Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2021

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (6.29.1-6.29.8)

[6.29.1] Αὐτὸς δὲ ξὺν τοῖς κουφοτάτοις τῶν πεζῶν καὶ ξὺν τῶν ἱππέων τοῖς ἑταίροις καὶ μέρει τινὶ τῶν τοξοτῶν ᾔει τὴν ἐπὶ Πασαργάδας τῆς Περσίδος. Στασάνορα δὲ καταπέμπει ἐπὶ τὴν ἀρχὴν τὴν ἑαυτοῦ. [6.29.2] ὡς δὲ ἐπὶ τοῖς ὅροις ἦν τῆς Περσίδος, Φρασαόρτην μὲν οὐ κατέλαβε σατραπεύοντα ἔτι (νόσῳ γὰρ τετελευτηκὼς ἐτύγχανεν ἐν Ἰνδοῖς ἔτι Ἀλεξάνδρου ὄντος), Ὀρξίνης δὲ ἐπεμέλετο τῆς Περσίδος, οὐ πρὸς Ἀλεξάνδρου κατασταθείς, ἀλλ᾽ ὅτι οὐκ ἀπηξίωσεν αὑτὸν ἐν κόσμῳ Πέρσας διαφυλάξαι Ἀλεξάνδρῳ οὐκ ὄντος ἄλλου ἄρχοντος. [6.29.3] ἦλθε δὲ ἐς Πασαργάδας καὶ Ἀτροπάτης ὁ Μηδ[ε]ίας σατράπης, ἄγων Βαρυάξην ἄνδρα Μῆδον συνειλημμένον, ὅτι ὀρθὴν τὴν κίδαριν περιθέμενος βασιλέα προσεῖπεν αὑτὸν Περσῶν καὶ Μήδων, καὶ ξὺν τούτῳ τοὺς μετασχόντας αὐτῷ τοῦ νεωτερισμοῦ τε καὶ τῆς ἀποστάσεως. τούτους μὲν δὴ ἀπέκτεινεν Ἀλέξανδρος.
[6.29.4] Ἐλύπησε δὲ αὐτὸν ἡ παρανομία ἡ ἐς τὸν Κύρου τοῦ Καμβύσου τάφον, ὅτι διορωρυγμένον τε καὶ σεσυλημένον κατέλαβε τοῦ Κύρου τὸν τάφον, ὡς λέγει Ἀριστόβουλος. εἶναι γὰρ ἐν Πασαργάδαις ἐν τῷ παραδείσῳ τῷ βασιλικῷ Κύρου ἐκείνου τάφον καὶ περὶ αὐτὸν ἄλσος πεφυτεῦσθαι δένδρων παντοίων καὶ ὕδατι εἶναι κατάρρυτον καὶ πόαν βαθεῖαν πεφυκέναι ἐν τῷ λειμῶνι, [6.29.5] καὶ αὐτὸν δὲ τὸν τάφον τὰ κάτω λίθου τετραπέδου ἐς τετράγωνον σχῆμα πεποιῆσθαι, ἄνωθεν δὲ οἴκημα ἐπεῖναι λίθινον ἐστεγασμένον, θυρίδα ἔχον φέρουσαν ἔσω στενήν, ὡς μόλις ἂν ‹εἶναι› ἑνὶ ἀνδρὶ οὐ μεγάλῳ πολλὰ κακοπαθοῦντι παρελθεῖν. ἐν δὲ τῷ οἰκήματι πύελον χρυσῆν κεῖσθαι, ἵνα τὸ σῶμα τοῦ Κύρου ἐτέθαπτο, καὶ κλίνην παρὰ τῇ πυέλῳ· πόδας δὲ εἶναι τῇ κλίνῃ χρυσοῦς σφυρηλάτους καὶ τάπητα ἐπίβλημα τῶν Βαβυλωνίων καὶ καυνάκας πορφυροῦς ὑποστρώματα. [6.29.6] ἐπεῖναι δὲ καὶ κάνδυς καὶ ἄλλους χιτῶνας τῆς Βαβυλωνίου ἐργασίας. καὶ ἀναξυρίδες Μηδικαὶ καὶ στολαὶ ὑακινθινοβαφεῖς λέγει ὅτι ἔκειντο, αἱ δὲ πορφύρας αἱ δὲ ἄλλης καὶ ἄλλης χρόας, καὶ στρεπτοὶ καὶ ἀκινάκαι καὶ ἐνώτια χρυσοῦ τε καὶ λίθων κολλητά, καὶ τράπεζα ἔκειτο. ἐν μέσῳ δὲ τῆς κλίνης ἡ πύελος ἔκειτο ἡ τὸ σῶμα τὸ Κύρου ἔχουσα. [6.29.7] εἶναι δὲ ἐντὸς τοῦ περιβόλου πρὸς τῇ ἀναβάσει τῇ ἐπὶ τὸν τάφον φερούσῃ οἴκημα σμικρὸν τοῖς Μάγοις πεποιημένον, οἳ δὴ ἐφύλασσον τὸν Κύρου τάφον ἔτι ἀπὸ Καμβύσου τοῦ Κύρου, παῖς παρὰ πατρὸς ἐκδεχόμενος τὴν φυλακήν. καὶ τούτοις πρόβατόν τε ἐς ἡμέραν ἐδίδοτο ἐκ βασιλέως καὶ ἀλεύρων τε καὶ οἴνου τεταγμένα καὶ ἵππος κατὰ μῆνα ἐς θυσίαν τῷ Κύρῳ. [6.29.8] ἐπεγέγραπτο δὲ ὁ τάφος Περσικοῖς γράμμασι· καὶ ἐδήλου Περσιστὶ τάδε· ὦ ἄνθρωπε, ἐγὼ Κῦρός εἰμι ὁ Καμβύσου ὁ τὴν ἀρχὴν Πέρσαις καταστησάμενος καὶ τῆς Ἀσίας βασιλεύσας. μὴ οὖν φθονήσῃς μοι τοῦ μνήματος.

***
[6.29.1] Ο ίδιος με τους πιο ελαφρά οπλισμένους από τους πεζούς, με τους εταίρους από τους ιππείς και με ένα μέρος από τους τοξότες προχώρησε προς τις Πασαργάδες της Περσίδας, ενώ τον Στασάνορα έστειλε στη χώρα που διοικούσε. [6.29.2] Όταν έφθασε στα όρια της Περσίδας, δεν βρήκε τον Φρασαόρτη να είναι πλέον σατράπης (γιατί είχε πεθάνει από αρρώστια, ενώ ακόμη ήταν στην Ινδία ο Αλέξανδρος). Την Περσίδα όμως διοικούσε ο Ορξίνης, ο οποίος δεν διορίσθηκε από τον Αλέξανδρο, αλλά έκρινε τον εαυτό του άξιο, επειδή δεν υπήρχε άλλος διοικητής, να κρατήσει σε τάξη τους Πέρσες για χάρη του Αλεξάνδρου. [6.29.3] Στις Πασαργάδες ήρθε και ο Ατροπάτης, ο σατράπης της Μηδείας, οδηγώντας τον Βαρυάξη, έναν άνδρα από τη Μηδεία, τον οποίο είχε συλλάβει, επειδή φόρεσε την τιάρα ορθή και ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Περσών και των Μήδων· μαζί με τον Βαρυάξη έφερε και όσους συνέπραξαν μαζί του στην επανάσταση και την αποστασία. Αυτούς φυσικά, ο Αλέξανδρος τους εκτέλεσε.
[6.29.4] Ο Αλέξανδρος λυπήθηκε για την παραβίαση του τάφου του Κύρου, του γιου του Καμβύση, επειδή τον βρήκε ανοιγμένο και συλημένο, όπως αναφέρει ο Αριστόβουλος. Γιατί στις Πασαργάδες μέσα στον βασιλικό κήπο ήταν ο τάφος του Κύρου εκείνου και γύρω από αυτόν είχαν φυτέψει δένδρα διαφόρων ειδών που σχημάτισαν άλσος, όπου από τα πολλά νερά είχε φυτρώσει πυκνή χλόη στο λιβάδι. [6.29.5] Ο τάφος ο ίδιος στο κάτω μέρος του είχε κατασκευασθεί σε σχήμα ορθογώνιο από πέτρες τετράγωνες, στο επάνω μέρος του υπήρχε λίθινο στεγασμένο οίκημα, με μικρή πόρτα που οδηγούσε προς τα μέσα, τόσο στενή, ώστε και ένας άνδρας μικρού αναστήματος με δυσκολία και με μεγάλη ταλαιπωρία μπορούσε να περάσει. Μέσα στο οίκημα είχε τοποθετηθεί χρυσή σαρκοφάγος, στην οποία είχε ταφεί το σώμα του Κύρου, και δίπλα στη σαρκοφάγο μία κλίνη· η κλίνη είχε πόδια από κατεργασμένο χρυσό και για κάλυμμα ένα βαβυλωνιακό χαλί και για στρωσίδι κόκκινα σκεπάσματα. [6.29.6] Επάνω στην κλίνη υπήρχαν μανδύες και άλλα ενδύματα βαβυλωνιακής κατεργασίας. Ο Αριστόβουλος αναφέρει ότι είχαν τοποθετηθεί εκεί και αναξυρίδες μηδικές και στολές βαμμένες σε χρώμα υακίνθου, άλλες πορφυρές και άλλες διαφόρων αποχρώσεων, καθώς και περιδέραια και περσικά ξίφη και ενώτια από χρυσό και από πολύτιμες πέτρες συγκολλημένες, και ότι είχε στηθεί ένα τραπέζι. Και στο μέσο της κλίνης είχε τοποθετηθεί η σαρκοφάγος με το σώμα του Κύρου. [6.29.7] Μέσα στον περίβολο, κοντά στην ανωφέρεια που οδηγούσε στον τάφο, υπήρχε μια μικρή κατοικία που είχε γίνει για τους Μάγους, οι οποίοι φύλαγαν τον τάφο του Κύρου από την εποχή ακόμη του Καμβύση, του γιου του Κύρου· για τη διαφύλαξή του τα παιδιά των Μάγων διαδέχονταν τους πατέρες τους. Κάθε μέρα ο βασιλιάς έδινε σε αυτούς ένα πρόβατο και ορισμένη ποσότητα αλευριού και κρασιού, καθώς και ένα άλογο κάθε μήνα, για να το θυσιάζουν στον Κύρο. [6.29.8] Επάνω στον τάφο υπήρχε επιγραφή στην περσική γλώσσα και σήμαινε τα εξής: «άνθρωπε, εγώ είμαι ο Κύρος, ο γιος του Καμβύση, ο οποίος έδωσα την εξουσία στους Πέρσες και έγινα βασιλιάς της Ασίας. Μη με φθονήσεις, λοιπόν, για το μνήμα μου».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου