Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους Τύραννος (1110-1146)

1110 ΟΙ. εἰ χρή τι κἀμὲ μὴ συναλλάξαντά πω,
πρέσβεις, σταθμᾶσθαι, τὸν βοτῆρ᾽ ὁρᾶν δοκῶ,
ὅνπερ πάλαι ζητοῦμεν. ἔν τε γὰρ μακρῷ
γήρᾳ ξυνᾴδει τῷδε τἀνδρὶ σύμμετρος,
ἄλλως τε τοὺς ἄγοντας ὥσπερ οἰκέτας
1115 ἔγνωκ᾽ ἐμαυτοῦ· τῇ δ᾽ ἐπιστήμῃ σύ μου
προύχοις τάχ᾽ ἄν που, τὸν βοτῆρ᾽ ἰδὼν πάρος.
ΧΟ. ἔγνωκα γάρ, σάφ᾽ ἴσθι· Λαΐου γὰρ ἦν
εἴπερ τις ἄλλος πιστὸς ὡς νομεὺς ἀνήρ.
ΟΙ. σὲ πρῶτ᾽ ἐρωτῶ, τὸν Κορίνθιον ξένον,
1120 ἦ τόνδε φράζεις; ΑΓ. τοῦτον, ὅνπερ εἰσορᾷς.
ΟΙ. οὗτος σύ, πρέσβυ, δεῦρό μοι φώνει βλέπων
ὅσ᾽ ἄν σ᾽ ἐρωτῶ. Λαΐου ποτ᾽ ἦσθα σύ;
ΘΕΡΑΠΩΝ
ἦ, δοῦλος οὐκ ὠνητός, ἀλλ᾽ οἴκοι τραφείς.
ΟΙ. ἔργον μεριμνῶν ποῖον ἢ βίον τίνα;
1125 ΘΕ. ποίμναις τὰ πλεῖστα τοῦ βίου συνειπόμην.
ΟΙ. χώροις μάλιστα πρὸς τίσι ξύναυλος ὤν;
ΘΕ. ἦν μὲν Κιθαιρών, ἦν δὲ πρόσχωρος τόπος.
ΟΙ. τὸν ἄνδρα τόνδ᾽ οὖν οἶσθα τῇδέ που μαθών,
ΘΕ. τί χρῆμα δρῶντα; ποῖον ἄνδρα καὶ λέγεις;
1130 ΟΙ. τόνδ᾽ ὃς πάρεστιν· ἢ ξυναλλάξας τί που;
ΘΕ. οὐχ ὥστε γ᾽ εἰπεῖν ἐν τάχει μνήμης ἄπο.
ΑΓ. κοὐδέν γε θαῦμα, δέσποτ᾽. ἀλλ᾽ ἐγὼ σαφῶς
ἀγνῶτ᾽ ἀναμνήσω νιν. εὖ γὰρ οἶδ᾽ ὅτι
κάτοιδεν ἦμος τὸν Κιθαιρῶνος τόπον
1135 ὃ μὲν διπλοῖσι ποιμνίοις, ἐγὼ δ᾽ ἑνὶ
ἐπλησίαζον τῷδε τἀνδρὶ τρεῖς ὅλους
ἐξ ἦρος εἰς ἀρκτοῦρον ἑκμήνους χρόνους·
χειμῶνα δ᾽ ἤδη τἀμά τ᾽ εἰς ἔπαυλ᾽ ἐγὼ
ἤλαυνον οὗτός τ᾽ ἐς τὰ Λαΐου σταθμά.
1140 λέγω τι τούτων, ἢ οὐ λέγω πεπραγμένον;
ΘΕ. λέγεις ἀληθῆ, καίπερ ἐκ μακροῦ χρόνου.
ΑΓ. φέρ᾽ εἰπὲ νῦν, τότ᾽ οἶσθα παῖδά μοί τινα
δούς, ὡς ἐμαυτῷ θρέμμα θρεψαίμην ἐγώ;
ΘΕ. τί δ᾽ ἔστι; πρὸς τί τοῦτο τοὔπος ἱστορεῖς;
1145 ΑΓ. ὅδ᾽ ἐστίν, ὦ τᾶν, κεῖνος ὃς τότ᾽ ἦν νέος.
ΘΕ. οὐκ εἰς ὄλεθρον; οὐ σιωπήσας ἔσῃ;

***
1110 ΟΙΔ. Γέροντες, αν μπορώ ζυγιάζοντας
να ξεχωρίσω κάποιον
που δεν αντάμωσα ποτέ,
θαρρώ πως βλέπω το βοσκό
που με τις ώρες ψάχναμε να βρούμε.
Συνηγορούν τα βαθιά γηρατειά του
κι οι δούλοι που τον συνοδεύουν.
Τους γνώρισα· είναι δικοί μου.
Εσύ που θα τον είδες και παλιότερα
θα βεβαιώσεις τις δικές μου υποθέσεις.
ΧΟΡ. Τον ξέρω καλά· τον αναγνώρισα·
ήταν ο πιο πιστός βοσκός του Λάιου.
ΟΙΔ. Εσένα πρώτα ρωτάω· τον Κορίνθιο.
Γι᾽ αυτόν μιλούσες;
1120 ΑΓΓ. Γι᾽ αυτόν που βλέπεις.
ΟΙΔ. Πλησίασε γέρο και κοίτα με κατάματα
και ν᾽ απαντάς, όταν ρωτάω.
Ήσουν ποτέ στο Λάιο;
ΘΕΡΑΠΩΝ
Ναι. Δούλος· μα δε μ᾽ αγόρασαν·
γεννήθηκα στο σπίτι· ψυχογιός.
ΟΙΔ. Και ποιές δουλειές σου φόρτωναν;
Πώς ζούσες;
ΘΕΡ. Πέρασα τη ζωή μου στα κοπάδια.
ΟΙΔ. Και πού συνήθως έστηνες μαντρί;
ΘΕΡ. Στον Κιθαιρώνα και στα γύρω μέρη.
ΟΙΔ. Αντάμωσες ποτές αυτό τον άνθρωπο;
Τον φέρνεις με το νου σου;
ΘΕΡ. Να κάνει τί; Ποιόν άνθρωπο μου λες;
1130 ΟΙΔ. Αυτόν εδώ· τον συνάντησες ποτέ;
ΘΕΡ. Αυτό που σίγουρα μπορώ να πω
είναι πως δε θυμάμαι.
ΑΓΓ. Αφέντη μου, παράξενο δεν είναι·
αφού το ξέχασε,
τη μνήμη του λιγάκι θα τσιγκλήσω.
Ξέρω καλά πως δε λησμόνησε
πως κάποτε στον Κιθαιρώνα,
αυτός με δυο κοπάδια
και μ᾽ ένα εγώ,
απανωτούς τρεις χρόνους ανταμώναμε.
Από την άνοιξη μέχρι τα πρωτοβρόχια·
γεμάτους έξι μήνες.
Μόλις χειμώνας πλάκωνε,
εγώ ροβόλαγα στα χειμαδιά μου
1140 κι αυτός στις στάνες του Λάιου.
ΘΕΡ. Λες την αλήθεια· μα πέρασε πολύς καιρός.
ΑΓΓ. Για πες μου τώρα· θυμάσαι
ότι μου᾽ δωσες ένα μωρό
να τ᾽ αναθρέψω σπίτι μου;
ΘΕΡ. Τί λες τώρα; Προς τί
ξεθάβεις τέτοιες ιστορίες;
ΑΓΓ. Αυτός εδώ, παλιέ μου φίλε,
ήταν εκείνο το μωρό.
ΘΕΡ. Δεν πας να χαθείς;
Και δε θα το βουλώσεις;

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (1.188-1.244)

Ὣς φάτο· Πηλεΐωνι δ᾽ ἄχος γένετ᾽, ἐν δέ οἱ ἦτορ
στήθεσσιν λασίοισι διάνδιχα μερμήριξεν,
190 ἢ ὅ γε φάσγανον ὀξὺ ἐρυσσάμενος παρὰ μηροῦ
τοὺς μὲν ἀναστήσειεν, ὁ δ᾽ Ἀτρεΐδην ἐναρίζοι,
ἦε χόλον παύσειεν ἐρητύσειέ τε θυμόν.
ἧος ὁ ταῦθ᾽ ὥρμαινε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν,
ἕλκετο δ᾽ ἐκ κολεοῖο μέγα ξίφος, ἦλθε δ᾽ Ἀθήνη
195 οὐρανόθεν· πρὸ γὰρ ἧκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη,
ἄμφω ὁμῶς θυμῷ φιλέουσά τε κηδομένη τε·
στῆ δ᾽ ὄπιθεν, ξανθῆς δὲ κόμης ἕλε Πηλεΐωνα
οἴῳ φαινομένη· τῶν δ᾽ ἄλλων οὔ τις ὁρᾶτο·
θάμβησεν δ᾽ Ἀχιλεύς, μετὰ δ᾽ ἐτράπετ᾽, αὐτίκα δ᾽ ἔγνω
200 Παλλάδ᾽ Ἀθηναίην· δεινὼ δέ οἱ ὄσσε φάανθεν·
καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«τίπτ᾽ αὖτ᾽, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, εἰλήλουθας;
ἦ ἵνα ὕβριν ἴδῃ Ἀγαμέμνονος Ἀτρεΐδαο;
ἀλλ᾽ ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τελέεσθαι ὀΐω·
205 ᾗς ὑπεροπλίῃσι τάχ᾽ ἄν ποτε θυμὸν ὀλέσσῃ.»
Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη·
«ἦλθον ἐγὼ παύσουσα τὸ σὸν μένος, αἴ κε πίθηαι,
οὐρανόθεν· πρὸ δέ μ᾽ ἧκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη
ἄμφω ὁμῶς θυμῷ φιλέουσά τε κηδομένη τε·
210 ἀλλ᾽ ἄγε λῆγ᾽ ἔριδος, μηδὲ ξίφος ἕλκεο χειρί·
ἀλλ᾽ ἤτοι ἔπεσιν μὲν ὀνείδισον ὡς ἔσεταί περ·
ὧδε γὰρ ἐξερέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
καί ποτέ τοι τρὶς τόσσα παρέσσεται ἀγλαὰ δῶρα
ὕβριος εἵνεκα τῆσδε· σὺ δ᾽ ἴσχεο, πείθεο δ᾽ ἡμῖν.»
215 Τὴν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς·
«χρὴ μὲν σφωΐτερόν γε, θεά, ἔπος εἰρύσσασθαι,
καὶ μάλα περ θυμῷ κεχολωμένον· ὧς γὰρ ἄμεινον·
ὅς κε θεοῖς ἐπιπείθηται, μάλα τ᾽ ἔκλυον αὐτοῦ.»
Ἦ καὶ ἐπ᾽ ἀργυρέῃ κώπῃ σχέθε χεῖρα βαρεῖαν,
220 ἂψ δ᾽ ἐς κουλεὸν ὦσε μέγα ξίφος, οὐδ᾽ ἀπίθησε
μύθῳ Ἀθηναίης· ἡ δ᾽ Οὔλυμπόνδε βεβήκει
δώματ᾽ ἐς αἰγιόχοιο Διὸς μετὰ δαίμονας ἄλλους.
Πηλεΐδης δ᾽ ἐξαῦτις ἀταρτηροῖς ἐπέεσσιν
Ἀτρεΐδην προσέειπε, καὶ οὔ πω λῆγε χόλοιο·
225 «οἰνοβαρές, κυνὸς ὄμματ᾽ ἔχων, κραδίην δ᾽ ἐλάφοιο,
οὔτε ποτ᾽ ἐς πόλεμον ἅμα λαῷ θωρηχθῆναι
οὔτε λόχονδ᾽ ἰέναι σὺν ἀριστήεσσιν Ἀχαιῶν
τέτληκας θυμῷ· τὸ δέ τοι κὴρ εἴδεται εἶναι.
ἦ πολὺ λώϊόν ἐστι κατὰ στρατὸν εὐρὺν Ἀχαιῶν
230 δῶρ᾽ ἀποαιρεῖσθαι ὅς τις σέθεν ἀντίον εἴπῃ·
δημοβόρος βασιλεύς, ἐπεὶ οὐτιδανοῖσιν ἀνάσσεις·
ἦ γὰρ ἄν, Ἀτρεΐδη, νῦν ὕστατα λωβήσαιο.
ἀλλ᾽ ἔκ τοι ἐρέω καὶ ἐπὶ μέγαν ὅρκον ὀμοῦμαι·
ναὶ μὰ τόδε σκῆπτρον, τὸ μὲν οὔ ποτε φύλλα καὶ ὄζους
235 φύσει, ἐπεὶ δὴ πρῶτα τομὴν ἐν ὄρεσσι λέλοιπεν,
οὐδ᾽ ἀναθηλήσει· περὶ γάρ ῥά ἑ χαλκὸς ἔλεψε
φύλλα τε καὶ φλοιόν· νῦν αὖτέ μιν υἷες Ἀχαιῶν
ἐν παλάμῃς φορέουσι δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας
πρὸς Διὸς εἰρύαται· ὁ δέ τοι μέγας ἔσσεται ὅρκος·
240 ἦ ποτ᾽ Ἀχιλλῆος ποθὴ ἵξεται υἷας Ἀχαιῶν
σύμπαντας· τότε δ᾽ οὔ τι δυνήσεαι ἀχνύμενός περ
χραισμεῖν, εὖτ᾽ ἂν πολλοὶ ὑφ᾽ Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο
θνήσκοντες πίπτωσι· σὺ δ᾽ ἔνδοθι θυμὸν ἀμύξεις
χωόμενος ὅ τ᾽ ἄριστον Ἀχαιῶν οὐδὲν ἔτεισας.»

***
Τα λόγια τούτα επλήγωσαν τα σπλάχνα του Αχιλλέως
κι έστρεψε δύο στοχασμούς μες στα δασιά του στήθη·
190 ή θε να σύρει απ᾽ το πλευρό το ακονισμένο ξίφος
και αφού σκορπίσει όλους εκεί, να σφάξει τον Ατρείδην,
ή να σιγάσει την οργήν κρατώντας την ψυχήν του·
κι αυτά ως διαλογίζονταν στον νουν και από την θήκην
το μέγα ξίφος έσερνε, κατέβηκε ουρανόθεν
195 η Αθηνά, την έστελνεν η Ήρα η λευκοχέρα,
οπού αγαπούσε ολόψυχα παρόμοια και τους δύο·
του εστήθη οπίσω κι έπιασε τα ολόξανθα μαλλιά του,
σ᾽ εκείνον μόνον φανερή και αθώρητη στους άλλους.
Ξιπάσθη αυτός, εστράφηκε κι εγνώρισεν αμέσως
200 την Αθηνά που φοβερήν στα μάτια λάμψιν είχε·
και ομίλησε προς την θεάν με λόγια φτερωμένα:
«Τ᾽ ήλθες και συ, ω του Διός του αιγιδοφόρου κόρη;
Του Ατρείδη Αγαμέμνονος να ιδείς την αδικίαν;
Αλλά σου λέγω καθαρά και πίστευσε· με τούτες
205 τες έπαρσές του γρήγορα θα χάσει την ζωήν του».
Και η γλαυκόφθαλμη θεά σ᾽ εκείνον απεκρίθη:
«Κατέβηκ᾽ απ᾽ τον ουρανόν να παύσω την οργήν σου,
εάν μ᾽ ακούσεις· μ᾽ έστειλεν η Ήρα η λευκοχέρα,
που ολόψυχα σας αγαπά παρόμοια και τους δύο·
210 έλα την μάχην άφησε, το ξίφος σου μη σύρεις,
μόνον με λόγια τ᾽ όνειδος που αυτός θα πάθει ειπέ του.
Ότι να γίνει θέλ᾽ ιδείς αυτό που σου προλέγω·
τρίδιπλα δώρ᾽ ατίμητα θα λάβεις μιαν ημέρα
γι᾽ αυτήν την ύβριν· τώρα συ κρατήσου και άκουσέ μας».
215 Και ο φτεροπόδης προς αυτήν Πηλείδης αποκρίθη:
«Πρέπει, ω θεά, των δύο σας να σεβασθώ το λόγον,
αν κι είν᾽ η οργή μου φοβερή· και όμως αυτό συμφέρει,
όπου υπακούει στους θεούς κι αυτοί τον εισακούουν».
Είπε και από την αργυρήν λαβήν με το βαρύ του
220 χέρι στην θήκην άμπωσε πάλι το μέγα ξίφος
πειθόμενος στην Αθηνά· κι εκείνη πάλι ανέβη
στον Όλυμπον μες στους θεούς, στα δώματα του Δία.
Με βαρείς λόγους έπειτα και πάλιν ο Πηλείδης
προς τον Ατρείδη εστράφηκεν, ούδ᾽ έπαυε η χολή του:
225 «Ω μέθυσε, σκυλόματε, και με καρδιάν ελάφου!
μήτε ποτέ με τον λαόν ν᾽ αρματωθείς για μάχην,
μήτε εις καρτέρι να οδηγείς τους πρώτους πολεμάρχους
ετόλμησες· σου φαίνονται τρόμος θανάτου εκείνα·
καλύτερα στο στράτευμα των Αχαιών σ᾽ αρέσει
230 όποιος σ᾽ εσένα αντιλογά, να του αφαιρείς τα δώρα·
τωόντι αχρείους κυβερνάς, λαοφάγε βασιλέα!
αλλιώς αυτό το αδίκημα θα ήταν το ύστερό σου·
αλλ᾽ έναν λόγον θα σου ειπώ, και ομόνω μέγαν όρκον·
ναι, μα το σκήπτρο τούτ᾽ οπού κλαδί δεν βγάζ᾽ ή φύλλα,
235 καθώς αφήκε τον κορμόν στα όρη εκεί που εκόπη,
και δεν θ᾽ αναχλωράνει, αφού τα φύλλα και το φλούδι
γύρω του ελέπισε ο χαλκός, και το φορούν στο χέρι
οι δικαιοκρίτες Αχαιοί τους νόμους να φυλάγουν,
όπως τους έδωκεν ο Ζευς, και θα ᾽ναι μέγας όρκος·
240 θ᾽ αποζητήσουν οι Αχαιοί μια μέρα τον Πηλείδη
όλοι και συ περίλυπος την δύναμιν δεν θα ᾽χεις
να τους βοηθείς, όταν πολλούς θα στρώσει χάμω η λόγχη
του ανθρωποφόνου Έκτορος και σε θα τρώγει ο πόνος,
που αψήφησες των Αχαιών τον πρώτον πολεμάρχον».

Από τους ανθρώπους, να ζητάς εξηγήσεις, όχι απολογίες

Να μάθετε να ζητάτε εξηγήσεις απο τους ανθρώπους κι όχι απολογίες.

Να ξεκινάτε με την ερώτηση “τι ένιωθες και φέρθηκες έτσι”.
Κι όχι με “γιατί το έκανες αυτό”.

Βέβαια αυτό προϋποθέτει να έχετε διάθεση να ακούσετε τον άλλον με ενσυναίσθηση. Όχι να τον έχετε δικάσει στο μυαλό σας και απλά να ψάχνετε αφορμή να του πείτε την ετυμηγορία.

Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να απολογείτε για τις πράξεις του, ακόμη κι αν είσαι άμεσα εμπλεκόμενος, συζήτα και μη δικάζεις, δεν είσαι αρμόδιος.

Συνήθως αυτοί που μας βάζουν σε θέση απολογίας, είναι αυτοί που δε θα μπουν ποτέ και για κανέναν στην θέση αυτή.

Δεν δίνουν ποτέ καμιά εξήγηση για τη συμπεριφορά τους, πόσο μάλλον να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους και να απολογηθούν για τη συμπεριφορά τους.

Απολογίες δίνουν οι κατηγορούμενοι κι εγώ δεν κατάλαβα ποτέ για τι πράγμα κατηγορούμαι.

Γι’ αυτό έπαψα να δέχομαι συζητήσεις σε στυλ “λαϊκού δικαστηρίου”, ειδικά για ανθρώπους που δε θα το έκαναν ποτέ για μένα.

Κάθε δράση έχει και αντίδραση, οπότε την επόμενη φορά, πριν στήσετε κάποιον απέναντι σας και τον κατηγορείτε για το οτιδήποτε, σκεφτείτε μήπως εσείς είστε η αιτία της συγκεκριμένης συμπεριφοράς.

Βλέπεις φίλε μου, η αυτογνωσία λείπει στις μέρες μας, είναι πιο εύκολο να ρίχνουμε την ευθύνη στον άλλον παρά στον εαυτό μας.

Προϋποθέτει έναν καλά δομημένο χαρακτήρα, όχι ευθυνόφοβο και καθόλου εγωιστή.

Βαρέθηκα όλους τους αλάνθαστους, τους δήθεν ηθικούς.

Εκείνους τους τύπους που σε κρίνουν χωρίς να ξέρουν καν ποιός είσαι και τι έχεις ζήσει, αλλά και να ξέρουν, την έχουν δει θεοί και σε κρίνουν, χωρίς να τους το ζητήσει και κανείς στο κάτω κάτω.

Μερικοί δε από αυτούς, ανέβηκαν τόσο ψηλά, με τη δική μας βοήθεια και στήριξη και τώρα δεν φτάνουμε ούτε να τους φτύσουμε.

Σε ποιον να απολογηθώ λοιπόν και γιατί; Σίγουρα όχι σε όσους δε το έκαναν ποτέ για τη συμπεριφορά τους απέναντί μου.

Η κατάκτηση της αυτοπεποίθησης στα παιδιά

Το παιδί αποκτά σιγά σιγά αυτοπεποίθηση χάρη στις σχέσεις που δημιουργεί με τους άλλους, χάρη στη φροντίδα, την προσοχή, την άνευ όρων αγάπη που παίρνει. Το μικρό παιδί αισθάνεται ότι αυτή η αγάπη δεν εξαρτάται απ' ό,τι αναλαμβάνει ή ό,τι καταφέρνει να κάνει: το αγαπούν γι' αυτό που είναι, όχι γι' αυτό που κάνει.

Κι αυτό είναι το πιο γερό θεμέλιο για την αυτοπεποίθηση που θα αποκτήσει αργότερα. Όταν μας αγαπούν και μας αντιμετωπίζουν μ' αυτόν τον τρόπο, αποκτούμε δύναμη να ζήσουμε.

Εσωτερική ασφάλεια

Η κατάκτηση της αυτοπεποίθησης αρχίζει, λοιπόν, με αυτή τη μάχη που ο Φρόιντ αποκάλεσε «παιδική κατάθλιψη». Αν ένας έφηβος θέλει να φύγει και να ανακαλύψει τον απέραντο κόσμο και αν ένας ενήλικας είναι σίγουρος για τον εαυτό του και καταφέρνει να υλοποιεί τα σχέδιά του, αυτό συμβαίνει γιατί και οι δύο είχαν την ευκαιρία να βρουν, στα πρώτα χρόνια της ζωής τους, αυτό που ο Μπορίς Σιρουλνίκ αποκαλεί «πρόωρη αλληλεπίδραση», αυτή την «εσωτερική ασφάλεια», της οποίας τη σημασία τονίζουν τόσο οι ψυχολόγοι.

Σε αντίθεση με την αυτοεκτίμηση, που παραπέμπει στην άποψη που έχουμε για την αξία μας, η αυτοπεποίθηση αφορά τη σχέση μας με τη δράση, την ικανότητά μας να καταφέρνουμε πέρα από κάθε αμφιβολία και να ρισκάρουμε σ' έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από περιπλοκότητα. Για να πάρουμε θάρρος να περιπλανηθούμε στον έξω κόσμο χρειαζόμαστε μια «εσωτερική ασφάλεια».

Το στάδιο του καθρέφτη και η συνειδητοποίηση του εαυτού

Στο αριστοτεχνικό κείμενό του για το «στάδιο του καθρέφτη» ο Ζακ Λακάν περιγράφει τις πρώτες στιγμές συνείδησης που βιώνει το παιδί. Σε ηλικία μερικών μηνών -ανάμεσα στους έξι και στους δεκαοχτώ-, ήδη αναγνωρίζει τον εαυτό του στον καθρέφτη.

Όμως τι ακριβώς συμβαίνει την πρώτη φορά;

Το παιδί βρίσκεται στην αγκαλιά ενός ενήλικα που του δείχνει τον καθρέφτη. Νομίζει ότι αναγνωρίζει τον εαυτό του, στρέφεται στον ενήλικα και τον ρωτάει με ένα βλέμμα: «Εγώ είμαι;»

Ο ενήλικας του απαντάει μ' ένα χαμόγελο, με ένα βλέμμα ή με λίγα λόγια καθησυχάζοντάς το: «Ναι, εσύ είσαι!»

Ο φιλοσοφικός αντίκτυπος αυτής της πρώτης φοράς είναι τεράστιος: ανάμεσα σ' εμένα και στον εαυτό μου βρίσκεται εξαρχής ο άλλος. Δεν έχω συνείδηση του εαυτού μου παρά μόνο μέσα από εκείνον.

Το παιδί εμπιστεύεται αυτό που βλέπει στον καθρέφτη μόνο και μόνο επειδή εμπιστεύεται τον άλλο. Στα μάτια των άλλων ψάχνει την εσωτερική του ασφάλεια. Στα μάτια των άλλων ψάχνει τον εαυτό του.

Το ίδιο πείραμα έγινε και με μακάκους, αυτό το είδος πιθήκου που γενετικά βρίσκεται πολύ κοντά στους ανθρώπους. Οι μακάκοι απέδειξαν αμέσως την ευφυΐα τους: χρησιμοποίησαν τον καθρέφτη για να παρατηρήσουν μέρη του σώματός τους που δεν μπορούσαν να δουν αλλιώς, όπως την πλάτη ή τα οπίσθιά τους. Όμως δεν στράφηκαν στους άλλους μακάκους που υπήρχαν μέσα στο δωμάτιο: δεν ρώτησαν με το βλέμμα κανένα όμοιό τους.

Φυσικά οι μακάκοι είναι κοινωνικά ζώα και μαθαίνουν πολλά από τους άλλους, όμως αντίθετα με τους ανθρώπους, δεν εξαρτώνται από τις μεταξύ τους σχέσεις για να εξελιχθούν. Δεν έχουν την ίδια ανάγκη με τους ανθρώπους για σχέσεις. Εμείς χωρίς τους άλλους δεν θα μπορούσαμε να εξελίξουμε την ανθρωπότητα, δεν θα μπορούσαμε να γίνουμε αυτό που είμαστε.

Δημιουργώντας σχέσεις εμπιστοσύνης

Τα πρώτα χρόνια της ζωής είναι καθοριστικά, όμως -ευτυχώς- μπορούμε να δημιουργούμε σε κάθε ηλικία σχέσεις που μας εμπνέουν εμπιστοσύνη.

Αν ως παιδιά δεν είχαμε την τύχη να νιώσουμε αρκετά ασφαλείς από το συναισθηματικό περιβάλλον μας, ποτέ δεν είναι αργά για να δημιουργήσουμε τους δεσμούς που μας έλειψαν.

Όμως αυτό προϋποθέτει ότι γνωρίζουμε καλά τον εαυτό μας ώστε να έχουμε συνείδηση αυτής της έλλειψης και της ανάγκης κάλυψής της.

Ακόμα κι αν είχαμε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής μας, τη ζεστασιά των σχέσεων που μας καθησυχάζουν, αυτές οι συναντήσεις που μας δίνουν αυτοπεποίθηση δεν θα ήταν λιγότερο σημαντικές. Όμως θα τις βιώναμε διαφορετικά: θα μας έκαναν να ξαναζήσουμε, σε καθοριστικές στιγμές, τη χάρη της εμπιστοσύνης στις σχέσεις που γνωρίσαμε στο ξεκίνημα της ζωής μας.

Επομένως αυτό που χρειάζεται για ν' αποκτήσουμε αυτοπεποίθηση και να εμπιστευτούμε τους άλλους είναι κοινό: πρέπει να βγαίνουμε, να συναναστρεφόμαστε διαφορετικούς ανθρώπους που μας εμπνέουν, να επιλέγουμε δασκάλους ή φίλους που μας βοηθούν να μεγαλώσουμε, ν' αφυπνιστούμε, ν' αποκαλυφθούμε. Ας αναζητήσουμε σχέσεις που μας κάνουν καλό, που μας κάνουν να νιώθουμε ασφάλεια και μας απελευθερώνουν.

Και ας θυμόμαστε πάντα εκείνο το δίχρονο αγοράκι που πλησιάζει τον καλεσμένο που μόλις μπήκε στο σπίτι του. Βαδίζει προς το άγνωστο. Φυσικά φοβάται λιγάκι -ένας ξένος μόλις εισέβαλε στο σπίτι του. Όμως προχωρά. Βαδίζει πλάι στον φόβο του. Έχει αυτοπεποίθηση και νιώθει εμπιστοσύνη στον ξένο και στην οικογένειά του.

Αυτή η εμπιστοσύνη δεν είναι καθορισμένη ούτε γενετικά ούτε βιολογικά. Αναπτύσσεται σιγά σιγά με τους δεσμούς που μας καθορίζουν από τη γέννησή μας και μας τυλίγουν όπως τα πανιά με τα οποία τυλίγουμε τα νεογέννητα αφού τα κάνουμε μπάνιο.

Πολλές φορές, μάλιστα, χαϊδεύουμε το κορμάκι τους, για να τους θυμίσουμε ότι είμαστε εδώ, ότι τα φροντίζουμε, ότι δεν είναι μόνα στον κόσμο. Μ' αυτόν τον τρόπο τα κάνουμε να νιώσουν εμπιστοσύνη. Αυτό χρειάζονται. Αργότερα, όταν τα ενθαρρύνουμε να φάνε μόνα τους ή να τολμήσουν να κάνουν τα πρώτα τους βήματα, τα εμπιστευόμαστε. Κανείς δεν μπορεί ν' αποκτήσει αυτοπεποίθηση μόνος του. Η αυτοπεποίθηση είναι πάνω απ' όλα ζήτημα αγάπης και φιλίας.

Σε πόσα «σχεδόν» έχεις εγκλωβίσει τη ζωή και τα όνειρά σου;

Σχεδόν καλά...

«Σχεδόν τίποτα. Σχεδόν καλά. Σχεδόν μαζί. Σε αυτή τη λέξη την πονηρή, ναυάγησε ολόκληρη η ζωή μου. Τι κρίμα. Και ήταν σχεδόν δύο βήματα η στεριά». 

Σχεδόν...

Σε πόσα σχεδόν έχεις εγκλωβίσει τη ζωή σου και τα όνειρά σου;

Σε πόσα σχεδόν έχεις παγιδεύσει τις σκέψεις σου για το μέλλον;

Σε πόσα σχεδόν έχεις φυλακίσει την εξέλιξή σου;

Σχεδόν καλά...

Δικαιούσαι και το καλά... Δικαιούσαι και το καλύτερα.

Όμως το σχεδόν έγινε τρόπος ζωής για σένα, γιατί έμαθες να είσαι εκεί για όλους.

Έμαθες να ακούς και να μην ακούγεσαι.

Έμαθες να ικανοποιείς και να μην ικανοποιείσαι.

Έμαθες να σώζεις και να μην σώζεσαι.

Έμαθες να παρηγορείς και να μην παρηγορείσαι.

Έμαθες να μην βλέπεις την κούρασή σου, την οποία συχνά δεν τη νιώθεις, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει.

Όμως οι σχέσεις είναι αμφίδρομες και διαδραστικές.

Οι σχέσεις δεν είναι ανοχή, ούτε αγώνας αντοχής.

Οι σχέσεις δεν είναι βόλεμα.

Οι σχέσεις είναι σεβασμός και ενδιαφέρον.. . φροντίδα αμφίδρομη και ουσιαστική επικοινωνία. . θαυμασμός και παρηγοριά.

Στις σχέσεις είμαστε εκεί για τον άλλον και εδώ εκείνος για εμάς και αν έχεις μάθει, αν έχεις εκπαιδεύσει τον εαυτό σου να κάνει όλους τους ρόλους, να θυμάσαι το σχεδόν καλά, ακόμα και αν δεν σου αρέσει.

Γιατί αυτό το σχεδόν καλά θα υπάρχει. Μπορεί να το κρύβεις κάτω από το χαλί, να επιλέγεις να μην το βλέπεις, υπάρχει όμως, όπως υπάρχει και το πάγωμα των σκέψεών σου, όπως υπάρχει και η ανασφάλειά σου για το μέλλον, γιατί σε αυτή την ανασφάλεια θα πρέπει να αναζητήσεις τις απαντήσεις σου.

Γιατί η στεριά είναι σχεδόν δύο βήματα μακριά.

Tο αρχέτυπο της Χρυσής Σκιάς: Ο καταπιεσμένος χρυσός που κρύβεται μέσα στο σκοτάδι μας

Οι περισσότεροι από εμάς είναι εξοικειωμένοι με το αρχέτυπο της Σκοτεινής Σκιάς: την καταπιεσμένη πλευρά που βρίσκεται μέσα μας. Αλλά πιθανότατα δεν είμαστε εξοικειωμένοι με το αρχέτυπο της Χρυσής Σκιάς: τον καταπιεσμένο χρυσό που κρύβεται μέσα στο σκοτάδι μας.

Η χρυσή σκιά συμβολίζει το κρατημένο θάρρος, τα κρυμμένα ταλέντα, το καταπιεσμένο πάθος και την πνιγμένη δημιουργικότητα. Είναι οι ανεκπλήρωτες δυνατότητες που οι άνθρωποι συχνά δεν μπορούν να δουν ή να αναπτύξουν εξαιτίας του φόβου ή επειδή δεν ρισκάρουν.

Στο πνεύμα του να γίνετε ένας ισορροπημένος και ολοκληρωμένος άνθρωπος και πιο αυθεντικοί στην δέσμευση σας με τον εαυτό σας και με τους άλλους, το να είστε περίεργοι για το σκοτάδι μέσα σας είναι ένας βαθύτερος τρόπος για να ανακαλύψετε τον κρυμμένο σας χρυσό.

Κάνοντας το σκοτάδι συνειδητό

«Η υπερβολική πτυχή των ζώων στρεβλώνει τον πολιτισμό, ο υπερβολικός πολιτισμός αρρωσταίνει τα ζώα»– Γιουνγκ

Η σκιά είναι μέρος της ύπαρξης του ανθρώπου. Όλοι έχουμε μια και όλοι έχουμε μια σκοτεινή πλευρά. Ήταν απαραίτητο να καταπιεστούν συγκεκριμένες πτυχές της ζωώδης φύσης μας όταν αναπτυσσόμασταν.

Προκειμένου να είμαστε πολιτισμένοι και ένα υγιές και λειτουργικό μέλος της κοινωνίας ήταν ένα σημαντικό και υγιές πράγμα να μετριάσουμε την άγρια φύση μας, την ασυγκράτητη φρενίτιδα, την βία, τον απερίσκεπτο αυθορμητισμό μας και να είμαστε πειθαρχημένοι.

Αυτά έγιναν το καταπιεσμένο σκοτάδι μας, η σκιά μας. Το να κάνουμε συνειδητό το σκοτάδι μας είναι μια τέχνη. Είναι μια επισφαλής προσπάθεια, ένα επικίνδυνο και λεπτό εγχείρημα. Αλλά καμία άλλη πρακτική δεν είναι πιο ζωτικής σημασίας για την ανθρωπότητα. Κανένα άλλο καθήκον δεν είναι τόσο κρίσιμο για την επίτευξη της ισορροπίας και της ολοκλήρωσης.

Όπως είχε πει και ο Γιούνγκ «Κάποιος δεν διαφωτίζεται με το να φαντάζεται μορφές φωτός αλλά κάνοντας το σκοτάδι συνειδητό».

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η σκιά είναι αρχέγονη. Είναι άγρια και διαισθητική. Όταν είμαστε νέοι είναι απαραίτητο να την καταπιέσουμε για να πειθαρχήσουμε. Όταν ωριμάζουμε, είναι σημαντικό να την ενσωματώσουμε για να πετύχουμε την διαφώτιση.

Πρέπει να συμφιλιωθούμε ώστε να μην εξαπλωθεί και να μας δηλητηριάσει. Αν απλώς αγνοήσουμε την σκιά, θα γίνει ισχυρότερη, πιο σκοτεινή και πιο θυμωμένη. Θα γίνει δαιμονική και αυταρχική, σε βαθμό που τελικά θα μας έχει ως μαριονέτες κάτω από ένα σκοτεινό και ανελέητο σύννεφο.

Χρειάζεται έντονο θάρρος για να αντιμετωπίσουμε το σκοτάδι μας και απαιτούνται σκληρές αμφισβητήσεις για να ξεπεράσουμε τις άνετες «απαντήσεις» με τις οποίες έχουμε συμβιβαστεί. Πρέπει να γίνουμε ευαίσθητοι για να ξεπεράσουμε την άκαμπτη αναισθησία με την οποία είμαστε «ασφαλείς».

Αλλά τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από το να κάνουμε το σκοτάδι μας συνειδητό, ειδικά όταν ο στόχος μας είναι η υγιής ολοκλήρωση, η ολότητα, η ισορροπία και η φώτιση.

Ανακαλύπτοντας τον χρυσό

«Οι ήρωες προορίζονται να σφυρηλατούνται χρυσοί από την φωτιά» – Νικίτα Γκιλλ

Μόλις κάνουμε το σκοτάδι συνειδητό, μπορούμε να αρχίσουμε το σημαντικό έργο της ανακάλυψης. Αλλά δεν θα είναι εύκολο. Το μόνο πιο δύσκολο από το να βρούμε το χρυσό στο σκοτάδι είναι να κάνουμε το σκοτάδι συνειδητό.

Και αυτό γιατί η σκιά μας είναι ταραγμένη και άγρια. Είναι ένα καμίνι με λιωμένη ενέργεια όπου όλος ο καταπιεσμένος μας θυμός, η θλίψη, η ντροπή, η ενοχή και η άγρια κατάσταση μας βράζουν σε μια μανιασμένη φρενίτιδα.

Το να ανακαλύψουμε τον χρυσό σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν είναι για την αδύναμη καρδιά. Μια καλή στρατηγική είναι να αξιοποιήσουμε την αρχέτυπη δύναμη του Φοίνικα (την προσωποποιημένη διαδικασία ζωής-θανάτου-αναγέννησης). Φέρνοντας αντιμέτωπο ένα αρχέτυπο (Φοίνικας) με ένα άλλο (Σκιά) γινόμαστε πιο θαρραλέοι και πιο προσαρμόσιμοι όταν αντιμετωπίζουμε την φωτιά και είναι πιο πιθανό να κερδίσουμε την ανθεκτικότητα της αναγέννησης.

Εύκολο να το λες παρά να το κάνεις βέβαια, αλλά η ανακάλυψη του χρυσού αξίζει τον κόπο. Γι αυτόν τον τύπο χρυσού ενισχύεται η εμπιστοσύνη και το θάρρος μας. Αυτός ο τύπος χρυσού υποστηρίζει την αυτοεκτίμηση μας. Μας κάνει πιο ανθεκτικούς, πιο ευρηματικούς και πιο πνευματικά ισχυρούς. Αποκαλύπτει κρυμμένα ταλέντα, καταπιεσμένο πάθος και την πνιγμένη δημιουργικότητα.

Το ενδιαφέρον είναι ότι για να αποκτήσουμε το θάρρος που χρειάζεται για να ανακαλύψουμε τον χρυσό στο σκοτάδι, είναι ότι πρέπει να έχουμε ήδη το θάρρος να κάνουμε το σκοτάδι μας συνειδητό.

Είναι σαν το παράδοξο απόφθεγμα του Τζωρτζ Όργουελ: «Μέχρι να γίνουν συνειδητοί ποτέ δεν θα επαναστατήσουν και αφού επαναστατήσουν δεν μπορούν να γίνουν συνειδητοί».

Το καλό (και το κακό) πράγμα με το ασυνείδητο είναι ότι λειτουργεί πίσω από την συνείδηση. Αν είμαστε αρκετά τυχεροί ώστε να έχουμε μια εμπειρία ζωής που θα κάνει το ασυνείδητο μας να μας δώσει το απαραίτητο θάρρος για να κάνουμε το σκοτάδι μας συνειδητό θα μπορέσουμε να ενισχύσουμε το θάρρος μας ανακαλύπτοντας τον χρυσό στη σκιά μας.

Εν τέλει, έχοντας κάνει το σκοτάδι μας συνειδητό, έχοντας σφυρηλατηθεί από την φωτιά και έχοντας αναστηθεί σε έναν πανίσχυρο Φοίνικα, θα έχουμε ανακαλύψει έναν ιερό χρυσό από το σκοτάδι και θα αποκαλύψουμε τα βαθύτερα πάθη μας, τα κρυμμένα ταλέντα, την άγρια φύση και την έμφυτη δημιουργικότητα μας.

Έτσι, μπορούμε να συνεχίσουμε την συμφιλίωση με την σκιά μας και την καλλιέργεια της γνησιότητας μας.

Με την ισχυρή σκιά στο πλευρό μας, ως σύμμαχο όχι ως εχθρό, ως ενότητα όχι ως διάσπαση, το μονοπάτι της διαφώτισης ανοίγεται μπροστά μας.

Η συζυγική πίστη για τον άντρα είναι τεχνητή, για τη γυναίκα φυσική

To ότι κάθε ερωτική σχέση έχει στη βάση της ένα ένστικτο προσανατολισμένο στο παιδί που θα γεννηθεί θα επιβεβαιωθεί χωρίς αμφιβολία μέσω της λεπτομερέστερης ανάλυσης αυτού του ενστίκτου, την οποία δεν μπορούμε να μην επιχειρήσουμε. Πρώτα πρώτα ο άντρας από τη φύση του τείνει προς την αστάθεια στον έρωτα, ενώ η γυναίκα στη σταθερότητα. 

Ο έρωτας του άντρα μειώνεται αισθητά από τη στιγμή που έχει δεχτεί ικανοποίηση: σχεδόν κάθε άλλη γυναίκα τον ερεθίζει περισσότερο από ό,τι αυτή που έχει· ζητά αλλαγή. Αντίθετα, ο έρωτας της γυναίκας μεγαλώνει από εκείνη τη στιγμή. Αυτό αποτελεί συνέπεια του σκοπού της φύσης, ο οποίος αποβλέπει στη διατήρηση και επομένως στην κατά το δυνατόν μεγαλύτερη διεύρυνση του γένους. Δηλαδή ο άντρας μπορεί να παράγει άνετα περισσότερα από εκατό παιδιά το χρόνο. Αντίθετα, η γυναίκα, με όσους άντρες και αν πήγαινε, θα μπορούσε να φέρει στον κόσμο μόνο ένα παιδί το χρόνο (εκτός από την περίπτωση διδύμων).

Γι’ αυτό εκείνος κοιτάζει συνέχεια γύρω του για άλλες γυναίκες· αντίθετα, αυτή κρατάει σταθερά τον έναν· γιατί η φύση την οδηγεί ενστικτωδώς και χωρίς περαιτέρω συλλογισμό να κρατήσει εκείνον που θα διασφαλίσει τη διατροφή και την προστασία του μελλοντικού απογόνου. Γι’ αυτόν το λόγο η συζυγική πίστη για τον άντρα είναι τεχνητή, για τη γυναίκα φυσική, άρα και η μοιχεία της γυναίκας, αντικειμενικά λόγω των συνεπειών και υποκειμενικά λόγω της αντίθεσης προς τη φύση, είναι πολύ πιο ασυγχώρητη σε σχέση με αυτήν του άντρα.

Επιλογική απόκρυψη της αλήθειας ή Ειλικρίνεια;

Στον κόσμο των επιχειρήσεων και της πολιτικής είναι πότε πότε ανάγκη να εφαρμόζεται η επιλογική απόκρυψη των γνωμών εκείνων που επιδιώκουν να εισδύσουν εύκολα στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Αν οι άνθρωποι έλεγαν πάντα αυτά που σκέφτονται σε ζητήματα και μεγάλα και μικρά, θα θεωρούνταν απείθαρχοι από τον μέσο προϊστάμενο, και απειλή για τον οργανισμό από την διεύθυνση. Θα αποκτούσαν τη φήμη του δύσκολου χαρακτήρα, θα κρίνονταν επιπλέον ανάξιοι της εμπιστοσύνης να εκπροσωπήσουν σωστά έναν οργανισμό. Απλούστατα, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αν ένας θέλει να είναι έστω και στο ελάχιστο αποτελεσματικός μέσα σε έναν οργανισμό, αυτός πρέπει μεροληπτικά να γίνει ένα «πρόσωπο του οργανισμού», επιφυλακτικός στην έκφραση προσωπικών γνωμών, συγχωνεύοντας πότε πότε την προσωπική του ταυτότητα με εκείνην του οργανισμού.

Από το άλλο μέρος, αν κάποιος θεωρεί την αποτελεσματικότητά του σε έναν οργανισμό σαν το μόνο στόχο της επιχειρηματικής συμπεριφοράς, επιτρέποντας να εκφράζονται μόνο οι γνώμες που δεν προκαλούν ταλαντεύσεις στην επιχείρηση, τότε αυτός ο κάποιος θα έχει υιοθετήσει την αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και έτσι θα έχει χάσει την ατομική ακεραιότητα και ταυτότητά του, γινόμενος το τέλειο πρόσωπο του οργανισμού. Ο δρόμος που ένας μεγάλος διευθυντής επιχείρησης πρέπει να βαδίσει ανάμεσα στη συντήρηση και στο χάσιμο της ταυτότητας και ακεραιότητάς του, είναι εξαιρετικά στενός και πολύ πολύ λίγοι τον διατρέχουν με επιτυχία. Πρόκειται για μια τεράστια δοκιμασία.

Έτσι, σ’ αυτές και σε πολλές άλλες περιστάσεις, η έκφραση γνωμών, ιδεών ακόμα και γνώσεων πρέπει πότε πότε να καταπνίγονται στην πορεία των ανθρώπινων υποθέσεων. Κι αφού έτσι έχουν τα πράγματα, ποιους κανόνες μπορεί ένας ν’ ακολουθήσει αν είναι αφοσιωμένος στην αλήθεια; 

Πρώτον, να μη λέει ποτέ ψέματα. 

Δεύτερο, να έχει πάντα στο νου ότι η απόκρυψη της αλήθειας είναι δυνάμει ένα ψέμα, και ότι σε κάθε περίπτωση όπου αποκρύπτεται μια αλήθεια προαπαιτείται μια σημαντική ηθική απόφαση. 

Τρίτον, η απόφαση για απόκρυψη της αλήθειας δεν πρέπει ποτέ να βασίζεται σε προσωπικές ανάγκες, όπως η ανάγκη για εξουσία ή η ανάγκη να είναι κανείς αρεστός, ή η ανάγκη να προστατεύσει τον «χάρτη» του από την έρευνα. 

Τέταρτο, και αντίστροφα, η απόφαση για απόκρυψη της αλήθειας πρέπει πάντα να βασίζεται εξ ολοκλήρου στις ανάγκες του προσώπου ή των ανθρώπων από τους οποίους αποκρύπτεται η αλήθεια. 

Πέμπτο, η εκτίμηση των αναγκών ενός άλλου είναι μια πράξη ευθύνης τόσο πολυσύνθετη ώστε δεν μπορεί να διεξαχθεί σωστά παρά μόνον όταν αυτός που τη διεξάγει διέπεται από γνήσια αγάπη για τον άλλο. 

Έκτο, το πρωταρχικό στοιχείο στην εκτίμηση των αναγκών ενός άλλου, είναι η εκτίμηση της ικανότητας αυτού του προσώπου να χρησιμοποιεί την αλήθεια για τη δική του πνευματική ανάπτυξη. 

Τέλος, όταν προσπαθούμε να εκτιμήσουμε την ικανότητα ενός άλλου να χρησιμοποιεί την αλήθεια για την προσωπική του πνευματική ανάπτυξη, πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη ότι η τάση μας είναι γενικά να υποτιμούμε μάλλον παρά να υπερτιμούμε αυτή την ικανότητα.

Όλα αυτά μπορεί να μας φαίνονται πελώριο έργο, που είναι αδύνατο να εκτελεστεί στην εντέλεια, ένα χρόνιο κι ατέλειωτο φόρτωμα αυτοπειθαρχίας, μια σωστή τροχοπέδη. Και είναι πράγματι αυτό, το ατέλειωτο φόρτωμα αυτοπειθαρχίας, που κάνει τους περισσότερους ανθρώπους να επιλέγουν μια ζωή περιορισμένης εντιμότητας και ειλικρίνειας και σχετικής κρυψίνοιας και κρυψιβουλίας απέναντι στους άλλους. Ο δρόμος αυτός είναι ευκολότερος. Ωστόσο, οι ανταμοιβές από τη δύσκολη ζωή της εντιμότητας και αφοσίωσης στην αλήθεια είναι περισσότερο από ανάλογες προς τις απαιτήσεις. 

Επειδή οι ειλικρινείς άνθρωποι έχουν την πραγματικότητά τους συνεχώς υπό εξέταση είναι, για το λόγο αυτό, άνθρωποι συνεχώς αναπτυσσόμενοι, χάρη στην ειλικρίνειά τους μπορούν να συνάπτουν και να διατηρούν στενές σχέσεις με μεγαλύτερη επιτυχία από τους πιο κλειστούς ανθρώπους. Επειδή δε λένε ποτέ ψέματα μπορούν να είναι ασφαλείς και περήφανοι γιατί ξέρουν ότι δεν έχουν κάνει τίποτα για να συμβάλουν στη σύγχυση που υπάρχει στον κόσμο, αλλά έχουν χρησιμεύσει ως πηγές διαφώτισης και διαύγασης... Τελικά, είναι και νιώθουν τελείως ελεύθεροι. Δε βαρύνονται από καμιά ανάγκη να κρυφτούν. Δεν υποχρεώνονται να ξεγλιστρούν στις σκιές. Δεν είναι αναγκασμένοι να φτιάχνουν καινούργια ψέματα για να κρύψουν τα παλιά. Δεν έχουν ανάγκη να σπαταλούν χρόνο και κόπο να σκεπάζουν ίχνη ή να διατηρούν προσωπεία. Και, τελικά, βρίσκουν ότι η δύναμη που απαιτείται για την αυτοπειθαρχία της τιμιότητας είναι πολύ λιγότερη από την ενέργεια που απαιτείται για την κρυψίνοια. 

Όσο περισσότερο είναι κανείς τίμιος τόσο ευκολότερο είναι γι’ αυτόν να συνεχίσει να είναι τίμιος, όπως ακριβώς όσο περισσότερα ψέματα έχει πει ένας, τόσο περισσότερο του είναι αναγκαίο να πει ξανά ψέματα. Χάρη στην ειλικρίνειά τους, οι άνθρωποι που είναι αφοσιωμένοι στην αλήθεια ζουν στα φανερά, και μέσα από την εξάσκηση του θάρρους τους να ζουν στα φανερά, απαλλάσσονται από το φόβο.

Αν συμπεριφέρεστε ακριβώς όπως επιθυμείτε κάθε φορά, πιστεύετε πως θα έχετε καλύτερη επικοινωνία με τους ανθρώπους που σας περιβάλλουν;

Μπορείτε να συμπεριφέρεστε ακριβώς όπως επιθυμείτε. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να βρείτε τη σωστή κατάσταση για να το κάνετε.

Υπάρχουν δύο περιπτώσεις στις οποίες μπορείτε να είστε απλώς ο εαυτός σας:

Η πρώτη κατάσταση είναι όταν βρίσκεστε μόνοι σας σε ένα δωμάτιο. Τότε δεν έχει σημασία πώς μιλάτε ή τι κάνετε. Δεν βλάπτει κανέναν αν ουρλιάξετε και βρίσετε ή αν απλώς θελήσετε να καθίσετε σιωπηλοί και να συλλογιστείτε τα μεγάλα μυστήρια της ζωής ή να αναρωτηθείτε γιατί τα μοντέλα μόδας πάντα φαίνονται τόσο τσατισμένα. Μονάχοι σας μπορείτε να συμπεριφέρεστε ακριβώς όπως νιώθετε. Απλό, έτσι δεν είναι;

Η δεύτερη κατάσταση όπου μπορείτε να είστε απολύτως ο εαυτός σας είναι όταν όλοι οι άλλοι στο δωμάτιο είναι ακριβώς όπως εσείς. Τι μας έμαθαν οι μανάδες μας; Να φερόμαστε στους άλλους όπως θέλουμε να μας φέρονται. Εξαιρετική συμβουλή και με πολύ καλές προθέσεις. Και επίσης λειτουργεί, αρκεί να είναι όλοι ίδιοι με εσάς. Το μόνο που χρειάζεται να κάνετε είναι μια λίστα με όλους τους ανθρώπους που γνωρίζετε οι οποίοι πιστεύουν ακριβώς ό,τι κι εσείς, σκέφτονται και ενεργούν ακριβώς όπως εσείς σε όλες τις περιπτώσεις. Στη συνέχεια τηλεφωνήστε τους και αρχίστε να κάνετε παρέα.

Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα ήταν μάλλον καλή ιδέα να κατανοήσετε πώς σας αντιλαμβάνονται οι άλλοι και πώς λειτουργούν. Δεν νομίζω ότι θα κάνω κάποια βαρυσήμαντη δήλωση αν σας πω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που γνωρίζετε δεν μοιάζουν με εσάς.

Οι λέξεις μπορεί να έχουν απίστευτη δύναμη, αλλά οι λέξεις που επιλέγουμε και ο τρόπος με τον οποίο τις χρησιμοποιούμε ποικίλλουν. Όπως ξέρετε, υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες των λέξεων. Και όταν χρησιμοποιείτε τη λάθος λέξη, τότε, ναι, ίσως είστε ηλίθιος.

Περιστοιχιζόμαστε από ηλίθιους – ή μήπως όχι;

Τι σημαίνει βασικά αυτό; Τα μοτίβα συμπεριφοράς μοιάζουν με εργαλειοθήκη. Όλοι οι τύποι είναι απαραίτητοι. Ανάλογα με την περίσταση, ένα εργαλείο μερικές φορές είναι σωστό και μερικές λάθος. Μια βαριοπούλα γύρω στα δεκαπέντε κιλά είναι τέλεια για να γκρεμίζεις τοίχους, αλλά δεν ενδείκνυται αν θέλεις να κρεμάσεις μια φωτογραφία στο φουαγέ.

Κάποιοι αντιτίθενται στην ιδέα της ταξινόμησης των ανθρώπων σε διαφορετικούς τύπους προσωπικότητας. Ίσως κι εσείς πιστεύετε ότι δεν πρέπει να κατηγοριοποιείτε τους ανθρώπους με αυτόν τον τρόπο, ότι είναι λάθος να κατηγοριοποιεί κανείς τους ανθρώπους γενικότερα. Ωστόσο, όλοι το κάνουμε, ίσως με άλλο τρόπο, μολαταύτα όλοι καταγράφουμε τις διαφορές μας. Το γεγονός παραμένει ότι είμαστε διαφορετικοί και, κατά τη γνώμη μου, η επισήμανση αυτή μπορεί να είναι κάτι θετικό αν την κάνετε με τον σωστό τρόπο. Με ακατάλληλη χρήση κάθε εργαλείο μπορεί να είναι επιβλαβές. Έχει να κάνει περισσότερο με το άτομο που το χρησιμοποιεί παρά με το ίδιο το εργαλείο.

Το χρήμα είναι χυδαίο ή ευγενές;

Το χρήμα είναι απατηλό. Για το χρήμα δεν μπορούμε να πούμε τίποτα χωρίς να προσθέσουμε και το αντίθετό του: είναι χυδαίο και ευγενές, είναι μύθος και πραγματικότητα- χωρίζει και συνδέει τους ανθρώπους, τρομάζει όταν αφθονεί, όπως και όταν λείπει. Είναι ένα αγαθό που κάνει κακό, ένα κακό που ωφελεί. Τα πρώτα κέρματα, όπως μας λένε οι ιστορικοί, χρονολογούνται από την τρίτη χιλιετία π.Χ. στην Ουρ της Μεσοποταμίας και είχαν χαραγμένη τη μορφή της Ιστάρ (Ινάννα), της θεάς της γονιμότητας και του θανάτου, μια παράξενη δυαδικότητα. Το χρήμα είναι μια οικονομική γλώσσα κατανοητή σε όλους- ο καθένας μπορεί να το χειριστεί, ανεξαρτήτως λεξιλογίου και θρησκείας, να το μετατρέψει οπουδήποτε και αμέσως σε αντικείμενα και υπηρεσίες: βαθιά στην έρημο ή στα πιο απομακρυσμένα νησιά.

Το χρήμα προσφέρει τη μοναδική πολύτιμη αξία σ’ αυτό τον κόσμο: προσφέρει χρόνο, την ανεξάντλητη αφθονία του χρόνου. Υπό αυτή την έννοια, είναι απελευθερωτικό. Όταν λείπει, η ύπαρξη συρρικνώνεται σε ένα αιώνιο παρόν που μας φυλακίζει. Ξεχώριζα πάντοτε τον βιοπορισμό από το νόημα της ζωής.

Το χρήμα είναι μια υπόσχεση που επιδιώκει τη σοφία. Η έκφραση πρέπει να γίνει κατανοητή με διπλή έννοια: είναι σοφό να έχουμε χρήματα, είναι σοφό να αναρωτιόμαστε πάνω σ’ αυτά. Το χρήμα μάς αναγκάζει σε μια μορφή διαιτησίας ανάμεσα στο τι θέλουμε, τι μπορούμε και τι οφείλουμε. Κάνει τον κάθε άνθρωπο φιλόσοφο: σκέφτεται, υπολογίζει, μαθαίνει να ξοδεύει με τον καλύτερο τρόπο για τον ίδιο και τους άλλους. Το χρήμα αποκαλύπτει τον τσιγκούνη, τον σπάταλο, τον φιλάργυρο, τον ζηλόφθονο- όλοι προδίδονται όταν βάζουν το χέρι στην τσέπη. Με το χρήμα, κανείς δεν είναι απολύτως ειλικρινής: όσοι πιστεύουν ότι το μισούν στην πραγματικότητα το εξιδανικεύουν- όσοι το εξιδανικεύουν το υπερεκτιμούν- όσοι προσποιούνται ότι το περιφρονούν λένε ψέματα στον εαυτό τους. Προβληματικός ενθουσιασμός, άτοπη αποδοκιμασία. Αυτή είναι η δυσκολία. Αλλά αν η σοφία δεν είναι να αντιμετωπίζουμε και να κατανοούμε ό,τι εμφανίζεται ως σύμβολο τρέλας, τότε σε τι χρησιμεύει η φιλοσοφία;

Λουκρήτιος: Πες πως η ίδια η φύση ξάφνου παίρνει το λόγο και μαλώνει έναν από μας

Και τέλος, πες πως η ίδια η φύση ξάφνου παίρνει το λόγο και μαλώνει έναν από μας:

«Γιατί, θνητέ, αφήνεσαι να βυθιστείς σ’ ένα τόσο αρρωστημένο πένθος;

Τι κλαίγεσαι κι αναστενάζεις για το θάνατο; Αν ήταν ευχάριστη η ζωή σου που πέρασε και πάει, κι αν όλες οι χάρες της δεν πήγαν χαμένες σαν να χύθηκαν μέσα από ένα τρύπιο πιθάρι, τότε γιατί δεν αποσύρεσαι σαν χορτάτος συνδαιτυμόνας από το συμπόσιο της ζωής και δεν προτιμάς, ανόητε, μια γαλήνη δίχως έγνοιες; Μα αν όσα αποκόμισες σκόρπισαν και χάθηκαν και σου είναι βάρος η ζωή, τι γυρεύεις να της προσθέσεις κι άλλα, για να χαθούν κι αυτά κι όλα άχαρα να σβήσουν; Δεν είναι καλύτερα, να δώσεις ένα τέλος στη ζωή και στα βάσανα;

Γιατί εγώ δεν μπορώ να μηχανευτώ και να επινοήσω τίποτα πια που να σ’ ευχαριστήσει.

Όλα τα πράγματα είναι όπως ήταν πάντα. Και ίδια θα παραμένουν, ακόμα κι αν το σώμα σου δεν έχει κιόλας μαραθεί απ’ τα χρόνια και τα μέλη σου δεν έχουν λιώσει ακόμα κι αν ζήσεις τόσο που να ξεπεράσεις όλες τις γενιές, ακόμα κι αν ποτέ σου δεν πεθάνεις.»

Τι θ’ απαντήσουμε, αν όχι ότι η φύση δίκαια μας δικάζει κι ότι είναι αληθινή η κατηγορία που απαγγέλλει; Κι αν πάλι κάποιος γέρος με χρόνια στην πλάτη, παραπονεθεί παραπάνω απ’ το κανονικό και κλαφτεί που θα πεθάνει, δεν θα ‘χει δίκιο η φύση να υψώσει τη φωνή και να τον μαλώσει ακόμα πιο σκληρά;

«Σκούπισε τα δάκρυα σου, ανάξιε, και σταμάτα τις κλάψες. Τώρα μαραίνεσαι, αφού πρώτα γεύτηκες όλα τα δώρα της ζωής. Μα επειδή πάντα ποθείς αυτό που δεν έχεις και περιφρονείς αυτά που έχεις, κύλησε η ζωή σου λειψή κι αχάριστη και ξάφνου στέκει πλάι στο προσκέφαλο σου ο θάνατος, και συ δεν έχεις τη δύναμη, χορτασμένος και ικανοποιημένος απ’ όλα, ν’ αποσυρθείς.

Όμως τώρα παράτα τα όλα τούτα που δεν ταιριάζουν στην ηλικία σου, κι άντε, με ήσυχη την ψυχή, κάνε τόπο και σε άλλους- έτσι πρέπει»

Λουκρήτιος

Συμπεριφερόμαστε στους ανθρώπους σαν να είναι αριθμοί

Η προσέγγισή μας στη ζωή γίνεται σήμερα ολοένα και πιο μηχανική. Ο βασικός στόχος μας είναι να παράγουμε πράγματα και στη διαδικασία αυτής της ειδωλολατρίας των πραγμάτων μεταμορφώνουμε τους εαυτούς μας σε εμπορεύματα. Συμπεριφερόμαστε στους ανθρώπους σαν να ήταν αριθμοί. Το ερώτημα εδώ δεν είναι κατά πόσο τους συμπεριφερόμαστε καλά και αν είναι καλοταϊσμένοι (μπορεί κανείς να συμπεριφέρεται καλά και στα αντικείμενα)- το ερώτημα είναι κατά πόσο οι άνθρωποι είναι πράγματα ή έμβια όντα. Οι άνθρωποι αγαπούν τα μηχανικά μαραφέτια περισσότερο από τα έμβια όντα. 

Προσεγγίζουμε τους ανθρώπους νοητικά-αφαιρετικά. Ενδιαφερόμαστε για τους ανθρώπους σαν αντικείμενα, τα κοινά τους χαρακτηριστικά, τους στατιστικούς κανόνες της μαζικής συμπεριφοράς, και όχι για τα ζωντανά άτομα.

Όλα αυτά συμβαδίζουν με τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των γραφειοκρατικών μεθόδων. Σε τεράστια κέντρα παραγωγής, τεράστιες πόλεις, τεράστιες χώρες, οι άνθρωποι διοικούνται σαν να ήταν πράγματα- οι άνθρωποι και οι διοικητές τους μετασχηματίζονται σε πράγματα και υπακούν στους νόμους των πραγμάτων. Όμως ο προορισμός του ανθρώπου δεν είναι ένα πράγμα. Καταστρέφεται αν γίνει πράγμα- και προτού συμβεί αυτό, φτάνει σε απόγνωση και επιθυμεί να σκοτώσει κάθε ζωή.

Σε ένα γραφειοκρατικά οργανωμένο και συγκεντρωτικό βιομηχανισμό, οι προτιμήσεις χειραγωγούνται, ώστε οι άνθρωποι να καταναλώνουν όσο το δυνατόν περισσότερο και σε προβλέψιμες και προσοδοφόρες κατευθύνσεις. Η ευφυΐα και ο χαρακτήρας τους κανονικοποιείται από τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των τεστ που επιλέγουν τους μέτριους και δειλούς σε σύγκριση με τους ευρηματικούς και τολμηρούς. Μάλιστα, ο γραφειοκρατικός-βιομηχανικός πολιτισμός, που έχει επικρατήσει στην Ευρώπη και στη βόρεια Αμερική, έχει δημιουργήσει έναν νέο τύπο ανθρώπου- μπορούμε να τον περιγράψουμε ως τον οργανωτικό άνθρωπο, ως τον αυτόματο άνθρωπο και ως τον homo mechanicus (μηχανικός άνθρωπος). Με αυτό εννοώ έναν άνθρωπο των “συσκευών” (gadget), που έλκεται βαθιά από οτιδήποτε μηχανικό και έχει μια τάση κατά οτιδήποτε ζωντανού.

Είναι αλήθεια ότι ο βιολογικός και φυσιολογικός εξοπλισμός του ανθρώπου τον εφοδιάζει με τόσο ισχυρές σεξουαλικές παρορμήσεις, που ακόμη και ο homo mechanicus συνεχίζει να έχει σεξουαλικές επιθυμίες και να αποζητά γυναίκες. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ενδιαφέρον του για τις γυναίκες μειώνεται. Μια γελοιογραφία στην εφημερίδα New Yorker το υπέδειξε αυτό με πολύ κωμικό τρόπο. Μια πωλήτρια που προσπαθεί να πουλήσει μια συγκεκριμένη μάρκα αρώματος σε μια νεαρή πελάτισσα το προτείνει λέγοντας: “Μυρίζει σαν καινούριο σπορ αυτοκίνητο”. Πράγματι, κάθε παρατηρητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς σήμερα θα επιβεβαιώσει ότι αυτό το σκίτσο είναι κάτι παραπάνω από ένα έξυπνο αστείο. 

Υπάρχει, όπως φαίνεται, μεγάλος αριθμός αντρών που ενδιαφέρονται περισσότερο για τα σπορ αυτοκίνητα, τις συσκευές τηλεόρασης και ραδιοφώνου, τα διαστημικά ταξίδια και ένα σωρό άλλα μαραφέτια, απ’ ό,τι για τις γυναίκες, την αγάπη, τη φύση, την τροφή- άντρες που διεγείρονται περισσότερο από τη μεταχείριση μη οργανικών, μηχανικών πραγμάτων παρά από τη ζωή. Δεν θα ήταν υπερβολικό ακόμη και να υποθέσουμε ότι ο homo mechanicus περισσότερο γοητεύεται και νιώθει υπερηφάνεια για συσκευές που μπορούν να σκοτώσουν εκατομμύρια ανθρώπους σε απόσταση αρκετών χιλιάδων χιλιομέτρων μέσα σε μερικά λεπτά, παρά αισθάνεται φόβο και θλίψη από την πιθανότητα μιας τέτοια μαζικής καταστροφής.

Ο homo mechanicus συνεχίζει να απολαμβάνει το σεξ και το ποτό. Όμως όλες αυτές τις ηδονές τις αναζητά μέσα στο πλαίσιο αναφοράς του μηχανικού και του άβιου. Περιμένει ότι πρέπει να υπάρχει ένα κουμπί που, αν το πατήσει, θα φέρει ευτυχία, αγάπη, ικανοποίηση. (Πολλοί πηγαίνουν σε ψυχαναλυτή έχοντας την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να τους διδάξει πώς να βρουν αυτό το κουμπί.) Κοιτάζει τις γυναίκες όπως θα κοίταζε κανείς ένα αυτοκίνητο: ξέρει ποια είναι τα σωστά κουμπιά που πρέπει να πατήσει, απολαμβάνει τη δύναμη που έχει να την κάνει να “τρέξει” και παραμένει ένας ψυχρός παρατηρητής. Τον homo mechanicus τον ενδιαφέρει ολοένα και περισσότερο η μεταχείριση των μηχανών παρά η συμμετοχή και η αντίδραση στη ζωή. Έτσι, γίνεται αδιάφορος απέναντι στη ζωή.

Σκεφτείτε τον ρόλο που παίζει ο σκοτωμός στις διασκεδάσεις μας. Ο κινηματογράφος, τα κόμικς, οι εφημερίδες είναι τόσο συναρπαστικά, επειδή είναι γεμάτα με αναφορές καταστροφής, σαδισμό και βαρβαρότητα. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν μια ανιαρή αλλά άνετη ζωή- και τίποτα δεν τους συναρπάζει περισσότερο από το να παρακολουθούν ή να διαβάζουν για σκοτωμούς, είτε πρόκειται για έναν φόνο είτε για ένα μοιραίο ατύχημα σε έναν αυτοκινητιστικό αγώνα. Αυτό δεν αποτελεί ένδειξη για το πόσο βαθύ έχει γίνει ήδη αυτό το πάθος για τον θάνατο; Ή σκεφτείτε εκφράσεις όπως “μέχρι θανάτου” ή “πεθαίνω να” κάνω αυτό ή εκείνο ή την έκφραση “με σκοτώνει”. Σκεφτείτε την αδιαφορία για τη ζωή που εκδηλώνεται στα ποσοστά των τροχαίων ατυχημάτων.

Εν συντομία, η διανοητικοποίηση, η ποσοτικοποίηση, η αφαιρετικοποίηση, η γραφειοκρατικοποίηση και η πραγματικοποίηση – οι οποίες αποτελούν χαρακτηριστικά της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας- όταν εφαρμόζονται στους ανθρώπους, αντί στα πράγματα, δεν αποτελούν τις αρχές της ζωής αλλά της μηχανικής. Οι άνθρωποι που ζουν σε ένα τέτοιο σύστημα αναπτύσσουν αδιαφορία προς τη ζωή ή ακόμη και έλξη προς τον θάνατο. Οι ίδιοι δεν το αντιλαμβάνονται. Περνούν τις εξάψεις των συγκινήσεων για τις χαρές της ζωής και ζουν με την ψευδαίσθηση ότι είναι ζωντανοί όταν έχουν πολλά πράγματα στην κυριότητά τους ή προς χρήση. Η έλλειψη διαμαρτυρίας κατά του πυρηνικού πολέμου, οι συζητήσεις των “ατομολόγων” μας για το ισοζύγιο της ολοκληρωτικής ή σχεδόν ολοκληρωτικής καταστροφής δείχνει πόσο βαθιά έχουμε προχωρήσει ήδη στην “κοιλάδα της σκιάς του θανάτου”.

Οι άνθρωποι ενεργούν πριν να αποφασίσουν

Επειδή θέλουμε να πάμε εκεί όπου μας σπρώχνει ο άνεμος, πιστεύουμε ότι η κίνησή μας εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή μας. Όταν ο άνεμος μας σπρώχνει προς την αντίθετη κατεύθυνση, κατηγορούμε τον εαυτό μας για έλλειψη βούλησης και αυτοπειθαρχίας. Υπάρχουν όμως και φορές που επικρατεί γαλήνη ή ο άνεμος φυσάει ταυτόχρονα λίγο πολύ από παντού- κι εμείς βρισκόμαστε ανάμεσα σε αντίθετες επιθυμίες.

Σε μια τέτοια κατάσταση μπορούμε εξίσου να αισθανθούμε είτε ότι βασανιζόμαστε από ασυμβίβαστες επιθυμίες είτε ότι στερούμαστε κινήτρου είτε ότι είμαστε αναποφάσιστοι και αδιάφοροι. Αφού τίποτα δεν μας σπρώχνει προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, νομίζουμε ότι θα έπρεπε να ήμασταν ελεύθεροι να διαλέξουμε τη μία ή την άλλη. Έχουμε έτσι την εντύπωση πως διαθέτουμε ελευθερία βούλησης, πως μπορούμε να προχωρήσουμε ή να οπισθοχωρήσουμε, να δεχθούμε ή να αρνηθούμε, να πιούμε ή να φάμε, γιατί τελικά το ίδιο μας κάνει. 

Το να διαλέξουμε τη μία ή την άλλη από αυτές τις δυνατότητες φαίνεται να μην απαιτεί παρά μια μικρή προσπάθεια της θέλησής μας. Κι όμως, η κατάσταση αυτή δεν δείχνει την ελευθερία της βούλησής μας, αλλά την αναποφασιστικότητα των επιθυμιών μας. Και έχουμε κάθε λόγο να στοιχηματίσουμε πως, όταν καταλήγουμε να πάρουμε μια απόφαση, δεν είναι επειδή η θέλησή μας έκανε την επιλογή της, αλλά επειδή ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στις αντίθετες επιθυμίες μας άλλαξε και κάποια από αυτές κατάφερε να επιβληθεί.

Πρόσφατα πειράματα στη νευροβιολογία επιβεβαιώνουν σημείο προς σημείο αυτό που ο Σπινόζα διαισθάνθηκε. Μελετώντας τις κινήσεις των νευρώνων σε άτομα που είχαν κληθεί να πάρουν μια απόφαση, ο Μπέντζαμιν Λάιμπετ απέδειξε ότι συνειδητοποιούμε πως παίρνουμε μια απόφαση μισό με ένα δευτερόλεπτο μετά την ανταλλαγή νευρο- διαβιβαστών, η οποία είναι η αιτία αυτής της απόφασης. 

Οι πραγματικές αποφάσεις μας λαμβάνονται εν αγνοία μας και ανεξάρτητα από το τι θέλουμε ή δεν θέλουμε. Η συνειδητή απόφαση -η προσπάθεια της βούλησης για την οποία τόσο πολύ καμαρώνουμε- έρχεται πολύ αργά ώστε να έχει την παραμικρή επίδραση στις ενέργειές μας· δεν είναι παρά ένα επιφαινόμενο, ο απόηχος ή ο ίσκιος των πραγματικών δυνάμεων που μας κάνουν να ενεργούμε. Άρα είχε δίκιο ο Σπινόζα όταν έγραφε πριν από τριακόσια και πλέον χρόνια:

«Οι άνθρωποι σφάλλουν ως προς την πεποίθησή τους πως είναι ελεύθεροι, η οποία βασίζεται μόνο στο ότι έχουν συνείδηση των ενεργειών τους και άγνοια των αιτίων από τα οποία αυτές καθορίζονται. Άρα η ιδέα της ελευθερίας τους έγκειται στο ότι δεν γνωρίζουν κανένα αίτιο των ενεργειών τους. Διότι όταν λένε ότι οι ανθρώπινες ενέργειες εξαρτώνται από τη βούληση, δεν έχουν ιδέα για τι μιλάνε. Όλοι αγνοούν πράγματι τι είναι η βούληση και πώς κινητοποιεί το σώμα, ενώ όσοι διατυμπανίζουν άλλα και πλάθουν με το μυαλό τους έδρες και ενδιαιτήματα της ψυχής, προκαλούν συνήθως γέλιο ή αηδία».

ΑΙΩΝΙΑ ΣΠΑΡΤΗ: Μετά από 21 αιώνες υποδούλωσης

Νέο φώς λούζει το Ταλετόν του σερνικού Ταϋγέτου και ο αέρας ψιθυρίζει διαφορετικά. Μετά από 20 αιώνες υποδούλωσης στην ξένη θρησκεία, οι Έλληνες ξανασηκώνουμε το κεφάλι και διεκδικούμε την εθνική μας ελευθερία και συνέχεια.

Συνέλληνα, Συλλάκωνα θα μας βρείς εκεί. Στα λεύτερα υψώματα που φιλοξένησαν και τους προγόνους μας, όταν για πολλούς αιώνες αντιστέκονταν λυσσαλέα στον φερτό και ξένο για τις δικές μας συνήθειες Χριστιανισμό. Από το ιερό Ταλετόν σου στέλνουμε το εθνεγερτικό μήνυμα: μην τους προσκυνάς άλλο πιά!

Σηκώνουμε τα λάβαρα της καθολικής ψυχικής αντίστασης, απαιτώντας την επιστροφή της ποίησης, της φαντασίας, της ιερότητας, των αιώνιων Θεών μας. Απαιτώντας την εγκατάλειψη των μονοδιάστατων αντιλήψεων των δουλικών σχέσεων που μας έχει επιβάλει το ξένο καθεστώς και την ανάληψη ενός νέου όσο και παλαιού ρόλου: υψώστε τα είδωλα, υψώστε τις ψυχές μας!

Αρκετά πια με την υποταγή μας στον ξένο θεό και στα ξένα ήθη. Δεν είμαστε δούλοι, ούτε οι πρόγονοί μας υπήρξαν ποτέ. Θα φανούμε αντάξιοί τους γιατί το απαιτούν οι Θεοί μας: μας δίδαξαν να θαυμάζουμε τους εαυτούς μας στο Θέατρο και τις Τέχνες, όπως οι ίδιοι θαυμάζουν τους εαυτούς τους στις ελεύθερες ανθρώπινες ψυχές.

Επιστροφή στο δρόμο των προγόνων, στο δρόμο των Θεών. Αυτός είναι ο δρόμος μας, κι ας πονάει στα πρώτα βήματά του.
 
Δεν φοβόμαστε τους καταπατητές των χωμάτων μας.
 
Είμαστε καλύτεροι από δαύτους. Ας μην το ξεχνάμε αυτό ποτέ.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (6.29.1-6.29.8)

[6.29.1] Αὐτὸς δὲ ξὺν τοῖς κουφοτάτοις τῶν πεζῶν καὶ ξὺν τῶν ἱππέων τοῖς ἑταίροις καὶ μέρει τινὶ τῶν τοξοτῶν ᾔει τὴν ἐπὶ Πασαργάδας τῆς Περσίδος. Στασάνορα δὲ καταπέμπει ἐπὶ τὴν ἀρχὴν τὴν ἑαυτοῦ. [6.29.2] ὡς δὲ ἐπὶ τοῖς ὅροις ἦν τῆς Περσίδος, Φρασαόρτην μὲν οὐ κατέλαβε σατραπεύοντα ἔτι (νόσῳ γὰρ τετελευτηκὼς ἐτύγχανεν ἐν Ἰνδοῖς ἔτι Ἀλεξάνδρου ὄντος), Ὀρξίνης δὲ ἐπεμέλετο τῆς Περσίδος, οὐ πρὸς Ἀλεξάνδρου κατασταθείς, ἀλλ᾽ ὅτι οὐκ ἀπηξίωσεν αὑτὸν ἐν κόσμῳ Πέρσας διαφυλάξαι Ἀλεξάνδρῳ οὐκ ὄντος ἄλλου ἄρχοντος. [6.29.3] ἦλθε δὲ ἐς Πασαργάδας καὶ Ἀτροπάτης ὁ Μηδ[ε]ίας σατράπης, ἄγων Βαρυάξην ἄνδρα Μῆδον συνειλημμένον, ὅτι ὀρθὴν τὴν κίδαριν περιθέμενος βασιλέα προσεῖπεν αὑτὸν Περσῶν καὶ Μήδων, καὶ ξὺν τούτῳ τοὺς μετασχόντας αὐτῷ τοῦ νεωτερισμοῦ τε καὶ τῆς ἀποστάσεως. τούτους μὲν δὴ ἀπέκτεινεν Ἀλέξανδρος.
[6.29.4] Ἐλύπησε δὲ αὐτὸν ἡ παρανομία ἡ ἐς τὸν Κύρου τοῦ Καμβύσου τάφον, ὅτι διορωρυγμένον τε καὶ σεσυλημένον κατέλαβε τοῦ Κύρου τὸν τάφον, ὡς λέγει Ἀριστόβουλος. εἶναι γὰρ ἐν Πασαργάδαις ἐν τῷ παραδείσῳ τῷ βασιλικῷ Κύρου ἐκείνου τάφον καὶ περὶ αὐτὸν ἄλσος πεφυτεῦσθαι δένδρων παντοίων καὶ ὕδατι εἶναι κατάρρυτον καὶ πόαν βαθεῖαν πεφυκέναι ἐν τῷ λειμῶνι, [6.29.5] καὶ αὐτὸν δὲ τὸν τάφον τὰ κάτω λίθου τετραπέδου ἐς τετράγωνον σχῆμα πεποιῆσθαι, ἄνωθεν δὲ οἴκημα ἐπεῖναι λίθινον ἐστεγασμένον, θυρίδα ἔχον φέρουσαν ἔσω στενήν, ὡς μόλις ἂν ‹εἶναι› ἑνὶ ἀνδρὶ οὐ μεγάλῳ πολλὰ κακοπαθοῦντι παρελθεῖν. ἐν δὲ τῷ οἰκήματι πύελον χρυσῆν κεῖσθαι, ἵνα τὸ σῶμα τοῦ Κύρου ἐτέθαπτο, καὶ κλίνην παρὰ τῇ πυέλῳ· πόδας δὲ εἶναι τῇ κλίνῃ χρυσοῦς σφυρηλάτους καὶ τάπητα ἐπίβλημα τῶν Βαβυλωνίων καὶ καυνάκας πορφυροῦς ὑποστρώματα. [6.29.6] ἐπεῖναι δὲ καὶ κάνδυς καὶ ἄλλους χιτῶνας τῆς Βαβυλωνίου ἐργασίας. καὶ ἀναξυρίδες Μηδικαὶ καὶ στολαὶ ὑακινθινοβαφεῖς λέγει ὅτι ἔκειντο, αἱ δὲ πορφύρας αἱ δὲ ἄλλης καὶ ἄλλης χρόας, καὶ στρεπτοὶ καὶ ἀκινάκαι καὶ ἐνώτια χρυσοῦ τε καὶ λίθων κολλητά, καὶ τράπεζα ἔκειτο. ἐν μέσῳ δὲ τῆς κλίνης ἡ πύελος ἔκειτο ἡ τὸ σῶμα τὸ Κύρου ἔχουσα. [6.29.7] εἶναι δὲ ἐντὸς τοῦ περιβόλου πρὸς τῇ ἀναβάσει τῇ ἐπὶ τὸν τάφον φερούσῃ οἴκημα σμικρὸν τοῖς Μάγοις πεποιημένον, οἳ δὴ ἐφύλασσον τὸν Κύρου τάφον ἔτι ἀπὸ Καμβύσου τοῦ Κύρου, παῖς παρὰ πατρὸς ἐκδεχόμενος τὴν φυλακήν. καὶ τούτοις πρόβατόν τε ἐς ἡμέραν ἐδίδοτο ἐκ βασιλέως καὶ ἀλεύρων τε καὶ οἴνου τεταγμένα καὶ ἵππος κατὰ μῆνα ἐς θυσίαν τῷ Κύρῳ. [6.29.8] ἐπεγέγραπτο δὲ ὁ τάφος Περσικοῖς γράμμασι· καὶ ἐδήλου Περσιστὶ τάδε· ὦ ἄνθρωπε, ἐγὼ Κῦρός εἰμι ὁ Καμβύσου ὁ τὴν ἀρχὴν Πέρσαις καταστησάμενος καὶ τῆς Ἀσίας βασιλεύσας. μὴ οὖν φθονήσῃς μοι τοῦ μνήματος.

***
[6.29.1] Ο ίδιος με τους πιο ελαφρά οπλισμένους από τους πεζούς, με τους εταίρους από τους ιππείς και με ένα μέρος από τους τοξότες προχώρησε προς τις Πασαργάδες της Περσίδας, ενώ τον Στασάνορα έστειλε στη χώρα που διοικούσε. [6.29.2] Όταν έφθασε στα όρια της Περσίδας, δεν βρήκε τον Φρασαόρτη να είναι πλέον σατράπης (γιατί είχε πεθάνει από αρρώστια, ενώ ακόμη ήταν στην Ινδία ο Αλέξανδρος). Την Περσίδα όμως διοικούσε ο Ορξίνης, ο οποίος δεν διορίσθηκε από τον Αλέξανδρο, αλλά έκρινε τον εαυτό του άξιο, επειδή δεν υπήρχε άλλος διοικητής, να κρατήσει σε τάξη τους Πέρσες για χάρη του Αλεξάνδρου. [6.29.3] Στις Πασαργάδες ήρθε και ο Ατροπάτης, ο σατράπης της Μηδείας, οδηγώντας τον Βαρυάξη, έναν άνδρα από τη Μηδεία, τον οποίο είχε συλλάβει, επειδή φόρεσε την τιάρα ορθή και ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Περσών και των Μήδων· μαζί με τον Βαρυάξη έφερε και όσους συνέπραξαν μαζί του στην επανάσταση και την αποστασία. Αυτούς φυσικά, ο Αλέξανδρος τους εκτέλεσε.
[6.29.4] Ο Αλέξανδρος λυπήθηκε για την παραβίαση του τάφου του Κύρου, του γιου του Καμβύση, επειδή τον βρήκε ανοιγμένο και συλημένο, όπως αναφέρει ο Αριστόβουλος. Γιατί στις Πασαργάδες μέσα στον βασιλικό κήπο ήταν ο τάφος του Κύρου εκείνου και γύρω από αυτόν είχαν φυτέψει δένδρα διαφόρων ειδών που σχημάτισαν άλσος, όπου από τα πολλά νερά είχε φυτρώσει πυκνή χλόη στο λιβάδι. [6.29.5] Ο τάφος ο ίδιος στο κάτω μέρος του είχε κατασκευασθεί σε σχήμα ορθογώνιο από πέτρες τετράγωνες, στο επάνω μέρος του υπήρχε λίθινο στεγασμένο οίκημα, με μικρή πόρτα που οδηγούσε προς τα μέσα, τόσο στενή, ώστε και ένας άνδρας μικρού αναστήματος με δυσκολία και με μεγάλη ταλαιπωρία μπορούσε να περάσει. Μέσα στο οίκημα είχε τοποθετηθεί χρυσή σαρκοφάγος, στην οποία είχε ταφεί το σώμα του Κύρου, και δίπλα στη σαρκοφάγο μία κλίνη· η κλίνη είχε πόδια από κατεργασμένο χρυσό και για κάλυμμα ένα βαβυλωνιακό χαλί και για στρωσίδι κόκκινα σκεπάσματα. [6.29.6] Επάνω στην κλίνη υπήρχαν μανδύες και άλλα ενδύματα βαβυλωνιακής κατεργασίας. Ο Αριστόβουλος αναφέρει ότι είχαν τοποθετηθεί εκεί και αναξυρίδες μηδικές και στολές βαμμένες σε χρώμα υακίνθου, άλλες πορφυρές και άλλες διαφόρων αποχρώσεων, καθώς και περιδέραια και περσικά ξίφη και ενώτια από χρυσό και από πολύτιμες πέτρες συγκολλημένες, και ότι είχε στηθεί ένα τραπέζι. Και στο μέσο της κλίνης είχε τοποθετηθεί η σαρκοφάγος με το σώμα του Κύρου. [6.29.7] Μέσα στον περίβολο, κοντά στην ανωφέρεια που οδηγούσε στον τάφο, υπήρχε μια μικρή κατοικία που είχε γίνει για τους Μάγους, οι οποίοι φύλαγαν τον τάφο του Κύρου από την εποχή ακόμη του Καμβύση, του γιου του Κύρου· για τη διαφύλαξή του τα παιδιά των Μάγων διαδέχονταν τους πατέρες τους. Κάθε μέρα ο βασιλιάς έδινε σε αυτούς ένα πρόβατο και ορισμένη ποσότητα αλευριού και κρασιού, καθώς και ένα άλογο κάθε μήνα, για να το θυσιάζουν στον Κύρο. [6.29.8] Επάνω στον τάφο υπήρχε επιγραφή στην περσική γλώσσα και σήμαινε τα εξής: «άνθρωπε, εγώ είμαι ο Κύρος, ο γιος του Καμβύση, ο οποίος έδωσα την εξουσία στους Πέρσες και έγινα βασιλιάς της Ασίας. Μη με φθονήσεις, λοιπόν, για το μνήμα μου».