Νομίζουμε ότι επιλέγουμε έναν σύντροφο επειδή μας αρέσει εμφανισιακά, νιώθουμε ένας είδος “χημείας” μαζί του, έχουμε κοινές αξίες και όνειρα για το μέλλον και κοινά ενδιαφέροντα.
Στην πραγματικότητα όμως έλκουμε και ελκυόμαστε από ανθρώπους της ίδιας ψυχοσυναισθηματικής ωριμότητας, με παρόμοια ψυχικά τραύματα, πληγές και καθηλώσεις.
Κάποιες φορές όμως ελκυόμαστε από κάποιους ανθρώπους που μαζί τους δημιουργούμε έναν τραυματικό δεσμό. Η έλξη αυτή είναι ακαριαία. Νιώθουμε σαν να βρήκαμε το άλλο μας μισό, σαν να γνωρίζουμε αυτόν τον άνθρωπο από παλιά, σαν να βρήκαμε τον άνθρωπό μας. Όλα προχωρούν πολύ γρήγορα μαζί του, όμως αυτή η σχέση δεν μας ανακουφίζει, δεν μας κάνει να νιώθουμε ασφαλής όπως μια σχέση αγάπης, αντίθετα δημιουργεί πολύ ψυχικό πόνο με εναλλαγή μεγάλης χαράς και συγχρόνως μεγάλη δυσκολία να την τελειώσουμε και να προχωρήσουμε παρακάτω.
Αυτό συμβαίνει όταν εμείς οι ίδιοι είμαστε ψυχικά τραυματισμένοι από την παιδική μας ηλικία, με γονείς μη διαθέσιμους ή κακοποιητικούς και έχουμε αναπτύξει μια συνεξαρτητική προσωπικότητα.
Συνεξάρτηση σημαίνει η δυσκολία να βάζω όρια, να θέτω τις δικές μου ανάγκες σε προτεραιότητα και να συνδέομαι με τους άλλους αναλαμβάνοντας τον ρόλο του φροντιστή, δηλαδή αναλώνω την ενέργειά μου φροντίζοντας τις ανάγκες των άλλων χάνοντας τον ίδιο μου τον εαυτό.
Οι συνεξαρτητικές προσωπικότητες ελκύονται από ανθρώπους με ναρκισσιστικές προσωπικότητες ή με αποφευκτικό τύπο προσκόλησης, που φοβάται δηλαδή τη δέσμευση. Ναρκισσιστικό στυλ προσωπικότητας έχει ο άνθρωπος που δεν έχει ενσυναίσθηση και χρησιμοποιεί τους άλλους για να του καλύπτουν τις ανάγκες και να του τροφοδοτούν το ναρκισσιστικό του κενό. Είναι άνθρωπος εγωκεντρικός που δεν μπορεί να συνδεθεί. Είναι δηλαδή μη συναισθηματικά διαθέσιμος και χρειάζεται διαρκή επιβεβαίωση, την οποία βρίσκει σε ανθρώπους με συνεξαρτητική προσωπικότητα.
Οι άνθρωποι με συνεξαρτητικό στυλ προσωπικότητας έλκονται και ελκύουν ανθρώπους με ναρκισσιστικό στυλ προσωπικότητας. Διότι οι συνεξαρτημένοι έχουν μάθει από την παιδική τους ηλικία να υπάρχουν προσφέροντας, χωρίς να υπολογίζουν τον εαυτό τους, ενώ οι άνθρωποι με έντονα ναρκισσιστικά στοιχεία έχουν την ανάγκη να παίρνουν για να γεμίζουν το συναισθηματικό τους κενό το οποίο επίσης δημιουργήθηκε κατά την παιδική τους ηλικία, από γονείς παραμελητικούς ή κακοποιητικούς και στις δύο περιπτώσεις.
Ο τραυματικός δεσμός μεταξύ των δύο δημιουργείται με την διακοπτόμενη ενίσχυση (Intermittent reinforcement) ή αλλιώς το γνωστό σκωτσέζικο ντους.
Ο άνθρωπος με τα ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά ή ο άνθρωπος που φοβάται τη δέσμευση και έχει αποφευκτικό τύπο προσκόλλησης, επιδίδεται σε μια συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από το κρύο-ζέστη. Δίνει στην αρχή ιδιαίτερη προσοχή και αποδοχή και το εναλλάσσει με παραμέληση, εγκατάλειψη, έλλειψη αποδοχής ή ακόμα και κακοποίηση.
Οι συνεξαρτώμενοι που έχουμε τραυματιστεί ψυχικά στην παιδική μας ηλικία το έχουμε ζήσει αυτό με τους γονείς μας – μια μας έλουζαν με αγάπη, μια γίνονταν ψυχροί και απόμακροι χαμένοι στα προβλήματά τους.
Η διακοπτόμενη ενίσχυση έχει τεράστια δύναμη, θεωρείται μια δυνατή τεχνική ψυχολογικού πολέμου που οδηγεί το θύμα να αφήσει πίσω τον εαυτό του και το προσωπικό του συμφέρον και να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο θύτη του. Μπορεί να παγιδέψει το μυαλό, να αρπάξει την καρδιά, να δημιουργήσει εμμονές και θλίψη. Η εναλλαγή σε ζεστό και κρύο είναι μια συναισθηματική παγίδα. Υπάρχει δυσκολία να φύγουμε από τη σχέση και καταβάλλουμε μια τεράστια καθημερινή προσπάθεια να κερδίσουμε την αγάπη αυτού του ανθρώπου που μια είναι εκεί για εμάς, μια είναι απόμακρος και ψυχρός.
Η διακοπτόμενη ενίσχυση ή αλλιώς σκωτσέζικο ντους μας δημιουργεί μια έντονη αντίδραση στην “κρύα” φάση. Νιώθουμε εγκατάλειψη γιατί ο σύντροφός μας δεν είναι αξιόπιστος, δεν είναι δεσμευμένος, ούτε τον νιώθουμε ισότιμα στη σχέση. Ουσιαστικά δεν έχουμε έναν ασφαλή δεσμό μαζί του. Το χειρότερο είναι ότι όταν τρέχουμε πίσω από την αγκαλιά που μας εγκατέλειψε μοιάζει σαν την μεγαλύτερη αγάπη που υπάρχει, και αυτό δημιουργεί και μεγάλη σεξουαλική έλξη. Γι’ αυτό είναι τόσο δύσκολο να τερματίσουμε μια τέτοια σχέση. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι αγάπη, είναι τραυματικός δεσμός.
Η αγάπη ποτέ δεν πονάει. Η αγάπη θεραπεύει, θεραπεύει τα τραύματα της παιδικής ηλικίας. Η αγάπη εκδηλώνεται με πράξεις και μας κάνει να νιώθουμε ασφάλεια ώστε να αναπτυχθούμε ψυχικά και πνευματικά. Έχουμε γεννηθεί για να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε, να νιώθουμε υποστήριξη, και αποδοχή. Τότε μόνο θα ανθίσουμε, θα λάμψουμε, θα εκπληρώσουμε το δυναμικό μας.
Τα βήματα που χρειάζεται να κάνουμε για να απαγκιστρωθούμε από αυτή τη συναισθηματική παγίδα είναι:
-Να παραιτηθούμε από την ιδέα ότι ο άλλος θα αλλάξει. Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν γίνονται θαύματα.
-Να μην περιμένουμε ότι κάποιος άλλος θα μας σώσει. Εμείς πρέπει να σώσουμε τον εαυτό μας.
-Να αποδομήσουμε τον κακοποιητή μας. Δεν είναι τόσο υπέροχος όσο νομίζουμε.
-Να στραφούμε στον εαυτό μας, να νιώσουμε τα συναισθημάτά μας και να ανακαλύψουμε τις βαθύτερες ανάγκες μας.
-Να ανακαλύψουμε την αξία μας, και όχι να την ψάχνουμε μέσα από τους άλλους.
-Να μην πέφτουμε στην παγίδα της έκρηξης αγάπης που μας κάνει ο νάρκισσος ειδικά στην αρχή της σχέσης ή όταν θέλει να μας γυρίσει πίσω κάθε φορά που προσπαθούμε να φύγουμε.
-Να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να τον προστατεύουμε βάζοντας όρια.
-Να έχουμε υποστηρικτικό δίκτυο από φίλους ή ομάδες υποστήριξης (Ανώνυμοι συνεξαρτημένοι), ομάδες ψυχοθεραπείας, αυτοβελτίωσης, αυτογνωσίας.
-Να ζητήσουμε βοήθεια από ειδικό ψυχικής υγείας που έχει γνώση των συνεξαρτητικών συμπεριφορών κι αυτό γιατί:
Όταν συνδεόμαστε με τραυματικό δεσμό, δημιουργούμε υποσυνείδητα “δράμα” στη σχέση για να βιώσουμε την απειλή του χωρισμού και τα αρνητικά συναισθήματα της εγκατάλειψης που αυτή πυροδοτεί, και στο τέλος να νιώσουμε τα έντονα συναισθήματα που δημιουργεί η επανένωση.
Δημιουργείται έτσι ένας βιοχημικός εθισμός από την αδρεναλίνη και τις ενδορφίνες που εκκρίνονται κάθε φορά που χωρίζουμε και τα ξαναβρίσκουμε, που προσομοιάζει με τον εθισμό στην κοκαΐνη (διεγείρονται τα ίδια κέντρα του εγκεφάλου). Έτσι ο τραυματικός δεσμός δημιουργεί την ίδια εξάρτηση με τα “ναρκωτικά”.
Όλη αυτή η διαδικασία πυροδοτεί το παιδικό τραύμα της εγκατάλειψης, κι έτσι γίνεται μια καταναγκαστική επανάληψή του.
Από αυτό μπορούμε να βγούμε είτε χωρίζοντας από τον άνθρωπο με τον οποίο έχουμε τραυματικό δεσμό (πράγμα αρκετά δύσκολο), είτε αποφασίζοντας από κοινού να μην τίθεται καθόλου το θέμα του χωρισμού, ώστε να αποδυναμώσουμε την εξάρτηση μας από τους νευροδιαβιβαστές που εκκρίνονται στον οργανισμό μας κατά την απειλή του χωρισμού και την επανένωση.
Σημαντικό είναι να αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας ότι σε καμιά περίπτωση δεν φταίμε. Η παραμέληση και η κακοποίηση στην παιδική μας ηλικία, μας δημιούργησαν μια δυσκολία στο να συνδεόμαστε με υγιή τρόπο. Στην ενήλικη ζωή χρειάζεται να πάρουμε την ευθύνη μας ώστε να θεραπεύσουμε τα παιδικά μας τραύματα και να ζήσουμε μια ζωή με αγάπη και χωρίς πόνο γιατί αυτό μας αξίζει.
Το οφείλουμε στον εαυτό μας και στις επόμενες γενιές εφόσον το τραύμα μεταφέρεται διαγεννεακά. Όταν αγαπήσουμε και αποδεχτούμε τον εαυτό μας συγχωρώντάς τον και προστατεύοντάς τον, θα μπορέσουμε να συνδεθούμε με υγιή και ισότιμο τρόπο και με τους άλλους, ελκύοντας ανθρώπους που είναι ικανοί να συνδεθούν αγαπητικά!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου