Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΤΕΛΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΛΕΠΤΙΝΗΝ

ΔΗΜ 20.67–74

Ο νόμος του Λεπτίνη προσβάλλει τη μνήμη του Κόνωνα – Σύγκριση Κόνωνα–Θεμιστοκλή

Αφού αμφισβήτησε το αναμενόμενο επιχείρημα του Λεπτίνη (για τον Λεπτίνη και τις επιδιώξεις του βλ. ΔΗΜ 20.11–17) ότι εξαιτίας της ἀτελείας, της απαλλαγής δηλαδή των ευεργετών της Αθήνας από τους φόρους, οι ασθενέστεροι οικονομικά πολίτες επωμίζονταν τα βάρη των πλουσιότερων, ο ρήτορας κατονόμασε μη Αθηναίους πολίτες, που πλήττονταν από την κατάργησή της, για να περάσει στη συνέχεια στους Αθηναίους.


[67] Πάνυ τοίνυν ἀχθοίμην ἄν, ὦ ἄνδρες δικασταί, εἰ τοῦτο
μόνον δόξαιμι δίκαιον κατηγορεῖν τοῦ νόμου, ὅτι πολλοὺς
ξένους εὐεργέτας ἀφαιρεῖται τὴν ἀτέλειαν, τῶν δὲ πολιτῶν
μηδέν’ ἄξιον δοκοίην ἔχειν δεῖξαι τῶν εὑρημένων ταύτην τὴν
τιμήν. καὶ γὰρ τἆλλ’ ἀγάθ’ εὐξαίμην ἂν ἔγωγε παρ’ ἡμῖν
εἶναι πλεῖστα, καὶ ἄνδρας ἀρίστους καὶ πλείστους εὐεργέτας
τῆς πόλεως πολίτας εἶναι. [68] πρῶτον μὲν τοίνυν Κόνωνα
σκοπεῖτε, εἰ ἄρ’ ἄξιον, καταμεμψαμένους ἢ τὸν ἄνδρα ἢ τὰ
πεπραγμένα, ἄκυρόν τι ποιῆσαι τῶν ἐκείνῳ δοθέντων. οὗτος
γάρ, ὡς ὑμῶν τινῶν ἔστιν ἀκοῦσαι τῶν κατὰ τὴν αὐτὴν
ἡλικίαν ὄντων, μετὰ τὴν τοῦ δήμου κάθοδον τὴν ἐκ Πειραιῶς
ἀσθενοῦς ἡμῶν τῆς πόλεως οὔσης καὶ ναῦν οὐδεμίαν κεκτη-
μένης, στρατηγῶν βασιλεῖ, παρ’ ὑμῶν οὐδ’ ἡντινοῦν ἀφορμὴν
λαβών, κατεναυμάχησεν Λακεδαιμονίους, καὶ πρότερον τοῖς
ἄλλοις ἐπιτάττοντας εἴθισ’ ἀκούειν ὑμῶν, καὶ τοὺς ἁρμοστὰς
ἐξήλασεν ἐκ τῶν νήσων, καὶ μετὰ ταῦτα δεῦρ’ ἐλθὼν ἀνέστησε
τὰ τείχη, καὶ πρῶτος πάλιν περὶ τῆς ἡγεμονίας ἐποίησε τῇ
πόλει τὸν λόγον πρὸς Λακεδαιμονίους εἶναι. [69] καὶ γάρ τοι
μόνῳ τῶν πάντων αὐτῷ τοῦτ’ ἐν τῇ στήλῃ γέγραπται·
«ἐπειδὴ [Κόνων]» φησὶν «ἠλευθέρωσε τοὺς Ἀθηναίων συμ-
μάχους.» ἔστιν δὲ τοῦτο τὸ γράμμ’, ὦ ἄνδρες δικασταί,
ἐκείνῳ μὲν φιλοτιμία πρὸς ὑμᾶς αὐτούς, ὑμῖν δὲ πρὸς πάντας
τοὺς Ἕλληνας· ὅτου γὰρ ἄν τις παρ’ ὑμῶν ἀγαθοῦ τοῖς
ἄλλοις αἴτιος γένηται, τούτου τὴν δόξαν τὸ τῆς πόλεως
ὄνομα καρποῦται. [70] διόπερ οὐ μόνον αὐτῷ τὴν ἀτέλειαν
ἔδωκαν οἱ τότε, ἀλλὰ καὶ χαλκῆν εἰκόνα, ὥσπερ Ἁρμοδίου
καὶ Ἀριστογείτονος, ἔστησαν πρώτου· ἡγοῦντο γὰρ οὐ
μικρὰν τυραννίδα καὶ τοῦτον τὴν Λακεδαιμονίων ἀρχὴν κατα-
λύσαντα πεπαυκέναι. ἵν’ οὖν μᾶλλον οἷς λέγω προσέχητε,
τὰ ψηφίσμαθ’ ὑμῖν αὔτ’ ἀναγνώσεται τὰ τότε ψηφισθέντα
τῷ Κόνωνι. λέγε.

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ.

[71] Οὐ τοίνυν ὑφ’ ὑμῶν μόνον ὁ Κόνων, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι,
τότ’ ἐτιμήθη πράξας ἃ διεξῆλθον ἐγώ, ἀλλὰ καὶ ὑπ’ ἄλλων
πολλῶν, οἳ δικαίως ὧν εὐεργέτηντο χάριν ᾤοντο δεῖν ἀπο-
διδόναι. οὔκουν αἰσχρόν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εἰ αἱ μὲν
παρὰ τοῖς ἄλλοις δωρειαὶ βέβαιοι μένουσιν αὐτῷ, τῆς δὲ
παρ’ ὑμῶν μόνης τοῦτ’ ἀφαιρήσεται; [72] καὶ μὴν οὐδ’ ἐκεῖνο
καλόν, ζῶντα μὲν αὐτὸν οὕτω τιμᾶν ὥστε τοσούτων ὅσων
ἀκηκόατ’ ἀξιοῦν, ἐπειδὴ δὲ τετελεύτηκεν, [μηδεμίαν ποιησα-
μένους τούτων μνείαν] ἀφελέσθαι τι τῶν δοθέντων τότε.
πολλὰ μὲν γάρ ἐστιν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τῶν ὑπ’ ἐκείνου
πραχθέντων ἄξι’ ἐπαίνου, δι’ ἃ πάντα προσήκει μὴ λύειν τὰς
ἐπὶ τούτοις δοθείσας δωρειάς, κάλλιστον δὲ πάντων ἡ τῶν
τειχῶν ἀνάστασις. [73] γνοίη δ’ ἄν τις εἰ παραθείη πῶς Θεμι-
στοκλῆς, ὁ τῶν καθ’ ἑαυτὸν ἁπάντων ἀνδρῶν ἐνδοξότατος,
ταὐτὸ τοῦτ’ ἐποίησεν. λέγεται τοίνυν ἐκεῖνος, τειχίζειν
εἰπὼν τοῖς πολίταις, κἂν ἀφικνῆταί τις ἐκ Λακεδαίμονος,
κατέχειν κελεύσας, οἴχεσθαι πρεσβεύων αὐτὸς ὡς τοὺς Λακε-
δαιμονίους, λόγων δὲ γιγνομένων ἐκεῖ καί τινων ἀπαγγελ-
λόντων ὡς Ἀθηναῖοι τειχίζουσιν, ἀρνεῖσθαι καὶ πρέσβεις
πέμπειν σκεψομένους κελεύειν, ἐπειδὴ δ’ οὐχ ἧκον οὗτοι,
πέμπειν ἑτέρους παραινεῖν. καὶ πάντες ἴσως ἀκηκόαθ’ ὃν
τρόπον ἐξαπατῆσαι λέγεται. [74] φημὶ τοίνυν ἐγώ (καὶ πρὸς
Διός, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, μηδεὶς φθόνῳ τὸ μέλλον ἀκούσῃ,
ἀλλ’ ἂν ἀληθὲς ᾖ σκοπείτω), ὅσῳ τὸ φανερῶς τοῦ λάθρᾳ
κρεῖττον, καὶ τὸ νικῶντας τοῦ παρακρουσαμένους πράττειν
ὁτιοῦν ἐντιμότερον, τοσούτῳ κάλλιον Κόνωνα τὰ τείχη στῆσαι
Θεμιστοκλέους· ὁ μὲν γὰρ λαθών, ὁ δὲ νικήσας τοὺς κωλύ-
σοντας αὔτ’ ἐποίησεν. οὐ τοίνυν ἄξιον τὸν τοιοῦτον ὑφ’
ὑμῶν ἀδικηθῆναι, οὐδ’ ἔλαττον σχεῖν τῶν ῥητόρων τῶν
διδαξόντων ὡς ἀφελέσθαι τι χρὴ τῶν ἐκείνῳ δοθέντων.

***
[67] Πολύ δε θα δυσηρεστούμην, κύριοι δικασταί, εάν κατά τούτο μόνον θα ημπορούσα να θεωρηθώ ότι δικαίως κατηγορώ τον νόμον, ότι δηλαδή από πολλούς ξένους ευεργέτας αφαιρεί την ατέλειαν, θα εφαίνετο δε ότι δεν δύναμαι να δείξω κανένα εκ των πολιτών της πατρίδος μας, των λαβόντων την τιμήν της ατελείας, άξιον αυτής. Διότι και τα άλλα αγαθά εγώ τουλάχιστον θα ηυχόμην να έχωμεν ημείς εν αφθονία, και άνδρας αρίστους, και οι πλείστοι ευεργέται της πατρίδος μας να είναι πολίται Αθηναίοι. [68] Λοιπόν πρώτον μεν σκεφθήτε περί του Κόνωνος, εάν δηλαδή είναι άξιον, αποδώσαντες μομφήν εις τον άνδρα ή εις τας πράξεις αυτού να καταστήσετε άκυρον κάτι εξ όσων (τιμητικώς) του εδώσατε. Διότι αυτός, καθώς ημπορεί ν' ακούση κανείς από μερικούς εξ υμών οι οποίοι είσθε ομήλικες εκείνου, μετά την επάνοδον της δημοκρατικής μερίδος εκ του Πειραιώς, ενώ η πατρίς μας ήτο ανίσχυρος και δεν είχεν ουδέν πολεμικόν πλοίον, αυτός ων στρατηγός του Πέρσου βασιλέως μη λαβών ούτε την παραμικράν βοήθειαν από ημάς, ενίκησεν εν ναυμαχία τους Λακεδαιμονίους, και εκείνους οι οποίοι πρότερον διέτασσον τους άλλους, τους συνήθισε να υπακούουν εις σας και εξεδίωξε τους αρμοστάς εκ των νήσων, και μετά ταύτα ελθών εις Αθήνας ανήγειρε τα τείχη και πρώτος πάλιν έκαμε να υπάρχη αμφισβήτησις περί ηγεμονίας μεταξύ υμών και των Λακεδαιμονίων. [69] Και διά τούτο βεβαίως χάριν αυτού και μόνου εξ όλων έχει γραφή εν τη στήλη το εξής. «Επειδή ο Κόνων, λέγει, ηλευθέρωσε τους συμμάχους των Αθηναίων». Υπάρχει δε η επιγραφή αύτη, κύριοι δικασταί, δι' εκείνον μεν ως ένδειξις τιμής προς σας τους ιδίους, διά σας δε ως ένδειξις τιμής προς όλους τους Έλληνας· διότι οποιουδήποτε αγαθού αν γίνη αίτιος κανείς από σας εις άλλους, του αγαθού τούτου την δόξαν απολαμβάνει το όνομα της πατρίδος. [70] Όθεν όχι μόνον την ατέλειαν έδωσαν εις αυτόν οι τότε Αθηναίοι, αλλά και ανδριάντα χαλκούν έστησαν καθώς του Αρμοδίου και του Αριστογείτονος, αυτού πρώτου. Διότι ενόμιζον ότι και αυτός είχε καταπαύσει ουχί μικράν τυραννίδα, καταλύσας την εξουσίαν των Λακεδαιμονίων. Διά να προσέξετε λοιπόν περισσότερον εις όσα λέγω, θα σας αναγνώση ο γραμματεύς αυτά τα ψηφίσματα, τα οποία εψηφίσθησαν τότε υπέρ του Κόνωνος. Λέγε.

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

[71] Έπειτα ο Κόνων, ω άνδρες Αθηναίοι, δεν ετιμήθη μόνον από σας τότε, πράξας όσα διεξήλθον εγώ, αλλά και υπό άλλων πολλών πολιτειών αι οποίαι, δικαίως, ενόμιζον ότι έπρεπε να τον ανταμείψουν, δι' όσα είχον ευεργετηθή παρ' αυτού. Λοιπόν δεν είναι απρεπές, ω άνδρες Αθηναίοι, εάν αι μεν παρ' άλλων πολιτειών απονεμηθείσαι αυτώ δωρεαί μένουσιν εις αυτόν ασφαλείς, εκ μόνης δε της εκ μέρους σας δωρεάς, να στερηθή τούτο (την ατέλειαν); [72] Έπειτα και το άλλο δεν είναι έντιμον, εν όσω μεν έζη να τιμάτε αυτόν τόσον πολύ, ώστε να κρίνετε αυτόν άξιον τόσων τιμών τας οποίας ήδη ηκούσατε, αφ' ου δε απέθανε, χωρίς να κάμετε ποσώς μνείαν των ευεργεσιών του τούτων ν' αφαιρέσετε κάτι εξ όσων εδόθησαν εις αυτόν τότε. Διότι πολλά μεν είναι, ω άνδρες Αθηναίοι, εκ των υπ' εκείνου πραχθέντων, άξια επαίνου, διά τα οποία πάντα είναι πρέπον να μη ακυρώσετε τας δωρεάς αι οποίαι του εδόθησαν ένεκα τούτων, αλλά λαμπρότατον πάντων είναι η ανοικοδόμησις των τειχών.

[73] Ημπορεί δε να εννοήση κανείς τούτο εάν θα συνέκρινε πώς ο Θεμιστοκλής, ο ενδοξότατος απάντων των συγχρόνων αυτού ανδρών, έκαμε αυτό το ίδιον πράγμα. Λέγουν λοιπόν ότι ο Θεμιστοκλής, ειπών εις τους συμπολίτας του να κατασκευάσουν το τείχος και παραγγείλας, εάν έρχεται κανείς εκ Λακεδαίμονος να κρατούν αυτόν εις τας Αθήνας, ανεχώρησεν ως πρέσβυς ο ίδιος προς τους Λακεδαιμονίους, ενώ δε εγίνετο εκεί συζήτησις και απήγγελλον μερικοί ότι οι Αθηναίοι κατασκευάζουν το τείχος, αυτός ηρνείτο και προέτρεπεν αυτούς (τους Λακεδαιμονίους) να στείλουν πρέσβεις διά να εξετάσουν, και επειδή αυτοί δεν επέστρεφον (διότι τους εκράτουν οι Αθηναίοι), παρήνει τους Λακεδαιμονίους να στείλουν άλλους. Και πάντες, ίσως, έχετε ακούσει, με ποίον τρόπον, ως λέγεται, εξηπάτησε τους Λακεδαιμονίους. [74] Διισχυρίζομαι λοιπόν εγώ (και διά το όνομα του Διός, ω άνδρες Αθηναίοι, κανείς ας μη ακούση με φθόνον το μέλλον να λεχθή, αλλ' ας παρατηρή εάν είναι αληθές) όσον ανώτερον είναι το να ενεργή κανείς φανερά από το να ενεργή κρυφά, και όσον εντιμότερον είναι το να πράττωμεν ο,τιδήποτε νικώντες παρά εξαπατώντες, τόσον κατά εντιμότερον τρόπον ανήγειρε τα τείχη ο Κόνων παρά ο Θεμιστοκλής. Διότι ο μεν ένας τα ανήγειρε διαλαθών, ο δε άλλος τα ανήγειρε νικήσας τους μέλλοντας να εμποδίσουν αυτόν. Δεν είναι άξιον λοιπόν να αδικηθή από σας τέτοιος άνθρωπος, ούτε να θεωρηθή κατώτερος των ρητόρων, οίτινες θα συμβουλεύσουν ότι είναι ανάγκη να αφαιρέσετε κάτι εξ όσων εδόθησαν εις εκείνον.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου