Τρίτη 19 Απριλίου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1105b19–1106a13

(ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1103a14–1107a26: Η ἠθική αρετή) Η αρετή είναι ἕξις

Μετὰ δὲ ταῦτα τί ἐστιν ἡ ἀρετὴ σκεπτέον. ἐπεὶ οὖν
(20) τὰ ἐν τῇ ψυχῇ γινόμενα τρία ἐστί, πάθη δυνάμεις ἕξεις,
τούτων ἄν τι εἴη ἡ ἀρετή. λέγω δὲ πάθη μὲν ἐπιθυμίαν
ὀργὴν φόβον θάρσος φθόνον χαρὰν φιλίαν μῖσος πόθον
ζῆλον ἔλεον, ὅλως οἷς ἕπεται ἡδονὴ ἢ λύπη· δυνάμεις
δὲ καθ’ ἃς παθητικοὶ τούτων λεγόμεθα, οἷον καθ’ ἃς δυ-
(25) νατοὶ ὀργισθῆναι ἢ λυπηθῆναι ἢ ἐλεῆσαι· ἕξεις δὲ καθ’
ἃς πρὸς τὰ πάθη ἔχομεν εὖ ἢ κακῶς, οἷον πρὸς τὸ ὀργι-
σθῆναι, εἰ μὲν σφοδρῶς ἢ ἀνειμένως, κακῶς ἔχομεν, εἰ δὲ
μέσως, εὖ· ὁμοίως δὲ καὶ πρὸς τἆλλα. πάθη μὲν οὖν
οὐκ εἰσὶν οὔθ’ αἱ ἀρεταὶ οὔθ’ αἱ κακίαι, ὅτι οὐ λεγόμεθα
(30) κατὰ τὰ πάθη σπουδαῖοι ἢ φαῦλοι, κατὰ δὲ τὰς ἀρετὰς
καὶ τὰς κακίας λεγόμεθα, καὶ ὅτι κατὰ μὲν τὰ πάθη
οὔτ’ ἐπαινούμεθα οὔτε ψεγόμεθα (οὐ γὰρ ἐπαινεῖται ὁ φο-
βούμενος οὐδὲ ὁ ὀργιζόμενος, οὐδὲ ψέγεται ὁ ἁπλῶς ὀργι-
[1106a] ζόμενος ἀλλ’ ὁ πῶς), κατὰ δὲ τὰς ἀρετὰς καὶ τὰς κακίας
ἐπαινούμεθα ἢ ψεγόμεθα. ἔτι ὀργιζόμεθα μὲν καὶ φοβού-
μεθα ἀπροαιρέτως, αἱ δ’ ἀρεταὶ προαιρέσεις τινὲς ἢ οὐκ
ἄνευ προαιρέσεως. πρὸς δὲ τούτοις κατὰ μὲν τὰ πάθη
(5) κινεῖσθαι λεγόμεθα, κατὰ δὲ τὰς ἀρετὰς καὶ τὰς κακίας
οὐ κινεῖσθαι ἀλλὰ διακεῖσθαί πως. διὰ ταῦτα δὲ οὐδὲ
δυνάμεις εἰσίν· οὔτε γὰρ ἀγαθοὶ λεγόμεθα τῷ δύνασθαι
πάσχειν ἁπλῶς οὔτε κακοί, οὔτ’ ἐπαινούμεθα οὔτε ψεγό-
μεθα· ἔτι δυνατοὶ μέν ἐσμεν φύσει, ἀγαθοὶ δὲ ἢ κακοὶ
(10) οὐ γινόμεθα φύσει· εἴπομεν δὲ περὶ τούτου πρότερον. εἰ
οὖν μήτε πάθη εἰσὶν αἱ ἀρεταὶ μήτε δυνάμεις, λείπεται
ἕξεις αὐτὰς εἶναι. ὅ τι μὲν οὖν ἐστὶ τῷ γένει ἡ ἀρετή,
εἴρηται.

***
Και τώρα ας εξετάσωμεν τι είναι η αρετή. Επειδή λοιπόν (20) τα εντός της ψυχής συμβαίνοντα είναι τριών ειδών, δηλαδή πάθη, δυνάμεις και έξεις, η αρετή πρέπει ν' ανήκη εις έν των τριών τούτων ειδών. Καλώ δε πάθη την επιθυμίαν, την οργήν, τον φόβον, το θάρρος, τον φθόνον, την χαράν, την φιλίαν, το μίσος, τον πόθον, την ζηλοτυπίαν, τον οίκτον και εν γένει όλα εκείνα, εις τα οποία παρομαρτεί ηδονή ή λύπη. Δυνάμεις ονομάζω τας δυνατότητας, αι οποίαι μας κάμνουν επιδεκτικούς δι' αυτά, (25) δηλαδή όσαι μας προκαλούν την οργήν, την λύπην ή τον οίκτον, και τέλος έξεις εκείνας αι οποίαι μας περιάγουν, ως προς τα πάθη, εις μίαν καλήν ή κακήν κατάστασιν. Όσον αφορά την οργήν, επί παραδείγματι, εάν μεν μας κάμνουν να οργιζώμεθα σφοδρώς ή χαλαρώς, είναι έξεις κακαί, εάν όμως μετρίως, καλαί, ομοίως δε και δι' όλα τα άλλα. Ούτε λοιπόν αι αρεταί ούτε αι κακίαι είναι πάθη, διότι δεν λογιζόμεθα (30) ως αγαθοί ή κακοί αναλόγως των παθών μας αλλ' αναλόγως των αρετών και των κακιών μας, και διότι ούτε επαινούμεθα ούτε ψεγόμεθα εξ αιτίας των παθών μας (δεδομένου ότι ούτε επαινείται ούτε κατακρίνεται ο φοβούμενος ή ο οργιζόμενος γενικώς και αορίστως, αλλ' ο φοβούμενος ή οργιζόμενος [1106a] κατά τινα ωρισμένον τρόπον), ενώ, αναλόγως των αρετών ή των κακιών μας, επαινούμεθα ή κατακρινόμεθα. Εξ άλλου οργιζόμεθα και φοβούμεθα χωρίς την θέλησίν μας, ενώ αι αρεταί προϋποθέτουν κάποιαν περιεσκεμμένην θέλησιν ή τουλάχιστον δεν υφίστανται χωρίς την θέλησιν ταύτην. Εξ άλλου, όσον αφορά τα πάθη, (5) λέγομεν ότι συγκινούμεθα, αλλ' ως προς τας αρετάς και τας κακίας, δεν συγκινούμεθα, αλλ' ευρισκόμεθα εις μίαν ωρισμένην κατάστασιν. Διότι με το να δυνάμεθα να πάσχωμεν αορίστως, δεν θεωρούμεθα αγαθοί ή κακοί και ούτε επαινούμεθα ούτε ψεγόμεθα. Πλην τούτου ρωμαλέοι γινόμεθα εκ φύσεως, (10) εκ φύσεως όμως δεν γινόμεθα αγαθοί ή κακοί. Περί αυτών ωμιλήσαμεν και προηγουμένως. Αφού λοιπόν δεν είναι αι αρεταί ούτε δυνάμεις ούτε πάθη, δεν υπολείπεται παρά να είναι έξεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου