγρια ένστικτά του τα οποία μόλις και μπορεί να αποκρύψει κάτω από την μάσκα του θρησκευτικού φανατισμού.
Θα λέγαμε οτι ο Καίην είναι πολύ πιο βαθύς κι ενδιαφέρον ήρωας από τον απλοϊκό Κόναν. Ο Κιμμέριος βάρβαρος, αιώνιος μισθοφόρος, γυρνάει τον κόσμο θέτοντας το ξίφος του στην υπηρεσία όποιου του προσφέρει χρήμα, ποτό, φαΐ, γυναίκες. Ο Καίην αναζητά την περιπέτεια για την περιπέτεια. Δεν τον ενδιαφέρουν οι γυναίκες, το φαΐ, τα χρήματα, τα υλικά αγαθά. Κείνο που χρειάζεται είναι το κατάλληλο ηθικό κίνητρο για να δικαιολογήσει στην πολύπλοκη και ταραγμένη από τα ερωτηματικά συνείδηση του, την επιθυμία του για πόλεμο και φόνο. Και το βρίσκει στην θρησκεία, αποκοιμίζει την συνείδηση του πείθοντας την οτι πολεμάει το κακό.
Κατά μία έννοια ο Άγγλος πουριτανός με το ωχρό πρόσωπο και τα μαύρα ρούχα ειναι μια απεικόνιση της ίδιας της ψυχής της Ευρώπης. Οι λαοί της δυτικής Ευρώπης, οι λαοί δυτικά των Άλπεων εκχριστιανίστηκαν σταδιακά και πολύ αργότερα από τους μεσογειακούς λαούς. Γνωρίζουμε ότι τα αρχαία παγανιστικά έθιμα επιβίωναν ακόμη στα σκιερά δάση του βορρά αιώνες μετά την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Κατά μια έννοια λοιπόν κάποιοι ευρωπαϊκοί λαοί ακόμα και όταν εκχριστιανίστηκαν παρέμειναν στο βάθος της καρδιάς του παγανιστές.
Το σκοτάδι της χριστιανικής θρησκείας κατάφερε μόνο να αποκρούσει στα βάθη της συλλογικής τους συνείδησης τα κατάλοιπα χιλιάδων χρόνων βαρβαρότητας. Οι άνθρωποι αυτοί ενδύθηκαν τον χριστιανικό μανδύα αλλά όχι και τα σκοτάδια του. Μέσα τους παρέμεινε ζωντανή και άσβεστη η δίψα για πόλεμο, κατάκτηση, λεηλασία, ηρωισμό. Το ποτάμι των βάρβαρων φυλετικών ενστίκτων βρήκε διέξοδο την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων και του εκχριστιανισμού των αγρίων λαών των ηπείρων που ανακαλύπτονταν.
Σε αυτή ακριβώς την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων και των θρησκευτικών πολέμων, δρα ο Καίην αντιπροσωπεύοντας τον διχασμένο ανάμεσα στην θρησκεία και την βαρβαρότητα ψυχισμό της Ευρώπης. Ακόμα και το όνομα με το οποίο τον βάφτισε ο Χάουαρντ δεν είναι τυχαίο. Δίκαιος και σοφός σαν τον βασιλιάς Σολομών (που όμως στα γεράματα του εξετράπη της θεϊκής οδού) αλλά και φονιάς όπως ο Κάιν.
Εκτός απο τις ιστορίες του Κόναν και τις άλλες με ήρωα τον Καίην, ο Χάουαρντ έγραψε επίσης και ιστορίες της μυθολογίας Κθούλου ενώ καταπιάστηκε και με κάθε γνωστό λογοτεχνικό είδος. Εγραψε έργα αστυνομικά, καουμπόικα, ταξιδιωτικά, αθλητικά άρθρα και άλλα πολλά. Οι γείτονες της οικογένειας Χάουαρντ συχνά έκαναν παρατήρηση στον πατέρα του Ρόμπερτ γιατί ο ήχος από τα πλήκτρα της γραφομηχανής που ασταμάτητα χτυπούσε ο γιος του δεν τους άφηναν να κοιμηθούν.
Κάποιες απο αυτές τις ιστορίες ο Χάουαρντ τις πουλούσε για λίγα δολάρια στα λαϊκά περιοδικά εκείνης της εποχής. Τότε και σε κάποιο βαθμό ακόμα και σήμερα τα λογοτεχνικά είδη με τα οποία καταπιάστηκε ο Χάουαρντ θεωρούνταν ευτελή. Κάτι σαν παραλογοτεχνία. Όμως το ύφος της γραφής του, συχνά περίτεχνο κάποιες φορές πομπώδες αλλά πάντοτε μοναδικά ατμοσφαιρικό, εκπληκτικά ζωντανό, διαψεύδει αυτή την θεωρία. Ο Χάουαρντ ήταν μεγάλος συγγραφέας. Σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει καλή και κακή λογοτεχνία, λογοτεχνία ευτελή, η λογοτεχνία σοβαρή. Υπάρχουν μόνο καλοί και κακοί συγγραφείς.
Ο Χάουαρντ μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να γραψει εικοσιέξι ιστορίες με τον Κόναν και πόσες άλλες ακόμα με άλλους ήρωες… Ο Κόναν όμως ήταν αυτός που έμελλε να αναδείξει τον δημιουργό του χρόνια μετά τον θάνατο εκείνου, κάνοντας τον γνωστό σε όλο τον κόσμο.
Με βάση τις ιστορίες του Χάουαρντ με ήρωα τον Κόναν γυρίστηκαν ταινίες, γράφτηκαν τραγούδια, βιβλία, και κόμιξ. Από την κοσμοθεωρία του Χάουαρντ όπως αυτή διαφαίνεται μέσα από τις ιστορίες κυρίως του Κόναν εμπνεύστηκαν ακόμα και πολιτικά κινήματα έστω και αν αυτή δεν ήταν ακριβώς η πρόθεση του δημιουργού του. Εν κατακλείδι θα λέγαμε ότι αν κανείς θέλει να πάρει ένα γερό σφηνάκι ηρωικής φαντασίας, αν κανείς θέλει να αποδράσει από το γυαλί, το μέταλλο και το σκυρόδεμα, τα ευτελή υλικά του σημερινού μας κόσμου μαζί με την αφόρητη καταπίεση- έως ευνουχιστικού βαθμού, που αυτός ασκεί- ας διαβάσει Κόναν, ας διαβάσει Καίην, ας διαβάσει τις ιστορίες του Χάουαρντ.
Η πρώτη επαγγελματική προσπάθεια του Howard ήταν για το περιοδικό Weird Tales, με την ιστορία Spear and Fang να του αποδίδει το ποσό των 16 δολαρίων. Το 1926, ξεκίνησε την συγγραφή ενός από τα καλύτερα έργα του, του The Shadow Kingdom, ενώ τον Αύγουστο του 1928 δημοσιεύθηκε στο προαναφερθέν περιοδικό το διήγημα Red Shadows, που αργότερα μετονομάστηκε σε Σόλομον Κέιν. Το The Shadow Kingdom δημοσιεύθηκε ένα χρόνο αργότερα. Μέσα στο 1929, το περιοδικό Ghost Series δημοσίευσε το The Apparition in the Prize Ring, ενώ το περιοδικό Argosy εξέδωσε το Crowd-Horror.
Ο Χάουαρντ γνώρισε μεγάλη επιτυχία όταν το περιοδικό Fight Stories ξεκίνησε να δημοσιεύει τις ιστορίες του ναύτη Στιβ Κόστιγκαν, όπου παρουσίαζε τον πρωταγωνιστή σε πρώτο πρόσωπο και συμπεριέλαβε πολλά κωμικά στοιχεία.
Μετά το 1930, οι ιστορίες του επηρεάστηκαν από στοιχεία ανατολίτικου πολιτισμού και ιστορικά γεγονότα. Τον Φεβρουάριο του 1932, δημοσίευσε το ποίημα με τίτλο Κιμμερία, που ονομάστηκε από την φανταστική χώρα από την οποία προερχόταν ο Κόναν ο βάρβαρος. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, έγινε γνωστός για πρώτη φορά ο Κόναν μέσω του Weird Tales και από το 1933 ως το 1936 έγραψε δεκαεπτά διηγήματα με τον βάρβαρο πρωταγωνιστή.
Ο Χάουαρντ είχε σχέση με την Νόβαλαϊν Πράις, η οποία αργότερα είχε σχέση και με τον καλύτερο του φίλο, Τρούετ Βίνσον. Ο ίδιος, υπέφερε από κατάθλιψη και από οιδιπόδειο σύμπλεγμα, ενώ φοβόταν το γήρας, κάτι που είναι φανερό από την “αιώνια νεότητα” πολλών από τους πρωταγωνιστές του. Όταν έμαθε ότι η μητέρα του βρίσκεται σε κώμα και δεν θα επανέλθει, αυτοπυροβολήθηκε στις 11 Ιουνίου 1936. Πλέον, το σπίτι του στο Κρος Πλέινς του Τέξας έχει μετατραπεί σε μουσείο.
***
“Αποτρόπαιες πράξεις σε κάποια απ’ τις μυστικές του αίθουσες. Στις σπηλιές, βαθιά στους λόφους όπου οδηγούν οι σήραγγες, εξασκεί τρομαχτική και ανίερη μαγεία. Για πειραματόζωα χρησιμοποιεί ζώα – ερπετά, αράχνες, μεγάλους πιθήκους – ερυθρόδερμους αιχμαλώτους μα και ανθρώπους της ίδιας του της φυλής. Βαθιά στα φρικιαστικά σπήλαια φτιάχνει κτήνη από ανθρώπους και ανθρωποειδή από κτήνη, αναμειγνύοντας το κτηνώδες και το ανθρώπινο σε μια τρομαχτική δημιουργία.
Κανείς δεν τολμά να μαντέψει τις τερατωδίες που έχουν γεννηθεί στο σκοτάδι, ή τις μορφές του τρόμου και της βλασφημίας που απέκτησαν οντότητα όλα αυτά τα χρόνια που ο Γκόθαν επιδίδεται στις αποκρουστικές του πράξεις. Γιατί, δεν είναι σαν τους άλλους ανθρώπους κι έχει ανακαλύψει το μυστικό της αιωνιότητας. Μέχρι που έφερε στην ζωή ένα πλάσμα που ακόμη κι αυτός φοβάται -το τερατώδες, θανατηφόρο, ακατονόμαστο Πράγμα που κρατά αλυσοδεμένο στο μακρινότερο σπήλαιο, όπου άλλο ανθρώπινο πόδι δεν έχει πατήσει εκτός απ’ το δικό του. Θα το ελευθέρωνε για να το χρησιμοποιήσει εναντίον μου, αν τολμούσε…”
Ο δεύτερος τόμος των σκοτεινών διηγημάτων του Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ, που ολοκληρώνει τον κύκλο των έργων του με αναφορές στην Μυθολογία Κθούλου/ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΗΣ ΜΠΑΛ-ΣΑΓΚΟΘ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΘΟΥΛΟΥ.
***
“Ο φον Τζανζ πέρασε ολόκληρη την ζωή του (1795 – 1840) ερευνώντας απαγορευμένα θέματα. Ταξίδεψε απανταχού της γης, κατάφερε να διεισδύσει σ’ ένα σωρό μυστικές αδελφότητες και μελέτησε από το πρωτότυπο αναρίθμητα βιβλία εσωτερισμού, ελάχιστα γνωστά στο πλατύ κοινό, καθώς και παρόμοιας θεματολογίας χειρόγραφα. Στα κεφάλαια της Μαύρης Βίβλου, τα οποία απ’ την μια χαρακτηρίζονται από εντυπωσιακή αφηγηματική διαύγεια και απ’ την άλλη από σκοτεινή αμφιλογία, υπάρχουν αναφορές και υπαινιγμοί που μπορούν να παγώσουν το αίμα στις φλέβες σου. Διαβάζοντας κανείς αυτά που ο φον Τζανζ τόλμησε να γράψει, αναρωτιέται για όλα εκείνα που δεν τόλμησε να αποκαλύψει.
Ποια σκοτεινά θέματα να πραγματευόταν άραγε στις πυκνογραμμένες εκείνες σελίδες του αδημοσίευτου πρωτοτύπου, πάνω στο οποίο δούλευε ακατάπαυστα επί μήνες προτού πεθάνει, και οι οποίες βρέθηκαν σκισμένες και διασκορπισμένες στο πάτωμα της κλειδαμπαρωμένης κάμαρας όπου βρέθηκε νεκρός, με το λαιμό του γεμάτο νυχιές; Δεν θα το μάθει ποτέ κανείς, μιας και ο επιστήθιος φίλος του συγγραφέα, ο Γάλλος Αλέξις Λαντό, αφού ξόδεψε μια ολόκληρη νύχτα ενώνοντας τα κομμάτια και διαβάζοντας όσα ήταν γραμμένα εκεί, στο τέλος τους έβαλε φωτιά και τα έκανε όλα στάχτη, κι έπειτα έκοψε κι ο ίδιος το λαιμό του μ’ ένα ξυράφι.”
11 από τα καλύτερα διηγήματα φαντασίας του Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ, έργα διαφορετικά μεταξύ τους ως προς το ύφος και τη θεματολογία, μα με κοινό χαρακτηριστικό τις σκοτεινές αναφορές στην Μυθολογία Κθούλου. Μια ανθολογία απαραίτητη σε κάθε λάτρη των Λαβκραφτικών τρόμων.
***
“Προτού δημιουργήσει τον Κόναν τον Βάρβαρο, ο ανυπέρβλητος Ρόμπερτ Χάουαρντ μας είχε δώσει έναν άλλο ήρωα: τον σκυθρωπό Σόλομον Κέιν, έναν Άγγλο πουριτανό, που οι περιπέτειές του διαδραματίζονται τον 16ο αιώνα, την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων, τότε που το φως και η πρόοδος συμπλέκονταν με το σκότος και την οπισθοδρόμηση. Στα βαλτοτόπια της Αγγλίας και στα σκοτεινά μονοπάτια του γερμανικού Μέλανα Δρυμού, αλλά και στις βαθιές ζούγκλες και τις σαβάνες της Αφρικής, ο Σόλομον Κέιν θα αντιμετωπίσει φαντάσματα και ζωντανούς νεκρούς, άγρια θηρία και ακόμη αγριότερες φυλές, ανακαλύπτοντας τρομερά απομεινάρια χαμένων πολιτισμών, ξεχασμένων από την ανθρωπότητα. Ένα αμάλγαμα φωτός και σκοταδιού, ανεκτικότητας και ρατσισμού, πραότητας και βιαιότητας, ο Σόλομον Κέιν, ο μαυροντυμένος Άγγλος, έχει μοναδικό του μέλημα την περιπλάνηση στα μήκη και τα πλάτη του γνωστού και άγνωστου κόσμου αναζητώντας και πολεμώντας το κακό σε οποιαδήποτε μορφή του”
ΣΟΛΟΜΟΝ ΚΕΪΝ /ΚΟΚΚΙΝΕΣ ΣΚΙΕΣ.
***
“Ακολουθώντας την παρόρμηση που τον σπρώχνει να ταξιδεύει συνεχώς σε καινούργια μέρη, ο Κόναν ο Κιμμέριος θα φτάσει στην μυθική Ανατολή, πέρα από τα ιβοριανά σύνορα. Στην Ζαμπούλα, το εμπορικό σταυροδρόμι της ερήμου, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ανθρωποφάγους σκλάβους κι έναν τρομερό επαγγελματία στραγγαλιστή. Σε μια μυστηριώδη χαμένη πόλη θα πολεμήσει με έναν δαίμονα, που ακόμα κι η δική του δύναμη δεν είναι αρκετή για να τον νικήσει. Τέλος, στους πρόποδες των πιο ψηλών βουνών της Γης, εκεί που παίζονται οι τύχες δύο βασιλείων, θα καταλήξει στο Κάστρο των Μαύρων Προφητών της Γίμσα, για να τα βάλει με τον ισχυρότερο μάγο που βρέθηκε ποτέ στον δρόμο του”.
ΟΙ ΜΑΥΡΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ / ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ.
***
“Ο βασιλιάς των Πικτών Μπραν Μακ Μορν ομοιάζει με τον Κόναν αλλά έχει και κάποιες εμφανείς διαφορές. Είναι κι αυτός μυώδης αλλά όχι τόσο πληθωρικός όσο ο Κιμμέριος. Διαθέτει την ενστικτώδη σοφία του Κόναν αλλά ακόμη πιο ακονισμένη. Είναι αριστοκράτης ενώ ο Κιμμέριος όχι. Επιπλέον, σε αντίθεση με την τυχοδιωκτική κοσμοθέαση του Κόναν, ο Μπραν δρα βασιζόμενος σε παραδοσιακές και πατριωτικές αξίες ζωής. Σε αυτό το βιβλίο περιλαμβάνονται δυο νουβέλες από τον κόσμο του Μπραν, ένα ποίημα κι ένα άρθρο με ιστορικό και πολιτικό περιεχόμενο, που είχε γράψει ο Χάουαρντ όταν ήταν μαθητής.
Οι νουβέλες είναι τα Σκουλήκια της Γης και Η Χαμένη Φυλή. Η πρώτη είναι η πιο χαρακτηριστική περιπέτεια του Μπραν Μακ Μορν, δοσμένη αφηγηματικά από την μεριά των Πικτών. Η Χαμένη Φυλή είναι μια ιστορία που αφορά τους Πίκτες αλλά πρωταγωνιστής είναι ένας Κέλτης πολεμιστής. Και οι δυο είναι περιπέτειες επικής φανταστικής λογοτεχνίας, στις οποίες ανιχνεύονται πολλά στοιχεία υπερφυσικού τρόμου. Το βιβλίο κλείνει με το άρθρο που φέρει τον τίτλο Πόσα οφείλει το Έθνος μας στο Νότο. Πρόκειται για ένα κείμενο αποκαλυπτικό των παραδοσιοκρατιών ιδεών και του τρόπου με τον οποίο ερμήνευσε την αμερικανική ιστορία, καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του, του ο Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ.”
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου